Το ελληνικό δικαστικό σύστημα, οι Ελληνικοί Ποινικοί Νόμοι και το ΔΙΚΑΙΟ είναι μία νεφελώδης μίξη θεσμών και εννοιών, που τις περισσότερες φορές δημιουργεί περισσότερα προβλήματα, νομικά, πολιτικά ή κοινωνικά, από το να δίνει λύσεις. Η έννοια ύπαρξης και η δουλειά του νόμου, είναι να θέτει Κανόνες που παράγουν Λύσεις σε θέματα που είναι απλά η περίπλοκα.
Σχολιάζει ο Γιώργος Αναγνωστόπουλος
Είναι γεγονός, ότι όλα τα πράγματα στην Ελλάδα διακρίνονται από μία ιδιομορφία ή διαφορετικότητα σε σχέση με όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που κάνει την Ελλάδα να μοιάζει με το απροσάρμοστο παιδί της ευρωπαϊκής οικογένειας, που κανένας δεν μπορεί να καταλάβει… ούτε καν εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας.
Οι Νόμοι είναι ένα θέμα απλό, αλλά και σύνθετο συγχρόνως. Οι Νόμοι δημιουργήθηκαν συγχρόνως με τη δημιουργία των πρώτων κοινωνιών, των πρώτων κοινοτήτων και ήταν ένα σύστημα Κανόνων που επέτρεπε την καλύτερη δυνατή λειτουργία της κοινότητας/κοινωνίας.
Ο νόμος είναι μία μίξη βασικών αρχών και κανόνων με μπόλικους συμβιβασμούς, διότι η ζωή είναι περίπλοκη, η κοινωνία αλλάζει, οι ανάγκες τις κοινωνίας αλλάζουν και ο ίδιος ο νόμος αλλάζει, όταν πάψει να εξυπηρετεί τον σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε.
Ο νόμος σήμερα είναι ένα φιλοσοφικό και κανονιστικό μείγμα σε μία προσπάθεια υπηρέτησης υψηλών ιδανικών και του κοινωνικού δικαίου, δηλαδή περισσότερο ένα πλέγμα κανόνων που επιτρέπουν την καλή ισορροπία και λειτουργία της κοινωνίας, παρά κάτι σχετικό με αυτό που ιδεατά αποκαλούμε Δίκαιο.
Το σημερινό δίκαιο στηρίζεται στην αρχή του «όλοι είναι ίσοι απέναντι του νόμου», εν αντιθέσει με το παρελθόν, που το δίκαιο/νόμος ήταν πάντα με τον ισχυρό. Επειδή λοιπόν οι νόμοι φτιάχνονται για να εξυπηρετήσουν την καλή λειτουργία της κοινωνίας, πράγμα που όπως είπαμε είναι ένας συμβιβασμός ανάμεσα σε αντικρουόμενα ενδιαφέροντα, συμφέροντα ατομικά ή ομαδικά, σκοπούς κ.λπ., είναι εκ της φύσεως του ατελής, αλλά συγχρόνως είναι αυτός που επιτρέπει στην κοινωνία μας να πορεύεται συντεταγμένα και όχι άναρχα.
Αυτός ο αναπόφευκτος συμβιβασμός που προσπαθεί να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του συνόλου μιας κοινωνίας, είναι που κάνει τον νόμο Ατελή, δηλαδή είναι αδύνατον να υπάρξει ένας τέλειος νόμος από την στιγμή που είναι προϊόν συμβιβασμών. Από την στιγμή λοιπόν που δεν υπάρχει τέλειος νόμος, δεν υπάρχει και Δίκαιο με την απόλυτη έννοια του Δικαίου.
Αυτό που σήμερα υπηρετεί καλά ο νόμος ως συμβιβασμός, αύριο θα ξεπεραστεί από τις νέες κοινωνικές ανάγκες και συνθήκες που θα δημιουργηθούν, οπότε θα κληθεί να αλλάξει. Θα πρέπει ως πολίτες να αποδεχθούμε και να αντιληφθούμε ότι το δίκαιο είναι κάτι σχετικό και όχι απόλυτο, κάτι που διαφέρει από χώρα σε χώρα, από θρησκεία σε θρησκεία και από κοινωνία σε κοινωνία.
Αυτό που είναι δίκαιο σε μία χώρα μπορεί να είναι άδικο σε μία άλλη. Επομένως αυτό μας οδηγεί στην παραδοχή ότι ό νόμος (ο οποίος είναι ένας κανόνας λειτουργίας της κοινωνίας και τίποτε άλλο) δεν πρέπει να είναι ταυτισμένος με το Δίκαιο, παρά μόνο ως προς την ίση εφαρμογή του προς όλους και η εφαρμογή του να μην δημιουργεί θύματα από ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΛΑΝΗ.
Ο νόμος όμως, δίκαιος η όχι, συχνά ατελής, είναι από την άλλη ό,τι το καλύτερο διαθέτουμε ώστε να πορευόμαστε ως οργανωμένη κοινωνία. Ο νόμος πρέπει να υπερτερεί και να εφαρμόζεται έναντι όλων, συμφωνούμε ή διαφωνούμε, αλλιώς οδηγούμαστε στην αναρχία. Κλασσικό ιστορικό παράδειγμα υπήρξε ο Σωκράτης, ο οποίος είχε τη δυνατότητα να δραπετεύσει, αλλά το αρνήθηκε και ήπιε το Κώνειο για να είναι συνεπής προς τα διδάγματά του, ότι πάντα πρέπει να υπακούμε στους νόμους.
Μετά την μακροσκελή αλλά απολύτως απαραίτητη εισαγωγή, ας έρθουμε τώρα στην ελληνική πραγματικότητα και τις ιδιαιτερότητες της. Το Δίκαιο ως νόμος χωρίζεται σε δύο μεγάλες ενότητες, το Ποινικό Δίκαιο και το Αστικό Δίκαιο με τις υποενότητές του, όπως το οικογενειακό, το εμπορικό, το διοικητικό κ.λπ.
Ενώ στο Αστικό Δίκαιο τα πράγματα είναι λίγο πολύ ομαλά (αν και όχι πάντα) και τα δικαστήρια λαμβάνουν υπόψη, κυρίως το αποδεικτικό υλικό που περιέχει η δικογραφία. Αντιθέτως, δεν συμβαίνει το ίδιο στο Ποινικό Δίκαιο, όπου κυρίαρχο ρόλο δεν έχει το αποδεικτικό υλικό, αλλά η πεποίθηση ή η κρίση των δικαστών αλλά και το περί δικαίου αίσθημα τους!
Εδώ έγκειται και το πρόβλημα της Ελληνικής Δικαιοσύνης, ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΔΙΚΑΙΗ ΔΙΚΗ αν στην απόφαση του δικαστηρίου υπεισέρχονται υποκειμενικοί παράγοντες, όπως Κρίση, Πεποίθηση και Αίσθημα Δικαίου των δικαστών, αντί του μοναδικού κριτηρίου που θα έπρεπε να ισχύει, ΤΟ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ.
Γι’ αυτό, πολλές φορές αντί να ακούμε στις δικαστικές αίθουσες ως απόφαση την έκφραση, «απαλλάσσεται ο κατηγορούμενος λόγω έλλειψης αποδεικτικού υλικού», ακούμε «απαλλάσσεται ο κατηγορούμενος διότι δεν επείσθη το δικαστήριο», δηλαδή η απόδοση δικαιοσύνης στην Ελλάδα εναπόκειται στο ποιος έπεισε σε ποιον!
ΔΕΝ θα το ονόμαζα αυτό και ως πρότυπο απονομής Δικαιοσύνης, γιατί όσο και καλόπιστος να είναι ο δικαστής, δεν παύει να είναι ένας άνθρωπος που επηρεάζεται από τις συνθήκες, τις καταστάσεις και τα προσωπικά του πιστεύω, άρα εύκολα μπορεί να πάρει λάθος αποφάσεις σε περίπλοκες περιπτώσεις ή περιστάσεις όπου βρίσκεται κάτω από κοινωνική πίεση, να ικανοποιήσει το λεγόμενο λαϊκό αίσθημα (το πλήθος ζητάει αίμα).
Το να παίρνει αποφάσεις το δικαστήριο βασισμένος μόνο στο αποδεικτικό υλικό, προστατεύει και τον δικαστή (και κατ’ επέκταση τη Δικαιοσύνη) και τον δικαζόμενο. Όπως λένε πολλοί έγκριτοι νομικοί, καλύτερα δέκα ένοχοι ελεύθεροι, παρά ένας αθώος στη φυλακή… και αθώος είναι όποιος ΔΕΝ ΑΠΟΔΕΙΧΘΕΙ ότι είναι ένοχος.
Η ευθύνη λοιπόν της ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ του Κατηγορητηρίου πρέπει να είναι 100% ευθύνη της κατηγορούσας αρχής, αλλά δυστυχώς, στα ελληνικά δικαστήρια (και αυτό δυστυχώς γίνεται με απόλυτη ευθύνη της Ελληνικής Πολιτείας) είθισται να καλείται να αποδείξει ο κατηγορούμενος την αθωότητα του!
Πολύ πρόσφατα είχαμε ένα πρωτοσέλιδο για την δικαστική περιπέτεια μιας φοιτήτριας γνωστής με το μικρό της όνομα, ΗΡΙΑΝΝΑ. Η κοπέλα αυτή καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε δεκατρία χρόνια φυλακή ως μέλος των Πυρήνων της Φωτιάς.
Δεν έχω γνώση της δικογραφίας, αλλά από ό,τι διάβασα στον ηλεκτρονικό τύπο, το κατηγορητήριο στηριζόταν στη σχέση της με έναν άλλο φοιτητή που επίσης κατηγορείτο ως μέλος των Πυρήνων της Φωτιάς και σε ένα μερικό αποτύπωμα που βρέθηκε σε ένα όπλο σε γιάφκα της οργάνωσης. Ο συγκατηγορούμενος της Ηριάννας αθωώθηκε ή απαλλάχτηκε των κατηγοριών, ενώ εκείνη καταδικάστηκε σε 13 χρόνια φυλακή.
Δεν θα μπω στην διαδικασία του αν είναι αθώα ή ένοχη, πολιτικές συμπάθειες ή αντιπάθειες και όλα τα σχετικά, απλά θέλω να χρησιμοποιήσω την υπόθεση της κοπέλας αυτής, ως παράδειγμα και να βγάλω κάποια δικαστικά συμπεράσματα βάσει των πληροφοριών που διάβασα στον Τύπο, όπως όλος ο κόσμος.
Είναι τουλάχιστον παράδοξο α) να υπάρχει κατηγορητήριο συμμετοχής σε τρομοκρατική ομάδα, με μόνο κριτήριο τη ρομαντική σχέση δύο νέων β) είναι σκανδαλώδες να παραμένουν οι κατηγορίες περί συμμετοχής σε τρομοκρατική οργάνωση της νέας, λόγω της σχέσης με τον συμφοιτητή της, ο οποίος όμως εν τω μεταξύ αθωώθηκε από το δικαστήριο.
Επίσης, γ) είναι απαράδεκτο να βγαίνει δικαστική απόφαση στηριγμένη σε ένα τμήμα αποτυπώματος επάνω σε ένα όπλο που δεν έχει χρησιμοποιηθεί σε εγκληματική ενέργεια και δ) θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε τα επιστημονικά συμπεράσματα της ταύτισης του μερικού αποτυπώματος με την κατηγορουμένη, διότι θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο να βρέθηκαν 9 σημεία (κατά άλλους ειδικούς απαιτούνται είκοσι ομοιότητες μεταξύ δύο αποτυπωμάτων ώστε να υπάρξει ταυτοποίηση) ομοιότητας μεταξύ ενός τμήματος και ενός ολόκληρου αποτυπώματος ώστε να υπάρξει ταυτοποίηση.
Ακόμη όμως κι έτσι, δεν υπάρχει καμία απόδειξη συμμετοχής της φοιτήτριας σε τρομοκρατική ομάδα από αυτά τα υποτιθέμενα στοιχεία, σε σημείο που η υπόθεση δεν θα έπρεπε καν να έχει παραπεμφθεί σε δίκη, λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων. Το παράδειγμα αυτό αποδεικνύει γιατί οι δικαστικές αποφάσεις πρέπει να στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο σε επαρκές ή μη αποδεικτικό υλικό και τίποτε άλλο.
Οι δικαστές δεν είναι ούτε ντεντέκτιβ, ούτε μάγοι για να καλούνται να αποφασίσουν με ελλιπή στοιχεία, αν κάποιος είναι ένοχος ή όχι. Είναι άδικο και για τους δικαστές αλλά και τους κατηγορούμενους. Το δικαστικό μας σύστημα πρέπει να αλλάξει σε αυτό το σημείο και μάλιστα όχι αύριο, αλλά χθες.
Νομικά δεν έχει καμία σημασία εάν η κοπέλα αυτή ήταν ή όχι μέλος μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, σημασία έχει ότι έγινε μία δίκη με σαθρό κατηγορητήριο και ανύπαρκτο αποδεικτικό υλικό, που οδήγησε σε μία εκτρωματική νομικά απόφαση.
Όλα όσα αναφέρονται πιο πάνω έχουν αξία αποκλειστικά ως παράδειγμα για να γίνει σαφές ποια είναι η ιδιαιτερότητα και η αδυναμία του ελληνικού δικαστικού συστήματος που επιτρέπει σε όλους να καταφέρονται εναντίον της Δικαιοσύνης και ειδικότερα των πολιτικών που είναι οι κυρίως υπεύθυνοι της κατάστασης αυτής.
Πηγή Defence-Point
kostasxan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου