ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ
...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν
Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας
Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση
B΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Αρρωστημένες ψυχολογικές καταστάσεις
Αρρωστημένες ψυχολογικές καταστάσεις
Οἱ φακοί ἐπαφῆς
Ταιριάζει ἐδῶ τὸ ἑξῆς παράδειγμα. Υποθέστε ὅτι αὐτή τη στιγμή που εἴμαστε τώρα ἐδῶ, κάποιος ἔχει τη δυνατότητα να βάλει στα μάτια ὁλονῶν μας φακούς ἐπαφῆς, χωρίς νὰ τὸ ἀντιληφθούμε. Να βάλει φακούς ἐπαφῆς κατάμαυρους, καὶ ἐπιπλέον ἡ κατασκευή τῶν φακῶν νὰ εἶναι τέτοια που παραμορφώνει ὅ,τι βλέπεις. Θὰ ἀρχίσετε να με βλέπετε σὰν νὰ εἶμαι μυρμηγκάκι, σὰν νὰ εἶμαι γίγαντας, ἤ νὰ μὴ μὲ βλέπετε ἕναν, ἀλλὰ νὰ βλέπετε δύο, τρεῖς, ἢ νὰ βλέπετε το κεφάλι να τεντώνεται κτλ. Σκεφθείτε πῶς θὰ νιώθαμε, ἄν ξαφνικά γινόταν ἕνα τέτοιο πράγμα. (Από πλευρᾶς ψυχοπαθολογικῆς αὐτό συμβαίνει. Ὄχι ὅμως ξαφνικά. Ἀλλά το λέω τώρα ἔτσι γιὰ νὰ συνεννοηθούμε.) Ἂν ξαφνικά λοιπόν μποροῦσε κάποιος νὰ μᾶς βάλει τέτοιους φακούς, ὅλοι θά παθαίναμε. «Τί ἔγινε ἐδῶ; Πῶς σκοτείνιασαν ὅλα; Πῶς ἔγιναν ὅλα ἄνω κάτω; Πῶς βλέπουμε τοὺς ἄλλους σαν τέρατα;»
Καὶ ἂν ἕνας ἀπὸ ὅλους μας ἐξαιρεθεῖ, καὶ δὲν μποῦν στα μάτια τα δικά του φακοί ἐπαφῆς, θὰ μᾶς πεῖ: «Τα πράγματα ἐξακολουθοῦν ἐδῶ μέσα στὴν αἴθουσα νὰ εἶναι ὅπως ήταν πρώτα, κι ἐγώ σας βλέπω ὅλους ὅπως σᾶς ἔβλεπα». Κι ἐνῶ ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε στα μάτια μας τούς φακούς αὐτούς θὰ τὸ δοῦμε ὡς κάτι το συνταρακτικό, ποὺ θὰ μᾶς τρομάξει, που θα μᾶς φοβίσει, ποὺ θὰ μᾶς κάνει ἄνω κάτω, ὁ ἄλλος ποὺ δὲν ἔχει φακούς θὰ δεῖ ὅτι δὲν συμβαίνει τίποτε.
Μερικές φορές λοιπόν μπορεῖ νὰ πεῖ κανείς στον ἄλλο: «Μά, πῶς κάνεις ἔτσι! Δὲν εἶναι τίποτε». Όχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι τὸν περιφρονεῖ, ὅτι δὲν τὸν καταλαβαίνει, ὅτι δὲν τὸν ἀγαπᾶ, ἀλλὰ γιὰ νὰ το νίσει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια. Διότι ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποῖα παθαίνει κανείς, στην πραγματικότητα εἶναι ἀνύ παρκτα. Ἁπλῶς, κάτι συνέβη στην ψυχή, κάτι συνέβη στα μάτια τῆς ψυχῆς, καὶ βλέπει κανείς ἔτσι καὶ αἰσθάνεται ἔτσι καὶ νιώθει ἔτσι
Μήπως τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό μας,
Το πρώτο πρώτο λοιπόν εἶναι νὰ τὰ δοῦμε ἔτσι μήπως εἶναι μιὰ οἰκονομία Θεοῦ για καλό μας, διότι ἀλλιῶς, θὰ παίρναμε τους δρόμους, δὲν ξέρω ποιούς δρόμους, πάντως τοῦ διαβόλου. Καὶ τὰ οἰκονομεῖ ἔτσι ὁ Θεός, για να μείνουμε κοντά του. Όχι βέβαια με το ζόρι, ἀλλά ξέρει ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ὅταν οἱκειοθελῶς πλέον θα μείνουμε κοντά του, θὰ τὸν εὐγνωμονούμε.
Τὸ ἕνα εἶναι αὐτό. Τὸ ἄλλο εἶναι νὰ μὴ νομίσουμε ὅτι εἶναι φοβερά πράγματα αὐτά. Μπορεί ἔτσι νὰ τὰ ζεῖ κανείς, μπορεῖ ἔτσι νὰ τὰ νιώθει, ἀλλά δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ἔτσι ἀκριβῶς, ὅπως τὰ νιώθει. Καὶ ἕνας λόγος που καμιά φορά λέω σε κάποιον, σε κάποια «Άσ' τα άσ' τα. Θὰ τὰ ἀναλάβω ἐγώ. Ξένοιασε σὰν νὰ μὴν τὰ ἔχεις», εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸς νὰ ξενοιάσει λίγο, νὰ μὴν εἶναι ὑπὸ τὴν ἐπήρεια ὅλης αὐτῆς τῆς καταστάσεως ποὺ νιώθει, ὅλης αὐτῆς τῆς μαυρίλας ποὺ νιώθει, νὰ μὴν ἔχει ὅλο αὐτό το ζάρισμα, ὅλο αὐτὸ τὸ μπέρδεμα. Καὶ ὅποιος πιστεύει στα λόγια αὐτά, βοηθιέται πάρα πολύ. Κατ' αρχήν, ἀπὸ τὴν καθαρώς ψυχολογική πλευρά ἂν τὸ πάρουμε το πράγμα, ξενοιάζει κανείς, καθώς ἐμπιστεύεται κάπου. Ἀλλὰ ἐπιπλέον κάνοντας ή ψυχή αὐτό, ὁ Χριστος τη βρίσκει ἤσυχη, ήρεμη, ὄχι ἀναστατωμένη, και δίνει πλούσια τὴ χάρη του, ἀνάλογα με τη στάση της.
Λέω στὸν ἄλλο νὰ ξενοιάσει, ὅτι τὰ ἀναλαμβάνα ἐγώ, καθώς ἀφήνω το ὅλο θέμα στον Χριστό, διότι ὅ,τι κάνουμε, το κάνουμε στο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Κι ἐδῶ ποὺ εἴμαστε μαζεμένοι, στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶμαστε μαζεμένοι. Μέσα στο ἐξομολογητήριο στο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἴμαστε. Ἐκεῖ εἶναι παρών ὁ Χριστός. Ἂν δὲν εἶναι παρών, τι καθόμαστε ἐκεῖ; Ἢ, ἂν δὲν εἶναι ἐδῶ παρών, τι καθόμαστε, τί ἐρχόμαστε; Καί εἶναι δυνατόν νὰ μὴν εἶναι παρών, ἀφοῦ μᾶς τὸ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ εἶναι;
Ἔχουμε πεῖ καὶ ἄλλη φορά τὸ ἑξῆς: σοῦ ζητάει κάποιος ἕνα ποτήρι νερό καί ἀπλώνει το χέρι, το ὁποῖο ὅμως τρέμει. Ποτέ δεν θα βάλεις το ποτήρι μὲ τὸ νερό, μὲ τὸ ὅποιο δροσιστικό ποτό, σε ἕνα χέρι που τρέμει ἔτσι. Ὅταν τρέμει ἡ ψυχή σου, ὅταν εἶναι ἀναστατωμένη, ὅταν λές «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» κλαψουρίζοντας, τί περιμένεις; Χρειάζεται να ήσυχάσει κανείς, να εἰρηνεύσει, να ηρεμήσει. Γι' αυτό λέμε: «Άσ' τα άσ' τα τα θέματά σου.
Ξένοιασε. Μή σε τρώει αὐτή ἡ ἀγωνία, τι θα γίνει, τι δὲν θὰ γίνει». Ἔτσι μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεί μια και ποια ἠρεμία, μια κάποια ξενοιασιά, καὶ ἀρχίζει πλέον νὰ ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐνδυναμώνει τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἐνισχύει, καὶ παίρνει καινούργια δρόμο κανείς.
Τὸ πρῶτο, ἐπαναλαμβάνω, εἶναι νὰ τὰ δοῦμε ἔτσι ὅπως εἶπαμε τα πράγματα, μήπως δηλαδή εἶναι οἰκονομία Θεοῦ ὅλες αὐτὲς οἱ καταστάσεις. Εγώ το πιστεύω ἀκράδαντα. Αὐτὰ ὅλα ποὺ σᾶς λέω τὰ πιστεύω ἀκράδαντα. Ναί ἔτσι τὰ οἰκονομεῖ ὁ Θεὸς. Ἀλλά, ἂν θέλετε, κι ἐσεῖς πιστέψτε ὅτι τὰ οἰκονομεί ὁ Θεὸς ἔτσι τὰ πράγματα για καλό μας. Μερικές φορές μάλιστα, μέσα ἀπὸ αὐτὰ ὁ Θεός ἐκδηλώνει ὄχι ἁπλῶς τὴν ἀγάπη του, ἀλλά τη λεπτή ἀγάπη του καί κατά λεπτό τρόπο. Τι τρομάζουμε λοιπόν;
Θὰ ἔρθει ὥρα –δέν ξέρουμε πότε· ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ στάση του καθενός– που θα το συνειδητοποιήσει κανείς αὐτὸ καὶ θὰ πεῖ: «Θεέ μου, ἀσχολή θηκες μ' ἐμένα κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο! Οἰκονόμησες νὰ ἀρρωστήσω, νὰ ἔχω κόμπλεξ, νὰ ἔχω τραύματα ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια, προνόησες ἔτσι, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὲ προλάβεις να μην πάρω ἄλλους δρόμους! Ἀσχολήθηκες ἔτσι μ' ἐμένα, Θεέ μου!» Λιώνει κανείς μπροστά σ' αὐτὴ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅλο το θέμα αὐτό εἶναι: να νιώσει κανείς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀρχίσει νὰ αἰσθάνεται μέσα του την ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Μη συγκρίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τοὺς ἄλλους
Στη συνέχεια, το δεύτερο, ὅπως εἶπαμε, εἶναι νὰ μὴν ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ τὸ πῶς τὰ νιώθουμε ἐμεῖς τὰ πράγματα. Δὲν εἶναι τόσο φοβερά, ὅσο τα νιώθουμε. Εἶναι λίγο διαφορετικότερα. Μην τρομάζουμε, μὴν πανικοβαλλόμαστε, καὶ κυρίως μή συγκρίνουμε τὸν ἑαυτὸ μας μὲ τοὺς ἄλλους, καί δημιουργοῦνται ἔτσι ἀκόμη χειρότερες καταστάσεις.
Αὐτὸ πάλι εἶναι κάτι που πρέπει να προσέξουμε. Ἀλλὰ σήμερα εἶναι πολύ δύσκολο. Στις παλαιότερες ἐποχὲς οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀνταγωνίζονταν ὅπως γίνεται σήμερα. Καὶ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος περίπου τὸ ἴδιο ήταν. Δὲν ἀνταγωνίζονταν λοιπόν. Δέν ὑπῆρχε λόγος νὰ ἀνταγωνίζονται. Τώρα, ποιός καὶ ποιος θα σηκώσει ένα κεφάλι παραπάνω.
Αν θυμάμαι καλά μπορεί να κάνω λάθος - όταν ήμασταν μαθητές στο γυμνάσιο, τα παιδιά ἔκαναν παρέες, συζητοῦσαν, ἔκαναν τις ζαβολιές τους, ἀλλά σπάνιζε αὐτή ἡ τάση τοῦ ἀνταγωνισμού, αὐτή ἡ τάση ποιός θὰ βγεῖ ἕνα κεφάλι παραπάνω. Ἁπλῶς, ὡς παιδιὰ ἔπαιζαν, ὡς παιδιά ἔλεγαν ἔστω καὶ μή καλά λόγια καὶ ἔκαναν καὶ μὴ καλές πράξεις, ἀλλά μέσα σε μια κάποια νορμάλ κατάσταση, μέσα σε μιὰ ὑποφερτή κατάσταση, συνηθισμένη κατάσταση. Ἐνῶ τώρα δὲν εἶναι ἔτσι ὑπάρχει αὐτός ὁ ἀνταγωνισμός.
Ἀκόμη, ἂν ἐπιτρέπεται να περάσω καί σε κάποια λεπτότερα θέματα, ὅταν μια κοπέλα ἤ ἕνας νέος τελικά δὲν παντρευόταν, μπορεῖ νὰ συνέβαινε και σε αγόρια αὐτό πού θα πώ, όμως όχι τόσо... σε γυναίκες πάντοτε υπήρχε το πρόβλημα αὐτὸ... στις γυναίκες μαράζωνε, λυπόταν, αλλά το ζούσε σαν Ένα γεγονός. Δὲν τὸ ζούσε μειονεκτική τῷ τρόπω. Σπάνιζε αυτό το πράγμα σχεδόν έλειπε. Ενώ σημερα αὐτό δίνει καὶ παίρνει. Αμέσως αἰσθάνεται κανείς μειονεκτικά: «Οἱ άλλες προτιμήθηκαν, ἐγώ δέν προτιμήθηκα οἱ ἄλλοι προτιμήθηκαν, ἐγὼ δὲν προτιμήθηκα· οἱ ἄλλοι τὰ κατάφεραν, ἐγὼ δὲν τὰ κατάφερα».
Ἀπ᾿ ὅτι ἐγώ θυμάμαι, δὲν πρέπει νὰ ὑπῆρχε αὐτὸ παλιά ἡ ὑπῆρχε σε πολύ μικρό βαθμό. Ενώ σήμερα, ὅπως εἶπα, δίνει και παίρνει, ἀκριβῶς διότι ὁ ἄνθρωπος δὲν ζεῖ ἁπλῶς τὸ πρόβλημά του, αλλά ἔχει νὰ κάνει καὶ μὲ τοὺς ἄλλους. Τι θὰ ποῦν οἱ ἄλλοις Πῶς θὰ τὸ πάρουν οἱ ἄλλοις Πῶς θὰ ἀντέξει τη σύγ κριση μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ γίνεται ἡ ζωή ένα μαρ τύριο. Γίνεται μαρτύριο, διότι ἀκριβῶς ζοῦμε σὲ ἐπο χὴ ποὺ τὸ πνεῦμα αὐτὸ ἐπηρεάζει τους πάντες καὶ τὰ πάντα. Γιατί λοιπόν νὰ μὴν προσπαθήσουμε να μείνουμε λίγο ἀνεπηρέαστοι;
Ξέρετε πόσο ήσυχοι είμαστε ἐμεῖς, ὅσοι δὲν ἐπηρεαζόμαστε ἀπό αὐτὸ τὸ πνεῦμα, δὲν συγκρίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τοὺς ἄλλους καὶ δὲν ἔχουμε ἀνταγωνισμό με κανέναν; Καί στούς κληρικούς καὶ στούς μοναχούς μπορεῖ νὰ ὑπάρχει αὐτὸ τὸ πνεῦμα. Ἀλλὰ ὅσοι ἀπαλλαγοῦν ἀπό αὐτό, τὸ παίρνουν ἀπό φαση ὅτι εἶναι αὐτοί ποὺ εἶναι καί τελείωσε. Αὐτό ήταν. Δὲν ἐπιδιώκουν οὔτε μεγαλεία οὔτε τίποτε τέτοιο. Ὁπότε εἶναι ἤρεμος κανείς, ἤσυχος, καθώς δὲν έχει τέτοια προβλήματα καὶ τέτοια μαράζια και τετοιους καημούς, σὰν νὰ εἶναι κάποια σκουλήκια μέσα του ποὺ τὸν τρώνε.
Γιατί όμως γενικότερα νὰ μὴν πάρει κανείς τη ζωή; Καὶ την παίρνει κανείς ὅταν δὲν χάνεται μέσα στην πραγματικότητα τῆς ζωῆς, ἀλλὰ βλέπει την παρούσα ζωὴ ὡς ἕνα κάτι μέσα στὴν ὅλη αἰωνιότητα. Ὑπάρχουμε για λίγο σ' αὐτὸν τὸν κόσμο, για να κερδίσουμε τὴν αἰωνιότητα, καὶ ὄχι, σώνει καὶ καλά, για να πετύχουμε σ' αὐτὸν τὸν κόσμο, όπως θέλουν οἱ ἄνθρωποι. Καὶ ὅταν ἀκόμη δὲν ἐπιτυγχάνουμε, καὶ ὅταν ἀκόμη δὲν ἔρχονται τὰ πράγματα όπως τα περιμένουμε, δὲν εἶναι ἀπο τυχη. Ἐμεῖς τὸ νιώθουμε έτσι.
Ταιριάζει ἐδῶ τὸ ἑξῆς παράδειγμα. Υποθέστε ὅτι αὐτή τη στιγμή που εἴμαστε τώρα ἐδῶ, κάποιος ἔχει τη δυνατότητα να βάλει στα μάτια ὁλονῶν μας φακούς ἐπαφῆς, χωρίς νὰ τὸ ἀντιληφθούμε. Να βάλει φακούς ἐπαφῆς κατάμαυρους, καὶ ἐπιπλέον ἡ κατασκευή τῶν φακῶν νὰ εἶναι τέτοια που παραμορφώνει ὅ,τι βλέπεις. Θὰ ἀρχίσετε να με βλέπετε σὰν νὰ εἶμαι μυρμηγκάκι, σὰν νὰ εἶμαι γίγαντας, ἤ νὰ μὴ μὲ βλέπετε ἕναν, ἀλλὰ νὰ βλέπετε δύο, τρεῖς, ἢ νὰ βλέπετε το κεφάλι να τεντώνεται κτλ. Σκεφθείτε πῶς θὰ νιώθαμε, ἄν ξαφνικά γινόταν ἕνα τέτοιο πράγμα. (Από πλευρᾶς ψυχοπαθολογικῆς αὐτό συμβαίνει. Ὄχι ὅμως ξαφνικά. Ἀλλά το λέω τώρα ἔτσι γιὰ νὰ συνεννοηθούμε.) Ἂν ξαφνικά λοιπόν μποροῦσε κάποιος νὰ μᾶς βάλει τέτοιους φακούς, ὅλοι θά παθαίναμε. «Τί ἔγινε ἐδῶ; Πῶς σκοτείνιασαν ὅλα; Πῶς ἔγιναν ὅλα ἄνω κάτω; Πῶς βλέπουμε τοὺς ἄλλους σαν τέρατα;»
Καὶ ἂν ἕνας ἀπὸ ὅλους μας ἐξαιρεθεῖ, καὶ δὲν μποῦν στα μάτια τα δικά του φακοί ἐπαφῆς, θὰ μᾶς πεῖ: «Τα πράγματα ἐξακολουθοῦν ἐδῶ μέσα στὴν αἴθουσα νὰ εἶναι ὅπως ήταν πρώτα, κι ἐγώ σας βλέπω ὅλους ὅπως σᾶς ἔβλεπα». Κι ἐνῶ ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε στα μάτια μας τούς φακούς αὐτούς θὰ τὸ δοῦμε ὡς κάτι το συνταρακτικό, ποὺ θὰ μᾶς τρομάξει, που θα μᾶς φοβίσει, ποὺ θὰ μᾶς κάνει ἄνω κάτω, ὁ ἄλλος ποὺ δὲν ἔχει φακούς θὰ δεῖ ὅτι δὲν συμβαίνει τίποτε.
Μερικές φορές λοιπόν μπορεῖ νὰ πεῖ κανείς στον ἄλλο: «Μά, πῶς κάνεις ἔτσι! Δὲν εἶναι τίποτε». Όχι μὲ τὴν ἔννοια ὅτι τὸν περιφρονεῖ, ὅτι δὲν τὸν καταλαβαίνει, ὅτι δὲν τὸν ἀγαπᾶ, ἀλλὰ γιὰ νὰ το νίσει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια. Διότι ὅλα αὐτὰ τὰ ὁποῖα παθαίνει κανείς, στην πραγματικότητα εἶναι ἀνύ παρκτα. Ἁπλῶς, κάτι συνέβη στην ψυχή, κάτι συνέβη στα μάτια τῆς ψυχῆς, καὶ βλέπει κανείς ἔτσι καὶ αἰσθάνεται ἔτσι καὶ νιώθει ἔτσι
Μήπως τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό μας,
Το πρώτο πρώτο λοιπόν εἶναι νὰ τὰ δοῦμε ἔτσι μήπως εἶναι μιὰ οἰκονομία Θεοῦ για καλό μας, διότι ἀλλιῶς, θὰ παίρναμε τους δρόμους, δὲν ξέρω ποιούς δρόμους, πάντως τοῦ διαβόλου. Καὶ τὰ οἰκονομεῖ ἔτσι ὁ Θεός, για να μείνουμε κοντά του. Όχι βέβαια με το ζόρι, ἀλλά ξέρει ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ὅταν οἱκειοθελῶς πλέον θα μείνουμε κοντά του, θὰ τὸν εὐγνωμονούμε.
Τὸ ἕνα εἶναι αὐτό. Τὸ ἄλλο εἶναι νὰ μὴ νομίσουμε ὅτι εἶναι φοβερά πράγματα αὐτά. Μπορεί ἔτσι νὰ τὰ ζεῖ κανείς, μπορεῖ ἔτσι νὰ τὰ νιώθει, ἀλλά δὲν σημαίνει ὅτι εἶναι ἔτσι ἀκριβῶς, ὅπως τὰ νιώθει. Καὶ ἕνας λόγος που καμιά φορά λέω σε κάποιον, σε κάποια «Άσ' τα άσ' τα. Θὰ τὰ ἀναλάβω ἐγώ. Ξένοιασε σὰν νὰ μὴν τὰ ἔχεις», εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸς νὰ ξενοιάσει λίγο, νὰ μὴν εἶναι ὑπὸ τὴν ἐπήρεια ὅλης αὐτῆς τῆς καταστάσεως ποὺ νιώθει, ὅλης αὐτῆς τῆς μαυρίλας ποὺ νιώθει, νὰ μὴν ἔχει ὅλο αὐτό το ζάρισμα, ὅλο αὐτὸ τὸ μπέρδεμα. Καὶ ὅποιος πιστεύει στα λόγια αὐτά, βοηθιέται πάρα πολύ. Κατ' αρχήν, ἀπὸ τὴν καθαρώς ψυχολογική πλευρά ἂν τὸ πάρουμε το πράγμα, ξενοιάζει κανείς, καθώς ἐμπιστεύεται κάπου. Ἀλλὰ ἐπιπλέον κάνοντας ή ψυχή αὐτό, ὁ Χριστος τη βρίσκει ἤσυχη, ήρεμη, ὄχι ἀναστατωμένη, και δίνει πλούσια τὴ χάρη του, ἀνάλογα με τη στάση της.
Λέω στὸν ἄλλο νὰ ξενοιάσει, ὅτι τὰ ἀναλαμβάνα ἐγώ, καθώς ἀφήνω το ὅλο θέμα στον Χριστό, διότι ὅ,τι κάνουμε, το κάνουμε στο ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Κι ἐδῶ ποὺ εἴμαστε μαζεμένοι, στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶμαστε μαζεμένοι. Μέσα στο ἐξομολογητήριο στο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἴμαστε. Ἐκεῖ εἶναι παρών ὁ Χριστός. Ἂν δὲν εἶναι παρών, τι καθόμαστε ἐκεῖ; Ἢ, ἂν δὲν εἶναι ἐδῶ παρών, τι καθόμαστε, τί ἐρχόμαστε; Καί εἶναι δυνατόν νὰ μὴν εἶναι παρών, ἀφοῦ μᾶς τὸ ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ εἶναι;
Ἔχουμε πεῖ καὶ ἄλλη φορά τὸ ἑξῆς: σοῦ ζητάει κάποιος ἕνα ποτήρι νερό καί ἀπλώνει το χέρι, το ὁποῖο ὅμως τρέμει. Ποτέ δεν θα βάλεις το ποτήρι μὲ τὸ νερό, μὲ τὸ ὅποιο δροσιστικό ποτό, σε ἕνα χέρι που τρέμει ἔτσι. Ὅταν τρέμει ἡ ψυχή σου, ὅταν εἶναι ἀναστατωμένη, ὅταν λές «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» κλαψουρίζοντας, τί περιμένεις; Χρειάζεται να ήσυχάσει κανείς, να εἰρηνεύσει, να ηρεμήσει. Γι' αυτό λέμε: «Άσ' τα άσ' τα τα θέματά σου.
Ξένοιασε. Μή σε τρώει αὐτή ἡ ἀγωνία, τι θα γίνει, τι δὲν θὰ γίνει». Ἔτσι μπορεῖ νὰ ἐπιτευχθεί μια και ποια ἠρεμία, μια κάποια ξενοιασιά, καὶ ἀρχίζει πλέον νὰ ἔρχεται ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἐνδυναμώνει τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἐνισχύει, καὶ παίρνει καινούργια δρόμο κανείς.
Τὸ πρῶτο, ἐπαναλαμβάνω, εἶναι νὰ τὰ δοῦμε ἔτσι ὅπως εἶπαμε τα πράγματα, μήπως δηλαδή εἶναι οἰκονομία Θεοῦ ὅλες αὐτὲς οἱ καταστάσεις. Εγώ το πιστεύω ἀκράδαντα. Αὐτὰ ὅλα ποὺ σᾶς λέω τὰ πιστεύω ἀκράδαντα. Ναί ἔτσι τὰ οἰκονομεῖ ὁ Θεὸς. Ἀλλά, ἂν θέλετε, κι ἐσεῖς πιστέψτε ὅτι τὰ οἰκονομεί ὁ Θεὸς ἔτσι τὰ πράγματα για καλό μας. Μερικές φορές μάλιστα, μέσα ἀπὸ αὐτὰ ὁ Θεός ἐκδηλώνει ὄχι ἁπλῶς τὴν ἀγάπη του, ἀλλά τη λεπτή ἀγάπη του καί κατά λεπτό τρόπο. Τι τρομάζουμε λοιπόν;
Θὰ ἔρθει ὥρα –δέν ξέρουμε πότε· ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ στάση του καθενός– που θα το συνειδητοποιήσει κανείς αὐτὸ καὶ θὰ πεῖ: «Θεέ μου, ἀσχολή θηκες μ' ἐμένα κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο! Οἰκονόμησες νὰ ἀρρωστήσω, νὰ ἔχω κόμπλεξ, νὰ ἔχω τραύματα ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια, προνόησες ἔτσι, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὲ προλάβεις να μην πάρω ἄλλους δρόμους! Ἀσχολήθηκες ἔτσι μ' ἐμένα, Θεέ μου!» Λιώνει κανείς μπροστά σ' αὐτὴ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅλο το θέμα αὐτό εἶναι: να νιώσει κανείς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀρχίσει νὰ αἰσθάνεται μέσα του την ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Μη συγκρίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τοὺς ἄλλους
Στη συνέχεια, το δεύτερο, ὅπως εἶπαμε, εἶναι νὰ μὴν ἐπηρεαζόμαστε ἀπὸ τὸ πῶς τὰ νιώθουμε ἐμεῖς τὰ πράγματα. Δὲν εἶναι τόσο φοβερά, ὅσο τα νιώθουμε. Εἶναι λίγο διαφορετικότερα. Μην τρομάζουμε, μὴν πανικοβαλλόμαστε, καὶ κυρίως μή συγκρίνουμε τὸν ἑαυτὸ μας μὲ τοὺς ἄλλους, καί δημιουργοῦνται ἔτσι ἀκόμη χειρότερες καταστάσεις.
Αὐτὸ πάλι εἶναι κάτι που πρέπει να προσέξουμε. Ἀλλὰ σήμερα εἶναι πολύ δύσκολο. Στις παλαιότερες ἐποχὲς οἱ ἄνθρωποι δὲν ἀνταγωνίζονταν ὅπως γίνεται σήμερα. Καὶ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος περίπου τὸ ἴδιο ήταν. Δὲν ἀνταγωνίζονταν λοιπόν. Δέν ὑπῆρχε λόγος νὰ ἀνταγωνίζονται. Τώρα, ποιός καὶ ποιος θα σηκώσει ένα κεφάλι παραπάνω.
Αν θυμάμαι καλά μπορεί να κάνω λάθος - όταν ήμασταν μαθητές στο γυμνάσιο, τα παιδιά ἔκαναν παρέες, συζητοῦσαν, ἔκαναν τις ζαβολιές τους, ἀλλά σπάνιζε αὐτή ἡ τάση τοῦ ἀνταγωνισμού, αὐτή ἡ τάση ποιός θὰ βγεῖ ἕνα κεφάλι παραπάνω. Ἁπλῶς, ὡς παιδιὰ ἔπαιζαν, ὡς παιδιά ἔλεγαν ἔστω καὶ μή καλά λόγια καὶ ἔκαναν καὶ μὴ καλές πράξεις, ἀλλά μέσα σε μια κάποια νορμάλ κατάσταση, μέσα σε μιὰ ὑποφερτή κατάσταση, συνηθισμένη κατάσταση. Ἐνῶ τώρα δὲν εἶναι ἔτσι ὑπάρχει αὐτός ὁ ἀνταγωνισμός.
Ἀκόμη, ἂν ἐπιτρέπεται να περάσω καί σε κάποια λεπτότερα θέματα, ὅταν μια κοπέλα ἤ ἕνας νέος τελικά δὲν παντρευόταν, μπορεῖ νὰ συνέβαινε και σε αγόρια αὐτό πού θα πώ, όμως όχι τόσо... σε γυναίκες πάντοτε υπήρχε το πρόβλημα αὐτὸ... στις γυναίκες μαράζωνε, λυπόταν, αλλά το ζούσε σαν Ένα γεγονός. Δὲν τὸ ζούσε μειονεκτική τῷ τρόπω. Σπάνιζε αυτό το πράγμα σχεδόν έλειπε. Ενώ σημερα αὐτό δίνει καὶ παίρνει. Αμέσως αἰσθάνεται κανείς μειονεκτικά: «Οἱ άλλες προτιμήθηκαν, ἐγώ δέν προτιμήθηκα οἱ ἄλλοι προτιμήθηκαν, ἐγὼ δὲν προτιμήθηκα· οἱ ἄλλοι τὰ κατάφεραν, ἐγὼ δὲν τὰ κατάφερα».
Ἀπ᾿ ὅτι ἐγώ θυμάμαι, δὲν πρέπει νὰ ὑπῆρχε αὐτὸ παλιά ἡ ὑπῆρχε σε πολύ μικρό βαθμό. Ενώ σήμερα, ὅπως εἶπα, δίνει και παίρνει, ἀκριβῶς διότι ὁ ἄνθρωπος δὲν ζεῖ ἁπλῶς τὸ πρόβλημά του, αλλά ἔχει νὰ κάνει καὶ μὲ τοὺς ἄλλους. Τι θὰ ποῦν οἱ ἄλλοις Πῶς θὰ τὸ πάρουν οἱ ἄλλοις Πῶς θὰ ἀντέξει τη σύγ κριση μὲ τοὺς ἄλλους. Καὶ γίνεται ἡ ζωή ένα μαρ τύριο. Γίνεται μαρτύριο, διότι ἀκριβῶς ζοῦμε σὲ ἐπο χὴ ποὺ τὸ πνεῦμα αὐτὸ ἐπηρεάζει τους πάντες καὶ τὰ πάντα. Γιατί λοιπόν νὰ μὴν προσπαθήσουμε να μείνουμε λίγο ἀνεπηρέαστοι;
Ξέρετε πόσο ήσυχοι είμαστε ἐμεῖς, ὅσοι δὲν ἐπηρεαζόμαστε ἀπό αὐτὸ τὸ πνεῦμα, δὲν συγκρίνουμε τὸν ἑαυτό μας μὲ τοὺς ἄλλους καὶ δὲν ἔχουμε ἀνταγωνισμό με κανέναν; Καί στούς κληρικούς καὶ στούς μοναχούς μπορεῖ νὰ ὑπάρχει αὐτὸ τὸ πνεῦμα. Ἀλλὰ ὅσοι ἀπαλλαγοῦν ἀπό αὐτό, τὸ παίρνουν ἀπό φαση ὅτι εἶναι αὐτοί ποὺ εἶναι καί τελείωσε. Αὐτό ήταν. Δὲν ἐπιδιώκουν οὔτε μεγαλεία οὔτε τίποτε τέτοιο. Ὁπότε εἶναι ἤρεμος κανείς, ἤσυχος, καθώς δὲν έχει τέτοια προβλήματα καὶ τέτοια μαράζια και τετοιους καημούς, σὰν νὰ εἶναι κάποια σκουλήκια μέσα του ποὺ τὸν τρώνε.
Γιατί όμως γενικότερα νὰ μὴν πάρει κανείς τη ζωή; Καὶ την παίρνει κανείς ὅταν δὲν χάνεται μέσα στην πραγματικότητα τῆς ζωῆς, ἀλλὰ βλέπει την παρούσα ζωὴ ὡς ἕνα κάτι μέσα στὴν ὅλη αἰωνιότητα. Ὑπάρχουμε για λίγο σ' αὐτὸν τὸν κόσμο, για να κερδίσουμε τὴν αἰωνιότητα, καὶ ὄχι, σώνει καὶ καλά, για να πετύχουμε σ' αὐτὸν τὸν κόσμο, όπως θέλουν οἱ ἄνθρωποι. Καὶ ὅταν ἀκόμη δὲν ἐπιτυγχάνουμε, καὶ ὅταν ἀκόμη δὲν ἔρχονται τὰ πράγματα όπως τα περιμένουμε, δὲν εἶναι ἀπο τυχη. Ἐμεῖς τὸ νιώθουμε έτσι.
Πόσους ἀνθρώπους έχω συναντήσει, τοὺς απίστους οἱ ἄλλοι τοὺς θεωροῦν ἐπιτυχημένους, καὶ αὐτοὶ είναι δυστυχισμένοι για κάποιους λόγους, που δεν τους ξέρουν οἱ ἄλλοι άνθρωποι. Καμιά φορά μερικοί, καθώς μοῦ λένε μὲ ὅλη τὴ δύναμη της ψυχής τους «Αχ, πάτερ! Σαν τα δικά μου τα βάσανα δὲν εἶναι κανενός», παραξενεύονται, ὅταν λέω κι ἐγὼ μὲ τὴ σειρά μους. «Δὲν ἄκουσα κανέναν νὰ μὴ λέει έτσι». Ὅλοι οἱ ἀνθρωποι χωρίς ἐξαίρεση θεωροῦν ὅτι σὰν τὰ δικά τους βάσανα δέν εἶναι κανενός. Όλοι. Καὶ αὐτό, γιατί ὁ Θεός οἰκονόμησε να ζοῦμε ὁ καθένας τὰ τοῦ ἑαυτοῦ του. Ἀλλὰ μὴ νομίζουμε ὅτι οἱ ἄλλοι δέν έχουν όμοια καὶ χειρότερα καμιά φορά. Έχουν παρόμοια καὶ όπως οἰκονομεί ὁ Θεός για τὸν καθένα.
Αὐτὸ ποὺ μᾶς χρειάζεται: ἡ ἀληθινὴ ὑπακοή
Χρειάζεται λοιπόν κατ' ἀρχὴν νὰ τὰ πάρουμε έτσι τα πράγματα, νὰ τὰ δοῦμε μέσα σ' αὐτές τις ἀλήθειες, καὶ μετά, κατά την ταπεινή μου το γνώμη μπορεῖ νὰ κάνω λάθος- χρειάζεται να κάνει κανείς ὑπακοή. Ἂν ο καθένας πρέπει να κάνει ὑπακοή ὅποιος έχει τέτοια προβλήματα καὶ τέτοιες καταστάσεις ἀκόμη πιο πολύ χρειάζεται να κάνει υπακοή. Όποιος θέλει να σώσει την ψυχή του στις ἡμέρες μας, πρέπει να κάνει ὑπακοή. Χωρίς νὰ εἶναι ἀπόλυτο, ἀλλὰ ὁ κανόνας εἶναι αὐτός. Ἔξω ἀπὸ τὴν ὑπακοή, δὲν ξέρω αν μπορεῖ νὰ σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος πολύ περισσότερο αὐτοὶ ποὺ ἔχουν αρρωστημένες καταστάσεις. Άμα κάνει κανείς ὑπακοή, ἀλλὰ ἀληθινὴ ὑπακοή, σιγά-σιγά θα ξεγλιτώσει ἀπὸ τὰ γρανάζια μέσα στὰ ὁποῖα ἔχει μπλέξει, ἀπὸ τις διάφόρες καταστάσεις, ἀπὸ τὰ διάφορα κόμπλεξ, θα κινηθεῖ πιὸ ἄνετα καὶ θὰ λυτρωθεί
Γιὰ νὰ εἴμαστε προσγειωμένοι, θὰ σᾶς πῶ καὶ τὸ ἐξῆς. Καὶ ἄν ἀκόμη ὑπάρχει μέσα σου ένα κόμπλεξ - π.χ., το κόμπλεξ κατωτερότητος, που κυρίως αὐτὸ βασανίζει τους πιο πολλούς ἀνθρώπους, ἰδιαίτερα τους νέους - καὶ δὲν θεραπευθεί πλήρως ὄχι ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ θεραπευθεῖ ἐντελῶς- δὲν πειράζει. Ἀρκεῖ νὰ τὸ ξερεις τί εἶναι, ἀρκεῖ νὰ μὴ σε ἐπηρεάζει, καὶ ὡς ὑπάρχει. Τι θὰ σοῦ κάνει; Μόνο καλό θα σου κάνει κακό δεν θὰ σοῦ κάνει. Πρέπει νὰ τὰ δοῦμε τα θέματα αὐτά και ἀπὸ αὐτὴ τὴν πλευρά, ὅτι δηλαδή μπορεῖ νὰ τὰ οἰκονομήσει ἔτσι ὁ Θεός, ποὺ νὰ μὴ θεραπευθεῖς.
Στὸν ἀπόστολο Παύλο άφησε κάτι γιὰ νὰ τὸν κολαφίζει, ὅπως λέει ὁ ἴδιος. Τοῦ ἦταν χρειαζούμενο. Ξέρουμε ἐπίσης ὅτι σε μερικούς ἁγίους ὁ Θεός ἀφήνει μικροελλείψεις. Ἐνῶ προχωρεί κανείς στην τελειότητα, ἀφήνει ὁ Θεός να πέφτει σε μικροπταίσματα, ἀκριβῶς για να ταπεινώνεται. Ἔτσι, σε κάν ποιον ἄλλο μπορεῖ νὰ ἀφήσει νὰ ἔχει κάτι τὸ ὁποῖο σὰν ἕνα κουδουνάκι μέσα του νὰ τοῦ θυμίζει: «Ε, ποῦ πᾶς; Ποῦ πᾶς;» Τὴν ὥρα ποὺ πάει να πάρει ἀέρα, νὰ ἀνοίξει περισσότερο τα φτερά του, να νομίσει ὅτι αὐτὸς θὰ κάνει δὲν ξέρω τί, ἔρχεται το κουδουνάκι αὐτό, ἔρχεται αὐτή ἡ πραγματικότητα, και τον προσγειώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν βοηθάει να παίρνει τη σωστή στάση ἀπέναντι τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, ἀπέναντι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.
Ἂν τὰ πάρει κανείς σωστά τα πράγματα, ἂν τὰ δεῖ δηλαδή μέσα στήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ὁπωσ δήποτε μπορεῖ νὰ γίνει πάρα πολλή ἐργασία, πολύ λυτρωτική ἐργασία στην ψυχή ὄχι ἁπλῶς νὰ ἀνακουφιστεί κανείς ψυχολογικά, ἀλλὰ νὰ σωθεῖ διά μέσου αὐτῶν, πραγματικά να σωθεῖ ἡ ψυχή. Ἀλλὰ χρειάζεται να μπεί κανείς στὴν ὑπακοή, στην αληθινή όμως ὑπακοή.
Έχω προσέξει μπορεί να κάνω λάθος, μπορεῖ νὰ πέφτω ἔξω· παίρνω πίσω τα λόγια μου ἀπό ἐκείνους που δεν θα τα δέχονταν- πώς, ὅσοι μέχρι σημερα με άκουσαν με έμπιστοσύνη, δὲν ἔπεσαν έξω.
Βγήκε πολύ καλό. Υπάρχουν περιπτώσεις που με κάποιον γνωριστήκαμε καὶ συνεργαστήκαμε για την ψυχή του ἕνα χρόνο, δύο χρόνια, τρία χρόνια, καὶ, καθώς ἔκανε φοβερή ὑπακοή καὶ εἶχε φοβερή έμ πιστοσύνη, ἔγινε πολύ καλό στην ψυχή του.
Αὐτό ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι φθάνει ὁ ἄνθρωπος στην τελειότητα. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Έχουμε μέσα μας τὸ Αγιο Πνεῦμα, παρά ταῦτα ἀκόμη εἴμαστε σε κατάσταση που στενάζουμε, πού πονούμε, ποὺ ὑποφέρουμε καὶ περιμένουμε». Δὲν φθάνει κανείς ἀμέσως στην τελειότητα. Καὶ ὑπάρχει πάντοτε ή τάση στὸν ἄνθρωπο νὰ ἀποδεσμευθεῖ. Ἀρχίζει λοιπόν να χάνει την εμπιστοσύνη του στο πρόσωπο στὸ ὁποῖο ὑπακούει, ὁπότε ἀρχίζουν να ξαναπαρουσιάζονται οἱ ἀρρωστημένες ἐκδηλώσεις ποὺ εἶχε.
Ἐδῶ πρέπει νὰ ποῦμε καὶ τὸ ἐξῆς: Χρειάζεται ἐπὶ ἀρκετό καιρό να γίνει συνεργασία μὲ τὸ πνεῦμα αὐτὸ τῆς ἐμπιστοσύνης, γιὰ νὰ ἔρθει το καλό ἀποτέλεσμα. Καὶ αὐτό διότι στὴν ἀρχή –τουλάχιστον ἔτσι καταλαβαίνω ἐγώ– ἡσυχάζει κανείς, εἰρηνεύει, ἠρεμεῖ, ἀλλὰ ὄχι ἐπειδὴ ἐξαφανίστηκαν τα κόμπλεξ ἢ οἱ ἄλλες καταστάσεις ποὺ ἔχει· ἁπλῶς ἀπωθήθηκαν βαθύτερα στο ἀσυνείδητο. Εἶναι οἰκονομία Θεοῦ αὐτό, γιὰ νὰ ἔχει μια ἀνάπαυλα ἡ ψυχή, να έχει μια καλή κατάσταση, ώστε να μπορέσει να αγω νιστεί καλύτερα πνευματικά. Ύστερα ξαναβγαίνουν αὐτὰ. Τὸ οἰκονομεί ἔτσι ὁ Θεός. Παραμονεύουν ἐκεῖ μέσα καὶ βγαίνουν πάλι στην ώρα τους, ἀκριβῶς γιὰ νὰ μὴν πάρει αέρα ἡ ψυχή καὶ ἀποθρασυνθεί. Αὐτὰ θὰ τὴν κρατήσουν στην ταπείνωση, και γίνεται δεύτερη, τρόπον τινά, προσπάθεια, ώσπου τελικά ο ἄνθρωπος γιατρεύεται. Όντως γιατρεύεται.
Ἂν μείνει κάτι, θα μείνει μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ ὠφελεῖ τὴν ψυχή, ὄχι γιὰ νὰ τὴ βλάπτει, ὄχι για να τη δηλητηριάζει, ὄχι γιὰ νὰ τὴν καταπονεί θα μείνει σὰν ἕνα κουδουνάκι, ὅπως εἶπαμε, γιὰ νὰ τὴν προσ γειώνει, καὶ νὰ εἶναι σὲ ἀσφάλεια.
Κάπως έτσι ἔχουν τα πράγματα.
5-2-1995
Μέσα στὸ φῶς τοῦ Θεοῦ όλα τακτοποιούνται, ἀκόμη καὶ οἱ ψυχοπαθολογικές καταστάσεις.
3 σχόλια:
Υπάρχουν τα βιβλία μεταφρασμένοα στα αγγλικά;
Μακάρι. Δέν τό γνωρίζουμε.
Μεταφράσεις βιβλίων του π. Συμεών τῶν ἐκδόσεών μας
ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ
1. Do you know yourself? Psychological Problems and the Spiritual Life (2010)
2. Are you in pain? Looking deeply into the mystery of pain (2025)
3. Spiritual messages 2017, 2019 Keywords, key phrases for everyday life
4. Anxiety How it is created and how it is healed (2023)
5. "May it be blessed" (2023)
6. Adam, where are you? Homilies on Repentance & Confession (2021)
7. Timeless Truths The Annual Liturgical Cycle for every year (2025)
8. A Brief Biography of Archimandrite Symeon Krayiopoulos (1) (2023)
9. In the Desert of the World book I The contagion of the worldly spirit in spiritual life (2024)
Δημοσίευση σχολίου