Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2022

ΕΝ ΑΝΑΜΟΝΗ ΤΩΝ ΣΤΙΓΜΩΝ MINSKY

Η μοναδική δυνατότητα διόρθωσης των ανισορροπιών, όταν έχουν φτάσει σε ακραία σημεία, είναι η επέμβαση του κράτους – όπου στη περίπτωση της ύφεσης απαιτείται η λήψη δημοσιονομικών και νομισματικών μέτρων, για να σταματήσει η αυτοκαταστροφική αποπληθωριστική εκκαθάριση των χρεών, ο καθοδικός σπειροειδής κύκλος του θανάτου. Κάτι τέτοιο συνέβη με τη διαχείριση της πανδημίας. Τι συμβαίνει όμως όταν τα κράτη είναι υπερχρεωμένα, όπως διαπιστώνεται με πάρα πολλά σήμερα; Τι επακόλουθα μπορεί να έχει η λήψη δημοσιονομικών μέτρων που αυξάνουν ακόμη περισσότερο τα χρέη τους, με τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να ευρίσκονται σε μία ανάλογη κατάσταση; Με τόσα ζόμπι που έχουν δημιουργηθεί; Με τις κεντρικές τράπεζες να έχουν επίσης υπερχρεωθεί και εξαντλήσει όλα τους τα όπλα; Πόσο μάλλον με τον πληθωρισμό να έχει επανέλθει δριμύτερος;

.Βασίλης Βιλιάρδος

Ανάλυση

Η πραγματική οικονομία και οι χρηματιστηριακές αγορές εξελίσσονται συνήθως εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους – παρά το ότι θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο. Η μεν πρώτη μελετάται μακροοικονομικά με κριτήριο τα θεμελιώδη της μεγέθη, όπως είναι ο ρυθμός ανάπτυξης, οι επενδύσεις, τα χρέη, τα ισοζύγια κοκ. Η δεύτερη εξελίσσεται ανάλογα με το εκάστοτε υφιστάμενο ή μη «αφήγημα» (narrative) – όπου, εφόσον υπάρχει, οι τιμές των μετοχών αυξάνονται, ακόμη και όταν είναι ολοφάνερα πολύ ακριβές.

Για παράδειγμα, την εποχή της φούσκας του διαδικτύου (1999), το αφήγημα ήταν οι δήθεν απεριόριστες δυνατότητες δημιουργίας κερδών από τις τεχνολογικές εταιρείες. Κατά την επόμενη φούσκα των ενυπόθηκων δανείων, το αφήγημα ήταν η δήθεν συνεχής άνοδος των τιμών των ακινήτων – ενώ σήμερα, τουλάχιστον όσον αφορά τις Η.Π.Α., το αφήγημα είναι οι δημόσιες επενδύσεις και γενικότερα τα δημοσιονομικά μέτρα του προέδρου Biden.

Ως εκ τούτου, παρά το ότι οι αμερικανικές μετοχές είναι εξαιρετικά υπερτιμημένες, ενώ τα θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας της υπερδύναμης δεν θεωρούνται υγιή, ούτε τα κέρδη των εταιρειών αφού η αποτίμηση τους έχει φτάσει στη στρατόσφαιρα, η Wall Street  συνεχίζει την ξέφρενη ανοδική της πορεία.

Εν προκειμένω δεν βοηθάει καθόλου η πρόβλεψη ενός μελλοντικού κραχ από την πλευρά της μακροοικονομίας, παρά το ότι ασφαλώς είναι νομοτελειακό – αφού κανένας δεν ξέρει πότε θα συμβεί. Επομένως ισχύει η φράση του Keynes, σύμφωνα με την οποία «μακροπρόθεσμα είμαστε όλοι πεθαμένοι» – γεγονός που σημαίνει ότι, η πρόβλεψη του θανάτου για κάποιον άνθρωπο δεν βοηθάει καθόλου, αφού όλοι γνωρίζουμε πως θα συμβεί, δεν χρειαζόμαστε δηλαδή κανέναν έξυπνο να μας το πει, αλλά δεν ξέρουμε πότε.

Η θεωρία του Minsky

Περαιτέρω υπήρχαν ανέκαθεν ορισμένοι κίνδυνοι για την οικονομία, τους οποίους δεν ήταν σε θέση να προβλέψει κανείς – έως εκείνη τη στιγμή που κάποιος οικονομολόγος τους ανακάλυπτε, χωρίς όμως να γνωρίζει πότε θα προκαλούσαν την προβλεπόμενη από τον ίδιο καταστροφή. Ένας από αυτούς ήταν η απειλή του ακραίου δανεισμού εκ μέρους των τραπεζών – την οποία είχε διαπιστώσει ο H. Minsky πολλά χρόνια πριν, θεωρώντας πως ήταν ανόητο εκ μέρους της μακροοικονομίας να αγνοεί εντελώς το χρηματοπιστωτικό κλάδο.

Το γεγονός όμως ότι, η θεωρία του επιβεβαιώθηκε αρκετές δεκαετίες αργότερα, κατά την κρίση του 2007, όπου το χρηματοπιστωτικό σύστημα ουσιαστικά κατέρρευσε (κυρίως ως αποτέλεσμα της απελευθέρωσης των τραπεζών με την κατάργηση του νόμου Glass-Steagall του 1933, από την αμερικανική κυβέρνηση το 1999), τον καταδίκασε στην αφάνεια – αφού επρόκειτο για μία πολύ μακροπρόθεσμη πρόβλεψη, άχρηστη στην εποχή που έζησε (1919 – 1996).

Εν τούτοις ο H. Minsky ήταν μία εξαιρετική φυσιογνωμία – θεωρούμενος ως ένα μείγμα των  J.M.Keynes  και J. Schumpeter, με λίγο Hayek. Ο οικονομολόγος ασχολήθηκε κυρίως με τον τραπεζικό κλάδο, όσον αφορά το ρόλο του στην πραγματική οικονομία – τεκμηριώνοντας πως το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι εγγενώς ασταθές, τείνοντας συνεχώς σε υπερβολές και σε κρίσεις.

Στα πλαίσια αυτά όποιος διαβάσει τις μελέτες του που εκδόθηκαν ως επί το πλείστον τις δεκαετίες του 1970 και 1980, θα βρει τρομακτικά ακριβείς παραλληλισμούς με αυτά που συνέβησαν το 2007 και αργότερα – υπενθυμίζοντας πως επρόκειτο για το γιό μεταναστών από τη Λευκορωσία, εβραϊκής καταγωγής, ο οποίος σπούδασε μαθηματικά και οικονομία στο πανεπιστήμιο του Σικάγο, με διδακτορικό στο Χάρβαρντ υπό την εποπτεία του J. Schumpeter.


Η νεοκλασική σύνθεση

Συνεχίζοντας, ο βασικός σκοπός της διδασκαλίας του H. Minsky ήταν η αναζήτηση της αληθινής αντίληψης του J.M. Keynes – ο οποίος, με το βιβλίο του «Γενική θεωρία της απασχόλησης, του τόκου και των χρημάτων» που εξέδωσε το 1936, προκάλεσε μία επανάσταση στη μακροοικονομική σκέψη. Παρ’ όλα αυτά η θεωρία του Keynes ήταν από πολλές πλευρές της «αποσπασματική», μη ολοκληρωμένη δηλαδή, ενώ είχε την πρόθεση να την αναπτύξει καλύτερα – κάτι που όμως δεν κατάφερε επειδή υπέστη καρδιακό έμφραγμα το 1937, οπότε δυσκολευόταν να εργασθεί για πάρα πολλά χρόνια.

Στη συνέχεια ο Keynes  απορροφήθηκε από τα γεγονότα του 2ΠΠ, επικεντρώνοντας τις προσπάθειες του στη σύλληψη του συστήματος του Bretton–Woods, από το οποίο δημιουργήθηκε το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα – ενώ λίγο αργότερα πέθανε (1946), οπότε δεν πρόλαβε να εξειδικεύσει τη γενική θεωρία του. Ως εκ τούτου το έργο του αποτέλεσε μία οικονομική «Αγία Γραφή» κατά κάποιον τρόπο, με την έννοια πως η σωστή ερμηνεία της αφέθηκε σε άλλους.

Την αποστολή αυτή ανέλαβε εν πρώτοις ο J. Hicks και αργότερα ο A. Hansen, καθώς επίσης ο P. Samuelson – οι οποίοι δημιούργησαν στη βάση της «Γενικής Θεωρίας» την ονομαζόμενη «νεοκλασική σύνθεση» που τελικά επικράτησε στη Δύση από τη δεκαετία του 1950. Η βασική υπόθεση της «νεοκλασικής σύνθεσης» είναι το μοντέλο της ισορροπίας (Equilibriums Model) – σύμφωνα με το οποίο η οικονομία τείνει πάντοτε να ισορροπήσει.

Η βάση της ερμηνείας της «Γενικής θεωρίας της απασχόλησης, του τόκου και των χρημάτων» του Keynes εκ μέρους του J. Hicks ήταν το μοντέλο IS/LM – το οποίο παρουσιάζει την αγορά αγαθών και την αγορά χρήματος να ισορροπούν. Στο μοντέλο αυτό το χρήμα αποτελεί ένα ουδέτερο μέγεθος, το οποίο δημιουργείται εξωγενώς μέσω των αποφάσεων της κεντρικής τράπεζας – οπότε ο χρηματοπιστωτικός κλάδος αποκρύπτεται ουσιαστικά, θεωρούμενος άνευ σημασίας.

Με απλά λόγια, το χρηματοπιστωτικό σύστημα παρουσιάζεται από τη νεοκλασική σύνθεση ως ένας αδιάφορος μηχανισμός, ο σκοπός του οποίου δεν είναι άλλος από τη μεταφορά των χρημάτων των αποταμιευτών στους επενδυτές – κάτι που ασφαλώς αποτελεί ένα τεράστιο λάθος, το οποίο όμως ήταν μάλλον σκόπιμο, για να λειτουργούν οι εμπορικές τράπεζες στο απυρόβλητο (ανάλυση). Επίσης για να απομυζώνται οι άνθρωποι από το σύστημα του χρέους, το οποίο έχει κατασκευασθεί από τη Δύση, έτσι ώστε να διασφαλίζει την κυριαρχία της στον πλανήτη.

Η διαφορετική ερμηνεία

Περαιτέρω, ο Minsky θεωρούσε μεν τον εαυτό του ως οπαδό της αντίληψης του Keynes, αλλά για τον ίδιο το κλειδί ευρισκόταν στο 12ο κεφάλαιο της Γενικής Θεωρίας – το οποίο ασχολείται με το ρόλο της κερδοσκοπίας στις αγορές, με τη μαζική ψυχολογία, καθώς επίσης με το αγελαίο ένστικτο.

Με τη μανία τους για τα μαθηματικά μοντέλα όμως, ο J. Hicks και οι διάδοχοι του είχαν ξεχάσει πόσο σημαντική ήταν για τον Keynes η έννοια της αβεβαιότητας – καθώς επίσης το τι σήμαινε όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων εκ μέρους των επενδυτών.

Εκτός αυτού ο Minsky είχε προβλέψει ήδη από το τέλος της δεκαετίας του 1950 ότι, η «λαϊκή ερμηνεία» της θεωρίας του Keynes θα οδηγούσε στον πληθωρισμό, καθώς επίσης στην κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος – επειδή ο Keynes είχε μεν αναφέρει ότι, σε περιόδους κρίσεων το δημόσιο πρέπει να επεμβαίνει στην ιδιωτική οικονομία επενδύοντας, συμπληρώνοντας όμως πως πρέπει επίσης να αποχωρεί, όταν η οικονομία επιστρέφει σε πορεία ανάπτυξης.

Δυστυχώς οι οπαδοί του κράτησαν μόνο το πρώτο, αδιαφορώντας για το δεύτερο – οπότε επιβεβαιώθηκε η πρόβλεψη του Minsky είκοσι χρόνια αργότερα, όταν ξέσπασε ο μεγάλος πληθωρισμός στις Η.Π.Α. Στη συνέχεια το κράτος αποχώρησε άτακτα από την ιδιωτική οικονομία, φτάνοντας στο αντίθετο άκρο – στον άκρατο, αμετροεπή νεοφιλελευθερισμό, σύμφωνα με τον οποίο τα πάντα πρέπει να ανήκουν στους ιδιώτες.

Αν και ο Keynes λοιπόν ήταν οπαδός του «παν μέτρο άριστον», δεν έγινε κατανοητός από τους διαδόχους του – με αποτέλεσμα να απαξιωθεί η θεωρία του από τον πληθωρισμό το έτος που ο Minsky εξέδωσε το βιβλίο του, με τον τίτλο «John Maynard Keynes», οπότε να παραμείνει άγνωστος και να μεσουρανήσει ο Friedman.

Το παράδοξο του Minsky

Συνεχίζοντας, ο Minsky αποφάσισε να ασχοληθεί πλέον με το χρηματοπιστωτικό κλάδο – εκδίδοντας το 1986 το βιβλίο «Σταθεροποιώντας μία ασταθή οικονομία». Σύμφωνα με τον ίδιο, όπως άλλωστε είχε αναφέρει επίσης ο Schumpeter, το καπιταλιστικό σύστημα είναι εκ φύσεως ασταθές – αφού δεν βρίσκει κανένα σημείο ισορροπίας, όπως ισχυρίζονταν η οπαδοί της νεοκλασικής σύνθεσης.

Το σημείο ισορροπίας αποτελεί απλά έναν σταθμό, στο δρόμο από τη μία ανισότητα στην επόμενη – όπου η βασική αιτία είναι οι συμμετέχοντες στις αγορές, επειδή η σταθερότητα του παρόντος, τους οδηγεί στην ανάληψη μεγαλυτέρων ρίσκων. Η συμπεριφορά τους αυτή θέτει τα θεμέλια της επόμενης κρίσης – οπότε το αποκαλούμενο «παράδοξο του Minsky» είναι το γεγονός ότι, η σταθερότητα οδηγεί πάντοτε στην αστάθεια.

Με απλά λόγια, η χρονική περίοδος που μένει το σύστημα στο σημείο ισορροπίας του (κάπου στο ενδιάμεσο των επιχειρηματικών και οικονομικών κύκλων στο γράφημα που ακολουθεί – κάτι ανάλογο συμβαίνει με τις μετοχές) είναι ελάχιστη, σε σχέση με τις περιόδους που είναι ασταθές.

Επεξήγηση γραφήματος: Η κόκκινη καμπύλη περιγράφει τους κανονικούς, «συμβατικούς» επιχειρηματικούς κύκλους, με τις μέτριες ταλαντώσεις τους – σε χρονικά διαστήματα που κυμαίνονται από πέντε έως επτά έτη (απόσταση από τη μία κορύφωση έως την επόμενη). Οι γκρίζες στήλες απεικονίζουν τις υφέσεις, ενώ η μπλε καμπύλη τους χρηματοοικονομικούς, μεγαλύτερους κύκλους.

Περαιτέρω, τον κεντρικό ρόλο σε αυτήν την αστάθεια διαδραματίζει ο χρηματοπιστωτικός τομέας – σημειώνοντας πως τα χρήματα δεν δημιουργούνται εξωγενώς, αλλά εντός του οικονομικού συστήματος από το πουθενά, μέσω της παροχής δανείων από τις εμπορικές τράπεζες (ανάλυση).

Η διαδικασία αυτή πυροδοτεί την οικονομία και τροφοδοτεί την κερδοσκοπία – ενώ ο Minsky διακρίνει τρία είδη χρηματοδοτικής δομής των επιχειρήσεων και των ατόμων: την εγγυημένη, την κερδοσκοπική και την πυραμίδα (σχήμα Ponzi). Ειδικότερα συμβαίνει το εξής:

(α)  Στο πρώτο στάδιο (συντηρητικό, εγγυημένο), οι πάσης φύσεως οφειλέτες (κράτη, επιχειρήσεις, νοικοκυριά), αποκτούν αρκετά χρήματα από την εργασία τους, έτσι ώστε να μπορούν να πληρώνουν τόσο τους τόκους, όσο και τις δόσεις των δανείων τους.

(β)  Στο δεύτερο στάδιο (κερδοσκοπικό), τα εισοδήματα των οφειλετών φτάνουν μόνο για την εξυπηρέτηση των τόκων, αλλά όχι για την πληρωμή των χρεολυσίων. Ο δανειολήπτης τότε είναι υποχρεωμένος να αναζητάει διαρκώς έναν τρόπο, με τον οποίο να μπορεί να πληρώνει τις δόσεις των χρεών του – οπότε ουσιαστικά λαμβάνει νέα δάνεια, για την πληρωμή των παλαιοτέρων (ανακύκλωση χρέους). Τα περισσότερα κράτη σήμερα ευρίσκονται σε αυτό το στάδιο – ενώ ορισμένα έχουν περάσει ήδη στο επόμενο.

(γ)  Στο τρίτο και τελευταίο στάδιο του κύκλου, στο «πυραμιδοειδές» (ονομάζεται Ponzi από το όνομα ενός «αγύρτη», ο οποίος στη δεκαετία του 1920 μέσω ενός τέτοιου συστήματος είχε υπεξαιρέσει 15 εκ. $), τα εισοδήματα του οφειλέτη δεν φτάνουν ούτε για την πληρωμή των τόκων – οπότε, η μοναδική του δυνατότητα επιβίωσης (εάν), είναι η τεχνητή αύξηση της αξίας των περιουσιακών του στοιχείων, έτσι ώστε να δανείζεται ενυπόθηκα (όπως συνέβη στις Η.Π.Α. με τα ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης).

Αυτό είναι ουσιαστικά το οικονομικό μοντέλο, με το οποίο ο Minsky επεξηγεί γιατί η σταθερότητα οδηγεί στην αστάθεια. Αναλυτικότερα, σε μία υγιή Οικονομία τα περισσότερα δάνεια προσφέρονται σε οφειλέτες, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να τα αποπληρώσουν έντοκα. Εν τούτοις οι οφειλέτες, νοιώθοντας ασφάλεια, γίνονται όλο και λιγότερο προσεκτικοί – αναλαμβάνοντας περισσότερα ρίσκα (δήθεν πολλά υποσχόμενες νέες επενδύσεις κλπ.), τα οποία χρηματοδοτούν με νέα δάνεια.

Στο στάδιο αυτό οι τράπεζες δεν επεμβαίνουν διορθωτικά, συμβουλεύοντας τους δανειολήπτες να μην αναλαμβάνουν παράλογα ρίσκα – αλλά, αντίθετα, τους δανείζουν όλο και περισσότερα χρήματα, χωρίς να απαιτούν ανάλογες εγγυήσεις. Η διαδικασία συνεχίζεται, φτάνοντας στο σημείο όπου, η οικονομία αποτελείται από πολυάριθμους  κερδοσκοπικούς και πυραμιδοειδείς οφειλέτες, έχοντας γίνει εξαιρετικά ασταθής.

Κάποια στιγμή λοιπόν (αποπληθωριστικό στάδιο) η κατάσταση κορυφώνεται, με αποτέλεσμα οι οφειλέτες να μην μπορούν πλέον να αναχρηματοδοτήσουν τα δάνεια τους – οπότε ξαφνικά οι τράπεζες παγώνουν την παροχή νέων πιστώσεων  προκαλώντας, μεταξύ άλλων, την κατάρρευση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων.

Οι αναγκαστικές πωλήσεις (κατασχέσεις κλπ.) επιδεινώνουν τη διαδικασία, με αποτέλεσμα να ξεκινάει ο καθοδικός σπειροειδής κύκλος της μείωσης της ρευστότητας – της ύφεσης, του αποπληθωρισμού, του περιορισμού των χρεών κοκ.

Η διόρθωση των ανισορροπιών

Περαιτέρω, για το ξέσπασμα της κρίσης δεν απαιτείται κάποιο εξωγενές σοκ – αφού η αστάθεια δημιουργείται εντός του συστήματος, μέσω των μηχανισμών του. Δηλαδή, η οικονομία δεν είναι ασταθής επειδή προκαλούνται σοκ από εξωτερικούς παράγοντες, όπως είναι μία πετρελαϊκή κρίση ή ένας πόλεμος. Είναι ασταθής επειδή αυτή είναι η φύση της – ενώ τα εξωτερικά γεγονότα δεν είναι ποτέ η αιτία ενός κραχ, αλλά απλά η αφορμή του.

Σε κάθε περίπτωση και στις δύο ακραίες ανισορροπίες, στο ζενίθ της κερδοσκοπίας δηλαδή, καθώς επίσης στο αποπληθωριστικό ναδίρ της εκκαθάρισης του χρέους, δεν δημιουργούνται νομοτελειακά διορθωτικές κινήσεις από το αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς του A. Smith: αντίθετα, η κερδοσκοπική άνοδος τρέφεται μόνη της, αυτοτροφοδοτείται καλύτερα, ακριβώς όπως εκείνη η οικονομία, η οποία ευρίσκεται σε ύφεση, βυθίζεται όλο και περισσότερο σε αυτήν.

Η μοναδική λοιπόν δυνατότητα διόρθωσης των ανισορροπιών, όταν έχουν φτάσει σε ακραία σημεία, είναι η επέμβαση του κράτους – όπου στη περίπτωση της ύφεσης απαιτείται η λήψη δημοσιονομικών (μείωση των φόρων, άνοδος των δαπανών) και νομισματικών μέτρων (αύξηση της ποσότητας χρήματος, μείωση των επιτοκίων), για να σταματήσει η αυτοκαταστροφική αποπληθωριστική εκκαθάριση των χρεών, ο καθοδικός σπειροειδής κύκλος του θανάτου.

Κάτι τέτοιο συνέβη με τη διαχείριση της πανδημίας. Τι συμβαίνει όμως όταν τα κράτη είναι υπερχρεωμένα, όπως διαπιστώνεται με πάρα πολλά σήμερα; Τι επακόλουθα μπορεί να έχει η λήψη δημοσιονομικών μέτρων που αυξάνουν ακόμη περισσότερο τα χρέη τους, με τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να ευρίσκονται σε μία ανάλογη κατάσταση; Με τόσα ζόμπι που έχουν δημιουργηθεί; Πόσο μάλλον με τον πληθωρισμό να έχει επανέλθει δριμύτερος;

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, σύμφωνα με τον Minsky το χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν μπορεί να αφήνεται στο αόρατο χέρι της ελεύθερης αγοράς – ενώ ο καπιταλισμός προκαλεί νομοτελειακά κρίσεις, οι οποίες είναι αδύνατον να διορθωθούν χωρίς την επέμβαση των κρατών.

Όταν όμως τα κράτη επεμβαίνουν λανθασμένα, ειδικά όταν είναι υπερχρεωμένα, ενώ οι κεντρικές τράπεζες έχουν επίσης υπερχρεωθεί και εξαντλήσει όλα τους τα όπλα, τότε η στιγμή Minsky δεν αποφεύγεται – αφού πρόκειται για ένα τέταρτο στάδιο, για το οποίο δεν υπάρχουν ειρηνικές λύσεις, εκτός ίσως από ένα νέο Bretton Woods.


Εν αναμονή των στιγμών Minsky – The Analyst

Δεν υπάρχουν σχόλια: