Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

Ο Σωκράτης και η γέννηση της δυτικής έννοιας της ψυχής (7)

Συνέχεια από: Tρίτη 28 Οκτωβρίου 2025


Ο Σωκράτης και η γέννηση της δυτικής έννοιας της ψυχής 4

Πρώτο Μέρος
Κεφάλαιο Πρώτο


Η παρούσα κατάσταση του σωκρατικού ζητήματος

3. Η αναζήτηση ενός νέου παραδείγματος στις σωκρατικές μελέτες μετά τον Gigon

Επανεκδίδοντας, τριάντα χρόνια μετά την πρώτη έκδοση, το βιβλίο του για τον Σωκράτη, ο Gigon το άφησε αμετάβλητο και παρατήρησε ότι, κατά τη γνώμη του, στη μεταγενέστερη σωκρατική ιστοριογραφία δεν υπήρξε τίποτε που να τον έκανε να αλλάξει άποψη ή να τον ωθήσει να τροποποιήσει ουσιαστικά τις πεποιθήσεις του.

Ε, λοιπόν, αυτή η δήλωση, που σε κάποιους φάνηκε μάλλον προκλητικά αλαζονική, μπορεί να εξηγηθεί ως ένα καλό εκδοτικό πρόσχημα· κατά τα άλλα όμως αποδεικνύεται άδικη, καθώς και αντικειμενικά ακατανόητη και βαθιά εσφαλμένη. Ουσιαστικά, ο διακεκριμένος μελετητής δεν είδε —ή μάλλον δεν θέλησε να δει— πόσο δρόμο έχει διανυθεί, έστω και με κόπο, από την εποχή που εμφανίστηκε η πρώτη έκδοση του έργου του (Πρβλ. M. Montuori, Σημείωση σχετικά με τη δεύτερη έκδοση του «Sokrates» του Gigon, στο περιοδικό Discorsi, 2 (1982), σελ. 167–169· τώρα στο Σωκράτης. Ένα ιστορικό πρόβλημα, σελ. 88–89.).

Δεν επιθυμούμε τώρα να ανασυνθέσουμε βήμα προς βήμα αυτή την πορεία ούτε να χαράξουμε ένα πλήρες πανόραμα των σωκρατικών μελετών του τελευταίου μισού αιώνα (Πρβλ., για τον σκοπό αυτό, A. Battegazzore, Επισκόπηση πρόσφατων σωκρατικών μελετών, στο περιοδικό Rivista di Filologia e di Istruzione Classica, 96 (1968), σελ. 234–242· Adorno, Εισαγωγή στον Σωκράτη, σελ. 159–181· M. Montuori, Το «πρόβλημα Σωκράτης» στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού, στο The Socratic Problem, σελ. 10–74.), για να διαψεύσουμε μια δήλωση η οποία, με την ίδια της την απολυτότητα, καταλήγει να αυτοαναιρείται. Θα αποφύγουμε, επομένως, να κάνουμε μια μακροσκελή επισκόπηση ονομάτων συνοδευόμενη από συνοπτικές πληροφορίες (που, άλλωστε, μπορούν εύκολα να βρεθούν στα ειδικά βιβλιογραφικά εργαλεία που στο μεταξύ έχουν καταρτιστεί) (Πρβλ. A. Patzer, Bibliographia socratica, Φράιμπουργκ–Μόναχο, 1985· L. E. Navia – E. L. Katz, Socrates. An Annotated Bibliography, Νέα Υόρκη–Λονδίνο, 1988 (η τελευταία αυτή έκδοση έχει το πλεονέκτημα ότι περιλαμβάνει σχολιασμένη βιβλιογραφία).) και, προτού περάσουμε στο τέλος του συλλογισμού μας, προτιμούμε να αναλύσουμε, έστω και με την αναγκαία σχηματικότητα, ορισμένες συγκεκριμένες συνεισφορές που, ενδεικτικά για την «μετά τον Gigon» εποχή, μας φαίνονται από τις πιο σημαντικές μέσα σε αυτή την προοπτική.

(1) Η τυπική ανάλυση του Antonio Capizzi

Πρόκειται για μια μελέτη περιορισμένη στη μαρτυρία του Πλάτωνα (Πρβλ. A. Capizzi, La testimonianza platonica. Contributo alla ricerca di una determinazione dell’elemento socratico nei dialoghi, στο περιοδικό Rassegna di Filosofia, 6 (1957), σελ. 205–221· σελ. 309–337· και στη συνέχεια το βιβλίο Σωκράτης και οι φιλοσοφικοί χαρακτήρες του Πλάτωνα. Μελέτη πάνω στις δομές της πλατωνικής μαρτυρίας και έκδοση των μαρτυριών που περιέχονται στους διαλόγους, Ρώμη 1970, από το οποίο και παρατίθενται τα αποσπάσματα.), στην οποία αποδεικνύεται ότι ο Πλάτων, παρότι αντιμετωπίζει τον Σωκράτη ως λογοτεχνικό πρόσωπο, διασπείρει στην αφήγησή του σαφείς αναφορές στο ιστορικό πρόσωπο (Ο Capizzi, Socrate, σελ. 29–32, για λόγους σαφήνειας φέρνει ως παράδειγμα τη Θεία Κωμωδία. Ακόμη και ο Δάντης, παρότι χειρίζεται τα πρόσωπά του με καθαρά ποιητικούς σκοπούς, μας παρέχει γι’ αυτά ορισμένες ιστορικές πληροφορίες σχετικές με τη ζωή τους, τα έργα τους και, σε κάθε περίπτωση, με τις πραγματικές τους πεποιθήσεις. Έτσι, αν –παραλογιζόμενοι– τα έργα του Βιργιλίου ή του Στάτιου είχαν χαθεί και δεν είχαμε καμιά άλλη μαρτυρία γι’ αυτούς τους συγγραφείς, ο Δάντης θα μπορούσε, κατά κάποιον τρόπο, να χρησιμεύσει για να συμπληρώσει το κενό της παράδοσης.).

Όσον αφορά το κριτήριο για την απομόνωση των σωκρατικών στοιχείων που υπάρχουν στους διαλόγους, ο Capizzi, με μεγάλη πρωτοτυπία, καταφεύγει σε μια μέθοδο τυπικού χαρακτήρα (Ο Capizzi, Socrate, σελ. 33–35, αναφέρεται στην αξία της στιλομετρικής μεθόδου, η οποία εφαρμόστηκε στο τέλος του περασμένου αιώνα από τον Campbell και τον Lutosławski, και υπενθυμίζει ότι αυτή κατόρθωσε να επιλύσει με ικανοποιητικό τρόπο ένα επίσης θεωρούμενο άλυτο πρόβλημα: εκείνο της χρονολόγησης των πλατωνικών διαλόγων. (βλ. Capizzi, Socrate, σελ. 39).). Δηλαδή, ο συγγραφέας επιχειρεί να κατανοήσει πώς εκφράζεται συνήθως ο Πλάτων και σε ποια τυπικά στοιχεία προσφεύγει κάθε φορά που θέλει να παρουσιάσει απόψεις που δεν είναι δικές του:

«Η μορφή των πλατωνικών διαλόγων — ακριβώς εκείνη η ιδιόμορφη δραματική μορφή τόσο πολύπλοκη και τόσο δύσκολη να ερμηνευτεί, που αποτελεί την πρωταρχική αιτία όλων των δυσκολιών μας — θα πρέπει να κρύβει μέσα στις πτυχές της το κλειδί που θα μας επιτρέψει να διαχωρίσουμε, στους πλατωνικούς χαρακτήρες και κυρίως σε εκείνον του Σωκράτη, το ιστορικό στοιχείο από το λογοτεχνικό.»

Τα αποτελέσματα της ανάλυσης οδηγούν στα ακόλουθα συμπεράσματα:

(α) Στους πλατωνικούς διαλόγους διακρίνονται τρεις θεμελιώδεις τρόποι μαρτυρίας, που αντιστοιχούν σε ισάριθμες τυπικές μορφές έκφρασης:
μια «απλή μορφή», η οποία παρουσιάζει μια σκέψη που υποστηρίζεται μόνο περιστασιακά·
μια «υπαινικτική ή περιφραστική μορφή», που παρουσιάζει μια σκέψη εκφρασμένη σε γραπτά έργα και επαναδιατυπωμένη υπό μορφή υπαινιγμού, περίφρασης ή περίληψης·
και μια «επαναληπτική μορφή», η οποία παρουσιάζει μια σκέψη ή διδασκαλία που συνήθως και ευρέως υποστηρίζεται από τον εκάστοτε φιλόσοφο.


β) Η σύγκριση με μη πλατωνικές πηγές ή με τα σωζόμενα αποσπάσματα των προσωκρατικών φιλοσόφων που εξετάστηκαν επιβεβαιώνει ότι η πλατωνική μαρτυρία, η οποία χαρακτηρίζεται από τις προαναφερθείσες τυπικές ιδιαιτερότητες, μπορεί να θεωρηθεί ιστορική στο 89% των περιπτώσεων. Από αυτό μπορεί να συναχθεί ότι
«ο Πλάτων ειδοποιεί το κοινό της εποχής του, μέσω ιδιαίτερων εισαγωγικών τύπων, για κάθε, ακόμη και ελάχιστη, αναφορά του σε γνωστά ιστορικά γεγονότα»¹².

Εφαρμόζοντας αυτά τα αποτελέσματα στη μαρτυρία του Πλάτωνα για τον Σωκράτη, ο Capizzi διατυπώνει έτσι το κριτήριο που θα επέτρεπε την απομόνωση των γνήσια σωκρατικών στοιχείων: «Στους διαλόγους του Πλάτωνα πρέπει να θεωρείται επινόηση του συγγραφέα οτιδήποτε εκφράζει ο χαρακτήρας του Σωκράτη χωρίς εισαγωγικό τύπο ή με απλό τύπο, ενώ πρέπει να θεωρείται διδασκαλία, μέθοδος, μελέτη ή χαρακτηριστικό γνώρισμα του ιστορικού Σωκράτη οτιδήποτε αποδίδεται στον χαρακτήρα του Σωκράτη, από τον ίδιο ή από άλλα πρόσωπα, με επαναληπτικούς τύπους, δηλαδή με αναφορά σε όσα ο Σωκράτης λέει ή πράττει συνήθως εκτός της σκηνής του διαλόγου»³³.

Τα αποτελέσματα αυτής της περαιτέρω ανάλυσης μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:

α) Η πλατωνική μαρτυρία για τον Σωκράτη αποδεικνύεται ποσοτικά πολύ πλούσια.
β) Ο ιστορικός Σωκράτης δεν ανιχνεύεται μόνο στους λεγόμενους πρώιμους διαλόγους, όπως επί μακρόν είχε θεωρηθεί, αφού τα έργα που περιέχουν τις περισσότερες μαρτυρίες εκτείνονται από τα νεανικά μέχρι και τα έργα της ωριμότητας³⁴.
γ) Η εικόνα του Σωκράτη που προκύπτει από την ανάλυση δεν διαφέρει ουσιαστικά από εκείνη που προέκυπτε με τις μεθόδους του παραδοσιακού παραδείγματος· πρόκειται για έναν Σωκράτη «λίγο ευρύτερο, αν θέλουμε, αφού του αποδίδονται ορισμένα μοτίβα —όπως η ανάμνηση (ἀνάμνησις) και η ερωτική διδασκαλία— που συνήθως θεωρούνται πλατωνικά»³⁵.

(2) De Strycker: Οι μαρτυρίες των Σωκρατικών που δεν περιλαμβάνονται σε σωκρατικά έργα

Ο μελετητής αυτός προσφεύγει, αντίθετα, στη ιστορική μέθοδο (E. De Strycker, Les témoignages historiques sur Socrate, in «Annuaire de l'Institut de Philologie et d'Histoire Orientales et Slaves», 10 (1950), pp. 199-230.). Για να απομονώσει τα στοιχεία ιστορικότητας μέσα στον σωκρατικό θρύλο, χρησιμοποιεί τρεις μαρτυρίες Σωκρατικών, που όμως προέρχονται από έργα μη σωκρατικού περιεχομένου, και για τη φύση των οποίων ούτε ο σκεπτικισμός του Gigon θα μπορούσε να εγείρει τεκμηριωμένες αμφιβολίες.

Η πρώτη από αυτές τις μαρτυρίες βρίσκεται στην Ἀνάβασιν του Ξενοφώντα, στο σημείο όπου ο Αθηναίος ιστορικός διηγείται πώς έγινε η συμμετοχή του στην εκστρατεία του Κύρου. Ο Ξενοφών συμβουλεύτηκε τον Σωκράτη σχετικά με το αν έπρεπε ή όχι να δεχθεί την πρόσκληση του φίλου του Προξένου, και, ως απάντηση, έλαβε τη συμβουλή να μεταβεί στους Δελφούς και να συμβουλευθεί το μαντείο του Απόλλωνα σχετικά με την απόφαση που έπρεπε να λάβει.

Αυτό το χωρίο, κατά τον De Strycker, επιβεβαιώνει την παρουσίαση του Σωκράτη ως ανθρώπου λογικού και έμπειρου, στον οποίο οι φίλοι μπορούσαν να προστρέχουν στις δύσκολες στιγμές τους —όπως τον παρουσιάζει και ο Πλάτων— αλλά αποδεικνύει, κυρίως, την ουσιαστική ιστορικότητα όλων εκείνων των σημείων της σωκρατικής γραμματείας όπου ο Σωκράτης τίθεται σε σχέση με το μαντείο των Δελφών και, γενικότερα, με όσα χωρία του αποδίδουν μια ιδιαίτερη εμπιστοσύνη στη μαντική τέχνη και στις ποικίλες εκδηλώσεις της.

Η δεύτερη μαρτυρία προέρχεται από τις Ἑλληνικά του Ξενοφώντα και μαρτυρεί με τρόπο αναμφισβήτητο το ηθικό και πολιτικό θάρρος που έδειξε ο Σωκράτης κατά τη δίκη των στρατηγών που διοίκησαν τη ναυμαχία στις Αργινούσες. Αυτό θα επιβεβαίωνε την ιστορικότητα της αφήγησης που κάνει ο Πλάτων στην Ἀπολογία, καθώς και εκείνης του ίδιου του Ξενοφώντα στα Ἀπομνημονεύματα.

Η τελευταία μαρτυρία προέρχεται από την Ἑβδόμη Ἐπιστολή του Πλάτωνα, όπου διηγείται το επεισόδιο της άρνησης του Σωκράτη να αναλάβει την ευθύνη της σύλληψης του Λέοντος του Σαλαμινίου κατά τη διάρκεια της τυραννίας των Τριάκοντα. Το χωρίο αυτό παρέχει τεκμηριωμένη επιβεβαίωση του αποσπάσματος της Ἀπολογίας, όπου γίνεται υπαινιγμός στο ίδιο γεγονός.

Επιπλέον, τα λόγια με τα οποία ο Πλάτων αναφέρεται στον δάσκαλό του στην έβδομη επιστολή, παρουσιάζοντάς τον ως τον πιο δίκαιο άνθρωπο της εποχής του, βρίσκουν ακριβή αντιστοιχία στο τέλος του Φαίδωνος, όπου διαβάζουμε ότι ο Σωκράτης ήταν ο καλύτερος, ο σοφότερος και ο δικαιότερος από όλους τους συμπολίτες του.

Όλα αυτά αποτελούν κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή ένδειξη· είναι, αντίθετα, απόδειξη ότι ο Σωκράτης δεν υπήρξε για τους μαθητές του ένα απλό πρόσχημα για τη δημιουργία λογοτεχνικών έργων, αλλά ένας ανεξίτηλος άνθρωπος, ο οποίος, στο όνομα της αγάπης και του θερμού θαυμασμού που ενέπνεε, αναμφίβολα εξιδανικεύτηκε, αλλά παρέμεινε ένα πρόσωπο κάθε άλλο παρά φανταστικό ή αυθαίρετο.

(3) Ο Bruno Snell και τα ίχνη της σωκρατικής σκέψης στην ελληνική τραγωδία

Αφού υπενθυμίζει ότι είναι δυνατόν να αναγνωριστούν ορισμένες επιρροές της σωκρατικής σκέψης σε ένα ψευδο-ξενοφώντειο σύγγραμμα που ανάγεται στα τελευταία χρόνια του 5ου αιώνα π.Χ.⁴⁵, ο Bruno Snell στρέφει την προσοχή του σε ορισμένα χωρία της ευριπίδειας τραγωδίας⁴⁶.

Στη Μήδεια, η ηρωίδα, λίγο πριν σκοτώσει τα παιδιά της, δηλώνει:
«Το κακό με νικά. Γνωρίζω καλά το έγκλημα που πρόκειται να διαπράξω,
αλλά ο θυμός της ψυχής —που ωθεί τους θνητούς να μολυνθούν με τα πιο φρικτά ανομήματα—υπερισχύει μέσα μου κάθε αντίστασης.»⁴⁷


Στον Ιππόλυτο, η Φαίδρα λέει:
«Γνωρίζουμε ποιο είναι το καλό και το βλέπουμε,
αλλά δεν κάνουμε τίποτε για να το εφαρμόσουμε·
ή παρεμβαίνει η ραθυμία, ή εμφανίζεται κάποια ηδονή και αιχμαλωτίζει την καρδιά μας.»⁴⁸


Ο μελετητής επισημαίνει ότι τα λόγια της Μήδειας ανταποκρίνονται πλήρως στην ψυχολογική της κατάσταση και αναδύονται σαν ένα είδος φυσικής ενδοσκόπησης της ίδιας πάνω στη συμπεριφορά της.
Αντίθετα, τα λόγια της Φαίδρας εκφέρονται με γνωμικό τρόπο, δηλαδή αποτελούν ηθική ρήση που έχει πολύ χαλαρή σχέση με την τραγική περίσταση και φαίνεται μάλλον επιτηδευμένη και προσχηματική στο πλαίσιο μέσα στο οποίο εκφέρεται.


Όλα αυτά, κατά τον Snell, επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι ο Ευριπίδης, με τους στίχους του Ιππολύτου, θέλησε να απαντήσει σε μια ένσταση που του είχε διατυπωθεί την εποχή της Μήδειας, σχετικά με τη σχέση μεταξύ γνώσης (εὖ φρονεῖν) και πράξης (εὖ πράττειν).

Ποιος, όμως, θα μπορούσε να ήταν αυτό το πρόσωπο; Ο Snell δεν έχει καμία αμφιβολία: δεν θα μπορούσε να είναι κάποιος από τους σοφιστές· έπρεπε να είναι ο Σωκράτης, φίλος του Ευριπίδη, ο οποίος, τόσο στον Πλάτωνα όσο και στον Ξενοφώντα,διακηρύσσει σταθερά το γνωστό παράδοξο ότι η αρετή ταυτίζεται με τη γνώση (Μάλιστα, ο Snell προχωρεί στην υπόθεση ότι ο Σωκράτης διαμόρφωσε τη σκέψη του σε αντίθεση με τα λόγια που ο Ευριπίδης έβαλε στο στόμα της Μήδειας στην ομώνυμη τραγωδία.

Πρβλ. επίσης B. Snell, Η ελληνική κουλτούρα και οι απαρχές της ευρωπαϊκής σκέψης, Τορίνο 1963, σελ. 345. Ο μελετητής επανήλθε στο ζήτημα στο έργο του Scenes from Greek Drama, Μπέρκλεϋ–Λος Άντζελες 1964, σελ. 59 κ.εξ., όπου μπορεί κανείς να βρει τις ενδείξεις σχετικά με τις συμφωνίες και τις διαφωνίες που προκάλεσε η ερμηνεία του (πρβλ. ιδίως σελ. 59, σημ. 15).

Να προστεθούν επίσης:
— M. Pohlenz, Η ελληνική τραγωδία, τόμ. II, Μπρέσια 1961, σελ. 126–128, ο οποίος τάσσεται υπέρ της θέσης του Snell (πρβλ. και τόμ. I, σελ. 192)·
— D. Claus, Phaedra and the Socratic Paradox, στο Studies in Fifth-Century Thought and Literature, Κέιμπριτζ 1972, σελ. 223–238, ο οποίος αντιτίθεται στην άποψη του Snell και συνοψίζει τις διάφορες ερμηνείες που δόθηκαν στους στίχους του Ιππολύτου.).

Συνεχίζεται


Δεν υπάρχουν σχόλια: