“Η Χαλκίτις Σχολή”, τόνισε ο Πατριάρχης, “υπήρξε το «θεολογικόν εργαστήριον», ο σιδηρούς θεολογικός βραχίων και το «think tank» του Φαναρίου, ο τροφοδότης αυτού με ικανώτατα στελέχη”. Και συνέχισε:
“Ο καθηγητικός σύλλογός της εκαλείτο να εκφέρη γνώμην επί εκκλησιαστικών θεμάτων, να εκπονήση σχέδια κειμένων και εισηγήσεις του Θρόνου διά κανονικά και λειτουργικά θέματα, διά τας διορθοδόξους και διαχριστιανικάς σχέσεις. Άπαντες οι Χαλκίται, διδάσκοντες και διδασκόμενοι, εγνώριζον ότι η αγία αποστολή της Εκκλησίας δεν προάγεται υπό μιάς εσωστρεφούς ευσεβείας και θεολογίας, η οποία αδιαφορεί διά τον κόσμον ή τον απορρίπτει, διά να διαφυλάξη αλώβητον την δήθεν απειλουμένην υπό των εξελίξεων καθαρότητα της ορθοδόξου πίστεως. Η κλειστή πνευματικότης είναι η μονοφυσιτίζουσα άρνησις της οικουμενικότητος του χριστιανικού Ευαγγελίου, η οποία παράγει πάντοτε τον φονταμενταλισμόν.
Αυτό το πνεύμα ανοικτοσύνης διεσώθη και εκαλλιεργήθη και κατά τας τελευταίας πέντε δεκαετίας εν Χάλκη. Η κλειστή Σχολή ελειτούργησεν ως κέντρον μελέτης, ως τόπος ημερίδων και διεθνών συνεδρίων, ποικίλων πολιτιστικών εκδηλώσεων και άλλων πρωτοβουλιών, ως μία σύγχρονος «Ακαδημία». Γενικώτερον, ισχύει ότι άνευ αυτού του πνεύματος διαλόγου, το οποίον ενσαρκώνει και εκφράζει εμπράκτως και οικουμενικώς η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, η παρουσία και η πορεία της Ορθοδοξίας εις τον σύγχρονον κόσμον θα ήτο όλως διαφορετική”.
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του, ο Πατριάρχης, αναφέρθηκε εκτενώς στον εορταζόμενο και τιμώμενο Μέγα Φώτιο, επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι “συνεδύαζεν εις το πρόσωπόν του την ελληνικήν παιδείαν με την Ορθοδοξίαν της πίστεως. Με την πολυδιάστατον παρουσίαν και δράσιν του εις το πεδίον της πολιτικής και του πολιτισμού, εις τα γράμματα και εις τον εκκλησιαστικόν και πνευματικόν χώρον, επέδρασε καθοριστικώς εις την ιστορικήν πορείαν του Βυζαντίου, εις την αναγέννησιν και άνθησιν των ελληνικών γραμμάτων και εις την δόμησιν της ιδιοπροσωπίας της Ορθοδοξίας”. Όπως είπε, “ο Ιερός Φώτιος υπήρξε πρωτίστως βαθυστόχαστος θεολόγος, εις τον οποίον η φιλολογική και φιλοσοφική κατάρτισις και η αρχαιοελληνική κληρονομία ελειτούργησαν ως πολύτιμον εργαλείον διά την ανάδειξιν της θεολογίας ως της «υψίστης παιδείας». Η προσφορά του εις τα γράμματα είναι τεθεμελιωμένη εις όλα όσα προηγήθησαν ως συνάντησις Ελληνισμού και Χριστιανισμού και εγέννησαν τον «εκχριστιανισμένον Ελληνισμόν», που αποτελεί αναπόσπαστον τμήμα της ιστορίας του παγκοσμίου πολιτισμικού γίγνεσθαι”.
Ο Παναγιώτατος υπογράμμισε ότι:
“Ο μέγας Πατριάρχης υπήρξε χαρισματικός εκκλησιαστικός ανήρ και θεολόγος. Ακραφνής και ανυποχώρητος πρόμαχος της Ορθοδοξίας, ηκύρωσε θεολογικώς το «filioque», έδωκεν έμφασιν εις την ιεραποστολήν, ενίσχυσε τον θεσμόν της Πενταρχίας, ηγωνίσθη διά την κατοχύρωσιν των δικαίων του Οικουμενικού Θρόνου, συνέβαλεν ουσιωδώς εις την διαμόρφωσιν της Ορθοδόξου Εκκλησιολογίας, η δομή της οποίας παραμένει όντως «Φωτιανή». Ο Φώτιος αποκαλεί τας αγίας και οικουμενικάς επτά συνόδους «διδασκάλους και προμάχους της ευσεβείας». «Δι᾽ αυτών γαρ πάσα καινοτομία και αίρεσις απελαύνεται, το δε της Ορθοδοξίας ακήρατον και αρχαιοπαράδοτον φρόνημα ταίς ευσεβούντων ψυχαίς εις αδίστακτον σεβασμιότητα καθιδρύνεται» (Φωτίου, Επιστολαί, Η’, «Τι εστιν έργον άρχοντος», PG 102, 632Α). Ο Θεός ευλόγησε τους αγώνας του και τα έργα του, κορύφωσιν και στέφανον των οποίων απετέλεσε η εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλη Σύνοδος του 879/80, πρότυπον εκκλησιολογικής πληρότητος και συνοδικής εργασίας. Εν όψει του παγχριστιανικού εορτασμού, κατά το 2025, της συμπληρώσεως 1700 ετών από της πραγματοποιήσεως της Α’ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου, ο Φώτιος διεκδικεί ιδιαιτέραν θέσιν ως αυθεντικός εκπρόσωπος και εκφραστής της εκκλησιολογικής ταυτότητος και συνοδικής λειτουργίας της Εκκλησίας.
............ηκύρωσε θεολογικώς το «filioque»,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου