Συνέχεια από:Τρίτη, 15 Μαρτίου 2016
Analogia Entis (Η αναλογία τού Οντος)
Analogia Entis (Η αναλογία τού Οντος)
Του Erich Przywara.
Από το ένα μέρος αυτή η θεωρία παρεμβάλλεται προφανώς στο ενδιάμεσο ανάμεσα στον Ωριγενισμό και την νέα Τριαδική Ρωσική γνώση (η οποία ανεδύθη στα μισά του ΧΙΧ αιώνος). Ο Ιωακειμισμός είναι ένας ξεδιπλωμένος ωριγενισμός. Για τον Ωριγένη, η οδός τής σωτηρίας είναι μια αυξανόμενη πνευματοποίηση, τόσο που ακόμη και οι ορατές μορφές της Κ.Δ. πρέπει ιδανικά να διαλυθούν στο «καθαρό πνεύμα». Λείπει βεβαίως ο ξεκάθαρος διαχωρισμός τών τριών σταδίων που πρότεινε ο Ιωακείμ. Η νέα Ρωσική γνώση τής Τριάδος είναι όμως ένας ξεδιπλωμένος Ιωακειμισμός. Ενώ δηλαδή μόνον από μία οπτική γωνία τής πράξεως ο Ιωακείμ περιγράφει τον τριθεϊσμό του σαν αρχή της Ιστορίας, η νέα Ρωσική γνώση της Τριάδος φτάνει σε μία θεωρία βασικώς στοχαστική η οποία ερμηνεύει την Τριάδα αποκλειστικώς σαν αρχή μιας «θείας Ιστορίας».
Στο εσωτερικό λοιπόν αυτού του πεδίου εντάσεως ο αββάς Ιωακείμ κυριαρχεί σαν το καθοριστικό κέντρο αυτής τής ιδιαιτέρου εξελίξεως που προήλθε από την ανατολή. Η θεωρία του είναι, από αυτή την άποψη, ένας πνευματισμός, θεο-παν-τικώς, κοσμολογικός. Το Άγιο Πνεύμα είναι η θεία αρχή τού κόσμου, τής φύσεως και τής Ιστορίας, είναι επομένως πνεύμα, δηλαδή η θεία ποιότης τής οποίας ο κόσμος, η φύση και η Ιστορία είναι η πρόοδος!
Από το άλλο όμως μέρος ο Ιωακειμισμός παρεμβάλλεται κατ΄ουσίαν ακόμη και στην ιστορία του δυτικού πνευματισμού, ο οποίος ριζώνει και αυτός επίσης στον Ωριγένη, αλλά σε έναν Ωριγένη τού οποίου η οδός τής σωτηρίας μέσω τής πνευματοποιήσεως ερμηνεύεται με την περσοναλιστική σημασία, με την οπτική δηλαδή της θεωρίας του Αυγουστίνου, μιας Imago Trinitatis (μιας εικόνος της Τριάδος) στο προσωπικό πνεύμα (μνήμη, νους, βούληση). Σε αυτήν την προοπτική καταλαμβάνουν μία θέση και οι Φραγκισκανοί πνευματικοί και ο τριαδικός πνευματισμός τού Έκαρτ, τών οποίων οι αντίστοιχες μοναχικές τάξεις -Φραγκισκανοί και Δομηνικανοί- θεωρήθηκαν από την στιγμή τής εμφανίσεώς τους (1210 και 1216) σαν «πιστοί του πνεύματος» στους οποίους αναφερόταν ο Ιωακείμ (πέθανε το 1201). Η εσωτερική διαμάχη στο κίνημα των Φραγκισκανών έγερνε ανάμεσα στα άλλα και στην αντίθεση ανάμεσα στην «πνευματική Εκκλησία» των Φραγκισκανών, του καθαρού Ευαγγελίου και την ορατή Εκκλησία (του αυθεντικού πνεύματος του Φραγκίσκου της Ασσίζης). Και όσον αφορά την τάξη των Δομηνικανών, ακόμη και ο Ακινάτης αναγκάστηκε να αποδείξει ότι δεν ήταν «Ιωακειμιστής».
Αλλά αρχής γενομένης από τους πνευματικούς και από τον Έκαρτ υπάρχει μια ριζική εξελικτική πρόοδος η οποία μεταφέρει απευθείας στην μεταρρύθμιση, και στον γερμανικό ιδεαλισμό. Από τον θρησκευτικό πνευματικό άνθρωπο (στην μεταρρύθμιση) στον πνευματικό εκκοσμικευμένο άνθρωπο (στον γερμανικό ιδεαλισμό). Από αυτή την άποψη ο αββάς Ιωακείμ αντιπροσωπεύει το σημείο τής αλλαγής, τής στροφής, αυτής τής ιδιαιτέρου εξελίξεως που έλαβε χώρα στην Δύση. Η θεωρία του είναι λοιπόν ένας πνευματισμός πανθεϊστικώς περσοναλισμός. Το Άγιο πνεύμα γίνεται η εσωτερική θεότης τού προσωπικού πνεύματος και είναι λοιπόν όπως και αυτό το τελευταίο, πνεύμα (spiritus).
Η αληθινή και ουσιαστική απελευθέρωση τής Ιωακείμιας ψυχής συμβαίνει επομένως με τον Baader, τον Σέλλινγκ ή τον Χέγγελ. Γι’ αυτούς η τριαδική διαλεκτική τού προσωπικού πνεύματος συμπίπτει στην ουσία της με την Τριαδική διαλεκτική της κοσμικής Ιστορίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Σέλλινγκ βαπτίζει την Τρίτη Ιστορική εποχή τού Ιωακείμ με το όνομα, το οποίο στην συνέχεια έγινε κίνημα, τού κατά Ιωάννην Χριστιανισμού τού πνεύματος και της αγάπης. Η Π.Δ., δηλαδή ο κατά τον Πέτρον Χριστιανισμός είναι το στάδιο της υπακοής στον Πατέρα, που ξεχωρίζει της Εκκλησία της Ρώμης και την Κ.Δ., δηλαδή τόν κατά Παύλον Χριστιανισμό που είναι αντιθέτως το στάδιο της πίστης στον Υιό, κάτι που χαρακτηρίζει την μεταρρύθμιση.
Από Ιστορικής απόψεως επομένως και με τον Baader, τον Σέλλινγκ ή τον Χέγγελ ο ανατολικός πνευματισμός και ο δυτικός συναντώνται σε ένα καινούργιο κέντρο: δεν απολυτοποιούν μόνον τον δυτικό πνευματισμό ο οποίος περικλείει κάθε πράγμα στο προσωπικό πνεύμα, αλλά προκύπτει επίσης και πάντοτε από αυτούς και κυρίως, η εκκοσμικευμένη μορφή απολυτοποιήσεως του ανατολικού πνευματισμού, δηλαδή η τριαδική κοσμική γνώση την οποία εθεώρησαν οι Ρώσοι (μέχρι τον Μπερντιάεφ, τον Μπουλγκάκωφ κ.τ.λ.). Με αυτούς λοιπόν ο Ιωακειμισμός επιδεικνύει την απολύτως τυπική φιγούρα του: την ενότητα της δυτικής και της ανατολικής συλλήψεως στην απολυτοποιημένη τους μορφή. Ο πνευματισμός τού τριαδικού προσώπου και ο πνευματικισμός τού τριαδικού κόσμου είναι μορφές εξτρεμιστικές τής σκέψης οι οποίες σπρώχνουν μέχρι τα άκρα την εξίσωση η οποία θεμελιώθηκε από τον αββά Ιωακείμ ανάμεσα στον θείο τριθεϊσμό και τόν δημιουργικό τριθεϊσμό. Ο Ιωακειμισμός βρίσκει την πιο συνεπή διατύπωσή του σε εκείνη την λέξη η οποία ακριβώς για τον Σέλλινγκ και τον Χέγγελ είναι ο Λόγος: η ταύτιση του θεού με το δημιούργημα! Η ταύτιση κτιστού και ακτίστου.
Εάν κρατήσουμε στον νου μας όλες αυτές τις πλευρές τού Ιωακειμισμού τότε έρχεται στο φως ο τρίτος τόπος, η αληθινή δυναμική τού όρου της συνόδου του Λατερανού IV, ο οποίος όμως τώρα θα υπολογισθεί στον σύνδεσμό του με την επόμενη και την αντίστοιχη θέση που πήρε ο Ακινάτης. Η σύνοδος αντιθέτει στην τριαδική ταυτότητα ανάμεσα στον θεό και στο δημιούργημα την αμείλικτη απόσταση ενός υπέρτατου όντος, ακατανόητου και άρρητου. Ο Ακινάτης ολοκληρώνει αυτή την θέση δείχνοντας πρώτα απ’ όλα, ενάντια στον τριθεϊσμό της Ιστορίας, τον καθοριστικό χαρακτήρα της Κ.Δ. της ορατής Εκκλησίας, διαλύοντας συνεπώς, όλη την τριαδική δομή της Ιστορίας: «Ο αρχαίος νόμος δεν ήταν μόνον του Πατρός αλλά και του Υιού, καθότι ο αρχαίος νόμος προτύπωνε τον Χριστό. Και πράγματι ο Κύριος δηλώνει στο Ευαγγέλιο εάν είχατε πιστέψει τον Μωυσή, θα είχατε πιστέψει και εμένα, διότι αυτός έγραψε για μένα». Έτσι ακριβώς και ο νέος νόμος δεν είναι μόνον του Χριστού, αλλά και του Πνεύματος του Αγίου, σύμφωνα με την έκφραση του Παύλου: «ο νόμος του πνεύματος της ζωής στον Ιησού Χριστό» και «αυτό είναι απαραίτητο και χρήσιμο για να αποκλειστούν οι φαντασιώσεις οποιουδήποτε θα έλεγε ότι πρέπει να περιμένουμε μια νέα εποχή του Αγίου Πνεύματος». Έτσι λοιπόν ο Τριαδισμός ξεπερνιέται όχι μόνον σε σχέση με το περιεχόμενο, δείχνοντας δηλαδή ότι ανάμεσα στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη υπάρχει μια διπολική σχέση αξεδιάλυτη, αλλά και ως προς την μορφή τής ταυτότητος, τονίζοντας δηλαδή την λειτουργία που επιτρέπει ο "νόμος" και ιδιαιτέρως ο "νόμος" του Πνεύματος, και στις δύο εποχές και τον χαρακτήρα τής αποστάσεως. Ο Ακινάτης εφαρμόζει στην συνέχεια μια ανάπτυξη ανάλογη ακόμη και στον τριαδισμό του προσώπου.Ήδη βεβαίως ο ίδιος ο Αυγουστίνος στα τελευταία βιβλία τού DE TRINITATE, είχε τονίσει με δύναμη την "μεγάλη ανομοιότητα" η οποία διαφαίνεται στην ομοιότητα της Εικόνος της Τριάδος (Imago Trinitatis) σε σχέση με το αρχέτυπό της (De Trin. XV, 20, 39), φθάνοντας να πει, σχεδόν με τις ίδιες λέξεις τής μελλοντικής συνόδου, ότι ακόμη και στην συνθήκη της αιωνίου Μακαριότητος «αυτό που δεν αλλάζει χάριτι δεν μπορεί να εξισωθεί με αυτό που είναι αναλλοίωτο εκ φύσεως, διότι η δημιουργία δεν συγκρίνεται, δεν εξισούται, με τον Δημιουργό»! Στο κήρυγμα δε 52 φτάνει στο σημείο να μην υπολογίζει πλέον την Imago Trinitatis σαν μια "αναλογία", παρά σαν ένα ανθρώπινο επιχείρημα! «Γι' αυτό πιστεύεις σε εκείνο εκεί (τό τριαδικό αρχέτυπο) το οποίο δεν μπορείς να δεις, εάν το έχεις ακούσει, παρατηρήσει και θυμηθεί εδώ (στην Imago Trinitatis). Αυτό που είναι μέσα σου, μπορείς να το γνωρίσεις αλλά οποιοδήποτε πράγμα υπάρχει σε Αυτόν που σε δημιούργησε, πως θα μπορούσες ποτέ να το γνωρίσεις; Και ακόμη και αν μπορούσες, πάλι δεν θα μπορούσες. Και ας δεχθούμε ότι θα μπορούσες, μήπως θα μπορέσεις ποτέ να γνωρίσεις τον θεό όπως ο ίδιος ο θεός γνωρίζεται; (κήρυγμα 52, 10, 23).
Από την μεριά του ο Ακινάτης, αναλόγως με τον τρόπο με τον οποίο παραμέρισε τον τριαδισμό της Ιστορίας, αφήνει καταρχάς σιωπηλά να εισέλθει στην Imago Trinitatis, η στιγμή τής μνήμης και στην συνέχεια με τα υπόλοιπα δύο, την νόηση και την βούληση, συλλαμβάνει μόνον μια κυκλική κίνηση, την εσωτερική κυκλοστρεφή κίνηση της βουλήσεως η οποία επιστρέφει στην καταγωγική κατανόηση. Αυτή η κυκλοστρεφής κίνηση δεν είναι καθαυτή Imago Trinitatis, αλλά μόνον καθόσον, σαν κίνηση, έχει καθαυτή μια καθολική και αφηρημένη μορφή τάξεως, (την τάξη π.χ. ανάμεσα στην ενότητα και την πολλαπλότητα κ.τ.λ.) και επομένως μόνον καθότι κατέχει εκείνες τις κατηγορίες τής σχέσεως οι οποίες εφαρμόζονται στην θεωρία της Τριάδος. [Εφαρμόζει με επιτυχία το κινητό ακίνητο του Αριστοτέλη που εξασφαλίζει την αέναη ενότητα τής πολλαπλότητος]. Με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο κατ' αρχάς υποχρέωσε την γνωστική ταυτότητα τής τριαδικότητας τής Ιστορίας να διπλώσει στην απόσταση του νόμου, ο Ακινάτης εισάγει πιέζοντάς την, την μυστική ταυτότητα της τριαδικότητος του προσώπου στην απόσταση της τάξεως, του νόμου.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου