Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

Η ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΜΑΣ : Ο ΤΡΙΑΔΙΚΟΣ ΘΕΟΣ (2). (Τελευταίο)

IL PATRIARCA ATENAGORA E CHIARA LUBICH; PROTAGONISTI DELL’UNITA”


“IL PATRIARCA ATENAGORA E CHIARA LUBICH;
PROTAGONISTI DELL’UNITÀ”
di Sua Eminenza Reverendissima il Metropolita Gennadios
Arcivescovo Ortodosso d’Italia e Malta

Η εμπειρία του Θεού της Chiara Lubich

του Klaus Hemmerle
KATA ZHZIOYΛA

Στον Ιησού μάς αποκαλύπτεται ο Πατήρ

Ακόμη και Αυτός που είναι ο Πατήρ αποκαλύπτεται στον Ιησού, ο οποίος έγινε Ένα με όλα και όλους. Ανακάλυψα τον Ιησού σαν Αυτόν που λέει σε κάθε στιγμή και από κάθε σημείο της γης το δικό Του «Αββά ο Πατήρ» και σαν Αυτόν ο οποίος είναι πάντοτε και παντού το πρόσωπο του Πατρός στραμμένο σε μένα. Αυτοί ήταν, για πρώτη μάλιστα φορά, μια συνάντηση με τον Ιησού που μου φανέρωνε ποιος είναι Εκείνος αληθινά: δεν είναι ο μεγάλος ιδρυτής μιας θρησκείας του μακρυνού παρελθόντος, δεν είναι μία από τις πολλές φανερώσεις μιας αιωνίου ιδέας. Είναι αυτός ο μοναδικός Ιησούς της Ναζαρέτ, ο οποίος κήρυξε στην Γαλιλαία, πέθανε στον Σταυρό και σήμερα, Αναστημένος, θέλει να μας συναντήσει άμεσα, ακριβώς όπως συνάντησε τους πρώτους μάρτυρες της Αναστάσεώς Του.
Το τρίτο πράγμα που βίωσα στην Έκθεση, ήταν η ατμόσφαιρα της Μαριάπολης. Δεν συνίστατο στο να χαμογελούμε λίγο παραπάνω ή να είμαστε ευγενικοί ο ένας με τον άλλον. Όχι, αλλά αγαπώμενοι και προσφέροντας αγάπη, μας άρπαζε μέσα της αυτό το νέο στυλ ζωής. Θυμάμαι, όπως έχω ήδη πει, την αγγελία που μετέφερε ο Ιησούς στον κόσμο: την Βασιλεία του θεού. Κατενόησα ξεκάθαρα πως ο κόσμος δεν μπορεί πλέον να πορευθεί έτσι. Ή η Βασιλεία τού θεού θα ανακαινίσει κάθε πράγμα ή ο κόσμος θα καταρρεύσει. Και ο κόσμος θα ανακαινισθεί διότι το πνεύμα του θεού αλλάζει από μέσα όλες τις σχέσεις και μ' αυτές κάθε πραγματικότητα. Ακόμη παραπάνω: κατενόησα πως ο Πατήρ, η Αγάπη, και ο Ιησούς, ο Υιός, συναντώνται σε ένα πνεύμα, το οποίο θα ήθελα να ορίσω σαν την Ατμόσφαιρα της θείας ενότητος. Σ' αυτό ο θεός ανοίγει έναν χώρο στον οποίο και εγώ μπορώ να εισέλθω, για να βιώσω τον ζωντανό θεό. Εγώ είμαι ο υιός που αγαπάται και φιλείται από τον πατέρα, είμαι ο υιός που εισάγεται μέσα στον πατέρα. Και ο ίδιος ο πατήρ άνοιξε τους άπειρους κόλπους του, για να μπορέσω να ζήσω μέσα του. Έτσι έχω ήδη από τώρα, στη ζωή μου, την κατοικία μου στον τριαδικό θεό.
Έμεινα έκπληκτος όταν συνειδητοποίησα αργότερα πως αυτή η καινούρια εικόνα του θεού, η προσωπική μου εμπειρία στην Μαριάπολη και στην κίνηση των Focolari (οι φλογίτσες), αντιστοιχούσε ακριβώς σ' αυτό που η Chiara Lubich απεκάλυψε, με καθαρό και κατανοητό τρόπο, σε πολλά γραπτά της και στις ομιλίες της!

Η ΖΩΗ ΑΛΛΑΖΕΙ

Τί πράγμα προκάλεσε αυτή την εμπειρία του θεού σε μένα; Τί πράγμα άλλαξε στην ζωή μου; Γνώρισα έναν άλλο τρόπο να λέω "ΕΓΩ". Σκέπτομαι πως από τον τρόπο με τον οποίο λέω "ΕΓΩ", φαίνεται τί πράγμα κατά βάθος δίνει το ίχνος σε ολόκληρη την εσωτερική μου ζωή: Το λέω με μιαν αβεβαιότητα, έχοντας συνείδηση της αξίας του, γεμάτο από μένα; Ή εγωκεντρικά;
Η Chiara Lubich είχε βιώσει κάτι που την έκανε να πει «ο θεός με αγαπά απέραντα». Σ' αυτή την φράση λέγεται επίσης το "ΕΓΩ", αλλ' όμως η φράση δεν αρχίζει με το "ΕΓΩ". Ούτε λέει «Εγώ είμαι εκείνη που αγαπιέται από τον θεό», αλλά «ο θεός με αγαπά απέραντα».Είναι σαν ένα ρεύμα που με παρασύρει και μόνον σ' αυτό, το Εγώ, μου φανερώνεται. Από την αρχή εγώ είμαι αυτός που με ευγνωμοσύνη δέχομαι, είμαι αυτός που ακούει την κλήση που δέχθηκα. Ο θεός με αγαπά απέραντα. Το ίδιο συμβαίνει και με τα μωρά. Η πρώτη τους λέξη δεν είναι Εγώ, αλλά μαμά και μπαμπά. Μόνον αργότερα, μέσω της αγάπης των γονιών μαθαίνουν να λένε "ΕΓΩ".

ΚΛΗΘΗΚΑ, ΕΧΩ ΕΥΘΥΝΗ

Μου έγινε διαυγές λοιπόν αμέσως, πως εκείνη η προσωπική αγάπη του θεού αφορά και το Εγώ μου. Κλήθηκα, έχω ευθύνη. Το παν τοποθετήθηκε στην άκρη τού Εγώ μου. Κλήθηκα να κάνω το θέλημα του θεού. Ο θεός με αγαπά απέραντα - εγώ είμαι έτοιμος, εγώ συμφωνώ, εγώ λέω ναι. Λέγοντας ναι σ' αυτή την κλήση, εκείνο το «νά 'μαι» αποτέλεσε το αποφασιστικό βήμα και καθ' όλα προσωπικό της Chiara Lubich, που έγινε όμως ταυτόχρονα ένα αναπόφευκτο κάλεσμα για πολλούς, να κάνουν το ίδιο βήμα. Έτσι λοιπόν στο πρώτο «ο θεός με αγαπά», προστίθεται σαν δεύτερο: «Εγώ είμαι έτοιμος, νά 'μαι».
Εάν θέλω να κάνω το θέλημά Του, δεν είναι απαραίτητες μεγάλες πνευματικές προσπάθειεςγια να φθάσω στο τρίτο βήμα: Τον πλησίον. Έρχεται να με συναντήσει με την ίδια απαιτητική δύναμη του θεού που με καλεί. Γι' αυτό είναι αδύνατον να ζήσουμε σαν να μην υπάρχει. Εδημιουργήθη από τον θεό, και σ' αυτόν ο ίδιος ο θεός έρχεται να με συναντήσει. Έτσι λοιπόν, ξαφνικά, ανακαλύπτω στον άλλον δικά μου χαρακτηριστικά -εκείνος είναι όπως είμαι εγώ- και μάλιστα ακόμη περισσότερα χαρακτηριστικά του θεού, τα χαρακτηριστικά του Ιησού. Μέσα από τούτη την προοπτική η βασική εντολή «Αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν» είναι κάτι παραπάνω από μια ηθική απαίτηση. Είναι μια άμεση συνέπεια του ανοίγματος στον άλλον: «ο θεός αγαπά και σένα απέραντα». Και τότε λοιπόν δεν πρόκειται για ένα απλό: κάνω σε σένα ό,τι κάνεις και εσύ σε μένα. Είναι ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά. «Εσύ είσαι όπως ο Ιησούς, εσύ είσαι ο Ιησούς, γιατί εκείνος σε δέχθηκε». Για πολλούς ανθρώπους, από το ξεκίνημα του κινήματος των Focolari (μια ζεστή φωλίτσα ή γωνίτσα οικειότητος και αγάπης, μία κατοικία αιώνια) υπήρξαν αποφασιστικές αυτές οι συναντήσεις και οι εμπειρίες που τους υποχρέωναν να πουν: «Ανακάλυψα τον Ιησού στον αδελφό και στην αδελφή. Ζω για σένα μέχρις ότου μπορέσεις να ζήσεις. Εσύ είσαι ο Ιησούς».
Υπάρχει άλλο ένα βήμα. Είμαστε μαζί σ' αυτόν τον ανοιχτό χώρο που μας δωρίζει ο θεός σαν κατοικία μας. Εάν ζήσουμε έτσι, αγαπώμενοι αμοιβαίως όπως Εκείνος μάς αγάπησε, εάν αυτή η αμοιβαιότης γεννιέται απ' αυτήν την αγάπη, εάν συγχωρούμε ο ένας τον άλλον, εάν γνωρίζουμε ότι πρέπει να είμαστε ενωμένοι μεταξύ μας, τότε ανακαλύπτουμε ότι γίναμε δεκτοί σ' αυτόν τον θείο χώρο της ενότητος και ότι είμαστε σκεπασμένοι από Αυτόν. Διατρέχοντας αυτόν τον δρόμο φτάνω ξανά εκεί που είχα φτάσει με τους συλλογισμούς μου γύρω από την Μαριάπολη στα 1958: πρόκειται για μια μοναδική κατοικία στην οποία ζούμε μαζί και η οποία έχει σαν κέντρο τον ίδιο τον Αναστάντα. Είναι η δηλωμένη θέληση, η βεβαιωμένη, η ερμηνευμένη διαθήκη του Ιησού, πως «όλοι είμαστε ΈΝΑ... ώστε ο κόσμος να πιστέψει»(Ιωαν. 17, 21). Και αυτή είναι η υπόσχεσή του: «Όπου δύο ή τρεις είναι ενωμένοι στο όνομά μου, εγώ βρίσκομαι ανάμεσά τους»(Ματθ. 18, 20).

Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΣΑΝ Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μετά από όσα ανέφερα μέχρι τώρα, θα μπορούσε κάποιος να εγείρει μιαν αντίρρηση: Στην εμπειρία της Chiara είναι όλα εύκολα, χωρίς κρίση και χωρίς προβλήματα; Χωρίς να θέλω να αφαιρέσω κάτι από την γοητεία της ανακαλύψεώς των, πρέπει να μιλήσω για μία πραγματικότητα η οποία κατά κάποιο τρόπο για την Chiara είναι η άλλη όψη της αγάπης χωρίς όριο του θεού: ο Ιησούς ο οποίος στην εγκατάλειψη του Πατρός, πεθαίνει στον Σταυρό. Εδώ βρίσκεται το κλειδί το οποίο μάς πηγαίνει στο κέντρο της πνευματικότητάς της. Μάλιστα δε πρέπει να πούμε πως η Ιστορία της κινήσεως των Focolari δεν είναι τίποτε άλλο από την ιστορία μιας ολοένα ανανεωμένης ανακαλύψεως και μιας εμβαθύνσεως αυτού του μυστηρίου, το οποίο συμπυκνώνεται στην έννοια του "εγκατειλημμένου Ιησού".
Ήδη λοιπόν και από τις πρώτες εβδομάδες της νέας ζωής ο εγκατειλημμένος Ιησούς απεκαλύφθη στην Chiara και στις πρώτες συντρόφισσές της σαν ένα ανεξήγητο μυστήριο, από το οποίο εξαρτάται το παν. Η βεβαιότης πως «ο θεός με αγαπά απέραντα» την έσπρωχνε στην ερώτηση: πού απεκαλύφθη αυτή η αγάπη με τον πιο ριζικό τρόπο; Η απάντηση έφτασε σχεδόν τυχαία. Ένας ιερέας που μετέφερε την κοινωνία σε μια τους συντρόφισσα που ήταν άρρωστη τις ρώτησε: «Πού υπέφερε πιο πολύ ο Ιησούς;» Η απάντησή τους ήταν: «Ίσως στο όρος των ελαιών, όταν δεν μπορούσε και δεν ήθελε πια, αλλά παρ' όλα αυτά έπρεπε να πει το ναι». Ο ιερέας όμως ανταπάντησε με βεβαιότητα: «Δεν ήταν όταν βίωσε την εγκατάλειψη του πατρός και φώναξε: Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» (Μάρκος 15,34). Και εκεί κατάλαβαν: Εδώ και σε καμμιάν άλλη στιγμή ο Ιησούς μάς αγάπησε το περισσότερο.

Ο ΘΕΟΣ ΕΝΤΕΛΩΣ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ

Σαν θεολόγος κάποιος θα μπορούσε να ρωτήσει: «Είναι αυτό στ' αλήθεια το αποκορύφωμα του πάθους του Ιησού;» Συλλογίστηκα συχνά πάνω σ' αυτή την ερώτηση, με αποτέλεσμα να απαντήσω μ' ένα παθιασμένο Ναι. Θα ήθελα μόνο να υποδείξω το γιατί. Αυτός είναι ο κυριώτερος νεωτερισμός της εμπειρίας του θεού της Chiara. Στον Ιησού ο θεός πήγε ακριβώς εκεί όπου θεός δεν υπάρχει πλέον. Στον Ιησού οικειοποιείται την απουσία τού θεού ανάμεσα στους ανθρώπους. Η Αγάπη Του πάει μέχρι τού σημείου -για να μιλήσουμε με τον Απόστολο Παύλο- που γίνεται "κατάρα" και "αμαρτία" για μας (Γαλ. 3,13/ 2 Κορ. 5,21). Μα είναι ακριβώς αδιανόητη μια τέτοια τρέλλα αγάπης πιο μεγάλης από εκείνη να μοιραστεί και να βιώσει την απόσταση του θεού, για την αγάπη αυτών που του είναι μακρυά, αδιάφοροι. Ισως και για δική τους ευθύνη. Αυτό ξεπερνά κατά πολύ μια θεολογία η οποία ασχολείται μόνον με την αλήθεια και με τις εντολές, παρότι δεν θέλω να αφαιρέσω τίποτε από αυτά. Εδώ όμως υπάρχει κάτι διαφορετικό: ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΠΑΝΤΕΛΩΣ ΚΑΙΝΟΥΡΙΟΣ. Και κατά συνέπεια για την Chiara και τους δικούς της, μετά από αυτή την ανακάλυψη, δεν υπάρχει τίποτε πιο σημαντικό από την συνεχή έρευνα αυτού του προσώπου τού τόσο γεμάτου με πόνο.
Κάθε πόνος μέσα σε εμάς και έξω από μας, κάθε σκοτάδι του θεού μέσα σε εμάς και έξω από μας, κάθε ακατάληπτο του θεού, κάθε αίσθημα αποξενώσεως απέναντι σ' αυτόν τον θεό, είναι μια συνάντηση μ' αυτόν ο οποίος, στην εγκατάλειψή του, μας δέχτηκε ολοκληρωτικώς. Εάν προσκολληθούμε σ' αυτό με όλη μας την ζωή, τότε βιώνουμε την πιο υψηλή, την πιο αβυσσαλέα εμπειρία τού θεού. Δεν μπορεί να υπάρξει καμμιά ανώτερη.Αυτή δεν είναι ένας στοχασμός. Αποκτώ αυτή την εμπειρία μόνον εάν αφεθώ να παρασυρθώ σ' αυτή την πραγματικότητα. Έτσι ανακαλύπτω τον Θεό που είναι πάντοτε μεγαλύτερος. Μόνον εάν βιώνω και αναγνωρίζω τον Ιησού στην εγκατάλειψή Του από τον θεό, μπορώ και εγώ να εγκαταλειφθώ ριζικά σ' αυτόν τον θεό και να μοιραστώ την αγάπη του για τους ανθρώπους και για τον κόσμο. Εάν επαναλαμβάνω σ' αυτή την άβυσσο της εγκατάλειψης του θεού το "Αββά ο πατήρ", τότε έχω φτάσει στην έσχατη πραγματικότητα. Εάν τοποθετηθώ σ' αυτή την απουσία του θεού, εάν την αντέξω χωρίς καμμιά προστασία, εάν εγκαταλειφθώ ολοκληρωτικά στον θεό, τότε η Βασιλεία του θεού υπάρχει. Θα είμαστε εκείνοι οι οποίοι είναι βυθισμένοι ταυτόχρονα στην άβυσσο του θεού και των ανθρώπων, εκείνοι οι οποίοι με τον Ιησού μπορούνε να πούνε σε κάθε άνθρωπο: «Είμαι με το μέρος σου και μεταφέρω το βάρος σου».
Αυτή την ανακάλυψη της Chiara Lubich την βλέπω σαν ένα δώρο όχι μόνο για όλους εκείνους που θέλουν να ζήσουν σαν Χριστιανοί, αλλά και για την θεολογία. Η ενότης όλων των πιστών, όπως εκφράζεται στους τελευταίους λόγους του κατά Ιωάννη, και οι οποίοι είναι κατά κάποιο τρόπο η ανακεφαλαίωση όλων όσων ο θεός θέλει από μας, δεν έφτασε -τουλάχιστον από όσο ξέρω- σε κανένα μέρος το βάθος και την ριζικότητα όπως στην Chiara. Αλλά αυτή η ενότης περιέχει στον εαυτό της και την ζωή της Τριάδος και την εγκατάλειψη του θεού που υπέφερε ο Ιησούς. Με αυτό άνοιξε μπρός μας ένας ορίζοντας τον οποίο δεν γνωρίζαμε ούτε στην θεολογία, παρότι υπήρξαν και πριν θεολόγοι που στοχάστηκαν γύρω από την μία ή την άλλη πλευρά.
Αυτό είναι το ενδιαφέρον: η Chiara Lubich μάς πήρε στο σχολείο της ζωής. Αυτό το σχολείο ζωής όμως είναι ταυτόχρονα και μια σχολή για την θεολογία. Το αποτέλεσμα δεν είναι μια καλυτέρευση της θεολογίας, αλλά μια θεολογία βιωμένη, που έρχεται από την καταγωγή της αποκαλύψεως.

Klaus Hemmerle

Σχόλιο: Με τις πλάτες του Ζηζιούλα καλούμαστε να εγκαταλείψουμε την παράδοσή μας γι' αυτή την παιδική χαρά!  Καί αντί κάποιος χριστιανός νά τούς πλησιάσει καί νά τούς πεί ότι η ορθοδοξία από τήν αρχή τού χριστιανισμού ζεί τήν εμπειρία τού ζωντανού Θεού παντού, ακόμη καί στίς ερήμους, καί όχι στίς παιδικές χαρές, αυτοί οι άγευστοι μάς προτείνουν τήν αφελή τους εμπειρία μέ τό περιτύλιγμα ενός καινούριου Θεού.
Η ΣΚΕΨΗ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΤΗΝ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ, ΑΝΑΚΗΡΥΣΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΤΗΣ, ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΟΥ.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΗΔΗ

Αμέθυστος

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Απ' το "Γεροντικό του Σινά": α) Ήλθέ τις γέρων εις το όρος Σινά και ως εξήρχετο εκείθεν συνήντησεν αυτώ αδελφός εν τη οδώ και στενάζων έλεγεν τω γέροντι: "Θλιβόμεθα πάτερ δια την αβροχίαν". Και λέγει ο γέρων: "Και διατί ουκ εύχεσθε και παρακαλείτε τον Θεόν;". Έφη αυτώ ο αδελφός: "Και ευχήν ποιούμεν και λιτανεύομεν και ου βρέχει". Λέγει ο γέρων: "Πάντως ουκ εύχεσθε εκτενώς. Θέλεις δε γνώναι ότι ούτως εστί; Στώμεν εις προσευχήν". Και εκτείνας τας χείρας εις τον ουρανόν ηύξατο και ευθέως κατέβη η βροχή. Και ιδών ο αδελφός εφοβήθη και πεσών προσεκύνησεν αυτώ, ο δε γέρων ευθύς έφυγεν εκείθεν. - β) Και έτερος δε Σαρακηνός είπε πρός τινα αδελφόν τών ενταύθα ότι: "Δεύρο συν εμοί και δεικνύω σε κηπίον αναχωρητού και κελλίον". Ηκολούθησεν ουν αυτού επί τα μέρη του Μετμόρ και ελθόντων αυτών εις κορυφήν τινος όρους, δείκνυσιν αυτώ ο Σαρακηνός κάτω εις τον χείμαρρον κηπίον και κελλίον και λέγει αυτώ: "Κάτελθε σύ μόνος μήπως δι'εμέ, ότι ουκ ειμί Χριστιανός, φύγη ή κρυβή ο αναχωρητής. Ούτε γαρ ετόλμησα ποτέ κατελθείν προς αυτόν". Κατερχομένου ουν του αδελφού προς αυτόν εξ ενεργείας του Σατανά κράζει αυτώ ο Σαρακηνός λέγων: "Λαβέ τα σανδάλια σου, αββά, ότι ώδε αφήκας αυτά". Και αποστραφέντος του αδελφού εις τα οπίσω και ειπόντος ότι: "Ου χρήζω αυτά", εξ ενεργείας ανθυπέστρεψεν το πρόσωπον αυτού επί το κατελθείν και άφαντον το κηπίον και το κελλίον γέγοναν, μήτε τω μοναχώ μήτε τω Σαρακηνώ έτι φανέντα. Έμεινεν ουν ο μοναχός επί πολύν χρόνο θλιβόμενος και λέγων ότι: "Εί τι υπέμεινεν η γυνή του Λωτ στραφείσα εις τα οπίσω τούτο καγώ έπαθον".