Σωτηρία χωρίς σωτήρα (α)
Του Manfred Dworschak, Spiegel Nr.31, 29.7.13
Ερευνητές αποκαλύπτουν την πραγματική πηγή της ινδικής πνευματικότητας: οι υποτιθέμενες αρχαίες πνευματικές διδασκαλίες είναι επινόηση της μοντέρνας Δύσεως. Την γιόγκα ως γυμναστική ανέπτυξαν Ευρωπαίοι γυμναστές και bodybuilder.
Σικάγο, 11 Σεπτεμβρίου 1893. Χιλιάδες έχουν έρθει στο παγκόσμιο συμβούλιο των θρησκειών. Για πρώτη φορά συναντιούνται οι ακόλουθοι όλων των σημαντικών θεών στη γη. Για λίγες μέρες επικρατεί ανακωχή στον πόλεμο για τις ψυχές. Η πρώτη μέρα έχει σχεδόν τελειώσει, όταν ένας κομψός μοναχός βιάζεται να πάει στο αναλόγιο. Αντιπροσωπεύει τους ινδουιστές. Ο μοναχός από την Ινδία είναι ανήσυχος. Κανείς δεν τον είχε προσκαλέσει. Την νύχτα είχε περάσει σε ένα εμπορικό βαγόνι, γιατί δεν είχε αλλού να κοιμηθεί. Συμμαζεύεται και αρχίζει την ομιλία του. Αιρετικοί και φανατικοί εξουσίασαν για πολύ καιρό τον κόσμο. Αντίθετα, η πίστη του διδάσκει τους ανθρώπους μια γενική ανεκτικότητα. Για ένα ινδουιστή, όλες οι θρησκείες είναι αληθινές. Όπως όλα τα ρεύματα καταλήγουν στην θάλασσα, έτσι και όλες οι θρησκείες καταλήγουν στον θεό.
Το κοινό πανηγυρίζει και χειροκροτά. Και οι άλλες θρησκείες φαίνονται ξαφνικά στενόμυαλες, φιλόνικες, χθεσινές. Αυτός ο ινδουιστής από την αποικία, όπου ευδοκιμεί το πιπέρι, τους κλέβει την παράσταση. Είναι γιος ενός πλούσιου δικηγόρου, και έχει δυτική μόρφωση. Το όνομα του είναι : Vivekananda.
Η ομιλία ήταν εντυπωσιακή. Παντού πια θέλουν οι άνθρωποι να ακούσουν, τι λέει ο Vivekananda. Διασχίζει τις ΗΠΑ, κάνει ομιλίες, τον προσκαλούν οι σύλλογοι σε βραδυνές συγκεντρώσεις. Για χρόνια θα ταξιδεύει. Αργότερα πάει και στην Ευρώπη. Είναι η ιεραποστολή της ζωής του.
Έτσι αρχίζει η καριέρα ενός ιστορικού σφάλματος, που επικρατεί μέχρι σήμερα: η πανάρχαια ινδική πνευματικότητα, που ο καθένας νομίζει ότι την ξέρει, δεν υπήρξε ποτέ.
Την ανακάλυψε ο Vivekananda.
Αυτό ισχυρίζεται ο Peter van der Veer, διευθυντής του Max-Planck-Institut για την διερεύνηση πολυθρησκευτικών και πολυεθνικών κοινωνιών, στην πόλη Göttingen. Για χρόνια διερευνά ο ανθρωπολόγος αυτός, το ερώτημα: πως έγινε και η Δύση μαγεύτηκε μόνιμα από τις ασιατικές σοφίες; Στην μελέτη του αυτή συνάντησε μια εκπληκτική ιστορία εσφαλμένης γνώσης.
Ο Vivekananda ήξερε τι ήθελαν να ακούσουν οι άνθρωποι. Η Ινδία έχει ένα δώρο για τον κόσμο, κήρυττε όπου έφτανε: πνευματικό πλούτο, πνευματικότητα άφθονη! Ακριβώς εκείνα τα αγαθά που έλειπαν από την άψυχη πια Δύση.
Ο περιφερόμενος μοναχός αποσιώπησε βέβαια μερικά όχι και τόσο όμορφα, που για τον κοινό ινδουιστή ήταν αγαπητά και άγια: πρώτα απ’ όλα την θεά Κάλι, που με την γλώσσα έξω πατά πάνω στον θεό Σίβα, και στον λαιμό φοράει ένα περιδέραιο από κεφάλια ανθρώπων. Ο van der Veer λέει: «οι σύγχρονοι του Vivekananda στην Δύση θα το έβρισκαν αποκρουστικό».
Και οι άλλοι ινδικοί θεοί, με προβοσκίδες ελεφάντων και κεφάλια πιθήκων, ήταν για τον Vivekananda μη παρουσιάσιμοι. Τους αγνόησε όπως κάνει κάποιος με συγγενείς για τους οποίους ντρέπεται. Δεν είπε επίσης τίποτα για τους μαλλιαρούς γιόγκι της πατρίδας του, που ισχυρίζονταν ότι ζουν μόνο από τον αέρα ή ότι μπορούν να πετούν με την δύναμη της σκέψης.
Αντί αυτού, ο Vivekananda δημιούργησε μια αιθερικά καθαρή πνευματικότητα, η οποία υπήρχε μόνο στην φαντασία του: ένα προϊόν, ειδικά κατασκευασμένο για το Σικάγο, για την Δύση. Ο ενθουσιασμός τού κοινού του τον δικαίωσε.
Αυτό που σήμερα θεωρούμε ασιατική πνευματικότητα, είναι κυρίως έργο του Vivekananda, λέει ο ανθρωπολόγος van der Veer. Στην αγορά των κοσμοθεωριών, ο μοναχός από την Καλκούτα ήταν ιδιοφυΐα για τις εξαγωγές. Η επινόησή του πέτυχε τόσο καίρια την ανάγκη της εποχής, που τον κατέστησε μορφή-κλειδί του δυτικού μοντερνισμού.
Την εποχή εκείνη, οι άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη ζητούσαν μια εναλλακτική για την κυρίαρχη θρησκεία. Η Χριστιανική Εκκλησία ήταν γι’ αυτούς δογματική, άχαρη και μπλεγμένη με τις κοσμικές δυνάμεις. Στην θέση του παραδεδομένου οικοδομήματος της πίστης, εξαπλωνόταν η μοντέρνα επιστήμη: διανοητική, ενδιαφερόταν μόνο για το αποδείξιμο, για πολλούς πολύ ψυχρή. Όποιος δεν ήθελε να μείνει χωρίς ανώτερο νόημα, υπέφερε λόγω ενός κενού.
Η Ινδία προσφέρθηκε να γεμίσει το κενό αυτό. Η μακρινή υποήπειρος αντιπροσώπευε το εντελώς διαφορετικό. Μεταξύ των διανοουμένων ήταν της μόδας να μαθαίνουν σανσκριτικά. Ρομαντικά πνεύματα όπως οι αδελφοί Schlegel, την θαύμαζαν, αλλά και νηφάλιοι διαφωτιστές, όπως ο μεταρρυθμιστής του εκπαιδευτικού συστήματος Wilhelm von Humboldt.
Το στοιχείο της ινδουιστικής θρησκείας, που προσέλκυε κατά κύριο λόγο, ήταν η δυνατότητα σωτηρίας εδώ και τώρα, και μάλιστα χωρίς σωτήρα. «Αυτή ήταν η μεγαλύτερη υπόσχεση του ινδουισμού», λέει ο van der Veer. «Μπορείς να γίνεις άλλος άνθρωπος πειραματιζόμενος με το σώμα σου».
Οι ιεροί γιόγκι και φακίρηδες, έδειξαν τι είναι δυνατόν να κάνει κανείς με το σώμα. Ο Vivekananda ήξερε τι εντύπωση προκαλούσαν στη Δύση, αυτοί οι καλλιτέχνες της εγκράτειας. Γνώριζε όμως και την ινδική πραγματικότητα. Οι ασκητές συχνά τσάντιζαν τους συμπατριώτες τους: άγιοι άχρηστοι, που αποκλειστικά με τα χρήματα της κοινωνίας, είχαν την δυνατότητα να αφιερωθούν στην απελευθέρωση τους από τα κοσμικά. Την ενοχλητική τους ζητιανιά θεωρούσαν πολλοί ως μάστιγα. Δεν ήταν όμως ενδεδειγμένο να τα βάλεις μαζί τους. Γιατί οι γιόγκι, με τις τεχνικές αναπνοής και τον έλεγχο του σώματος, είχαν μεγάλη δύναμη στην πάλη.
Η άσκηση έχει τις ρίζες της στην υπηρεσία στον πόλεμο, την προετοιμασία για την μάχη. Για αιώνες υπηρετούσαν οι Ινδοί ασκητές τους άρχοντες του κόσμου. Φύλαγαν τους εμπορικούς δρόμους από τις επιθέσεις ληστρικών καστών. Υπηρετούσαν και ως πολεμιστές για τους τοπικούς βασιλείς. Γυμνοί ή ελαφρώς περιζωσμένοι, πήγαιναν στις μάχες, προκαλούσαν τρόμο λόγω της αφοβίας τους. Ως όπλα είχαν συχνά μόνο τα μπαστούνια τους. Πολλοί όμως είχαν ρόπαλα, τρίαινες ή μασιές.
Οι πολεμόχαροι ασκητές ήταν αυστηρά οργανωμένοι σε ειδικά συντάγματα, των οποίων ηγούνταν οι πνευματικοί τους επικεφαλείς. Σε περίπτωση ανάγκης σχημάτιζαν ολόκληρους στρατούς. Σε καιρούς ειρήνης σχημάτιζαν συχνά ληστοσυμμορίες.
Όταν οι Βρετανοί αποικιοκράτες κατέλαβαν την Ινδία, αφόπλισαν τους περιφερόμενους παραστρατιωτικούς μαχητές. Πολλοί ασκητές έγιναν αξιοθέατα. Πόζαραν πασαλειμμένοι με στάχτη φορώντας βαριές αλυσίδες, στέκονταν για ώρες πάνω στο κεφάλι τους ή έκαναν σαν φίδια κόμπους με το σώμα τους. Ταξιδιώτες περιγράφουν με αηδία άνδρες που κρατούσαν τις γροθιές τους κλειστές για τόσο πολύ καιρό, ώστε τα νύχια μεγάλωναν μέσα στο κρέας των χεριών τους.
Για τον μοντέρνο Ινδό της μεσαίας τάξης, αυτοί οι σαλτιμπάγκοι ήταν το σύμβολο της παλιάς, οπισθοδρομικής Ινδίας. Ο Swami Vivekananda το έβλεπε επίσης έτσι: ούτε μια παράδοση για την οποία θα μπορούσε να περηφανευτεί η ταπεινωμένη χώρα. Ακόμα και ο δάσκαλος του, ο διάσημος γκουρού Ramakrishna, ήταν μόνο υπό περιορισμούς κατάλληλος για το εθνικό ξύπνημα.
Αυτός ο Ramakrishna, ένας αμόρφωτος άνθρωπος από την Βεγγάλη, ζούσε ως απλώς ιερέας σε ένα ναό της τρομακτικής θεάς Κάλι, στις όχθες του Γάγγη ποταμού. Σχεδόν καθημερινά περνούσε ώρες ολόκληρες σε έκσταση, κατειλημμένος από την Κάλι, όπως ισχυριζόταν.
«Ο μορφωμένος και αστός Vivekananda δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει σε αυτό τον κόσμο», λέει ο van der Veer. «Αυτό που εν τέλει δημιούργησε, ήταν κάτι νέο, πολύ απομακρυσμένο από τον δάσκαλο του».
Ο Vivekananda κατήργησε τους θεούς, τα πολύπλοκα τελετουργικά, την υπηρεσία στον ναό. Αυτό που είχε μείνει ήταν κάτι λίγο παραπάνω από την τέχνη του διαλογισμού. Ως σκελετός του συστήματος μπήκε η νέα διδασκαλία για την γιόγκα.
Μέχρι τότε, η γιόγκα ήταν ένας σωρός κάποιων ασκήσεων που οδηγούσαν στην σωτηρία. Κάθε ναός μπορούσε να έχει διαφορετικές ασκήσεις. Ο Vivekananda έφτιαξε από αυτό μια καθαρή μέθοδο, την οποία μπορούσαν να καταλάβουν και οι πελάτες από την Δύση. Ο στόχος του ήταν μια διαφωτισμένη γιόγκα, χρήσιμη και υγιεινή, διανοητικά ισάξια της Δύσης. «Ο Vivekananda θεώρησε την γιόγκα ως την ινδική επιστήμη της ανώτερης συνειδητότητας, ένα είδος πνευματικότητα light», επισημαίνει ο van der Veer.
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Του Manfred Dworschak, Spiegel Nr.31, 29.7.13
Ερευνητές αποκαλύπτουν την πραγματική πηγή της ινδικής πνευματικότητας: οι υποτιθέμενες αρχαίες πνευματικές διδασκαλίες είναι επινόηση της μοντέρνας Δύσεως. Την γιόγκα ως γυμναστική ανέπτυξαν Ευρωπαίοι γυμναστές και bodybuilder.
Σικάγο, 11 Σεπτεμβρίου 1893. Χιλιάδες έχουν έρθει στο παγκόσμιο συμβούλιο των θρησκειών. Για πρώτη φορά συναντιούνται οι ακόλουθοι όλων των σημαντικών θεών στη γη. Για λίγες μέρες επικρατεί ανακωχή στον πόλεμο για τις ψυχές. Η πρώτη μέρα έχει σχεδόν τελειώσει, όταν ένας κομψός μοναχός βιάζεται να πάει στο αναλόγιο. Αντιπροσωπεύει τους ινδουιστές. Ο μοναχός από την Ινδία είναι ανήσυχος. Κανείς δεν τον είχε προσκαλέσει. Την νύχτα είχε περάσει σε ένα εμπορικό βαγόνι, γιατί δεν είχε αλλού να κοιμηθεί. Συμμαζεύεται και αρχίζει την ομιλία του. Αιρετικοί και φανατικοί εξουσίασαν για πολύ καιρό τον κόσμο. Αντίθετα, η πίστη του διδάσκει τους ανθρώπους μια γενική ανεκτικότητα. Για ένα ινδουιστή, όλες οι θρησκείες είναι αληθινές. Όπως όλα τα ρεύματα καταλήγουν στην θάλασσα, έτσι και όλες οι θρησκείες καταλήγουν στον θεό.
Το κοινό πανηγυρίζει και χειροκροτά. Και οι άλλες θρησκείες φαίνονται ξαφνικά στενόμυαλες, φιλόνικες, χθεσινές. Αυτός ο ινδουιστής από την αποικία, όπου ευδοκιμεί το πιπέρι, τους κλέβει την παράσταση. Είναι γιος ενός πλούσιου δικηγόρου, και έχει δυτική μόρφωση. Το όνομα του είναι : Vivekananda.
Η ομιλία ήταν εντυπωσιακή. Παντού πια θέλουν οι άνθρωποι να ακούσουν, τι λέει ο Vivekananda. Διασχίζει τις ΗΠΑ, κάνει ομιλίες, τον προσκαλούν οι σύλλογοι σε βραδυνές συγκεντρώσεις. Για χρόνια θα ταξιδεύει. Αργότερα πάει και στην Ευρώπη. Είναι η ιεραποστολή της ζωής του.
Έτσι αρχίζει η καριέρα ενός ιστορικού σφάλματος, που επικρατεί μέχρι σήμερα: η πανάρχαια ινδική πνευματικότητα, που ο καθένας νομίζει ότι την ξέρει, δεν υπήρξε ποτέ.
Την ανακάλυψε ο Vivekananda.
Αυτό ισχυρίζεται ο Peter van der Veer, διευθυντής του Max-Planck-Institut για την διερεύνηση πολυθρησκευτικών και πολυεθνικών κοινωνιών, στην πόλη Göttingen. Για χρόνια διερευνά ο ανθρωπολόγος αυτός, το ερώτημα: πως έγινε και η Δύση μαγεύτηκε μόνιμα από τις ασιατικές σοφίες; Στην μελέτη του αυτή συνάντησε μια εκπληκτική ιστορία εσφαλμένης γνώσης.
Ο Vivekananda ήξερε τι ήθελαν να ακούσουν οι άνθρωποι. Η Ινδία έχει ένα δώρο για τον κόσμο, κήρυττε όπου έφτανε: πνευματικό πλούτο, πνευματικότητα άφθονη! Ακριβώς εκείνα τα αγαθά που έλειπαν από την άψυχη πια Δύση.
Ο περιφερόμενος μοναχός αποσιώπησε βέβαια μερικά όχι και τόσο όμορφα, που για τον κοινό ινδουιστή ήταν αγαπητά και άγια: πρώτα απ’ όλα την θεά Κάλι, που με την γλώσσα έξω πατά πάνω στον θεό Σίβα, και στον λαιμό φοράει ένα περιδέραιο από κεφάλια ανθρώπων. Ο van der Veer λέει: «οι σύγχρονοι του Vivekananda στην Δύση θα το έβρισκαν αποκρουστικό».
Και οι άλλοι ινδικοί θεοί, με προβοσκίδες ελεφάντων και κεφάλια πιθήκων, ήταν για τον Vivekananda μη παρουσιάσιμοι. Τους αγνόησε όπως κάνει κάποιος με συγγενείς για τους οποίους ντρέπεται. Δεν είπε επίσης τίποτα για τους μαλλιαρούς γιόγκι της πατρίδας του, που ισχυρίζονταν ότι ζουν μόνο από τον αέρα ή ότι μπορούν να πετούν με την δύναμη της σκέψης.
Αντί αυτού, ο Vivekananda δημιούργησε μια αιθερικά καθαρή πνευματικότητα, η οποία υπήρχε μόνο στην φαντασία του: ένα προϊόν, ειδικά κατασκευασμένο για το Σικάγο, για την Δύση. Ο ενθουσιασμός τού κοινού του τον δικαίωσε.
Αυτό που σήμερα θεωρούμε ασιατική πνευματικότητα, είναι κυρίως έργο του Vivekananda, λέει ο ανθρωπολόγος van der Veer. Στην αγορά των κοσμοθεωριών, ο μοναχός από την Καλκούτα ήταν ιδιοφυΐα για τις εξαγωγές. Η επινόησή του πέτυχε τόσο καίρια την ανάγκη της εποχής, που τον κατέστησε μορφή-κλειδί του δυτικού μοντερνισμού.
Την εποχή εκείνη, οι άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη ζητούσαν μια εναλλακτική για την κυρίαρχη θρησκεία. Η Χριστιανική Εκκλησία ήταν γι’ αυτούς δογματική, άχαρη και μπλεγμένη με τις κοσμικές δυνάμεις. Στην θέση του παραδεδομένου οικοδομήματος της πίστης, εξαπλωνόταν η μοντέρνα επιστήμη: διανοητική, ενδιαφερόταν μόνο για το αποδείξιμο, για πολλούς πολύ ψυχρή. Όποιος δεν ήθελε να μείνει χωρίς ανώτερο νόημα, υπέφερε λόγω ενός κενού.
Η Ινδία προσφέρθηκε να γεμίσει το κενό αυτό. Η μακρινή υποήπειρος αντιπροσώπευε το εντελώς διαφορετικό. Μεταξύ των διανοουμένων ήταν της μόδας να μαθαίνουν σανσκριτικά. Ρομαντικά πνεύματα όπως οι αδελφοί Schlegel, την θαύμαζαν, αλλά και νηφάλιοι διαφωτιστές, όπως ο μεταρρυθμιστής του εκπαιδευτικού συστήματος Wilhelm von Humboldt.
Το στοιχείο της ινδουιστικής θρησκείας, που προσέλκυε κατά κύριο λόγο, ήταν η δυνατότητα σωτηρίας εδώ και τώρα, και μάλιστα χωρίς σωτήρα. «Αυτή ήταν η μεγαλύτερη υπόσχεση του ινδουισμού», λέει ο van der Veer. «Μπορείς να γίνεις άλλος άνθρωπος πειραματιζόμενος με το σώμα σου».
Οι ιεροί γιόγκι και φακίρηδες, έδειξαν τι είναι δυνατόν να κάνει κανείς με το σώμα. Ο Vivekananda ήξερε τι εντύπωση προκαλούσαν στη Δύση, αυτοί οι καλλιτέχνες της εγκράτειας. Γνώριζε όμως και την ινδική πραγματικότητα. Οι ασκητές συχνά τσάντιζαν τους συμπατριώτες τους: άγιοι άχρηστοι, που αποκλειστικά με τα χρήματα της κοινωνίας, είχαν την δυνατότητα να αφιερωθούν στην απελευθέρωση τους από τα κοσμικά. Την ενοχλητική τους ζητιανιά θεωρούσαν πολλοί ως μάστιγα. Δεν ήταν όμως ενδεδειγμένο να τα βάλεις μαζί τους. Γιατί οι γιόγκι, με τις τεχνικές αναπνοής και τον έλεγχο του σώματος, είχαν μεγάλη δύναμη στην πάλη.
Η άσκηση έχει τις ρίζες της στην υπηρεσία στον πόλεμο, την προετοιμασία για την μάχη. Για αιώνες υπηρετούσαν οι Ινδοί ασκητές τους άρχοντες του κόσμου. Φύλαγαν τους εμπορικούς δρόμους από τις επιθέσεις ληστρικών καστών. Υπηρετούσαν και ως πολεμιστές για τους τοπικούς βασιλείς. Γυμνοί ή ελαφρώς περιζωσμένοι, πήγαιναν στις μάχες, προκαλούσαν τρόμο λόγω της αφοβίας τους. Ως όπλα είχαν συχνά μόνο τα μπαστούνια τους. Πολλοί όμως είχαν ρόπαλα, τρίαινες ή μασιές.
Οι πολεμόχαροι ασκητές ήταν αυστηρά οργανωμένοι σε ειδικά συντάγματα, των οποίων ηγούνταν οι πνευματικοί τους επικεφαλείς. Σε περίπτωση ανάγκης σχημάτιζαν ολόκληρους στρατούς. Σε καιρούς ειρήνης σχημάτιζαν συχνά ληστοσυμμορίες.
Όταν οι Βρετανοί αποικιοκράτες κατέλαβαν την Ινδία, αφόπλισαν τους περιφερόμενους παραστρατιωτικούς μαχητές. Πολλοί ασκητές έγιναν αξιοθέατα. Πόζαραν πασαλειμμένοι με στάχτη φορώντας βαριές αλυσίδες, στέκονταν για ώρες πάνω στο κεφάλι τους ή έκαναν σαν φίδια κόμπους με το σώμα τους. Ταξιδιώτες περιγράφουν με αηδία άνδρες που κρατούσαν τις γροθιές τους κλειστές για τόσο πολύ καιρό, ώστε τα νύχια μεγάλωναν μέσα στο κρέας των χεριών τους.
Για τον μοντέρνο Ινδό της μεσαίας τάξης, αυτοί οι σαλτιμπάγκοι ήταν το σύμβολο της παλιάς, οπισθοδρομικής Ινδίας. Ο Swami Vivekananda το έβλεπε επίσης έτσι: ούτε μια παράδοση για την οποία θα μπορούσε να περηφανευτεί η ταπεινωμένη χώρα. Ακόμα και ο δάσκαλος του, ο διάσημος γκουρού Ramakrishna, ήταν μόνο υπό περιορισμούς κατάλληλος για το εθνικό ξύπνημα.
Αυτός ο Ramakrishna, ένας αμόρφωτος άνθρωπος από την Βεγγάλη, ζούσε ως απλώς ιερέας σε ένα ναό της τρομακτικής θεάς Κάλι, στις όχθες του Γάγγη ποταμού. Σχεδόν καθημερινά περνούσε ώρες ολόκληρες σε έκσταση, κατειλημμένος από την Κάλι, όπως ισχυριζόταν.
«Ο μορφωμένος και αστός Vivekananda δεν μπορούσε να τον ακολουθήσει σε αυτό τον κόσμο», λέει ο van der Veer. «Αυτό που εν τέλει δημιούργησε, ήταν κάτι νέο, πολύ απομακρυσμένο από τον δάσκαλο του».
Ο Vivekananda κατήργησε τους θεούς, τα πολύπλοκα τελετουργικά, την υπηρεσία στον ναό. Αυτό που είχε μείνει ήταν κάτι λίγο παραπάνω από την τέχνη του διαλογισμού. Ως σκελετός του συστήματος μπήκε η νέα διδασκαλία για την γιόγκα.
Μέχρι τότε, η γιόγκα ήταν ένας σωρός κάποιων ασκήσεων που οδηγούσαν στην σωτηρία. Κάθε ναός μπορούσε να έχει διαφορετικές ασκήσεις. Ο Vivekananda έφτιαξε από αυτό μια καθαρή μέθοδο, την οποία μπορούσαν να καταλάβουν και οι πελάτες από την Δύση. Ο στόχος του ήταν μια διαφωτισμένη γιόγκα, χρήσιμη και υγιεινή, διανοητικά ισάξια της Δύσης. «Ο Vivekananda θεώρησε την γιόγκα ως την ινδική επιστήμη της ανώτερης συνειδητότητας, ένα είδος πνευματικότητα light», επισημαίνει ο van der Veer.
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου