“Τὸ στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέωκται, οἱ βουλόμενοι ἀθλῆσαι εἰσέλθετε…”
«Εν Hμέρα Κρίσεως ό,τι έχει ο καθένας, δηλαδή ό,τι υπέφερε σε αυτήν την ζωήν δια τον Χριστόν, αυτό και θα δείξη. Και μακάριος θα είναι εκείνος, που θα έχη να φανερώση πολλά παθήματα, μεγάλον σταυρόν».
Όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης (♰ 27 Φεβρουαρίου 1998)
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟΝ ΘΕΟ, ΣΗΜΕΡΑ.
Η Χριστιανική Πίστη στον Θεό συνεπάγεται πάνω απ’όλα την απόφαση για το πρωτείο του Λόγου πάνω στην καθαρή ύλη. Η ομολογία «Εγώ πιστεύω πως ο θεός υπάρχει» περιλαμβάνει την θέση υπέρ της Ιδέας πως ο λόγος, δηλαδή η σκέψη, η ελευθερία, η αγάπη δεν μας περιμένουν μόνον στο τέλος, αλλά και από την αρχή. Πως ο λόγος είναι η δύναμις η οποία παράγει και αγκαλιάζει κάθε όν. Με άλλους όρους: η πίστη εμπλέκει μόνον την απόφαση ότι η σκέψη και η σημασία δεν συστήνουν μόνον ένα δευτερεύον και τυχαίο προϊόν του είναι, αλλά ότι όλη η ύπαρξη είναι προϊόν της σκέψης, μάλιστα δε πως, στην πιό εσωτερική της δομή είναι σκέψη.
Σ’αυτή την απόφαση για την λογικό-ιδεατή δομή της υπάρξεως, η οποία κατάγεται από το νόημα και την κατανόηση, δηλώνεται ταυτοχρόνως και η πίστη στην Δημιουργία. Αυτή η πίστη συνεπάγεται την πεποίθηση πως το αντικείμενο πνεύμα, το οποίο βρίσκαμε να είναι παρών σε κάθε πράγμα, μάλιστα δε λόγω, του οποίου μαθαίνουμε να γνωρίζουμε όλο και καλύτερα κάθε πράγμα, είναι αναπαραγωγή και έκφραση του υποκειμενικού πνεύματος και η ιδανική δομή του είναι που είμαστε ικανοί να ξανασκεφτούμε, είναι έκφραση μιας προυπάρχουσας δημιουργικής σκέψης, λόγω της οποίας όλα τα πράγματα υπάρχουν.
Ας προχωρήσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια: Στην αρχαία πυθαγορική θεωρία ενός θεού που έχει σαν πρόθεση να σχεδιάσει την γεωμετρία του σύμπαντος, εκφράζεται το όραμα της μαθηματικής δομής τού είναι, το οποίο μας οδηγεί να το αντιληφθούμε σαν ένα προϊόν σκέψης, σαν να είναι δομημένο μ’ένα λογικό Ιδεαλιστικό τρόπο. Εκφράζεται η γνώση πως ούτε και η ύλη είναι απλώς μια έλλειψη νοήματος η οποία διαφεύγει από την κατανόηση, αλλά φέρει και αυτή μέσα της αλήθεια και κατανόηση τα οποία καθιστούν δυνατή την συλλογική κατανόηση.
Αυτό το όραμα απέκτησε ένα πρωτοφανές βάρος σήμερα, λόγω και της μελέτης της μαθηματικής δομής της ύλης, της δυνατότητος να την σκεφτούμε και να την αξιολογήσουμε με μαθηματικούς όρους. Ο Άινσταιν δηλώνει σχετικά με το θέμα πως μέσα στη Φύση «φανερώνεται μια Νόηση τόσο θαυμάσια, που απεναντί της κάθε προσπάθεια σκέψης με κάποιο νόημα και κάθε ανθρώπινη οργάνωση δεν αντιπρόσωπεύει παρά μόνον μια αντανάκλαση άνευ αξίας».
Αυτό σημαίνει πως όλη μας η σκέψη αντιπροσωπεύει μόνον έναν αναστοχασμό πραγμάτων που είναι προιόντα σκέψης πολύ πριν τα ανακαλύψουμε. Σε μας δεν απομένει παρά μόνον η μίζερη προσπάθεια να αναστοχαστούμε την τάξη του Είναι, ένα όν που είναι ήδη εννούμενο και να βρούμε σ’αυτό την αλήθεια.
Η μαθηματική σύλληψη του κόσμου, μέσω του μαθηματικού σύμπαντος, βρήκε, ας πούμε τον «Θεό των φιλοσόφων». Τον ξανα-ανακάλυψε, με όλη την δυσκολία του πράγματος, η οποία εμφανίζεται μπροστά μας, όταν για παράδειγμα, ο Αινστάϊν συνεχίζει να απωθεί την έννοια ενός προσωπικού Θεού σαν «Ανθρωπομορφισμό» και τον κατατάσσει στην «ηθική θρησκεία» και στην « Θρησκεία του φόβου», στις οποίες αντιπαραθέτει σαν μόνη εναλλακτική λύση την «κοσμική θρησκευτικότητα», η οποία κατα την γνώμη του, φανερώνεται στον «εκστατικό θαυμασμό απέναντι στην αρμονία της φύσεως», σε μία « βαθειά πίστη στο έλλογο της δομής του σύμπαντος» και στον «πόθο να συλλάβουμε μια αντανάκλαση, έστω και μικρή, της Νοήσεως που αποκαλύπτεται σ’αυτόν τον κόσμο».
Έχουμε μπροστά μας εδώ, όλο το πρόβλημα της πίστεως στον Θεό : απο το ένα μέρος φαίνεται η διαύγεια τού είναι, καθότι έλλογο παραπέμπει σε μία σκέψη, αλλά ταυτοχρόνως συναντούμε και την αδυναμία να σχετίσουμε αυτή την σκέψη τού είναι με τον άνθρωπο. Το εμπόδιο είναι φανερό: πρόκειται για μία ανεπαρκέστατη έννοια τού προσώπου, η οποία εμποδίζει να ταυτίσουμε τον «Θεό τών φιλοσόφων» με τον «Θεό της πίστεως».
-Θέλω να σας ρωτήσω πάτερ.Γιατί οι χριστιανοί δεν ψάχνουν να βρουν το Άγιο Πνεύμα, δεν γνωρίζουν το Άγιο Πνεύμα;
-π.Σαββάτιος:Επειδή οι άνθρωποι αναμίχθηκαν με τον ''κόσμο'' και τις πράξεις του κόσμου τούτου και αντι να φέρουν την Εκκλησία στον κόσμο, έφεραν τον ''κόσμο''στην Εκκλησία. ''Εν ειρήνη προέλθωμεν''- αντί να μετεφέρουν εκείνοι στον ''κόσμο'' το πνεύμα της ειρήνης, το οποίο λαμβάνουμε από τον Χριστό στη Θεία Λειτουργία, έφεραν τον ''κόσμο''στην Εκκλησία.
Ετσι αφου ''μαγαριστήκαμε''και καλοσυνηθίσαμε με τα του κόσμου θεωρήσαμε πως αυτό είναι χριστιανισμός, αλλά ο χριστιανισμός είναι κάτι πιο βαθύ, πιο συνταρακτικό.
Αφού λοιπόν θεωρούν πως ότι έχουν είναι αρκετό και πως ότι αυτοί κάνουν είναι χριστιανισμός και εκκλησιαστική ζωή, δεν ψάχνουν πια να βρουν το Άγιο Πνεύμα. Πλανώνται όμως οικτρά.
Αφού λοιπόν θεωρούν πως ότι έχουν είναι αρκετό και πως ότι αυτοί κάνουν είναι χριστιανισμός και εκκλησιαστική ζωή, δεν ψάχνουν πια να βρουν το Άγιο Πνεύμα. Πλανώνται όμως οικτρά.
Υπάρχουν πολλοί που ''είναι έτσι'', αλλά ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος όταν ρωτήθηκε:
«Γιατί εμείς δεν θα σωθούμε; Μόνο οι καλόγεροι στα βουνά»;
Τους απάντησε με πνευματική ειρωνεία:«Ποιός σας είπε πως όλοι θα σωθούν»;
«Γιατί εμείς δεν θα σωθούμε; Μόνο οι καλόγεροι στα βουνά»;
Τους απάντησε με πνευματική ειρωνεία:«Ποιός σας είπε πως όλοι θα σωθούν»;
Έτσι και εμείς,πέφτουμε στην παγίδα της αυτοϊκανοποίησης,της επάρκειας. Να μην πέφτουμε στον πειρασμό να βάζουμε στην άκρη τους αγίους και και το Ευαγγέλιο και να λέμε:«Αυτό ήταν κάποτε, σήμερα ζούμε σε άλλες εποχές, αυτά δεν γίνονται.Η ατμοσφαιρα της εποχής μας επιβάλλει έναν άλλον τρόπο ζωής και θα πρέπει να προσαρμοστει σε αυτόν η Εκκλησία»
Εξαιτίας του γελοίου αυτού πειρασμού, οι άνθρωποι έφτασαν να μην ψάχνουν να βρουν το Άγιο Πνεύμα και χαραμίζουν τη ζωή τους. Σηκώνονται το πρωί για να πάνε στην Εκκλησία -τουλάχιστον κάνουν αυτόν τον κόπο- αλλά πολλές φορές δεν ξέρουν γιατί το κάνουν...
Απόσπασμα από συνέντευξη του ιερομονάχου Σαββατίου Μπαστοβόϊ
ΑΥΤΗ Η ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑΡΗ ΤΗΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΒΟΛΟΥ.
ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ ΠΕΤΥΧΕ Η ΕΝΟΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΣΕ ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ.
Φαινομενική δημοκρατία, εξουδετερωμένη, περιορισμένη σε τελετουργία, μια διαδικασία με προκαθορισμένο αποτέλεσμα, μια στημένη κούρσα αποφασισμένη εκ των προτέρων, όπως ξέρουν τά προγνωστικά, αλλά ακόμα πιστεύουν ότι είναι από πολλούς: η δημοκρατία των ευκολόπιστων ανθρώπων, στην πραγματικότητα.
ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΙΚΗΣ “ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ” ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ (ΙΙΙ)Συνέχεια από Σάββατο, 13 Μαΐου 2017
Απόσπασμα από το δοκίμιο «ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ”» του Joseph Ratzinger.
«Οι λέξεις “πνευματολογία” και “πνευματικότης” είναι ήδη συνδεδεμένες μεταξύ τους στην γλωσσολογία: η μία είναι η μετάφραση της άλλης! Το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίζεται από τον τρόπο με τον οποίο μορφώνει την ανθρώπινη ζωή. Η ζωή της πίστεως επίσης, παραπέμπει στο Άγιο Πνεύμα. Ο στοχασμός πάνω στην “χριστιανική πνευματικότητα” σημαίνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο αναγνωρίζεται από το γεγονός πως η ανθρώπινη ζωή αποκτά ένα καινούριο κέντρο. Ο λόγος για το Άγιο Πνεύμα συνεπάγεται τον καθορισμό του μέσα στον άνθρωπο στον οποίο έχει δοθεί, δωρισθεί!!
Ο Αυγουστίνος, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί το δοκίμιο, προσπαθεί να αντλήσει κατά κάποιο τρόπο την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Αγίου Πνεύματος μελετώντας τις παραδοσιακές ονομασίες του και πάνω απ’ όλες αυτή του “Αγίου Πνεύματος”. Ακριβώς όμως αυτή η ονομασία τον θέτει μπροστά σε μια απορία. Ενώ στα ονόματα του “Πατρός” και του “Υιού” φανερώνεται αυτό που είναι ιδιαίτερο στο πρώτο και στο δεύτερο πρόσωπο της Τριάδος, δηλαδή το δόσιμο και η δεκτικότης, το Είναι σαν δώρο και το Είναι σαν δεκτικότης, σαν Λόγος και Απάντηση, παρότι πάντοτε κάτι απολύτως ένα, που γεννιέται σαν ενότης και όχι σαν κατωτερότης, το όνομα “Άγιο Πνεύμα” δεν φανερώνει καθόλου την ιδιαιτερότητα του τρίτου προσώπου. Αντιθέτως θα μπορούσαμε να ονομάσουμε μ’ αυτή την ονομασία οποιοδήποτε άλλο από τα άλλα πρόσωπα της Τριάδος και ιδιαιτέρως αυτόν τον ίδιο τον θεό, όπως διαβάζεται και στο κατά Ιωάννην 4, 24 “πνεύμα ο θεός”. Το πνεύμα και η Αγιότης αποτελούν την Ουσία αυτού του Ίδιου του θεού, αυτού που τον χαρακτηρίζει σαν θεό.
Έτσι λοιπόν προσπαθώντας να γνωρίσουμε κάτι από το Άγιο Πνεύμα, ξεκινώντας από τα ονόματά του, φτάνουμε ακριβώς στην αντίθετη πλευρά στην οποία αποδεικνύεται το Άγιο Πνεύμα άγνωστο. Και εδώ ακριβώς ο Αυγουστίνος βλέπει την Ιδιαιτερότητα του Αγίου Πνεύματος. Εάν ονομάζεται μέσω αυτού που είναι το θείο του θεού, αυτού που είναι κοινό στον Πατέρα και στον Υιό, αυτό ακριβώς σημαίνει πως η Ουσία του είναι ακριβώς αυτή, να είναι η κοινωνία (communio) ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό! Η Ιδιαιτερότης του Αγίου Πνεύματος είναι ξεκάθαρα το γεγονός ότι είναι η κοινή πραγματικότης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Η μοναδική του Ιδιαιτερότης είναι να είναι ενότης. Έτσι λοιπόν είναι αυτή η γενική ονομασία “Άγιο Πνεύμα” ο πιο ταιριαστός τρόπος, μέσα στη γενικότητά του, να εκφραστεί εντελώς παράδοξα αυτό που έχει απολύτως Ιδιαίτερο, που είναι ακριβώς η κοινότης.
Από αυτή την ανάλυση προκύπτει κάτι πολύ σημαντικό: η σύνθεση του Πατρός και του Υιού σε μια τέλεια ενότητα δεν θεωρείται σαν μια γενική ομοουσιότητα, αλλά σαν κοινωνία (communio), όχι δηλαδή σαν μια ουσία με την μεταφυσική της έννοια, αλλά λόγω των προσώπων, σύμφωνα και με την φύση του θεού, η σύνθεση είναι κι’ αυτή προσωπική. Στην Τριάδα η Δυάς στρέφεται προς την ενότητα χωρίς να καταργεί τον διάλογο, ο οποίος αντιθέτως δυναμώνει. Μια ξανασύνθεση στην ενότητα, η οποία δεν θα ήταν και αυτή με την σειρά της πρόσωπο, θα διέλυε τον διάλογο των δύο προσώπων. Το πνεύμα είναι το πρόσωπο καθώς είναι ενότης, η ενότης καθώς είναι πρόσωπο!
Απόσπασμα από το δοκίμιο «ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΑΝ “ΚΟΙΝΩΝΙΑ”» του Joseph Ratzinger.
«Οι λέξεις “πνευματολογία” και “πνευματικότης” είναι ήδη συνδεδεμένες μεταξύ τους στην γλωσσολογία: η μία είναι η μετάφραση της άλλης! Το Άγιο Πνεύμα αναγνωρίζεται από τον τρόπο με τον οποίο μορφώνει την ανθρώπινη ζωή. Η ζωή της πίστεως επίσης, παραπέμπει στο Άγιο Πνεύμα. Ο στοχασμός πάνω στην “χριστιανική πνευματικότητα” σημαίνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο αναγνωρίζεται από το γεγονός πως η ανθρώπινη ζωή αποκτά ένα καινούριο κέντρο. Ο λόγος για το Άγιο Πνεύμα συνεπάγεται τον καθορισμό του μέσα στον άνθρωπο στον οποίο έχει δοθεί, δωρισθεί!!
Ο Αυγουστίνος, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί το δοκίμιο, προσπαθεί να αντλήσει κατά κάποιο τρόπο την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Αγίου Πνεύματος μελετώντας τις παραδοσιακές ονομασίες του και πάνω απ’ όλες αυτή του “Αγίου Πνεύματος”. Ακριβώς όμως αυτή η ονομασία τον θέτει μπροστά σε μια απορία. Ενώ στα ονόματα του “Πατρός” και του “Υιού” φανερώνεται αυτό που είναι ιδιαίτερο στο πρώτο και στο δεύτερο πρόσωπο της Τριάδος, δηλαδή το δόσιμο και η δεκτικότης, το Είναι σαν δώρο και το Είναι σαν δεκτικότης, σαν Λόγος και Απάντηση, παρότι πάντοτε κάτι απολύτως ένα, που γεννιέται σαν ενότης και όχι σαν κατωτερότης, το όνομα “Άγιο Πνεύμα” δεν φανερώνει καθόλου την ιδιαιτερότητα του τρίτου προσώπου. Αντιθέτως θα μπορούσαμε να ονομάσουμε μ’ αυτή την ονομασία οποιοδήποτε άλλο από τα άλλα πρόσωπα της Τριάδος και ιδιαιτέρως αυτόν τον ίδιο τον θεό, όπως διαβάζεται και στο κατά Ιωάννην 4, 24 “πνεύμα ο θεός”. Το πνεύμα και η Αγιότης αποτελούν την Ουσία αυτού του Ίδιου του θεού, αυτού που τον χαρακτηρίζει σαν θεό.
Έτσι λοιπόν προσπαθώντας να γνωρίσουμε κάτι από το Άγιο Πνεύμα, ξεκινώντας από τα ονόματά του, φτάνουμε ακριβώς στην αντίθετη πλευρά στην οποία αποδεικνύεται το Άγιο Πνεύμα άγνωστο. Και εδώ ακριβώς ο Αυγουστίνος βλέπει την Ιδιαιτερότητα του Αγίου Πνεύματος. Εάν ονομάζεται μέσω αυτού που είναι το θείο του θεού, αυτού που είναι κοινό στον Πατέρα και στον Υιό, αυτό ακριβώς σημαίνει πως η Ουσία του είναι ακριβώς αυτή, να είναι η κοινωνία (communio) ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό! Η Ιδιαιτερότης του Αγίου Πνεύματος είναι ξεκάθαρα το γεγονός ότι είναι η κοινή πραγματικότης ανάμεσα στον Πατέρα και στον Υιό. Η μοναδική του Ιδιαιτερότης είναι να είναι ενότης. Έτσι λοιπόν είναι αυτή η γενική ονομασία “Άγιο Πνεύμα” ο πιο ταιριαστός τρόπος, μέσα στη γενικότητά του, να εκφραστεί εντελώς παράδοξα αυτό που έχει απολύτως Ιδιαίτερο, που είναι ακριβώς η κοινότης.
Από αυτή την ανάλυση προκύπτει κάτι πολύ σημαντικό: η σύνθεση του Πατρός και του Υιού σε μια τέλεια ενότητα δεν θεωρείται σαν μια γενική ομοουσιότητα, αλλά σαν κοινωνία (communio), όχι δηλαδή σαν μια ουσία με την μεταφυσική της έννοια, αλλά λόγω των προσώπων, σύμφωνα και με την φύση του θεού, η σύνθεση είναι κι’ αυτή προσωπική. Στην Τριάδα η Δυάς στρέφεται προς την ενότητα χωρίς να καταργεί τον διάλογο, ο οποίος αντιθέτως δυναμώνει. Μια ξανασύνθεση στην ενότητα, η οποία δεν θα ήταν και αυτή με την σειρά της πρόσωπο, θα διέλυε τον διάλογο των δύο προσώπων. Το πνεύμα είναι το πρόσωπο καθώς είναι ενότης, η ενότης καθώς είναι πρόσωπο!
Ο Ακινάτης λοιπόν εισάγει στην κοινή δοξασία, στο δόγμα, που αποκτήθηκε με τον Αυγουστίνο, την πίστη και το έλεος, επιτρέποντας μας να κατανοήσουμε πώς το Άγιο Πνεύμα μπορεί να ειπωθεί "κατά κάποιο τρόπο" η ψυχή της Εκκλησίας, χωρίς να μας επιτρέψει όμως να παρασυρθούμε σε παραλογισμούς, αλλά και χωρίς να παραιτηθούμε να αναγνωρίσουμε την αλήθεια του λόγου. Η Χάρις μέσα στην ψυχή, όπως ακριβώς η πίστη και το έλεος, στις ικανότητες τής νοήσεως και της θελήσεως, είναι ασυζητητί δώρα του Αγίου Πνεύματος. Μας δόθηκαν για να ανυψωθούμε στην Θεία ζωή, την οποία καλούμαστε να μοιραστούμε όταν πρόκειται για την χάρη και για να μάς επιτρέψει να ενεργήσουμε σ'αυτό το επίπεδο σαν νέοι και θυγατέρες του Θεού όταν πρόκειται για την πίστη και το έλεος.
Για να κατανοήσουμε στο μέτρο τού δυνατού αυτό που συμβαίνει όταν ο Θεός γνωρίζεται και αγαπάται μ'αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε την αναλογία τής γνώσεως και τής αγάπης στον δικό μας καθημερινό κόσμο. Παρότι παρών δίπλα μου, το πρόσωπο που αγαπώ, δέν είναι φυσικά παρών στο πνεύμα μου. Είναι παρών μόνον μέσω του οράματος που έχω και τής αναπαραστάσεως που δημιουργώ, χάρη στις οποίες εσωτερικεύω αυτή την παρουσία στην καρδιά μου μ'έναν τέτοιο τρόπο ώστε να μπορώ να διατηρήσω αυτή την εσωτερική παρουσία σαν ανάμνηση όταν η φυσική παρουσία θα'χει τελειώσει. Μία παρουσία "προθέσεως" γνώσεως και αγάπης, λένε οι ειδικοί, αλλά όμως μία παρουσία απολύτως πραγματική. Ο αγαπώμενος κατοικεί πνευματικά στον αγαπώντα, όπως ο αγαπών στον αγαπώμενο.
Οι "προθέσεις" σημαίνουν εδώ, ακριβώς, εκείνα τα συμπληρώματα της πραγματικότητος που είναι οι αναπαραστάσεις που επεξεργαζόμαστε για να κατορθώσουμε να την εσωτερικεύσουμε μέσω της γνώσεως και της αγάπης.
Απελευθερωμένη από όλα τα όρια που συνυπάρχουν μαζί με την δική μας σωματική συνθήκη, αυτή η αναπαράσταση που είναι καθαρά ανθρώπινη, μας προσφέρει την αναλογία ακριβώς που χρειαζόμαστε. Ο Θεός, όπως έχουμε ήδη δεί, είναι παρών σε μας τους ίδιους, πιό οικεία από κάθε άλλο αντικείμενο γνώσεως και ανθρώπινης αγάπης. Αλλά και όταν πρόκειται για την παρουσία τής χάριτος έχουμε πάλι την παρουσία αυτού του τύπου. Μέσω τής Θείας χάριτος έχουμε μία νέα παρουσία του Θεού καθότι είναι παρών σε μας σαν ένα υπερφυσικό πρόσωπο γνωστό και αγαπημένο. Θα ξαναβρούμε όσα έχουμε ανακαλύψει εδώ, μιλώντας για την παρουσία του Θεού στο δημιούργημα του. Πέραν της απέραντης παρουσίας του σε όλα τα πράγματα.
Απελευθερωμένη από όλα τα όρια που συνυπάρχουν μαζί με την δική μας σωματική συνθήκη, αυτή η αναπαράσταση που είναι καθαρά ανθρώπινη, μας προσφέρει την αναλογία ακριβώς που χρειαζόμαστε. Ο Θεός, όπως έχουμε ήδη δεί, είναι παρών σε μας τους ίδιους, πιό οικεία από κάθε άλλο αντικείμενο γνώσεως και ανθρώπινης αγάπης. Αλλά και όταν πρόκειται για την παρουσία τής χάριτος έχουμε πάλι την παρουσία αυτού του τύπου. Μέσω τής Θείας χάριτος έχουμε μία νέα παρουσία του Θεού καθότι είναι παρών σε μας σαν ένα υπερφυσικό πρόσωπο γνωστό και αγαπημένο. Θα ξαναβρούμε όσα έχουμε ανακαλύψει εδώ, μιλώντας για την παρουσία του Θεού στο δημιούργημα του. Πέραν της απέραντης παρουσίας του σε όλα τα πράγματα.
«Υπάρχει αυτός ο ιδιαίτερος τρόπος που αφορά το λογικό πλάσμα. Σ'αυτόν λέγεται πώς ο Θεός υπάρχει σαν το γνωσθέν στον γνώστη και ο αγαπημένος στον αγαπώντα. Και επειδή γνωρίζοντάς τον και αγαπώντας τον, το λογικό πλάσμα φτάνει με την εργασία του μέχρι τον ίδιο τον Θεό. Λέγεται δέ πώς μέσω αυτού του ειδικού τρόπου, όχι μόνον ο Θεός είναι μέσα στο λογικό όν, αλλά ότι επίσης και αυτός κατοικεί σ' αυτό όπως στον ναό του»(ST Ia q. 43 a. 3).
Έτσι έχουμε εδώ την ακριβή αλήθεια της εκφράσεως "ψυχή της Εκκλησίας" η οποία εφαρμόζεται στο Άγιο Πνεύμα. Για να αποφευχθεί δέ η παρανόηση, όπως σημειώσαμε λίγο πρίν, χρειάστηκε αναγκαίως η διάκριση ανάμεσα στο Άγιο Πνεύμα και στα δώρα Του. Το Άγιο Πνεύμα δέν μπορεί να ασκήσει άμεσα τον ρόλο τής ψυχής, αλλά τον ασκεί έμμεσα μέσω των δώρων του [η κτιστή χάρις του παπισμού]. Για να πούμε τα πράγματα λίγο διαφορετικά, με λέξεις κοντινές στην Αγία Γραφή, μπορούμε να σχηματοποιήσουμε αυτό που συμβαίνει με τον ακόλουθο τρόπο. Όχι μόνον ο Θεός μάς αγαπά πρώτος αυτός (1 Ιωάν. 4,10 και 19), αλλά μας δίνει και την δυνατότητα να τον αγαπήσουμε "καθότι η αγάπη του Θεού χύθηκε στις καρδιές με το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε" (Ρωμ 5,5), και τέλος αυτός έρχεται σε μας που τον αγαπούμε (Ιωάν 14,23). Μόνον σ'αυτό το σημείο μπορεί να ορισθεί αληθινά σαν ο φιλοξενούμενος των ψυχών μας και εκείνος της Εκκλησίας. Όλη αυτή η πρόοδος (η πραγματικότης) αποδίδεται κατά προτίμησιν στο Άγιο Πνεύμα για τον λόγο που δείξαμε στην αρχή: Ο Δεσμός της αγάπης ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό, ανήκει σ'αυτό, μ'έναν ειδικό τρόπο, γιά να πραγματοποιήσει στο Σώμα των πιστών, την σύναξη στην αγάπη και το έλεος!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου