Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2020

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ – Ignace de la Potterie (35)

Συνέχεια από Κυριακή, 6 Δεκεμβρίου 2020     

             IGNACE  DE LA POTTERIE, S. J.

           Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ

                            ΤΟΜΟΣ  1ος

   Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

                         ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

                ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ :  Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ, ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ

ΙΙ. Οι πέντε υποσχέσεις

Β. Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ-ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ (14,26

      Αντικείμενο αυτής της δεύτερης υπόσχεσης ( 14,26), είναι το θέμα της πίστεως· η καθαυτό ανάπτυξη του θέματος συναντάται στην Πέμπτη υπόσχεση (16, 12-15). Το απόσπασμα 14,26 που θα αναλύσουμε τώρα, ανήκει στο τελευταίο τμήμα της πρώτης αποχαιρετιστήριας ομιλίας (στ. 24-31)· βρίσκεται όμως και σε άμεση σχέση με τον προηγούμενο στίχο. Ας τους διαβάσουμε και τους δύο: «Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν παρ' ὑμῖν μένων· ὁ δὲ παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν (εγώ)»[η λέξη εγώ δεν υπάρχει στο πρωτότυπο ελληνικό κείμενο] (14, 25-26). Στην επί λέξει αυτή μετάφραση (ενν. στα γαλλικά) προσπαθήσαμε να αποδώσουμε κατά το πιστότερο δυνατόν της αποχρώσεις της ελληνικής γλώσσας. Θέλουμε επίσης να επισημάνουμε την αντιπαράθεση – με την έντονη αντίθεση που την συνοδεύει – ανάμεσα στις αντωνυμίες εκεῖνος και ἐγῶ:

                        ἐ κ ε ῖ ν ο ς  ὑμᾶς διδάξει

                                         … ἃ εἶπον ὑμῖν  ἐ γ ῶ.

Το κείμενο αυτό επικεντρώνεται, ακόμη περισσότερο από ότι  η πρώτη υπόσχεση, στην φύση της μυστηριώδους σχέσεως που συνδέει την διδασκαλία του Πνεύματος με αυτήν του Ιησού.

1. Ο λόγος του Ιησού και η διδασκαλία του Παρακλήτου

     Ας μελετήσουμε κατ’ αρχήν πώς αυτή η σχέση εκφράζεται από γραμματολογική άποψη. Ο Ιησούς υπενθυμίζει «τους λόγους του» (τοὺς λόγους μου, 24α) που είναι «ο λόγος» εκείνου του πέμψαντος (24β). Ο επόμενος στίχος επαναλαμβάνει με επιμονή το ίδιο θέμα των λόγων του Ιησού: Ταῦτα λελάληκα ὑμῖν· πρόκειται για μια επίσημη και προσφιλή στον Ιωάννη διατύπωση που επαναλαμβάνει επτά φορές στους αποχαιρετιστήριους λόγους του (14,25. 11,11. 16,1.4.6.25.33), και  προσδίδει στον Χριστό την ιδιότητα του αποκαλύπτοντος. Η αντωνυμία ταῦτα δεν αναφέρεται μόνο σε αυτά που προηγούνται· ευρισκόμενη στην αρχή της κατακλείδας της ομιλίας, μπορούμε να την αποδώσουμε σε όλες τις αποκαλύψεις αυτής της συνομιλίας. Ορισμένες ενδείξεις επιπλέον μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μπορεί να περιλαμβάνει το σύνολο της επί γης διδασκαλίας του Ιησού: οι λόγοι του Ιησού (τοὺς λόγους μου) συνοψίζονται στον μοναδικό λόγο (ο λόγος), που πηγάζει από τον Πατέρα που τον απέστειλε (στ.24), και αυτόν τον μοναδικό λόγο διακηρύσσει (λελάληκα) ο Ιησούς και δέχονται οι μαθητές. Επιπλέον ταῦτα λελάληκα ὑμῖν συναρτάται με το πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν που βρίσκεται στο τέλος της υποσχέσεως· προσθέτοντας εδώ απλώς παρ' ὑμῖν μένων, ο Ιησούς υποδεικνύει μια περίοδο που έφτασε στο τέλος της, αυτή που έζησε στο πλευρό των μαθητών του· την συγκρίνει με αυτήν που θα ακολουθήσει την αναχώρησή του, την εποχή του Παρακλήτου. Θα πρέπει επομένως να κατανοήσουμε την λέξη ταῦτα σαν έναν γενικό προσδιορισμό όλων όσων ο Ιησούς αποκάλυψε στους μαθητές του.

     Απορία επομένως μας δημιουργεί το γεγονός ότι το κείμενο θέτει σε αντιπαράθεση το έργο της αποκάλυψης που εκτέλεσε ο Ιησούς με την διδασκαλία του Παρακλήτου (βλ. το αντιθετικό: ὁ δὲ παράκλητος). Με αυτή την παρέμβαση ο Ιησούς υποδεικνύει από τώρα αυτό που θα εξηγήσει σαφέστερα στη συνέχεια: οι λόγοι του και η διδασκαλία του δεν ολοκλήρωσαν το έργο της αποκάλυψης· θα χρειαστεί να συμπληρωθεί από το έργο του Παρακλήτου. Αλλά αυτή η λεπτή αντίθεση ανάμεσα στις δύο διδασκαλίες αποδεικνύει ότι η μελλοντική διδασκαλία του Παρακλήτου δεν θα συνίσταται μόνο σε μια ποσοτική διεύρυνση της διδασκαλίας του Ιησού, αλλά θα προσφέρει μια συμπλήρωση μιας άλλης τάξεως. Η συνέχεια του κειμένου και οι υπόλοιπες υποσχέσεις θα επιβεβαιώσουν αυτό το προσωρινό προς το παρόν συμπέρασμα, προσδιορίζοντας το ακριβές περιεχόμενό του.

2. Το «εξ ονόματος του» Ιησού πεμφθέν Άγιο Πνεύμα.

     1. Στις άλλες υποσχέσεις ο τίτλος του παράκλητου διευκρινίζεται πάντοτε με  την προσωνυμία τὸ πνεῦμα τῆς ἀληθείας (14,17. 15,26. 16,13). Εδώ αντιθέτως απόγειο του τίτλου είναι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον. Σε δύο κείμενα του Ευαγγελίου βρίσκουμε μια παρόμοια έκφραση, πνεῦμα ἅγιον, χωρίς άρθρο (1,33. 20,22, όπως και σε μια παραλλαγή στον 7,39). Αλλά το παρόν απόσπασμα είναι το μοναδικό κείμενο του Ιωάννη στο οποίο εμφανίζεται με διπλό άρθρο. Συγκρίνοντάς την με τα συνοπτικά ευαγγέλια, στα οποία εξ’ άλλου εμφανίζεται σπάνια, αυτή η διατύπωση υπογραμμίζει τον προσωπικό χαρακτήρα του Αγίου Πνεύματος: την συναντάμε σε αναφορά με την βλασφημία «κατά του Αγίου Πνεύματος» (Μαρκ. 3,29· Ματ. 12,32), ή όταν ο Ιησούς υπόσχεται στους μαθητές του ότι κατά τις διώξεις που θα υποστούν δεν θα ομιλούν εξ ιδίων αλλά θα τους καθοδηγεί τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον (Μαρ. 13,11· Λουκ 12,12 τὸ ἅγιον Πνεῦμα). Στον στ. 14,26 το νόημα αυτό είναι ακόμη πιο εμφανές, διότι το Πνεύμα ασκεί μια απολύτως προσωπική ενέργεια, την «διδασκαλία» και την «υπόμνηση» των λόγων του Ιησού· και το ουδέτερου γένους ουσιαστικό τὸ πνεῦμα συνοδεύεται από δύο προσδιορισμούς γένους αρσενικού: ὁ παράκλητοςἐκεῖνος. Επομένως αυτό το «Άγιο Πνεύμα» δεν είναι μια απρόσωπη θεία δύναμη· το πλαίσιο στο οποίο εμφανίζεται υπογραμμίζει τον προσωπικό του χαρακτήρα. Το γεγονός ότι στην αρχή των πέντε υποσχέσεων συναντάμε τουλάχιστον μια φορά την ονομασία το πνεῦμα τὸ ἅγιον έχει την σημασία του: διότι με τον τρόπο αυτό ο Παράκλητος, το Πνεύμα της αληθείας,  περί του οποίου γίνεται λόγος σ’ αυτά τα κείμενα, ταυτίζεται ρητά με το Άγιο Πνεύμα στο οποίο αναφέρεται η υπόλοιπη Κ. Δ.

     2. «Ο Πατήρ θα πέμψει το Πνεύμα το άγιον ἐν τῷ ὀνόματί μου». Το νόημα αυτής της πρότασης έχει προκαλέσει πολλές διαφορετικές ερμηνείες. Δεν σημαίνει, πιστεύουμε, ότι ο Πατήρ θα πέμψει το Πνεύμα στους μαθητές εάν επικαλεσθούν το όνομα του Ιησού· ούτε ότι θα το πέμψει κατόπιν παρακλήσεως, ή εν ονόματι, είτε στην θέση του Υιού.

     Ας ξεκινήσουμε από το γενικό νόημα της λέξης ὄνομα στον Ιωάννη. Θα πρέπει να θυμηθούμε την σημασία της επίκλησης του ονόματος του Ιησού στον πρώιμο χριστιανισμό: η διακήρυξη του ονόματος δεν αφορά απλώς στην ονομασία του «Ιησού»· αφορά μάλλον στους διάφορους τίτλους που του αποδίδονται, όπως «Μεσσίας», «Κύριος» ή «Υιός του Θεού», και τις ιδιότητες που συνεπάγονται. Ο Ιωάννης ο ίδιος αποδίδει μεγάλη σημασία στην θεολογία του «ονόματος». Στην Αρχιερατική προσευχή ο Ιησούς συνοψίζει την αποστολή του λέγοντας ότι αποκάλυψε και εγνώρισε στους ανθρώπους το όνομα του Πατρός (17,6.26)· ζητά από τον Πατέρα να τους διατηρήσει εις το όνομά του (17,11), όπως και ο ίδιος «ετήρησεν αυτούς εν τω ονόματι του Πατρός» (17,12): η παραμονή των μαθητών εις το όνομα του Πατρός σημαίνει την παραμονή τους στην εγγύτητα της αναγνώρισης του Θεού ως του Πατρός τον οποίον ο Ιησούς απεκάλυψε δια της ελεύσεώς του στον κόσμο· και επομένως σε κοινωνία με τον Πατέρα. Αλλά στον Ιωάννη, ο Χριστός ο οποίος είναι ταυτόχρονα αυτός που αποκαλύπτει και αυτός που αποκαλύπτεται, αναφέρεται ακόμη συχνότερα στο ίδιο του το όνομα: πιστεύειν εἰς αὐτόν σημαίνει πιστεύειν εἰς τό ὄνομα αὐτοῦ (1,12), δηλαδή εις το όνομά του ως «Μονογενούς», ως «Υιού του Θεού» (3,18· 1η Επ. 5,13)· πιστεύειν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ φαίνεται να σημαίνει ταυτόχρονα την μετά πίστεως αποδοχή αυτού που διακηρύσσει και σημαίνει αυτό το όνομα (Ιησούς= Υιός του Θεού), και η προσχώρηση δια της ολοκληρωτικής πίστεως στο πρόσωπο του Ιησού, ως Υιού του Θεού. Παρατηρούμε επομένως ότι η λέξη ὄνομα σε σχέση με τον Πατέρα ή σε σχέση με τον Υιό, μας καλεί εδώ να διακρίνουμε ταυτόχρονα την ιδέα της αποκαλύψεως (αυτό που το όνομα μας γνωρίζει), και την ιδέα της κοινωνίας με τον Θεό (που συνεπάγεται αυτή την αποκάλυψη).

     Ας προχωρήσουμε τώρα ερευνώντας το νόημα που ο Ιωάννης αποδίδει στην έκφραση ἐν τῷ ὀνόματι. Και σ’ αυτή την ειδική περίπτωση θα επαναλάβουμε αυτό που μόλις είπαμε. Ο Ιησούς χρησιμοποιεί δύο φορές την έκφραση «στο όνομα του Πατρός μου», αλλά σε στενή συνάρτηση με την δική του αποστολή: «ἐγὼ ἐλήλυθα (είμαι παρόν στον κόσμο) ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός μου, καὶ οὐ λαμβάνετέ με» (5,43). Η πρόθεση ἐν εδώ, όπως και σε άλλα αποσπάσματα δεν έχει οργανική αξία αλλά μάλλον μεταφορική: ο Ιησούς, ο Υιός, που βρίσκεται στον κόσμο, παραμένει παρόν « στο όνομα του Πατρός», τον οποίο αποκαλύπτει στους ανθρώπους· είναι επομένως ο κατ’ εξοχήν αποκαλύπτων, διότι παρότι βρίσκεται ανάμεσά μας, εξακολουθεί να υπάρχει συνεχώς μέσα στην αποκάλυψη και την κοινωνία που του παραχωρεί δια του ονόματός του ο Πατήρ (17,11). Το ίδιο συμβαίνει και όταν ο Ιησούς, αφού τους καλεί να πιστέψουν απευθύνεται στους Ιουδαίους και τους μιλά για τα έργα του τα οποία ποιεί εις το όνομα (10,25) του Πατρός του. Αναφέρεται ταυτόχρονα στην ένωσή του με τον Πατέρα και τον αποκαλυπτικό χαρακτήρα αυτών των έργων, τα οποία ποιεί σε πλήρη ενότητα με τον Πατέρα (10,30 ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν), και τα οποία τον καθιστούν τον απεσταλμένο του Πατρός, δηλαδή τον Μεσσία (10,24)· επομένως τα έργα του αποκαλύπτουν τον Πατέρα.

     Η διατύπωση «εις το όνομα του Ιησού» θα πρέπει να ερμηνευτεί με παρόμοιο τρόπο. Όταν στον Μυστικό Δείπνο ο Χριστός λέει στους μαθητές του ότι αργότερα θα προσεύχονται στον Πατέρα «εις το όνομά του» ( ἐν τῷ ὀνόματί μου: 14,13.14· 15,16· 16,24.26) θα πρέπει να ερμηνεύσουμε αυτή την έκφραση σε σχέση με την θεολογία του Ιωάννη περί της αποκαλύψεως του «ονόματος» του Ιησού, και της πίστεως των μαθητών στο «όνομά» του. Ο Χριστός επομένως αναγγέλλει στους αποστόλους ότι οι αιτήσεις τους προς τον Πατέρα θα εμπνέονται από την πίστη τους στο «όνομά» του (Ιησού)· θα αποτελούν την αυθόρμητη έκφραση της βαθειάς πίστεώς τους στον Ιησού, τον Μεσσία και Υιό του Θεού· και επομένως θα τελούνται αναγκαία σε κοινωνία με αυτόν. Μια τέτοια αίτηση δεν λανθάνει (14,13.14· 15,16· 16,24). Τα παράλληλα με αυτό το θέμα κείμενα επιβεβαιώνουν αυτή την ερμηνεία: οι αιτήσεις μας ασφαλώς θα εισακουστούν, εάν παραμείνουμε στον Ιησού, και οι λόγοι του παραμείνουν σε εμάς (15,7), εάν αιτούμεθα κατά το θείο θέλημα (1η Επ. 5,14), δηλαδή με μια ζωντανή και συνειδητή πίστη. Έτσι κατανοούμε και την διατύπωση του στ. 16,23: «ὅσα ἄν αἰτήσητε τὸν πατέρα ἐν τῷ ὀνόματί μου, δώσει ὑμῖν»· θα εισακούσει τις αιτήσεις σας, χάρη στην προς εμέ πίστη σας, και την μετ’ εμού κοινωνία σας.

     Μπορούμε τώρα να επανέλθουμε στο κείμενο από το οποίο ξεκινήσαμε: «…τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου» (14,26). Ας θυμηθούμε ότι στους στίχους 5,43 και 10,25, η παρουσία του Ιησού «εις το όνομα του Πατρός», και παράλληλα τα έργα που εξετέλεσε «στο όνομα του Πατρός», τον καθιστούσαν αυτόν ο οποίος αποκάλυψε τον Πατέρα, και ταυτόχρονα αυτόν που ζει σε κοινωνία με το Πατέρα. Φαίνεται ότι και η αποστολή του Πνεύματος «στο όνομα του Ιησού» στον στ. 14,26 εκφράζει επίσης τόσο την ένωση όσο και την αποκάλυψη. Το «όνομα» εκφράζει ό,τι βαθύτερο υπάρχει στο πρόσωπο του Ιησού, την ιδιότητα του Υιού. Η διατύπωση «εις το όνομά μου» υποδεικνύει την απόλυτη κοινωνία ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό ως προς την αποστολή του Πνεύματος: ο Πατήρ είναι η προέλευση αυτής της αποστολής· ο Υιός επομένως θα αποστείλει το Πνεύμα «παρά του Πατρός» (15,26)· αλλά και ο Υιός είναι επίσης και αυτός αιτία αυτής της αποστολής: και επομένως ο Πατήρ θα αποστείλει το Πνεύμα «στο όνομα του Υιού», χάρη στην ένωσή του με τον Υιό· ο Πατήρ και ο Υιός είναι και οι δύο αιτίες αυτής της αποστολής του Παρακλήτου. Επειδή όμως το Πνεύμα αποστέλλεται στους ανθρώπους «εις το όνομα του Χριστού», σκοπός της αποστολής του δεν μπορεί παρά να είναι η αποκάλυψη του Χριστού, η γνώση του πραγματικού του ονόματος ως Υιού του Θεού, που περιλαμβάνει ολόκληρο το μυστήριο του προσώπου του· ρόλος του Παράκλητου θα είναι να διδάξει την πίστη στον Ιησού, Υιό του Θεού και αποκαλύπτοντα τον Πατέρα. Έτσι το έργο της αποκάλυψης που εξετέλεσε ο Ιησούς θα περατωθεί δια της ενέργειας του Πνεύματος.

     Το μέγα πλεονέκτημα αυτής της ερμηνείας είναι ότι επιβεβαιώνεται πλήρως από την συνέχεια του στίχου, στην οποία ακριβώς ο Παράκλητος περιγράφεται ως «ο διδάσκαλος του δόγματος».

3. Διδάξει

     1. Η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος στους μαθητές περιγράφεται με δύο διαφορετικούς όρους: ἐκεῖνος ὑμᾶς  δ ι δ ά ξ ε ι  πάντα καὶ ὑ π  ο μ ν ή σ ε ι  ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν (εγώ). Υποδεικνύουν αυτά τα δύο ρήματα δύο ξεχωριστές λειτουργίες του Πνεύματος; Αυτή υπήρξε η γνώμη ορισμένων συγγραφέων: το Πνεύμα, λένε, θα πρέπει πρώτα να «διδάξει πάντα», (επικαλούμενοι συχνά τον στ. 2,27 της 1η Επιστολής: τὸ αὐτὸ χρῖσμα διδάσκει ὑμᾶς περὶ πάντων)· αλλά επιπλέον θα πρέπει και να «υπενθυμίσει» ολόκληρη την διδασκαλία του Ιησού. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία η λέξη πάντα θα αναφερόταν μόνο στο ἃ εἶπον ὑμῖν εγώ, ενώ το πρώτο πάντα δεν θα μπορούσε να σχετισθεί με την αναφορική πρόταση η οποία αφορά στους λόγους του Ιησού και έτσι θα αποκτούσε μια απεριόριστη εμβέλεια: το Πνεύμα θα σας διδάξει τα πάντα».

      Αυτή όμως η ερμηνεία είναι αμφισβητήσιμη, διότι δημιουργεί ένα τεχνητό ρήγμα ανάμεσα στα δύο ρήματα. Πιστεύουμε, όπως και οι περισσότεροι ερμηνευτές ότι και τα δύο ρήματα διδάξει και ὑπομνήσει έχουν το ίδιο αντικείμενο: πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν (εγώ). Υπάρχουν πολλά επιχειρήματα φιλολογικής τάξεως που συνηγορούν επίσης υπέρ αυτής της ερμηνείας. Παρατηρούμε κατ’ αρχήν ότι ολόκληρη η πρόταση δομείται πάνω σε μια βασική αντίθεση ανάμεσα στις αντωνυμίες εκείνος και εγώ, που και οι δύο κατέχουν ιδιαίτερη έμφαση.

                            Ι                                                              ΙΙ

   (α)                                    (β)

ΕΚΕΙΝΟΣ

ὑμᾶς                            και ὑπομνήσει                        ἃ εἶπον 

διδάξει                       ὑμᾶς                                          ὑμῖν

πάντα                         πάντα                                        ΕΓΩ

Η κατάταξη των στοιχείων της φράσης σε δύο ομάδες (Ι και ΙΙ) αναδεικνύει την στενή σύνδεση των δύο υποδιαιρέσεων (α) και (β) της πρώτης ομάδας: και οι δύο υπόκεινται στο ίδιο ἐκεῖνος και εμφανίζουν έναν ρυθμικό παραλληλισμό που καταλήγει και στις δύο περιπτώσεις στο πάντα· η όλη κίνηση αυτής της πρώτη ομάδας κατευθύνεται προς την δεύτερη· επομένως η πρώτη ομάδα σαν σύνολο αποτελεί μια αντιπαράθεση στην δεύτερη, χωρίς την οποία η αντίθεση ἐκεῖνος-εγώ δεν θα είχε νόημα. Θα πρέπει επίσης να θυμηθούμε την ευρύτερη παρεμβολή ανάμεσα στους στ. 25-26: ταῦτα λελάληκα ὑμῖν … εἶπον ὑμῖν (εγώ). Αυτές οι δύο προτάσεις, όπως είδαμε έχουν την ίδια γενική αξία: αφορούν και οι δύο στους λόγους του Ιησού προς τους μαθητές, που αποτελούν και το κύριο θέμα αυτών των στίχων. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο προτάσεις παρεμβάλλεται η περιγραφή της μελλοντικής ενέργειας του Παρακλήτου, με την μορφή μιας σχετικής αντιπαράθεσης ως προς την διδασκαλία του Ιησού, αλλά και σε σχέση με αυτήν: εάν αποδίδαμε στην έκφραση διδάξει πάντα μια αυτόνομη και ανεξάρτητη σημασία, χωρίς να την συνδέσουμε με την αναφορική πρόταση που ακολουθεί, θα έχανε το νόημά της ολόκληρη η φράση. Και μια τελευταία λεπτομέρεια, αλλά όχι χωρίς σημασία: στην μέση του κεντρικού μέρους των στίχων, που αφορά στο Παράκλητο, ο Ιησούς λέει ότι ο Πατήρ θα τον αποστείλει «εις το όνομά του», και όπως αποδείξαμε οι λέξεις αυτές περιγράφουν την αποστολή του Παράκλητου που είναι η αποκάλυψη του Χριστού· θα ήταν επομένως παράδοξο η έκφραση διδάξει πάντα σε αντίθεση με την αντίστοιχη υπομνήσει πάντα, να μην αναφέρεται επίσης στην αναφορική πρόταση ἃ εἶπον ὑμῖν (εγώ) που αφορά σε αυτά που αποκαλύφθηκαν από τον Ιησού.

     Οι παρατηρήσεις αυτές μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα δύο ρήματα διδάξει και ὑπομνήσει θα πρέπει να ερμηνευτούν ως ένα σύνολο: τα δύο πάντα αναφέρονται εξ ίσου στην αντωνυμία (εἶπον)· η λέξη πάντα επαναλαμβάνεται δύο φορές διότι προφανώς ο Ιωάννης επιθυμεί να της δώσει μια κάποια εμφατική αξία, και να εξασφαλίσει μια αρμονική σύνθεση ανάμεσα στα τμήματα (α) και (β). Επομένως   «η διδασκαλία» του Παρακλήτου και η ρόλος του της «υπόμνησης» έχουν ένα και μόνον αντικείμενο: το σύνολο της διδασκαλίας του Ιησού. Δεν υπάρχει τίποτε σε αυτό το κείμενο που να μας επιτρέπει να συμπεράνουμε μια ανεξάρτητη διδασκαλία του Αγίου Πνεύματος, που δεν θα είναι δηλαδή σε πάγια σχέση με την διδασκαλία του Ιησού.

     Η θεωρία αυτή έχει ύψιστη θεολογική σημασία: το Πνεύμα δε φέρει μια νέα αποκάλυψη, δεν έρχεται να προσθέσει και άλλες αλήθειες σ’ αυτές που δίδαξε ο Χριστός. Η καθαυτό «διδασκαλία» του Πνεύματος-Παράκλητος συνίσταται ακριβώς στην «υπόμνηση» των λόγων του Ιησού. Μπορούμε επομένως να συνυπογράψουμε αυτό το σχόλιο του Καλβίνου: «Observa autem quaenam sint illa omnia, quorum doctorem fore spiritum promittit: suggeret, inquit, vel reducet in memoriam quaecumque dixi. Unde sequitur non fore novarum revelationum architectum».

     Η φιλολογική αυτή ανάλυση μας οδηγεί σε δύο φαινομενικά αντιφατικές παρατηρήσεις: αφ’ ενός η ενέργεια του Παρακλήτου έχει στο σύνολό της ως αντικείμενο την διδασκαλία του Ιησού· αφ’ ετέρου αυτή η μελλοντική δράση του Πνεύματος τίθεται σε αντιπαράθεση με την αποκάλυψη του ίδιου του Χριστού. Η απάντηση σε αυτή την αντινομία πρέπει να είναι ότι η αποκαλυπτική ενέργεια του Πνεύματος και αυτή του Ιησού, παρότι συνδέονται μεταξύ τους δεν είναι της ιδίας τάξεως. Για να δούμε καθαρά την διαφορά τους θα πρέπει να αναλύσουμε το νόημα αυτών των δύο ρημάτων.

(συνεχίζεται) 

Η ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟΣ ΕΚΔΟΧΗ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ, Η ΚΑΤΑ ΓΡΑΜΜΑ ΦΑΡΙΣΑΙΚΗ ΝΟΗΣΙΑΡΧΙΑ, ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΕ ΔΙΑΛΟΓΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΩΣΟΥΜΕ ΤΙΣ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ ΕΚΔΟΧΕΣ. ΤΗΝ ΗΘΙΚΟΛΟΓΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΕΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ, ΤΗΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ, Η ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΔΙΑΘΕΤΕΙ ΟΥΤΕ ΕΝΑ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΣΤΗΝ Κ.Δ. ΚΟΛΛΗΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΕ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΗΣ Π.Δ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: