Η Μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη έγινε Αγία – Ποιοι την κατηγορούσαν για πρακτικές “Γκουρού”
Η Γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη Ιερά Μητρόπολη Λέρου, Καλύμνου, Αστυπάλαιας Γεώργιος Ι. Χρυσούλης
Στο Αγιολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας εντάχθηκε η μοναχή Γαβριηλία Παπαγιάννη. Η ζωή της σε όλο τον πλανήτη, η στάση της απέναντι σε όλες τις θρησκείες, και η κριτική που της ασκήθηκε για “γκουρουϊσμό και διαλογισμό”.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΔΕΜΕΤΗΣ 05 Οκτωβρίου 2023 12:18
Στην απόφαση της αγιοκατάταξης στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Μοναχής ΓαβριηλίαςΠαπαγιάννη προέβη παμψηφεί η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπως έκανε γνωστό η Ιερά Μητρόπολη Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας.
Η Αγία Γερόντισσα Γαβριηλία Παπαγιάννη (Κωνσταντινούπολη, 2/15 Οκτωβρίου 1897 – Λέρος, 28 Μαρτίου 1992) ήταν Ελληνορθόδοξη μοναχή, γνωστή ως πνευματική οδηγός, με ιδιαίτερη φροντίδα σε φτωχούς και ασθενείς. Ήταν η δεύτερη γυναίκα που εισήχθη σε ελληνικό πανεπιστήμιο και ήταν εκπαιδευμένη φυσιοθεραπεύτρια πριν ξεκινήσει το θρησκευτικό της αξίωμα σε ηλικία 60 ετών.
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Ιεράς Μητρόπολεως Λέρου, Καλύμνου και Αστυπαλαίας:
Η Αυρηλία Παπαγιάννη γεννήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1897 στην Κωνσταντινούπολη. Μεγάλωσε στην Πόλη και έζησε εκεί μέχρι που η οικογένειά της απελάθηκε κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1923 και έφθασε στη Θεσσαλονίκη. Εισήλθε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και όπως αναφέραμε, έγινε η δεύτερη γυναίκα που έγινε ποτέ δεκτή σε ελληνικό πανεπιστήμιο όπου απέκτησε πτυχίο στη φιλοσοφία. Είχε προηγουμένως αποφοιτήσει με πτυχίο στην βοτανική σε ελβετικό πανεπιστήμιο. Η ίδια είχε άλλωστε μεγάλη αγάπη για τα φυτά με τα οποία όπως έλεγε, “μιλούσε”.
Το 1932 μετακόμισε στην Αθήνα αναλαμβάνοντας την φροντίδα των φιλοξενουμένων του γηροκομείου μέχρι το 1938 όταν μετακόμισε στην Αγγλία για σπουδές ποδολογίας και φυσιοθεραπείας, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το 1945, η Αυρηλία Παπαγιάννη επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να συνεργάζεται με την Αμερικανική Γεωργική Σχολή και την Υπηρεσία Ανακούφισης Φίλων στη Θεσσαλονίκη, μέχρι το 1947, όταν μετακόμισε στην Αθήνα και άνοιξε ιατρείο φυσιοθεραπείας. Για μια δεκαετία λειτουργούσε το γραφείο της χρησιμοποιώντας κεφάλαια από πελάτες της που πλήρωναν προκειμένου να παρέχει βοήθεια στους απόρους. Μετά το θάνατο της μητέρας της, το 1954, έλαβε “όρκο φτώχειας” και παραχώρησε όλα τα εγκόσμια υπάρχοντά της.
Το επόμενο έτος μετακόμισε στην Ινδία την οποία και αγάπησε, για να εργαστεί με τους φτωχούς και να βοηθήσει έναν ακτιβιστή κοινωνικό λειτουργό, τον Baba Amteμ στην προσφορά του με τις κοινότητες λεπρών στην Ινδία.
Μετά από τέσσερα χρόνια δωρεάν φυσιοθεραπείας σε απόρους, η Αυρηλία μετέβη στα όρη των Ιμαλαΐων, περνώντας έντεκα μήνες ως ερημίτρια. Το 1960 έφτασε στην Κοινότητα της Αναστάσεως του Κυρίου της Βηθανίας όπου και δέχτηκε την μοναχική κουρά. Μετά την τριετή δοκιμασία της ως μοναχή, η Παπαγιάννη έλαβε το όνομα Γαβριηλία.
Εν συνεχεία στάλθηκε στην Κοινότητα Ταϊζέ στη Γαλλία από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Αθηναγόρα, όπου η αποστολή της εκεί ήταν σύντομη. Στη συνέχεια, στάλθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου περιόδευσε σε εθνικές ελληνικές κοινότητες σε δεκαεπτά Πολιτείες και συνόδευσε πολλούς ψυχικά ασθενείς σε ψυχιατρικά νοσοκομεία στην Ευρώπη.
Μετά από σχεδόν μια δεκαετία περιοδειών, ομιλιών και προσφοράς στους ασθενείς, στάλθηκε στην Ανατολική Αφρική για τρία χρόνια για να κάνει ιεραποστολικό έργο.
Μετά από σύντομη ανάθεση εργασίας στη Γερμανία, η αδελφή Γαβριηλία στάλθηκε πίσω στην Ινδία, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια. Το 1979 της παραχωρήθηκε η χρήση ενός διαμερίσματος στην Αθήνα και έγινε “Γερόντισσα”, όπου και συνήθιζε να δίνει συμβουλές σε κόσμο που την επισκεπτόταν. Κοντά στο τέλος της ζωής της, αποσύρθηκε σε ένα ερημητήριο στην Αίγινα, αλλά όταν εμφάνισε λέμφωμα Hodgkin επέστρεψε στην Αθήνα. Μετά τη θεραπεία της εγκατέλειψε την Αθήνα δύο χρόνια πριν από το θάνατό της και μετακόμισε στο νησί της Λέρου. Πέθανε στο νησί στις 28 Μαρτίου 1992.
Στις βιογραφίες της αναφέρεται πως “ποτέ δεν μιλούσε σε άλλους για τον Χριστό, αν δεν της το ζητούσαν οι ίδιοι”.
Οι σκληροπυρηνικές αντιδράσεις
Η Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς σε ανακοίνωσή της αναφερόταν σε βιβλίο για την Γαβριηλία, το οποίο περιέγραφε τη ζωή και τη δράση της και είχε μπει στο στόχαστρο της κριτικής του π. Βασίλειου Σπηλιόπουλου. Πρόκειται για το βιβλίο “Ασκητική της Αγάπης” και η κριτική του Β. Σπηλιόπουλου χρονολογείται μάλιστα από το 2006, ωστόσο η Μητρόπολη Πειραιώς είχε ανασύρει τις “προειδοποιήσεις” της προ πενταετίας, όταν είχε ανακύψει συζήτηση σχετικά με την επερχόμενη αγιοποίηση της γερόντισσας.
Η ανακοίνωση επικαλείται την κριτική του παραπάνω ιερέα, η οποία κατηγορεί τη γερόντισσα για “γκουρουϊσμό” και την εφαρμογή των πρακτικών του.
Μεταξύ άλλων η κριτική αναφέρει, σε ένα άλμα λογικής: “το βιβλίο αυτό στοχεύει στην προώθηση του λαϊκού Οικουμενισμού, στην προώθηση δηλαδή ανάμεσα στους απλούς Ορθοδόξους Χριστιανούς, κληρικούς και λαϊκούς, της διδασκαλίας ότι όλες οι θρησκείες κατέχουν μέρος της αληθείας και συνεπώς, όχι μόνο δεν δικαιούμεθα να απορρίπτουμε τις διάφορες διδασκαλίες τους, αλλά έχουμε χρέος ιερό να τις αποδεχθούμε, ώστε να φθάσουμε κάποτε στην επιθυμητή, για τους φορείς αυτής της ιδέας, ένωση όλων των θρησκειών σε μία. Αποτελεί, άρα, πράξη μίσους, φανατισμού η ‘φονταμενταλισμού’, κατά τη μοντέρνα ορολογία, και μισαλλοδοξίας η εμμονή στα δόγματα, τους κανόνες και τις παραδόσεις της Εκκλησίας μας και η απόρριψη των υπολοίπων ομολογιών και δοξασιών, φαινόμενο που, κατά τη συγγραφέα, οφείλεται σε διάφορα κόμπλεξ και φοβίες που μας διακατέχουν”.
Η κριτική εστιάζει στο γεγονός πως η γερόντισσα φέρεται να είχε καλές σχέσεις με ανθρώπους διαφορετικών θρησκειών και να μην επιχειρεί να τους προσηλυτίζει.
Αναφέρεται πως στο βιβλίο για την Γαβριηλία γίνεται αναφορά σε “πάμπολλους αλλοθρήσκους και ετεροδόξους φίλους της Γερόντισσας, με τους οποίους διατήρησε σχέσεις σ’ όλη της τη ζωή, χωρίς ωστόσο να τους μεταστρέψει, ή έστω να καταβάλει την παραμικρή προσπάθεια. Αντίθετα, τους θεωρεί συχνά και ως αγίους (π.χ. σελ. 212 και 407) ή υπόδειγμα χριστιανών (σ. 72) και γι’ αυτό συνομιλεί μαζί τους για τον Θεό, (για ποιό Θεό άραγε;)”.
Σε άλλο σημείο, η κριτική αναφέρει: “…γίνεται λόγος για την προσκύνηση των τζαμιών και ότι αυτή «δεν αντιβαίνει στο πνεύμα του βιβλίου, αφού οι Μουσουλμάνοι, οι Ινδουϊστές αλλά και οι Εβραίοι έχουν τον Θεό μέσα τους και οδηγούνται από το ίδιο πνεύμα του Θεού, όπως η ίδια η Γαβριηλία υποστηρίζει», (σελ.6). Συγκεκριμένα γράφεται επί λέξει: «Μου έλεγαν πολλές φορές: Γιατί θεωρείς τους Ινδούς σαν δικούς σου, ή τους Μουσουλμάνους, ή τους Εβραίους; Μα γιατί εγώ βλέπω τον ίδιο τον Χριστό μέσα τους, που ίσως συνειδητά δεν τον γνώρισαν ακόμα…Και έβλεπα πολλούς από αυτούς με τις πράξεις τους να κάνουν αυτό που τους οδηγούσε να κάνουν το πνεύμα του Θεού…», (σελ. 325)”.
Παράλληλα, η κριτική κατηγορούσε τη γερόντισσα για πρακτικές όπως η χορτοφαγία, η θετική σκέψη και ο διαλογισμός, που φέρεται πως εφάρμοζε στη ζωή της. καθώς και για τις υπηρεσίες που προσέφερε “με τα χέρια της”, πράγμα που φυσικά και αιτιολογείται καθώς ήταν φυσικοθεραπεύτρια.
Ανάλογη κριτική είχε διατυπώσει και ο π. Βασίλειος Κοκολάκης που έχει καταφερθεί εναντίον πρακτικών όπως η γιόγκα, ως μη αποδεκτές από την ορθόδοξη θρησκεία. Ο Β. Κοκολάκης εξετάζει άλλο βιβλίο για τη Γαβριηλία, την “Ἀσκητική της Αγάπης” όπου όπως λέει, “αμνηστεύεται η ομοφυλοφιλία”. Παράλληλα, στηλιτεύεται η “ατομοκεντρική θυσία” που παραβίαζε η γερόντισσα κατά την κριτική, καθώς -βάσει των βιογραφιών της- η ίδια δίδασκε την απαραίτητη αγάπη στον εαυτό ως αποδοχή, για να μπορέσει κανείς να σταθεί στους άλλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου