Συνέχεια από : ΚΥΡΙΑΚΗ, 10 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2010
Emma Yung : Η ANIMA ΣΑΝ ΣΤΟΙΧΕΙΑΚΗ ΥΠΑΡΞΗ
Η αντίληψη σχετικά με στοιχειακές υπάρξεις που κατοικούν στο νερό και στον αέρα, στη γη και στη φωτιά, στα ζώα και στα φυτά, είναι προαιώνια και επικρατεί σε όλον τον κόσμο, όπως δείχνουν αναρίθμητα παραδείγματα από τη μυθολογία και τα παραμύθια, τη λαογραφία και την ποίηση. Επειδή αυτές οι αντιλήψεις παρουσιάζουν εκπληκτική ομοιότητα, όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με εικόνες από τα όνειρα και τις φαντασιώσεις των σύγχρονων ανθρώπων, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι λίγο ή πολύ σταθεροί παράγοντες θα πρέπη να βρίσκονται πίσω απ’ αυτές, παράγοντες που πάντα και παντού εκφράζονται με όμοιους τρόπους.
Οι έρευνες της ψυχολογίας του βάθους έχουν δείξει ότι οι εικόνες και οι μορφές που δημιουργούνται από την αυθόρμητη μυθοποιητική ικανότητα της ψυχής, δεν πρέπει να γίνουν αντιληπτές σαν να αναπαράγουν απλώς ή να παραφράζουν εξωτερικά φαινόμενα. Είναι επίσης εκφράσεις εσωτερικών ψυχικών συμβάντων, και επομένως μπορούν να θεωρηθούν σαν ένα είδος ψυχικής αυτο-αναπαράστασης. Αυτή η άποψη μπορεί επίσης να εφαρμοσθή σχετικά με τις ιδέες των στοιχειακών όντων, και σ’ αυτά που ακολουθούν θα ερευνήσουμε εάν και με ποιους τρόπους η anima αντανακλάται σ’ αυτές. Μια περιεκτική άποψη του υλικού είναι αδύνατη εδώ. Μπορώ να δώσω μόνο λίγα παραδείγματα, και, σε σχέση μ’ αυτά, να συζητήσω μόνο για τα χαρακτηριστικά που μου φαίνονται σημαντικά για το θέμα που εξετάζω. Γι’ αυτό ανάμεσα στα στοιχειακά πλάσματα, τους γίγαντες, τους νάνους, τα πνεύματα και τα λοιπά, ασχολούμαι μόνο με αυτά που, εξ αιτίας του θηλυκού φύλου τους ή της σχέσης τους με έναν άνδρα, μπορούν να θεωρηθούν ενσαρκώσεις της anima. Επειδή η anima, όπως είναι γνωστό, αντιπροσωπεύει τα θηλυκά στοιχεία της προσωπικότητας του άνδρα, και την ίδια στιγμή την εικόνα που αυτός έχει για τη γυναικεία φύση γενικά, με άλλα λόγια το αρχέτυπο του θηλυκού.
Επομένως, αυτές οι μορφές δεν μπορούν να θεωρηθούν μορφές της anima, παρά μόνο αν περιέχουν χαρακτηριστικές και σαφώς αναγνωρίσιμες θηλυκές ιδιότητες, και θα δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή σ’ αυτές τις ιδιότητες, με την ελπίδα να επιτύχουμε μια βαθύτερη θέα μέσα στη φύση της anima γενικά. Ανάμεσα στα πλάσματα για τα οποία μιλάμε, τα πιο κατάλληλα για εξέταση είναι οι νύμφες, οι κοπέλλες-κύκνοι και οι νεράιδες, που είναι γνωστές από τόσους πολλούς μύθους και ιστορίες. Συνήθως είναι σαγηνευτικής ομορφιάς, αλλά μόνο κατά το ήμισυ ανθρώπινες˙ έχουν ουρά ψαριού σαν τις γοργόνες, ή μεταμορφώνονται σε πουλιά σαν τις κοπέλλες-κύκνους. Συχνά εμφανίζονται σαν περισσότερες από μια, ιδιαίτερα σαν τρεις˙ ο μη διαφοροποιημένος animus επίσης αρέσκεται να εμφανίζεται σαν περισσότεροι από ένας.
Με μαγικά ξόρκια ή γοητευτικά τραγούδια αυτά τα πλάσματα (σειρήνες, Lorelei κλπ) προσελκύουν έναν άνδρα στο βασίλειό τους, όπου αυτός εξαφανίζεται για πάντα˙ ή αλλοιώς – ένα πολύ σπουδαίο σημείο – προσπαθούν να δέσουν τον άνδρα με την αγάπη, ώστε να μπορέσουν να ζήσουν μαζί του στον κόσμο του. Πάντα έχουν κάτι απόκοσμο, και μαζί τους συνδέεται ένα ταμπού που δεν πρέπει να παραβιασθή.
Η μορφή της κοπέλλας-κύκνου είναι εξαιρετικά αρχαία, και μπορεί σχεδόν να ονομασθή μυθολογική. Έρχεται από τα βάθη της αρχαιότητας και εμφανίζεται σε όλο τον κόσμο. Ίσως η πρώτη λογοτεχνική διατύπωση αυτού του μοτίβου είναι η ιστορία του Purûravas και της Urvasî, που βρίσκεται σ’ ένα απ’ τα αρχαιότερα βεδδικά συγγράμματα, την Ριγκ Βέδδα¹ και πιο καθαρά και με περισσότερες λεπτομέρειες στην Satapatha Brahmana². Θα δώσω με κάποια συντομία την ιστορία όπως παρουσιάζεται στην τελευταία πηγή.
Η νύμφη Urvasî (apsara)³ αγάπησε τον Purûravas και δέχθηκε να τον παντρευτή με τους δικούς της όρους. Είπε: «Τρεις φορές την ημέρα θα με αγκαλιάζης, αλλά να μην ξαπλώσης μαζί μου ενάντια στη θέλησή μου, και να μην αφήσης να σε δω γυμνό, γιατί αυτός είναι ο τρόπος να συμπεριφέρεσαι σ’ εμάς τις γυναίκες».
Αφού έζησε μαζί του μερικά χρόνια έμεινε έγκυος, και οι Gandharvas³, βρίσκοντας ότι έμεινε πολύ καιρό με τα ανθρώπινα όντα, βρήκαν έναν τρόπο για την επιστροφή της. Μια προβατίνα με δύο αρνιά ήταν δεμένη στο κρεββάτι της˙ αυτά τα ζώα τα έκλεψαν κατά τη διάρκεια της νύχτας, το ένα μετά το άλλο, και κάθε φορά αυτή φώναζε: «Αλλοίμονο, παίρνουν το αγαπημένο μου σαν να μην υπάρχη ήρωας και άνδρας!».
Ακούγοντας αυτό, ο Purûravas πετάχθηκε, όπως ήταν γυμνός, για ν’ ακολουθήση τους κλέφτες, και κείνη τη στιγμή οι Gandharvas έστειλαν μιαν αστραπή, έτσι που η Urvasî είδε τον άνδρα της «όπως στο φως της ημέρας». Κατ’ αυτόν τον τρόπο ένας από τους όρους της παραβιάστηκε, και επομένως, όταν γύρισε ο Purûravas, αυτή είχε εξαφανισθή.
Απελπισμένος αυτός περιπλανήθηκε σ’ όλη τη χώρα, ελπίζοντας να ξαναβρή την Urvasî, και μια μέρα έφθασε σε μια λίμνη με λωτούς, πάνω στην οποία «κολυμπούσαν νύμφες με τη μορφή κύκνων», κι αυτή που έψαχνε ήταν ανάμεσά τους. Όταν αυτή είδε τον Purûravas εμφανίσθηκε με ανθρώπινη μορφή, και αναγνωρίζοντάς την, αυτός ικέτεψε: «’Ω γυναίκα μου, στάσου, είσαι σκληρή στη γνώμη, αλλά ας συζητήσουμε τώρα! Αφανέρωτα τα μυστικά μας δεν θα μας φέρουν χαρά…»
Αυτή απάντησε: «Τί δουλειά έχω να μιλήσω μαζί σου; Έφυγα σαν το πρώτο χάραμα. Purûravas, πήγαινε στο σπίτι σου πάλι˙ είναι τόσο δύσκολο να με πιάσης όσο και τον άνεμο».
Λυπημένος, αυτός είπε: « Τότε ο φίλος σου θα χαθή αυτή την ημέρα και δεν θα ξαναφανή, θα πάη στην πιο απομακρυσμένη περιοχή (στην ερημιά που την λυμαίνονται οι λύκοι)».
Αυτή απάντησε: «Purûravas, μην πεθάνης! Μη φεύγης! Μην αφήσης τους άγριους λύκους να σε κατασπαράξουν! Αλήθεια, δεν υπάρχει φιλία με τις γυναίκες και οι καρδιές τους είναι καρδιές από ύαινες…» Πρόσθεσε ότι ζώντας μαζί με τους θνητούς είχε φάει λίγο λίπος απ’ τις καθημερινές θυσίες, και αισθανόταν ακόμη χορτασμένη απ’ αυτό.
Αλλά τελικά η καρδιά της τον λυπήθηκε και του είπε να ξαναγυρίση σε έναν χρόνο. Τότε θα είχε γεννηθή ο γιος του, και τότε, επίσης, αυτή θα κοιμόταν μαζί του για μια νύχτα. Όταν ήρθε την τελευταία νύχτα του χρόνου, νά, μπροστά του βρισκόταν ένα χρυσό παλάτι, και του είπαν να μπη μέσα σ’ αυτό, και του έφεραν τη γυναίκα του. Το επόμενο πρωί οι Gandharvas του προσέφεραν τη δυνατότητα να ζητήση μια χάρη, και όταν, με συμβουλή της Urvasî, ζήτησε να γίνη σαν ένας απ’ αυτούς, πραγματοποίησαν την ευχή του. Αλλά πρώτα έπρεπε να προσφέρη μια θυσία, και οι Gandharvas έβαλαν φωτιά μέσα σ’ ‘ένα δοχείο, και του το έδωσαν γι’ αυτόν τον σκοπό. Πήρε τη φωτιά και τον γιό του, που είχε γεννηθή, και επέστρεψε στο χωριό του. Έπειτα, αφού έψαξε για ξύλα κατάλληλα για τη φωτιά της θυσίας, τα άναψε με τον τρόπο που του είχαν πει οι Gandharvas, και έγινε ο ίδιος ένας Gandharva.
Αυτός ο αρχαίος θρύλος, με όλη την παλαιότητά του, έχει τα τυπικά χαρακτηριστικά που βρίσκουμε σε μεταγενέστερες παραλλαγές και σε άλλους τόπους. Για παράδειγμα, η ένωση με ένα τέτοιο πλάσμα προϋποθέτει μιαν ορισμένη σειρά από όρους, που η μη εκλπήρωσή τους θα είναι μοιραία. Στην ιστορία μας, λόγου χάριν, ο Purûravas δεν μπορεί να ιδωθή γυμνός απ’ την Urvasî. Μια παρόμοια απαγόρευση υπάρχει στην περίφημη ιστορία του «Έρωτα και της Ψυχής»⁴, μόνο που εκεί είναι ανεστραμμένη, επειδή η ψυχή απαγορεύεται να δη τον θεϊκό σύζυγό της, ενώ η Urvasî δεν θέλει να δη τον άνθρωπο Purûravas γυμνό, δηλαδή να δη την πραγματική του όψη. Παρ’ όλο που η παραβίαση αυτής της εντολής είναι αθέλητη, έχει σαν αποτέλεσμα την επιστροφή της νύμφης στο φυσικό της στοιχείο. Όταν λέη ότι είναι παραχορτασμένη με τα κομμάτια λίπους από τις θυσίες που έφαγε ενώ βρισκόταν με τον Purûravas, και αυτό επίσης φαίνεται να δείχνη ότι η ανθρώπινη πραγματικότητα δεν είναι της αρεσκείας της. Επιπλέον, όταν επιστρέφη στον δικό της κόσμο, τραβάει τον άνδρα της πίσω της. Οπωσδήποτε αναφέρεται ένας γιος που γεννάει μετά την εξαφάνισή της και τον οποίο ο Purûravas φέρνει στο σπίτι του αργότερα, έτσι που φανερά κάτι που βρίσκει θέση στον ανθρώπινο κόσμο προέρχεται απ’ την ένωσή τους, αλλά δεν μαθαίνουμε τίποτε περισσότερο σχετικά μ’ αυτό.⁵
Αναφορικά με τα προηγούμενα, οι στάσεις του Purûrava και της ουράνιας νύμφης είναι σαφώς διαφορετικές˙ αυτός, με ανθρώπινα αισθήματα θρηνεί για τον χαμό της αγαπημένης του, προσπαθεί να τη βρη πάλι και θέλει να της μιλήση, αλλά τα λόγια της, όταν λέη ότι οι γυναίκες έχουν καρδιά ύαινας, είναι η έκφραση ενός άψυχου στοιχειακού όντος που κρίνει τον εαυτό του.
Όσον αφορά την ερμηνεία των κοριτσιών-κύκνων, η άποψη που αντιλαμβάνεται τις μυθολογικές εικόνες σαν ενσαρκώσεις φυσικών δυνάμεων και φαινομένων, είδε σ’ αυτές την ομίχλη που αιωρείται πάνω απ’ το νερό, και μετά, ενώ σηκώνεται, συμπυκνώνεται σε σύννεφο και κινείται πάνω απ’ το νερό σαν τους κύκνους που πετάνε. Ακόμη και από ψυχολογική άποψη η σύγκριση αυτών των μορφών με την ομίχλη και τα σύννεφα είναι επιτυχημένη, επειδή, όσο αυτά που ονομάζουμε περιεχόμενα του ασυνειδήτου παραμένουν ασυνείδητα ή σχεδόν ασυνείδητα, δεν έχουν σταθερά περιγράμματα και μπορούν να αλλάξουν, να μετατραπούν το ένα στο άλλο και να μεταμορφωθούν. Μόνον όταν αναδυθούν απ’ το ασυνείδητο και συλληφθούν απ’ τη συνείδηση αναγνωρίζονται με καθαρότητα και σαφήνεια, και μόνον τότε μπορεί να λεχθή κάτι συγκεκριμένο γι’ αυτά. Πραγματικά, είναι καλύτερα να μη φανταζόμαστε το ασυνείδητο σαν μια περιοχή του πραγματικού, με σταθερά καθορισμένα, λίγο-πολύ συγκεκριμένα περιεχόμενα˙ μια τέτοια αντίληψη μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις είναι βοηθητική, όταν συντελή στο να φέρη το ακαθόριστο πιο κοντά στην κατανόησή μας. Σε οράματα κατά τη διάρκεια υπνώσεων ή αναπαραστάσεις ασυνείδητων περιεχομένων, συχνά εμφανίζεται ένας νεφελώδης σχηματισμός στο αρχικό μοτίβο της ανάπτυξης, που παίρνει οριστικό σχήμα αργότερα. Κάτι παρόμοιο θα πετούσε μπροστά στα μάτια του Goethe όταν έβαλε τον Mephisto να λέη, περιγράφοντας το βασίλειο των Μητέρων στον Faust:
«…Ξεφεύγοντας από το υπαρκτό
στις μακρινές, χωρίς σύνορα χώρες των φαντασμάτων,
που σ’ αυτές δεν υπάρχει από καιρό η χαρά !
Σαν λεπτά σύννεφα τα φαντάσματα γλιστράνε
Βγάλε το κλειδί, διώξε το σκιερό πλήθος…»⁶
Απ’ αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το θηλυκό στοιχείο που παριστάνεται με τη νύμφη Urvasî είναι ακόμη πολύ νεφελώδες και άυλο για να ζήση για πάντα και να πάρη πραγματική μορφή στον ανθρώπινο κόσμο, δηλαδή στην αφυπνιζόμενη συνείδηση. Τα λόγια της «Έφυγα σαν το πρώτο χάραμα… είναι δύσκολο να με πιάσης όσο και τον άνεμο», δείχνουν επίσης τον άυλο και όμοιο με ανάσα χαρακτήρα της ύπαρξης της, που ανταποκρίνεται σε ένα πνεύμα της φύσης και δίνει την εντύπωση του ονειρώδους και του μη πραγματικού.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Lieder des Rig-Veda, μεταφρ. H.Hillebrandt. Γκέτινγκεν:Vandenhook & Ruprecht, 1913, X. 95,σελ.142.
2. Satapatha – Brahmana στο Sacred Books of the East XLIN, Εκδ. F. Max Mueller. Οξφόρδη: Oxford University Press,1900
3.Οι Απσάρας (εκείνες που κινούνται στο νερό) είναι ουράνιες νύμφες των νερών, μεγάλης ομορφιάς, αφιερωμένες στο χορό και στο τραγούδι. Οι αρσενικοί σύντροφοί τους είναι οι Γκαντάρβα, που αγαπούν επίσης τη μουσική.Βλ.H.Hasting:Encyclopedia of Religion and Ethics: λήμμα «Βραχμανισμός».
4. Απουλήιος: Μεταμορφώσεις ή ο Χρυσός Γάιδαρος. Βλ. Erich Neuman «Έρως και Ψυχή.» Η Ψυχική Ανάπτυξη του Θηλυκού. Bollingen Series LIV, Ν. Υόρκη: Pantheon Press 1956
5. Βλ. Adalbert Kuhn: Die Herabkunft des Feuers und des Gottertranks Βερολίνο: Dummlers Verlag, Buchandlung,1859. Εδώ αυτός ο γιος γίνεται αντιληπτός σαν φωτιά.Johann W. Goethe: Faust, μετάφραση George M. Priest, Ν. Υόρκη, Alfred A. Knopf, 1950
Aμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου