Η φιλοσοφία της ιστορίας, απο την ιστορική της καταγωγή ακόμη, είναι αρρήκτως συνδεδεμένη με την εσχατολογία, και μας εξηγεί γιατί το «ιστορικό» γεννήθηκε στον εβραϊκό λαό. Η εσχατολογία είναι το δόγμα του τέλους της ιστορίας, της λύσεως της παγκοσμίου ιστορίας. Αυτή η εσχατολογική ιδέα είναι απολύτως αναγκαία για να γίνει αντιληπτή και να οικοδομηθεί η ιδέα της ιστορίας, για να γίνει αισθητό το γίγνεσθαι, η κίνηση η οποία έχει ένα νόημα και μία ολοκλήρωση, μία καταστροφική τελείωση απο την οποία ξεκινά ένας καινούργιος κόσμος και μία νέα πραγματικότης, όχι εκείνη ακριβώς της ελληνικής συνειδήσεως, η οποία ήταν ξένη πρός την εσχατολογία. (Και οι Στωϊκοί, ένδοξε; Ποιήματα έγραφαν;).
Απο όλους τους αρχαίους λαούς, εκτός των εβραίων, εξαίρεση αποτελούν και οι Πέρσες. Κάτι που εξαρτήθηκε απο το γεγονός πώς στην συνείδηση τους και την θρησκεία τους είναι πολύ δυνατά και η εσχατολογική στιγμή αλλά και η αποκαλυπτική, πράγματα που επηρέασαν και την εβραϊκή αποκαλυπτική. Η διαμάχη ανάμεσα στον Ormuzd και τον Ahriman, λύνεται με την καταστροφή, μετά την οποία τελειώνει η ιστορία και αρχίζει κάτι καινούργιο. Χωρίς αυτή την προοπτική του τέλους δέν μπορεί να γίνει αντιληπτή η ιστορική πρόοδος σαν κίνηση. Μία κίνηση χωρίς την προοπτική του τέλους, χωρίς εσχατολογία, δέν είναι ιστορία. Δέν διαθέτει ένα εσωτερικό επίπεδο, ένα εσωτερικό νόημα, μία εσωτερική τελείωση. Τελικώς μία κίνηση η οποία δέν βαδίζει πρός ένα τέλος επαρκές και δέν το διαθέτει, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ξεπέφτει σε μια κυκλική κίνηση (Γι’αυτό και οι Εβραίοι δέν δέχθηκαν τον Κύριο. Προτίμησαν την κίνηση την οριζόντια απο την κάθετο του σταυρού που πρότεινε ο Κύριος).
Εάν όμως ο Εβραϊκός λαός αναγνώρισε πρώτος την δυνατότητα μίας φιλοσοφίας της Ιστορίας (εφόσον αρνήθηκε τον Κύριο, εφόσον η φιλοσοφία της Ιστορίας εκ συστάσεως δέν περιέχει το εξαίφνης, δηλαδή την Οικονομία και στην συνέχεια την συνεχή παρουσία και δράση του Σωτήρος), μόνον ο Χριστιανικός κόσμος, η Χριστιανική συνείδηση, διαθέτει μία αληθινή φιλοσοφία της Ιστορίας σάν ένα ειδικό τμήμα της πνευματικής γνώσεως λόγω της ειδικής μορφής της πνευματικής αντιλήψεως του κόσμου. (Ο Χριστιανικός κόσμος, όχι η Εκκλησία. Ένας κόσμος χωρίς Χριστό. Η πολιτεία του Θεού δηλαδή με πρωθυπουργό τον Πάπα). Ο Χριστιανικός κόσμος, στον οποίο ενώθηκαν όλες οι αποκαλύψεις του κόσμου, του Εβραϊκού κόσμου και του Ελληνικού (είναι ήδη ένωση θρησκειών, σύνθεση φιλοσοφική ο Χριστιανικός κόσμος) απέκτησε ένα ιδιαίτερο νόημα της ιστορικότητος, αγνώστου στον αρχαίο κόσμο και ίσως και στον Εβραϊκό. Μία από τις πιό ενδιαφέρουσες σκέψεις του Σέλλινγκ είναι πώς ο Χριστιανισμός είναι η αποκάλυψη του Θεού στην Ιστορία. [Και είπε ο Θεός. Εγώ τώρα σας τα αποκάλυψα όλα, κανονίστε. Γνωρίζετε την αλήθεια, η ευθύνη δική σας. Από εδώ και πέρα νίπτω ας χείρας μου. Η εσχατολογία σημαίνει πώς η Βασιλεία των Ουρανών είναι το Φυσικό τέλος της Δημιουργίας].
Ανάμεσα λοιπόν στον Χριστιανισμό και την ιστορία υπάρχει ένας δεσμός που δέν κατείχε καμμία θρησκεία και καμμία πνευματική δύναμη στον κόσμο. Ο Χριστιανισμός έφερε τον ιστορικό δυναμισμό, την εκπληκτική δύναμη της ιστορικής κίνησης και δημιούργησε την δυνατότητα μίας φιλοσοφίας της ιστορίας. [Βεβαίως εκπληκτική η ιστορική δύναμη του Ναζισμού, του Κομμουνισμού, των θρησκευτικών πολέμων τής Καθολικής Εκκλησίας, οι Γενοκτονίες των Ισπανών και των Πορτογάλων, του Μωαμεθανισμού. Τί μας διδάσκουν; Μία τυφλή φιλοσοφία; Ούτε η δικαιοσύνη να ήταν! Τί είναι η ιστορία! Η παγκόσμια κρίση; Πήρε η ιστορία απο τον Κύριο το έργο της δικής του Κρίσεως; Πήρε την θέση του;]
Δηλώνω πώς ο Χριστιανισμός όχι μόνον δημιούργησε την φιλοσοφία της Ιστορίας που ονομάζουμε Χριστιανική με την εξομολογητική έννοια του Αυγουστίνου, αλλά όλες τις επόμενες φιλοσοφίες που ακολούθησαν, συμπεριλαμβανόμενης και του Μάρξ. Ο Χριστιανισμός έφερε τον δυναμισμό αυτό διότι εισήγαγε την ιδέα της μοναδικότητος και του ανεπανάληπτου των γεγονότων, μία ιδέα απολύτως απρόσιτη στον Εθνικό κόσμο.Στον εθνικό κόσμο κυριαρχούσε η ιδέα της επαναλήψεως των γεγονότων που καθιστούσε αδύνατη την αντίληψη της ιστορίας.
Η Χριστιανική συνείδηση λοιπόν εισάγει την ιδέα της μοναδικότητος και της ανεπανάληπτης ιστορικής πραγματικότητος, διότι για την Χριστιανική συνείδηση στο κέντρο της προόδου του κόσμου και της ιστορίας, υπάρχει ένα γεγονός το οποίο συνέβη μία και μοναδική φορά και είναι αδύνατον να επαναληφθεί, ένα ιστορικό γεγονός πού είναι ταυτοχρόνως και μεταφυσικό, που αποκαλύπτει δηλαδή το βάθος της υπάρξεως: το γεγονός της εμφανίσεως του Χριστού! [Και ο λόγος του Κυρίου ήρθα σπίτι σου και δέν μου’δωσες να φάω τί σημαίνει άραγε;]
Η ιστορία είναι ένα γίγνεσθαι που έχει μίαν εσωτερική σημασία, μία ιερή αναπαράσταση με μίαν αρχή, ένα δικό της τέλος, ένα δικό της κέντρο, μία συμπαγή πράξη: η ιστορία βαδίζει πρός το γεγονός της εμφανίσεως του Χριστού (της δευτέρας) και ξεκινά απο το γεγονός της εμφανίσεως του Χριστού (της πρώτης). Αυτό προσδιορίζει λοιπόν τον βαθύτερο δυναμισμό της ιστορίας, το βάδισμα της ιστορίας πρός τον κεντρικό πυρήνα της παγκοσμίου προόδου και την κίνησή της που ξεκινά ακριβώς απο τον κεντρικό πυρήνα αυτής της προόδου.
Η Ελληνική συνείδηση δέν έβλεπε το Θείο στην Χρονική πρόοδο τής Ιστορίας και διέβλεπε την αλήθεια, την Θεία αξία, την θεϊκή αρμονία, μόνον στην αιώνια φύση (μάλλον διάβασε λάθος βιβλία ο άνθρωπος). Οι Έλληνες δέν γνώρισαν την κίνηση της ιστορίας η οποία κατακρημνίζει τους κόσμους πρός ένα καταστροφικό συμβάν. (Ακόμη και ο Θουκυδίδης έγραψε την ιστορία του για να μάθουν στο μέλλον τα λάθη τού παρελθόντος και να τα αποφύγουν).
Αυτή η σύλληψη προϋποθέτει ένα κέντρο στο οποίο δίνεται ένα ιστορικό γεγονός και όπου μαζί φανερώνεται το Θείο, όπου το εσωτερικό γίνεται εξωτερικό και ενσαρκωμένο.
Την ίδια αδυναμία παρουσιάζει και η Ινδία. Από την οποία απουσιάζει ακριβώς η προαίσθηση ενός τόσο μεγάλου γεγονότος, τόσο κεντρικού στην ιστορία. Για την Ινδία, ό,τι είναι μεγάλο στην πνευματική ζωή φανερώνεται μόνον στο ατομικό βάθος του ανθρώπινου πνεύματος.
Ο Χριστιανισμός έφερε πρώτος στον κόσμο την έννοια της ελευθερίας που είναι τόσο απαραίτητη στην φιλοσοφία της ιστορίας. Χωρίς την έννοια της ελευθερίας που καθορίζει την δραματικότητα και τραγικότητα της ιστορικής προόδου είναι αδύνατον να γίνει κατανοητή η ιστορία, διότι η τραγικότης γεννάται απο την ελευθερία, απο την ενεργό ελευθερία, απο την ελευθερία του κακού, απο την ελευθερία της αβύσσου. Μόνον ο Χριστιανισμός αναγνώρισε στο βάθος του πώς το αιώνιο μπορεί να απολήξει στο παροδικό. Στην Χριστιανική συνείδηση το αιώνιο και το χρονικό παραμένουν αχώριστα. Ο Χριστιανισμός τόνισε τον δυναμισμό και εκείνη την απελευθερωτική αρχή η οποία έπλασε την επαναστατική ιστορία των ευρωπαϊκών λαών που έγινε τελικώς η κατεξοχήν ιστορία. Η μοίρα των Χριστιανικών λαών είναι δεμένη με όλα τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας, στο κέντρο της ιστορίας.
Έτσι διαμορφώθηκε ο δυναμικός Χριστιανικός κόσμος που γνωρίζουμε ο οποίος είναι τόσο διαφορετικός απο τον αρχαίο, που συγκρίνοντας τους ο αρχαίος φαίνεται στατικός. Αυτή δέ η στατικότης εξαρτήθηκε απο μία αίσθηση της ζωής που ήταν ενυπάρχουσα στα πράγματα. Για αυτή την συνείδηση και αυτή την αίσθηση υπήρχε μόνον ο κλειστός θόλος των ουρανών, κάτω απο τον οποίο και μέσα στον οποίο αργοκυλούσε όλη η ανθρώπινη ζωή. Αυτός ο κόσμος δέν είχε υπερβατικές πτήσεις, δέν γνώρισε υπερβατικές αποστάσεις, δέν τόλμησε υπερβατικά άλματα. Είδε όλο το κάλλος της πνευματικής και της Θείας ζωής, να ενυπάρχει μόνον στην φυσική κυκλική κίνηση.
Στον Χριστιανικό κόσμο ανοίγουν οι αποστάσεις, σκίζεται ο θόλος του ουρανού και η ένταση πρός τους μακρυνούς ορίζοντες δημιουργεί τον δυναμισμό της ιστορίας, στον οποίο συμπαρασύρονται ακόμη και πρόσωπα και λαοί οι οποίοι έχουν χάσει την Χριστιανική συνείδηση αλλά όμως για την μοίρα τους παρέμειναν Χριστιανοί, παρέμειναν ιστορικοί.
Γι’αυτόν τον λόγο η ιστορική επανάσταση του 19ου και 20ουαιώνος, που συνοδεύτηκε απο την αποστασία και την απώλεια του Χριστιανικού φωτός, είναι δεμένη με τον Χριστιανισμό και γεννήθηκε στο έδαφός του. Μόνον ο Χριστιανισμός δέχθηκε πώς η ανθρωπότης διαθέτει έναν κοινό τελικό σκοπό, αναγνώρισε την ενότητα της αθρωπότητος και δημιούργησε την δυνατότητα μίας φιλοσοφίας της ιστορίας.
Η ιστορική πραγματικότης προϋποθέτει το παράλογο το οποίο καθιστά δυνατό τον δυναμισμό, διότι χωρίς αυτή την παράλογη αρχή, καθότι αρχή καταιγιστική, που έχει την ανάγκη μορφής, που προκαλεί την διαμάχη του φωτός και του σκότους σαν μία μάχη των αντιθέτων, η ιστορία είναι αδύνατη, είναι αδύνατος ένας αληθινός δυναμισμός.
Πρέπει να γίνει κατανοητό αυτό το παράλογο όμως με μία οντολογική σημασία, όχι γνωσιολογική η οποία αντιπαραθέτει το ατομικό σαν παράλογο στο καθολικό σαν λογικό. Αλλά οντολογικά να γίνει αποδεκτή μία παράλογη αρχή μέσα στο ίδιο το Είναι, με την σημασία εκείνης της παράλογης αρχής, χωρίς την οποία η ελευθερία είναι αδύνατη και αδύνατος ο δυναμισμός (ο γνωστός Μανιχαϊσμός).
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου