Συνέχεια από: Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016
HANS URS VON BALTHASAR
ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
ΚΟΣΜΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Απέμενε λοιπόν να γίνει ένα μόνο βήμα για να πάμε πέρα από τον Διονύσιο; Βεβαίως. Και αυτό το βήμα είχε φυλαχτεί για τον Μάξιμο. Το σχήμα των «ενδιάμεσων όντων» που ο Ωριγένης, προσλαμβάνοντας το από την γνώση, είχε αναπτύξει για λογαριασμό του (σαν οικονομικές κοσμικές μορφές του Θείου Λόγου και σαν αναβαθμούς των πνευμάτων καταμετρημένους από τον σχετικό βαθμό της αποστάσεως των από τον Θεό), και το οποίο ο Πλωτίνος είχε οικοδομήσει συστηματικά (σαν βαθμούς απόρροιας του πρωτογενούς Ενός), ο Διονύσιος το είχε αφομοιώσει σε διπλή μορφή. Πρώτα απ’όλα στην ιδέα των δυνάμεων τού Είναι οι οποίες, σαν βασικές δομές του κτιστού όντος, διέθεταν «είναι εις εαυτόν» «ζωή καθαυτή», «πνεύμα καθ’αυτό» και πάει λέγοντας, διέθεταν ένα είδος μεσαίας υπάρξεως ανάμεσα στην θεία και στην κοσμική. Έτσι κατανοώντας τες «πρωταρχικώς», αυτές οι δυνάμεις, όπως προσπαθεί να εξηγήσει ο Διονύσιος είναι ο ίδιος ο Θεός καθότι μετέχεται. Υπολογισμένες στην «μετοχή» είναι ο κόσμος, καθότι μετέχει. Αλλά στην συνέχεια, η Διονύσια αφομοίωση πραγματοποιείται επίσης χάρη στην ιδέα της ιεραρχίας των όντων, η οποία σαν μία απέραντη «ουράνια σκάλα» (όπως την είχε περιγράψει ο Φίλων) κατέρχεται με αδιάκοπη σύνδεση από το πιο Λαμπρό, από το Σεραφείμ, πού βρίσκεται αμέσως κάτω από τον Θεό, μέχρι στο πιο κατώτατο σκουλήκι ή στην κατώτατη πέτρα, σε όλο και πιο αδύναμη αντήχηση της υπέρτατης αρμονίας: σ’αυτή την σκάλα, αλυσοδεμένα από τον έρωτα, τα πλάσματα παίζουν το αιώνιο παιχνίδι τους, της αγαπητικής κλήσεως που τα τραβάει χαμηλά και για το πύρινο πάθος που τα εξυψώνει.
HANS URS VON BALTHASAR
ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
ΚΟΣΜΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Απέμενε λοιπόν να γίνει ένα μόνο βήμα για να πάμε πέρα από τον Διονύσιο; Βεβαίως. Και αυτό το βήμα είχε φυλαχτεί για τον Μάξιμο. Το σχήμα των «ενδιάμεσων όντων» που ο Ωριγένης, προσλαμβάνοντας το από την γνώση, είχε αναπτύξει για λογαριασμό του (σαν οικονομικές κοσμικές μορφές του Θείου Λόγου και σαν αναβαθμούς των πνευμάτων καταμετρημένους από τον σχετικό βαθμό της αποστάσεως των από τον Θεό), και το οποίο ο Πλωτίνος είχε οικοδομήσει συστηματικά (σαν βαθμούς απόρροιας του πρωτογενούς Ενός), ο Διονύσιος το είχε αφομοιώσει σε διπλή μορφή. Πρώτα απ’όλα στην ιδέα των δυνάμεων τού Είναι οι οποίες, σαν βασικές δομές του κτιστού όντος, διέθεταν «είναι εις εαυτόν» «ζωή καθαυτή», «πνεύμα καθ’αυτό» και πάει λέγοντας, διέθεταν ένα είδος μεσαίας υπάρξεως ανάμεσα στην θεία και στην κοσμική. Έτσι κατανοώντας τες «πρωταρχικώς», αυτές οι δυνάμεις, όπως προσπαθεί να εξηγήσει ο Διονύσιος είναι ο ίδιος ο Θεός καθότι μετέχεται. Υπολογισμένες στην «μετοχή» είναι ο κόσμος, καθότι μετέχει. Αλλά στην συνέχεια, η Διονύσια αφομοίωση πραγματοποιείται επίσης χάρη στην ιδέα της ιεραρχίας των όντων, η οποία σαν μία απέραντη «ουράνια σκάλα» (όπως την είχε περιγράψει ο Φίλων) κατέρχεται με αδιάκοπη σύνδεση από το πιο Λαμπρό, από το Σεραφείμ, πού βρίσκεται αμέσως κάτω από τον Θεό, μέχρι στο πιο κατώτατο σκουλήκι ή στην κατώτατη πέτρα, σε όλο και πιο αδύναμη αντήχηση της υπέρτατης αρμονίας: σ’αυτή την σκάλα, αλυσοδεμένα από τον έρωτα, τα πλάσματα παίζουν το αιώνιο παιχνίδι τους, της αγαπητικής κλήσεως που τα τραβάει χαμηλά και για το πύρινο πάθος που τα εξυψώνει.
Όσο γοητευτική και άν είναι αυτή η «χρυσή αλυσσίδα» των όντων, της οποίας το πάνω άκρο βρίσκεται ανάμεσα στα δάκτυλα του Θεού, ενώ το κατώτερο αμφιταλαντεύεται ασταμάτητα, μέχρι το χείλος του μηδενός, όσο συναρπαστικός και άν είναι αυτός ο κώνος φωτός, ο οποίος σιγά-σιγά πλαταίνει από την πανίσχυρη πηγή, περνώντας δια μέσου της καθαρής εντάσεως στο άμετρο, στο ποικιλόμορφο, αλλά ταυτοχρόνως και στο σκοτεινό, για να τελειώσει πεθαίνοντας, απειλεί γι’άλλη μια φορά να βάλει σε κίνδυνο ό,τι είχε ήδη κατακτηθεί, να καταργήσει την ενότητα ανάμεσα στην υπερβατικότητα πέρα από το Όλον και την ενύπαρξη μέσα στο όλον, εκείνη την ενότητα που είναι το ίδιο το Είναι, τοποθετώντας στην θέση της μία διαμάχη, ανάμεσα στο Είναι και στο τίποτα (ύλη), στο φως και στο σκοτάδι. Είναι αναμφισβήτητο πώς στον Διονύσιο το θέμα της απορροής και της Ιεραρχίας παραμένει καθηλωμένο σε κείνο, το πιο βασικό, της διαλεκτικής ανάμεσα σε θετική και αρνητική θεολογία και γι’αυτό δέν φτάνει στην πλήρη έκφραση των υπονοουμένων δυνατοτήτων. Ο Μάξιμος όμως, εξαφανίζει ακόμη και τις λανθάνουσες συνέπειες αυτών των ανάποδων θεμάτων και επανενώνει τελειωτικώς την ιδέα του ιεραρχημένου Είναι, με την θεμελιώδη αναλογική δομή που υπάρχει ανάμεσα στον Θεό και στον κόσμο. Έτσι εξαφανίζονται σ’αυτόν οι απορροές του τύπου «είναι εις εαυτή , ή αυτό το είναι» , «αυτή η ζωή» κ.τ.λ. και αντικαθίστανται από καθολικές αρχές αναμφισβητήτως κοσμικές, τις οποίες ονομάζει «καθολικές» δηλ. Καθόλα. Στην σημασία και το μέγεθος αυτής της μεταμορφώσεως θα επιστρέψουμε λεπτομερέστερα στην συνέχεια. Αλλά εξαφανίζονται στον Μάξιμο, και οι Αρεοπαγιτικές Ιεραρχίες των Τριών ουρανίων χορών οι οποίοι είναι χωρισμένοι με την λειτουργία τους, στις οποίες η ιεραρχία και η λειτουργία της Εκκλησίας είναι ρυθμισμένες με μία όμοια αντιστοιχία. Στην θέση τους αναδύεται η εγκόσμια ένταση ανάμεσα στο πνευματικό-νοητικό σύμπαν και το αισθητό-φαινομενικό. Αντί να ξανα-ανέβει κατά μήκος της τεντωμένης «αλυσσίδας» από την μία χορωδία στην άλλη, όντων που είναι προοδευτικώς όλο και πιο ουράνια, για να ζητήσει την θεότητα πέρα από εκείνο που είναι πιο λαμπερό, το βλέμμα του γεμάτο από τον πόθο του Θεού, συναντά μέσα στις δύο σφαίρες του σύμπαντος, στην αίσθηση και στο πνεύμα, στην γή και στον ουρανό, ένα όριο και μόνον η αμοιβαία έλξη αυτών των δύο, η οποία συστήνει το κόσμο στην ολότητα του, γίνεται ο τόπος στον οποίο φανερώνεται το υπερβατικό, το οποίο μόνον σ’αυτή την κυκλική ενύπαρξη φαίνεται εξάθαρα σαν το ολοκληρωτικώς Άλλο.
Το ότι στον Μάξιμο αυτό το δεύτερο θέμα δέν κυριαρχεί απεριορίστως οφείλεται στον επηρεασμό του, εκτός του Αρεοπαγίτη, από τον Ωριγένη. Σ’αυτό το γεγονός ο Μάξιμος παραμένει ένα παιδί της εποχής του και ένας μαθητής των Διδασκάλων του. Και ακριβώς αυτό το γεγονός, ότι δηλαδή κατόρθωσε να αναπτύξει την θεμελιώδη του σκέψη, σύμφωνα με παρόμοιους επηρεασμούς, τον καθιστά έναν από τους μεγαλύτερους στο πλαίσιο της Χριστιανικής σκέψης.
Ο Ferdinand Bauer πετυχαίνει τον στόχο, όταν δηλώνει :όπως στην διαμάχη με τους μονοθελητές προσπάθησε να σώσει την Ισορροπία ανάμεσα στις δύο φύσεις, έτσι και απέναντι στον πλατωνισμό όπως φαίνεται και από τον Αρεοπαγίτη, ήταν σε πολύ στενή σχέση με τον μονοφυσιτισμό, ο Μάξιμος διατηρείται πιστός στην τάση του να εξασφαλίσει στον άνθρωπο και να σιγουρέψει την αυτόνομη σημασία του». [αρχίζει να διακρίνεται η σύγχυση της Δύσεως ανάμεσα στο νοητό και στο άκτιστο] Στήν ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΧΩΡΙΣ ΔΙΣΤΑΓΜΟ ΤΟΝ ΟΡΟ «ΚΟΣΜΟΣ». Είναι δέ επιπλέον ακριβές πώς, σύμφωνα με τα όσα έχουμε ήδη πει, ο ομολογητής γίνεται ο μεσάζων για τον Scoto Eriugena, στον οποίο η αρεοπαγίτικη θεολογία παίρνει έναν χαρακτήρα πολύ πιο φανερά κοσμολογικό. Ενώ όμως σ’αυτόν η συμπερίληψη του κόσμου στην Θεία πρόοδο φτάνει σε σημεία πανθεϊσμού, και διαλύει σχεδόν ολοκληρωτικώς το θετικό Χριστιανικό στοιχείο, στον Μάξιμο η θεολογία παραμένει απολύτως κυριαρχημένη από το Χριστιανικό πνεύμα της διακρίσεως ανάμεσα στον Θεό και στο Σύμπαν: ούτε «ουράνια λειτουργία» όπως στον Διονύσιο, ούτε «κοσμική γνώση»όπως στον Eriugena, αλλά ΚΟΣΜΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ.
(Συνεχίζεται)
Σχόλιο: Δέν βρίσκετε καταπληκτική την ευκολία με την οποία μπορούν και αλλάζουν τον άνθρωπο με τον κόσμο; Γι'αυτό το λόγο οι νεο-Ορθόδοξοι θέλουν να σώσουν τον κόσμο και ο Ζηζιούλας να λύσει τα προβλήματα του κόσμου. Θα το δούμε καλύτερα.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου