Ἀδελφέ, κάθε μέρα νά περιμένεις τόν θάνατό σου καί νά ἑτοιμάζεσαι γιά ἐκείνη τήν πορεία. Γιατί τό φοβερό πρόσταγμα θά ἔρθει τήν ὥρα πού δέν τό περιμένεις, καί ἀλοίμονο σέ ὅποιον βρεθεῖ ἀπροετοίμαστος. Ἄν μάλιστα εἶσαι νέος, πολλές φορές ὁ ἐχθρός σοῦ ψιθυρίζει:
«Νέος εἶσαι ἀκόμη· ἀπόλαυσε τίς ἡδονές σου, καί στά γεράματα μετανοεῖς. Γνωρίζεις βέβαια πολλούς πού καί ἐδῶ ἀπόλαυσαν τίς ἡδονές καί ἔπειτα μετανόησαν καί κέρδισαν τά οὐράνια ἀγαθά. Τί θέλεις λοιπόν ἀπό αὐτή τήν ἡλικία νά ταλαιπωρεῖς τό σῶμα σου; Δέν σκέφτεσαι μήπως ἀρρωστήσεις;»
Ἐσύ ὅμως νά ἀντισταθεῖς στόν ἐχθρό καί νά πεῖς:
«Διώκτη καί ἐχθρέ τῶν ψυχῶν! Πάψε νά μοῦ ψιθυρίζεις τέτοια πράγματα.
Ἄν ὁ θάνατος μέ βρεῖ στά νιάτα μου καί δέν προλάβω νά γεράσω, τί θά ἀπολογηθῶ μπροστά στό δικαστικό βῆμα τοῦ Χριστοῦ; Γιατί βλέπω πολλούς νέους νά πεθαίνουν καί γέρους νά ζοῦν πολλά χρόνια, καί εἶναι ἄγνωστη στούς ἀνθρώπους ἡ ὤρα τοῦ θανάτου. Ἄν λοιπόν μέ βρεῖ ὁ θάνατος, μπορῶ νά πῶ τότε στόν Κριτή· “ Ὁ θάνατος μέ πῆρε νέο καί γι᾿ αὐτό γύρισέ με στή ζωή, γιά νά μετανοήσω”; Ὄχι βέβαια. Ἄλλωστε βλέπω πῶς δοξάζει ὁ Κύριος ὅσους τόν ὑπηρετοῦν ἀπό τά νιάτα μέχρι τά γεράματα. Ὁ ἴδιος εἶπε στόν προφήτη Ἰερεμία· “Θυμήθηκα τό ἔλεος τῆς νιότης σου καί τήν ἀγάπη τῆς ὡριμότητάς σου, καθώς ἀκολουθοῦσες πιστά τόν ἅγιο Θεό τοῦ Ἰσραήλ”1. Ἀντίθετα, βλέπω πῶς ἔλεγξε ὁ προφήτης Δανιήλ, ἄν καί ἦταν νέος, ἐκεῖνον πού ἀπό τά νιάτα του ὥς τά γεράματα πορεύτηκε μέ τόν λογισμό τῆς πλάνης· τοῦ εἶπε· “Γερασμένε μέσα στήν κακία, τώρα σέ βρῆκαν οἱ ἁμαρτίες πού ἔκανες προηγουμένως”2. Γι᾿ αὐτό καί τό ἅγιο Πνεῦμα μακαρίζει ὅσους ἀπό τά νιάτα τους σηκώνουν τόν ζυγό τοῦ Χριστοῦ καί λέει· “Εἶναι καλό γιά τόν ἄνθρωπο νά σηκώσει τόν ζυγό ἀπό τά νιάτα του”3. Φύγε λοιπόν μακριά μου, ἐργάτη τῆς ἀνομίας καί κακέ σύμβουλε. Ὁ Κύριος ὁ Θεός νά ἀχρηστέψει τά τεχνάσματά σου, καί ἐμένα νά μέ σώσει ἀπό τίς παγίδες σου μέ τή δύναμη καί τή χάρη του».
Νά ἔχεις λοιπόν, ἀγαπητέ, πάντοτε στόν νοῦ σου τήν ἡμέρα τοῦ τέλους σου, ὅταν θά εἶσαι ξαπλωμένος στό στρῶμα σου καί θά ψυχορραγεῖς. Ἀλίμονο, τί μεγάλος φόβος καί τρόμος σφίγγει τήν ψυχή ἐκείνη τήν ὥρα, καί μάλιστα ἄν ἔχει τή συνείδηση νά τήν κατηγορεῖ! Ἄν ἔκανε κάτι καλό σέ αὐτή τή ζωή, ἄν δηλαδή ὑπέμεινε θλίψεις καί προσβολές γιά χάρη τοῦ Κυρίου καί ἄν ἔκανε ὅσα εἶναι ἀρεστά σέ αὐτόν, ὁδηγεῖται μέ πολλή χαρά ἀπό ἁγίους ἀγγέλους ψηλά στόν οὐρανό. Ὅπως ὁ ἐργάτης πού μοχθεῖ στή δουλειά ὅλη τή μέρα, περιμένει τή δύση τοῦ ἡλίου γιά νά πάρει μετά ἀπό τόν κόπο τόν μισθό του καί νά ξεκουραστεῖ, ἔτσι περιμένουν καί οἱ ψυχές τῶν δικαίων τήν ἡμέρα ἐκείνη.
Οἱ ψυχές ἀντίθετα, τῶν ἁμαρτωλῶν εἶναι γεμᾶτες φόβο καί τρόμο ἐκείνη τήν ὥρα. Ὅπως ἕνας κατάδικος, πού τόν ἔπιασαν οἱ φύλακες καί τόν πηγαίνουν στό δικαστήριο, ἔχει ἀγωνία καί τρέμει ὁλόκληρος καθώς σκέφτεται τά βασανιστήρια πού θά τοῦ κάνουν, ἔτσι καί οἱ ψυχές τῶν ἁμαρτωλῶν τρέμουν φοβερά τήν ὥρα ἐκείνη, καθώς καί τίς ἄλλες τιμωρίες πού δέν θά ἔχουν τέλος καί σταματημό. Καί ἄν κάποιος πεῖ στούς ἀγγέλους πού τόν τραβοῦν μέ βία:
«Ἀφῆστε με λίγο νά μετανοήσω», κανείς δέν ἀκούει· ἤ μᾶλλον τοῦ ἀποκρίνονται:
«Ὅταν εἶχες καιρό, δέν μετανοοῦσες, καί τώρα ὑπόσχεσαι νά μετανοήσεις; Ὅταν τό στάδιο ἦταν σέ ὅλους ἀνοιχτό, δέν ἀγωνίστηκες, καί θέλεις νά ἀγωνιστεῖς τώρα, πού ὅλες οἱ πόρτες ἔκλεισαν καί πέρασε ὁ καιρός τοῦ ἀγώνα; Δέν ἄκουσες τόν Κύριο πού εἶπε· “Νά εἶστε ἄγρυπνοι, γιατί δέν ξέρετε τήν ἡμέρα οὔτε τήν ὥρα”4;»
Αὐτά καί τά παρόμοια γνωρίζοντας ἀπό πρίν, ἀγαπητέ, νά ἀγωνίζεσαι, ὅσο ἀκόμη ἔχεις καιρό. Καί νά κρατᾶς τή λαμπάδα τῆς ψυχῆς σου πάντοτε ἀναμμένη μέ τήν ἐργασία τῶν ἀρετῶν, ὥστε νά βρεθεῖς ἕτοιμος, ὅταν ἔρθει ὁ Νυμφίος5, καί νά μπεῖς μαζί του μέσα στόν οὐράνιο γαμήλιο θάλαμο μαζί μέ τίς ἄλλες παρθένες, οἱ ὁποῖες μέ τή ζωή τους φάνηκαν ἀντάξιές του.
Τέλος καί τῇ Τρισηλίῳ Θεότητι
κράτος, αἶνος καί δόξα εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων.
Ἀμήν.
Εὐεργετινός τόμος α΄
Ἐκδόσεις: « ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ »
1Ἰερ. 2 : 2.
2Δαν. Σωσάννα 52.
3Θρῆνοι Ἰερ. 3 : 27.
4Ματθ. Κε΄ : 13.
5Πρβλ. Ματθ. Κε΄ : 1-13
hristospa
Ακτιστον
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου