Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2025

Το Παρμενίδειο Είναι από τον Αριστοτέλη και εξής

 

Το Παρμενίδειο είναι από τον Αριστοτέλη και εξής- Podcast dia-logando 46

Διαλεγόμενοι. Ερωτήσεις στην αφετηρία της σκέψης

https://www.youtube.com/watch?v=N-QL0Ni89ZY&list=PLAD93A6110BBBC28A&index=46


Οι κατηγορίες συγκεντρώνουν όλα όσα είναι δυνατόν να κατηγορηθούν περί του Είναι, αλλά του Παρμενίδειου Είναι: το Είναι είναι, το μη Είναι δεν είναι. Ποια κατεύθυνση παίρνει η έρευνα του Είναι από τον Αριστοτέλη και έπειτα;

Για να το ξεκαθαρίσουμε, θα έπρεπε ακριβώς να αρχίσουμε λέγοντας τι ήταν το Είναι για τον Παρμενίδη. Ο λόγος θα ήταν κάπως μακρύς, αλλά μπορούμε να αρκεστούμε στο να δείξουμε μια διαφορά.

Για τον Παρμενίδη το Είναι έχει μία και μοναδική σημασία. Τόσο ώστε συνήθως του αποδίδεται η φράση: το Είναι είναι και το μη Είναι δεν είναι· δηλαδή, για το Είναι μπορεί κανείς να πει μόνο ότι είναι. Ο Αριστοτέλης ασκεί κριτική σ’ αυτή τη διδασκαλία, γιατί κατά τον Αριστοτέλη, όπως ήδη και σύμφωνα με τον Πλάτωνα, το Είναι λέγεται με πολλούς τρόπους.

Όταν λέμε ότι κάτι «Είναι», δεν λέμε, όπως ήθελε ο Παρμενίδης, απλώς ότι αυτό υπάρχει και δεν μπορεί να μην υπάρχει, δηλαδή ότι Είναι κατ’ ανάγκην αυτό που Είναι. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, κάτι μπορεί να Είναι με έναν συγκεκριμένο τρόπο, αλλά όχι αναγκαστικά. Αντίθετα, τα περισσότερα από όσα υπάρχουν βρίσκονται σε διαρκή μεταβολή και έτσι δεν μένουν πάντοτε στην ίδια κατάσταση, στην ίδια συνθήκη. Αυτό σημαίνει ότι δεν καθορίζονται από μια αναγκαιότητα.

Για να επιστρέψουμε στον Παρμενίδη: στο περίφημο ποίημα όπου ο Παρμενίδης βάζει μια θεά να αποκαλύπτει την αλήθεια, η θεά λέει ότι η αλήθεια συνίσταται στο να πεις ότι Είναι και ότι δεν μπορεί να μην Είναι. Συνήθως η προσοχή σταματά στην πρώτη διατύπωση, «Είναι». Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στη συνέχεια ο Παρμενίδης, ή η θεά του ποιήματος, προσθέτει «και δεν μπορεί να μην Είναι», δηλαδή είναι αναγκαία. Για τον Αριστοτέλη, σχεδόν τίποτε δεν είναι αναγκαίο.

Η πραγματικότητα, η εμπειρία, είναι ο χώρος —θα λέγαμε με σχολαστικό όρο— της ενδεχομενικότητας, όπου ό,τι υπάρχει μπορεί και να μην υπάρχει: πριν υπάρξει δεν υπήρχε και, αφού υπάρξει, παύει να υπάρχει. Κι αυτό μας δίνει μια εικόνα πολύ πιο σύνθετη, πολύ πιο κινητική, πολύ πιο ποικιλόμορφη της πραγματικότητας. Έτσι, ό,τι για τον Παρμενίδη ήταν απλώς δόξα ή ψευδαίσθηση, στον Αριστοτέλη αναδεικνύεται σε επίπεδο πραγματικότητας.

Και ο Αριστοτέλης επίσης αποκρούει εκείνη που θα μπορούσε να είναι η ένσταση του Παρμενίδη. Ο Παρμενίδης θα μπορούσε να πει: η κίνηση και η πολλαπλότητα δεν είναι αληθινή πραγματικότητα, είναι απλώς ψευδαίσθηση, φαντασία (στα ελληνικά φαντασία). Κι ο Αριστοτέλης απαντά: εντάξει, μπορεί να είναι απλή ψευδαίσθηση, απλή φαντασία, αλλά κι αυτή η ψευδαίσθηση, αυτή η φαντασία, υπάρχει· κι επομένως είναι κίνηση και είναι πολλαπλότητα. Επομένως, έστω και στο επίπεδο της ψευδαίσθησης, η κίνηση και η πολλαπλότητα επανέρχονται και συνεπώς είναι αναμφισβήτητες.

Να λοιπόν η μεγάλη διαφορά που ήδη στην πιο αρχαία ελληνική φιλοσοφία διαγράφεται: αυτή η μετάβαση από την —ας πούμε— μονοσήμαντη αντίληψη, δηλαδή μονολιθική, υπερβολικά ενιαία του είναι, που βρίσκουμε στον Παρμενίδη, περνά μέσα από τον Πλάτωνα και έπειτα ιδίως με τον Αριστοτέλη σε μια αντίληψη που θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και πλουραλιστική, δηλαδή χαρακτηριζόμενη από την πολλαπλότητα των σημασιών του είναι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: