Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

Σωκράτης Η γένεση της δυτικής έννοιας της ψυχής (1)

Σωκράτης
Η γένεση της δυτικής έννοιας της ψυχής

Του Francesco Sarri
Με εισαγωγή του Giovanni Reale

Δεύτερη έκδοση πλήρως αναθεωρημένη, Vita e Pensiero, 1997


Περιεχόμενα
Εισαγωγή του Giovanni Reale
Πρόλογος
Εισαγωγή. Η δυτική έννοια της ψυχής, οι διαστάσεις της και τα στάδια της διαμόρφωσής της
Πρώτο μέρος
Η κρίση του ρομαντικού παραδείγματος
και οι όροι της υπέρβασής του

Κεφάλαιο πρώτο: Η τρέχουσα κατάσταση του σωκρατικού ζητήματος
Κεφάλαιο δεύτερο: Οι σωκρατικές θέσεις της σκωτσέζικης σχολής του St. Andrews
Δεύτερο μέρος
Η πολυπλοκότητα της ελληνικής αντίληψης της ψυχῆς
πριν από τον Σωκράτη
Κεφάλαιο τρίτο: Η αντίληψη της ψυχῆς στα ομηρικά έπη και στην επική ποίηση
Κεφάλαιο τέταρτο: Ο ορφισμός και η θρησκευτική σημασία της ψυχῆς
Κεφάλαιο πέμπτο: Η γέννηση της φιλοσοφικής ιδέας της ψυχῆς
Κεφάλαιο έκτο: Μια νέα αντίληψη της ψυχής στον Ηράκλειτο
Κεφάλαιο έβδομο: Η ψυχή ανάμεσα σε επιστημονικό στοχασμό και θρησκευτικό συναίσθημα
Κεφάλαιο όγδοο: Νέες χρήσεις του όρου ψυχή στη φιλοσοφική λογοτεχνία της εποχής του Σωκράτη
Κεφάλαιο ένατο: Εξελίξεις της σημασίας της ψυχῆς στη λυρική και τραγική ποίηση έως την εποχή του Σωκράτη
Κεφάλαιο δέκατο: Ο Αριστοφάνης και η παρωδία της σωκρατικής έννοιας της ψυχής στις Νεφέλες
Τρίτο μέρος
Η ελληνική αντίληψη της ψυχής μετά τον Σωκράτη
Κεφάλαιο ενδέκατο: Ο Πλάτων και η πλατωνική διδασκαλία της ψυχής στη προ-μεταφυσική φάση
Κεφάλαιο δωδέκατο: Η αντίληψη της ψυχής στο έργο του Ξενοφώντα
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο: Η ψυχή στις μαρτυρίες των μικρών Σωκρατικών
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο: Η νέα ιδέα της ψυχῆς στη ρητορική της Αττικής
Συμπέρασμα.
Η κεντρικότητα του Σωκράτη στην ιστορία της έννοιας της ψυχής και στην ιστορία της κλασικής σκέψης

Ευρετήρια και βιβλιογραφία


Εισαγωγή του Giovanni Reale
Σχετικά με τη θέση της ανακάλυψης της δυτικής έννοιας της ψυχής εκ μέρους του Σωκράτη και για τους λόγους που δυσχέραναν την αποδοχή της από την κοινότητα των μελετητών

1. Ο Σωκράτης ως εμβληματική εικόνα της διαλεκτικής προφορικότητας

Η φιλοσοφική έρευνα στην Ελλάδα γεννήθηκε μέσα στη διάσταση της προφορικότητας. Ο Θαλής δεν άφησε γραπτά· ο Αναξίμανδρος και ο Αναξιμένης, ακόμη κι αν συνέθεσαν έργα, το έκαναν σύμφωνα με τα κριτήρια που ίσχυαν εντός της κουλτούρας της προφορικότητας, δηλαδή με σκοπό να διαφυλάξουν τις ιδέες που ωρίμασαν στο πλαίσιο της ομάδας και, συνεπώς, της σχολής. Το ίδιο ισχύει σε μεγάλο βαθμό για όλους τους φυσικούς φιλοσόφους.

Είναι με τους Σοφιστές που επιβάλλεται το εργαλείο του βιβλίου και της γραφής ως πρότυπο μάθησης για τους μαθητές, καθώς και ως μέσο για να εξασφαλιστεί η ευρύτερη διάδοση των ιδεών μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό στρώμα. Οι Σοφιστές αποτέλεσαν πράγματι έναν από τους καθοριστικούς παράγοντες για την επικράτηση του πολιτισμού της γραφής, ο οποίος θα γινόταν κυρίαρχος κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα π.Χ.

Ο Σωκράτης, αντιθέτως, οδήγησε στα έσχατα όρια εκείνο το μοντέλο της διαλεκτικής προφορικότητας που αποτελεί ιδιάζουσα δημιουργία της φιλοσοφίας. Και επ’ αυτού του σημείου χρειάζεται, έστω και πολύ συνοπτικά, να γίνουν ορισμένες σημαντικές διευκρινίσεις.

Η γραφή εισήχθη από τον 7ο αιώνα π.Χ., αλλά για πολύ χρόνο διαδόθηκε με εξαιρετικά αργό και σαφώς περιορισμένο τρόπο. Έως τον 5ο αιώνα π.Χ. ο κυρίαρχος πολιτισμός παρέμεινε αυτός της προφορικότητας, και μάλιστα εκείνος που ορθά έχει χαρακτηριστεί ως προφορικότητα μιμητικού χαρακτήρα (Cfr. E.A. Havelock, Cultura orale e civiltà della scrittura da Omero a Platone, introduzione di B. Gentili, Roma-Bari 1995, pp. 23-33 (edizione originale 1963).).

Πρόκειται για τις τεχνικές μέσω των οποίων μεταδίδονταν τα μηνύματα των ποιητών, ιδιαίτερα του Ομήρου και του Ησιόδου· εκείνο το απόθεμα σοφίας που κάποιος, με μια προκλητική αλλά εξαιρετικά εύστοχη εικόνα, ονόμασε «φυλετική εγκυκλοπαίδεια». Από τους ποιητές οι Έλληνες μάθαιναν τις βασικές τους γνώσεις. Γράφει ο Havelock: «Ο ποιητής είναι αφενός πηγή θεμελιωδών εννοιών, αφετέρου σημαντικό εργαλείο ηθικής διαμόρφωσης. Από ιστορικής πλευράς, φτάνει μάλιστα στο σημείο να διεκδικεί και την παροχή τεχνικής εκπαίδευσης».

Οι τρόποι με τους οποίους μεταδίδονταν τα μηνύματα των ποιητών ήταν εκείνοι που στηρίζονταν στη μνήμη και στη διαδικασία της απομνημόνευσης. Γράφει ακόμη ο Havelock: «Η μόνη δυνατή τεχνολογία του λόγου που υπήρχε για να εξασφαλίσει τη διατήρηση και τη σταθερότητα της παράδοσης, ήταν εκείνη του ρυθμικού λόγου, οργανωμένου με σοφία σε λεκτικές και μετρικές μονάδες τόσο μοναδικές, ώστε να διατηρούν την ίδια τους τη μορφή. Αυτή είναι η ιστορική γένεση, η fons et origo (πηγή και καταγωγή), η κινητήριος αιτία εκείνου του φαινομένου που ακόμη και σήμερα ονομάζουμε “ποίηση”».

Η προφορικότητα, όμως, με την οποία ο Σωκράτης μετέδιδε τα μηνύματά του, είχε φύση εντελώς διαφορετική. Πολύ συχνά οι μελετητές των τεχνικών επικοινωνίας του αρχαίου κόσμου δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη το γεγονός ότι, προχωρώντας πέρα από τον ορίζοντα της ποιητικο-μιμητικής προφορικότητας, οι φιλόσοφοι δημιούργησαν μια δεύτερη μορφή προφορικότητας, η οποία, σε σχέση με την πρώτη, έχει φύση ολοκληρωτικά διαφορετική. Η μεγάλη επανάσταση που ξεκίνησε τον 5ο αιώνα π.Χ. και κορυφώθηκε τον επόμενο αιώνα δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή παρά μόνο στη βάση της σύγκρουσης ανάμεσα στη γραφή και στις ποικίλες μορφές προφορικότητας.

Μέσα λοιπόν στο πλαίσιο του προφορικού πολιτισμού, άνοιξε δρόμο και επιβλήθηκε, έστω και μέσα σε περιορισμένες ομάδες ανθρώπων, εκείνη η μορφή διαλεκτικής προφορικότητας που σταδιακά περνά από το να σκέφτεται κανείς με καθαρές εικόνες στο να σκέφτεται με έννοιες· ή, αν προτιμάται, εκείνη η μορφή προφορικότητας που, φορτίζοντας τις εικόνες με αξίες όλο και περισσότερο λογικού χαρακτήρα, καταλήγει να τις μετασχηματίζει σε έννοιες.

Και αυτή ακριβώς η μορφή προφορικότητας αγγίζει τα ύψιστά της σημεία με τον Σωκράτη, φτάνοντας σε επίπεδο πραγματικά παραδειγματικής τελειότητας στη σύνθετη δυναμική των «ερωτήσεων» και των «απαντήσεων», δηλαδή στο δομικό του διαλέγεσθαι.

Η διαλεκτική προφορικότητα υπήρξε, επομένως, το εμβληματικό γνώρισμα του σωκρατισμού σε όλα τα επίπεδα· και αυτή η μορφή προφορικότητας, και μόνον αυτή, ήταν εκείνη που ο Πλάτων θεώρησε ασύγκριτα ανώτερη από τη γραφή.

Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη. Από τον 7ο αιώνα π.Χ. εισήχθη η συνήθεια να «διαφυλάσσονται» τα ποιητικά κείμενα εμπιστευμένα στη γραφή. Οι ποιητές άρχισαν σταδιακά να γράφουν τους στίχους τους, ακόμη κι αν ο σκοπός τους δεν ήταν ακόμη να τους διαδώσουν μέσω της γραφής, αλλά να διευκολύνουν την πρακτική της απαγγελίας. Και οι φιλόσοφοι άρχισαν να καταγράφουν τις σκέψεις τους, έστω και – όπως ήδη είπαμε – με κριτήρια σαφώς υποταγμένα στην προφορικότητα.

Ο Σωκράτης, αντιθέτως, προτίμησε να επικοινωνεί το μήνυμά του στη διάσταση μιας ολοκληρωτικής προφορικότητας.

Από εδώ γεννιέται το μεγάλο πρόβλημα της ανασυγκρότησης εκείνου του μηνύματος: δεν έχουμε τίποτε άλλο παρά τις μαρτυρίες των μαθητών, οι οποίοι μας μεταδίδουν ό,τι εκείνοι συνέλαβαν από τον δάσκαλο, σύμφωνα με τις διαφορετικές τους ικανότητες και τα διαφορετικά τους ενδιαφέροντα. Και από εδώ προκύπτουν οι ανασυγκροτήσεις της σκέψης του Σωκράτη, που είναι ως επί το πλείστον πολύ αντικρουόμενες μεταξύ τους και που πολύ συχνά οδηγούν σε αποτελέσματα τουλάχιστον απογοητευτικά.

Ας αναφέρουμε μόνο δύο παραδειγματικές θέσεις, που αντικατοπτρίζονται σε αρκετές άλλες, έστω και με ποικίλους τρόπους και κατά μερικές και περιορισμένες προοπτικές. Ο Maier, από τη μια πλευρά, υποστήριξε ότι ο Σωκράτης δεν είναι κυριολεκτικά φιλόσοφος· ο Gigon, από την άλλη, αρνήθηκε την ίδια τη δυνατότητα να γνωρίσουμε τι είπε ο Σωκράτης: γι’ αυτόν γνωρίζουμε πολύ λιγότερα απ’ ό,τι για τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, εφόσον από εκείνους μας έχει σωθεί κάποιο απόσπασμα, ενώ από τον Σωκράτη δεν έχουμε απολύτως τίποτε.

Γράφοντας την Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας μου, πείστηκα ότι, πολύ μακριά από το να μην είναι πραγματικός φιλόσοφος, ο Σωκράτης αντιπροσωπεύει αντιθέτως ένα ορόσημο στην ιστορία της δυτικής σκέψης, ακόμη κι αν, για να γνωρίσουμε το ουσιαστικό του μήνυμα, χρειάζεται να υιοθετηθούν κριτήρια και μέθοδοι κριτικοί καινοτόμοι και με εύρος πολύ μεγαλύτερο σε σχέση με τους συνηθισμένους.

Αυτό το βιβλίο του Sarri γεννήθηκε ακριβώς αμέσως μετά τις πρώτες προσωρινές γραφές του πρώτου τόμου της Ιστορίας της αρχαίας φιλοσοφίας μου· επαναλαμβάνει ορισμένες θεμελιώδεις θέσεις, αλλά προπάντων παρέχει αποδείξεις και αντεπιχειρήματα σχεδόν πλήρη γύρω από εκείνο που αποδεικνύεται πως είναι η καίρια έννοια του Σωκράτη, δηλαδή η έννοια της «ψυχής». Επιπλέον, οδηγεί στα έσχατα όρια, με μεγάλη αυστηρότητα, εκείνη τη κριτική μέθοδο για την οποία έγινε ήδη λόγος, και η οποία επιβάλλεται ως πραγματική αναγκαιότητα στην ειδική περίπτωση του Σωκράτη.

Για τα δύο αυτά στοιχεία, που είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, οφείλουμε να μιλήσουμε σύντομα, προαναγγέλλοντας μερικές ιδέες που ο Sarri αναπτύσσει λεπτομερώς σε όλη την έκταση του βιβλίου.

2. Ο Σωκράτης ανακάλυψε την έννοια της «ψυχής», η οποία επιβλήθηκε ως αμετάκλητο σημείο αναφοράς στον δυτικό πολιτισμό

Υπάρχουν ορισμένες θέσεις μεγάλης σημασίας και εμβέλειας που απορρίπτονται, εκτός από τον επαναστατικό τους χαρακτήρα σε σχέση με την communis opinio (κοινή γνώμη), και για το γεγονός ότι παρουσιάζονται συνδεδεμένες με άλλες θέσεις, οι οποίες θεωρούνται παράδοξες και που, για διάφορους λόγους, δεν κρίνονται αποδεκτές. Αλλά το λάθος που σε αυτές τις περιπτώσεις διαπράττουν οι περισσότεροι είναι ακριβώς εκείνο του να απορρίπτουν συνολικά και τις πρώτες και τις δεύτερες, κρίνοντάς τες αδιαχώριστες πριν ακόμη διεξαχθούν κριτικά οι κατάλληλες επαληθεύσεις, και πριν ακόμη εξερευνηθεί η δυνατότητα να διατηρηθούν οι επιμέρους θέσεις διακριτές.

Αναμφίβολα αυτές οι διαδικασίες είναι εξαιρετικά δύσκολο να πραγματοποιηθούν όταν έχουμε να κάνουμε με θέσεις θεωρητικού χαρακτήρα, εφόσον οι τελευταίες παρουσιάζουν, συνήθως, δομικούς δεσμούς με τις θεμελιώδεις ιδέες του συστήματος στο οποίο ανήκουν, και κατά συνέπεια είναι πολύ δύσκολα αποσπάσιμες από αυτό.

Δεν είναι όμως αυτή η περίπτωσή μας, καθώς, όσον αφορά εμάς, δεν έχουμε να κάνουμε με θέσεις θεωρητικές, αλλά με θέσεις κυρίως ερμηνευτικού χαρακτήρα, των οποίων το θεμέλιο βρίσκεται στα κείμενα και στην ερμηνεία τους.

Ο Burnet και ο Taylor παρουσίασαν μια ερμηνεία του Σωκράτη που στηρίζεται σε δύο θεμελιώδεις έννοιες: η μία, όπως θα δούμε, εξαιρετικά καινοτόμα και θεμελιωμένη· η άλλη, αντιθέτως, εντυπωσιακή αλλά αβάσιμη.

Η πρώτη έννοια είναι η εξής: ο Σωκράτης ανακάλυψε για πρώτη φορά στη Δύση την ιδέα της «ψυχής», η οποία ταυτίζεται με τη νόηση και τη βούληση προς το αγαθό, δηλαδή με την ικανότητα να κατανοεί και να θέλει κανείς. Πριν από τον Σωκράτη ο όρος ψυχή είχε ένα εντελώς διαφορετικό, αν όχι αντιθετικό, νόημα: στον Όμηρο σήμαινε το μάταιο, ασυνείδητο φάντασμα που απομένει από τον άνθρωπο μετά τον θάνατό του· στους Ορφικούς σήμαινε τον δαίμονα που έπεσε, ως τιμωρία, στο ανθρώπινο σώμα, πλήρως διαχωρισμένο από τη συνείδηση και ενεργό μόνο στις στιγμές που η συνείδηση έπαυε· στους προσωκρατικούς φιλοσόφους, τέλος, η έννοια της ψυχής είχε μια δομική σχέση με την αρχή τους, με την ἀρχή.

Η ερμηνεία λοιπόν που έδιναν οι Burnet και Taylor στη σκέψη του Σωκράτη ανέτρεπε ριζικά τα σχήματα της communis opinio των μελετητών της αρχαίας σκέψης. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο Rohde, στο περίφημο έργο του Psyche, δεν αφιέρωνε στον Σωκράτη καμία θέση· ενώ η νέα θέση τον προέβαλλε ως τον άξονα μιας πραγματικής επανάστασης, δηλαδή ως τον δημιουργό της νέας δυτικής έννοιας της ψυχής.

Η δεύτερη θέση, εκείνη που προηγουμένως χαρακτήρισα εντυπωσιακή, εναντίον της οποίας όλοι οι μελετητές αντέδρασαν, είναι η εξής: μέχρι την Πολιτεία ο Πλάτων δεν θα ήταν τίποτε άλλο παρά ένας εκλεπτυσμένος ιστορικός της σκέψης του Σωκράτη. Κατά συνέπεια, ανάλογα με τον Καντ, ο Πλάτων θα είχε καταλήξει σε μια πρωτότυπη σκέψη μόνο σε προχωρημένη ηλικία ή ακόμη και στη φάση των γηρατειών του. Η θεωρία των ιδεών και το ίδιο το σχέδιο του ιδανικού κράτους θα ήταν, επομένως, δημιουργίες του Σωκράτη.

Να, λοιπόν, σε ποια συμπεράσματα θέλουμε να καταλήξουμε.

Η δεύτερη αυτή θέση δεν αντέχει σε καμία περίπτωση, καθώς έχει εναντίον της την άμεση παράδοση (τα ίδια τα κείμενα του Πλάτωνα) και την έμμεση (τις μαρτυρίες των μαθητών). Η πρώτη θέση, αντιθέτως, δεν εξαρτάται δομικά από αυτήν και έχει υπέρ της όχι μόνο τα κείμενα του Πλάτωνα, αλλά και όλη την έμμεση παράδοση: τους μαθητές του Σωκράτη και τον πολιτισμό του 4ου αιώνα π.Χ., χωρίς καμία εξαίρεση, όπως ο Sarri αποδεικνύει με ακρίβεια και λεπτομέρεια σε αυτόν τον τόμο.

Οι ίδιοι οι μελετητές της σκωτσέζικης σχολής, όταν διαβαστούν με την προσοχή που πρέπει, παρουσιάζουν τις δύο θέσεις με τρόπο σαφώς διαχωρίσιμο: δεν συνδέουν καθόλου την σωκρατική έννοια της ψυχής με το μεταφυσικό πρόβλημα των ιδεών και με το εσχατολογικό της αθανασίας, αλλά παρουσιάζουν την έννοια της σωκρατικής ψυχής κυρίως στα λειτουργικά και πρακτικά της χαρακτηριστικά.

Ας αρχίσουμε διαβάζοντας το καίριο απόσπασμα του Taylor σχετικά με αυτό το ζήτημα, το οποίο μπορεί να συμπληρωθεί χρήσιμα με όλα τα άλλα στα οποία παραπέμπει ο Sarri:

«Αυτό που χρειάζεται για την ανάπτυξη μιας "πνευματικής" ηθικής και θρησκείας είναι η ορφική επιμονή στη μέγιστη σημασία του "να φροντίζει κανείς για τα συμφέροντα της ψυχῆς", να συνδυαστεί με την ταύτιση αυτής της υπέρτατα πολύτιμης ψυχῆς με την έδρα της κανονικής νοημοσύνης και του ατομικού χαρακτήρα. Αυτό είναι ακριβώς το βήμα προς τα εμπρός που πραγματοποιείται στη διδασκαλία της ψυχής, όπως αυτή διδάχθηκε από τον Σωκράτη, τόσο στον Πλάτωνα όσο και στον Ξενοφώντα· και δεν είναι λιγότερο για αυτή τη ρήξη με την ορφική παράδοση, όσο και για το ότι έδωσε στην καθοδήγηση της ζωής την κεντρική θέση, που οι προηγούμενοι στοχαστές είχαν αποδώσει στην αστρονομία ή στη βιολογία, ώστε ο Σωκράτης, σύμφωνα με τη χιλιοχρησιμοποιημένη φράση του Κικέρωνα, "κατέβασε τη φιλοσοφία από τον ουρανό στη γη". Με άλλα λόγια, αυτό που έκανε ήταν να δημιουργήσει ακριβώς τη φιλοσοφία ως κάτι διακριτό τόσο από τη φυσική επιστήμη όσο και από τη θεοσοφία, ή από οποιοδήποτε μείγμα των δύο, και να επιτύχει αυτό το αποτέλεσμα μια για πάντα».

Αλλά υπάρχει και κάτι περισσότερο. Σε ένα σύντομο κείμενο, που παρέμεινε ως επί το πλείστον άγνωστο και τώρα κατέστη προσιτό σε όλους χάρη στη μετάφρασή του στα ιταλικά από τον ίδιο τον Sarri, ο Burnet έθεσε ως θέμα ακριβώς το πρόβλημα που θίγεται εδώ (Cfr. J. Burnet, The Socratic Doctrine of the Soul, in «Proceedings of the Bri tish Academy», 7 (1915-1916), pp. 235-259. Il saggio si legge ora in J. Burnet, Inter pretazione di Socrate, introduzione, traduzione e apparati di F. Sarri, Vita e Pensie-ro, Milano 1994, pp. 115-152.).

Ας δούμε με ποιον τρόπο.


3. Ορισμένες μεθοδολογικές διευκρινίσεις που έκανε ο Burnet


Λαμβάνοντας θέση ενάντια στη θεωρία εκείνων που περιόριζαν τον Σωκράτη σε έναν απλό «σοφό» και αρνούνταν στοχαστικό βάθος στη σκέψη του, ο Burnet επιδίωξε, στην ομιλία του το 1916, να ακολουθήσει ένα μεθοδολογικό κριτήριο μέγιστης αυστηρότητας, το οποίο ο ίδιος συνόψισε ως εξής:

«Τι θα μπορούσε να γνωρίζει κανείς για τον Σωκράτη ως φιλόσοφο, αν δεν μας είχε φτάσει καμία άλλη μαρτυρία γι’ αυτόν πέρα από την Απολογία, τον Κρίτωνα και τον λόγο του Αλκιβιάδη, και με την επιφύλαξη ότι ακόμη και αυτές οι τελευταίες πηγές δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ακριβής καταγραφή πραγματικών λόγων και συνομιλιών;»

Όπως φαίνεται καθαρά, το κριτήριο αυτό συνεπάγεται όχι μόνο την αποστασιοποίηση από τη δεύτερη θέση που ανέφερα πιο πάνω, αλλά, από κριτική σκοπιά, την ακριβή της ανατροπή.

Και να ποια είναι τα συμπεράσματα στα οποία ο Burnet φτάνει εφαρμόζοντας αυτό το κριτήριο:

«Η καινοτομία της σωκρατικής χρήσης της λέξης ψυχή υποδηλώνεται επίσης από τις παράξενες περιφράσεις στις οποίες καταφεύγει μερικές φορές ο Σωκράτης για να δηλώσει την ψυχή. Είναι περιφράσεις του τύπου: “οτιδήποτε είναι μέσα μας που έχει γνώση ή άγνοια, αρετή ή κακία”. Με βάση το ίδιο κριτήριο μπορεί να εξηγηθεί η αναφορά που κάνει ο Αλκιβιάδης στο Συμπόσιο [218a 3] στην “καρδιά ή ψυχή ή όπως αλλιώς πρέπει να το ονομάσουμε”. Αυτές οι λεπτές ιστορικές αποχρώσεις ταιριάζουν απόλυτα με το ύφος του Πλάτωνα και, αν ο Σωκράτης ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λέξη με αυτήν την έννοια, τότε ο γλωσσικός δισταγμός του Αλκιβιάδη καθίσταται απολύτως φυσικός. Ο Σωκράτης, λοιπόν, αν δεν κάνω λάθος, έλεγε ότι η ψυχή δεν είναι ένα είδος μυστηριώδους δεύτερου εγώ, αλλά η πραγματικότητα που ταυτίζεται με τη συνηθισμένη μας συνείδηση. Επιπλέον, υποστήριζε ότι αυτή έχει μεγαλύτερη αξία απ’ όσο φαίνεται και ότι απαιτεί, συνεπώς, όλη τη “φροντίδα” που οι οπαδοί του Ορφέα συνιστούσαν να επιφυλάσσεται στον θεό φυλακισμένο μέσα μας.

Θα μπορούσε, αναμφίβολα, να αντιταχθεί ότι ο Σωκράτης, παρά αυτήν την ανακάλυψη, δεν είναι πρωτότυπος στοχαστής, επειδή δεν έκανε τίποτε άλλο από το να συνδυάσει τη διδασκαλία των Ορφικών περί κάθαρσης της πεπτωκυίας ψυχής με τη φιλοσοφική αντίληψη της ψυχής ως διανοητικής συνείδησης. Αυτό είναι το αγαπημένο επιχείρημα όσων ξοδεύουν τον χρόνο τους αμφισβητώντας την πρωτοτυπία των μεγάλων ανδρών. Αλλά μπορεί να αντιταχθεί ότι η πρωτοτυπία έγκειται ακριβώς στην ικανότητα να συνενώνει κανείς φαινομενικά διαφορετικές ιδέες. Οι θρησκευτικές και οι επιστημονικές ιδέες θα μπορούσαν να πορεύονται παράλληλα επ’ αόριστον, χωρίς ποτέ να συναντηθούν — τόσο είναι αληθές ότι στον Εμπεδοκλή οι ιδέες αυτές βρίσκονται απλώς δίπλα-δίπλα. Ήταν ο Σωκράτης που κατανόησε ότι οι δύο αυτές αντιλήψεις ήταν συμπληρωματικές και αυτός που, συγχωνεύοντάς τες, κέρδισε τον σύγχρονο όρο της ψυχής. Με αυτή την έννοια και σε αυτή τη διάσταση, ο Σωκράτης υπήρξε ο θεμελιωτής της φιλοσοφίας. Θα ήταν καλύτερα να ειπωθεί ότι ο Σωκράτης υπήρξε ο θεμελιωτής της ηθικής φιλοσοφίας της Δύσης».

Ο Burnet κάνει μια ακόμη παρατήρηση. Όσο μπορούμε να αντλήσουμε από την Απολογία, ο Σωκράτης πίστευε στην αθανασία της ψυχής· ωστόσο, δεν πρέπει να ήταν αυτό το πρόβλημα από το οποίο ξεκίνησε ούτε εκείνο στο οποίο επέμενε περισσότερο. Τόσο είναι αληθές ώστε ο Πλάτων επιμένει στο δέος που ένιωθαν οι μαθητές ακούγοντας τον Σωκράτη να μιλά για αθανασία: «Δεν φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτό το θέμα υπήρξε συχνό στις συνομιλίες του. Εκείνο που ο Σωκράτης επαναλάμβανε διαρκώς ως το μοναδικό αναγκαίο για την ψυχή ήταν ότι έπρεπε να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για την κατάκτηση της γνώσης και της αρετής».
Όπως φαίνεται ξεκάθαρα, οι ερμηνευτές έπεσαν σε πραγματικό σφάλμα θεωρώντας ότι αυτή η θέση εξαρτάται από την άλλη, την παράδοξη θέση, και ότι ήταν, συνεπώς, απαράδεκτη στον βαθμό που ήταν απαράδεκτη και η άλλη. Όχι μόνο εμείς, αλλά και εκείνοι που πρώτοι κατανόησαν την πρωτοτυπία και την ιστορική εμβέλεια αυτής της θέσης, την είχαν διακρίνει σωστά από την παράδοξη.

Εγώ μάλιστα θα ήμουν ακόμη πιο ριζοσπαστικός στην εφαρμογή της δοκιμασίας με την αυστηρότητα του κριτικού ξυραφιού του Όκκαμ: για να υποστηριχθεί αυτή η θέση θα αρκούσε μόνο το κείμενο της Απολογίας του Σωκράτη. Και το ότι η Απολογία δεν είναι μια επινόηση του Πλάτωνα, αλλά ένα κείμενο με σαφή ιστορικά θεμέλια, αποδεικνύεται εύκολα: σε πάρα πολλούς διαλόγους ο Σωκράτης εμφανίζεται ως πρωταγωνιστής, ως εμβληματική δραματουργική μάσκα του αληθινού διαλεκτικού, και όχι ως ιστορικό πρόσωπο. Και ο Πλάτων δίνει στους διαλόγους του, κατά κανόνα, το όνομα του δευτεραγωνιστή. Αντίθετα, στην Απολογία — και μόνο σε αυτήν — εμφανίζεται το όνομα του Σωκράτη, για τον λόγο ότι το πρόσωπο για το οποίο γίνεται λόγος δεν είναι ελεύθερη λογοτεχνική επινόηση, αλλά ο αληθινός Σωκράτης. Και το μήνυμα που στην Απολογία παρουσιάζεται ως το ιδιαίτερο φιλοσοφικό μήνυμα του Σωκράτη είναι, ακριβώς, το νέο αυτό δόγμα της ψυχής, με τη συναφή προτροπή για την «φροντίδα της ψυχής».

Μια πληθώρα άλλων κειμένων επιβεβαιώνουν όσα λέγονται στην Απολογία με τρόπο διασταυρωμένο και παράλληλο, όπως ο Sarri τεκμηριώνει ad abundantiam.

Συνεχίζεται με: 4. Σχετικά με την περιορισμένη αποδοχή αυτής της ερμηνείας του Σωκράτη

Δεν υπάρχουν σχόλια: