Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2021

Διάλογος Περί Ψυχής και Αναστάσεως - Αγ. Γρηγορίου Νύσσης (11)

 Συνέχεια από Παρασκευή, 12 Φεβρουαρίου 2021

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ

ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΝΥΣΣΗΣ

ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ Ο ΛΟΓΟΣ

Ο ΛΕΓΟΜΕΝΟΣ ΤΑ ΜΑΚΡΙΝΕΙΑ

40. ΓΡΗΓ. Και εγώ είπα: «Μου φαίνεται ότι με όσα είπες άριστα υποστηρίζεις την ιδέα της αναστάσεως. Διότι με τα επιχειρήματά σου είναι δυνατόν οι αντιτιθέμενοι να πλησιάσουν σιγά σιγά να δεχθούν την πίστη, και να μη θεωρούν ότι είναι αδύνατο να συγκεντρωθούν πάλι τα στοιχεία και να ξαναφτιάξουν τον άνθρωπο».

ΜΑΚΡ. Και η δασκάλα είπε: «Αλήθεια το λες. Διότι είναι δυνατόν ν’ ακούσουμε τους αντίθετους στα επιχειρήματά μας να λένε ότι, αφού τα στοιχεία διαλυθούν, και πάει το καθένα στο στοιχείο με το οποίο συγγενεύει, τότε με ποιο τρόπο το θερμό (σε κάθε άνθρωπο), που υπάρχει και αναμιγνύεται έπειτα με το καθόλου (καθολικό, γενικό) θερμό, μπορεί πάλι να χωριστεί από το συγγενικό του στοιχείο και να συστήσει ξανά τον άνθρωπο που ανασταίνεται; Διότι, αν δεν επανέλθει ακριβώς το ίδιο, αλλά ληφθεί κάτι παρόμοιο και όχι το ακριβώς ίδιο, τότε θα βγεί άλλος άνθρωπος στη θέση άλλου. Κι αυτό δεν θα είναι ανάσταση, αλλά πλάσιμο καινούργιου (άλλου) ανθρώπου. Εάν όμως πρέπει ο ίδιος άνθρωπος ν’ αναστηθεί, τότε πρέπει ολόκληρος να επανέλθει στον εαυτό του και να πάρει την αρχική φύση του με όλα τα επιμέρους στοιχεία».

41. ΓΡΗΓ. «Επομένως, είπα, αυτή η αντίληψη για την ψυχή θα ήταν αρκετή για αντίκρουση της ενστάσεως· ότι, δηλαδή, η ψυχή με όσα στοιχεία συνυφάνθηκε στην αρχή (που δημιουργήθηκε), μ’ αυτά παραμένει και μετά τη διάλυση. Έτσι καθίσταται σαν φύλακας των δικών της (σωματικών στοιχείων)· και με την ανάμιξή της με τα ίδιου γένους δεν εγκαταλείπει τα δικά της με την λεπτή και ευκίνητη νοερή δύναμή της· δεν ξεγελιέται σε καμιά λεπτομέρεια των στοιχείων, αλλά διαλύεται μαζί με τα δικά της στοιχεία που πηγαίνουν προς τα συγγενή τους (στοιχεία)· και δεν δυσκολεύεται να ενωθεί και πάλι μ’ αυτά, ενώνονται σε ένα σύνολο (ανασταίνονται). Μένει πάντοτε μαζί τους, όπου είναι, και όπως η φύση τα συγκροτεί.

Κι όταν η δύναμη που οικονομεί τα πάντα (Θεός) δώσει την εντολή να συγκεντρωθούν πάλι τα διαλυθέντα στοιχεία, τότε συμβαίνει, όπως ακριβώς με τα διάφορα σχοινιά που είναι δεμένα από το ίδιο σημείο· με τη δύναμη που τα τραβάει, ενώνονται όλα μαζί. Έτσι, και με τη δύναμη της μιας ψυχής, που ελκύει όλα μαζί τα διαφορετικά στοιχεία, με μιας με τη σύνθεση των στοιχείων της ψυχής, συγκροτείται η δομή του σώματός μας μέσω της ψυχής· διότι, το κάθε στοιχείο της ψυχής συνδέεται κατάλληλα με το παλιό και συνηθισμένο στοιχείο του σώματος και συνάπτεται με το γνωστό του».

42 ΜΑΚΡ. «Αλλά κι αυτό το παράδειγμα, πρόσθεσε η δασκάλα, δικαιολογημένα θα μπορούσε να προστεθεί στα όσα είπαμε· για ν’ αποδειχθεί ότι η ψυχή δεν δυσκολεύεται πολύ να διακρίνει ανάμεσα στα στοιχεία το δικό της από το ξένο. Για παράδειγμα, ας προσφέρουμε σ’ ένα κεραμέα πηλό, και μάλιστα να του δώσουμε πολύ, από τον οποίο ένα μέρος ήδη έχει χρησιμοποιηθεί για κατασκευή σκευών, και το υπόλοιπο στο μέλλον. Και τα σκεύη ας μην έχουν το ένα με το άλλο το ίδιο σχήμα· άλλο να είναι πιθάρι, άλλο αμφορέας ή πινάκιο ή τριβλίο ή κάτι άλλο από τα αναγκαία στην καθημερινή χρήση· ας υποθέσουμε ακόμη ότι όλα αυτά δεν ανήκουν σ’ έναν, αλλά το καθένα έχει τον κάτοχό του.

43. Αυτά, λοιπόν, τα σκεύη όσο διατηρούνται σώα, οι κάτοχοί τους τα αναγνωρίζουν· και να σπάσουν όμως πάλι, οι κτήτορές τους θα τ’ αναγνωρίσουν στον ίδιο βαθμό από τα κομμάτια τους· θα δείχνουν ποιό ανήκει στο πιθάρι και ποιο είναι κομμάτι του ποτηρίου. Κι αν κάτι αναμιχθεί με τον ακατέργαστο πηλό, τότε η αναγνώριση του ήδη κατεργασμένου πηλού γίνεται αλάνθαστα από τον ακατέργαστο.

Έτσι ο κάθε άνθρωπος είναι σαν το σκεύος· πλάστηκε από τη συνδρομή των στοιχείων της κοινής ύλης, αλλά με την ιδιαίτερη μορφή του παρουσιάζει μεγάλη διαφορά προς τους ομογενείς του. Όταν το ανθρώπινο σκεύος διαλυθεί, η ψυχή που κατέχει το σκεύος (σώμα) το αναγνωρίζει και από τα λείψανά του· διότι δεν απομακρύνεται από το δικό της σκεύος ούτε στη διάλυση των κομματιών του ούτε αν αναμιχθεί με την ακατέργαστη ύλη των στοιχείων· αλλά, πάντοτε (η ψυχή) αναγνωρίζει το δικό της σκεύος όπως ήταν ενωμένο σε ενιαία μορφή· ακόμη και μετά διάλυσή του δεν λαθεύει στην αναγνώριση του δικού της σκεύους, διότι την οδηγούν τα εναπομείναντα σημάδια στα λείψανά του.

Το πρωτότυπο κείμενο


40. ΓΡΗΓ. Καὶ ἐγὼ εἶπον, «Ἄριστά μοι δοκεῖς κατὰ τὸ παρὸν συμμεμαχηκέναι τῷ λόγῳ τῆς ἀναστάσεως. Δύνασθαι γὰρ ἂν διὰ τούτων ἠρέμα προσαχθῆναι τοὺς ἀπομαχομένους τῇ πίστει, πρὸς τὸ μὴ οἴεσθαι τῶν ἀδυνάτων εἶναι πάλιν ἀλλήλοις συνελθεῖν τὰ στοιχεῖα, καὶ τὸν αὐτὸν ἀπεργάσασθαι ἄνθρωπον».

ΜΑΚΡ. Καί φησιν ἡ διδάσκαλος· Ἀληθὲς τοῦτο λέγεις. Ἔστι γὰρ λεγόντων ἀκούειν τῶν πρὸς τὸν λόγον τοῦτον ἐνισταμένων, ὅτι εἰς τὸ πᾶν κατὰ τὸ συγγενὲς γινομένης τῶν στοιχείων τῆς ἀναλύσεως, τίς μηχανὴ τὸ ἐν τῷδε θερμὸν ἐν τῷ καθόλου γενόμενον συμμιγὲς, τοῦ συγγενοῦς πάλιν ἀποκριθῆναι πρὸς τὸ συστῆναι τὸν ἀναπλασσόμενον ἄνθρωπον; Εἰ γὰρ μὴ ἀκριβῶς τὸ ἴδιον ἐπανέλθοι, ἐκ δὲ τοῦ ὁμογενοῦς ἀντὶ τοῦ ἰδιάζοντός τι παραληφθείη, ἕτερον ἀνθ᾿ ἑτέρου γενήσεται, καὶ οὐκέτι ἂν εἴη τὸ τοιοῦτον ἀνάστασις, ἀλλὰ καινοῦ ἀνθρώπου δημιουργία. Εἰ δὲ χρὴ τὸν αὐτὸν εἰς ἑαυτὸν πάλιν ἐπανελθεῖν, δι᾿ ὅλου εἶναι προσήκει τὸν αὐτὸν ἑαυτῷ πᾶσι τοῖς τῶν στοιχείων μέρεσι τὴν ἐξ ἀρχῆς ἐπαναλαβόντα φύσιν».

41. ΓΡΗΓ. «Οὐκοῦν, ὡς εἶπον, αὐτάρκης ἡμῖν πρὸς ταύτην τὴν ἔνστασιν ἡ τοιαύτη περὶ τῆς ψυχῆς ἂν εἴη ὑπόληψις· τὸ οἷς ἐξ ἀρχῆς ἐνεφύη στοιχείοις τούτοις, καὶ μετὰ τὴν διάλυσιν παραμένειν, οἷον εἰ φύλακα τῶν οἰκείων καθισταμένην, καὶ ἐν τῇ ἀνακράσει τῇ πρὸς τὸ ὁμόφυλον οὐ διαφιεῖσαν τὸ ἴδιον ἐν τῷ λεπτῷ τε καὶ εὐκινήτῳ τῆς νοερᾶς δυνάμεως, οὐδεμίαν ἐν τῇ λεπτομερίᾳ τῶν στοιχείων ὑπομένουσαν πλάνην, ἀλλὰ συνδιαλύεσθαι τοῖς ἰδίοις καταμιγνυμένοις πρὸς τὸ ὁμόφυλον, καὶ μὴ ἀτονεῖν συνδιεξιοῦσαν αὐτοῖς, ὅταν πρὸς τὸ πᾶν ἀναχέωνται, ἀλλ᾿ ἐν αὐτῷ ἀεὶ μένειν ὅποιπερ αὐτὰ, καὶ ὅπως παρασκευάσῃ ἡ φύσις.

Εἰ δὲ γένοιτο πάλιν παρὰ τῆς τὸ πᾶν οἰκονομούσης δυνάμεως τοῖς διαλυθεῖσι πρὸς τὴν συνδρομὴν τὸ ἐνδόσιμον, τότε, καθάπερ εἰ μιᾶς ἀρχῆς ἐξαφθεῖεν σχοῖνοι διάφοροι, ὁμοῦ καὶ κατ᾿ αὐτὸν αἱ πᾶσαι τῷ ἐφελκομένῳ συνέπονται· οὕτως ἐν μιᾷ τῇ τῆς ψυχῆς δυνάμει, τῆς τῶν στοιχείων διαφορᾶς ἑλκομένης, ἀθρόως ἐν τῇ συνδρομῇ τῶν οἰκείων, ἡ τοῦ σώματος ἡμῶν σειρὰ διὰ τῆς ψυχῆς συμπλακήσεται, καταλλήλως ἑκάστου πάλιν πρὸς τὸ ἀρχαῖον καὶ σύνηθες πλακουμένου, καὶ περιπτυσσομένου τὸ γνώριμον».

42 ΜΑΚΡ. «Ἀλλὰ καὶ τοῦτο τὸ ὑπόδειγμα, φησὶν ἡ διδάσκαλος, εἰκότως ἂν προστεθείη τοῖς ἐξητασμένοις εἰς ἀπόδειξιν τοῦ μὴ πολλὴν εἶναι τῇ ψυχῇ τὴν δυσκολίαν ἐν τοῖς στοιχείοις διακρίνειν τοῦ ἀλλοτρίου τὸ ἴδιον. Προκείσθω γὰρ τῷ κεραμεύοντι πηλὸς καθ᾿ ὑπόθεσιν, πολὺς δὲ οὗτος εἶναι δεδόσθω, οὗ τὸ μέν τοι πρὸς τὴν τῶν σκευῶν ἀπεργασίαν ἤδη τετύπωται, τὸ δὲ μέλλον. Τὰ δὲ σκεύη πάντα μὴ ὁμοειδῶς ἀλλήλοις διεσχηματίσθω, ἀλλὰ τὸ μὲν πίθος, τὸ δὲ ἀμφορεὺς, ἕτερον δὲ πινάκιον, ἢ τριβλίον, ἢ ἄλλο τι τῶν κατὰ τὴν χρῆσιν ἐπιτηδείων ἔστω, ταῦτα δὲ πάντα μὴ εἷς κεκτήσθω, ἀλλ᾿ ἴδιον ἑκάστου δεσπότου, ὑποκείσθω τῷ λόγῳ.

43. Οὐκοῦν ἕως ἂν συνεστήκει, ταῦτα φανερά τε τοῖς ἔχουσι γίνεται· κἂν συντριβείη πάλιν, οὐδὲν ἧττον γνώριμα ἀπὸ τῶν συντριμμάτων τοῖς κεκτημένοις ἔσται, τὸ μὲν τὸ ἐκ τοῦ πίθου, ποῖον δὲ τὸ ἐκ τοῦ ποτηρίου τρύφος ἐστίν. Εἰ δὲ καὶ πρὸς τὸν ἀκατέργαστον καταμιχθείη πηλόν, πολὺ μᾶλλον ἀπλανὴς ἡ διάγνωσις τῶν ἤδη κατειργασμένων ἀπ᾿ ἐκείνου γίνεται.

Οὕτως οἷόν τι σκεῦος, ὁ καθ᾿ ἕκαστόν ἐστιν ἄνθρωπος, ἐκ τῆς συνδρομῆς τῶν στοιχείων ἀπὸ τῆς κοινῆς ὕλης ἀνατετυπωμένος, ἐν ἰδιάζοντι πάντως τῷ σχήματι πολλὴν πρὸς τὸ ὁμογενὲς τὴν διαφορὰν ἔχων. Οὗ διαλυθέντος οὐδὲν ἧττον καὶ ἀπὸ τῶν λειψάνων ἡ κεκτημένη τὸ σκεῦος ψυχὴ τὸ οἰκεῖον ἐπιγινώσκει, οὔτε ἐν τῇ κοινωνίᾳ τῶν συντριμμάτων, οὔτε εἰ πρὸς τὸ ἀκατέργαστον τῆς τῶν στοιχείων ὕλης καταμιχθείη, τοῦ οἰκείου ἀφισταμένη, ἀλλ᾿ ἀεὶ ἐπισταμένη τὸ ἴδιον, οἷόν τε συνεστὼς ἐν τῷ σχήματι ἦν, καὶ μετὰ τὴν διάλυσιν ἐκ τῶν ἀπομεινάντων σημείων τοῖς λειψάνοις οὐ πλανωμένη περὶ τὸ ἴδιον.



Δεν υπάρχουν σχόλια: