Κάθε φορά που αναφερόμαστε στο επερχόμενο πολυπολικό διεθνές σύστημα και στην αποδόμηση του μύθου της αμερικανικής «μονοκρατορίας», οι πιστοί της αμερικανικής ισχύος διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους: ισχυρίζονται ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει ή, αν συμβαίνει, είναι απλώς θέμα χρόνου για τις Ηνωμένες Πολιτείες να το ανατρέψουν και να επιβάλουν εκ νέου την αναντίρρητη κυριαρχία τους δια της ισχύος.
Έχουν όμως άραγε αναρωτηθεί αν υπάρχουν παράγοντες οι οποίοι ενδεχομένως ωθούν τις ΗΠΑ όχι μόνο να αποδεχτούν, αλλά ακόμη και να συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του πολυπολικού διεθνούς συστήματος, όπου οι ίδιες θα είναι απλώς «πρώτες μεταξύ ίσων», γιατί κάτι τέτοιο θα προωθεί τα μακρόπνοα οικονομικά τους συμφέροντα;
Η προσπάθεια πρόκλησης διεθνούς αναταραχής από Άγκυρα – Ριάντ
Όπως επισημαίνει σε άρθρου του στην έγκυρη ιστοσελίδα DefencePoint ο αναλυτής Ζαχαρίας Μίχας, η εκτέλεση του δημοφιλούς σιίτη κληρικού Νιμρ αλ Νιμρ από το καθεστώς του Ριαντ, που πυροδότησε πρωτοφανή ένταση μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, έχει πολλές ομοιότητες με την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους Sukhoi Su-24 από την Άγκυρα πριν από λίγο καιρό. Συγκεκριμένα και οι δύο ενέργειες δείχνουν ενέργειες απελπισίας δύο καθεστώτων που προσπαθούν να σύρουν την Δύση προς υπεράσπισή τους, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν έναν πολύ ισχυρό εχθρό.
Η μεν Τουρκία επεδίωξε κάποια «ακραία» απάντηση της Ρωσίας στην απρόκλητη επίθεση εναντίον της, έτσι ώστε να εκβιάσει τη συσπείρωση του ΝΑΤΟ πίσω από αυτή, ενώ η Σαουδική Αραβία φαίνεται πως ευελπιστούσε σε κάποια αντίστοιχη αντίδραση του Ιράν, η οποία θα ενεργοποιούσε εκ νέου τα αντιιρανικά αντανακλαστικά της Δύσης. Σε μία τέτοια εξέλιξη των πραγμάτων θα μπορούσαν να προκληθούν επιπροσθέτως σοβαρές αναταραχές στην παγκόσμια αγορά ενέργειας, οδηγώντας σε απότομη άνοδο τις τιμές του πετρελαίου, διασώζοντας έτσι τη σαουδαραβική οικονομία, που βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού. Για να ενισχύσει δε αυτή του την προσπάθεια, το Ριάντ προχώρησε σε διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με την Τεχεράνη.
Θα πρέπει ακόμη να επισημανθεί ότι τυχόν πολεμικό επεισόδιο θα διεξαγόταν υπό σχετικά ασφαλείς συνθήκες για τη Σαουδική Αραβία, μια και οι δύο χώρες δεν έχουν χερσαία σύνορα και η όποια αντιπαράθεση θα περιοριζόταν σε συγκρούσεις μεταξύ ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων στον Περσικό Κόλπο, όπου οι Σαουδάραβες έχουν τόσο τεχνολογικό όσο και ποσοτικό πλεονέκτημα. Βέβαια, οι βαλλιστικοί πύραυλοι του Ιράν θα μπορούσε να απειλήσουν άμεσα τα σαουδαραβικά εδάφη, ενώ το Ριάντ δεν έχει μεριμνήσει για την ουσιαστική ενίσχυση του αντιβαλλιστικού του οπλοστασίου, όπως έχουν κάνει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ).
Ακόμη περισσότερο, αν το Ιράν καταφέρει να κλείσει τα Στενά του Ορμούζ, σε περίπτωση αντιπαράθεσης, μεγάλο μέρος του σαουδαραβικού πετρελαίου, αλλά και το σύνολο της παραγωγής του Κατάρ, του Μπαχρέιν και των ΗΑΕ, δεν θα έχει διέξοδο προς τον υπόλοιπο κόσμο. Εν παραλλήλω, η αδυναμία της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων της να κατανικήσουν τους σιίτες Χούθι στην Υεμένη απειλεί να αποκόψει την Σαουδική Αραβία από τον υπόλοιπο κόσμο και από την πλευρά της Ερυθράς Θάλασσας.
Με άλλα λόγια, οι σιιτικές δυνάμεις ενδέχεται σε λίγο καιρό να είναι σε θέση να εγκλωβίσουν σε έναν ασφυκτικό κλοιό τις σουνιτικές πετρομοναρχίες της Αραβικής Χερσονήσου τόσο από τον Βορρά όσο και από το Νότο αν νικηθούν οι τζιχαντιστές στο Ιράκ και τη Συρία και αν υπερισχύσουν οι Χούθι στην Υεμένη. Αυτό σημαίνει ότι θα μπορούν να εγκλωβίσουν και μεγάλο μέρος της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου.
Το περίεργο είναι ότι ένα παρόμοιο ενδεχόμενο δεν φαίνεται να προκαλεί ανησυχία στον κόσμο γενικώς και στις ΗΠΑ ιδιαίτερα. Αυτό θα ήταν κάτι ανήκουστο πριν από μερικά χρόνια. Όμως ο κόσμος έχει αλλάξει και ό,τι θεωρούσαμε δεδομένο παλαιότερα ενδεχομένως δεν ισχύει σήμερα.
Η γεωγραφία της ενέργειας οδηγεί σε απομάκρυνση
Στον χθεσινό κόσμο, η παραμικρή πιθανότητα να ξεσπάσει πολεμική αντιπαράθεση μεταξύ του μεγαλύτερου παραγωγού πετρελαίου στον πλανήτη (Σαουδική Αραβία) και ενός από τους μεγαλύτερους (Ιράν) θα προκαλούσε τον τρόμο της Ουάσιγκτον, η οποία θα έσπευδε να καλύψει τους συμμάχους της στον Περσικό Κόλπο, με ό,τι έχει και δεν έχει.
Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη σε αυτή την περίπτωση. Παρεμπιπτόντως, ούτε η διεθνής αγορά ενέργειας φάνηκε να εντυπωσιάζεται ιδιαίτερα από το ενδεχόμενο παρόμοιας πολεμικής σύγκρουσης κι έτσι, έπειτα από μία αντανακλαστική άνοδο στην τιμή του πετρελαίου, υπήρξε ξανά πτώση και ο «μαύρος χρυσός» βρίσκεται σήμερα σε χαμηλά δεκαετίας.
Αυτό αφενός μεν επιβεβαιώνει ότι υπάρχει περίσσεια ενεργειακών αποθεμάτων στον πλανήτη, αφετέρου δε ότι τα αποθέματα αυτά είναι διασκορπισμένα σε διάφορες περιοχές. Με άλλα λόγια, δεν έχει γίνει πολυπολικό μόνο το διεθνές σύστημα ισχύος, αλλά και το διεθνές σύστημα ενέργειας.
Έπειτα από πολλά χρόνια έχει δημιουργηθεί μία αποκεντρωτική γεωγραφία της ενέργειας, η οποία συνεισφέρει στην περαιτέρω επέκταση και εδραίωση του πολυπολικού διεθνούς συστήματος. Επιπροσθέτως, όταν αναφερόμαστε σήμερα σε αποκεντρωμένη γεωγραφία της ενέργειας, ουσιαστικά εννοούμε μία αποκεντρωμένη γεωγραφία των υδρογονανθράκων (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), μια και δεν έχει εμφανιστεί ακόμη κάποιο υποκατάστατο ή πλέγμα υποκατάστατων που θα μπορούσε να πάρει τη σκυτάλη από τους υδρογονάνθρακες μέσα στην επόμενη δεκαετία ως βασική πηγή ενέργειας. Άρα, παρ’ όλη την στασιμότητα των τιμών του πετρελαίου μετά την κρίση στις σχέσεις Σαουδικής Αραβίας – Ιράν, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι μία μεγάλης έκτασης αντιπαράθεση στην περιοχή της Μέσης Ανατολής δεν θα προκαλούσε εκτίναξη των τιμών προς τα πάνω.
Ίσως, λοιπόν, η ουσιαστική εξήγηση γι αυτή την «ψύχραιμη στάση» των Ηνωμένων Πολιτειών να είναι το γεγονός ότι έχουν μεταβληθεί και οι ίδιες από καταναλωτή σε παραγωγό υδρογονανθράκων χάρη στο σχιστολιθικό αέριο και φυσικό αέριο που έχουν αποκαλυφθεί στα μητροπολιτικά τους εδάφη. Έτσι, ωθούνται σε μία λιγότερο παρεμβατική πολιτικά στα διεθνή δρώμενα.
Αυτό συμβαίνει αφενός μεν γιατί δεν τις πολυενδιαφέρει πλέον η αξιόπιστη ροή ενέργειας από τη Μέση Ανατολή, μια και διαθέτουν δικά τους αποθέματα, αφετέρου δε μία αύξηση στις τιμές του πετρελαίου, που θα προέκυπτε από τυχόν πολεμική αντιπαράθεση στη Μέση Ανατολή, πιθανώς να τις βόλευε γιατί έτσι θα αύξαναν και τα δικά τους έσοδα.
Υπενθυμίζεται ότι το σχιστολιθικό πετρέλαιο είναι πιο ακριβό στην εξόρυξή του από ότι τα συμβατικά κοιτάσματα των αραβικών χωρών του Κόλπου ή του Ιράν, κι έτσι, για να είναι βιώσιμη η σχετική βιομηχανία, κάτι που έχει και γεωστρατηγική σημασία γα τις ΗΠΑ, οι τιμές θα πρέπει να είναι σχετικά υψηλές. Άρα, ενδεχομένως να βολεύει τους Αμερικανούς να υπάρχουν αναταραχές ανά τον κόσμο που θα επιφέρουν αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Σε περίπτωση που ισχύει κάτι τέτοιο, σημαίνει ότι περιορίζεται –αν δεν αντιστρέφεται ολοκληρωτικά- το ενδιαφέρον των ΗΠΑ να ασκούν δια της ισχύος έλεγχο των ροών της ενέργειας και, συνεπακόλουθα, του διεθνούς συστήματος. Δηλαδή, οι Ηνωμένες Πολιτείες ωθούνται στο να αφήσουν τον υπόλοιπο κόσμο στη μοίρα του. Άρα, δημιουργείται κενό ισχύος και ενισχύεται κατά συνέπεια η τάση για τη διαμόρφωση ενός πολυπολικού διεθνούς συστήματος.
Με άλλα λόγια, οι ΗΠΑ ενδέχεται να ωθηθούν προς τη μείωση της επίδρασής τους στα διεθνή δρώμενα άρα και προς την ενίσχυση ενός πολυπολικού διεθνούς συστήματος, που θα αντικαταστήσει τον (φαντασιακό) μονοπολικό πλανήτη στον οποίο ασκούσαν αυτές την ηγεμονία, όχι μόνο κατ’ ανάγκην, λόγω περιορισμού της ισχύος τους, αλλά και γιατί έτσι τις συμφέρει. Η αλλαγή, δηλαδή, που επιφέρει στην γεωοικονομική ταυτότητα των ΗΠΑ η ανακάλυψη των μεγάλων κοιτασμάτων σχιστολιθικών υδρογονανθράκων στα μητροπολιτικά εδάφη τους ενδέχεται να επιδρά και στην ευρύτερη γεωπολιτική αμερικανική ταυτότητα και στρατηγική και να τις ωθεί όχι μόνο να αποδεχτούν παθητικά το διαμορφούμενο πολυπολικό σύστημα, αλλά και να το επιδιώξουν. Ίσως, λοιπόν, αυτή η μέχρι πριν από μερικά χρόνια υπερβολικά «ψύχραιμη» στάση των ΗΠΑ στην εντεινόμενη διαμάχη μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας πιθανώς να είναι το πρώτο επεισόδιο σε αυτή τη νέα διεθνή γεωπολιτική πραγματικότητα.
Βέβαια, η υπόθεση ότι η άνοδος των τιμών του πετρελαίου ευνοεί τις ΗΠΑ μόνο και μόνο γιατί έχουν γίνει κι αυτές παραγωγοί επιδέχεται έντονης κριτικής. Μεταξύ των άλλων, μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι σχιστολιθικοί υδρογονάνθρακες αποτελούν απλώς ένα μέρος της οικονομικής βάσης της χώρας, η οποία, όπως κάθε μεγάλη βιομηχανική δύναμη, είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στο κόστος της ενέργειας. Άρα τυχόν υψηλό κόστος ενέργειας θα ήταν επιζήμιο γι αυτές. Όμως το κόστος της ενέργειας είναι περισσότερο σχετικό παρά απόλυτο μέγεθος. Για παράδειγμα, μία βιομηχανία τσιμέντου, η οποία είναι από τις πλέον ενεργοβόρες, έχει χαμηλό κόστος ενέργειας όταν είναι μικρότερο από αυτό των ανταγωνιστών της. Αν, για κάποιο λόγο, πέσουν οι τιμές, αλλά με τέτοιο τρόπο που να είναι πλέον ίδιες για όλους, τότε το κόστος ενέργειας για τη συγκεκριμένη βιομηχανία αυξάνεται και δεν μειώνεται.
Ανάγκη νέων στρατηγικών
Οι ΗΠΑ, λοιπόν, κατά τα φαινόμενα, αξιοποιώντας τα δικά τους κοιτάσματα, θα είναι σε θέση να έχουν χαμηλότερο κόστος ενέργειας σε μία σειρά από βιομηχανικούς τομείς απ’ ότι οι Ευρωπαίοι και οι Ασιάτες ανταγωνιστές τους. Επιπροσθέτως, το υψηλότερο κόστος των υδρογονανθράκων θα επέτρεπε την οικονομικά βιώσιμη εγχώρια ανάπτυξη εναλλακτικών – «πράσινων» πηγών ενέργειας, κάτι που αποτελεί και σημαντικό στοιχείο της μελλοντικής αμερικανικής στρατιωτικής στρατηγικής (το θέμα αυτό εξετάζει και ο γράφων στο βιβλίο του «Το τέλος του πετρελαίου και η αρχή της νέας αμερικανικής στρατηγικής», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Λιβάνη), ενώ θα περιόριζε ενδεχομένως τη σημασία του χαμηλού κόστους παραγωγής στα φωτοβολταϊκά που επιτυγχάνουν οι Κινέζοι. Άρα, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι υψηλότερες τιμές των υδρογονανθράκων θα ήταν επιζήμιες για την αμερικανική βιομηχανία στο σύνολό της. Αντιθέτως, για πολλούς κλάδους ενδέχεται να ήταν ωφέλιμες. Επομένως, πιθανώς να είναι προς το οικονομικό συμφέρον των ΗΠΑ ένας πιο ταραγμένος και «απείθαρχος» πλανήτης. Δηλαδή, ένας πλανήτης με μικρότερη αμερικανική παρουσία, ήτοι ένας πολυπολικός πλανήτης.
Επίσης, μπορεί να υποστηριχθεί ότι η άνοδος των τιμών του πετρελαίου θα ενισχύσει σημαντικά τη ρωσική οικονομία κι αυτό είναι κάτι που δεν επιθυμούν οι Αμερικανοί. Όμως η υπόθεση αυτή δεν είναι κατ’ ανάγκην σωστή. Μεταξύ των άλλων, η ενίσχυση της ρωσικής οικονομίας θα επέτρεπε την περαιτέρω ενίσχυση του ρωσικού οπλοστασίου κι αυτό με τη σειρά του θα ήταν ένα ισχυρότατο κίνητρο για την αμερικανική κυβέρνηση να αυξήσει τους εξοπλισμούς, ενισχύοντας έτσι τις πολεμικές βιομηχανίες, οι οποίες αποτελούν κομβικό κομμάτι της αμερικανικής τεχνολογικής βάσης και τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα.
Σε κάθε περίπτωση, ο πολυπολικός κόσμος φαίνεται πως ήρθε για να μείνει και δεν είναι ένα παροδικό φαινόμενο, όπως επιμένουν να πιστεύουν (ή να ελπίζουν) κάποιοι αμετανόητοι πιστοί της αμερικανικής ηγεμονίας. Κι αυτός είναι ένας νέος κόσμος που απαιτεί νέες στρατηγικές, προσαρμοσμένες σε αυτόν, ακόμη κι από μικρές χώρες σαν τη δική μας, ή, μάλλον, ιδιαίτερα από αυτές.
Βέβαια, η είδηση της εβδομάδας θα ήταν η ατομική δοκιμή της Βόρειας Κορέας, αν πράγματι αυτή αφορούσε σε βόμβα υδρογόνου. Για την ακρίβεια, θα ήταν μία από τις πιο σημαντικές ειδήσεις της τελευταίας δεκαετίας, μια και θα δημιουργούσε νέα γεωστρατηγικά δεδομένα σε ολόκληρο το πλανητικό σύστημα. Όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται μέχρι στιγμής να επιβεβαιώνεται.
* Ο Κωνσταντίνος Γρίβας διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών
Πηγή περιοδικό «Επίκαιρα», τεύχος 323
kostasxan
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου