Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025

Τι είναι ένα ανθρώπινο ον; Θεολογία, νευροβιολογία του ασυνειδήτου και τεχνητή νοημοσύνη

Απομαγνητοφώνηση της ομιλίας του π. Ν. Λουδοβίκου

Τι είναι ένα ανθρώπινο ον; Θεολογία, νευροβιολογία του ασυνειδήτου και τεχνητή νοημοσύνη


Από τις εργασίες του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου με τον τίτλο «ΜΕΤΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ (PHAICON 2024)» που διοργανώνει το Ινστιτούτο «Άγιος Μάξιμος ο Γραικός» σε συνεργασία με το Γραφείο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

https://www.youtube.com/watch?v=MQAM7b1CFVM&list=PLCjT9ILXi93w-AW5LYulHmkpZFlEgCbnI&index=7


Θα επιχειρήσουμε μερικές εισαγωγικές, θεολογικές και ανθρωπολογικές διευκρινήσεις, οι οποίες τίθενται ακριβώς ξανά σήμερα, λόγω αυτής της παρεμβολής της τεχνητής νοημοσύνης. Ας σημειωθεί ωστόσο, ότι κάποια από τα προβλήματα αυτά, τα ερωτήματα αυτά, τίθενται εκ παραλλήλου λόγω της εκπληκτικής προόδου της νευροβιολογίας στην εποχή μας. Θα περιγράψουμε συνοπτικά τα ερωτήματα αυτά, και θα επιχειρήσουμε κάποιες θεολογικές απαντήσεις. Ας σημειωθεί δε εκ προοιμίου, ότι η νευροβιολογία κατανοημένη σωστά, μπορεί να αποτελέσει ένα είδος φυσικού συμμάχου για τη θεολογία σήμερα. Τρία πρώτα οφέλη ή ανθρωπολογικά δεδομένα, τα οποίο μπορεί η θεολογία να αποκομίσει, από τη σημερινή νευροβιολογία. Το πρώτο αφορά στο απολύτως αποδεδειγμένα οντολογικά ψυχοσωματικό χαρακτήρα του ανθρώπου. Το δεύτερο αφορά στη δυνατότητα ενός βαθύτερου ορισμού της ψυχής, ο οποίος μπορεί να ξεκαθαρίσει και να επεκτείνει κάποιες από τις πιο τολμηρές πατερικές ενοράσεις, και το τρίτο αφορά στην κατάδειξη της θεμελιώδους σημασίας του ασυνειδήτου. Τη βιολογική, και όχι απλώς στη σημαντικά ασαφή ψυχολογική του μορφή για τον ορισμό του ανθρώπινου. Ένα τέταρτο όφελος, σχετίζεται με το νευροβιολογικό φαινόμενο της μεταναπαράστασης, το οποίο θα εξηγήσουμε, και το οποίο αποτελεί τον κατ’ εξοχήν ανθρώπινο τρόπο γνωσιολογικής προσέγγισης της πραγματικότητας.

Για να κατανοήσουμε το πρώτο δεδομένο, αρκεί να εξετάσουμε ως παράδειγμα, με τα σημερινά νευροβιολογικά πορίσματα, τα δυο αντίθετα γνωσιολογικά συστήματα της αρχαίας φιλοσοφίας. Αυτό του Πλάτωνα και αυτό του Αριστοτέλη. Ως γνωστό, για τον πρώτο είναι γνώση ανάμνηση πραγμάτων που η ψυχή είχε ήδη πριν από την κάθοδο της στο σώμα, στον λεγόμενο υπερουράνιο τόπο. Είναι δηλαδή προγενέστερη της εμπειρίας, και εγγράφεται πάνω στον χάρτη της ανθρώπινης συνείδησης. Για τον δεύτερο, τον Αριστοτέλη αντιθέτως, είναι εμπειρική η γνώση, προερχόμενη από το συσχετισμό εμπειρίας-εννοιών και πρώτων αρχών, τις οποίες κατανοεί ο νους. Με τα σημερινά δεδομένα, όπως παρατηρούν οι ειδικοί, η γενική ικανότητα του εγκεφάλου να δημιουργεί αναπαραστάσεις του εξωτερικού χώρου, είναι εγγενής, γεγονός που συνάδει με την έννοια της tabula inscripta κατά τον Πλάτωνα. Το ότι οι συγκεκριμένοι χάρτες δημιουργούνται ως αποτέλεσμα της εμπειρίας βρίσκεται όμως σε συμφωνία με τον Αριστοτέλη. Ειδικότερα, η θέση του Πλάτωνα αντανακλά την ύπαρξη νευρωνικών κυκλωμάτων, καθώς και την ύπαρξη εγγενών πληροφοριών, οι οποίες είναι γενετικά κωδικοποιημένες στην τοπολογία αυτών των κυκλωμάτων, ενώ οι θέσεις του Αριστοτέλη, οι αλλαγές που συμβαίνουν στις συνάψεις μεταξύ των νευρώνων. Έτσι παρατηρούμε πως προσφέρεται μια καθαρώς βιολογική βάση σε διαδικασίας θεωρούμενες παλαιόθεν κυρίως ή εν μέρει ως ψυχικές. Ένα δεύτερο τυχαίο παράδειγμα από τη νευροφυσιολογία. Στο κάτω βρεγματικό λοβίο συναντούμε την υπερχείλια έλικα, από την οποία εξαρτάται η ικανότητα νοητικής αφαίρεσης, και την γωνιώδη έλικα, η οποία ευθύνεται για τη δημιουργική χρήση εργαλείων. Τυχόν καταστροφή της οδηγεί στην λεγόμενη απραξία, την ανικανότητα χρήσης οποιουδήποτε εργαλείου. Και οι δυο αυτές δραστηριότητες, θα εθεωρούντο, από τον Ντεκάρτ για παράδειγμα, μαζί με την κατασκευή λέξεων και σκέψεως, ψυχικές και μόνο. Πράγμα που σήμερα γνωρίζουμε ότι είναι ψευδές. Η απώλεια κάποιου τμήματος του εγκεφάλου (σημ.: οι μεγαλύτερες και πολυπληθέστερες απώλειες τμήματος-τμημάτων του εγκεφάλου προκλήθηκαν κατά τον Β’ΠΠ. Για τον λόγο αυτό, η νευροβιολογία αναπτύχθηκε ραγδαία κατά και μετά τον Β’ΠΠ.), σημαίνει απώλεια μέρους των νοητικών ικανοτήτων. Όπως και η τεχνητή διέγερση ή καταστροφή κάποιων εγκεφαλικών περιοχών προκαλεί τη γένεση παράξενων συμπεριφορών και εμπειριών. Φαινόμενα τα οποία μέχρι πρότινος ταξινομούνταν ως ψυχοπάθειες, ενώ είναι εγκεφαλονευρολογικές παθήσεις, της περίφημης υστερίας, που αποτέλεσε την απαρχή των φροϋδικών ερευνών, συμπεριλαμβανομένης. Από την άλλη, για να συνεχίσουμε τα παραδείγματα, για τη γένεση των καθημερινών ιδεολογιών και ψευδοφιλοσοφιών, οφείλεται όχι σε ψυχική επιλογή, αλλά πρωτίστως στην ισχυρή νευροβιολογική τάση του εγκεφάλου να γενικεύει, έστω και με ανεπαρκή δεδομένα, προκειμένου να ερμηνεύσει οπωσδήποτε την πραγματικότητα, κάτι που οι ειδικοί ονομάζουν εγκεφαλική μυθοπλασία. Αυτά και άλλα πολλά παραδείγματα, αποδεικνύουν πως η σωματικότητα είναι απόλυτα οντολογική κατηγορία για τον άνθρωπο, όπως ακριβώς η θεολογία ενός Μάξιμου Ομολογητή, Ιωάννου Δαμασκηνού, Γρηγορίου Παλαμά και Θωμά Ακινάτη θα ήθελε, αλλά και θέτουν το ζήτημα της σχέσης θεωρούμενης ως άυλης ψυχή και σώματος ή εγκεφάλου. Επιτακτικότερα. Μπορούμε να κωδικοποιήσουμε τα υπάρξαντα μοντέλα της σχέσης αυτής σε οκτώ. Πρώτο, ο δυισμός, η ανεξάρτητη ύπαρξη των δυο, θεωρούμενων ως παντελώς διάφορων μεταξύ τους. Δεύτερο, η θεωρία της αλληλεπίδρασης μεταξύ τους. Τρίτο, η θεωρία του παραλληλισμού μεταξύ τους, της εναρμόνισης, σαν δυο ρολόγια, που δείχνουν την ίδια ώρα, χωρίς το ένα να επηρεάζει το άλλο. Τέταρτο, ο μονισμός, η θεωρία πως μια και μόνη ουσία υπάρχει, ονομαζόμενη πότε υλική και πότε ψυχική. Πέμπτο, ο υλισμός, η πλήρης ανυπαρξία της ψυχής. Έκτο, ο απόλυτος υποκειμενικός ιδεαλισμός, όπου μόνο η ψυχή υπάρχει, ενώ ο φυσικός κόσμος απλώς αποτελεί δική της σκέψη και αναπαράσταση. Έβδομο, η θεωρία της ταυτότητας, όπου, ψυχή και εγκεφαλική λειτουργία είναι το ίδιο πράγμα. Όγδοο τέλος, είναι η θεωρία της προκύπτουσας ιδιότητας, emergent property posion, σύμφωνα με την οποία η ψυχή προκύπτει ως μια νέα ιδιότητα της ύλης, όταν αυτή η τελευταία φάση φτάσει σε ένα υψηλό σημείο αυτοοργάνωσης. Το πρόβλημα είναι, πως σε κανένα απολύτως από τα παραπάνω μοντέλα, η ύπαρξη ψυχής δεν μπορεί να αποδειχθεί ως αναγκαία. Με αποτέλεσμα, η ύπαρξη της να τίθεται, όπως παραπονούνται οι νευροβιολόγοι, αξιωματικά και αυθαίρετα. Η χρησιμότητα της δεν προκύπτει κατ’ αυτούς από κάποια αδήριτη νευροβιολογική αναγκαιότητα. Προσωπικά όμως νομίζω, ότι η βάση για μια πειστική λύση σ’ αυτό το πρόβλημα, βρίσκεται στη διάκριση μεταξύ ψυχικού, φυσικού και ζωτικού, την οποία επιχειρεί ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός για παράδειγμα. Είναι σημαντικό, πως ενώ θεωρεί τις φυσικές και ζωτικές δυνάμεις του ανθρώπου, όπως είναι η θρεπτική, η αυξητική, η σπερματική, η καρδιονευρική και λοιπά, ως απροαιρέτους, δηλαδή ασυνείδητες, θα χρειαστεί να επιστρέψουμε σ’ αυτό, θεωρεί τις ψυχικές ως κατά προαίρεση. Τις ταυτίζει δηλαδή απολύτως με την ελευθερία. Η ουσία της ψυχικότητας, είναι λοιπόν η πλήρης θεοειδής στην κυριολεξία (8:29, ακατανόητη λέξη) …παράδοση, ελευθερία, αυτοδιάθεση και κίνησις, ως ουσία ακριβώς της λογικότητας. Πρόκειται δηλαδή για το αυτεξούσιο, όπως θα εξηγήσει σε άλλο σημείο, διότι ο άνθρωπος, λέει ο Δαμασκηνός, λογικός ων, άγει μάλλον την φύσιν, είπερ άγεται. Διό και ορεγόμενος, είπερ εθέλει, εξουσίαν έχει αναχαιτήσαι την όρεξιν, ή ακολουθήσαι αυτήν. Μπορεί να αναχαιτίσει την όρεξη του, το μόνο ον που μπορεί να αναχαιτίσει την όρεξη του. Αυτή η απόλυτη διάκριση, η απόλυτη δυνατότητα διαφοροποίησης από ή και εναντίωσης προς το φυσικό και το ζωικό, αποτελεί λοιπόν το σημείο και τον τρόπο εμφάνισης της ψυχής. Και σ’ αυτό, σε μια εκκοσμικευμένη βέβαια εκδοχή, ο Δαμασκηνός θα βρει συμμάχους και σε σημαντικούς νεότερους στοχαστές, όπως είναι ο Popper, ο (ακατανόητο), ο Καστοριάδης. Και δεν εννοούμε ελευθερία από τη φύση, όπως η πλατωνίζουσα φαντασία μας ονειρεύεται, αλλά ελευθερία της φύσης, της ίδιας, καθώς αυτή άγεται από την ελευθερία της ψυχής. Η ψυχή ελευθερώνει την φύση, η οποία ψυχή, κατά την πατερική παράδοση, την οποία πάλι συνοψίζει ο Δαμασκηνός, λέγεται καταχρηστικά μόνο άυλη. Συγκρινόμενη προς την της ύλης παχύτητα. Μόνο γαρ το θείον άυλον και ασώματον. Είναι υλική η ψυχή, έτσι. Συνεπώς στα πλαίσια της πατερικής θεολογίας, δεν τίθεται το γνωστό ερώτημα, που με τόση επιμέλεια θέτει ο Ντεκάρτ ή ο Leibniz, και το επαναλαμβάνουν οι νευροβιολόγοι, μέχρι σήμερα παραπονούμενοι, περί του πως δήθεν μια άυλη ουσία, όπως είναι η ψυχή, αλληλεπιδρά πάνω στο υλικό σώμα. Εφόσον η ψυχή είναι κατά τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, πνεύμα λεπτόσωμον, δε3ν έχει δυσκολία να κοινωνεί με το υλικό σώμα. Δηλαδή η ψυχή είναι η κλήση της ύπαρξης, σε ένα διαρκές, και γι’ αυτό τελικά θεοειδές νόημα. Και μάλιστα ένα νόημα ελάχιστα ιδιωτικό, αφού αφορά ανυπερθέτως και όλους του άλλους. Παραγόμενο μάλιστα μαζί τους, ως κοινή, όπως το λέω εγώ, διεννοημάτωση, παραγωγή νοήματος των πάντων. Μια διαδικασία διαλογικής αμοιβαιότητας, που παρέχει μια εσχατολογική αναλογική ταυτότητα στα υποκείμενα, κατά συνεργητική μετοχή βεβαίως, και εν Χριστώ. (10:54)

Συνεχίζεται


Ο ΦΡΟΥΝΤ ΚΑΙ Η ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΥ ΤΟΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΤΑΥΤΙΣΕ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ. Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΤΑ ΣΥΜΠΛΕΓΜΑΤΑ. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΕΣ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ ΟΝ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΝΑΧΑΙΤΙΣΕΙ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ. ΕΑΝ ΤΑΥΤΙΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΛΕΞΗ ΟΡΕΞΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΟΠΩΣ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ Η ΦΥΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΡΕΥΝΗΣΑΝ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ, ΦΥΣΕΙ ΟΡΕΓΕΤΑΙ ΤΟΥ ΕΙΔΕΝΑΙ, Η ΟΡΕΞΗ ΓΙΑ ΓΝΩΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΟΔΗΓΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΤΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑ, ΕΞΟΣΤΡΑΚΙΖΕΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΑΝ ΖΩΟΝ ΔΙΠΟΔΟ. ΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ ΔΕΝ ΑΣΧΟΛΗΘΗΚΑΝ ΜΕ ΤΟΝ ΝΑΡΚΙΣΣΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ ΠΑΡΑ ΜΟΝΟΝ ΜΕ ΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΣΤΗΝ ΣΟΦΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΡΗΤΟΡΙΚΗ, ΣΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ. ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΔΙΔΑΞΑΝ ΟΤΙ Η ΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΟΠΛΑΣΤΩΝ ΠΡΟΗΛΘΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΚΟΠΟΥ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ, ΣΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ. ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΟΣΦΕΡΕΙ Ο ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ. ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΕΝΟ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ: "Για τον δεύτερο, τον Αριστοτέλη αντιθέτως, είναι εμπειρική η γνώση, προερχόμενη από το συσχετισμό εμπειρίας-εννοιών και πρώτων αρχών, τις οποίες κατανοεί ο νους." Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΣ, Η ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΝΟΗΜΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΝΟΥΣ ΟΠΩΣ ΘΑ ΔΟΥΜΕ!!!

Ψυχή Αγέννητος- Άγιος Μάξιμος ο ομολογητής.

“Πεύσεις και αποκρίσεις”, τόμος 14Α, εκδόσεις Μερετάκη, Ερώτησις 104, Απόκρισις:

«Η ψυχή, νους υπάρχουσα κατά την δύναμιν αυτής, έχει ως αγέννητον εαυτήν, εαυτώ γεννώντα γεννητώς, ως είναι τον λόγον τον εν τω νω και εκ του νου γεννώμενον άλλον αυτώ εκείνο τον γεννώντα νουν μετά της κατά την γέννησιν ιδιότητος της μηδαμώς δεχομένης αντιστροφήν.

Διότι άφετον και απλούν κατά την ουσίαν η μόνον το Θείον, τα δε άλλα πάντα, όσα μετά Θεόν και εκ Θεού το είναι έχει, εξ ουσίας και ποιότητος ήτουν δυνάμεως είναι, τουτέστιν εξ ουσίας και συμβεβηκότος.

Αυτός ουν ο λόγος ο ούτω και ων και γεννώμενος, της υπουργού φύσεως την φωνήν λαμβάνων, προφέρεται και γεννά λόγον εν άλλω νοί, διά της του δεχομένου ακοής τω νω παραπεμπόμενος.»
ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΟΛΟΙ ΓΕΝΝΗΤΩΣ ΝΟΥ ΑΛΛΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΟΥΝ ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΄

 

Γιατὶ ὁ λόγος ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ γνώση τῶν θείων εἶναι διπλή· ἡ σχετική, ποὺ βρίσκεται μόνο στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες καὶ ποὺ δὲν ἔχει κατὰ τὴν πράξη μὲ τὴν πείρα αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ καὶ ποὺ μ᾿ αὐτὴν οἰκονομοῦμε τὴν παρούσα ζωή· καὶ ἡ πραγματικὴ ἀληθινὴ γνώση, ποὺ μὲ τὴν πείρα μόνο κατὰ τὴν πράξη χωρὶς λόγο καὶ ἔννοιες παρέχει ὅλη τὴν αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ, μετέχοντάς το κατὰ χάρη, καὶ μὲ αὐτὴ τὴ γνώση ὑποδεχόμαστε κατὰ τὴ μελλοντικὴ κατάπαυση τὴν πάνω ἀπὸ τὴ φύση θέωση ποὺ πραγματοποιεῖται ἀδιάκοπα.
Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο, λένε οἱ σοφοί, νὰ συνυπάρχουν ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος περὶ Θεοῦ ἢ ἡ αἴσθηση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ νόηση γι᾿ Αὐτόν.  Καὶ λόγο περὶ Θεοῦ ἀποκαλῶ τὴν γνωστικὴ θεωρία γι᾿ αὐτὸν ποὺ ἀναλογεῖ στὰ ὄντα, αἴσθηση τὴν μεθεκτικὴ πείρα τῶν πέρα ἀπὸ τὴ φύση ἀγαθῶν, καὶ νόηση τὴν ἁπλὴ καὶ ἑνιαία γνώση περὶ Θεοῦ μέσῳ τῶν ὄντων. Τὸ ἴδιο ἴσως μπορεῖ νὰ διαπιστωθεῖ καὶ σὲ κάθε ἄλλο πράγμα, ἂν ἡ ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ πράγματος σταματᾶ τὸ λόγο γι᾿ αὐτὸν καὶ ἡ αἴσθηση αὐτοῦ τοῦ πράγματος κάνει ἀργὴ τὴν νόηση περὶ αὐτοῦ. [Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ] Πρὸς Θαλάσσιον Περὶ Διαφόρων ᾿Απόρων τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, ᾿Ερώτησις Ξʹ.
Προς θαλάσσιον, Περί αποριών, ερώτησις ΝΕ, Σχόλιο 34.

Τόμος 14 Γ, Μερετάκης.
«Όποιος παρέχει, κατασκευάζει, γιά τήν περί εαυτού γνώσιν, πρόληψιν, φήμην, σ’αυτούς πού τόν θεωρούν, τόν ακούνε, μέ τήν προφορά δηλ. μέ τήν επανάληψη καί μόνον τών λέξεων από τούς λόγους πού έχει κλεψει από τούς Πατέρες, παραπείθοντας τίς ακοές τών ασυνέτων καί μιαίνοντας μέ συνουσία, σάν να είναι γυναίκες, αυτές οι αμύητες ακοές, τίς καλές καί θεοφιλείς θεωρίες τού πρώτου διδάξαντος, αυτός ελέγχεται δοξομανών, αφού παρατάσσεται μέ αυθάδεια, μαζί μέ τό ανώτερο επίπεδο τών φυσικών θεωρημάτων. Αφού δέν έχει αγγίξει τήν αληθινά υψηλή γνώση καί τήν έξη αυτής. Καί πεθαίνει χτυπημένος στήν καρδιά από τά βέλη πού αντιπροσωπεύουν : τήν θύμηση τής παρανομίας του έναντι τών Πατέρων, τήν ντροπή από τήν έπαρσή του (τήν οίηση), γιά τήν γνώση πού δέν είχε καί τήν αναπόφευκτη αναμονή τής μελλούσης κρίσεως. Διότι συλληφθείς από αυτά τά βέλη ο κενόδοξος, πεθαίνει χτυπημένος από τίς αιχμές τους.»
ΕΤΣΙ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ  ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΑΝΑΖΗΤΕΙ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΟΣΩΝ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΗΚΑΝ. ΔΕΝ ΑΦΟΜΟΙΩΝΕΤΑΙ ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ Η ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΗ. ΕΞΑΛΛΟΥ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΑΤΑΝΟΕΙΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟ. ΕΡΜΗΝΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΤΟΥ.
Τού Αγίου Μαξίμου
Ευεργετινού Δ, σελ 586

Διακόνου λόγον επέχει ο πρός τούς ιερούς αγώνας αλείφων τόν νούν, καί τούς εμπαθείς λογισμούς απελεύνων απ`αυτού. Πρεσβυτέρου δέ ο εις τήν γνώσιν τών όντων φωτίζων. Επισκόπου δέ,  ο τώ αγίω μύρω τελειών τής γνώσεως τής προσκυνητής καί Αγίας Τριάδος.

Ερμηνεία

Εκείνος, πού προετοιμάζει τόν νούν του εις πνευματικούς αγώνας καί αποδιώκει από τήν ψυχή του τούς αισχρούς λογισμούς, είναι ως Διάκονος κατά τήν θείαν λατρείαν. Εκείνος, πού διά τής γνώσεως τών όντων φωτίζει τόν νούν του μέ τήν σκέψιν τού Δημιουργού, είναι ώς ο Πρεσβύτερος. Καί τέλος ώς ο Επίσκοπος είναι εκείνος, πού ανάγεται εις τό ύψος τής μυστικής γνώσεως τής προσκυνητής Αγίας Τριάδος, επιστεγάζων ούτω πάσαν γνώσιν καί κατευωδιάζων τήν ψυχήν του μέ τό άγιον μύρον τής τοιαύτης 
(Μαξίμου Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον… περί διαφόρων απόρων της Αγίας Γραφής -   Απ’ την εισαγωγή…)                                                                                                                 
Ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος δέν ἐνεργεῖ σοφία στούς ἁγίους, χωρίς τό νοῦ πού δέχεται τήν σοφία· οὔτε γνώση, χωρίς τήν δύναμιν τοῦ λογικοῦ πού δέχεται τήν γνώση· οὔτε πίστη χωρίς τήν πληροφορία τοῦ νοῦ καί τοῦ λογικοῦ περί τῶν μελλόντων, πού ἦταν ὡς τότε ἄδηλα σέ ὅλους· οὔτε χαρίσματα ἰαμάτων, χωρίς φυσική φιλανθρωπία· οὔτε κανένα ἄλλο ἀπό τά λοιπά χαρίσματα, χωρίς τήν δεκτική ἱκανότητα καί δύναμη τοῦ καθενός. Οὔτε πάλι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀποκτήσει ἀπό φυσική του δύναμιν ἕνα ἀπό τά χαρίσματα πού ἀριθμήσαμε, χωρίς τήν θεία δύναμη πού τά χορηγεῖ. Τό φανερώνουν αὐτό ὅλοι οἱ Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ὕστερα ἀπό τίς ἀποκαλύψεις τῶν θείων ζητοῦν τούς λόγους ὅσων τούς ἀποκαλύφθηκαν.   
Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής

ΑΣ ΠΡΟΣΕΞΟΥΝ ΛΟΙΠΟΝ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΙ ΥΠΕΡΑΝΩ ΠΑΣΗΣ ΥΠΟΨΙΑΣ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΧΕΙΡΙΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΙΔΙΟΠΟΙΗΣΕΩΣ.

Για την κενοδοξία (Άγιος Μάξιμος Ομολογητής)

 

Όταν νικήσεις κάποιο από τα πιο ατιμωτικά πάθη, τη γαστριμαργία, ας πούμε, ή την πορνεία ή την οργή ή την πλεονεξία, αμέσως σου έρχεται ο λογισμός της κενοδοξίας. Αν και αυτόν τον νικήσεις, τον διαδέχεται ο λογισμός της υπερηφάνειας.

Όλα τα ατιμωτικά πάθη της ψυχής διώχνουν τον λογισμό της κενοδοξίας. Όταν όμως όλα αυτά που είπαμε νικηθούν, τον ξαναφέρνουν στην ψυχή.

Την κενοδοξία τη θανατώνει η κρυφή εργασία, ενώ την υπερηφάνεια το να αποδίδει κανείς τα κατορθώματά του στον Θεό.

Εκείνος που καλλιεργεί τις αρετές για την κενοδοξία, είναι φανερό ότι και την πνευματική γνώση για την κενοδοξία την καλλιεργεί. Ένας τέτοιος άνθρωπος τίποτε δεν κάνει και τίποτε δεν λέει για την ωφέλεια των άλλων, αλλά σε όλα κυνηγά τη δόξα από αυτούς που τον βλέπουν ή τον ακούν.

(Από το βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Γ’, Υπόθεση ΚΣΤ’ (26), σελ. 194. Εκδόσεις “Το Περιβόλι της Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 2006)

 * Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Τόμος Β΄ (σελ. 252-269).

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής

Σύντομη ερμηνεία στην προσευχή «Πάτερ ημών» σταλμένη προς κάποιον φιλόχριστο

 «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς· αγιασθήτω το όνομά σου· ελθέτω η βασιλεία σου»Πρεπόντως ο Κύριος διδάσκει αμέσως ν’ αρχίσουν οι [προσευχόμενοι] από τη θεολογία· επίσης εισάγει στο μυστήριο του τρόπου που υπάρχει η Αιτία που δημιούργησε τα όντα, Αυτός που είναι κατά την ουσία αίτιος των όντων. Γιατί τα λόγια της προσευχής περιέχουν φανέρωση του Πατέρα, και του ονόματος του Πατέρα, και της βασιλείας του Πατέρα, για να μάθομε ευθύς εξ αρχής να σεβόμαστε την εν Μονάδι Τριάδα και να την επικαλούμαστε και να την προσκυνούμε. Επειδή όνομα του Θεού και Πατέρα, με ουσιώδη υπόσταση, είναι ο Μονογενής Υιός. Και βασιλεία του Θεού και Πατέρα, με ουσιώδη υπόσταση, είναι το Άγιο Πνεύμα. Γιατί εκείνο που λέει εδώ ο Ματθαίος βασιλεία, αλλού άλλος Ευαγγελιστής το ονομάζει Πνεύμα Άγιο, λέγοντας: «Ας έρθει το Πνεύμα το Άγιο και ας μας καθαρίσει». Γιατί ο Πατέρας δεν απόκτησε εκ των υστέρων το όνομα, ούτε ως αξίωμα που έλαβε εκ των υστέρων νοούμε τη βασιλεία· δεν έχει αρχή στο είναι Του, για να αρχίσει να είναι και Πατέρας και Βασιλεύς, αλλά καθώς πάντοτε υπάρχει, είναι και πάντοτε Πατέρας και Βασιλεύς, χωρίς να λάβει ποτέ αρχή να είναι Πατέρας και Βασιλεύς. Αν τώρα, με το να υπάρχει πάντοτε, είναι πάντοτε και Πατέρας και Βασιλεύς, άρα πάντοτε και ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα συνυπάρχουν κατά την ουσία ως υποστάσεις με τον Πατέρα. Από Αυτόν παίρνουν την ύπαρξη και είναι μέσα σ’ Αυτόν φυσικώς πάνω από αιτία και λόγο, όχι όμως ύστερα από Αυτόν, ούτε και έγιναν αργότερα από κάποια αιτία. Γιατί η σχέση μεταξύ των τριών Προσώπων υποδηλώνει τη συνύπαρξή Τους και δεν επιτρέπει αυτά, των οποίων είναι και λέγεται σχέση, να θεωρούνται μεταγενέστερα το ένα από το άλλο.

Αφού λοιπόν αρχίσαμε αυτή την προσευχή, βιαζόμαστε να τιμήσομε την ομοούσια και υπερούσια Τριάδα ως δημιουργική αιτία της υπάρξεώς μας. Επίσης διδασκόμαστε να ομολογούμε τη χάρη της υιοθεσίας, με το να αξιωνόμαστε να ονομάζομε Πατέρα κατά χάρη τον εκ φύσεως Δημιουργό. Έτσι, από σεβασμό προς την ονομασία Εκείνου που μας γέννησε κατά χάρη, θα φροντίζομε να αποτυπώνομε στη ζωή μας τα χαρακτηριστικά του Πατέρα μας αγιάζοντας το όνομά Του πάνω στη γη, μιμούμενοι Αυτόν, αποδεικνύοντας ότι είμαστε παιδιά Του με τα έργα μας, και δοξάζοντας τον αυτουργό αυτής της υιοθεσίας, τον φυσικό Υιό του Πατέρα, με τα νοήματα και τις πράξεις μας. Αγιάζομε το όνομα του κατά χάρη επουρανίου Πατέρα, όταν νεκρώνομε την επιθυμία προς την ύλη και καθαριζόμαστε από τα καταστρεπτικά πάθη, αν βέβαια αγιασμός είναι η τέλεια ακινησία και νέκρωση της επιθυμίας που ενεργεί με την αίσθηση. Όταν φτάσομε σ’ αυτή, καταπραΰνομε και τις άπρεπες κραυγές του θυμού, αφού δεν έχομε πλέον την επιθυμία να τον ερεθίζει και να τον πείθει να υπερασπίζεται τις ηδονές που αυτή θέλει, επειδή η επιθυμία νεκρώθηκε πια με την κατά λόγον αγιότητα. Γιατί ο θυμός είναι φυσικός συνήγορος της επιθυμίας, και τότε παύει να μανιάζει, όταν τη δει νεκρή.

Εύλογα λοιπόν, με την αποβολή του θυμού και της επιθυμίας, επακολουθεί κατά την προσευχή το κράτος της βασιλείας του Θεού σ’ εκείνους που, αφού αποβάλουν αυτά τα δύο πάθη, αξιώνονται να πουν: «Ελθέτω η βασιλεία σου», δηλαδή το Άγιο Πνεύμα, όταν πια με την πραότητα έγιναν ναοί του Θεού δια του Πνεύματος. Γιατί λέει: «σε ποιον θα αναπαυθώ, αν όχι σ’ εκείνον που είναι πράος και ταπεινός και τρέμει τα λόγια μου;»(Ησ. 66, 2) Από αυτό λοιπόν φαίνεται ότι στους ταπεινούς και πράους ανήκει η βασιλεία του Θεού και Πατέρα. Γιατί λέει: «Μακάριοι είναι οι πράοι, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γή»(Ματθ. 5, 5). Ο Θεός δεν υποσχέθηκε να δώσει κληρονομία σ’ όσους τον αγαπούν, αυτή τη γη, η οποία κατέχει εκ φύσεως τη μέση θέση του σύμπαντος, αν βέβαια λέει αλήθεια εκείνος που είπε: «Στην ανάσταση ούτε οι άνδρες έρχονται σε γάμο, ούτε οι γυναίκες παντρεύονται, αλλά είναι όλοι σαν άγγελοι του Θεού στον ουρανό»(Ματθ. 22, 30), και: «Ελάτε σεις οι ευλογημένοι από τον Πατέρα μου να κληρονομήσετε τη βασιλεία που έχει ετοιμαστεί για σας αφότου θεμελιωνόταν ο κόσμος»(Ματθ. 25, 34), και σε άλλο σημείο είπε στον δούλο που εργάστηκε πιστά: «Έλα να συμμετάσχεις στη χαρά του Κυρίου σου»(Ματθ. 25, 21). Και ο θειος Απόστολος στη συνέχεια έλεγε: «Θ’ ακουστεί σάλπισμα και θ’ αναστηθούν πρώτα άφθαρτοι όσοι πέθαναν πιστοί στο Χριστό· έπειτα εμείς που θα έχουμε απομείνει ζωντανοί, θ’ αρπαγούμε μαζί μ’ αυτούς από σύννεφα για να προϋπαντήσομε τον Κύριο στον αέρα. Κι έτσι για πάντα θα είμαστε μαζί με τον Κύριο».(Α΄Θεσ. 4, 16-17)

Κι εμείς λοιπόν —για να επαναλάβω συνοπτικά το νόημα όσων είπα— αν θέλομε να λυτρωθούμε από τον πονηρό και να μην μπούμε σε πειρασμό, ας πιστέψομε στο Θεό και ας συγχωρήσομε όσους μας έφταιξαν. «Γιατί αν δεν συγχωρήσετε, λέει, στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε τα δικά σας θα συγχωρήσει ο Πατέρας σας ο ουράνιος»(Ματθ. 6, 15). Έτσι όχι μόνο θα πάρομε την άφεση των αμαρτιών μας, αλλά και το νόμο της αμαρτίας θα νικήσομε, και δε θα εγκαταλειφθούμε ώστε να τον δοκιμάσομε, και θα πατήσομε τον γεννήτορα αυτού του νόμου, το πονηρό φίδι, από το οποίο παρακαλούμε να σωθούμε. Στρατηγός θα είναι ο Χριστός που νίκησε τον κόσμο(Ιω. 16, 33), ο Οποίος μας οπλίζει με τους νόμους των εντολών Του και με την αποβολή των παθών συνδέει νόμιμα την ανθρώπινη φύση με τον εαυτό της μέσω της αγάπης· και κινεί ακόρεστα την όρεξή μας προς τον εαυτό Του που είναι άρτος ζωής, σοφίας, γνώσεως και δικαιοσύνης. Και με την εκπλήρωση του πατρικού θελήματος μας κάνει μετόχους της λατρείας των αγγέλων, που θα δείχνομε με τον τρόπο της ζωής μας, κατά πιστή μίμηση των αγγέλων, την επουράνια ευαρέστηση. 

Κι από εκεί πάλι μας ανεβάζει στην ακρότατη κορυφή των θείων, στον Πατέρα των φώτων, και μας κάνει κοινωνούς της θείας φύσεως(Β΄Πετρ. 1, 4) με την κατά χάρη μέθεξη του Πνεύματος. Στην κατάσταση αυτή θα είμαστε τέκνα Θεού, έχοντας μέσα μας όλοι χωρίς περιορισμό, με άκρα καθαρότητα, όλο τον κατά φύση Υιό του Πατέρα και χορηγό αυτής της χάρης, από τον οποίο και μέσω του Οποίου και μέσα στον οποίο έχομε και θα έχομε την ύπαρξη, την κίνηση και τη ζωή(Πραξ. 17, 28).

Σ’ αυτό το μυστήριο της θεώσεως ας αποβλέπει ο σκοπός της προσευχής μας, για να μάθομε τι είμαστε και τι μας έκανε η κατά σάρκα κένωση του Μονογενούς, και από ποιο βάθος, εμάς που βρεθήκαμε στο κατώτερο επίπεδο όπου μας κατέβασε το βάρος της αμαρτίας, σε ποιό ύψος μας ανέβασε με τη δύναμη του σπλαχνικού Του χεριού· και ας αγαπήσομε περισσότερο Εκείνον που με τόση σοφία ετοίμασε τη σωτηρία μας. Ας δείξομε ότι με τα έργα μας εκπληρώνεται η προσευχή μας και ας φανούμε ότι κηρύττομε το Θεό αληθινό Πατέρα μας κατά χάρη. Να μη φανούμε από τα πράγματα ότι έχομε πατέρα του βίου μας τον πονηρό, που πάντοτε προσπαθεί να εξουσιάζει τυραννικά με τα πάθη της ατιμίας, και ότι, χωρίς να το καταλάβομε, ανταλλάζομε τη ζωή με τον θάνατο. Γιατί και οι δύο εκ φύσεως μεταδίδουν τα δικά τους ιδιώματα ο καθένας σ’ εκείνους που πηγαίνουν με το μέρος τους· ο ένας χορηγεί αιώνια ζωή σ’ όσους τον αγαπούν, ο άλλος προκαλεί το θάνατο σ’ όσους τον πλησιάζουν, με τους εκούσιους πειρασμούς που υποβάλλει.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

https://www-ariannaeditrice-it.translate.goog/articoli/awake-not-woke-la-guerra-culturale?_x_tr_sl=it&_x_tr_tl=el&_x_tr_hl=el&_x_tr_pto=wapp