Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2025

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ δ

 Συνέχεια από: Δευτέρα  17 Νοεμβρίου 2025

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ

...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν
Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας

Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση


Α΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

Συνειδητό, υποσυνείδητο, ἀσυνείδητο

Ἀλλὰ πῶς εἶναι αὐτό, το να βάζει κανείς ἀρχή; Ἂς ποῦμε, σήμερα ἔβαλε κανείς ἀρχή. Τι θὰ πεῖ ἔβαλε ἀρχή; Παρέδωσε τὸν ἑαυτό του στόν Θεό. Καί αύριο πρωί αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη να κάνει πάλι τὸ ἴδιο. Δὲν εἶναι σὰν ἕνα παιχνίδι αὐτό, καί δέν μοιάζει να κοροϊδεύει κανείς; Τί ἔγινε; Ψέματα λέει σήμερα, καὶ αύριο θὰ πεῖ τὴν ἀλήθεια; Καί μεθαύριο ποὺ θὰ κάνει πάλι τὸ ἴδιο; Τι γίνεται;

Θέλουμε δέν θέλουμε, ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας, ἕνε κα τῆς πτώσεως καὶ τῆς ὅλης πονηριᾶς που μπήκε μέσα στὸν ἄνθρωπο –γι' αὐτό καί μετά την πτώση, για να τα βγάλει πέρα κανείς, σοφίζεται ἔτσι, σοφίζεται ἀλλιῶς, πονηρεύεται ἔτσι, πονηρεύεται άλλιῶς– ὁ ἄνθρωπος διπλώνει την ψυχή του, κρύβει την ψυχή του. Τελικά, για να το ποῦμε καί μὲ ἔννοιες καὶ ὅρους ψυχολογικούς, ὁ ἄνθρωπος ἔχει το συνειδητό, το ὑποσυνείδητο και τό ἀσυνείδητο, ὅπως ἐλέχθη· εἶναι δηλαδή στρώματα-στρώματα. Αὐτό σημαίνει ὅτι, ἄν χωρίσουμε τὴν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου σε δέκα στρώματα -πρῶτο στρώμα, δεύτερο στρώμα, τρίτο στρώμα...- κάτω-κάτω, τὰ ἔξι πιο κάτω στρώματα, εἶναι τὸ ἀσυνείδητο, πιό πάνω, τά τρία ἑπόμενα, εἶναι τὸ ὑποσυνείδητο, καί πάνω-πάνω εἶναι τὸ συνειδητό. Δηλαδή, ἀπό τά δέκα αὐτά στρώματα πού εἶναι τὸ περιεχόμενο τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, μόλις και μετά βίας το 1/10 εἶναι συνειδητό, πού σημαίνει ὅτι αὐτό τό γνωρίζει κανείς, το συνειδητοποιεί.

Επομένως, την ώρα που λέει κανείς «δίνω τὸν ἑαυτό μου στον Θεό», ὅση καλή διάθεση κι ἂν ἔχει, ἐκεῖνο ποὺ κάνει εἶναι ὅτι δίνει αὐτό το 1/10. Τά ἄλλα 9/10 καθόλου δὲν τὰ ἐλέγχει, γιὰ νὰ τὰ παραδώσει. Διότι οἱ ὑποσυνείδητες καὶ οἱ ἀσυνείδητες καταστάσεις ἔχουν αὐτονομία, ἔχουν δικό τους βασίλειο· δέν σε ρωτούν καθόλου κάνουν ὅ,τι θέλουν. Τήν ὥρα λοιπόν που κάποιος δίνει σήμερα ὅλο τὸν ἑαυτό του στον Θεό, οὐσιαστικά δίνει στην πιο καλή περίπτωση το 1/10. Τα άλλα 9/10 οὔτε τα γνωρίζει οὔτε τὰ ἐλέγχει οὔτε μπορεῖ νὰ τὰ κουμαντάρει.

Γι' αὐτό καί συμβαίνει αὐτό το πράγμα: ἐνῶ δίνει κανείς τὸν ὅλο ἑαυτό του, αἰσθάνεται σαν να ὑπάρχει μια οὐρά κάτω-κάτω, πού ἀφήνει έκκρεμό τητα, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ νιώσει ὅτι ὄντως ἔδωσε όλο τὸν ἑαυτό του. Εἶναι αὐτή ἡ σύνδεση ποὺ ὑπάρχει μεταξύ τοῦ 1/10, τοῦ συνειδητοῦ, μὲ τὰ ἄλλα 9/10. Σάν νὰ ὑπάρχει μια οὐρίτσα πού δέν κόβεται, ώστε να μπορέσει να νιώσει κανείς ὅτι ἔδωσε ἐπιτέλους τὸν ἑαυτό του στον Θεό. Ἀπό μια πλευρά, εὐτυχῶς πού δέν κόβεται, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν ξέρουμε καί μπερδευόμαστε.

Κάνοντας όμως κανείς αὐτὴ τὴν ἐργασία, δίνοντας δηλαδή ἐντελῶς τὸν ἑαυτό του στον Θεό -δίνοντας φυσικά αὐτό το 1/10- ὁπωσδήποτε ὡς τὴν ἄλλη μέρα, ἂν ἐπιτρέπεται νὰ ποῦμε ἔτσι, ἂν καὶ ἐγὼ θὰ ἔλεγα τὴν ἴδια κιόλας στιγμή, ἕνα κάποιο μέρος ἀπό αὐτὰ τὰ 9/10 πού εἶναι κρυμμένα μέσα στο ὑποσυνείδητο και στο ἀσυνείδητο, γίνεται συνειδητό.

Η παράδοσή μας στον Θεό πάλι καὶ πάλι

Νὰ ἀναφέρουμε ἕνα παράδειγμα, το καρπούζι ποὺ εἶναι μέσα στο νερό. Θα λέγαμε ὅτι τὴν ὥρα πού δίνουμε το συνειδητό, αὐτό τό 1/10, εἶναι σαν νὰ κόβουμε ἀπό τό καρπούζι αὐτὴ τὴ φέτα ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ νεροῦ.

μα το κάνουμε αὐτό, τὸ ὑπόλοιπο καρπούζι δὲν θὰ μείνει ὅλο κάτω ἀπό το νερό ὄχι. Καθώς ἔφυγε ἕνα κομμάτι του, ὥπ, θα ἀνέβει λίγο ψηλότερα το καρπούζι, καὶ ἕνα ἄλλο μικρό μέρος θα βγεῖ πάνω ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ νεροῦ. Μπορεῖ αὐτὸ τὸ μέρος ποὺ θὰ βγεῖ νὰ μήν εἶναι ἄλλο 1/10 μπορεῖ νὰ εἶναι 0,5/10, μπορεῖ νὰ εἶναι 0,25/10, 0,75/10 πάντως θὰ βγεῖ λιγάκι.

Επομένως, τὴν ἄλλη μέρα κανείς, ἄν εἶναι εἰ-λικρινής, θὰ ὁμολογήσει ὅτι ναι μέν χθές ἔδωσε τόν ἑαυτό του ὁλόκληρο στον Θεό, ἀλλά σήμερα αἰσθά-νεται ὅτι πρέπει να δώσει πάλι τὸν ἑαυτό του. Ὄχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι χθές εἶπε ψέματα. Όχι, ὄχι. Ἀλλά παρουσιάζεται μέσα του καινούργια κατάσταση. Καθώς ἔφυγε ἡ φέτα –διότι παραδοθήκαμε στον Θεό βγῆκε στὴν ἐπιφάνεια ένα κομμάτι ἀπό τὸ ὑποσυνείδητο καὶ εἶναι τώρα καί αὐτό συνειδητό, ὁπότε πλέον καὶ αὐτὸ τὸ ἐλέγχει κανείς. Πάντοτε τὸ ἐγώ τοῦ ἀνθρώπου με την καλή ἔννοια ἐδῶ τὸ ἐγώ παρακολουθεῖ καί, καθώς κανείς ἔχει καλή διάθεση, μόλις βγεῖ καὶ ἕνα μικρό κομματάκι ἀπὸ τὸ ὑποσυνείδητο, ἄσχετα τί περιεχόμενο ἔχει, ἀμέσως και αὐτὸ τὸ παραδίδει στον Θεό.

Ἔτσι, ἐνῶ χθὲς ἔκανε κανείς τὸ δόσιμό του στον Θεό, σήμερα αἰσθάνεται πάλι τὴν ἀνάγκη να δώσει τὸν ἑαυτό του στον Θεό. Δεν παίζει οὔτε κοροϊδεύει ὄχι. Ἀλλὰ τι συμβαίνει; Χθές ἔκανε το δόσιμο μὲ ἐκεῖνο το κομμάτι πού εἶχε συνειδητό. Σήμερα δίνει καὶ το χθεσινό κομμάτι, ποὺ ἤδη εἶναι δοσμένο, καί, ἄν ἐπιτρέπεται νὰ ποῦμε, προσθέτει καὶ τὸ νέο κομμάτι. Ὅμως, ὁ ἄνθρωπος δέν αἰσθάνεται σαν να δίνει τὸν ἑαυτό του κομμάτι-κομμάτι, ὄχι· αἰσθάνεται ὅτι δίνει ὅλο τὸν ἑαυτό του. Διότι μόλις βγαίνει το κομμάτι ἀπὸ τὸ ὑποσυνείδητο, ενώνεται με το συνειδητό καί εἶναι ὅλο συνειδητό. Δίνοντας λοιπόν καὶ σήμερα τον ἑαυτό του, εἶναι σαν να κόβει μια φετούλα ἀκόμη, ὁπότε το καρπούζι ἀνεβαίνει πιο πάνω, καί σιγά-σιγά, σιγά-σιγά θα μείνει μια φλούδα μόνο μέσα στο νερό, πού κι ἐκείνη ή φλούδα πάλι δὲν θὰ εἶναι ἐντελῶς βυθισμένη, ἀλλά κάτι θὰ εἶναι ἔξω ἀπὸ τὸ νερό.

Οἱ ἅγιοι κι ἐμεῖς

Ἔτσι κανείς βάζει ἀρχὴ καὶ ξαναβάζει ἀρχή, δίνει τὸν ἑαυτό του καί ξαναδίνει τὸν ἑαυτό του στόν Θεό. Καί, ἂν τὸ κάνει εἰλικρινά, τίμια, προχωράει, προχωράει και φθάνει κάποτε –ὁ Θεός ξέρει πόσο θα προχωρήσει, πότε θα φθάσει, ποιός θὰ εἶναι αὐτὸς ποὺ θὰ φθάσει- φθάνει λοιπόν κανείς κάποτε, ὅπως λένε οἱ πατέρες, στην τελειότητα ποὺ δὲν ἔχει τέλος. Δεν τελειώνουν σ' αὐτὸν τὸν κόσμο τα πράγ ματα. Ὅσο τέλειος κι ἂν γίνει κανείς, εἶναι ἀτελής, γι' αὐτό οἱ πατέρες κάνουν λόγο γιὰ τὴν «ἀτέλεστο τελειότητα». Φθάνει δηλαδή κανείς σε κατάσταση που παρέδωσε ὅλο τὸν ἑαυτό του στον Θεό. Και γι' αὐτὸ οἱ ἅγιοι δὲν ἔχουν αὐτὸ ποὺ ἔχουμε ἐμεῖς συνειδητό, ὑποσυνείδητο καί ἀσυνείδητο. Όχι· ὅλη ἡ ὕπαρξή τους διάφανη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, ὁ ἅγιος ἐλέγχει πλήρως τὸν ἑαυτό του.

Ἐμεῖς, ἐνῶ ἔχουμε την καλή διάθεση, π.χ., νὰ ἀγαποῦμε τὸν Θεό, νὰ ἀγαποῦμε τοὺς ἄλλους, ἀκόμη καί τὸν ἐχθρό, ἀφοῦ ἔτσι λέει τὸ Εὐαγγέλιο (Βλ. Λουκ. 10, 27-6, 35.), δὲν τὸ κάνουμε. Πόσες φορές νιώθει κανείς αὐτό το πράγμα: «Εγώ θέλω νὰ ἀγαπῶ, ἀλλὰ τὸ μέσα μου δέν ἀγαπάει. Θέλω να συγχωρῶ, ἀλλά το μέσα μου δέν συγχωρεί. Θέλω νὰ ἀνήκω ἐξ ὁλοκλήρου στον Θεό, ἀλλά τό μέσα μου ἀντιδρᾶ». Στόν ἅγιο δέν συμβαίνει αὐτό. Ποτέ ὁ ἅγιος δὲν αἰσθάνεται ὅτι ναὶ μὲν δίνει τὸν ἑαυτό του στον Θεό, ἀλλὰ ὑπάρχουν μέσα του ἀκατέργαστες καταστάσεις, σκοτεινά, ἄς ποῦμε, ὑπόγεια τῆς ψυχῆς, ποὺ δὲν τὰ ξέρει, δὲν τὰ ἐλέγχει. Δέν ἔχει τέτοια ὁ ἅγιος. Καταλαβαίνετε λοιπόν τί δουλειά ἔχουμε να κάνουμε. Καί ἔχει ἐνδιαφέρον ἡ δουλειά αὐτή.

Στο παράδειγμα πού ἀναφέραμε, κόβει κανείς τη μια φετούλα, κόβει τὴν ἄλλη φετούλα, κόβει την ἄλλη. Ἂν ὁ ἄνθρωπος πάρει εἴδηση τί γίνεται ἐδῶ, καὶ θελήσει να το εφαρμόσει στον ἑαυτό του, θα γλυκαθεί, θὰ χαίρεται· ἄν ἐπιτρέπεται νὰ πῶ, θὰ τὸ εὐχαριστιέται. Καί πρακτικά δηλαδή βλέπουμε πώς ἔχει ἐνδιαφέρον. Ὅμως, ὄχι σαν μια πρακτική ἐργασία, ἀλλὰ εἶναι αὐτό τό μεγάλο μυστήριο, ὅτι ὅλο καὶ περισσότερο κανείς παραδίδει τὸν ἑαυτό του στον Θεό, ὅλο και περισσότερο βυθίζεται μέσα στη χάρη τοῦ Θεοῦ, μέσα στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅλο καὶ περισσότερο κανείς κυριεύεται ἀπὸ αὐτή τή χάρη, ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, λαμπρύνεται ὁ ἄνθρωπος, φωτίζεται, χαροποιεῖται καὶ ἔχει ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη.

Ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ἔτσι ἁπλῶς πού τα λέμε, καμιά φορά, ἅμα δέν ἔχουμε ἰδέα τί εἶναι, μᾶς κουράζουν. Μόνο ὅταν ἀρχίσει κανείς ὄχι ἀπλῶς νὰ διαβάζει, νὰ ἀκούει, ὄχι ἁπλῶς νὰ πιστεύει, ἀλλὰ νὰ ἔχει αἱσθηση τοῦ ἔργου πού κάνει ὁ Θεός μέσα στην ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, νὰ ἔχει αἴσθηση αὐτῆς τῆς ἑκχύσεως τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, αὐτῆς τῆς οὐράνιας γλυκύτητος μέσα στην ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, μόνο τότε αὐτὰ ἀποκτοῦν νόημα. Τότε καταλαβαίνει κανείς τί θὰ πεῖ οὐράνια χαρά, οὐράνια εὐτυχία, οὐράνια εὐφροσύνη, κοινωνία με τον Θεό, πλήρωμα, γέμισμα τῆς ψυχῆς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Αγιο.

Το βαρέλι, τα βρώμικα νερά καὶ ὁ φελλός


Καί μιά καί ὁ λόγος γι' αὐτὰ τὰ θέματα, γιά νά βοηθηθοῦμε νὰ τὰ καταλάβουμε, νὰ ποῦμε (ἀπό τήν ψυχολογική πάλι πλευρά) το παράδειγμα τοῦ βαρελιοῦ μὲ τὰ βρώμικα νερά καὶ τὸν φελλό, που τον βάζουμε μέσα στο βαρέλι καί πιέζουμε, καὶ σιγά-σιγά χύνονται ἔξω τα νερά.

Ένα τέτοιο πράγμα γίνεται στην ψυχή, ἂν ἡ ψυχή καταλάβει ὅτι τὸ πᾶν εἶναι νὰ ταπεινωθεί, για νὰ ἀδειάσει ἀπὸ τὸν ὅλο όγκο ποὺ ἔχει μέσα της. Διότι ἂν δὲν εἶναι μέσα στην ψυχή ή ταπείνωση, τί θὰ εἶναι; Όγκος. Όγκος ὑπερηφανείας, όγκος κενοδοξίας, όγκος έγωισμοῦ, ὅγκος ἐγωλατρίας· ὅλα αὐτά που ταλαιπωροῦν τὸν ἄνθρωπο. Διότι ἂν δὲν βρεῖ ὁ ἄνθρωπος την ταπείνωση καὶ δὲν ἀναπαυθεῖ στην ταπείνωση, δὲν θὰ βρεῖ γενικότερα ἀνάπαυση.

Γιὰ νὰ ἀδειάσει λοιπόν ἡ ψυχή ἀπό αὐτὸν τὸν όγκο ποὺ ἔχει, καὶ ποὺ εἶναι σὰν τὰ ἀκάθαρτα νερά, σύμφωνα με το παράδειγμά μας, πρέπει, ἅμα ἔχεις διάθεση, ἅμα το θέλεις αὐτό, νὰ ἀρχίσεις λίγο-λίγο ἀπότομα δεν γίνεται- ὅλο και να κατεβαίνεις πιο κάτω, κατά τὸν ἴδιο τρόπο πού εἴπαμε στο παράδειγμα.

Δηλαδή, ἔχουμε το συνειδητό και το παραδίδουμε στον Θεό. Ἔχουμε ὅμως τα 9/10, τὰ ὁποῖα εἶναι μέσα στο νερό (σύμφωνα με το παράδειγμα τοῦ καρπουζιού), πού οὔτε τὰ βλέπουμε οὔτε τὰ ἐλέγχουμε καί, δίνοντας τὸν ἑαυτό μας στον Θεό, λίγο-λίγο προχωροῦμε μέσα μας. Ἔτσι κι ἐδῶ: σπρώχνου με τον φελλό και τα πάνω-πάνω νερά φεύγουν. Προχωράει ὁ φελλός πιο κάτω, και φεύγουν καὶ ἄλλα νερά κ.ο.κ. Δηλαδή, προχωρούμε στο βάθος τῆς ψυχῆς. (Γι' αὐτό χρησιμοποιοῦμε τὸ παράδειγμα αὐτό.) Ξεκινοῦμε ἀπό τό συνειδητό, προχωροῦμε στο ὑποσυνείδητο καὶ φθάνουμε στο ἀσυνείδητο. Καὶ ἔτσι ἡ ὅλη ψυχή γίνεται συνειδητό.

Ὅσο κι ἂν κάνεις τὸν ταπεινό ἐξωτερικά, ὅσο κι ἂν κάνεις τὸν ταπεινό φιλότιμα καὶ ἐνσυνείδητα, τι νὰ τὸ κάνεις, ἅμα μέσα στὸ ὑποσυνείδητο ὑπάρχει ἐγωισμός εἴτε ὡς αἴσθημα ὑπεροχῆς εἶτε ὡς αἴσθημα κατωτερότητος. Τι να κάνεις, ὁ καημένος, ὁ δυστυχής. Τὴν ὥρα πού νομίζεις ὅτι ἐντάξει, ταπεινώθηκες, βγῆκε ἀπό μέσα σου, ἀπό τὸ ἀσυνείδητο πού εἶναι σκοτεινή περιοχή, τὸ ἀντίθετο τῆς ταπεινώσεως.

«Τι γίνεται μέσα μου, καὶ ἰδέα δὲν ἔχω!»

Ἐμεῖς λέμε τοῦτο, λέμε ἐκεῖνο, καὶ ἄκρη δὲν βρίσκουμε, διότι δέν παραδειγματιζόμαστε ἀπό τούς ἁγίους. Θὰ σᾶς παρακαλέσω ἀκόμη μια φορά να λάβουμε ὑπ' ὄψιν μας, να προσέξουμε: Τί εἶπαν οἱ ἅγιοι; Τί ἔκαναν οἱ ἅγιοι; Πῶς φαίνεται αὐτή ἡ ἁγία ζωή στούς ἁγίους; Δέν τους ρωτοῦμε. Ἀκόμη καὶ ὅταν ἀσχολούμαστε με θεολογίες, κατά την ταπεινή μου γνώμη λέμε ὅ,τι θέλουμε. Να δούμε τί λέει ὁ ἅγιος Βασίλειος, ὁ ἅγιος Χρυσόστομος -ὅποιον θέλεις πάρε ἀπό τούς πατέρες- πῶς ζοῦσε, πῶς τὰ ἔνιωθε. Μποροῦμε νὰ διανοηθοῦμε ὅτι ἕνας ἄγιος δέν ἐλέγχει ὅλο τὸν ἑαυτό του, ὅτι βαθιά μέσα του ἔχει ὑπερηφάνεια, ἔχει ἐγωλατρία καὶ ἐπηρεάζεται ἀπό αὐτά;


Σ' ἐμᾶς, καὶ στις πιό καλές περιπτώσεις ὑπάρχει ἡ ἰδιοτέλεια. Ἐκεῖνος πού ἐνεργεῖ ἔτσι, δὲν τὸ κα ταλαβαίνει, ἀλλά ἕνα ἄλλο μάτι βλέπει ἀμέσως: Τί ταπεινολογεῖς καὶ τί τὰ λὲς τάχα ταπεινά; Βαθιά μέσα σου δέν το βλέπεις ὅτι ἔχεις ἰδιοτέλειας Δέν το βλέπει ὅμως, δεν το καταλαβαίνει ὅτι ὑπάρχει μέσα του ιδιοτέλεια. Τὴν ὥρα ἀκριβῶς που τάχα εἰναι ταπεινός κανείς, μέσα ἀπό τίς ταπεινολογίες του θέλει να προβληθεί. Ἔτσι, κοροϊδεύει και θέλει να ξεγελάσει καὶ τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του. Καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνει ἀλλιῶς. Ἐφόσον ὑπάρχει βαθιά μέσα σου ἡ ὑπερηφάνεια, θα βγεῖ αὐτή. Εφόσον ὑπάρχει μέσα σου τὸ ἐγὼ καὶ δὲν πέθανε, θα βγεί. Εφόσον ὑπάρχει βαθιά μέσα σου, στο άσυνείδητο, μια τέτοια κατάσταση, ἡ οἴηση, θα βγεῖ. Τι μοῦ κάνεις λοιπόν τον ταπεινό; Χρειάζεται να φθάσει ὁ φελλός μέχρι κάτω, για να φύγουν ὅλα τὰ νερά.

Βέβαια, θὰ πεῖ κανείς: «Τι θα κάνουμε, ἀφοῦ αὐτὰ ὑπάρχουν μέσα μας» Τι θα κάνεις, Το ὅτι δέν ἔχει γίνει ἀκόμη τίποτε μέσα σου, καὶ ἔχεις ὅλα αὐτά τὰ ἀκάθαρτα νερά, ἀπό μιά πλευρά εἶναι καλύτερα. Διότι καθώς βλέπεις τὰ ἀκάθαρτα νερά -αὐτό μπορεῖς νὰ τὸ δεῖς καὶ, ἂν δὲν μπορεῖς νὰ τὸ δεῖς ἀλ λιῶς, νὰ τὸ δεῖς μὲ τὴν πίστη σύμφωνα με αὐτά ποὺ ἀκοῦς νὰ πεῖς. «Θεέ μου, τί γίνεται μέσα μου, κι ἐγὼ ἰδέα δὲν ἔχω!» Καὶ νὰ καταδικάσεις τὸν ἑαυτό σου, νὰ μεμφθεῖς τὸν ἑαυτό σου. Καὶ ἂν ἀρχίσει ὁ ἄλλος νὰ σε φτύνει, ὅσο δύσκολο κι ἄν σοῦ ἔρχε ται, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη αὐτή, σύμφωνα με μια γνώση πού ἔχεις, νὰ σοῦ ἔρθει σαν λουκουμάκι το πράγμα· ἀκριβῶς γιατί σοῦ ἀξίζει. Καὶ νὰ πεῖς: «Αν δέν φτύσουν ἐμένα, ποιόν θα φτύσουν; Ποιός δέν φτύνει τα βρώμικα νερά;» Καί ἀφοῦ εἶναι μέσα σου, μέσα ἐκεῖ θὰ φτύσουν.

Πότε είναι αληθινή η θεολογία…

Δεν υπάρχουν σχόλια: