Συνέχεια από: Τρίτη 17 Σεπτεμβρίου 2024
HEIDEGGERΤου Enrico Berti.
5. Η οικειοποίηση τής πρακτικής φιλοσοφίας τού Αριστοτέλη.
Είδαμε ήδη πώς στην «αναφορά στον Νάτορπ» ο Χάιντεγκερ είχε φανερώσει την πρόθεση να αναπτύξει μία «ερμηνευτική τής πραγματικότητος», τής επάρκειας, ή τής «ιστορικότητος», εννοώντας με την έκφραση αυτή μια κατανόηση τής ανθρώπινης ζωής εννοημένης ουσιωδώς σαν τον τρόπο υπάρξεως τού ανθρώπου (ο τρόπος που είναι ο άνθρωπος). Στα μαθήματα τού 1923, "οντολογία, ερμηνευτική τής ιστορικότητος", αναβαθμίζει αυτό το σχέδιο σαν «οντολογία τής ανθρώπινης ζωής». Αρχίζοντας έτσι και τήν αποδέσμευση του και τήν χειραφέτησή του από τον Χούσσερλ, κάτι που τονίσθηκε ιδιαιτέρως κατά την περίοδο του Μαρβούργου, μέχρις ότου ολοκληρωθεί στο "Είναι και χρόνος"! Το νόημα αυτής τής απομακρύνσεως πρέπει να αναζητηθεί σε μία επίμονη και διαρκή προσήλωση τού Χάϊντεγκερ στον Αριστοτέλη, παρά την «καταστροφή» που επιχείρησε τής αριστοτελικής μεταφυσικής, δηλαδή σε μία επίμονη πρόθεση να εννοήσει την φιλοσοφία σαν οντολογία! Την ύπαρξη σαν πράξη!
Στα μαθήματα τών ετών του ’20 λοιπόν, η φαινομενολογία του Χούσσερλ κατευθύνθηκε όλο και πιο πολύ προς μία μορφή υπερβατικού ιδεαλισμού, όπου το υποκείμενο τής φαινομενολογικής ανάλυσης, κατενοείτο σαν μία υπερβατική υποκειμενικότης, το αντικείμενο σαν μία αντικειμενικότης δομημένη από καθαρές ουσίες και η σχέση ανάμεσα σε υποκείμενο και αντικείμενο σαν μία σχέση καθαρά θεωρητική, ακριβέστατα επιστημονική, όπου κάθε μορφή του Είναι, τόσο του υποκειμένου όσο και του αντικειμένου, τοποθετείτο σε παρένθεση (Εποχή). Ο Χάιντεγκερ όμως στάθηκε μόνον στις Λογικές έρευνες, απορρίπτοντας τις περαιτέρω προόδους της φαινομενολογίας του Χούσσερλ, εφαρμόζοντας όμως εκείνη την μέθοδο στο Είναι του ανθρώπου, δηλαδή στο Είναι-παρόν (Dasein) στην ύπαρξη. Μ’αυτόν τον τρόπο επεξεργάσθη την υπαρξιακή αναλυτική τού Είναι και χρόνος, δηλαδή την «θεμελιώδη οντολογία", εννοημένη σαν «μεταφυσική τού πεπερασμένου», τού βιβλίου πάνω στον Κάντ.
Σ’αυτή την προοπτική το μέρος τής φιλοσοφίας τού Αριστοτέλη το οποίο μπορούσε να του χρησιμεύσει περισσότερο δεν ήταν βεβαίως η μεταφυσική, την οποία είχε ήδη ερμηνεύσει ο Χάιντεγκερ σαν οντολογία τού Είναι-προϊόν, ή του υπέρτατου όντος (δηλαδή σαν φυσική Θεολογία), ή του Είναι-αλήθεια εννοημένου απλώς σαν Είναι-παρόν, αλλά η πρακτική φιλοσοφία, δηλαδή η διάκριση ανάμεσα στους θεμελιώδεις τρόπους του Είναι του ανθρώπου και τις μορφές τής γνώσεως που αντιστοιχούν σ’αυτές, η θεωρία της οποίας ανεπτύχθη στην Ηθική Νικομάχεια. Σ’αυτό το έργο, όπως είδαμε, ο Χάιντεγκερ είχε ήδη επικεντρώσει την προσοχή του ήδη στην αναφορά στον Natorp. Σ’αυτή επέστρεψε στα μαθήματα του χειμερινού εξαμήνου 1924-25, αφιερωμένα στον Σοφιστή του Πλάτωνος- τού οποίου το πρώτο μέρος κινήθηκε γύρω από αυτό το έργο τού Αριστοτέλη και ιδιαιτέρως στην σειρά των διανοητικών συνηθειών οι οποίες εξετάζονται στο βιβλίο VI, αφού είχε ήδη αφιερώσει μία σειρά μαθημάτων στο καλοκαιρινό εξάμηνο του 1924, στην Ρητορική, πάντοτε τού Αριστοτέλη, και συγκεκριμένα στο βιβλίο ΙΙ, το οποίο περιέχει την θεωρία των παθών, η οποία ανήκει και αυτή, κατά κάποια σημασία, στην πρακτική φιλοσοφία!
Αλλά το έργο στο οποίο είναι συστηματική, και μαζική, παρότι σιωπηλή, η αναφορά στον Αριστοτέλη, μάλιστα δε «η λαίμαργη οικειοποίηση» όπως ελέχθη, είναι το "Είναι και Χρόνος", το οποίο είναι το αποτέλεσμα των μαθημάτων του Μαρβούργου ανάμεσα στο 1924 και το 1926. Θα περιοριστούμε λοιπόν στην αναφορά μας σ’αυτό το έργο, ακολουθώντας το υπόδειγμα των ερευνών τού Volpi, οι οποίες είναι οι πληρέστερες μέχρι σήμερα! Αυτός λοιπόν σημειώνει πάνω απ’όλα την αντιστοιχία ανάμεσα σε μερικούς όρους που χρησιμοποιεί ο Χάιντεγκερ για να δείξει τους θεμελιώδεις τρόπους τού Είναι τού ανθρώπου στην αναφορά τους στον κόσμο και την γνωστή αριστοτελική διάκριση ανάμεσα στις ανθρώπινες δραστηριότητες : Πρόκειται για τον όρο Vorhandenheit ( διαθεσιμότητα, διάθεση), του Zuhandenheit (είς χείρας, δώρο, τάλαντο ) και του Dasein, οι οποίοι σύμφωνα με τον Volpi αντιστοιχούν στην θεωρία, εννοημένη σαν θεωρητική στάση, δηλαδή καθαρή γνωσιολογική, στην ποίηση, εννοημένη σαν δραστηριότητα, η οποία έχει το τέλος της στο κατασκευασθέν προϊόν, και στην πράξη, εννοημένη σαν δραστηριότητα η οποία έχει εις εαυτήν τον σκοπό της!
Όσον αφορά την Vorhandenheit, η οποία δείχνει την «απλή παρουσία» κάτω από το χέρι, του χεριού μας, πρόκειται για την κατά γράμμα ερμηνεία της εκφράσεως που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης για να δείξει τα πράγματα τα οποία προξένησαν κατ’αρχάς τον θαυμασμό στους ανθρώπους, μία βασική έκφραση της θεωρίας : τα πρόχειρα δηλαδή τα πράγματα τα οποία είναι του χεριού μας». (Μετφ. 982 b 12-13). Η Zuhandenheit, δηλαδή η «χρησιμότης», δείχνει το χαρακτηριστικό των «προϊόντων», το αποτέλεσμα της κατεργασίας, της κατασκευής των πραγμάτων εκ μέρους του ανθρώπου, η οποία εκφράζεται ακριβώς στην παραγωγή. Ήδη όμως εδώ ο Χάιντεγκερ απομακρύνεται από τον Αριστοτέλη, διότι κατά την κρίση του η θεωρητική στάση προέρχεται από την ποιητική συμπεριφορά με την έννοια ότι ο άνθρωπος, χρησιμοποιώντας ή μεριμνώντας για ένα χρήσιμο μέσον, καταλήγει να το υπολογίσει σαν απλώς παρόν ή με την σημασία ότι η επιστήμη γεννάται πάντοτε από μια τάση χρησιμοποιήσεως των πραγμάτων. Είναι γνωστό όμως ότι για τον Αριστοτέλη η θεωρητική στάση είναι ανώτερη από την ποιητική, διότι είναι τελείως αδιάφορη, αποστασιοποιημένη, ελεύθερη, αυτοτελής. Εδώ ο Χάιντεγκερ εφαρμόζει στην αριστοτελική θεωρία τους χαρακτήρες της μοντέρνας επιστήμης, η οποία είναι εντελώς διαφορετική.
Όσον αφορά το Dasein, η αντιστοιχία του με την πράξη συμπεραίνεται πάνω απ’όλα από τον χαρακτήρα τού Ενός «έχω να είμαι» ή «έχω το Είναι», ή «οφείλω το Είναι», το οποίο δείχνει κατ’ουσίαν δυνατότητα, προγραμματισμό, προβολή προς το μέλλον και έπειτα από το Είναι τού «αυτό εν όψει του οποίου» (Worumwillen)! Υπάρχει επί πλέον μία καθαρή βεβαίωση του Χάιντεγκερ, σύμφωνα με την οποία « η ύπαρξη είναι πράξη», η οποία αντιστοιχεί εντελώς στην αριστοτελική θέση σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη ζωή είναι πράξις, όχι ποίησις. Ακόμη και εδώ όμως ο Χάιντεγκερ απομακρύνεται από τον Αριστοτέλη, τόσο λόγω του γεγονότος ότι αποδίδει στο Dasein δηλαδή στην πράξη, το πρωτείο σε όλους τους άλλους τρόπους του, τού όλου ανθρώπου, όσο γενικώς λόγω του γεγονότος ότι εννοεί αυτούς τους τρόπους όχι σαν απλές διαθέσεις της ψυχής ή δραστηριότητες, όπως είναι η περίπτωση του Αριστοτέλη, αλλά σαν αληθινούς και πραγματικούς προσδιορισμούς οντολογικούς. Ενώ στον Αριστοτέλη δηλαδή η πρακτική φιλοσοφία είναι μόνον ένα μέρος και μάλιστα ούτε το πιο σπουδαίο της φιλοσοφίας για τον Χάιντεγκερ αυτή καλύπτει πλήρως την κατανόηση και την σύσταση του Dasein, δηλαδή είναι αυτή η ίδια η θεμελιώδης οντολογία!
Συνεχίζεται
Εν αρχή ήν η πράξη. Καί η πράξη ήν πρός τόν θεό καί θεός ήν η πράξη.
ΓΚΑΙΤΕ. Η ανακεφαλαίωση τού Γερμανικού Ιδεαλισμού.
Η πράξη πού στοιχειώνει τούς αντιοικουμενιστές καί τούς οικουμενιστές.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ; ΡΩΤΟΥΣΕ Ο ΛΕΝΙΝ. ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΜΠΡΟΣ ΔΥΟ ΒΗΜΑΤΑ ΠΙΣΩ.
Ο Γιανναράς έφυγε από τήν ηθικολογία τών οργανώσεων καί αφούπέρασε σάν σίφουνας από τήν δεοντολογία τού Κάντ, κατέληξε στήν αγκαλιά τού Χάιντεγκερ ο οποίος αναβάθμισε τήν πράξη, στό πεπερασμένο, σέ θεμελιώδη οντολογία τού ανθρώπου. Καί κηρύττει πιά τήν ανυπαρξία ψυχής.
ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΟΙ ΑΝΑΡΩΤΙΟΥΝΤΑΙ. ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ; ΑΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΙΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ!!! ΑΣ ΠΕΣΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΜΕΛΑΝΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΓΚΡΕΜΟ.
Στα μαθήματα τών ετών του ’20 λοιπόν, η φαινομενολογία του Χούσσερλ κατευθύνθηκε όλο και πιο πολύ προς μία μορφή υπερβατικού ιδεαλισμού, όπου το υποκείμενο τής φαινομενολογικής ανάλυσης, κατενοείτο σαν μία υπερβατική υποκειμενικότης, το αντικείμενο σαν μία αντικειμενικότης δομημένη από καθαρές ουσίες και η σχέση ανάμεσα σε υποκείμενο και αντικείμενο σαν μία σχέση καθαρά θεωρητική, ακριβέστατα επιστημονική, όπου κάθε μορφή του Είναι, τόσο του υποκειμένου όσο και του αντικειμένου, τοποθετείτο σε παρένθεση (Εποχή). Ο Χάιντεγκερ όμως στάθηκε μόνον στις Λογικές έρευνες, απορρίπτοντας τις περαιτέρω προόδους της φαινομενολογίας του Χούσσερλ, εφαρμόζοντας όμως εκείνη την μέθοδο στο Είναι του ανθρώπου, δηλαδή στο Είναι-παρόν (Dasein) στην ύπαρξη. Μ’αυτόν τον τρόπο επεξεργάσθη την υπαρξιακή αναλυτική τού Είναι και χρόνος, δηλαδή την «θεμελιώδη οντολογία", εννοημένη σαν «μεταφυσική τού πεπερασμένου», τού βιβλίου πάνω στον Κάντ.
Σ’αυτή την προοπτική το μέρος τής φιλοσοφίας τού Αριστοτέλη το οποίο μπορούσε να του χρησιμεύσει περισσότερο δεν ήταν βεβαίως η μεταφυσική, την οποία είχε ήδη ερμηνεύσει ο Χάιντεγκερ σαν οντολογία τού Είναι-προϊόν, ή του υπέρτατου όντος (δηλαδή σαν φυσική Θεολογία), ή του Είναι-αλήθεια εννοημένου απλώς σαν Είναι-παρόν, αλλά η πρακτική φιλοσοφία, δηλαδή η διάκριση ανάμεσα στους θεμελιώδεις τρόπους του Είναι του ανθρώπου και τις μορφές τής γνώσεως που αντιστοιχούν σ’αυτές, η θεωρία της οποίας ανεπτύχθη στην Ηθική Νικομάχεια. Σ’αυτό το έργο, όπως είδαμε, ο Χάιντεγκερ είχε ήδη επικεντρώσει την προσοχή του ήδη στην αναφορά στον Natorp. Σ’αυτή επέστρεψε στα μαθήματα του χειμερινού εξαμήνου 1924-25, αφιερωμένα στον Σοφιστή του Πλάτωνος- τού οποίου το πρώτο μέρος κινήθηκε γύρω από αυτό το έργο τού Αριστοτέλη και ιδιαιτέρως στην σειρά των διανοητικών συνηθειών οι οποίες εξετάζονται στο βιβλίο VI, αφού είχε ήδη αφιερώσει μία σειρά μαθημάτων στο καλοκαιρινό εξάμηνο του 1924, στην Ρητορική, πάντοτε τού Αριστοτέλη, και συγκεκριμένα στο βιβλίο ΙΙ, το οποίο περιέχει την θεωρία των παθών, η οποία ανήκει και αυτή, κατά κάποια σημασία, στην πρακτική φιλοσοφία!
Αλλά το έργο στο οποίο είναι συστηματική, και μαζική, παρότι σιωπηλή, η αναφορά στον Αριστοτέλη, μάλιστα δε «η λαίμαργη οικειοποίηση» όπως ελέχθη, είναι το "Είναι και Χρόνος", το οποίο είναι το αποτέλεσμα των μαθημάτων του Μαρβούργου ανάμεσα στο 1924 και το 1926. Θα περιοριστούμε λοιπόν στην αναφορά μας σ’αυτό το έργο, ακολουθώντας το υπόδειγμα των ερευνών τού Volpi, οι οποίες είναι οι πληρέστερες μέχρι σήμερα! Αυτός λοιπόν σημειώνει πάνω απ’όλα την αντιστοιχία ανάμεσα σε μερικούς όρους που χρησιμοποιεί ο Χάιντεγκερ για να δείξει τους θεμελιώδεις τρόπους τού Είναι τού ανθρώπου στην αναφορά τους στον κόσμο και την γνωστή αριστοτελική διάκριση ανάμεσα στις ανθρώπινες δραστηριότητες : Πρόκειται για τον όρο Vorhandenheit ( διαθεσιμότητα, διάθεση), του Zuhandenheit (είς χείρας, δώρο, τάλαντο ) και του Dasein, οι οποίοι σύμφωνα με τον Volpi αντιστοιχούν στην θεωρία, εννοημένη σαν θεωρητική στάση, δηλαδή καθαρή γνωσιολογική, στην ποίηση, εννοημένη σαν δραστηριότητα, η οποία έχει το τέλος της στο κατασκευασθέν προϊόν, και στην πράξη, εννοημένη σαν δραστηριότητα η οποία έχει εις εαυτήν τον σκοπό της!
Όσον αφορά την Vorhandenheit, η οποία δείχνει την «απλή παρουσία» κάτω από το χέρι, του χεριού μας, πρόκειται για την κατά γράμμα ερμηνεία της εκφράσεως που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης για να δείξει τα πράγματα τα οποία προξένησαν κατ’αρχάς τον θαυμασμό στους ανθρώπους, μία βασική έκφραση της θεωρίας : τα πρόχειρα δηλαδή τα πράγματα τα οποία είναι του χεριού μας». (Μετφ. 982 b 12-13). Η Zuhandenheit, δηλαδή η «χρησιμότης», δείχνει το χαρακτηριστικό των «προϊόντων», το αποτέλεσμα της κατεργασίας, της κατασκευής των πραγμάτων εκ μέρους του ανθρώπου, η οποία εκφράζεται ακριβώς στην παραγωγή. Ήδη όμως εδώ ο Χάιντεγκερ απομακρύνεται από τον Αριστοτέλη, διότι κατά την κρίση του η θεωρητική στάση προέρχεται από την ποιητική συμπεριφορά με την έννοια ότι ο άνθρωπος, χρησιμοποιώντας ή μεριμνώντας για ένα χρήσιμο μέσον, καταλήγει να το υπολογίσει σαν απλώς παρόν ή με την σημασία ότι η επιστήμη γεννάται πάντοτε από μια τάση χρησιμοποιήσεως των πραγμάτων. Είναι γνωστό όμως ότι για τον Αριστοτέλη η θεωρητική στάση είναι ανώτερη από την ποιητική, διότι είναι τελείως αδιάφορη, αποστασιοποιημένη, ελεύθερη, αυτοτελής. Εδώ ο Χάιντεγκερ εφαρμόζει στην αριστοτελική θεωρία τους χαρακτήρες της μοντέρνας επιστήμης, η οποία είναι εντελώς διαφορετική.
Όσον αφορά το Dasein, η αντιστοιχία του με την πράξη συμπεραίνεται πάνω απ’όλα από τον χαρακτήρα τού Ενός «έχω να είμαι» ή «έχω το Είναι», ή «οφείλω το Είναι», το οποίο δείχνει κατ’ουσίαν δυνατότητα, προγραμματισμό, προβολή προς το μέλλον και έπειτα από το Είναι τού «αυτό εν όψει του οποίου» (Worumwillen)! Υπάρχει επί πλέον μία καθαρή βεβαίωση του Χάιντεγκερ, σύμφωνα με την οποία « η ύπαρξη είναι πράξη», η οποία αντιστοιχεί εντελώς στην αριστοτελική θέση σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη ζωή είναι πράξις, όχι ποίησις. Ακόμη και εδώ όμως ο Χάιντεγκερ απομακρύνεται από τον Αριστοτέλη, τόσο λόγω του γεγονότος ότι αποδίδει στο Dasein δηλαδή στην πράξη, το πρωτείο σε όλους τους άλλους τρόπους του, τού όλου ανθρώπου, όσο γενικώς λόγω του γεγονότος ότι εννοεί αυτούς τους τρόπους όχι σαν απλές διαθέσεις της ψυχής ή δραστηριότητες, όπως είναι η περίπτωση του Αριστοτέλη, αλλά σαν αληθινούς και πραγματικούς προσδιορισμούς οντολογικούς. Ενώ στον Αριστοτέλη δηλαδή η πρακτική φιλοσοφία είναι μόνον ένα μέρος και μάλιστα ούτε το πιο σπουδαίο της φιλοσοφίας για τον Χάιντεγκερ αυτή καλύπτει πλήρως την κατανόηση και την σύσταση του Dasein, δηλαδή είναι αυτή η ίδια η θεμελιώδης οντολογία!
Συνεχίζεται
Εν αρχή ήν η πράξη. Καί η πράξη ήν πρός τόν θεό καί θεός ήν η πράξη.
ΓΚΑΙΤΕ. Η ανακεφαλαίωση τού Γερμανικού Ιδεαλισμού.
Η πράξη πού στοιχειώνει τούς αντιοικουμενιστές καί τούς οικουμενιστές.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ; ΡΩΤΟΥΣΕ Ο ΛΕΝΙΝ. ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΜΠΡΟΣ ΔΥΟ ΒΗΜΑΤΑ ΠΙΣΩ.
Ο Γιανναράς έφυγε από τήν ηθικολογία τών οργανώσεων καί αφούπέρασε σάν σίφουνας από τήν δεοντολογία τού Κάντ, κατέληξε στήν αγκαλιά τού Χάιντεγκερ ο οποίος αναβάθμισε τήν πράξη, στό πεπερασμένο, σέ θεμελιώδη οντολογία τού ανθρώπου. Καί κηρύττει πιά τήν ανυπαρξία ψυχής.
ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΟΡΓΑΝΩΣΙΑΚΟΙ ΑΝΑΡΩΤΙΟΥΝΤΑΙ. ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ; ΑΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΜΙΑ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ!!! ΑΣ ΠΕΣΟΥΜΕ ΣΤΟΝ ΜΕΛΑΝΑ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΓΚΡΕΜΟ.
Αμέθυστος.
1 σχόλιο:
Μια ερώτηση το τελικά ο Hidegger προσχώρησε στον απάνθρωπο Βουδισμό;
Δημοσίευση σχολίου