Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού, στην πρώτη του επιστολή προς την Εκκλησία, μας προσανατολίζει κατ’ ευθείαν στον πυρήνα του Ευαγγελίου, όταν γράφει:
῝Ο ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς· καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν· ὃ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καὶ ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾿ ἡμῶν καὶ ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ταῦτα γράφομεν ὑμῖν, ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη (Α΄ Ιω. 1, 1-4).
Ο άγιος Ιωάννης ακολούθησε την υποστατική «Οδό» του Χριστού που ανοίγει μια θύρα εκεί που οι ανθρώπινες δυνατότητες τελειώνουν και αρχίζει η θεία πρωτοβουλία. Έγινε μάρτυς της Μεταμορφώσεως του Ιησού, ακτινοβολώντας το φως το απρόσιτον, και σταδιακά έφθασε να συνειδητοποιήσει το κεντρικό μήνυμα του Ευαγγελίου: Εκείνος που διακήρυξε το «Ἐγώ εἰμι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή∙ οὐδείς ἔρχεται πρός τόν πατέρα εἰ μή δι’ ἐμοῦ» (Ιω. 14, 6), είναι Θεός και άνθρωπος. [ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΥΡΑΖΕΤΑΙ ΟΜΩΣ ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΠΡΟΣΦΕΡΘΗΚΕ ΑΥΤΟΣ Ο ΙΔΙΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΣΙΤΕΙΑ. ΚΑΙ Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΣΙΤΡΕΙΑ ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΟΣΟ ΝΑ 'ΝΑΙ]
Υπό το φως αυτής της αποκάλυψης, οι λέξεις αυτές είναι κάτι απείρως μεγαλύτερο από μια στενή διακήρυξη πολιτικού ή πολιτισμικού αποκλεισμού. Δεν δείχνουν κάποιο είδος φιλοσοφικού μετα-αφηγήματος ανθρώπινης προέλευσης το οποίο οι μεταμοντέρνες φωνές δικαίως φοβούνται, μια ακόμη εκδοχή ενός εγκόσμιου τυράννου, του τύπου «Ιδού το νέο αφεντικό, ολόιδιο με το παλιό»[1].
Oι λέξεις αυτές υποδεικνύουν την ευρύτερη δυνατή συμπεριληπτικότητα της Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, την οποία ο Μητροπολίτης Ιωάννης Ζηζιούλας ονομάζει «Κοινωνία Ετερότητας».[ΠΟΣΗ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΝΤΥΜΕΝΟΙ ΤΗΝ ΧΑΡΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. ΑΛΛΗ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΕΝΝΟΟΥΣΕ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ ΤΟΥΤΟΥ]. Η Εκκλησία ενώνει και φωτίζει την μοναδικότητά μας είτε είμαστε άρρεν ή θήλυ, δούλος ή ελεύθερος, Ιουδαίος ή Έλλην, έγγαμος ή μοναχός, επειδή ο Ιησούς Χριστός δεν είναι μια ανθρωπιστική ιδεολογία ή φιλοσοφία ανθρώπινης προέλευσης. Ούτε είναι απλώς ένας γκουρού ή βούδας που κομίζει μια νέα μέθοδο αυτο-πραγμάτωσης ή αυτο-θέωσης για να υπερβαθεί η συγκεκριμένη και μοναδική ανθρώπινη παρουσία μέσω της πρακτικής του διαλογισμού. Ο Ιησούς είναι η ζώσα[ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΣΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΑΣΑ] πραγματικότητα του Θείου Προσώπου κατ’ εικόνα του Οποίου πλαστήκαμε και στην παρουσία του Οποίου καλούμαστε μέσα από μια κοινωνία αγάπης έτσι ώστε «οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. 8, 39).
Δεν κερδίζουμε τη σωτηρία σαν να μας έδωσε μια «κάρτα ελεύθερης εξόδου από την φυλακή», μόνο και μόνο επειδή πιστεύουμε σ’ Αυτόν ως ιστορικό πρόσωπο ή απομνημονεύουμε δογματικές διατυπώσεις, επειδή είχαμε μια συναισθηματική εμπειρία ή επειδή κάνουμε καλές πράξεις. Η σωτηρία κατανοείται καλύτερα ως δια βίου κοινωνία που ολοκληρώνεται υπαρξιακά όταν ελεύθερα υποδεχόμαστε και ασκητικά απαντούμε στην θεία πρωτοβουλία της αγάπης μέσα από την μεταξύ μας αγάπη. Ο Θεός ζητά ενότητα με όλο το ανθρώπινο γένος δια Ιησού Χριστού.[ΑΓΑΠΑ ΚΑΙ ΚΑΝΕ Ο,ΤΙ ΘΕΣ;]
Ανταποκρινόμενοι στην θεία πρωτοβουλία πράγματι μεταμορφωνόμαστε, διότι «ο Λόγος είναι μια προσωπική θεία δημιουργική πρόταση που περιμένει απάντηση»[2]. Η σωτηρία δεν είναι κάτι που κάνει ο Θεός χωρίς την συναίνεση του ανθρώπου και την απόκρισή του, όπως γράφει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός:
Ο πιστός που κινείται στην περιοχή της υπερβατικής γνώσεως, της «γνώσεως» του Ακτίστου, δεν καλείται να μάθει κάτι μεταφυσικά, ή να το αποδεχθεί λογικά, αλλά να «βαστάσει» κάτι κοινωνώντας με αυτό. Στο σημείο αυτό ακριβώς υποστασιοποιείται η αποστολή της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού, καθώς αυτός είναι και ο λόγος υπάρξεώς της στον κόσμο: να καταστήσει [τον άνθρωπο] δεκτικό αυτής της γνώσεως, η οποία ταυτοχρόνως είναι και η σωτηρία [μας][3].[ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑ]
O άγιος Ιωάννης συνάντησε προσωπικά τη θεία δόξα του Χριστού όπως αποκαλύφθηκε εν Πνεύματι στο όρος της Μεταμορφώσεως, μαζί με τους άλλους δύο μαθητές, τον Πέτρο και τον αδελφό του Ιάκωβο. Λίγο αργότερα υπέστη την σύγχυση του να είναι μάρτυς της δίκης, της σταυρώσεως και της ταφής του Ιησού και, μετά την Ανάσταση, πέρασε σαράντα μέρες με τον Αναστάντα Κύριο επί γης, προτού Αυτός αναληφθεί. Εν συνεχεία, για άλλα περίπου εξήντα χρόνια, αυτός που ο Ιησούς είχε ονομάσει «Υιόν Βροντής» ταξίδεψε και έδωσε, με λόγους και πράξεις, την προσωπική του μαρτυρία για την μεταμορφωτική δύναμη του Χριστού στη ζωή του, ομολογώντας και την μεταμόρφωση της καρδιάς του και εκείνην που συνέβαινε στις συνάξεις των πιστών που συγκεντρώνονταν ως σώμα του Κυρίου, σε όλη τη γη, στην Εκκλησία του.[ΔΕΝ ΤΙΣ ΠΡΟΛΑΒΑΜΕ]
Ζώντας για ένα διάστημα στην εξορία αλλά και μετά, κληροδοτώντας στην Εκκλησία το πολύτιμο δώρο του Ευαγγελίου του, επιστολές και το βιβλίο της Αποκάλυψης, ο άγιος Ιωάννης ορθοτόμησε μέχρι τα εννενήντα του. Αφού μερίμνησε για την μητέρα του Κυρίου και έμαθε από αυτήν λεπτομέρειες της επίγειας ζωής Του που παραμένουν ανείπωτες, υπέμεινε την ανθρώπινη θλίψη των μαρτυρίων, πρώτα του αδελφού του Ιακώβου, και αργότερα των άλλων συναποστόλων. Η φωνή του αποτελεί ζωντανό σύνδεσμο με τον τρίτο αιώνα, διότι έχουμε την έργω και λόγω μαρτυρία του αγίου Πολυκάρπου που γνώριζε τον ευαγγελιστή Ιωάννη καθώς και άλλους που είχαν δει τον Κύριο και εκείνην του αγίου Ειρηναίου (140-202) που θυμόταν τον άγιο Πολύκαρπο τον οποίον ως νέος είχε συναντήσει.
Προς το τέλος της ζωής του, όταν ήταν εκατό περίπου χρόνων, ο άγιος Ιερώνυμος μάς λέει ότι ήταν τόσο ασθενικός ώστε έπρεπε να τον μεταφέρουν στην εκκλησία. Μη παύοντας να μαρτυρεί για την δόξα Ιησού Χριστού, ωρίμασε σε σοφία και έλεος και το απόσταγμα της ζωής του ήταν η μόνη συμβουλή που συχνά έδινε, «Τεκνία μου, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Όταν τον ρωτούσαν γιατί λέει συνεχώς το ίδιο πράγμα, ο άγιος Ιωάννης απαντούσε, «Επειδή είναι ο Λόγος του Κυρίου και αν το τηρείτε είναι αρκετό»[4].
O Iησούς –την υποστατική;;; δόξα;;; του Οποίου μαρτυρεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που Τον άγγιξε και είδε την δόξα Του με τις πέντε αισθήσεις του αλλά και νοερά με τον φωτισμό της καρδιάς του- ήταν πλήρης άνθρωπος και ταυτοχρόνως ο άκτιστος άπειρος Θεός, δύο φύσεις αδιαιρέτως ενωμένες σε ένα πρόσωπο. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν αυτόπτης μάρτυς, νοερός καρδιακός μάρτυς, ότι ο Ιησούς σταυρώθηκε, πέθανε και ανέστη εκ νεκρών και εμφανίστηκε στους μαθητές Του επί γης με το αναστημένο σώμα Του προτού αναληφθεί στους ουρανούς. Το φυσικό Του σώμα πέρασε μέσα από συμπαγείς κλειδωμένες πόρτες με την ίδια ευκολία με την οποία αψήφισε τους νόμους του θανάτου που κυβερνούν κάθε σάρκα, κι ωστόσο πιστοποιεί ότι ο Αναστημένος κάθισε στην αμμουδιά ανάβοντας φωτιά για να ψηθούν τα ψάρια που είχαν μόλις πιάσει οι απόστολοι. Με τον τρόπο αυτόν πρόσφερε στους έκπληκτους, απορημένους Μαθητές την γνώριμη άνεση ενός γεύματος με ψωμί και ψάρι, καθώς Εκείνος σιγά σιγά τους εισήγε στο πώς να είναι πρόσωπα σ’ αυτόν τον κόσμο και στον μέλλοντα, έναν τρόπο ή μια οδό που κείται πέρα απ’ την ανθρώπινη κατανόηση.
Σαράντα μέρες αργότερα, ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό, επιστρέφοντας στον Πατέρα, παίρνοντας μαζί με την ανθρώπινη φύση και την θεωμένη σάρκα Tου την ανακεφαλαίωση του όλου ανθρώπινου γένους. Αυτή είναι και ήταν πάντα η μαρτυρία της Εκκλησίας. Άρνηση έστω και μέρους αυτής προκειμένου να την καταστήσει προσιτή και κατανοητή μόνο από τον λογικοκρατούμενο ανθρωπισμό, απλώς αντικαθιστά τον Θεό με τον άνθρωπο και συνιστά αποτυχία να κατανοήσουμε την πληρότητα της Οδού, της Αληθείας και της Ζωής του Ιησού Χριστού. Αυτό αναπόφευκτα προκαλεί σύγχυση και μας αφήνει πιο ευάλωτους προς τραγικές αναχωρήσεις από την οδό που οδηγεί στην αιώνια ζωή της Εκκλησίας, η οποία αποτελεί κοινωνία της ανθρώπινης κοινότητας με την θεία ζωή που μας προσφέρεται εν Χριστώ.
Η τοπική μας ενοριακή κοινότητα, ο Ελληνορθόδοξος ναός της Μεταμορφώσεως, ξεκίνησε με έξι Ορθόδοξες οικογένειες –Ρωσικές, Ελληνικές, Αμερικανικές- είτε εκ μεταστροφής είτε εκ παραδόσεως. Δύο χρόνια αργότερα, το 1995, και αφού προστέθηκαν κι άλλες οικογένειες, αποφασίσαμε συναινετικά να επιλέξουμε για την σύναξή μας το όνομα της «αγίας Μεταμορφώσεως», καθώς συμφωνήσαμε ότι η αληθινή ενότητα της Εκκλησίας αναγνωρίζεται όχι από τις αντίστοιχες εθνικότητές μας, αλλά από την σύναξη προσώπων κάθε εθνικότητας εν ονόματι της κοινής πίστεως και αγάπης, προσώπων που αγωνίζονται και λατρεύουν μαζί, με την ελπίδα να μετάσχουν στην μεταμορφωμένη ζωή που χαρίζει ο Χριστός.
Μας παραχωρήθηκε το καθεστώς ιεραποστολικής εκκλησίας το 1995, και τέσσερα χρόνια αργότερα είχαμε αυξηθεί αρκετά ώστε να αγοράσουμε το κτήριο που μας στεγάζει τώρα. Υπό την καθοδήγηση του π. Vasili Bitere, o οποίος ενεργούσε ως εξωτερικός συνεργάτης και ιερεύς μας, αναδιαμορφώσαμε και επεκτείναμε τον ναό με ιδίους κόπους σ’ αυτό που είναι τώρα. Στην 18η επέτειό μας στην συγκεκριμένη τοποθεσία, με χαρά υποδεχθήκαμε και πάλι ανάμεσά μας τον Aurel Onut, εικονογράφο από την Ρουμανία, ο οποίος δούλεψε ακούραστα επί μήνες αγιογραφώντας τον ωραίο τέμπλο μας.
Αν σηκώσετε τα μάτια στην οροφή, μπαίνοντας στον νάρθηκα, θα δείτε την μεγάλη εικόνα, την τελευταία που ιστόρησε. Είναι μια ιδιαίτερη εικόνα, μοναδική ίσως στην Εκκλησία μας. Μια μέρα, όταν ο Μητροπολίτης μας Αλέξιος ήρθε να μας επισκεφθεί και να δει την επέκταση που είχαμε προσθέσει στον νάρθηκα, τον ρώτησα τι είδε και χαρούμενος σχολίασε τις ωραίες εικόνες. Θυμηθήκαμε αυτό που γράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη ότι η Νέα Ιερουσαλήμ θα φωτίζεται από το άκτιστο φως του Αρνίου «και τὰ ἔθνη τῶν σωζωμένων ἐν τῷ φωτὶ αὐτῆς περιπατήσουσι· καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς φέρουσι τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν αὐτῶν εἰς αὐτήν» (24,21). Η Βασιλεία του Θεού θα είναι γεμάτη από την κοινωνία της ετερότητας όλων των εθνών, η μοναδικότητα των οποίων δεν συντρίβεται στο όνομα ενός πολιτισμού, αλλά φωτίζεται και τελειοποιείται από την ταπεινή χάρη του Ζώντος Χριστού, η αγάπη του Οποίου τιμά την ποικιλότητα όλων. Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία είναι στέγη για όλα τα έθνη. Εκείνη τη στιγμή ρώτησα τον Σεβασμιώτατο αν θα μας έδινε την ευλογία του να έχουμε μια εικόνα στην οροφή που να εκφράζει αυτή την πραγματικότητα, απεικονίζοντας όλα τα έθνη να περικυκλώνουν τον Χριστώ όπως στη Νέα Ιερουσαλήμ. Έδωσε την ευλογία του και καλέσαμε τον Aurel για άλλη μια φορά, ώστε να ιστορήσει την πρόσθετη αυτή εικόνα για τον ναό μας. Κοσμεί τώρα την οροφή και μαρτυρεί ότι ο Χριστός συμπεριλαμβάνει όλα τα έθνη και αποτελεί την αληθινή κατοικία τους.
Mετάφραση: Πολυξένη Τσαλίκη
[1] “Here’s the new boss, same as the old boss”, στίχοι από το τραγούδι «Won’t Be Fooled Again” του ροκ συγκροτήματος The Who.
[2] π. Νικόλαος Λουδοβίκος, “Person Instead of Grace”, 687.
[3] π. Γεώργιος Μεταλληνός, Η Οδός.
[4] Butler, Lives of the Saints, 211.
Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Εικόνα της Κρητικής Σχολής. Δεύτερο μισό 15ου αι. Φυλάσσεται στο Μουσείο Μπενάκη.
῝Ο ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς, ὃ ἀκηκόαμεν, ὃ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὃ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περὶ τοῦ λόγου τῆς ζωῆς· καὶ ἡ ζωὴ ἐφανερώθη, καὶ ἑωράκαμεν καὶ μαρτυροῦμεν καὶ ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον, ἥτις ἦν πρὸς τὸν πατέρα καὶ ἐφανερώθη ἡμῖν· ὃ ἑωράκαμεν καὶ ἀκηκόαμεν, ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καὶ ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾿ ἡμῶν καὶ ἡ κοινωνία δὲ ἡ ἡμετέρα μετὰ τοῦ πατρὸς καὶ μετὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ταῦτα γράφομεν ὑμῖν, ἵνα ἡ χαρὰ ἡμῶν ᾖ πεπληρωμένη (Α΄ Ιω. 1, 1-4).
Ο άγιος Ιωάννης ακολούθησε την υποστατική «Οδό» του Χριστού που ανοίγει μια θύρα εκεί που οι ανθρώπινες δυνατότητες τελειώνουν και αρχίζει η θεία πρωτοβουλία. Έγινε μάρτυς της Μεταμορφώσεως του Ιησού, ακτινοβολώντας το φως το απρόσιτον, και σταδιακά έφθασε να συνειδητοποιήσει το κεντρικό μήνυμα του Ευαγγελίου: Εκείνος που διακήρυξε το «Ἐγώ εἰμι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή∙ οὐδείς ἔρχεται πρός τόν πατέρα εἰ μή δι’ ἐμοῦ» (Ιω. 14, 6), είναι Θεός και άνθρωπος. [ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΥΡΑΖΕΤΑΙ ΟΜΩΣ ΑΠΟ ΑΓΑΠΗ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΠΡΟΣΦΕΡΘΗΚΕ ΑΥΤΟΣ Ο ΙΔΙΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΣΙΤΕΙΑ. ΚΑΙ Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΣΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΣΙΤΡΕΙΑ ΕΧΕΙ ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΟΣΟ ΝΑ 'ΝΑΙ]
Υπό το φως αυτής της αποκάλυψης, οι λέξεις αυτές είναι κάτι απείρως μεγαλύτερο από μια στενή διακήρυξη πολιτικού ή πολιτισμικού αποκλεισμού. Δεν δείχνουν κάποιο είδος φιλοσοφικού μετα-αφηγήματος ανθρώπινης προέλευσης το οποίο οι μεταμοντέρνες φωνές δικαίως φοβούνται, μια ακόμη εκδοχή ενός εγκόσμιου τυράννου, του τύπου «Ιδού το νέο αφεντικό, ολόιδιο με το παλιό»[1].
Oι λέξεις αυτές υποδεικνύουν την ευρύτερη δυνατή συμπεριληπτικότητα της Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, την οποία ο Μητροπολίτης Ιωάννης Ζηζιούλας ονομάζει «Κοινωνία Ετερότητας».[ΠΟΣΗ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΕΧΟΥΝ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ ΝΤΥΜΕΝΟΙ ΤΗΝ ΧΑΡΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. ΑΛΛΗ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ ΕΝΝΟΟΥΣΕ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΑΙΩΝΟΣ ΤΟΥΤΟΥ]. Η Εκκλησία ενώνει και φωτίζει την μοναδικότητά μας είτε είμαστε άρρεν ή θήλυ, δούλος ή ελεύθερος, Ιουδαίος ή Έλλην, έγγαμος ή μοναχός, επειδή ο Ιησούς Χριστός δεν είναι μια ανθρωπιστική ιδεολογία ή φιλοσοφία ανθρώπινης προέλευσης. Ούτε είναι απλώς ένας γκουρού ή βούδας που κομίζει μια νέα μέθοδο αυτο-πραγμάτωσης ή αυτο-θέωσης για να υπερβαθεί η συγκεκριμένη και μοναδική ανθρώπινη παρουσία μέσω της πρακτικής του διαλογισμού. Ο Ιησούς είναι η ζώσα[ΕΝΣΑΡΚΩΘΗΣΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΑΣΑ] πραγματικότητα του Θείου Προσώπου κατ’ εικόνα του Οποίου πλαστήκαμε και στην παρουσία του Οποίου καλούμαστε μέσα από μια κοινωνία αγάπης έτσι ώστε «οὔτε ὕψωμα οὔτε βάθος οὔτε τις κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. 8, 39).
Δεν κερδίζουμε τη σωτηρία σαν να μας έδωσε μια «κάρτα ελεύθερης εξόδου από την φυλακή», μόνο και μόνο επειδή πιστεύουμε σ’ Αυτόν ως ιστορικό πρόσωπο ή απομνημονεύουμε δογματικές διατυπώσεις, επειδή είχαμε μια συναισθηματική εμπειρία ή επειδή κάνουμε καλές πράξεις. Η σωτηρία κατανοείται καλύτερα ως δια βίου κοινωνία που ολοκληρώνεται υπαρξιακά όταν ελεύθερα υποδεχόμαστε και ασκητικά απαντούμε στην θεία πρωτοβουλία της αγάπης μέσα από την μεταξύ μας αγάπη. Ο Θεός ζητά ενότητα με όλο το ανθρώπινο γένος δια Ιησού Χριστού.[ΑΓΑΠΑ ΚΑΙ ΚΑΝΕ Ο,ΤΙ ΘΕΣ;]
Ανταποκρινόμενοι στην θεία πρωτοβουλία πράγματι μεταμορφωνόμαστε, διότι «ο Λόγος είναι μια προσωπική θεία δημιουργική πρόταση που περιμένει απάντηση»[2]. Η σωτηρία δεν είναι κάτι που κάνει ο Θεός χωρίς την συναίνεση του ανθρώπου και την απόκρισή του, όπως γράφει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός:
Ο πιστός που κινείται στην περιοχή της υπερβατικής γνώσεως, της «γνώσεως» του Ακτίστου, δεν καλείται να μάθει κάτι μεταφυσικά, ή να το αποδεχθεί λογικά, αλλά να «βαστάσει» κάτι κοινωνώντας με αυτό. Στο σημείο αυτό ακριβώς υποστασιοποιείται η αποστολή της Εκκλησίας ως σώματος Χριστού, καθώς αυτός είναι και ο λόγος υπάρξεώς της στον κόσμο: να καταστήσει [τον άνθρωπο] δεκτικό αυτής της γνώσεως, η οποία ταυτοχρόνως είναι και η σωτηρία [μας][3].[ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΡΙΒΕΙΑ]
O άγιος Ιωάννης συνάντησε προσωπικά τη θεία δόξα του Χριστού όπως αποκαλύφθηκε εν Πνεύματι στο όρος της Μεταμορφώσεως, μαζί με τους άλλους δύο μαθητές, τον Πέτρο και τον αδελφό του Ιάκωβο. Λίγο αργότερα υπέστη την σύγχυση του να είναι μάρτυς της δίκης, της σταυρώσεως και της ταφής του Ιησού και, μετά την Ανάσταση, πέρασε σαράντα μέρες με τον Αναστάντα Κύριο επί γης, προτού Αυτός αναληφθεί. Εν συνεχεία, για άλλα περίπου εξήντα χρόνια, αυτός που ο Ιησούς είχε ονομάσει «Υιόν Βροντής» ταξίδεψε και έδωσε, με λόγους και πράξεις, την προσωπική του μαρτυρία για την μεταμορφωτική δύναμη του Χριστού στη ζωή του, ομολογώντας και την μεταμόρφωση της καρδιάς του και εκείνην που συνέβαινε στις συνάξεις των πιστών που συγκεντρώνονταν ως σώμα του Κυρίου, σε όλη τη γη, στην Εκκλησία του.[ΔΕΝ ΤΙΣ ΠΡΟΛΑΒΑΜΕ]
Ζώντας για ένα διάστημα στην εξορία αλλά και μετά, κληροδοτώντας στην Εκκλησία το πολύτιμο δώρο του Ευαγγελίου του, επιστολές και το βιβλίο της Αποκάλυψης, ο άγιος Ιωάννης ορθοτόμησε μέχρι τα εννενήντα του. Αφού μερίμνησε για την μητέρα του Κυρίου και έμαθε από αυτήν λεπτομέρειες της επίγειας ζωής Του που παραμένουν ανείπωτες, υπέμεινε την ανθρώπινη θλίψη των μαρτυρίων, πρώτα του αδελφού του Ιακώβου, και αργότερα των άλλων συναποστόλων. Η φωνή του αποτελεί ζωντανό σύνδεσμο με τον τρίτο αιώνα, διότι έχουμε την έργω και λόγω μαρτυρία του αγίου Πολυκάρπου που γνώριζε τον ευαγγελιστή Ιωάννη καθώς και άλλους που είχαν δει τον Κύριο και εκείνην του αγίου Ειρηναίου (140-202) που θυμόταν τον άγιο Πολύκαρπο τον οποίον ως νέος είχε συναντήσει.
Προς το τέλος της ζωής του, όταν ήταν εκατό περίπου χρόνων, ο άγιος Ιερώνυμος μάς λέει ότι ήταν τόσο ασθενικός ώστε έπρεπε να τον μεταφέρουν στην εκκλησία. Μη παύοντας να μαρτυρεί για την δόξα Ιησού Χριστού, ωρίμασε σε σοφία και έλεος και το απόσταγμα της ζωής του ήταν η μόνη συμβουλή που συχνά έδινε, «Τεκνία μου, ἀγαπᾶτε ἀλλήλους». Όταν τον ρωτούσαν γιατί λέει συνεχώς το ίδιο πράγμα, ο άγιος Ιωάννης απαντούσε, «Επειδή είναι ο Λόγος του Κυρίου και αν το τηρείτε είναι αρκετό»[4].
O Iησούς –την υποστατική;;; δόξα;;; του Οποίου μαρτυρεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης, που Τον άγγιξε και είδε την δόξα Του με τις πέντε αισθήσεις του αλλά και νοερά με τον φωτισμό της καρδιάς του- ήταν πλήρης άνθρωπος και ταυτοχρόνως ο άκτιστος άπειρος Θεός, δύο φύσεις αδιαιρέτως ενωμένες σε ένα πρόσωπο. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης ήταν αυτόπτης μάρτυς, νοερός καρδιακός μάρτυς, ότι ο Ιησούς σταυρώθηκε, πέθανε και ανέστη εκ νεκρών και εμφανίστηκε στους μαθητές Του επί γης με το αναστημένο σώμα Του προτού αναληφθεί στους ουρανούς. Το φυσικό Του σώμα πέρασε μέσα από συμπαγείς κλειδωμένες πόρτες με την ίδια ευκολία με την οποία αψήφισε τους νόμους του θανάτου που κυβερνούν κάθε σάρκα, κι ωστόσο πιστοποιεί ότι ο Αναστημένος κάθισε στην αμμουδιά ανάβοντας φωτιά για να ψηθούν τα ψάρια που είχαν μόλις πιάσει οι απόστολοι. Με τον τρόπο αυτόν πρόσφερε στους έκπληκτους, απορημένους Μαθητές την γνώριμη άνεση ενός γεύματος με ψωμί και ψάρι, καθώς Εκείνος σιγά σιγά τους εισήγε στο πώς να είναι πρόσωπα σ’ αυτόν τον κόσμο και στον μέλλοντα, έναν τρόπο ή μια οδό που κείται πέρα απ’ την ανθρώπινη κατανόηση.
Σαράντα μέρες αργότερα, ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό, επιστρέφοντας στον Πατέρα, παίρνοντας μαζί με την ανθρώπινη φύση και την θεωμένη σάρκα Tου την ανακεφαλαίωση του όλου ανθρώπινου γένους. Αυτή είναι και ήταν πάντα η μαρτυρία της Εκκλησίας. Άρνηση έστω και μέρους αυτής προκειμένου να την καταστήσει προσιτή και κατανοητή μόνο από τον λογικοκρατούμενο ανθρωπισμό, απλώς αντικαθιστά τον Θεό με τον άνθρωπο και συνιστά αποτυχία να κατανοήσουμε την πληρότητα της Οδού, της Αληθείας και της Ζωής του Ιησού Χριστού. Αυτό αναπόφευκτα προκαλεί σύγχυση και μας αφήνει πιο ευάλωτους προς τραγικές αναχωρήσεις από την οδό που οδηγεί στην αιώνια ζωή της Εκκλησίας, η οποία αποτελεί κοινωνία της ανθρώπινης κοινότητας με την θεία ζωή που μας προσφέρεται εν Χριστώ.
Η τοπική μας ενοριακή κοινότητα, ο Ελληνορθόδοξος ναός της Μεταμορφώσεως, ξεκίνησε με έξι Ορθόδοξες οικογένειες –Ρωσικές, Ελληνικές, Αμερικανικές- είτε εκ μεταστροφής είτε εκ παραδόσεως. Δύο χρόνια αργότερα, το 1995, και αφού προστέθηκαν κι άλλες οικογένειες, αποφασίσαμε συναινετικά να επιλέξουμε για την σύναξή μας το όνομα της «αγίας Μεταμορφώσεως», καθώς συμφωνήσαμε ότι η αληθινή ενότητα της Εκκλησίας αναγνωρίζεται όχι από τις αντίστοιχες εθνικότητές μας, αλλά από την σύναξη προσώπων κάθε εθνικότητας εν ονόματι της κοινής πίστεως και αγάπης, προσώπων που αγωνίζονται και λατρεύουν μαζί, με την ελπίδα να μετάσχουν στην μεταμορφωμένη ζωή που χαρίζει ο Χριστός.
Μας παραχωρήθηκε το καθεστώς ιεραποστολικής εκκλησίας το 1995, και τέσσερα χρόνια αργότερα είχαμε αυξηθεί αρκετά ώστε να αγοράσουμε το κτήριο που μας στεγάζει τώρα. Υπό την καθοδήγηση του π. Vasili Bitere, o οποίος ενεργούσε ως εξωτερικός συνεργάτης και ιερεύς μας, αναδιαμορφώσαμε και επεκτείναμε τον ναό με ιδίους κόπους σ’ αυτό που είναι τώρα. Στην 18η επέτειό μας στην συγκεκριμένη τοποθεσία, με χαρά υποδεχθήκαμε και πάλι ανάμεσά μας τον Aurel Onut, εικονογράφο από την Ρουμανία, ο οποίος δούλεψε ακούραστα επί μήνες αγιογραφώντας τον ωραίο τέμπλο μας.
Αν σηκώσετε τα μάτια στην οροφή, μπαίνοντας στον νάρθηκα, θα δείτε την μεγάλη εικόνα, την τελευταία που ιστόρησε. Είναι μια ιδιαίτερη εικόνα, μοναδική ίσως στην Εκκλησία μας. Μια μέρα, όταν ο Μητροπολίτης μας Αλέξιος ήρθε να μας επισκεφθεί και να δει την επέκταση που είχαμε προσθέσει στον νάρθηκα, τον ρώτησα τι είδε και χαρούμενος σχολίασε τις ωραίες εικόνες. Θυμηθήκαμε αυτό που γράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη ότι η Νέα Ιερουσαλήμ θα φωτίζεται από το άκτιστο φως του Αρνίου «και τὰ ἔθνη τῶν σωζωμένων ἐν τῷ φωτὶ αὐτῆς περιπατήσουσι· καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς φέρουσι τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν αὐτῶν εἰς αὐτήν» (24,21). Η Βασιλεία του Θεού θα είναι γεμάτη από την κοινωνία της ετερότητας όλων των εθνών, η μοναδικότητα των οποίων δεν συντρίβεται στο όνομα ενός πολιτισμού, αλλά φωτίζεται και τελειοποιείται από την ταπεινή χάρη του Ζώντος Χριστού, η αγάπη του Οποίου τιμά την ποικιλότητα όλων. Η Ελληνορθόδοξη Εκκλησία είναι στέγη για όλα τα έθνη. Εκείνη τη στιγμή ρώτησα τον Σεβασμιώτατο αν θα μας έδινε την ευλογία του να έχουμε μια εικόνα στην οροφή που να εκφράζει αυτή την πραγματικότητα, απεικονίζοντας όλα τα έθνη να περικυκλώνουν τον Χριστώ όπως στη Νέα Ιερουσαλήμ. Έδωσε την ευλογία του και καλέσαμε τον Aurel για άλλη μια φορά, ώστε να ιστορήσει την πρόσθετη αυτή εικόνα για τον ναό μας. Κοσμεί τώρα την οροφή και μαρτυρεί ότι ο Χριστός συμπεριλαμβάνει όλα τα έθνη και αποτελεί την αληθινή κατοικία τους.
Mετάφραση: Πολυξένη Τσαλίκη
[1] “Here’s the new boss, same as the old boss”, στίχοι από το τραγούδι «Won’t Be Fooled Again” του ροκ συγκροτήματος The Who.
[2] π. Νικόλαος Λουδοβίκος, “Person Instead of Grace”, 687.
[3] π. Γεώργιος Μεταλληνός, Η Οδός.
[4] Butler, Lives of the Saints, 211.
Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος. Εικόνα της Κρητικής Σχολής. Δεύτερο μισό 15ου αι. Φυλάσσεται στο Μουσείο Μπενάκη.
ΝΑ ΚΑΙ ΜΙΑ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ, ΒΑΣΙΣΜΕΝΗ ΣΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ ΜΕ ΝΟΗΜΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου