ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Συνέχεια από Δευτέρα, 8 Μαρτίου 2021
Jacob Burckhard
ΤΟΜΟΣ 2ος
Ι.ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥΣ – 21
Δυό γενιές νωρίτερα ο Πλάτων παρέχει ήδη (στους
Νόμους) ένα είδος στατιστικής τής
αθεΐας στην εποχή του και διακρίνει τρείς κατηγορίες ανθρώπων: εκείνους που
πιστεύουν ότι δεν υπάρχουν καθόλου θεοί, όσους πιστεύουν ότι υπάρχουν, αλλά δεν
ασχολούνται με τις ανθρώπινες υποθέσεις, και τέλος αυτούς που πιστεύουν ότι οι
θεοί ενδιαφέρονται για τα ανθρώπινα, αλλά εξαγοράζονται
με θυσίες και επικλήσεις. Η πρώτη κατηγορία, συνεχίζει ο Πλάτων, θα
εξακολουθήσει να έχει υποστηρικτές· κανένας όμως απ’ αυτούς που υιοθέτησαν αυτή
την άποψη στη νεότητά τους, δεν της παρέμεινε πιστός και στη γεροντική ηλικία.
Οι αντιλήψεις τού δεύτερου και του τρίτου είδους δεν έχουν πολλούς υποστηρικτές, αλλά λίγους και σταθερούς. Αυτά τα δεδομένα δεν μας
επιτρέπουν να καταλήξουμε ασφαλώς σε συγκεκριμένα συμπεράσματα ως προς τα
ισχυρά ή τα αδύναμα σημεία της παλαιάς πίστης· ένα πολύ πιο χαρακτηριστικό
παράδειγμα, που θα μπορούσε να φωτίσει την εξέλιξη του θρησκευτικού
συναισθήματος αυτής τής εποχής, είναι ο
ίδιος ο Πλάτων, όχι τόσο ως φιλόσοφος, αλλά ως ουτοπιστής. Οι σοφιστές, που
υπήρξαν αντικείμενο σφοδρής κριτικής, πίστευαν, όπως και ο Κριτίας, ότι οι θρησκείες ήταν προϊόν έμπνευσης
συνετών ανθρώπων· σε τί διαφέρει όμως η θρησκεία, που ο ίδιος ο Πλάτων
επαγγέλλεται στην Πολιτεία για τους
ενδεχόμενους πολίτες αυτής τής παράδοξης κοινότητας πολιτικής σκοπιμότητας;
Χωρίς να έχουμε μάλιστα την παραμικρή εγγύηση ότι την ασπαζόταν και ο ίδιος; Μονάχα η απόλυτη ειλικρίνεια των προθέσεών
του τον δικαιώνει, αφού το έργο του δεν επρόκειτο να μείνει κρυφό. Ως δημιουργός μιας ιδεώδους Πολιτείας είναι
κατ’ ανάγκην αισιόδοξος και προϋποθέτει την ύπαρξη ενός θεού αγαθού, που δεν
μπορεί να γίνει αίτιος κακού. Φροντίζει λοιπόν να προστατέψει απολύτως τούς
ουτοπιστές του από το μέγα επιχείρημα, το οποίο
δεν κυκλοφορούσε μόνο στα στόματα των ποιητών, αλλά και σε δρόμους και σε
πλατείες: Πώς εξηγείται όμως η
ευδαιμονία τών φαύλων, η αποσιώπηση της αδικίας, κ.ο.κ.; «Οι
φαύλοι θα είναι αντιθέτως δυστυχείς», μας λέει, «κι αυτή θα είναι μια ποινή,
προορισμένη να τους ωφελήσει». Στο στόχαστρο των επιθέσεων του δεν
βρίσκονται μόνον ο Όμηρος και ο Ησίοδος, αλλά και ο Αισχύλος, επειδή φανέρωσαν
τις έριδες, τα εγκλήματα, τα ψεύδη και τις απάτες τών θεών. Προκρίνει επομένως
έναν ευνουχισμένο Όμηρο, και αρνείται
ακόμη και το γέλιο στους θεούς, διότι το θεωρεί ανάρμοστο. Διαμαρτύρεται για
τις μεταμορφώσεις τών θεών, διότι η μεταβλητότητα δεν συνάδει με την
τελειότητα. Ακόμη και αν αληθεύουν τα παραπτώματα των θεών, αυτά δεν θα έπρεπε
ποτέ να τα διηγούνται στους νέους, και ασφαλώς ουδέποτε στην πλατωνική
πολιτεία. Και αποκορύφωμα όλων αποτελεί το
επέκεινα, στο οποίο και αναφέρεται με τόση άνεση, όσο και ο Μωάμεθ. Τη
διαπαιδαγώγηση των γενναίων ανδρών δεν την ωφελεί ο θλιβερός βίος φαντασμάτων,
όπως στις περιγραφές τού Ομήρου περί τής Στυγός και του Κωκυτού, οι οποίες
ενισχύουν μάλλον την προκατάληψη, που καταφρονεί τον θάνατο· ο Πλάτων
αντιτείνει (αν και δια στόματος τρίτων) την κρίση τών νεκρών, την κόλαση, το
καθαρτήριο και τον ουρανό, καθώς και την αποδημία τών ψυχών τόσο για τους αγαθούς
όσο και για τους φαύλους· αυτά τα διδάγματα κρίθηκαν ίσως απαραίτητα για μιαν
ολοκληρωτική υποταγή στην καταναγκαστική του πολιτεία. Μοιάζει ήδη παράδοξη η
ιδέα, ότι ο Πλάτων θεώρησε ειλικρινά εφικτή την πραγμάτωση του πολιτικού και
κοινωνικού ιδανικού του· δεν παρέλειψε
να τεκμηριώσει ωστόσο και την ανάλογη θρησκεία. Οποιοσδήποτε φυσικά Έλληνας,
που θα απέβλεπε μονάχα στην εξουσία, θα μπορούσε να τα επινοήσει όλα αυτά, κι
ακόμη περισσότερα, αν είχε την ευκαιρία· μόνο που κάποιοι άλλοι είχαν συνειδητοποιήσει
με ακρίβεια, ότι η πραγματική Ελλάδα τού 4ου αιώνα δεν είχε
περιθώρια για ένα τεχνητό κράτος και μια τεχνητή θρησκεία, και ότι θα ήταν πολύ
μεγαλύτερο το όφελος, αν εκμεταλλεύονταν σωστά την υπάρχουσα κατάσταση.
Αν αναρωτηθούμε, ποια ήταν η αιχμή τής
κριτικής κατά τών θεών σύμφωνα με την αντίληψη
του λαού τής ελεύθερης Ελλάδας, θα καταλήξουμε, όπως έχει ήδη λεχθεί, στην
ευτυχία τών φαύλων και τη δυστυχία τών αγαθών, σύμφωνα τουλάχιστον με τους
ποιητές, οι οποίοι εκπροσωπούν το γενικό κυρίως αίσθημα και επιδιώκουν να
κατανοούνται από την πλειονότητα των ακροατών τους. Κι αυτό αποκτά ιδιαίτερη
σημασία, απ’ τη στιγμή που αρχίζει να επικρατεί η αντίληψη μιας καθολικής
διακυβέρνησης των θεών. Ορισμένοι θεοί τιμωρούσαν (ή στην πραγματικότητα εκδικούνταν)
άλλοτε για τις προσβολές εναντίον τους , ή εναντίον τών ναών τους κ.τ.λ., ενώ τώρα αναμένεται να παρέμβουν οι θεοί, ή η
θεότητα, ή ο Δίας ως καθολική θεότητα στον ανθρώπινο βίο, παρότι δεν
συμμετέχουν προσωπικά σ’ αυτόν. Θα
αφήσουμε αναπάντητο λοιπόν προς το παρόν το ερώτημα, σε ποιον άραγες βαθμό θα
μπορούσαν να ορθώσουν οι θεοί το ανάστημά τους απέναντι στη μοίρα, σε ζητήματα
κυρίως ζωής και θανάτου.
Παρότι όμως η καθολική κυριαρχία
τών θεών επεκτείνεται, δεν διευρύνεται καθόλου η θεία δικαιοσύνη. Η παλαιά,
απλοϊκή διδασκαλία, όπως τη διατύπωσε και ο Ησίοδος στο Έργα και Ημέρες, η οποία αναφέρεται στις ανταμοιβές τών θεών και
την ευεργεσία τών δικαίων, δεν βρίσκει μάλλον πια ιδιαίτερη απήχηση. Ο Θέογνις,
που έχει κάθε λόγο να δυσανασχετεί (την
εποχή τών Περσικών Πολέμων) για τη μοίρα
του, και δεν είναι καθόλου ικανοποιημένος από τούς χειρισμούς τών θεών,
κατηγορεί επανειλημμένα τον Δία για την ευδαιμονία και την ατιμωρησία τών
ασεβών και παρακαλεί, όταν θα τους επιβληθεί κάποια ποινή, να μην πλήξει
τουλάχιστον τα παιδιά αντί για τους ένοχους γονείς. Η καταδίκη αυτή
επικεντρώνεται αργότερα, στους τραγωδούς, σε ένα πρόσωπο περισσότερο δυστυχές
παρά εγκληματικό · αλλά η συμπεριφορά τών θεών απέναντι στους ανθρώπους είναι,
όπως είδαμε, εξαιρετικά ευμετάβλητη, και οι ποιητές τούς επικρίνουν γι’ αυτό
κυρίως το ιδίωμά τους. Στο απόσπασμα 21 του Βελλερεφόντη
τού Ευριπίδη, στο οποίο ένα πρόσωπο αρνείται την ύπαρξη των θεών, ο
τραγωδός χρησιμοποιεί το παράδειγμα για να αποδείξει ότι ο τύραννος που
δολοφονεί, αρπάζει περιουσίες, ψευδορκεί και λεηλατεί τις πόλεις, διάγει βίο
ευτυχέστερο από τούς ευσεβείς, και ότι μικρές
πόλεις, που τιμούν τούς θεούς, κατακτώνται από μεγαλύτερες αλλά ασεβείς
πολιτείες, χάρη στην πολεμική τους ισχύ. Ενώ αλλού τίθεται, με αφορμή την
ευδαιμονία τών φαύλων, το ερώτημα, αν τελικά κυβερνά τον κόσμο η μοίρα ή οι
θεοί – εάν υπάρχουν βεβαίως θεοί. Στον
Ευριπίδη πάλι λέγεται, ότι πλανάται ασφαλώς αυτός που πιστεύει ότι μπορεί να
βλάψει, χωρίς να τον αντιληφθούν οι θεοί, κι ότι θα τον αντιληφθούν τελικά,
μόνον όμως «αν η Δίκη προφθάσει».
Παρατηρούμε έτσι, ότι ο έπαινος και η κατάκριση της θείας δικαιοσύνης
εναλλάσσονται σε όλη την αρχαιότητα. Υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις, στις οποίες
εφαρμόστηκε η θεοδικία, της οποίας ο
αντίκτυπος αποτυπώνεται στο παράξενο σύγγραμμα του Πλούταρχου Περί προθεσμιών τής θείας δικαιοσύνης. Εκεί ακούγονται οι γενικές κατ’ αρχάς και ήδη αρχαίες
κατηγορίες: ότι οι μύλοι τών θεών αλέθουν με ιδιαίτερη βραδύτητα· διότι σε τίποτε δεν ωφελεί η
τιμωρία από τούς θεούς τού αυτουργού ενός εγκλήματος, όταν το θύμα του έχει,
συχνά, αποβιώσει, ενώ και οι απόγονοι έχουν εκλείψει. Για να προβληθεί όμως μια σημαντικότερη, κατόπιν, εξέλιξη, σχετικά με
την πρόνοια απέναντι στις υποθέσεις αυτού εδώ τού κόσμου. Υπάρχουν ισχυρές
ανθρώπινες φύσεις, που πρώτα βιαιοπραγούν, και έπειτα επιτελούν σωτήρια έργα,
όπως λέει ο Πλάτων· θα πρέπει δε να προσφέρεται επιείκεια ακόμη και στους
φαύλους, επειδή μπορεί ακόμα να προσφέρουν κάτι χρήσιμο, πριν να τιμωρηθούν. Ο
Διονύσιος διατήρησε π.χ. την εξουσία, προκειμένου να παραμείνουν Έλληνες στη
Σικελία, ο Περίανδρος, ώστε να υπάρχουν ελληνικές αποικίες στην Αδριατική, ο
Κάσσανδρος, για να ακμάσει και πάλι η Θήβα, κ.ο.κ. Ορισμένοι εξάλλου απ’ αυτούς
είχαν αργό θάνατο, αντί να πεθάνουν γρήγορα και ξαφνικά, ώστε να θυμούνται οι
μεταγενέστεροι τα βάσανα και τις
ταλαιπωρίες τους. Μπορεί να συντελούνται, με άλλα λόγια, πολύ μεγάλα
κατορθώματα ή με πολύτιμες συνέπειες για ένα συγκεκριμένο άτομο ή την εποχή
του, τα οποία ένας συνετός άνθρωπος δεν θα αναλάμβανε ποτέ να φέρει εις πέρας.
Με τον Πλούταρχο προσεγγίζουμε εξάλλου μιαν εποχή, όπου οι παγανιστές αρχίζουν
να ασχολούνται όλο και περισσότερο με την ύπαρξη κάποιου είδους ανταπόδοσης στο επέκεινα, η οποία δεν θα αφορά στους ελάχιστους μόνον ευσεβείς ή στους μεγάλους
εγκληματίες, αλλά σε ολόκληρη των ανθρωπότητα. Ο δε Παυσανίας θέτει απέναντι στη διαφθορά, που εξαπλώνεται, όπως
πιστεύει, σε ολόκληρη τη γη, τη θεία μετά θάνατον ανταπόδοση, θεωρώντας την
αυτονόητη και καθολική.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου