Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Πρωτοπρ. Θεόδωρος Ζήσης, Απάντηση στα διωκτικά δικαστικά έγγραφα της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης

Πρόκειται για την γραπτή απάντηση του π. Θεοδώρου, στο σχετικό μητροπολιτικό έγγραφο του μητροπολίτου για το οποίο μπορείτε να δείτε εδώ
Η επιστολή αυτήν παραδόθηκε ήδη στον μητροπολίτη και την δημοσιεύουμε ευχαρίστως κοινά κατ' αποκλειστικότητα, οι διαχειριστές των Ιστολογίων Κατήχησης και Κατάνυξις κατόπιν της παρακλήσεως του π. Θεοδώρου Ζήση. Το παραθέτουμε και σε αρχείο pdf.

Επιλέγουμε μερικά αποσπάσματα:
(...)Προκαλεῖ ἐν πρώτοις ἐντύπωση ἡ ἄμεση καὶ ταχύτατη σύνταξη τῶν ἐγγράφων τῆς δίωξης. 
Οἱ συνεργάτες σας ἦσαν κυριολεκτικὰ μὲ τὸ δάκτυλο στὴν σκανδάλη· εἶχαν ἕτοιμα τὰ ἔγγραφα καὶ οὔτε ἐδιάβασαν καθόλου τὸ ἰδικό μου ἔγγραφο, ὅπου ἐξηγοῦσα τοὺς θεολογικοὺς καὶ κανονικοὺς λόγους τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου. Μὲ αὐτὰ θὰ ἀσχολούμαστε τώρα; Σημασία ἔχει νὰ ἐπιτευχθεῖ ὁ στόχος· ἡ φίμωση τοῦ π. Θεοδώρου, ἡ ἐκδίωξή του ἀπὸ τὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, ὥστε νὰ μὴν ἔχει ἐκκλησιαστικὸ ἀκροατήριο, νὰ ἀπομονωθεῖ καὶ νὰ μὴν ἀκούγονται ὅσα ἐναντίον τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τῆς ψευδοσυνόδου τῆς Κρήτης λέγει καὶ διδάσκει.

Δὲν θὰ σᾶς κάνω βέβαια τὴν χάρη μιᾶς νομικῆς ἀντιπαραθέσεως, γιατὶ καὶ αὐτὸ θὰ νομιμοποιοῦσε τὴν παράνομη καὶ ἀδικαιολόγητη δικαστικὴ δικαιοδοσία ποὺ ἐπιβάλλει ὁ ἀντικανονικός, ἀντισυνταγματικός, δεσποτοκρατικός, ἐπισκοποκεντρικός, μεσαιωνικὸς νόμος 5383 τοῦ 1932 «Περὶ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστηρίων καὶ τῆς πρὸ αὐτῶν διαδικασίας», ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν γνώμη ἐγκύρων νομικῶν καὶ θεολόγων ἀντιβαίνει καὶ στὸ Σύνταγμα καὶ στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καί, ἀντὶ νὰ βελτιώσει τὴν ἐκκλησιαστικὴ δικαιοδοσία, κατέστησε τὴν ἀπονομή της ἐπισφαλῆ καὶ ἄδικη. Μελετᾶται ἤδη ἀπὸ καιρὸ ἡ ἀναθεώρησή του, ἡ ὁποία πρέπει νὰ γίνει μὲ βάση τὸ φιλάνθρωπο πνεῦμα τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ πρὸς τὴν κατεύθυνση νὰ μειωθεῖ ἡ δεσποτοκρατία, τὸ δικονομικὸ χάσμα μεταξὺ ἐπισκόπων ἀφ᾽ ἑνός, παντοδυνάμων καὶ πανισχύρων, καὶ πρεσβυτέρων καὶ διακόνων ἀφ᾽ ἑτέρου, ἀδυνάμων καὶ δούλων.

Εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει σύνθεση δικαστηρίου, στὴν ὁποία ἕνα μόνο μέλος, ὁ ἐπίσκοπος, ἔχει ἀποφασιστικὴ ψῆφο τὰ δὲ ὑπόλοιπα, ἐπιλεγμένα ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο, εἶναι ἀνίσχυρα καὶ ἀνενέργητα, συνήθως δὲ καὶ ἄλαλα γιὰ νὰ μὴ δυσαρεστήσουν τόν «δεσπότη»; Αὐτὸ συμβαίνει μὲ τὴν σύνθεση τῶν ἐπισκοπικῶν διαστηρίων γιὰ πρεσβυτέρους καὶ διακόνους, ποὺ προβλέπει ὁ ἐν λόγῳ νόμος, ἄγνωστη παντελῶς καὶ ἀδιανόητη στὴν Ἱεροκανονικὴ Παράδοση. Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν ἐξεγείρεται τὸ περὶ δικαίου αἴσθημα ἀκόμη καὶ στὸ πιὸ ὑπανάπτυκτο σύστημα ἀπονομῆς δικαιοσύνης, ὅταν ὁ κατήγορος εἶναι συγχρόνως καὶ δικαστής, ὅταν στὴν συγκεκριμένη δική μου περίπτωση σεῖς ποὺ μὲ κατηγορεῖτε γιὰ ἀνύπαρκτα ἀδικήματα θὰ μὲ δικάσετε ὡς πρόεδρος τοῦ δικαστηρίου μαζί μὲ τοὺς ἁπλῶς παριστάμενους, χωρὶς ψῆφο καὶ οὐσιαστικὰ χωρὶς λόγο, συνεργάτες σας; Δὲν εἶναι βέβαιο καὶ ἀνεμενόμενο ὁ κατήγορος-δικαστὴς νὰ μεροληπτήσει ὑπὲρ τῶν ἰδικῶν του θέσεων καὶ νὰ ἀδικήσει τὸν κατηγορούμενο;

(...) Μὴν περιμένετε, λοιπόν, νὰ ἐμφανισθῶ ὡς κατηγορούμενος μπροστὰ στὸ ἐπισκοπικό σας δικαστήριο, διότι δὲν θὰ εἶναι δίκαιο καὶ ἀμερόληπτο δικαστήριο, ἀλλὰ ἐχθρικὸ καταδικαστήριο. 
Προχωρῆστε σὲ ἐρημοδικία (=δίκη ἐρήμην, χωρὶς τὴν παρουσία μου) καὶ ἀνακοινῶστε γρήγορα τὴν καταδικαστική σας ἀπόφαση, τὴν ὁποία μόνον σεῖς καὶ οἱ «σὺν ὑμῖν» θὰ ἀποδεχθοῦν καὶ θὰ ἐπικυρώσουν. 

Βιάζεσθε τόσο πολὺ νὰ μὲ καταδικάσετε, ὥστε δὲν τηρήσατε οὔτε τὶς δικονομικὲς διατάξεις τοῦ ἀντικανονικοῦ νόμου 5383 τοῦ 1932, ὁ ὁποῖος προβλέπει ὅτι ὁ κατηγορούμενος καλεῖται σὲ ἀπολογία καὶ ἀνάκριση ἀπὸ τὸν ὁρισθέντα ἀνακριτὴ μὲ ἔγγραφο ποὺ φέρει τὴν ὑπογραφὴ τοῦ ἀνακριτοῦ[11]. Σεῖς, πρὶν νὰ ὁρίσετε ἀνακριτὴ καὶ πρὶν ὁ ἀνακριτὴς μοῦ στείλει ἔγγραφο μὲ τὴν ὑπογραφή του, ἐνέργειες ποὺ ἀπαιτοῦν κάποιο χρόνο, νοσφίζεσθε, κλέβετε ἁρμοδιότητα ἄλλου ὀργάνου, προβαίνετε σὲ ἀντιποίηση ἀρχῆς καὶ μοῦ στέλνετε βιαστικὰ ἔγγραφο, μὲ τὴν δική σας ὑπογραφὴ καλώντας με ἀναρμοδίως σὲ ἀπολογία. Πρόεδρος τοῦ ἐπισκοπικοῦ δικαστηρίου εἶσθε, δεσπότης καὶ κύριος, καὶ ἀπέναντι σὲ δούλους καὶ σκλάβους κάνετε ὅ,τι θέλετε.

Καὶ δὲν εἶναι μόνον αὐτὴ ἡ παρανομία σας· πρὶν νὰ συνέλθει καὶ νὰ ἀποφασίσει τὸ δικαστήριό σας μοῦ ἐπιβάλλετε ποινὲς ἀδικαιολόγητες, πολὺ πέραν ἐκείνων ποὺ θὰ ἐδικαιολογοῦντο ἀπὸ μία προδικαστικὴ πειθαρχική σας παρέμβαση. Μοῦ ἀπαγορεύετε νὰ λειτουργῶ καὶ νὰ κηρύττω στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου καὶ εἰς ὅλους τοὺς ναοὺς τῆς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, προδικάζοντας δὲ καὶ τὴν καθαίρεσή μου ἐπικαλεῖσθε τὸ ἄρθρο 102 τοῦ ἐν λόγῳ νόμου καὶ μοῦ ἀπαγορεύετε προσωρινὰ τὴν τέλεση πάσης ἱεροπραξίας, καὶ ἐπὶ πλέον ἐπιβάλλετε τὸ ἐπιτίμιο τῆς ἀκοινωνησίας καὶ μοῦ ἀφαιρεῖτε τὸ ὀφφίκιο τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου, τὰ ὁποῖα δὲν προβλέπει τὸ ἄρθρο 102 τοῦ Ν. 5383/1932 ποὺ ἐπικαλεῖσθε. Λέγει τὸ ἐν λόγῳ ἄρθρο: «Ἐπὶ παραπτωμάτων προβλεπομένων καὶ ὑπὸ τοῦ κοινοῦ ποινικοῦ δικαίου, δι᾽ ἃ διετάχθη ὑπὸ τῆς κοινῆς δικαστικῆς ἀρχῆς ἡ προφυλάκισις τοῦ κληρικοῦ ἢ ἱερωμένου μοναχοῦ, ὁ ἁρμόδιος μητροπολίτης δύναται νὰ ἀπαγορεύσῃ προσωρινῶς μέχρι τῆς ἐκδόσεως τῆς ἀποφάσεως τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαστηρίου πᾶσαν ἱεροπραξίαν, ἄνευ στερήσεως τοῦ μισθοῦ. Τὸ αὐτὸ δικαίωμα ἔχει ὁ Μητροπολίτης καὶ ἐπὶ παντὸς ἑτέρου παραπτώματος κολαζομένου διὰ τῆς ποινῆς τῆς καθαιρέσεως, ἐφ᾽ ὅσον τοῦτο προεκάλεσε δημόσιον σκάνδαλον».

Ἀπὸ τὸ πρῶτο μισὸ τοῦ ἄρθρου προκύπτει ὅτι ἡ ἀπαγόρευση πάσης ἱεροπραξίας ἐπιβάλλεται σὲ κληρικοὺς καὶ ἱερομονάχους ποὺ ἔχουν διαπράξει ποινικὰ ἀδικήματα τοῦ κοινοῦ ποινικοῦ δικαίου καὶ ἔχει διαταχθῆ γι᾽ αὐτοὺς ἀπὸ τὴν κοινὴ δικαστικὴ ἀρχὴ ἡ προφυλάκιση. Προφανῶς δὲν ὑπάγομαι σ᾽ αὐτὴν τὴν ρύθμιση. Ἀξιοσημείωτο πάντως εἶναι ὅτι καὶ σ᾽ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἡ ἐπιβολὴ τῆς ποινῆς δὲν εἶναι ὑποχρεωτική, ἀλλὰ προαιρετική, δυνητική: «Ὁ μητροπολίτης δύναται νὰ ἀπαγορεύσῃ προσωρινῶς». 
Τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ ἄρθρου ἐξέλαβαν οἱ νομομαθεῖς τῆς Μητροπόλεως ὅτι ἰσχύει γιὰ μένα, γιατὶ ἔκριναν μόνοι τους, ὡς ἀλάθητοι δικαστὲς πρὶν ἀπὸ δικαστικὴ ἀπόφαση, ὅτι τὰ παραπτώματά μου κολάζονται μὲ τὴν ποινὴ τῆς καθαιρέσεως καὶ ὅτι προκάλεσαν δημόσιο σκάνδαλο, γι᾽ αὐτὸ καὶ μοῦ ἐπιβάλλουν τὴν προσωρινὴ ἀπαγόρευση πάσης ἱεροπραξίας, ἡ ὁποία καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶναι δυνητικὴ καὶ ὄχι ὑποχρεωτική. 
Θαυμᾶστε λοιπὸν πῶς ἡ Μητρόπολη ἐφαρμόζει αὐτὸ τὸ ἄρθρο καὶ πῶς δὲν ἀρκεῖται μόνον στὴν ποινὴ ποὺ προβλέπεται, ἀλλὰ μοῦ ἐπιβάλλει πρὶν ἀπὸ τὴν δίκη τρεῖς ἄλλες ποινές· ἀπαγόρευση θείου κηρύγματος, ἐπιτίμιο ἀκοινωνησίας καὶ ἀφαίρεση τοῦ ὀφφικίου τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου. Καὶ αὐτὰ βάσει τοῦ ἄρθρου 102 τοῦ Ν. 5383/1932. Εὖγε στοὺς νομικοὺς συμβούλους τῆς Μητροπόλεως. (...)

Δὲν πρόκειται βέβαια, ὅπως προεῖπα, νὰ ἀσχοληθῶ μὲ τὶς προφανέστατες παρανομίες τῶν διωκτικῶν ἐγγράφων οὔτε νὰ ἀναθέσω σὲ δικηγόρο-συνήγορο νὰ ἐπισημάνει τὶς παρανομίες καὶ νὰ ζητήσει ἀκύρωση τῆς διωκτικῆς διαδικασίας ἢ διόρθωση ἢ ἐπέμβαση τοῦ εἰσαγγελέως. 
Ἁπλῶς θὰ δημοσιοποιήσω αὐτήν μου τὴν Ἀπάντηση, ὥστε (...) 

Ολόκληρο το κείμενο απάντηση του π.Θεοδώρου Ζήση, εδώ.

ΣΧΟΛΙΟ: Νομικίστικο κείμενο. Ας μήν τονίσουμε τό ΥΠΕΡ-ΕΓΩ τό οποίο πρωταγωνιστεί στό κείμενο. Ας πούμε τό εξής. Εάν έπεφτε στά χέρια μας αυτό τό κείμενο χωρίς τήν υπογραφή του, χωρίς νά γνωρίζουμε ότι τό συνέταξε ο πρ. Ζήσης, θά καταλαβαίναμε ποτέ μας ότι τό έγραψε ένας  αληθινός χριστιανός;

Αμέθυστος

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΠΑΝΤΩΣ ΟΙ 5 ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΟΥ ΑΝΘΙΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΧΟΝΤΡΕΣ ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΧΘΟΥΝ ΤΑ ΧΕΙΡΟΤΕΡΑ. ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΤΣΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΤΑ ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ.