Παρασκευή 3 Ιουνίου 2011

Joseph Ratzinger «Εισαγωγή στον Χριστιανισμό» (αποσπάσματα) (10)

Συνέχεια από : Δευτέρα, 30 Μαΐου 2011

 TΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΙΣΤΕΥΩ ΣΤΟ ΘΕΟ ΣΗΜΕΡΑ

Πρίν προσπαθήσουμε να πάμε ένα βήμα μπρός πάνω σ’αυτό το έδαφος προσθέτω άλλη μία σκέψη, παρόμοια με την προηγούμενη, ενός έμπειρου στις φυσικές επιστήμες. Ο James Jeans λέει : «Ανακαλύπτουμε πώς το σύμπαν παρουσιάζει ίχνη μίας δυνάμεως η οποία σχεδιάζει και προστατεύει,η οποία έχει κάτι κοινό με το ατομικό μας πνεύμα, και απο όσα ξέρουμε μέχρι στιγμής, ούτε με το συναίσθημα, την ηθική ή την αισθητική ικανότητα, αλλά την τάση για σκέψη με έναν τρόπο που εμείς, στην απουσία καλύτερου όρου, ονομάσαμε γεωμετρία». Bρισκόμαστε ξανά λοιπόν απέναντι στην ίδια διαπίστωση : ο μαθηματικός ανακαλύπτει τα μαθηματικά του κόσμου, δηλαδή το ότι τα πράγματα είναι σκέψεις. Αλλά τίποτε παραπάνω. Ανακαλύπτει μόνον τον Θεό των φιλοσόφων.

Μας εκπλήσσει όμως το πράγμα : ο επιστήμων, ο οποίος υπολογίζει τον κόσμο κάτω απο την μαθηματική όψη, μπορεί μήπως να ανακαλύψει στον κόσμο κάτι διαφορετικό απο τα μαθηματικά; Δέν θα έπρεπε ίσως να τον ρωτήσουμε εάν σκέφτηκε έστω και για μία φορά να κοιτάξει τον κόσμο με διαφορετικούς φακούς απο αυτούς που διαθέτουν τα μαθηματικά; Δέν θα έπρεπε να τον ρωτήσουμε εάν κοιτάζοντας π.χ. μία ανθισμένη μηλιά, θαύμασε ποτέ του το γεγονός πώς η πρόοδος της γονιμοποιήσεως, στη συνεργασία ανάμεσα στις μέλισσες και στο φυτό, δέν πραγματοποιείται με κανένα άλλο τρόπο παρα μόνον με τον έμμεσο τρόπο του ανθίσματος, συμπεριλαμβάνοντας τοιουτοτρόπως το θαύμα του κάλλους, της ομορφιάς, το οποίο είναι απολύτως περιττό, και το οποίο μπορεί να γίνει αντιληπτό με την σειρά του με την συμμετοχή μας, με την εγκατάλειψη μας σε εκείνο το οποίο είναι ήδη ωραίο χωρίς εμάς ; Εάν ο Jeans, ισχυριστεί πώς τίποτε απο όλο αυτό δέν έχει ανακαλυφθεί όσον αφορά εκείνο το πνεύμα, μπορούμε να του απαντήσουμε με βεβαιότητα: η φυσική δέν θα το ανακαλύψει ποτέ, ούτε μπορεί να το ανακαλύψει. Διότι ο τρόπος με τον οποίο τοποθετεί τα προβλήματα, είναι η αφαίρεση με απόλυτη συνέπεια από το αισθητικό συναίσθημα και από την ηθική στάση.

Είναι ο περιορισμός στήν παρατήρηση τής φύσεως με μία νοοτροπία καθαρά μαθηματική, έτσι ώστε να μπορεί να συναντήσει μόνον την μαθηματική πλευρά της φύσεως. Η απάντηση εξαρτάται πάντοτε απο την ερώτηση. Ο άνθρωπος όμως ο οποίος ψάχνει για ένα όραμα του όλου, πρέπει να πεί: στον κόσμο βρίσκουμε χωρίς καμμία αμφιβολία μία μαθηματική αντικειμενοποίηση, βρίσκουμε όμως ταυτόχρονα στον κόσμο πάντοτε και το ανεξήγητο θαύμα του κάλλους. Η καλύτερα : στον κόσμο υπάρχουν γεγονότα τα οποία προσλαμβάνονται απο το δεκτικό πνεύμα του ανθρώπου με την μορφή του ωραίου, έτσι ώστε είναι υποχρεωμένος να αναγνωρίσει πώς ο μαθηματικός ο οποίος έδωσε την καταγωγή αυτή του κόσμου απέδειξε επίσης ένα ανήκουστο επίπεδο δημιουργικής φαντασίας!

Σαν συμπέρασμα όλων όσων εκθέσαμε πιό πάνω θα μπορούσαμε να πούμε : ο κόσμος είναι ένα αντικειμενικό πνεύμα, το οποίο παρουσιάζεται σε μας με μία πνευματική δομή, δηλαδή προσφέρεται στο πνεύμα μας σαν κατανοητό και στοχαστικό. Απο εδώ προχωρά το επόμενο βήμα : το να λέμε «πιστεύω στο Θεό», εκφράζει την πεποίθηση πώς το αντικειμενικό πνεύμα είναι το αποτέλεσμα του υποκειμενικού πνεύματος και μπορεί να υπάρξει μόνον σαν μία δική του φόρμα κλίσεως, με άλλες λέξεις, το στοχαστικό όν (το οποίο συναντούμε σαν δομή του κόσμου) δέν είναι χωρίς σκέψη.
Ίσως είναι όμως ωφέλιμο να ξεκαθαρίσουμε και να επιβεβαιώσουμε ταυτοχρόνως αυτή την δήλωση, εισάγοντάς την σε ένα είδος αυτοκριτικής του ιστορικού λόγου. Μετά δυόμιση χιλιάδες χρόνια φιλοσοφικής σκέψης, δέν είναι πλέον δυνατόν να συζητούμε χαρούμενα το ίδιο θέμα, σαν να μήν είχαν προσπαθήσει τόσοι άλλοι πρίν απο μάς και να μήν είχαν όλοι τους αποτύχει. Εάν ρίξουμε δέ επιπλέον μία ματιά στον όγκο των υποθέσεων, μιάς εντυπωσιακής οξύτητος και λογικής, που μας παρουσιάζει η ιστορία, ίσως χάσουμε εντελώς το κουράγιο μας να συνεχίσουμε την έρευνα για την εύρεση ενός ίχνους τής αυθεντικής αλήθειας, τής κεκρυμμένης, ή οποία υπερβαίνει το χειροπιαστό! Και όμως η έλλειψη εξόδου δέν είναι απόλυτη, όπως φαίνεται κατ’αρχάς. Παρόλη την πολλαπλότητα των τρόπων με τους οποίους η φιλοσοφία προσπάθησε να ξαναστοχαστεί το Είναι, παραμένουν ακόμη ανοιχτές μερικές δυνατότητες εξηγήσεως του μυστηρίου του Είναι. Έτσι θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε το ερώτημα στο οποίο καταλήγουν τα πάντα ώς εξής : μέσα στην πολλαπλότητα των ατομικών πραγμάτων, που είναι, η κοινή ύλη του Είναι, ποιό είναι το μοναδικό εκείνο Είναι που βρίσκεται πίσω απο τα πολλά υπαρκτά πράγματα, λόγω και χάριν του οποίου όλα τα πράγματα «υπάρχουν»; Οι τόσες απαντήσεις που δόθηκαν στην πορεία της ιστορίας, μπορούν να περιοριστούν σε δύο βασικές δυνατότητες. Η πρώτη και η πιό απλή είναι : ό,τι συναντούμε είναι στην πραγματικότητα ουσία, ύλη. Αυτή είναι το μοναδικό πράγμα που παραμένει δια παντός σαν αποδεδειγμένη πραγματικότης. Επομένως αναπαριστά το αληθινό είναι αυτού που υπάρχει –η γνωστή υλιστική οδός. Η Δευτέρα δυνατότης κατευθύνει πρός την αντίθετη κατεύθυνση. Λέγεται: όποιος στοχαστεί βαθειά γύρω απο την ύλη, θα ανακαλύψει πώς είναι μία σκέψη, μία εξαντικειμενοποιημένη σκέψη. Δέν μπορεί επομένως να είναι η τελική πραγματικότης. Πρίν απο την ύλη, υπάρχει η σκέψη, η ιδέα : ολόκληρο το είναι, σε τελευταία ανάλυση, είναι ένα προϊόν σκέψης και γι’αυτό πρέπει να το ξανα οδηγήσουμε στο πνεύμα σαν την πρωτογενή πραγματικότητα. -Και να μπροστά μας η «ιδεαλιστική οδός»
Για να αποκτήσουμε ένα κριτήριο στο θέμα, πρέπει να το ψάξουμε με μεγαλύτερη ακόμη ακρίβεια: τί είναι ακριβώς η ύλη; Και τί είναι το πνεύμα; Πολύ συνθετικά μπορούμε να πούμε τα εξής: ονομάζουμε ύλη ένα όν το οποίο διαθέτει αυτό-κατανόηση όσον αφορά το είναι, το οποίο στην πραγματικότητα «υπάρχει» αλλά δέν έχει γνώση του εαυτού του. Η μείωση λοιπόν όλου του Είναι σε ύλη, σαν η πρωτογενής φόρμα της πραγματικότητος, επιβεβαιώνει, επομένως, πώς η αρχή και το θεμέλιο όλου του υπαρκτού δίνεται απο εκείνη την μορφή υπάρξεως η οποία δέν κατανοεί τον εαυτό της σαν όν. Αυτό συνεπάγεται επίσης πώς η κατανόηση του Είναι υπεισέρχεται μόνον σ’έναν δεύτερο χρόνο, σαν ένα τυχαίο υποπροϊόν της εξελίξεως. Έτσι αποκτήσαμε ταυτοχρόνως και τον ορισμό του «πνεύματος». Μπορεί να περιγραφεί σαν το όν που κατανοεί τον εαυτό του, έχει δηλαδή αυτογνωσία, σαν ένα όν που βρίσκεται εις εαυτόν. Πάντως η ιδεαλιστική λύση του προβλήματισμού γύρω απο το Είναι εκφράζει την ιδέα πώς όλο το Είναι είναι κάτι που το έχει σκεφτεί μία μοναδική συνείδηση. Η ενότης του Είναι αναφέρεται στην ταυτότητα αυτής της μοναδικής συνειδήσεως, της οποίας η πολλαπλότης των όντων δέν είναι παρα στιγμές.
Η χριστιανική πίστη στον Θεό δέν συμπίπτει απλώς, ούτε με την μία ούτε με την άλλη. Οπωσδήποτε και αυτή επαναλαμβάνει πώς το Είναι είναι μελετημένο, πώς η ύλη παραπέμπει πέρα απ’αυτή, στην σκέψη, καθότι είναι αυτό που προηγείται και είναι πρωτογενές. Ομως ενάντια στον ιδεαλισμό, ο οποίος μειώνει το Είναι σε στιγμές μίας καθολικής συνειδήσεως,η Χριστιανική πίστη στον Θεό θα πεί : Το Είναι ειναι πράγματι μελετημένο, προϊόν σκέψης, όχι όμως με την έννοια πώς παραμένει αποκλειστικώς σκέψη, και πώς η φαινομενική αυτονομία του αποτελεί, σε μία πιό προσεκτική ματιά μία καθαρή ψευδαίσθηση. Η χριστιανική πίστη στον Θεό σημαίνει περισσότερο πώς τα πράγματα είναι προϊόντα σκέψης απο μία δημιουργική συνείδηση, απο μία δημιουργική ελευθερία, και πώς αυτή η δημιουργική συνείδηση η οποία στηρίζει όλα τα πράγματα άφησε αυτό το προϊόν σκέψης, στην ελευθερία του δικου του αυτόνομου Είναι. Σ’αυτό ακριβώς η πίστη, ξεπερνά κάθε μορφή ιδεαλισμού. Ενώ αντιθέτως ο ιδεαλισμός όπως έχουμε ήδη εκθέσει, εξηγεί όλη την πραγματικότητα σαν περιεχόμενο μίας μοναδικής συνειδήσεως για την Χριστιανική αντίληψη αυτό που στηρίζει το πάν είναι μία δημιουργική ελευθερία η οποία θέτει με την σειρά της αυτό που σκέφτηκε στην ελευθερία του Είναι του, έτσι ώστε αυτό να είναι απο το ένα μέρος, το προϊόν σκέψης  μιάς συνειδήσεως και απο το άλλο, αληθινό όν υπάρχον καθ’εαυτό.
Προκύπτει λοιπόν ξεκαθαρισμένος και ο κεντρικός πυρήνας της έννοιας της δημιουργίας : το μοντέλο σύμφωνα με το οποίο η δημιουργία γίνεται κατανοητή, δέν είναι η χειροποίητη τέχνη, αλλά το δημιουργικό πνεύμα, η δημιουργική σκέψη. Έτσι έρχεται στο φώς επίσης ο τρόπος μέ τον οποίο η ελευθερία είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της Χριστιανικής πίστης στον Θεό, σε σύγκριση με κάθε τύπο μονισμού. Στην αρχή του παντός δέν τοποθετεί μία οποιαδήποτε συνείδηση, αλλά μία δημιουργική συνείδηση, η οποία με την σειρά της δημιουργεί και άλλες ελευθερίες. Κάτω απ’αυτή την άποψη θα μπορέσουμε να δείξουμε, δικαίως, την Χριστιανική πίστη σαν μία φιλοσοφία της ελευθερίας. Γι’αυτήν η εξήγηση της πραγματικότητος στο σύνολο της, δέν βρίσκεται σε μία καθολική συνείδηση ή σε μία διαφοροποιημένη υλικότητα. Στην κορυφή της στέκεται μία ελευθερία που στοχάζεται, και η οποία στοχαζόμενη δημιουργεί άλλες ελευθερίες, και μ’αυτόν τον τρόπο τοποθετεί την ελευθερία σαν την συστατική φόρμα όλου του Είναι.   

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

1 σχόλιο:

Κ.Τ. είπε...

Το έβαλα και στην προηγούμενη σχετική ανάρτηση, όμως ας το βάλω και εδώ στην πιο πρόσφατη.

Ξαναλέμε λοιπόν: μα που παν΄ και τα βρίσκουν!

http://www.newsbeast.gr/weird/arthro/179280/anazitodas-ton-hameno-aderfo-tou-papa-venediktou/