Συνέχεια από: Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2025
Substance και Essence, ανάμεσα στον Αριστοτέλη και τον Θωμά Ακινάτη δ
Enrico Berti
(Πανεπιστήμιο της Πάδοβας)
Enrico Berti. "SUBSTANCE ET ESSENCE, ENTRE ARISTOTE ET THOMAS D’AQUIN".
Chôra. Revue d'études anciennes et médiévales 18-19:351-368.
6. Averroes in Metaph. II 1
Ο άγιος Θωμάς γνώριζε το σχόλιο του Αβερρόη στη Μεταφυσική
του Αριστοτέλη, φυσικά στη λατινική του μετάφραση, και ο Αβερρόης γνώριζε
το σχόλιο του Αλεξάνδρου στο ίδιο έργο, φυσικά στην αραβική του μετάφραση.
Η γνώση που είχε ο άγιος Θωμάς για τον Αλέξανδρο ήταν λοιπόν έμμεση,
επειδή το σχόλιο του Αλεξάνδρου, την εποχή του αγίου Θωμά, δεν είχε
ακόμη μεταφραστεί στα λατινικά (θα μεταφραστεί τον 16ο αιώνα χάρη στον
Juan Ginés de Sepulveda). Παρ’ όλα αυτά, το σχόλιο του Αλεξάνδρου άσκησε
σημαντική επιρροή στο σχόλιο του αγίου Θωμά, ιδιαίτερα ως προς το
απόσπασμα Μεταφ. Β 1 που εξετάζουμε εδώ.
Ας δούμε λοιπόν το σχόλιο του Αβερρόη στο εν λόγω απόσπασμα,
στη λατινική του μετάφραση :
Averroes, In Aristotelis librum II (a) Metaphysicorum
Cum declaratum est, quod causa in quolibet genere entium est magis digna in esse
et in veritate quam illa quorum est causa in illo genere, manifestum est, quod si est
haec prima causa omnium, ut declaratum est in Scientia naturalium, quod illa causa
magis est digna et in esse et in rei veritate quam omnia entia. Omnia enim entia
non acquirunt esse et veritatem nisi ab ista causa. […] Necesse est, ut principia rerum
quae sunt semper in fine essendi et veritatis, sint semper. Ista enim entia quia non
sunt in aliquo tempore sine alio, sed sunt in omnibus temporibus, ideo causae eorum
non sunt eis in aliquo tempore sine alio, propter quod indigerent se in essendo causas
aliis causis. Et innuit per hoc dispositionem principiorum corporum coelestium cum
corporibus coelestibus.
(Αφού έχει διευκρινισθεί ότι η αιτία, σε κάθε γένος των όντων, είναι πιο άξια ως προς το είναι και την αλήθεια από εκείνα των οποίων είναι αιτία μέσα στο ίδιο γένος, είναι φανερό ότι, εάν existe cette première cause de tous, όπως έχει διευκρινισθεί στη Φυσική Επιστήμη, τότε αυτή η αιτία είναι περισσότερο άξια τόσο ως προς το είναι όσο και ως προς την αλήθεια της πραγματικότητας από όλα τα όντα.
Όλα infatti τα όντα δεν αποκτούν το είναι και την αλήθεια παρά μόνο από αυτή την αιτία. […] Είναι αναγκαίο τα πρώτα αρχές των πραγμάτων —εκείνες που βρίσκονται πάντοτε στο τέλος του είναι και της αλήθειας— να υπάρχουν πάντοτε. Διότι αυτά τα όντα, επειδή δεν βρίσκονται ποτέ σε κάποιον χρόνο χωρίς ένα άλλο, αλλά υπάρχουν σε όλους τους καιρούς, γι’ αυτό και οι αιτίες τους δεν είναι, σε κανέναν χρόνο, χωρίς αυτά· διαφορετικά, θα είχαν ανάγκη άλλων αιτιών για να υπάρχουν κατά το είναι. Και με αυτό υπαινίσσεται τη διάταξη των αρχών των ουράνιων σωμάτων σε σχέση με τα ουράνια σώματα. Averroes, In Aristotelis librum II (a) Metaphysicorum, ed. G. Darms, Freiburg in Schweiz, 1966, p. 59.)
Όπως μπορεί κανείς να δει, ο Αβερρόης ερμηνεύει σωστά τον νόμο της αιτιότητας του μέγιστου, δηλαδή θεωρεί ότι η αιτία της παρουσίας μιας ιδιότητας σε πολλά πράγματα κατέχει η ίδια την ιδιότητα στον μέγιστο βαθμό, και αναγνωρίζει ότι αυτό ισχύει μέσα σε ένα γένος. Ταυτόχρονα, ο Αβερρόης ταυτίζει την ιδιότητα της οποίας η αιτία είναι αιτία με το Είναι και την αλήθεια, τα οποία για τον Αριστοτέλη δεν αποτελούν γένη, τουλάχιστον όσον αφορά το Είναι.
Κατά συνέπεια, ο Αβερρόης θεωρεί την εν λόγω αιτία ως την πρώτη αιτία όλων των όντων, παραπέμποντας στη Φυσική, που μιλά για το ακίνητο κινούν ως αιτία της κίνησης του ουρανού και, μέσω αυτής, όλων των όντων. Σκέφτεται λοιπόν μία και μοναδική αρχή, τον Θεό, και ερμηνεύει το ακίνητο κινούν ως αιτία του Είναι, δηλαδή ως δημιουργό, σύμφωνα με τον ισλαμικό μονοθεϊσμό.
Μέχρι αυτό το σημείο βρισκόμαστε μπροστά στην κανονική μεσαιωνική (ισλαμική και χριστιανική) ερμηνεία του ακίνητου κινούντος ως Θεού. Αλλά στο συμπέρασμα τού σχολίου του, ο Αβερρόης ταυτίζει τις αρχές των αιωνίων όντων, τα οποία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη δεν είναι κατά κάποιον τρόπο «κατά καιρούς» (in aliquo tempore, ποτε), αλλά είναι πάντοτε, με τις αρχές των ουράνιων σωμάτων, δηλαδή με τα ακίνητα κινούντα, τα οποία για τους Μουσουλμάνους, όπως και για τους Χριστιανούς, είναι οι νοητικές ουσίες, δηλαδή οι άγγελοι. Με αυτόν τον τρόπο ο Αβερρόης μετατοπίζει το
απόσπασμα του Αριστοτέλη από το επιστημολογικό επίπεδο των προκείμενων
της απόδειξης στο οντολογικό, και μάλιστα φυσικό, επίπεδο των κινήσεων των ουρανών. Την ίδια ακριβώς πράξη, όπως είδαμε, έκανε και ο άγιος Θωμάς, και αυτή η ερμηνευτική γραμμή ανάγεται, όπως θα δούμε αμέσως, στον Αλέξανδρο τον Αφροδισιέα.
7 «Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, στο Μεταφυσικά Β 1
«Να λοιπόν το σχόλιο του Αλεξάνδρου του Αφροδισιέα στο εν λόγω απόσπασμα, το οποίο παραθέτω με μια μετάφραση εμπνευσμένη από την αγγλική μετάφραση των Dooley και Madigan («Εκείνο που αποτελεί την αιτία του ότι και τα άλλα πράγματα είναι αληθινά, είναι αληθινό στον ύψιστο βαθμό· αλλά οι [πρώτες] αρχές είναι οι αιτίες της αλήθειας που υπάρχει στα πράγματα τα οποία υπάρχουν εξαιτίας τους. Διότι καθένα από τα πράγματα που υπάρχουν συμμετέχει στην αλήθεια στον βαθμό που συμμετέχει στο είναι, επειδή το ψευδές είναι βεβαίως μη-είναι.
Επομένως, τα αιώνια πράγματα είναι όντα στον ύψιστο βαθμό, και η γνώση τους είναι ο ύψιστος βαθμός της αλήθειας. […] Διότι ο Αριστοτέλης καθιστά αυτό το σημείο σαφές όταν λέει: “εκείνο χάρη στο οποίο [η ίδια ιδιότητα ανήκει και στα άλλα πράγματα]”, αφού κάτι μπορεί να κάνει άλλα πράγματα να είναι αυτό που είναι, χωρίς το ίδιο να είναι πράγμα της ίδιας φύσεως — η τριβή, για παράδειγμα, είναι η αιτία της θερμότητας σε ορισμένα πράγματα, αλλά δεν είναι η αιτία της θερμότητάς τους υπό την έννοια ότι είναι το θερμό στον μεγαλύτερο βαθμό.
Αντίθετα, η φωτιά, στο μέτρο που είναι αιτία της θερμότητας στα θερμά πράγματα επειδή και η ίδια είναι θερμή, γι’ αυτόν τον λόγο είναι η θερμότητα στον ύψιστο βαθμό.
[Κατά παρόμοιο τρόπο], τότε, οι αιτίες των πραγμάτων που είναι όντα στον ύψιστο βαθμό, εφόσον είναι και οι ίδιες όντα, είναι όντα σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό από εκείνα, επειδή είναι οι αιτίες τους· και είναι ακόμη αληθέστερα, επειδή θέσαμε ότι κάθε πράγμα συμμετέχει στην αλήθεια στον βαθμό που συμμετέχει στο είναι. […] Αυτό σημαίνει ότι η γνώση αυτών των αρχών είναι πάντοτε η αληθέστατη μορφή γνώσεως· διότι αν το είναι είναι αληθές, τότε το αιώνιο είναι είναι αιώνια αληθές. Εκείνο που είναι αληθέστερο από το αιώνια αληθές πρέπει βεβαίως να είναι το αληθέστατο. Τέτοιες είναι οι αιτίες των πραγμάτων που υπάρχουν αιωνίως — του σύμπαντός μας, για παράδειγμα, και των άστρων, ή των τεσσάρων [πρωταρχικών] σωμάτων, των οποίων η αιωνιότητα είναι η αιωνιότητα του είδους τους· ή των αιώνιων πραγματικοτήτων στην περίπτωση των καθ’ έκαστα πραγμάτων που υπόκεινται σε γένεση, διότι και αυτά είναι αιώνια. […] Γι’ αυτό προσθέτει: “Ώστε καθώς κάθε πράγμα είναι ως προς το είναι, έτσι είναι και ως προς την αλήθεια”. Η δήλωση αυτή ισοδυναμεί με το να λέει: “Διότι καθώς κάθε πράγμα κατέχει και συμμετέχει στο είναι, έτσι συμμετέχει και στην αλήθεια”. “Διότι [οι αρχές αυτές] δεν είναι [αληθείς μόνο] κάποτε”, επειδή είναι αιώνια πράγματα, παρόλο που και τα άλλα αιώνια πράγματα έχουν τουλάχιστον αυτήν [την ιδιότητα της αιωνιότητας] κοινή με τις [αιτίες] τους.») :»
(147, 8) ἀληθέστατον μὲν γὰρ ὃ καὶ τοῖς ἄλλοις αἴτιον τοῦ ἀληθέσιν εἶναι, αἱ δὲ ἀρχαὶ αἴτια τῆς ἐν τοῖς δι’ αὐτὰς οὖσιν ἀληθείας. ἕκαστον γὰρ τῶν ὄντων ἐφ’ ὅσον τοῦ εἶναι μετέχει, ἐπὶ τοσοῦτον καὶ τῆς ἀληθείας· τὸ γοῦν ψεῦδος μὴ ὄν. διὸ τὰ ἀίδια μάλιστα ὄντα, καὶ μάλιστα ἡ ἐκείνων γνῶσις ἀλήθεια, εἴ γε ἐπιστήμη. εἰ δὲ τὰ ἀίδια μάλιστα ὄντα, ἔτι μᾶλλον ὄντα τὰ τούτοις αἴτια τοῦ εἶναι ἀεί· διὰ γὰρ τὸ εἶναι αἴτια τούτοις ἐκεῖνα τούτων μᾶλλον ὄντα καὶ μάλιστα ὄντα. […] (147, 23) τοῦτο γὰρ ἐδήλωσε διὰ τοῦ εἰπεῖν καθ’ ὃ καὶ τοῖς ἄλλοις, ἐπεὶ δύναται αἴτιόν τισιν εἶναι τοῦ τοῖσδε εἶναι μὴ ὂν αὐτὸ τοιοῦτον, οἷον ἡ τρῖψις αἰτία θερμότητός τισιν, ἀλλ’ οὐ μάλιστα θερμὴ οὖσα αἰτία τῆς θερμότητος ἐκείνοις. τὸ δὲ πῦρ, ἐπεὶ τοῖς θερμοῖς αἴτιον τῆς θερμότητος θερμὸν ὂν καὶ αὐτό, διὰ τοῦτο μάλιστα καὶ αὐτὸ θερμόν. καὶ τὰ τῶν ὄντων δὴ μάλιστα αἴτια, ὄντα καὶ αὐτά, ὄντα μᾶλλον ἐκείνων τῷ αἴτια αὐτῶν εἶναι, (148) καὶ ἀληθῆ ἔτι μᾶλλον· ἦν γὰρ κείμενον τὸ ᾗ ἕκαστον τοῦ ὄντος μετέχει, οὕτω καὶ τῆς ἀληθείας ἔχειν. […] (148, 22) Τουτέστι τὴν γνῶσιν αὐτῶν εἶναι ἀεὶ ἀληθεστάτην· εἰ γὰρ τὸ ὂν ἀληθές, τὸ ἀεὶ ὂν ἀληθὲς ἀεί. ὃ δὴ τοῦ ἀεὶ ἀληθοῦς ἐστιν ἀληθέστερον, ἀεὶ ἀληθέστατον ἂν εἴη. τοιαῦτα δὲ τὰ αἴτια τῶν ὄντων ἀεί, οἷον κόσμου τοῦδε καὶ τῶν ἄστρων, ἢ τῶν τεσσάρων σωμάτων, ὧν κατ’ εἶδος ἡ ἀιδιότης, καὶ τῶν ἐπὶ τοῖς καθ’ ἕκαστά τε καὶ ἐν γενέσει ἀιδίων· καὶ γὰρ αὐτὰ ἀίδια. […] (149, 7) διὸ καὶ ἐπιφέρει ὥστε ἕκαστον ὡς ἔχει τοῦ εἶναι, οὕτω καὶ τῆς ἀληθείας, ἴσον λέγων τῷ ὡς γὰρ ἕκαστον ἔχει τε καὶ μετέχει τοῦ εἶναι, οὕτω καὶ τῆς ἀληθείας. οὐ γὰρ ποτὲ ἀληθεῖς, τοῦτο δὲ διὰ τὸ ἀίδια εἶναι· ἀλλὰ κατά γε τοῦτο κοινωνεῖ αὐτοῖς καὶ τὰ ἄλλα τὰ ἀίδια22.
Εκείνο που είναι η αιτία του ότι και τα άλλα πράγματα είναι αληθινά είναι αληθινό στον ύψιστο βαθμό· αλλά οι [πρώτες] αρχές είναι οι αιτίες της αλήθειας που βρίσκεται στα πράγματα τα οποία υπάρχουν εξαιτίας τους. Διότι καθένα από τα πράγματα που υπάρχουν συμμετέχει στην αλήθεια ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο συμμετέχει στο είναι, διότι το ψευδές είναι σίγουρα ένα μη-ον. Έτσι τα αιώνια πράγματα είναι όντα στον ύψιστο βαθμό, και η γνώση που έχουμε για αυτά είναι ο ύψιστος βαθμός της αλήθειας. […]
Αυτό είναι που ο Αριστοτέλης δείχνει πολύ καθαρά λέγοντας «αυτό δυνάμει του οποίου [η ίδια ιδιότητα ανήκει επίσης στα άλλα πράγματα]», στον βαθμό που κάτι μπορεί να είναι η αιτία του ότι άλλα πράγματα είναι το είδος των πραγμάτων που είναι, χωρίς το ίδιο να είναι ένα ον της ίδιας φύσεως – η τριβή, για παράδειγμα, είναι η αιτία της θερμότητας, αλλά δεν είναι η αιτία της θερμότητάς τους επειδή η ίδια είναι η θερμότητα στον ύψιστο βαθμό. Αντιθέτως, η φωτιά, στον βαθμό που είναι η αιτία της θερμότητας στα θερμά πράγματα, επειδή και η ίδια είναι θερμή, για αυτόν τον λόγο είναι το θερμό στον ύψιστο βαθμό. [Κατά τον ίδιο τρόπο], οι αιτίες των πραγμάτων που είναι όντα στον ύψιστο βαθμό, εφόσον και οι ίδιες είναι όντα, είναι όντα σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό από εκείνα των οποίων είναι αιτίες, επειδή είναι οι αιτίες τους· και είναι ακόμη αληθέστερα, διότι θέσαμε ότι κάθε πράγμα συμμετέχει στην αλήθεια στον ίδιο βαθμό που συμμετέχει στο είναι. […]
Αυτό σημαίνει ότι η γνώση αυτών των αρχών είναι πάντοτε η πιο αληθινή [μορφή] γνώσης, διότι εάν το είναι είναι αληθές, το αιώνιο είναι είναι αιώνια αληθές. Αυτό που είναι αληθέστερο από το αιώνια αληθές πρέπει, βεβαίως, να είναι το αληθέστατο. Τέτοιες είναι οι αιτίες των πραγμάτων που υπάρχουν αιωνίως – του σύμπαντός μας, για παράδειγμα, και των άστρων, και των τεσσάρων [πρωταρχικών] σωμάτων, των οποίων η αιωνιότητα είναι εκείνη του είδους τους, ή των αιωνίων πραγματικοτήτων στην περίπτωση των επιμέρους πραγμάτων και των πραγμάτων που υπόκεινται σε γένεση, διότι και αυτά είναι αιώνια. […]
Γι’ αυτό προσθέτει: «κατά συνέπεια, όπως κάθε πράγμα συμμετέχει στο είναι, έτσι συμμετέχει και στην αλήθεια». Αυτή η διατύπωση ισοδυναμεί με το να λέει: «καθώς κάθε πράγμα κατέχει το είναι και συμμετέχει σε αυτό, έτσι κατέχει και την αλήθεια». «Διότι [αυτές οι αρχές] δεν είναι αληθινές μόνο κατά διαστήματα», επειδή είναι αιώνια πράγματα, αν και και τα άλλα αιώνια πράγματα έχουν τουλάχιστον αυτήν [την ιδιότητα της αιωνιότητας] ως κοινή με τις [αιτίες] τους.
Σχολιάζω τώρα σύντομα το σχόλιο του Αλέξανδρου. Ο Αλέξανδρος εισάγει στο κείμενο του Αριστοτέλη τη θεωρία της συμμετοχής (μετέχει) στην αλήθεια και στο είναι, και κατά συνέπεια εισάγει εκεί τη θεωρία των βαθμών της αλήθειας και του είναι (μᾶλλον ὄντα καὶ μάλιστα ὄντα). Φαίνεται ότι αντιλαμβάνεται πως ο νόμος της αιτιότητας του μέγιστου, τον οποίο ερμηνεύει σωστά ως, τρόπον τινά, «μεγιστότητα της αιτίας», ισχύει μόνο για τα ομογενή πράγματα, επομένως για τη φωτιά, και δεν ισχύει για άλλα, όπως για παράδειγμα η τριβή (rubbing, τρῖψις). Αλλά – και αυτό είναι το σημείο που μας ενδιαφέρει – ο Αλέξανδρος ερμηνεύει τα αιώνια πράγματα για τα οποία μιλά ο Αριστοτέλης ως το σύμπαν, τα άστρα και τα τέσσερα στοιχεία, μετατοπίζοντας με αυτόν τον τρόπο τη συζήτηση του Αριστοτέλη από το επιστημολογικό επίπεδο στο φυσικό, όπως είδαμε στον Αβερρόη και τον άγιο Θωμά. Τέλος, ο Αλέξανδρος ερμηνεύει το ρήμα ἔχει, που βρίσκεται στο τέλος του αποσπάσματος του Αριστοτέλη, ως δηλωτικό ενός «έχει» και «συμμετέχει» αντί ενός «έχει ως προς» ή «φέρει τον εαυτό του σε σχέση με».
Συμπέρασμα
Η ρίζα των παρεξηγήσεων, ή των πλατωνιζουσών ερμηνειών, που βρήκαμε στον άγιο Θωμά και στον Αβερρόη, είναι λοιπόν ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς, ο σημαντικότερος και ο πιο εκτιμημένος ανάμεσα στους αρχαίους σχολιαστές του Αριστοτέλη, ο οποίος είχε και ο ίδιος μια δική του μεταφυσική σκέψη, αποτελούμενη από ένα είδος «θεολογικοποίησης» της αριστοτελικής μεταφυσικής.
Δεν γνωρίζω την ακριβή αιτία για την οποία ο Αλέξανδρος «θεολογικοποίησε» τον Αριστοτέλη («Ερμηνεύω με αυτόν τον τρόπο τα αποτελέσματα των θεμελιωδών μελετών του M. Rashed, Essentialisme. Alexandre d’Aphrodise entre logique, physique et cosmologie, Βερολίνο, W. de Gruyter, 2007, και του G. Guyomarc’h, L’unité de la métaphysique selon Alexandre d’Aphrodise, Παρίσι, Vrin, 2015.»). Ίσως το έκανε εξαιτίας της επιρροής τού μέσου πλατωνισμού, ή των μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών που, στην εποχή του, είχαν κατακλύσει τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία.
Ξέρω ότι η μεταφυσική του Αριστοτέλη σχεδόν πάντοτε ταυτίστηκε, κατά τον Μεσαίωνα και τους νεότερους χρόνους, με τη μεταφυσική του Αλεξάνδρου· και ότι για τον λόγο αυτό ο Αλέξανδρος υπήρξε ένας από τους πιο επιδραστικούς φιλοσόφους της αρχαιότητας και ο Αριστοτέλης ένας από τους πιο κακώς κατανοημένους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου