Ιστορία της ελληνικής και ρωμαϊκής φιλοσοφίας 7
Όγδοος τόμος
Ο Πλωτίνος και ο παγανιστικός Νεοπλατωνισμός
Του Giovanni Reale, Εκδόσεις Bompiani
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Ο ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΥ
Δεύτερη ενότητα (συνέχεια)
Το σύστημα του Πλωτίνου και οι ερμηνευτικοί κανόνες για την ερμηνεία των Εννεάδων
II. Οι δυνατές μέθοδοι για την ερμηνεία και την παρουσίαση του Πλωτίνου
2. Η οδός που ακολουθείται στην παρούσα έκθεση
Πράγματι, πρέπει να σημειωθεί ότι στις Enneadi μπορούν να εντοπιστούν και οι δύο αυτές οδοί. Αυτές δεν βρίσκονται πραγματικά σε αντίθεση παρά μόνο εκ πρώτης όψεως. Εξάλλου, γνωρίζουμε ότι ήδη στον Plato η διαλεκτική ήταν τόσο «ανοδική» όσο και «καθοδική», και το ίδιο ισχύει και για τον Πλωτίνο.
Ωστόσο, όσοι επιλέγουν την «ανοδική» οδό, από τα κάτω προς τα άνω, φαίνεται να βρίσκονται σε αρμονία με τη μέθοδο του Aristoteles, η οποία συνηθίζει να ξεκινά από ό,τι είναι πρώτο για εμάς (το αισθητό) για να ανέλθει σε ό,τι είναι τελευταίο για εμάς, έστω κι αν είναι πρώτο καθ’ εαυτό (το υπεραισθητό).
Αλλά η αριστοτελική μέθοδος είναι τελείως διαφορετικής φύσεως από την πλωτινική. Διότι, για τον Πλωτίνο, ο αισθητός κόσμος δεν έχει ούτε εκείνο το οντολογικό βάρος ούτε εκείνη την αυτονομία που έχει στον Aristoteles, και η αίσθηση, κατά συνέπεια, δεν έχει μια δική της αυτοτελή γνωσιολογική αξία. Όπως ήδη είδαμε, δεν ξεκινούμε από το αισθητό, αλλά από τον ίδιο τον «Νοῦ» (Nous).
Από την άλλη, πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο Πλωτίνος χρησιμοποιεί την οδό από τα κάτω προς τα άνω μόνο λίγες φορές και μόνο όταν θέλει —κατά τρόπο επαληθεύσεως— να αποδείξει ότι οι υποστάσεις είναι τρεις.
Κατά κανόνα, όμως, χρησιμοποιεί την οδό από τα άνω προς τα κάτω, διότι μόνο μέσω αυτής είναι δυνατό να αποδοθεί επαρκώς η «πρόοδος» (processio) των υποστάσεων, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο η μία παράγεται από την άλλη καθώς και οι σχέσεις που τις συνδέουν αμοιβαίως.
Εξάλλου, όπως θα φανεί, η ύψιστη αρχή, το Ἕν, παίζει έναν απολύτως καθοριστικό ρόλο στο πλωτινικό σύστημα, σε τέτοιο βαθμό ώστε κανένα μέρος του να μην είναι κατανοητό παρά μόνο σε αναφορά προς το Ἕν. Η οδός «από τα άνω προς τα κάτω» αποδεικνύεται, λοιπόν, η πλέον κατάλληλη και η πλέον σύμφωνη προς τη σκέψη του Πλωτίνου.
3. Οι διαρθρώσεις του πλωτινικού συστήματος
Ακόμη και ως προς τον καθορισμό της διάρθρωσης του πλωτινικού συστήματος, οι μελετητές δεν συμφωνούν πολύ. Αυτό είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια των διαφορετικών σημείων εκκίνησης που λαμβάνουν και της διαφορετικής ερμηνείας που δίνουν για τη φύση της πλωτινικής φιλοσοφίας.
Ωστόσο, μας φαίνεται ότι αυτή η διάρθρωση αναδύεται από τις Εννεάδες κατά τρόπο αρκετά σαφή.
Καταρχάς, αφού —όπως είδαμε— η βάση του πλωτινικού συστήματος είναι η πλατωνική διάκριση μεταξύ «νοητού κόσμου» και «αισθητού κόσμου», οι οποίοι βρίσκονται μεταξύ τους στη σχέση του όρου προς τον υποκείμενο όρο, θα πρέπει να διακρίνουμε την πραγματεία για τον υπεραισθητό κόσμο από εκείνη για τον αισθητό κόσμο, και να αρχίσουμε από την πρώτη.
Ως προς τη διάρθρωση της πραγματείας του υπεραισθητού, δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν αμφιβολίες: η ιεραρχική τάξη από τα άνω προς τα κάτω —από το «Ἕν» στον «Νοῦ» και στην «Ψυχή»— είναι η πλέον λογική.
Όποιος ξεκινά από την κατώτερη υπόσταση, την Ψυχή, για να ανέλθει στην ανώτερη, δεν καταφέρνει να εξηγήσει πλήρως τη φύση της «προόδου» κατά τον Πλωτίνο.
Όποιος, πάλι, ξεκινά από την ενδιάμεση υπόσταση ενεργεί αυθαίρετα.
Στην πραγματεία του νοητού κόσμου πρέπει να ακολουθήσει εκείνη του αισθητού κόσμου. Αυτή είναι η «φυσική» ή, μάλλον, η κυρίως λεγόμενη «κοσμολογία».
Τέλος, πρέπει να εξεταστεί ο άνθρωπος, ο σκοπός του και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να ζει για να τον επιτύχει. Αυτή είναι η «ηθική».
Αν ξαναδιαβάσει κανείς τήν πραγματεία της πρώτης Εννεάδας που είναι αφιερωμένη στη διαλεκτική, θα βρει ακριβώς αυτό το σχήμα. Η φιλοσοφία έχει διακριτά μέρη: το πιο ευγενές είναι η «διαλεκτική» (που είναι η γνώση του νοητού και άυλου)· τα δύο άλλα μέρη που αναφέρονται ρητώς και δηλώνονται ως εξαρτώμενα από τη διαλεκτική είναι η «φυσική» και η «ηθική».
4. Οι παραδοσιακές διακρίσεις των μερών της φιλοσοφίας χάνουν το αρχικό τους νόημα και αποκτούν μια νέα διάσταση
Αν εξετάσουμε καλά τα πράγματα, όμως, ο Πλωτίνος δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την επεξεργασία των φυσικών προβλημάτων υπό αυστηρά επιστημονική οπτική.
Ο φυσικός κόσμος τον ενδιαφέρει μόνον ως στιγμή της «προόδου» (processio) από το Απόλυτο. Κατ’ ανάλογο τρόπο, η ηθική δεν διαθέτει ένα δικό της βάθος και μια δική της —έστω και σχετική— αυτονομία. Η ηθική γίνεται, στον Πλωτίνο, η οδός του «ἐπιστρέφειν εἰς τὸ Ἕν», και μόνον υπό αυτό το πρίσμα ενδιαφέρεται ο φιλόσοφος για τα προβλήματα του ανθρώπου.
Επομένως, το πλωτινικό σύστημα αναδύεται στις κύριες γραμμές του μόνο εφόσον ανασυνθέσουμε τα παραδοσιακά «μέρη» της φιλοσοφίας στο νέο «κυκλικό» σχήμα της «προόδου» όλων των πραγμάτων από το Ἕν και της «επιστροφής στο Ἕν».
Στην πραγματικότητα, στο πλωτινικό σύστημα παρουσιάζεται η πιο τολμηρή μεταφυσική προσπάθεια της αρχαιότητας, που συνταράσσει και συντρίβει όλα τα παραδοσιακά σχήματα: οι υποστάσεις και ο ίδιος ο κόσμος δεν είναι παρά διαφορετικοί βαθμοί του Θείου· σε κάθε βαθμό και κάθε στιγμή υπάρχει, κατά κάποιον τρόπο, το όλον·
το Ἕν βρίσκεται σε όλα, αλλά με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με το πόσο κάθε πράγμα μπορεί να το περιέξει· και το όλον βρίσκεται στο Ἕν.
Όπως έχει σωστά παρατηρηθεί, η «πρόοδος» των πολλών από το Ἕν είναι μια οδός από τον Θεό προς τον Θεό, αλλά και μια οδός μέσα στον Θεό, διότι υπάρχουν μόνο βαθμοί της θείας ζωής — ένα αιώνιο κατέβασμα και ένα αιώνιο ανέβασμα της ψυχής, σύμφωνα με καθορισμένους ρυθμούς και με έναν έμφυτο νόμο.
Ακριβώς γι’ αυτό, τα μέρη της φιλοσοφίας χάνουν το παραδοσιακό τους νόημα και αποκτούν το νέο, μεταξιωμένο νόημά τους μόνο μέσα στον κύκλο της «προόδου και της επιστροφής».
Γι’ αυτό, στη δική μας έκθεση θα ακολουθήσουμε αυτό το σχήμα.
Heinemann, Ammonios, ό.π., σ. 27.
Ο Heinemann αποδίδει ήδη όλα αυτά στον Ammonios. Ίσως, σε αυτό, υπερβάλλει· είναι πάντως βέβαιο ότι αυτό είναι το αυθεντικό «κίνημα της πλωτινικής σκέψης».
Τρίτη ενότητα
Η υπόσταση του Ἑνός–Αγαθού και τα χαρακτηριστικά της**
Αφού γίνει δεκτό ότι η βούληση προέρχεται από Αυτόν, σχεδόν ως προϊόν Του, και ότι ταυτίζεται με την ίδια Του την ουσία, τότε ο ίδιος έχει τεθεί στην ύπαρξη όπως είναι.
Δεν μπορεί λοιπόν να ειπωθεί ότι είναι αυτό που η τύχη έχει επιλέξει, αλλά αυτό που ο ίδιος θέλησε να είναι.
Εννεάδες, VI 8, 13.
1. ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΟΥ ἙΝΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΝ
1. Το Ἕν ως υπέρτατη αρχή
Είναι αδύνατον να κατανοηθεί η πρωτοτυπία και η νεωτερικότητα του Πλωτίνος και, ειδικότερα, η προσωπική του συμβολή στο «δεύτερο πλουν», εάν δεν αντιληφθούμε τη μεταβολή δομής που επιφέρει στη μεταφυσική τόσο του Πλάτωνος όσο και του Αριστοτέλη, μεταβολή η οποία οδηγεί σε αποτελέσματα που, από πολλές απόψεις, είναι επαναστατικά.
Είναι βέβαιο ότι στον Πλάτωνα βρίσκονται προπλωτινικά σπέρματα σκέψης, και ότι στην κατοπινή ιστορία του Πλατωνισμού και του Νεοπυθαγορισμού τα στοιχεία αυτά —όπως έχουμε δει— έχουν εξελιχθεί σημαντικά· αλλά ο Πλωτίνος προχωρεί πολύ πέρα από αυτά, διότι από τα σπέρματα αυτά ανέρχεται σε μια πραγματική και πλήρη συστηματική και δομική επανίδρυση της κλασικής μεταφυσικής.
Η έσχατη αρχή του πραγματικού, για τον Αριστοτέλη, ήταν η οὐσία και η νόηση του Ακινήτου Κινούντος.
Για τον Πλωτίνο, αντιθέτως, η αρχή είναι ακόμη υπερβατικότερη: είναι το Ἕν, το οποίο βρίσκεται «πέρα από το Είναι και την ουσία» και «πέρα από τον νοῦ». Το Ἕν είναι υπόσταση που υπερβαίνει το ίδιο το Είναι και τον ίδιο τον Νοῦ.
Με αυτή την έννοια, ο Πλωτίνος αναλαμβάνει και οδηγεί στα έσχατα όρια τον κεντρικό πυρήνα των «Ἀγράφων Δογμάτων» του Πλάτωνα, τα οποία, όπως είδαμε στον τρίτο τόμο, λειτουργούν προαναγγελτικά της πλωτινικής σκέψης.
Ας δούμε το συλλογισμό με τον οποίο ο Πλωτίνος θεμελιώνει αυτή τη θέση, σύμφωνα με την οποία το Ἕν είναι το θεμέλιο και η απόλυτη αρχή.
2. «Κάθε τι υπάρχει χάρη στην ἑνότητα»
Κάθε ον, σε τελική ανάλυση, είναι αυτό που είναι μόνο χάρη στην ενότητα. Αν η ενότητα διασπαστεί, παύει να υπάρχει το ίδιο το πράγμα.
Η ύπαρξη του πράγματος εξαρτάται, επομένως, από την ενότητά του· αν της αφαιρεθεί αυτή, αφαιρείται το ίδιο το είναι του πράγματος.
Ο Πλωτίνος γράφει:
«Όλα τα όντα οφείλουν το είναι τους στο Ἕν, τόσο εκείνα που είναι πρώτα, όσο και εκείνα που ανήκουν μεταξύ των όντων λόγω ενός κάποιου γνωρίσματος που τους αποδίδεται. Άλλωστε, τι θα μπορούσε να είναι ένα πράγμα, αν δεν ήταν ένα;
Διότι, αν το στερήσεις από το “ἕν” που του αποδίδεται, δεν θα ήταν πλέον αυτό που είναι. Για παράδειγμα, ούτε ένας στρατός θα υπήρχε αν δεν ήταν ένας, και το ίδιο ισχύει για έναν χορό ή ένα κοπάδι.
Ούτε ένα σπίτι ούτε ένα πλοίο θα υπήρχαν, αν δεν διέθεταν ενότητα· πράγματι, και τα δύο είναι ένα, και αν έχαναν αυτή την ενότητά τους, δεν θα ήταν πλέον ούτε σπίτι ούτε πλοίο. Ούτε οι συνεχείς εκτάσεις (συνεχή μεγέθη) θα μπορούσαν να υπάρχουν, αν το Ἕν δεν τους παρείχε τη μετοχή του.
Όμως, όταν διαιρούνται, στον βαθμό που χάνουν την ενότητά τους, μεταβάλλουν το είναι τους.
Για παράδειγμα, αν τα σώματα των ζώων και των φυτών, το καθένα στην ιδιαίτερη ενότητά του, ξεφύγουν από αυτήν και διαλυθούν στο πολλαπλό, χάνουν την αρχική τους ουσία και δεν είναι πλέον αυτό που ήταν· μετατρέπονται σε διαφορετικά όντα — τα οποία, όμως, εφόσον υπάρχουν, είναι και αυτά ενιαία.
Επιπλέον, και η υγεία υπάρχει όταν το σώμα βρίσκει μια ενοποιημένη αρμονία, και το ίδιο ισχύει για την ομορφιά, η οποία είναι παρούσα όσο η φύση του ἑνός συγκρατεί τα μέρη. Και η αρετή της Ψυχής βρίσκεται όταν υπάρχει τάση προς το ἕν, και όταν αυτή επιβεβαιώνει την ενοποίηση μέσα σε μία συνεκτική ενότητα.» (Ενν. VI, 9,1)
Ας αναρωτηθούμε τώρα —αφού έχει διαπιστωθεί ότι το είναι των όντων εξαρτάται από την ενότητά τους— από πού προέρχεται περαιτέρω αυτή η ενότητά τους.
Ο Πλωτίνος παρατηρεί τα εξής: όλα τα φυσικά όντα λαμβάνουν την ενότητά τους από την Ψυχή (όπως θα δούμε παρακάτω), η οποία είναι ακριβώς η πλαστική, διαμορφωτική και συντονιστική δραστηριότητα όλων των αισθητών πραγμάτων και, υπό αυτή την έννοια, είναι η αιτία και το θεμέλιο της ενότητάς τους.
Συνεχίζεται
Ο ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΥ
Δεύτερη ενότητα (συνέχεια)
Το σύστημα του Πλωτίνου και οι ερμηνευτικοί κανόνες για την ερμηνεία των Εννεάδων
II. Οι δυνατές μέθοδοι για την ερμηνεία και την παρουσίαση του Πλωτίνου
2. Η οδός που ακολουθείται στην παρούσα έκθεση
Πράγματι, πρέπει να σημειωθεί ότι στις Enneadi μπορούν να εντοπιστούν και οι δύο αυτές οδοί. Αυτές δεν βρίσκονται πραγματικά σε αντίθεση παρά μόνο εκ πρώτης όψεως. Εξάλλου, γνωρίζουμε ότι ήδη στον Plato η διαλεκτική ήταν τόσο «ανοδική» όσο και «καθοδική», και το ίδιο ισχύει και για τον Πλωτίνο.
Ωστόσο, όσοι επιλέγουν την «ανοδική» οδό, από τα κάτω προς τα άνω, φαίνεται να βρίσκονται σε αρμονία με τη μέθοδο του Aristoteles, η οποία συνηθίζει να ξεκινά από ό,τι είναι πρώτο για εμάς (το αισθητό) για να ανέλθει σε ό,τι είναι τελευταίο για εμάς, έστω κι αν είναι πρώτο καθ’ εαυτό (το υπεραισθητό).
Αλλά η αριστοτελική μέθοδος είναι τελείως διαφορετικής φύσεως από την πλωτινική. Διότι, για τον Πλωτίνο, ο αισθητός κόσμος δεν έχει ούτε εκείνο το οντολογικό βάρος ούτε εκείνη την αυτονομία που έχει στον Aristoteles, και η αίσθηση, κατά συνέπεια, δεν έχει μια δική της αυτοτελή γνωσιολογική αξία. Όπως ήδη είδαμε, δεν ξεκινούμε από το αισθητό, αλλά από τον ίδιο τον «Νοῦ» (Nous).
Από την άλλη, πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο Πλωτίνος χρησιμοποιεί την οδό από τα κάτω προς τα άνω μόνο λίγες φορές και μόνο όταν θέλει —κατά τρόπο επαληθεύσεως— να αποδείξει ότι οι υποστάσεις είναι τρεις.
Κατά κανόνα, όμως, χρησιμοποιεί την οδό από τα άνω προς τα κάτω, διότι μόνο μέσω αυτής είναι δυνατό να αποδοθεί επαρκώς η «πρόοδος» (processio) των υποστάσεων, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο η μία παράγεται από την άλλη καθώς και οι σχέσεις που τις συνδέουν αμοιβαίως.
Εξάλλου, όπως θα φανεί, η ύψιστη αρχή, το Ἕν, παίζει έναν απολύτως καθοριστικό ρόλο στο πλωτινικό σύστημα, σε τέτοιο βαθμό ώστε κανένα μέρος του να μην είναι κατανοητό παρά μόνο σε αναφορά προς το Ἕν. Η οδός «από τα άνω προς τα κάτω» αποδεικνύεται, λοιπόν, η πλέον κατάλληλη και η πλέον σύμφωνη προς τη σκέψη του Πλωτίνου.
3. Οι διαρθρώσεις του πλωτινικού συστήματος
Ακόμη και ως προς τον καθορισμό της διάρθρωσης του πλωτινικού συστήματος, οι μελετητές δεν συμφωνούν πολύ. Αυτό είναι μια αναπόφευκτη συνέπεια των διαφορετικών σημείων εκκίνησης που λαμβάνουν και της διαφορετικής ερμηνείας που δίνουν για τη φύση της πλωτινικής φιλοσοφίας.
Ωστόσο, μας φαίνεται ότι αυτή η διάρθρωση αναδύεται από τις Εννεάδες κατά τρόπο αρκετά σαφή.
Καταρχάς, αφού —όπως είδαμε— η βάση του πλωτινικού συστήματος είναι η πλατωνική διάκριση μεταξύ «νοητού κόσμου» και «αισθητού κόσμου», οι οποίοι βρίσκονται μεταξύ τους στη σχέση του όρου προς τον υποκείμενο όρο, θα πρέπει να διακρίνουμε την πραγματεία για τον υπεραισθητό κόσμο από εκείνη για τον αισθητό κόσμο, και να αρχίσουμε από την πρώτη.
Ως προς τη διάρθρωση της πραγματείας του υπεραισθητού, δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν αμφιβολίες: η ιεραρχική τάξη από τα άνω προς τα κάτω —από το «Ἕν» στον «Νοῦ» και στην «Ψυχή»— είναι η πλέον λογική.
Όποιος ξεκινά από την κατώτερη υπόσταση, την Ψυχή, για να ανέλθει στην ανώτερη, δεν καταφέρνει να εξηγήσει πλήρως τη φύση της «προόδου» κατά τον Πλωτίνο.
Όποιος, πάλι, ξεκινά από την ενδιάμεση υπόσταση ενεργεί αυθαίρετα.
Στην πραγματεία του νοητού κόσμου πρέπει να ακολουθήσει εκείνη του αισθητού κόσμου. Αυτή είναι η «φυσική» ή, μάλλον, η κυρίως λεγόμενη «κοσμολογία».
Τέλος, πρέπει να εξεταστεί ο άνθρωπος, ο σκοπός του και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να ζει για να τον επιτύχει. Αυτή είναι η «ηθική».
Αν ξαναδιαβάσει κανείς τήν πραγματεία της πρώτης Εννεάδας που είναι αφιερωμένη στη διαλεκτική, θα βρει ακριβώς αυτό το σχήμα. Η φιλοσοφία έχει διακριτά μέρη: το πιο ευγενές είναι η «διαλεκτική» (που είναι η γνώση του νοητού και άυλου)· τα δύο άλλα μέρη που αναφέρονται ρητώς και δηλώνονται ως εξαρτώμενα από τη διαλεκτική είναι η «φυσική» και η «ηθική».
4. Οι παραδοσιακές διακρίσεις των μερών της φιλοσοφίας χάνουν το αρχικό τους νόημα και αποκτούν μια νέα διάσταση
Αν εξετάσουμε καλά τα πράγματα, όμως, ο Πλωτίνος δεν ενδιαφέρεται καθόλου για την επεξεργασία των φυσικών προβλημάτων υπό αυστηρά επιστημονική οπτική.
Ο φυσικός κόσμος τον ενδιαφέρει μόνον ως στιγμή της «προόδου» (processio) από το Απόλυτο. Κατ’ ανάλογο τρόπο, η ηθική δεν διαθέτει ένα δικό της βάθος και μια δική της —έστω και σχετική— αυτονομία. Η ηθική γίνεται, στον Πλωτίνο, η οδός του «ἐπιστρέφειν εἰς τὸ Ἕν», και μόνον υπό αυτό το πρίσμα ενδιαφέρεται ο φιλόσοφος για τα προβλήματα του ανθρώπου.
Επομένως, το πλωτινικό σύστημα αναδύεται στις κύριες γραμμές του μόνο εφόσον ανασυνθέσουμε τα παραδοσιακά «μέρη» της φιλοσοφίας στο νέο «κυκλικό» σχήμα της «προόδου» όλων των πραγμάτων από το Ἕν και της «επιστροφής στο Ἕν».
Στην πραγματικότητα, στο πλωτινικό σύστημα παρουσιάζεται η πιο τολμηρή μεταφυσική προσπάθεια της αρχαιότητας, που συνταράσσει και συντρίβει όλα τα παραδοσιακά σχήματα: οι υποστάσεις και ο ίδιος ο κόσμος δεν είναι παρά διαφορετικοί βαθμοί του Θείου· σε κάθε βαθμό και κάθε στιγμή υπάρχει, κατά κάποιον τρόπο, το όλον·
το Ἕν βρίσκεται σε όλα, αλλά με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με το πόσο κάθε πράγμα μπορεί να το περιέξει· και το όλον βρίσκεται στο Ἕν.
Όπως έχει σωστά παρατηρηθεί, η «πρόοδος» των πολλών από το Ἕν είναι μια οδός από τον Θεό προς τον Θεό, αλλά και μια οδός μέσα στον Θεό, διότι υπάρχουν μόνο βαθμοί της θείας ζωής — ένα αιώνιο κατέβασμα και ένα αιώνιο ανέβασμα της ψυχής, σύμφωνα με καθορισμένους ρυθμούς και με έναν έμφυτο νόμο.
Ακριβώς γι’ αυτό, τα μέρη της φιλοσοφίας χάνουν το παραδοσιακό τους νόημα και αποκτούν το νέο, μεταξιωμένο νόημά τους μόνο μέσα στον κύκλο της «προόδου και της επιστροφής».
Γι’ αυτό, στη δική μας έκθεση θα ακολουθήσουμε αυτό το σχήμα.
Heinemann, Ammonios, ό.π., σ. 27.
Ο Heinemann αποδίδει ήδη όλα αυτά στον Ammonios. Ίσως, σε αυτό, υπερβάλλει· είναι πάντως βέβαιο ότι αυτό είναι το αυθεντικό «κίνημα της πλωτινικής σκέψης».
Τρίτη ενότητα
Η υπόσταση του Ἑνός–Αγαθού και τα χαρακτηριστικά της**
Αφού γίνει δεκτό ότι η βούληση προέρχεται από Αυτόν, σχεδόν ως προϊόν Του, και ότι ταυτίζεται με την ίδια Του την ουσία, τότε ο ίδιος έχει τεθεί στην ύπαρξη όπως είναι.
Δεν μπορεί λοιπόν να ειπωθεί ότι είναι αυτό που η τύχη έχει επιλέξει, αλλά αυτό που ο ίδιος θέλησε να είναι.
Εννεάδες, VI 8, 13.
1. ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ ΤΟΥ ἙΝΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΥΠΟΣΤΑΣΕΩΝ
1. Το Ἕν ως υπέρτατη αρχή
Είναι αδύνατον να κατανοηθεί η πρωτοτυπία και η νεωτερικότητα του Πλωτίνος και, ειδικότερα, η προσωπική του συμβολή στο «δεύτερο πλουν», εάν δεν αντιληφθούμε τη μεταβολή δομής που επιφέρει στη μεταφυσική τόσο του Πλάτωνος όσο και του Αριστοτέλη, μεταβολή η οποία οδηγεί σε αποτελέσματα που, από πολλές απόψεις, είναι επαναστατικά.
Είναι βέβαιο ότι στον Πλάτωνα βρίσκονται προπλωτινικά σπέρματα σκέψης, και ότι στην κατοπινή ιστορία του Πλατωνισμού και του Νεοπυθαγορισμού τα στοιχεία αυτά —όπως έχουμε δει— έχουν εξελιχθεί σημαντικά· αλλά ο Πλωτίνος προχωρεί πολύ πέρα από αυτά, διότι από τα σπέρματα αυτά ανέρχεται σε μια πραγματική και πλήρη συστηματική και δομική επανίδρυση της κλασικής μεταφυσικής.
Η έσχατη αρχή του πραγματικού, για τον Αριστοτέλη, ήταν η οὐσία και η νόηση του Ακινήτου Κινούντος.
Για τον Πλωτίνο, αντιθέτως, η αρχή είναι ακόμη υπερβατικότερη: είναι το Ἕν, το οποίο βρίσκεται «πέρα από το Είναι και την ουσία» και «πέρα από τον νοῦ». Το Ἕν είναι υπόσταση που υπερβαίνει το ίδιο το Είναι και τον ίδιο τον Νοῦ.
Με αυτή την έννοια, ο Πλωτίνος αναλαμβάνει και οδηγεί στα έσχατα όρια τον κεντρικό πυρήνα των «Ἀγράφων Δογμάτων» του Πλάτωνα, τα οποία, όπως είδαμε στον τρίτο τόμο, λειτουργούν προαναγγελτικά της πλωτινικής σκέψης.
Ας δούμε το συλλογισμό με τον οποίο ο Πλωτίνος θεμελιώνει αυτή τη θέση, σύμφωνα με την οποία το Ἕν είναι το θεμέλιο και η απόλυτη αρχή.
2. «Κάθε τι υπάρχει χάρη στην ἑνότητα»
Κάθε ον, σε τελική ανάλυση, είναι αυτό που είναι μόνο χάρη στην ενότητα. Αν η ενότητα διασπαστεί, παύει να υπάρχει το ίδιο το πράγμα.
Η ύπαρξη του πράγματος εξαρτάται, επομένως, από την ενότητά του· αν της αφαιρεθεί αυτή, αφαιρείται το ίδιο το είναι του πράγματος.
Ο Πλωτίνος γράφει:
«Όλα τα όντα οφείλουν το είναι τους στο Ἕν, τόσο εκείνα που είναι πρώτα, όσο και εκείνα που ανήκουν μεταξύ των όντων λόγω ενός κάποιου γνωρίσματος που τους αποδίδεται. Άλλωστε, τι θα μπορούσε να είναι ένα πράγμα, αν δεν ήταν ένα;
Διότι, αν το στερήσεις από το “ἕν” που του αποδίδεται, δεν θα ήταν πλέον αυτό που είναι. Για παράδειγμα, ούτε ένας στρατός θα υπήρχε αν δεν ήταν ένας, και το ίδιο ισχύει για έναν χορό ή ένα κοπάδι.
Ούτε ένα σπίτι ούτε ένα πλοίο θα υπήρχαν, αν δεν διέθεταν ενότητα· πράγματι, και τα δύο είναι ένα, και αν έχαναν αυτή την ενότητά τους, δεν θα ήταν πλέον ούτε σπίτι ούτε πλοίο. Ούτε οι συνεχείς εκτάσεις (συνεχή μεγέθη) θα μπορούσαν να υπάρχουν, αν το Ἕν δεν τους παρείχε τη μετοχή του.
Όμως, όταν διαιρούνται, στον βαθμό που χάνουν την ενότητά τους, μεταβάλλουν το είναι τους.
Για παράδειγμα, αν τα σώματα των ζώων και των φυτών, το καθένα στην ιδιαίτερη ενότητά του, ξεφύγουν από αυτήν και διαλυθούν στο πολλαπλό, χάνουν την αρχική τους ουσία και δεν είναι πλέον αυτό που ήταν· μετατρέπονται σε διαφορετικά όντα — τα οποία, όμως, εφόσον υπάρχουν, είναι και αυτά ενιαία.
Επιπλέον, και η υγεία υπάρχει όταν το σώμα βρίσκει μια ενοποιημένη αρμονία, και το ίδιο ισχύει για την ομορφιά, η οποία είναι παρούσα όσο η φύση του ἑνός συγκρατεί τα μέρη. Και η αρετή της Ψυχής βρίσκεται όταν υπάρχει τάση προς το ἕν, και όταν αυτή επιβεβαιώνει την ενοποίηση μέσα σε μία συνεκτική ενότητα.» (Ενν. VI, 9,1)
Ας αναρωτηθούμε τώρα —αφού έχει διαπιστωθεί ότι το είναι των όντων εξαρτάται από την ενότητά τους— από πού προέρχεται περαιτέρω αυτή η ενότητά τους.
Ο Πλωτίνος παρατηρεί τα εξής: όλα τα φυσικά όντα λαμβάνουν την ενότητά τους από την Ψυχή (όπως θα δούμε παρακάτω), η οποία είναι ακριβώς η πλαστική, διαμορφωτική και συντονιστική δραστηριότητα όλων των αισθητών πραγμάτων και, υπό αυτή την έννοια, είναι η αιτία και το θεμέλιο της ενότητάς τους.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου