Συνέχεια από: Τετάρτη 5 Ιουλίου 2023
Friedrich Christoph Oetinger
Και η πνευματική σωματικότης.
4) Πνευματικά σώματα (συνέχεια).
Ε) Κοσμοθεανδρικώς: Το πνεύμα (Θεός) χωρίζεται όπως το πτητικό από το στερεό (κτιστό), παρότι παραμένει ενυπάρχον χάρις στην ζωϊκή-Θεία ώθηση (“χρώμα” ή “επίχρισμα”, “ηλεκτρικό πύρ”, ή “αιθέρας”), το οποίο διασώζει την οντολογική αγαθότητα κάθε ξεχωριστού πράγματος στο οποίο ενσωματώνεται και το καθιστά ιδιαίτερο. Σ’αυτό το “πρόγραμμα” της αλχημείας συζούν, θα ήταν λάθος να πούμε παραδόξως, μία πρόθεση αναχρονιστική, αντι-διαφωτιστική και μία απαίτηση φαινομενολογική (πειραματική, παρατηρητική) τυπική ήδη τής “χημικής φιλοσοφίας” τού 500 και 600 στην αντίθεσή της στο γαλήνιο χιούμορ και στόν μηχανικισμό. Και σ’αυτή την περίπτωση η προσέγγιση τού Oetinger είναι σαφώς εκλεκτική στα τρία κατεξοχήν αποκαλυπτικά βιβλία (Φύση, Ιερή Φιλοσοφία ή Γραφή, κοινό αίσθημα).
Θέλοντας να κατανοήσει αυτό που στην φύση (κτίση) όπως στην Σοφία δεν είναι ούτε σώμα ούτε πνεύμα, αποδίδει έναν κεντρικό ρόλο στα προφανή πειραματικά, πρώτα απ’όλα στο λεγόμενο Melissenexperiment, στο οποίο πολλοί οπαδοί τού αρχιερατείου θα αφιερωθούν (συμπεριλαμβανομένου τού Σέλλινγκ, ο οποίος θα υποδυθεί ότι επινοεί την έννοια τού “αποστάγματος”, τής εσάνς). Ανακαλύπτοντας, ίσως κατά τύχη, ότι το πράσινο-κιτρινωπό λάδι το οποίο αποκτάται διά τής απόσταξης τών αποξηραμένων μελισσόχορτων αναπαράγει τελείως, παρότι σε υγρή μορφή, την φόρμα τών πρωτοτύπων φύλων, ο Oetinger πιστεύει ότι επαλήθευσε μ’αυτόν τον τρόπο ότι η φόρμα τών πραγμάτων επιζεί στην ύλη, διατηρώντας μία σωματικότητα εντελώς ιδιαίτερη. Ανεξαρτήτως τού γεγονότος ότι για να αποδείξει πειραματικώς την παλιγενετική λειτουργία μιάς λεπτής ύλης, όπως το spiritus rector, εκλέγεται το μελισσόχορτο-τού οποίου η θεραπευτική ιδιότητα ήταν ήδη γνωστή-όπως επίσης και από τις αυθεντίες αυτού τού χημικού χιλιασμού (Wolff), είναι σίγουρος ότι σ’αυτή την θαυμαστή εμπειρία φανερώνεται μία τυπολογική απόδειξη (μία πρόγευση) τής εσχατολογικής ανάστασης!
Ο Θάνατος είναι μόνον ένας χωρισμός τών πραγμάτων τα οποία μασκαρεύουν την ζωή, η εγκατάλειψη τού χονδροειδούς περιβλήματος, εκεί όπου η ουσία η οποία ωθεί την ζωή διατηρείται πάντα. Αυτό είναι που δίνει φόρμα στον κόκκο τής σκόνης και στην φιγούρα τού λουλουδιού. Πρόκειται για κάτι που μπορώ να αποδείξω μέσω ενός πειράματος χημικού στο λάδι τής μέλισσας: Το γήινο περίβλημα παραμένει, το μορφοποιό λάδι περνά σε ένα πνεύμα το οποίο κατέχει τέλεια φόρμα και είναι χωρίς ύλη: Wort. I, 38-39.
Χημεία ή εμβληματική (συμβολική).
Το βάμμα αυτό δείχνει τις αντιφάσεις του καθότι πότε είναι μία ουσία, πότε μία ποιότητα ή λειτουργία. Είναι όμως το κλειδί κάθε γνώσεως, διότι είναι μία οντότης (οντολογική) παρούσα παντού ήδη στον ανώριμο αιώνα μας. Η αρχή λοιπόν ακούγεται ώς εξής: εάν αυτό που βρίσκεται χαμηλά σ’αυτή την γή έχει πολλές αναλογίες, όσον αφορά τις καθαρές και αδιάφθορες ιδιότητες, με τις ουράνιες και ανώτερες πραγματικότητες, είναι προφανές ότι αυτές οι τελευταίες βρίσκονται ήδη σχεδιασμένες στα δημιουργήματα μέσω τών σφραγίδων και τών γραμμών που είναι ήδη παρούσες στα σώματα και πράγματι το πνεύμα δεν μπορούμε να το δούμε παρά μόνον μέσω των Μορφών που είναι παρούσες στα σώματα! Έτσι αυτή η μεταμορφωτική βάμμα που χαρακτηρίζει την ουσία τής ψυχής εντοπίζεται στο νευρικό σύστημα : ένα ηλεκτρικό πύρ από πιο λεπτές δυνάμεις. Το νευρικό ρευστό, φύσεως ρευστής και ταυτοχρόνως ηλεκτρικής δεν έχει όμως μία βέβαιη οντολογική κατάσταση! Στην αμφίβια υλική και άυλη φύση του, λεπτής όσο και η ψυχή και ουσιαστικής όσο η ύλη, δεν είναι παρά η τα πάντα περιβάλλουσα σώματοπνευματική ουσία. Έτσι δεν είναι αδιανόητο να γνωρίσουμε την αποκάλυψη του Θεού, ξεκινώντας από τα δημιουργήματα! Βεβαίως το Θείο (άτμητο καθαυτό) συγκατανεύει στο ορατό, καθώς η πνευματική σωματοποίηση είναι το θεμελιώδες σχέδιο του Θεού. Σχηματοποιούμε κάθε αόρατο όν με μία φιγούρα διότι διαφορετικά τα πράγματα δεν θα μας ακουμπούσαν! Αλλά εκείνο που εκπλήσσει είναι ότι και το επέκεινα, προδιατεθειμένο όχι για την κενή νόηση αλλά για το “γούστο” “προσαρμόζεται” στις δικές μας ατελείς αισθητικές συνθήκες.
Πολύ σωστά το έργο του Oetinger χαρακτηρίσθηκε σαν “πασχαλινός υλισμός”. Αναστάσιμος υλισμός.
5. Ποια πνευματική σωματικότης για τον Θεό;
Αλλά το κύριο πρόβλημα τής σωματικότητος τού Θεού τού ιδίου δεν μπορεί να λυθεί εύκολα με τις διακρίσεις στις οποίες καταλήγει η θεοσοφική ρητορική τού ίσου αλλά επίσης διαφορετικού. Ίσο στο μηδέν εάν ήταν χωρισμένο από κάθε σωματικότητα και δεν φανερωνόταν σε φιγούρες (ιδιαιτέρως στην ανθρώπινη). Ο Θεός κατέχει οπωσδήποτε μάτια και αυτιά, χέρια και πόδια, αλλά όχι με ανθρωποπαθητικό τρόπο, όχι τόσο χονδροειδώς όπως υπάρχουν σε μας! Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπισθεί το παράδοξο διά του οποίου “στον Θεό η ύλη δεν είναι ύλη” συνίσταται στην απόδοση καθαρής πνευματικότητος σ’αυτό που στον Θεό δεν συμπίπτει με την αιώνια φύση του, δηλαδή σ’εκείνο το ενδοθεϊκό υπόλοιπο, είτε το ονομάσουμε καμπαλιστικά en-soph ή σύμφωνα με τον Μπαίμε Ungrund, που δεν θα είχε καμία αναλογία με την σωματικότητα και την κτίση, και να εγγράψουμε αντιθέτως μία σωματικότητα (πνευματική), σ’αυτό τό όλο τού Θεού το οποίο μεταφερόμενο διά των επτά ποιοτήτων αποκαλύπτεται έξω από τον εαυτό του: (κίνηση και χώρος, εικόνα και φιγούρα) και γίνεται το θεμέλιο πανανθρώπινα κατανοητό, τής ορατής φύσης. Διαφορετικά θα αναγκαστούμε να υποστηρίξουμε την παρανοϊκή δημιουργία εκ του μηδενός. Έτσι ενάντια στην μονάδα του Λάϊμπνιτς και το Εγώ του Καρτέσιου είναι προτιμότερο να πιστέψουμε ότι ο Θεός είναι βαθύτατα παρόν, χωρίς την συνθήκη μιας καθορισμένης φόρμας, σε κάθε δημιούργημα, σαν ρίζα της ζωής, παρά να τον τοποθετήσουμε, σαν ξεχωριστή μονάδα, έξω από την μηχανή τού κόσμου!
Αλλά το κύριο πρόβλημα τής σωματικότητος τού Θεού τού ιδίου δεν μπορεί να λυθεί εύκολα με τις διακρίσεις στις οποίες καταλήγει η θεοσοφική ρητορική τού ίσου αλλά επίσης διαφορετικού. Ίσο στο μηδέν εάν ήταν χωρισμένο από κάθε σωματικότητα και δεν φανερωνόταν σε φιγούρες (ιδιαιτέρως στην ανθρώπινη). Ο Θεός κατέχει οπωσδήποτε μάτια και αυτιά, χέρια και πόδια, αλλά όχι με ανθρωποπαθητικό τρόπο, όχι τόσο χονδροειδώς όπως υπάρχουν σε μας! Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπισθεί το παράδοξο διά του οποίου “στον Θεό η ύλη δεν είναι ύλη” συνίσταται στην απόδοση καθαρής πνευματικότητος σ’αυτό που στον Θεό δεν συμπίπτει με την αιώνια φύση του, δηλαδή σ’εκείνο το ενδοθεϊκό υπόλοιπο, είτε το ονομάσουμε καμπαλιστικά en-soph ή σύμφωνα με τον Μπαίμε Ungrund, που δεν θα είχε καμία αναλογία με την σωματικότητα και την κτίση, και να εγγράψουμε αντιθέτως μία σωματικότητα (πνευματική), σ’αυτό τό όλο τού Θεού το οποίο μεταφερόμενο διά των επτά ποιοτήτων αποκαλύπτεται έξω από τον εαυτό του: (κίνηση και χώρος, εικόνα και φιγούρα) και γίνεται το θεμέλιο πανανθρώπινα κατανοητό, τής ορατής φύσης. Διαφορετικά θα αναγκαστούμε να υποστηρίξουμε την παρανοϊκή δημιουργία εκ του μηδενός. Έτσι ενάντια στην μονάδα του Λάϊμπνιτς και το Εγώ του Καρτέσιου είναι προτιμότερο να πιστέψουμε ότι ο Θεός είναι βαθύτατα παρόν, χωρίς την συνθήκη μιας καθορισμένης φόρμας, σε κάθε δημιούργημα, σαν ρίζα της ζωής, παρά να τον τοποθετήσουμε, σαν ξεχωριστή μονάδα, έξω από την μηχανή τού κόσμου!
Όταν όμως αναρωτηθούμε πόσο είναι ουσιαστική στον Θεό τον ίδιο αυτή η φανέρωση, δεν μπορούμε παρά να επικαλεσθούμε την δυναμικο-βιταλιστική αντιπλατωνική και αντιπαρμενίδειο οντολογία, λόγω της οποίας στο Είναι πρέπει να προηγηθεί το γίγνεσθαι (“δεν είναι το Είναι το πρώτο πράγμα, αλλά η ζωή και η κίνηση”). Μία οντολογική αντιστροφή, δηλαδή η οποία φαίνεται να ισχύει και για τον Θεό, ο οποίος δεν είναι τυχαία actus, ενέργεια όπως και Purissimus καθαρή ενέργεια! Αυτή είναι η θεωρητική χειρονομία τού Oertinger, η πιο πρωτότυπη, η οποία καθιστά λιγότερο αντιφατική την μετακίνηση από την καθαρή σωματικότητα τού Θείου αισθητηρίου στην ενσάρκωση τού Χριστού, υπονοώντας την απόδοση στον ίδιο τον Θεό και μία φυσική και αγνή ψυχολογία, τις οποίες οφείλουμε να αποδεχθούμε εάν λέμε ότι αντιλαμβάνεται τα πράγματα όχι με αφηρημένο ιδεαλιστικό τρόπο αλλά φαινομενικό (ακόμη και χρωματικό). “Από την καθαρή σωματικότητα τού Θεού, μέσω της οποίας ο Θεός βλέπει, μυρίζει και αισθάνεται αναγκαίως κάθε πράγμα στα κτίσματα, αλλά η οποία είναι επίσης το θεμέλιο τής δυνατότητος της ενσαρκώσεως του Λόγου. Και πράγματι με τον Χριστό αυτό το αισθητήριο έγινε ασυγκρίτως πιο όμοιο με το δημιούργημα, τόσο που μία ψυχή πλήρης πίστεως μπορεί να πει: ο Χριστός βλέπει, ακούει και μυρίζει μέσα μου”!
ΤΕΛΟΣ.
"Ο Χριστός βλέπει, ακούει και μυρίζει μέσα μου”!
ΟΛΟΣ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου