Συνέχεια από: Δευτέρα 9 Μαΐου 2022
ΠΕΤΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
ΠΑΥΛΟΣ (ΠΡΩΤΟΣ ΤΟΜΟΣ)
ΤΟΜΕΣ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ
Μέρος Πρώτο
ΤΟΜΕΣ ΣΤΗΝ ΠΑΥΛΕΙΑ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΑ
Κεφάλαιο 2
ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑ
ΤΟ ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΤΗΣ ΠΑΥΛΕΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΠΡΟ-ΠΑΥΛΕΙΑΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Η παύλεια περί σταυρού διδασκαλία υπήρξε κατά κοινή ομολογία καθοριστικός παράγοντας στη διαμόρφωση της χριστιανικής διδασκαλίας για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η σχολαστική επεξεργασία κατά το μεσαίωνα της χαρακτηριστικής αυτής παύλειας διδασκαλίας διαδραμάτισε ουσιαστικό ρόλο στην εξέλιξη της δυτικής θεολογίας. Η επεξεργασία αυτή όχι μόνο προσδιόρισε κατά ένα μεγάλο ποσοστό τη διατύπωση της χριστιανικής σωτηριολογίας στη Δύση, αλλά επηρέασε σημαντικά και τη διαμόρφωση του σύγχρονου ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Με την ανάπτυξη στους κόλπους του Χριστιανισμού του οικουμενικού διαλόγου, το θέμα του «εσταυρωμένου Χριστού» ξανάρθε επιτακτικά στο προσκήνιο της χριστιανικής θεολογίας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί πολύ ενδιαφέρουσα προβληματική. Καρπός αυτής της προβληματικής ήταν η επαναψηλάφηση σε διομολογικό επίπεδο του σωτηριολογικού ζητήματος, και κατά συνέπεια η αμφισβήτηση της αξίας του ευρωπαϊκού πολιτισμού, κυρίως από τους θεολόγους των άλλων ηπείρων. Η διερεύνηση, ως εκ τούτου, των απαρχών της χριστιανικής σωτηριολογίας μέσα από το πρίσμα της αρχέγονης ερμηνείας του θανάτου του Ιησού κρίνεται απολύτως αναγκαία.
2.1. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Η κεντρική ιδέα, που συνδέει την ποικιλόμορφη από μορφολογική άποψη συλλογή των επιμέρους βιβλίων της Αγίας Γραφής και τα συνενώνει σε ένα μόνο βιβλίο, είναι η ιδέα της σωτηρίας1. Αν η δημιουργία και η πτώση του ανθρώπου θεωρηθούν ως εισαγωγή και προοίμιο της όλης Γραφής, τότε μπορούμε να πούμε ότι από το 4ο κεφάλαιο της Γένεσης ώς το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, την Αποκάλυψη, περιγράφεται η ιστορία της σωτηρίας του ανθρώπου (και από μια άποψη ολόκληρης της δημιουργίας) από τη στιγμή της πτώσης μέχρι τη δεύτερη παρουσία του Κυρίου.
Κάτω από αυτό το πρίσμα μόνο μπορούμε να κατανοήσουμε εκφράσεις σύγχρονων ορθόδοξων εγχειριδίων, σύμφωνα με τις οποίες η σωτηρία, ή απολύτρωση, όπως επικράτησε να λέγεται, δεν είναι μια απ' τις πολλές διδασκαλίες της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας, ή ένα από τα πολλά δόγματα του Χριστιανισμού, αλλά «το κατ' εξοχήν δόγμα»2 ή «το δόγμα των δογμάτων του Χριστιανισμού».3 Μια τέτοια διατύπωση θα ταίριαζε πιο πολύ στη δυτική θεολογική παράδοση, όπου το σωτηριολογικό πρόβλημα απασχόλησε περισσότερο την Εκκλησία, και γύρω από το οποίο αναπτύχθηκε η νεώτερη θεολογική σκέψη. Κι αυτό, γιατί η αδιαίρετη Εκκλησία των 7 Οικουμενικών Συνόδων, που τόσο επακριβώς καθόρισε το τριαδικό και χριστολογικό δόγμα3, δεν ασχολήθηκε με την ανάλογη εξονυχιστική και λεπτομερειακή ακρίβεια με το άλλο κεφαλαιώδες ζήτημα της χριστιανικής πίστης, το ζήτημα της σωτηρίας. Το πρόβλημα, όπως είναι γνωστό, παρουσιάστηκε νωρίς στη Δύση με αφορμή τη διδασκαλία του Πελαγίου, και είχε σαν αποτέλεσμα η τοπική εκκλησία να αναγκαστεί να δώσει τη γνωστή λύση, που κατά βάση αντανακλάει τη θεολογική σκέψη του ιερού Αυγουστίνου. Αφορούσε όμως μία μόνο πτυχή του όλου θέματος· τη σχέση της θείας χάριτος και της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου στην οικείωση της σωτηρίας4.[ΞΕΧΑΣΑΜΕ ΤΟ ΟΥΣΙΩΔΕΣ. ΟΤΙ ΠΟΛΕΜΗΘΗΚΕ ΜΕ ΠΑΘΟΣ Η ΑΙΡΕΣΗ ΔΙΟΤΙ ΜΑΤΑΙΩΝΕ ΤΗΝ ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΣΩΤΗΡΙΑ. ΕΤΣΙ ΞΕΧΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΟΤΙ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΑΤΑΙΑ Η ΠΙΣΤΙΣ ΜΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΤΙΚΗΣ. ΔΕΝ ΚΑΝΩ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΩ ΑΛΛΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΜΙΣΩ.]
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι στην Ανατολή η Ορθόδοξη Εκκλησία
αντιπαρήλθε ένα τόσο ζωτικό θεολογικό πρόβλημα· απλώς το εξέτασε από άλλη σκοπιά, που τελικά αποδείχτηκε σωστότερη. Η σκοπιά αυτή ήταν το γενικότερο χριστολογικό πρόβλημα· γιατί η σωτηριολογία κατά την περίοδο της ακμής της ανατολικής θεολογίας ήταν αδιαχώριστη από τη χριστολογία. Το πρόβλημα της σωτηρίας αποτελούσε, μπορούμε να πούμε, τμήμα και συνέπεια της χριστιανικής διδασκαλίας για την ουσία, τις ιδιότητες και τις ενέργειες του β´ προσώπου της Αγίας Τριάδος. Αν δεχτούμε ότι το Σύμβολο της Πίστεως (Νίκαιας-Κωνσταντινούπολης), και στην περίπτωση ακόμη που δεν αποτελεί καρπό της Β´ Οικουμενικής Συνόδου5, προσφέρει συμπυκνωμένη την οικουμενική χριστιανική διδασκαλία, το θέμα της ανθρώπινης σωτηρίας συσχετίζεται με την όλη δραστηριότητα του β´ προσώπου της Αγίας Τριάδος·
«τόν δι' ἡμᾶς τούς ἀνθρώπους καί διά τήν ἡμετέραν σωτηρίαν κατελθόντα ἐκ τῶν οὐρανῶν καί σαρκωθέντα ἐκ Πνεύματος ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου καί ἐνανθρωπήσαντα, σταυρωθέντα τε ὑπέρ ἡμῶν...».6
Ένας άλλος λόγος, για τον οποίο δεν αναπτύχθηκε σε βάθος το σωτηριολογικό δόγμα ήταν απλούστατα το γεγονός ότι το ζήτημα της σωτηρίας ως θεολογικό πρόβλημα δεν απασχόλησε ολόκληρο το πλήρωμα της αδιαίρετης Εκκλησίας.
Η πρώτη απόπειρα συστηματικής έκθεσης του σωτηριολογικού προβλήματος εμφανίστηκε στη Δύση μετά το σχίσμα, την περίοδο της ανάπτυξης της σχολαστικής θεολογίας. Κι ήταν ο Άνσελμος, αρχιεπίσκοπος της Καντερβουρίας, που διατύπωσε το 12ο μ.Χ. αι. τη γνωστή «περί ικανοποιήσεως» θεωρία. Στο έργο του Cur deus homo? προσπάθησε να αποδείξει την αναγκαιότητα της ενανθρώπησης του Θεού με βάση τη νομική σχέση Θεού-ανθρώπου. Η θεία δικαιοσύνη απαιτούσε ικανοποίηση (satisfactio), που ο άνθρωπος αδυνατούσε να εκπληρώσει, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο Θεός να υποστεί την ποινή της σταύρωσης7. Με τη θεωρία αυτή, που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στην όλη πορεία της δυτικής θεολογικής σκέψης, το αποφασιστικό σημείο της σωτηρίας του ανθρώπου μεταφέρεται από την ενανθρώπηση και το σύνολο της θείας οικονομίας στο συγκεκριμένο σημείο του σταυρικού θανάτου του Κυρίου. Του λοιπού η σωτηριολογία απαγκιστρώνεται από τη χριστολογία και σταδιακά αποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο στα δυτικά δογματικά εγχειρίδια. [ΚΑΙ ΟΜΩΣ ΔΕΝ ΥΠΟΠΤΕΥΕΤΑΙ, ΟΥΤΕ ΚΑΙ Ο ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ ΤΟ ΥΠΟΠΤΕΥΘΗΚΕ, ΟΤΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΩΡΙΖΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΗ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ Η ΑΦΕΣΗ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΙΩΝ ΕΧΟΥΝ ΣΑΝ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΣΗ ΜΑΣ ΣΤΟ ΘΕΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ, ΣΤΗΝ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΔΙΚΗ ΜΑΣ, ΣΤΟΝ ΠΑΛΑΙΟ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΝΤΥΜΕΝΟ ΤΟ ΕΝΔΥΜΑ ΤΗΣ ΧΑΡΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΟΧΙ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ, ΤΗΣ ΥΠΑΚΟΗΣ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗΣ, ΠΕΡΝΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ.]
Μολονότι η περί ικανοποιήσεως θεωρία του Ανσέλμου δεν έγινε σε καμιά Ομολογία της δυτικής χριστιανοσύνης δόγμα ή άρθρο πίστης, στην πραγματικότητα καθορίζει καταλυτικά τη θεμελιακή διδασκαλία της σωτηρίας τόσο στον Καθολικισμό όσο και στον Προτεσταντισμό8. Κι αυτό γιατί ήταν η μόνη τεκμηριωμένη προσπάθεια ερμηνείας του θανάτου του Ιησού9. Κι όταν ακόμη παραμεριζόταν η έννοια της ποινικής ικανοποίησης σαν ιδέα ξένη προς το πνεύμα της Γραφής, η έννοια της θυσίας, είτε με τη μορφή της εξιλαστήριας προσφοράς του Υιού του ανθρώπου, είτε με τη μορφή της αντιπροσωπευτικής θυσίας, παρέμενε βασική παράμετρος για τον προσδιορισμό της σωτηριολογικής διδασκαλίας της Κ.Δ., και των επιστολών του Παύλου ειδικότερα. [ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΛΟΓΩ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΔΕΝ ΕΝΝΟΕΙ ΤΗΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ Η ΟΠΟΙΑ ΤΟΝΙΖΕΙ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΤΑΥΡΙΚΗ ΤΟΥ ΘΥΣΙΑ]
Είναι γεγονός, βέβαια, ότι διάφοροι θεολόγοι του περασμένου αιώνα, επηρεασμένοι από τον ορθολογισμό, έκλιναν προς την «ηθική ερμηνεία» του Αβελάρδου. Ο Γάλλος αυτός θεολόγος του μεσαίωνα απέρριπτε την ιδέα της ποινικής ικανοποίησης για το θάνατο του Ιησού, τον οποίο ερμήνευε όχι ως αίτιο της σωτηρίας αλλά ως συνέπεια της αγάπης του Θεού. Για τον Αβελάρδο, όπως και για αρκετούς διάσημους θεολόγους του περασμένου αιώνα, ο θάνατος του Ιησού ήταν απλώς το μέσο στο σχέδιο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρώπου. Έτσι π.χ. ο Schleiermacher αρνείται τον εξιλαστήριο χαρακτήρα του θανάτου του Ιησού, υποστηρίζοντας ότι ο Χριστός έπαθε σε ένδειξη αλληλεγγύης προς το ανθρώπινο πάθος. Για τον Schleiermacher δεν υπάρχει «αντικειμενική» λύτρωση αλλά μόνο «υποκειμενική»10.
Στη Δύση, λοιπόν, οι θεολογικές αναζητήσεις για την κατανόηση και ερμηνεία της χριστιανικής σωτηριολογίας ήταν πολύ φυσικό να στραφούν προς την ερμηνεία του θανάτου του Ιησού από την Πρώτη Εκκλησία. Τα παύλεια κείμενα της Κ.Δ. προσφέρουν τις περισσότερες μαρτυρίες γι’ αυτό, αλλά και κάπως συστηματικότερες διατυπώσεις στο θέμα των προϋποθέσεων της απολύτρωσης του ανθρώπου. Άλλωστε, και αντικειμενικά η διδασκαλία του αποστόλου Παύλου αποτέλεσε τη βάση για τη θεμελίωση της περί σωτηρίας χριστιανικής αντίληψης11. Και η «περί ικανοποιήσεως» θεωρία βρίσκει την υποτιθέμενη βιβλική της τεκμηρίωση στις παύλειες επιστολές12.[ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΟΤΙ ΟΙΜΑΘΗΤΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΟΥΛΟΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΘΑ ΜΑΡΤΥΡΙΣΟΥΝ ΟΠΩΣ ΚΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΤΟΥΣ]
Οι σωτηριολογικές, εντούτοις, αναφορές στις επιστολές του Παύλου, που αναφέρονται στο έργο και το θάνατο του Ιησού παρουσιάζουν σημαντική πολυμορφία. Και η πολυμορφία αυτή σχετίζεται τόσο με την ερμηνεία του θανάτου του Ιησού13, όσο και με τη χρονική στιγμή της επιτελούμενης σωτηρίας14, αλλά και με τη μορφή της σωτηριώδους επενέργειας του σταυρικού θανάτου του Ιησού, αν δηλαδή ο τελευταίος έχει αντικειμενική αξία (extra nos-pro nobis) ή μόνο υποκειμενική («συσταυροῦσθαι» του πιστού κλπ.)[ΟΧΙ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΥ, ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΚΥΡΙΟΥ]. Ως συνέπεια όλων των παραπάνω δεδομένων έχει αναπτυχθεί τον τελευταίο καιρό έντονη προβληματική σχετικά με την αξιοπιστία της χριστιανικής σωτηριολογικής αντίληψης της Δύσης, που μεταφράζεται σε σειρά από ερωτήματα που έχουν άμεσες επιπτώσεις και στην αποστολή της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο. Ερωτήματα όπως «σε τι συνίσταται η σωτηριώδης επενέργεια του σταυρού· στην απελευθέρωση από την αμαρτία, το θάνατο, τις σατανικές δυνάμεις, ή από την αλλοτρίωση, την καταπίεση και την αδικία;» έχουν απασχολήσει πρόσφατα τους θεολόγους και αυτής ακόμη της κατά παράδοση συντηρητικής ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας15. Παράλληλα, παραδοσιακές προτεσταντικές εκκλησίες ασχολήθηκαν σοβαρά με το αν το χριστιανικό κήρυγμα πρέπει απαραίτητα να είναι κήρυγμα του «εσταυρωμένου Χριστού»·16 αν δηλαδή ο θάνατος του Ιησού πάνω στο σταυρό έχει σχετική μόνο σωτηριώδη σημασία για τον άνθρωπο, αποτελώντας έτσι όχι το μοναδικό σωτηριώδες γεγονός (Heilstatsache) στο σχέδιο της θείας οικονομίας, αλλά ένα ανάμεσα στα πολλά.
Με άλλα λόγια η ορθότητα της κλασικής ερμηνείας της σωτηριολογίας του Παύλου, που υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση του Δυτικού πολιτισμού και συνέβαλε αποφασιστικά στον παθητικό ρόλο της Εκκλησίας στις πολιτικο-οικονομικές ανακατατάξεις, έχει αρχίσει να αμφισβητείται σοβαρά.
Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΛΟΙΠΟΝ ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΙΣΜΟ. ΕΚΕΙ ΚΑΤΑΛΗΓΕΙ Η ΤΡΑΓΙΚΗ ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ ΤΗΣ ΣΗΜΕΡΙΝΗΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ.
Σημειώσεις
1. Κατά τον A. Blunt, The Teaching of the New Testament, London 1939, σελ. 41, η Αγία Γραφή μπορεί να χαρακτηριστεί ως ιστορία της σωτηρίας.
2. Π. Τρεμπέλα, Δογματική τῆς Ὀρθόδοξος Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τομ. II Αθήνα 1959, σελ. 7.
3. Γ. Παπαμιχαήλ, Ὁ Ἰησοῦς ὡς ἱστορικόν πρόσωπον, Αθήνα 1939, σελ. 124.
4. Περισσότερα για την έριδα στη Δύση για το περί σωτηρίας δόγμα στο Β. Στεφανίδη, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία ἀπ' ἀρχῆς μέχρι σήμερον, Αθήνα 19592, σελ. 249εξ.
5. Πρβλ. τη θεωρία των E. J. Α. Hort-A. Harnack. Περισσότερα για τα επιχειρήματα υπέρ και κατά αυτής της άποψης στο J. N. D. Kelly, Early Christian Creeds, London 19602, σελ. 305εξ.
6. Είναι φανερό ότι οι σωτηριολογικές αναφορές σ' αυτή την πρόταση του συμβόλου καλύπτουν το σύνολο της επίγειας δράσης του Κυρίου. Εξάλλου, είναι χαρακτηριστικό ότι η pro nobis φόρμουλα με ειδική αναφορά στο σταυρικό θάνατο του Ιησού, όχι μόνο απουσίαζε από το σύμβολο της Νίκαιας, αλλά και από τα περισσότερα αρχαία ανατολικά σύμβολα (J. N. D. Kelly, όπ. παρ. σελ. 167εξ).
7. Λεπτομερέστατη ανάλυση της θεωρίας του Ανσέλμου και κριτική της βασικής θέσης του στο έργο του ρωμαιοκαθολικού Η. Kessler, Die theologische Bedeutung des Todes Jesu. Eine traditionsgeschichtliche Untersuchung, Düsseldorf 1970. Σήμερα ολοένα και περισσότεροι διάσημοι ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι ασκούν κριτική στην παραδοσιακή αυτή δυτική θεωρία. Ανάμεσά τους, εκτός από τον Kessler, και οι J. Ratzinger, Einführung in das Christentum. Vorlesungen über das Apostolische Glaubensbekenntnis, München 1968 και H. Küng, Christ sein, München 1974, σελ. 411εξ.
8. Βλ. Α. Sabatier, The Doctrine of the Atonement, αγγ. μετ. London 1904, σελ. 69.
9. Κατά τον Η. Ε. W. Turner, The Patristic Doctrine of Redemption. A Study of the Development of the Doctrine during the First Five Centuries, London 1952, σελ. 112, η θεωρία του Ανσέλμου «έχει τα όριά της, αλλά αυτά ακριβώς τα όριά της είναι η ισχύς της. Περιορίζεται στη σημασία του θανάτου του Χριστού, τον οποίο αναλύει με όρους προσφοράς και θυσίας, ποινής και μετάνοιας».
10. F. D. E. Schleiermacher, Der christliche Glaube, τομ. II Berlin 1836 § 100-105. Πρβλ. ακόμη Α. Ritschl, Die christliche Lehre von der Rechtfertigung und Versöhnung τομ. II Bonn 1882. F. C. Baur, Die christliche Lehre von der Versöhnung in ihrer geschichtlichen Entwicklung, Tübingen 1838. Ακόμη και τα αντιπροσωπευτικά στη Μ. Βρετανία την εποχή εκείνη έργα του F. D. Maurice, Theological Essays. Doctrine of Sacrifice, London 1854, και του σκώτου J. M. Campbell, The Nature of Atonement, Edinburgh 1878.
11. Βλ. Ν. Ματσούκα, «‛Θάνατος' και ‛Δικαιοσύνη’ κατά τήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολήν», Γρηγ. Παλ. 45 (1962) 193-200, σελ. 193. Επίσης Π. Μπρατσιώτη, «Ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία», Θεολογία 25 (1954) 58-70, σελ. 64.
12. Ο Άνσελμος βασίστηκε ουσιαστικά πάνω στο χωρ. Β´ Κορ 5,14.
13. Βλ. πιο κάτω την ποικιλία, με την οποία ερμήνευσε η αρχική χριστιανική κοινότητα το μυστήριο του σταυρού, όπως αυτή μαρτυρείται στις διάφορες προπαύλειες παραδόσεις.
14. Είναι γεγονός, ότι σε ορισμένα χωρία των παύλειων επιστολών η σωτηρία παρουσιάζεται και ως μελλοντική διάσταση, όπως π.χ. στα Ρωμ 8,33· Εφ 1,14· 4,30 κ.ά.
15. Πρβλ. Ο. Knoch, “Zur Diskussion über die Heilsbedeutung des Todes Jesu,” Theologisches Jahrbuch 1977/78 (Leipzig 1978) 250-265, σελ. 250.
16. Πρόκειται για το περίφημο συνέδριο της γερμανικής ευαγγελικής εκκλησίας (Evangelische Kirche der Union), του οποίου οι προσυνεδριακές εργασίες διήρκεσαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια (1964-1968). Το συνέδριο αυτό συνήλθε με αφορμή την παραθεώρηση από την πολιτική θεολογία της κεντρικότητας του κηρύγματος του σταυρού και της ανάστασης και τη μη κατανοητότητα από τον σύγχρονο άνθρωπο βασικών δογματικών διδασκαλιών του χριστιανισμού. Στην τελική συνεδρία (8-10/10/68) πάρθηκε απόφαση –που αποτελεί θέση (Stellungnahme) κι όχι ομολογία (Bekenntnis)– με την οποία επιχειρείται η σύνδεση της πίστης στον εσταυρωμένο κατά τη διδασκαλία της Γραφής και της μεταρρύθμισης με τις υποχρεώσεις των χριστιανών στη σύγχρονη κοινωνία. Η απόφαση, που πάρθηκε ομόφωνα με μια μόνο ψήφο κατά, αποτελεί στην ουσία μετριοπαθή επαναθεώρηση και επαναπροσδιορισμό της παραδοσιακής άποψης, πράγμα για το οποίο επικρίθηκε δριμύτατα κυρίως από τα νεώτερα μέλη αυτής της Εκκλησίας. Αν όμως δεν περιείχε τίποτε το ριζοσπαστικό αναφορικά με τον επαναπροσδιορισμό της αποστολής του Χριστιανισμού στο σύγχρονο κόσμο, στον τομέα της κατανόησης των βιβλικών δεδομένων υπήρξε επαναστατική, όπως δείχνουν τόσο οι εισηγήσεις κυρίως των W. Schrage, Η. Conzelmann, E. Käsemann κ.ά., όσο και το τελικό κείμενο της απόφασης (βλ. P. Viering, Der Kreuzestod Jesu. Interpretation eines theologischen Gutachtens, Gütersloh 1969).
4 σχόλια:
Το πνεύμα των πηγών του κ. Βασιλειάδη παρουσιάζεται συνοπτικά στο παρακάτω βιβλίο: «Δύο δοκίμια για την Ιστορία του Χριστιανισμού» του Ζακυνθινού λογίου Ερμάννου Λούντζη ο οποίος μαθήτευσε στον Σέλλινγκ και στον Ed. Gans (μαθητής και εκδότης του Χέγκελ). Ο ιστορικός της Επτανήσου Ερμάννος Λούντζης (1806-1868), στα τελευταία χρόνια της ζωής του, εξετάζει τον Χριστιανισμό εν σχέσει προς την παγκόσμια ιστορία και, στη συνέχεια, ασχολείται με την ιστορική εξέλιξη του πρωτόγονου Χριστιανισμού (όπως αντιστοίχως ο Αγουρίδης & ο Βασιλειάδης).
http://panagiotisandriopoulos.blogspot.com/2008/08/blog-post_9432.html
Στο ίδιο βιβλίο υπάρχει το κείμενο του Δημήτρη Αρβανιτάκη (υπεύθυνου της σειράς Ιστορία του Μουσείου Μπενάκη) με τίτλο «Ένας προτεστάντης υπό την ευρεία έννοια του όρου», στο τέλος του βιβλίου, όπου καταδεικνύεται η διαλεκτική σχέση του Ερμάννου Λούντζη με τους θεολόγους της Σχολής της Τυβίγγης (A. Stap, F.C. Baur, και Ε. Zeller) καθώς και τον Ερνέστο Ρενάν, τον συγγραφέα του περίφημου Βίου του Ιησού.
«Ένας προτεστάντης υπό την ευρεία έννοια του όρου», στον τόμο: Ερμάννος Λούντζης, Κείμενα για την ιστορία του Χριστιανισμού, μτφρ. Νίκιας Λούντζης, Μουσείο Μπενάκη, Αθήνα 2008, σσ. 113-148. Το κείμενο του Δημήτρη Αρβανιτάκη εδώ:
https://www.academia.edu/19756589/_%CE%88%CE%BD%CE%B1%CF%82_%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%83%CF%84%CE%AC%CE%BD%CF%84%CE%B7%CF%82_%CF%85%CF%80%CF%8C_%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CE%B5%CF%85%CF%81%CE%B5%CE%AF%CE%B1_%CE%AD%CE%BD%CE%BD%CE%BF%CE%B9%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CF%8C%CF%81%CE%BF%CF%85_%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BD_%CF%84%CF%8C%CE%BC%CE%BF_%CE%95%CF%81%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CE%BD%CE%BF%CF%82_%CE%9B%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%B7%CF%82_%CE%9A%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B1_%CE%B3%CE%B9%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%A7%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D_%CE%BC%CF%84%CF%86%CF%81_%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%B9%CE%B1%CF%82_%CE%9B%CE%BF%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%B7%CF%82_%CE%9C%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B5%CE%AF%CE%BF_%CE%9C%CF%80%CE%B5%CE%BD%CE%AC%CE%BA%CE%B7_%CE%91%CE%B8%CE%AE%CE%BD%CE%B1_2008_%CF%83%CF%83_113_148
Δυστυχώς ακόμη καί ο Σολωμός έτρωγε ψωμί από τόν Φίχτε. Τόν μετέφραζαν φίλοι του. Ο Κοραής μέ τόν Σλαιερμάχερ καί ο Γερμανικόε ιδεαλισμός μάς τρέφουν μέχρι σήμερα.Μανιχαισμός καί Δαρβίνος μέ κατανοητές έννοιες έσβυσαν τό πνεύμα μας. Σήμερα στήν ανάρτηση τού Αγγελικούδη φωτίζεται η τρέλα τού Καρτέσιου μέ τήν παντοδυναμία τού θεού και τήν βούληση γιά δύναμη πού εδραιώθηκε. Αλλά είναι μικρό τό ενδιαφέρον εάν δέν χωρά στόν λόγο τό εγώ μας.
Στην αδυναμία των Λατίνων να ξεχωρίσουν θεία ουσία και θείες ενέργειες οφείλεται το σύστημα του Καρτέσιου (μέ τήν παντοδυναμία τού θεού και τήν βούληση γιά δύναμη); Πώς φωτίζεται το λάθος του με τον λόγο του Αγίου;
Είναι απλό καί δύσκολο. Οπως τό διακρίνει ο Αγγελικούδης.Αλλο ο θέλων άλλο η θέληση. Αλλο ο ενεργών, άλλο η ενέργεια. Η ενέργεια δέν δημιουργεί τόν ενεργώντα, ούτε η θέληση τόν θέλοντα.Ακόμη καί η αγάπη είναι ενέργεια. Παντοδύναμος, Παντοκράτωρ είναι ο ενεργών κτλ. Ας πούμε πέφτει τό ρεύμα ή τό κλείνουμε. Η πηγή όμως δέν πέφτει. Λέμε Πατέρα, Παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού.. καί είς ένα Υιό δι'ού τά πάντα εγένετο καί είς τό Πνευμα τό Αγιον ,τό ζωοποιόν... Λέμε επίσης ομοούσιοι, μέ ένα κοινό θέλημα. Γι' αυτό λέμε, η χάρις τού Κυρίου, η Αγάπη του Πατρός καί η κοινωνία τού πνεύματος.Μέ τόν Πατέρα καί τόν Υιό. Αυτή είναι η Μονάς η εν Τριάδι. Δέν είναι Ενας. ο Αλλάχ, ο Γιαχβέ. Στήν δημιουργία υφίστανται οι άπειρες ενέγειες, η χάρις καί η σοφία.Ποιό Πρόσωπο θά τήν καταστρέψει; Δέν υπάρχει ουσία ανυπόστατος. Ο Θεός τού Καρτέσιου είναι ο Θεός τών δέκα εντολών,οι οποίες μάς απαλλάσσουν απο τήν πολλαπλότητα. Δέν αφανίζεται λοιπόν η δημιουργία, οπως τό βλέπουμε στούς μακαρισμούς αλλά αναγεννάται.
Δημοσίευση σχολίου