Συνέχεια από Δευτέρα, 8 Φεβρουαρίου 2021
ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ
ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΝΥΣΣΗΣ
ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ Ο ΛΟΓΟΣ
Ο ΛΕΓΟΜΕΝΟΣ ΤΑ ΜΑΚΡΙΝΕΙΑ
29. ΓΡΗΓ. Εγώ τότε συγκινήθηκα πολύ απ’ όσα άκουσα και είπα: «Τα τόσο απλά και ξεκάθαρα επιχειρήματά σου είναι αρκετά, για κάθε άνθρωπο που διαθέτει στοιχειώδη λογική, για να πεισθεί ότι είναι ορθά και σε κανένα σημείο δεν ξεφεύγουν από την αλήθεια. Διότι, γι’ αυτούς που έχουν μελετήσει τη διαλεκτική τέχνη των επιχειρημάτων, ο συλλογισμός αρκεί για να πεισθούν. Εμείς όμως, απ’ όλα τα πορίσματα της διαλεκτικής τέχνης, θεωρούμε πιο αξιόπιστο αυτό που προκύπτει από τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής. Νομίζω, λοιπόν, ότι πρέπει ν’ αναζητήσουμε για όσα έχουν λεχθεί, εάν η θεόπνευστη διδασκαλία συμφωνεί μ’ αυτά».
30. ΜΑΚΡ. Και εκείνη λέει: «Και ποιός θα είχε αντίρρηση ότι η αλήθεια υπάρχει μόνον εκεί όπου τίθεται η σφραγίδα της μαρτυρίας της Αγίας Γραφής; Εάν, λοιπόν, χρειάζεται ν’ αναφερθεί και κάτι από τη διδασκαλία του Ευαγγελίου για επιβεβαίωση αυτής της πίστεως, δεν θα ήταν ανεπίκαιρη η η διδασκαλία για την παραβολή των ζιζανίων.
Ο οικοδεσπότης έσπειρε εκεί τον καλό σπόρο· εμείς πάντως αποτελούμε τους ένοικους του σπιτιού. Ο εχθρός παραφύλαξε και, όταν οι ένοικοι κοιμόταν, έσπειρε μέσα στον καλό και τον άχρηστο σπόρο· έριξε τα ζιζάνια μέσα στο στάρι. Και όλα τα σπέρματα, καλά και κακά, βλάστησαν μαζί. Διότι, δεν ήταν δυνατό ο σπόρος, που σπάρθηκε μαζί με το στάρι, να μη βλαστήσει μαζί μ’ εκείνο. Ο επιστάτης μάλιστα της καλλιέργειας εμποδίζει τους εργάτες να ξεχορταριάσουν τα άχρηστα, διότι στη ρίζα είχαν φυτρώσει και τα χρήσιμα· και μαζί με το άχρηστο θα ξερρίζωνε και το φαγώσιμο στάρι.
Νομίζουμε ότι η παραβολή υπονοεί με τον καλό σπόρο εκείνες τις ορμές της ψυχής που η καθεμιά, εάν καλλιεργούνταν μόνο προς το καλό, σίγουρα θα απόδιδε σε μας τον καρπό της αρετής. Επειδή όμως σπάρθηκε ανάμεσα σ’ αυτά και η σύγχυση για τη διάκριση του καλού, αυτό το όντως καλό από την ίδια του τη φύση επισκιάστηκε από το απατηλό βλαστάρι που φύτρωσε παράλληλα. Διότι η επιθυμία δεν φύτρωσε και αυξήθηκε χάρη στον από τη φύση του καλό σπόρο, εξαιτίας του οποίου βλάστησε μέσα μας, αλλά μετάτρεψε το βλαστό προς τη κτηνωδία και την ανικανότητα να διακρίνει το καλό, αφού η επιθυμία οδηγούσε την ορμή (της ψυχής) σε κάτι τέτοιο.
Παρόμοια και ο σπόρος του θυμού δεν οδήγησε στην ανδρεία, αλλά εξόπλισε τους ανθρώπους για πόλεμο εναντίον των ομοφύλων τους. Και η δύναμη της αγάπης απομακρύνθηκε από τα νοητά, διότι επιδόθηκε με υπέρμετρη μανία στην απόλαυση των αισθητών. Και οι υπόλοιποι σπόροι, με τον ίδιο τρόπο, έβγαλαν τους χειρότερους βλαστούς αντί τους καλύτερους.
Εξαιτίας αυτού ο σοφός γεωργός αφήνει τα ζιζάνια που φύτρωσαν μαζί με το φυτό να παραμένουν, από φόβο μήπως ξεριζωθεί μαζί με τους άχρηστους βλαστούς εξ ολοκλήρου η επιθυμία, και στερηθούμε εμείς και τα καλύτερα. Διότι, αν πάθει η φύση μας κάτι τέτοιο, τί θα υπάρχει που θα μας οδηγεί στη σχέση με τα επουράνια; Ή, εάν αφαιρέσουμε την αγάπη, με ποιο τρόπο θα ενωθούμε με το Θεό; Εάν πάλι ξεθύμαινε τελείως ο θυμός, ποιό όπλο θα έχουμε ενάντιο σ’ αυτόν (διάβολο)που μας πολεμά;
Αφήνει, λοιπόν, μέσα μας τα άχρηστα σπέρματα ο γεωργός, όχι για να κυριαρχήσουν για πάντα στον καλό σπόρο· αλλά, για να μπορέσει η γη –έτσι μεταφορικά ονομάζει την καρδιά μας–, με τη φυσική δύναμη που διαθέτει –κι αυτή (για την καρδιά μας) είναι το λογικό–, άλλα από τα βλαστήματα να ξεράνει και άλλα να τα βοηθήσει να μεγαλώσουν και καρπίσουν. Κι αν δεν γίνει αυτό, με τη φωτιά ξεχωρίζει τα γεωργικά προϊόντα.
Επομένως, εάν κανείς χρησιμοποιήσει αυτές (τις δυνάμεις) όπως πρέπει: εάν δηλαδή αυτός κυριαρχεί σ’ εκείνες κι όχι εκείνες σ’ αυτόν· και αν τις χρησιμοποιεί σαν συνεργούς, όπως ο βασιλιάς την εργασία των υπηκόων του, εύκολα θα πετύχει εκείνο που επιδιώκει η αρετή.
Εάν όμως υποδουλωθεί σ’ αυτές, όπως οι δούλοι επαναστάτησαν εναντίον του κυρίου τους, και αιχμαλωτισθεί υποκύπτοντας υποτιμητικά στις επιθυμίες των δούλων και γίνει υποχείριο εκείνων που είναι από τη φύση στις διαταγές του, τότε αναγκαστικά θα ξεπέσει προς τα εκεί που θα τον εκβιάζει η εντολή αυτών που θα τον υποτάξουν.
Εάν αυτή είναι κατάσταση αυτών, δεν θεωρούμε καθ’ εαυτές μήτε αρετή μήτε κακία αυτές τις δυνάμεις της ψυχής που βρίσκονται κάτω από την εξουσία όσων τις χρησιμοποιούν για να ενεργούν ή καλά ή άσχημα. Όταν η κίνησή τους χρησιμοποιείται για το καλύτερο, γίνεται αντικείμενο επαίνων· όπως συνέβη με την επιθυμία στο Δανιήλ, με το θυμό στο Φινεές και με τη λύπη σ’ εκείνον που πενθεί κατά Θεόν. Εάν όμως η ορμή χρησιμοποιείται προς το χειρότερο, τότε οι κινήσεις αυτές γίνονται και λέγονται πάθη».
Συνεχίζεται
Εάν όμως υποδουλωθεί σ’ αυτές, όπως οι δούλοι επαναστάτησαν εναντίον του κυρίου τους, και αιχμαλωτισθεί υποκύπτοντας υποτιμητικά στις επιθυμίες των δούλων και γίνει υποχείριο εκείνων που είναι από τη φύση στις διαταγές του, τότε αναγκαστικά θα ξεπέσει προς τα εκεί που θα τον εκβιάζει η εντολή αυτών που θα τον υποτάξουν
ΟΛΗ Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΦΕΝΤΗ ΤΗΣ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΧΕΓΓΕΛ Η ΟΠΟΙΑ ΓΕΝΝΗΣΕ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ. ΕΚΤΟΤΕ Ο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΜΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, Ο ΠΑΡΑ ΦΥΣΙΝ, ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΛΛΑΞΕ ΤΗΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΙΧΜΑΛΩΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΣΤΗΝ ΒΑΡΥΤΗΤΑ, ΠΗΡΕ ΤΗΝ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ.
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΚΤΗΤΟΥ
Όσον αφορά στις ψυχές τών ανθρώπων, αυτές δημιουργήθηκαν για να υπηρετήσουν τη σχέση ανάμεσα στα πράγματα που μένουν υψηλά και σε κείνα που μένουν χαμηλά, έχοντας τη δυνατότητα να στρέφονται τόσο προς τα μεν όσο και προς τα δε. Όταν τείνουν λοιπόν εξ ολοκλήρου προς τα υψηλότερα, οι επιθυμίες και οι επιλογές τους είναι απλές και χωρίς εναλλακτική. Όταν όμως αδυνατούν να στραφούν προς τα άνω, επειδή επιθυμούν να παρεμβαίνουν επίσης στα κατώτερα πράγματα (κι αυτή η μεταστροφή προς τα κατώτερα είναι και αυτή εγγενής στην ψυχή κατά την ουσία της, διότι αυτή η μεταστροφή αποβλέπει στην εμψύχωση και την κινητοποίηση των καθαυτό αψύχων σωμάτων, που είναι ετερο-κίνητα, καθώς και στην τακτοποίηση των πραγμάτων που από τη φύση τους δύνανται να συμμετάσχουν στο Αγαθό μόνον ωθούμενα από κάτι έτερο· τα πράγματα αυτά δέχονται τη μετοχή χάρη στήν ψυχή, η οποία με την κίνηση που διαθέτει, θέτει σε κίνηση τα ετερο-κίνητα πράγματα), αυτήν ακριβώς τη στιγμή, επειδή η ψυχή σχετίζεται με πράγματα που υπόκεινται στη γένεση και τη φθορά και οδηγούνται βαθμιαία στη στέρηση του Αγαθού, και επειδή η ψυχή προσφέρει τον εαυτό της σ’ αυτά τα πράγματα, η επιλογή της δεν είναι πλέον μια επιλογή χωρίς εναλλακτική, αλλά μια επιλογή η οποία χωρίς αμφιβολία στρέφεται πάντοτε προς ό,τι είναι άξιο επιλογής και προς το αγαθό, ένα αγαθό που μπορεί είτε να είναι πραγματικό αγαθό είτε και ένα υποκατάστατο, παραπλανητικό και δελεαστικό αγαθό, εξ αιτίας μιας κάποιας ηδονής που εμπεριέχει.
Τό αρχαίο κείμενο.
29. ΓΡΗΓ. Ἐγὼ δὲ καὶ σφόδρα περὶ τὰ εἰρημένα διατεθεὶς, «Ἀρκεῖ μὲν, ἔφην, παντὶ τῷ γε νοῦν ἔχοντι ψιλῶς οὑτωσὶ καὶ ἀκατασκεύως δι᾿ ἀκολούθου προελθὼν ὁ λόγος, εὖ ἔχειν δόξαι καὶ μηδαμοῦ παρεσφάλθαι τῆς ἀληθείας. Ἐπεὶ δὲ τοῖς μὲν τὰς τεχνικὰς ἐφόδους μεμελιτηκόσι τῶν ἀποδείξεων, ὁ συλλογισμὸς ἱκανὸς εἰς πίστιν δοκεῖ· ἡμῖν δὲ πάντων τῶν τεχνικῶν συμπερασμάτων ἕξις πιστότερον εἶναι ὡμολογεῖτο τὸ διὰ τῶν ἱερῶν τῆς Γραφῆς διδαγμάτων ἀναφαινόμενον· ζητεῖν οἶμαι δεῖν ἐπὶ τοῖς εἰρημένοις, εἰ ἡ θεόπνευστος διδασκαλία τούτοις συμφέρεται».
30. ΜΑΚΡ. Ἡ δὲ, «Καὶ τίς ἂν ἀντείποι, φησὶ, μὴ οὐχὶ ἐν τούτῳ μόνῳ τὴν ἀλήθειαν τιθέσθω, ᾧ σφραγὶς ἔπεστι τῆς γραφικῆς μαρτυρίας; Οὐκοῦν εἰ χρή τι καὶ τῆς τοῦ Εὐαγγελίου διδασκαλίας πρὸς τὴν τοῦ δόγματος τούτου συνηγορίαν παραληφθῆναι, οὐκ ἀπὸ καιροῦ γένοιτ᾿ ἂν ἡμῖν τῆς παραβολῆς τῶν ζιζανίων ἡ θεωρία.
Ἔσπειρε γὰρ ἐκεῖ τὸ καλὸν σπέρμα ὁ οἰκοδεσπότης ἡμεῖς δὲ πάντως ὁ οἶκός ἐσμεν· καθεύδοντας δὲ τοὺς ἀνθρώπους ἐπιφυλάξας ἐνέσπειρεν ὁ ἐχθρὸς τῷ τροφίμῳ τὸ ἄχρηστον, αὐτῷ τῷ σίτῳ κατὰ τὸ μέσον ἐνθεὶς τὸ ζιζάνιον. Καὶ συνεβλάστησαν ἀλλήλοις τὰ σπέρματα. Οὐ γὰρ ἦν δυνατὸν τὸ αὐτῷ τῷ σίτῳ ἐντεθὲν σπέρμα μὴ σὺν ἐκείνῳ βλαστῆσαι. Κωλύει δὲ τοὺς ὑπηρέτας ὁ τῆς γεωργίας ἔφορος μὴ ἀποτίλλειν τὸ ἄχρηστον διὰ τὴν ἐν τῇ ῥίζῃ τῶν ἐναντίων συμφυΐαν, ὡς ἂν μὴ τὸ ἀλλότριον συνεκτίνει τὸ τρόφιμον.
Τὰς γὰρ τοιαύτας τῆς ψυχῆς ὁρμὰς διὰ τῶν καλῶν σπερμάτων οἰόμεθα τὸν λόγον ἐνδείκνυσθαι, ὧν ἕκαστον, εἰ μόνον πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἐγεωργεῖτο, τὸν τῆς ἀρετῆς ἐν ἡμῖν καρπὸν πάντως ἐβλάστησεν. Ἐπειδὴ δὲ παρενεσπάρη τούτοις ἡ περὶ τὴν τοῦ καλοῦ κρίσιν διαμαρτία, καὶ τὸ ὄντως καὶ μόνον κατὰ τὴν ἰδίαν φύσιν καλόν, διὰ τοῦ συναναφυέντος βλαστοῦ τῆς ἀπάτης ἐπεσκοτίσθη· τὸ γὰρ ἐπιθυμητικὸν οὐ πρὸς τὸ φύσει καλὸν οὗ χάριν κατεσπάρη ἡμῖν ἐφύη τε καὶ ἀνέδραμεν, ἀλλὰ πρὸς τὸ κτηνῶδες καὶ ἄλογον τὸν βλαστὸν μετεποίησε τῆς περὶ τὸ καλὸν ἀκρισίας, πρὸς τοῦτο τὴν τῆς ἐπιθυμίας ἐνεγκοῦσαν ὁρμήν.
Ὡσαύτως καὶ τὸ τοῦ θυμοῦ σπέρμα οὐ πρὸς ἀνδρείαν ἐστόμωσεν, ἀλλὰ πρὸς τὴν τῶν ὁμοφύλων μάχην ἐξώπλισεν· ἥ τε τῆς ἀγάπης δύναμις τῶν νοητῶν ἀπέστη, περὶ τὴν τῶν αἰσθητῶν ἀπόλαυσιν πέρα τοῦ μέτρου ὑλομανήσασα, καὶ τὰ ἄλλα τὸν αὐτὸν τρόπον, τοὺς χείρονας βλαστοὺς ἀντὶ τῶν κρειττόνων ἐξήνθησεν·
τούτου χάριν ἀφίησιν ὁ σοφὸς γεωργὸς τὸ ἐμφυὲν τῷ σπέρματι βλάστημα ἐν αὐτῷ εἶναι, προμηθείᾳ τοῦ μὴ γυμνωθῆναι τῶν κρειττόνων ἡμᾶς, καθόλου τῆς ἐπιθυμίας τῷ ἀχρήστῳ βλαστῷ συνεκριζωθείσης. Εἰ γὰρ τοῦτο πάθῃ ἡ φύσις, τί ἔσται τὸ ἐπαῖρον ἡμᾶς πρὸς τὴν τῶν ἐπουρανίων συνάφειαν; ἢ τῆς ἀγάπης ἀφαιρεθείσης, τίνι τρόπῳ πρὸς τὸ Θεῖον συναφθησόμεθα; Τοῦ δὲ θυμοῦ κατασβεσθέντος, ποῖον ὅπλον κατὰ τοῦ προσπαλαίοντος ἕξομεν;
Ἐφίησι τοίνυν τὰ νόθα τῶν σπερμάτων ἐν ἡμῖν ὁ γεωργὸς, οὐχ ὡς ἀεὶ κατακρατεῖν τῆς τιμιωτέρας σπορᾶς, ἀλλ᾿ ὡς αὐτὴν τὴν ἄρουραν οὕτω γὰρ τὴν καρδίαν τροπικῶς ὀνομάζει διὰ τῆς ἐγκειμένης αὐτῇ φυσικῆς δυνάμεως, ἥτις ἐστὶν ὁ λογισμὸς, τὸ μὲν ξηρᾶναι τῶν βλαστημάτων, τὸ δὲ κάρπιμον καὶ εὐθαλὲς ἀπεργάσασθαι. Εἰ δὲ μὴ τοῦτο γένοιτο, τῷ πυρὶ τὴν τῆς γεωργίας διάκρισιν ταμιεύεται.
31. »Οὐκοῦν εἰ μέν τις τούτοις κατὰ τὸν δέοντα χρήσαι λόγον, ἐν αὐτῷ λαμβάνηται ἐκεῖνα, καὶ μὴ αὐτὸς ἐν ἐκείνοις, ἀλλ᾿ οἷόν τις βασιλεὺς τῇ πολυχειρίᾳ τῶν ὑπηκόων συνεργῷ χρώμενος, ῥᾷον κατορθώσει τὸ κατ᾿ ἀρετὴν σπουδαζόμενον.
Εἰ δὲ ἐκείνοις γένοιτο, καθάπερ δούλων τινῶν ἐπαναστάντων τῷ κεκτημένῳ, καὶ ἐξανδραποδισθείη ταῖς δουλικαῖς ἐπινοίαις ἀγεννῶς ὑποκύψαι, καὶ κτῆμα γένοιτο τῶν ὑπεζευγμένων κατὰ τὴν φύσιν αὐτῷ, πρὸς ἐκεῖνα κατ᾿ ἀνάγκην μετατεθήσεται, πρὸς ἅπερ ἂν ἡ ἐπικράτησις τῶν καθηγουμένων βιάζεται.
Εἰ δὲ ταῦτα τοῦτον ἔχει τὸν τρόπον, οὔτε ἀρετὴν, οὔτε κακίαν ἐφ᾿ ἑαυτῶν ταῦτα ἀποφανούμεθα, ὅσα κινήματα τῆς ψυχῆς ὄντα ἐπὶ τῇ ἐξουσίᾳ τῶν χρωμένων κεῖται, ἢ καλῶς ἢ ἑτέρως ἔχειν. Ἀλλ᾿ ὅταν μὲν αὐτοῖς πρὸς τὸ κρεῖττον ἡ κίνησις ᾖ, ἐπαίνων γίνεσθαι ὕλην, ὡς τῷ Δανιὴλ τὴν ἐπιθυμίαν, καὶ τῷ Φινεὲς τὸν θυμόν, καὶ τῷ καλῶς πενθοῦντι τὴν λύπην. Εἰ δὲ πρὸς τὸ χεῖρον γένοιτο ἡ ῥοπὴ, τότε πάθη γίνεσθαι ταῦτα καὶ ὀνομάζεσθαι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου