Συνέχεια από: Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2021
Η ΓΝΩΣΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΥΡΙΟ
Του Hans-Georg Gadamer.
Έτσι
λοιπόν τίθεται αθέλητα σχεδόν η ερώτηση μήπως και αυτό που υπήρξε χθές ξεφεύγει
περισσότερο ή λιγότερο απο την γνώση; Η επιστήμη προσπάθησε πάντοτε να
καθορίσει την προϊστορία που υπάρχει πίσω μας με μέσα εντελώς διαφορετικά και
μ'έναν τρόπο εντελώς διαφορετικό απο κείνον που χρησιμοποιεί για το μέλλον. Ιδιαιτέρας
σπουδαιότητος είναι οι μορφές του μύθου, των θρύλων και η επιστροφή τής
ποιήσεως. Η παρουσία τού παρελθόντος μοιάζει ιδιαιτέρως ανοιχτή ώστε να
ανακαλείται στην ζωή στο παρόν. Έτσι λοιπόν είναι αμφίβολο εάν μπορούμε να
μιλήσουμε και σε τούτη την περίπτωση για κάποια "επιστήμη". Οι
ιστορικές επιστήμες δέν κατόρθωσαν να εδραιωθούν μ'αυτό ακριβώς το όνομα,
παρότι ο ελληνικός πολιτισμός εδημιούργησε με τους ιστορικούς του, ιδιαίτερα αριστουργήματα
απεικονίσεως και εξηγήσεως του παρελθόντος. Η λέξη ιστορία, που γνωρίζουμε
απο τα Ελληνικά, στην λατινική της μετάφραση, κατά βάθος απαρνείται
κυριολεκτικά το παρελθόν. Δείχνει τον αυτόπτη μάρτυρα-αυτόν που ήταν
παρών-ο οποίος αρνείται το όριο ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Ο τόπος
όμως, όπου λάμβανε χώρα κατά κύριο λόγο η άρνηση του παρελθόντος, ήταν η
δημοτική πλατεία, ο χώρος της γιορτής και του παιχνιδιού, στον οποίο η επίκληση
τής μνήμης είναι μία αληθινή επιστροφή.
Ούτε
το μέλλον όμως, ούτε το παρελθόν, είναι παρόντα με την ίδια σημασία με την
οποία η γνώση, με το μέτρημα του χρόνου, διαμεσολαβεί τον εαυτό της. Γενικώς
είναι ένα μεγάλο γεγονός για την ιστορία των ανθρώπινων πολιτισμών, σε σχέση με
το παρελθόν τους, ότι δίπλα στην μνήμη πήρε θέση η γραφή [σάν μάθημα, σαν
διδασκαλία, όχι σαν καθαυτή ολότης, σαν πληρότης, όπως εκλαμβάνεται σήμερα. Η
γραφή βοηθά την διδασκαλία, είναι αφορμή, και προτρέπει, αλλά δέν μπορεί να
προσλάβει την καθαυτή αλήθεια] και αναρωτιόμαστε λοιπόν μήπως και η επιστήμη
των μαθηματικών και της αποδείξεως που υπονοείται σ'αυτή, δέν μαρτυρά και δέν
προετοιμάζει μία πρόοδο της αφαιρέσεως την οποία κατορθώνουμε με το πέρασμα απο
την εποχή των ραψωδών στην εποχή τής γραφής και του πολιτισμού! Ένα απο τα
μεγαλύτερα γεγονότα, του δυτικού πολιτισμού ιδιαιτέρως, υπήρξε χωρίς αμφιβολία
το γεγονός πώς αυτό το βήμα το τόσο αποφασιστικό που πραγματοποιήθηκε απο τους
Έλληνες, έγινε με την ανάπτυξη της αλφαβήτου και την συμπερίληψη και των
φωνηέντων στα γραπτά σημεία. Ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα είναι επίσης να μάθουμε
πότε ο πολιτισμός της ανάγνωσης ελευθερώθηκε απο την εκφώνηση, δηλαδή απο την
ανάγνωση με δυνατή φωνή που συνοδεύει την μελέτη, και αφέθηκε στην καθαρή
δύναμη της αφαιρέσεως, τής αποκρυπτογραφήσεως των σημείων. [Ένας απο τους
πρώτους, άν όχι ο πρώτος υπήρξε ο Αριστοτέλης]. Με το πέρασμα στην γραφή
επιτυγχάνεται μία σημαντική μετάλλαξη. Η μετάφραση του προφορικού λόγου στην
γραφή είναι το πέρασμα σε ένα νέο είδος, στο οποίο η γλώσσα, πρέπει να κάνει
κάτι διαφορετικό απο την προφορική απαγγελία, η οποία ανάμεσα στα άλλα
συνοδεύεται και απο χειρονομίες, απο την διακύμανση της φωνής, απο την
συγκέντρωση πάνω στην ομιλία. Πιστεύεται ότι μέχρι τον 12ο αιώνα η φωνή
συνόδευε την ανάγνωση. Ο Αυγουστίνος στις εξομολογήσεις αναφέρεται στον
Αμβρόσιο, ότι διάβαζε χωρίς να φωνάζει τις λέξεις [Ο Γκάνταμερ αγνοεί τον
Αριστοτέλη και τις μαρτυρίες των μαθητών της Ακαδημίας του Πλάτωνος].
Με
την επικράτηση της γραφής είναι προσαρμοσμένη επίσης και η εξασθένιση μίας
ολοκλήρου διαστάσεως ενός συστήματος σημείων. Σε μας τώρα η ανάγνωση χωρίς την
συνοδεία της φωνής έγινε τόσο συνηθισμένη ώστε ακόμη και αυτό που στο γράψιμο
ονομάζουμε "στύλ" απέκτησε μία ιδιαίτερη σπουδαιότητα. Και
αντιτίθεται ακριβώς και στην ομιλία, η οποία πήρε την θέση του Ραψωδού, ο
οποίος απήγγειλε.
Η
ανάγνωση των νοημάτων που εννοούνται απο τα γραπτά σύμβολα γνωρίζει την εποχή
του Γουτεμβέργιου μία νέα εντελώς ανάπτυξη, η οποία έχει σαν συνέπεια ένα νέο
πολιτισμό της ανάγνωσης. Κάτι που απαντά στην χρησιμοθηρική άποψη της
επικοινωνίας της πληροφορίας. Εμείς σήμερα, στην εποχή της τεχνολογίας και της
τεχνολογικής επικοινωνίας, είμαστε έτοιμοι να πραγματοποιήσουμε μία καινούργια
στροφή. Και παρατηρούμε δυστυχώς ότι η λυρική ποίηση χάνει όλο και περισσότερο
την ζωτική της δύναμη. Ότι η λυρική απαιτεί τον ήχο της φωνής του αναγνώστη και
πρέπει να "ακούγεται" συνιστά την αυτονομία της και μ'αυτό
και την διάσταση της τέχνης στην χρήση της γλώσσας, και αντιπροσωπεύει έναν
εντελώς διαφορετικό κόσμο απο τις σύγχρονες συνθήκες ζωής και απο όσα
απαιτούνται απο τον μοντέρνο αναγνώστη.
Ένα
παρόμοιο αποτέλεσμα είδαμε και με την εξάπλωση των μορφών επικοινωνίας, οι
οποίες χαρακτηρίζονται απο την αναπαραγωγή, οι οποίες μάλιστα με την βοήθεια
των μέσων αντιγραφής στην χρήση της γλώσσας, κυριάρχησαν. Αυτή η ανάπτυξη φέρει
μέσα της το γεγονός ότι αυτή η αλλαγή χρήσεως τής γλώσσας αποκλείει πολλά απο
αυτά που πρίν ένωναν τους ανθρώπους και τους έδιναν την δυνατότητα
επικοινωνίας. Οι συνέπειες θα γίνουν φανερές και μέσα στην ίδια την επιστήμη,
καθώς η αληθινή τέχνη της αφηγήσεως, δηλαδή η δημιουργία προοπτικών και
εντάσεων, της εκπλήξεως και της αμέσου επαφής, χάνεται και μας οδηγεί αυτή η
απώλεια σε νέους βαθμούς αφαίρεσης της γλώσσας. Διότι ακριβώς αυτή η τεχνολογική
διαμεσολάβηση έχει σαν άμεση συνέπεια ότι οδηγεί σε μία ανεξάντλητη πτώχευση
της σχέσης αμοιβαιότητος που οικοδομείτο απο την συνύπαρξη. Αυτά τα
αποτελέσματα γίνονται γνωστά πλέον απο τον ρόλο που παίζουν η πληροφορία και η
διαμεσολάβησή της στην κοινή δημόσια ζωή. Όχι μόνον η χρήση της ίδιας λέξης,
αλλά ταυτοχρόνως και ο τρόπος της επικοινωνίας που περιέχεται στην πληροφορία,
θα επηρεάσει ανάμεσα στα άλλα τίς ιστορικές μας επιστήμες.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου