Πηγή : UDemand
Ωστόσο, δεν έχει εξηγηθεί, ποιο ακριβώς είναι το διακύβευμα από μια τέτοια μεταβολή.
Διαβάσαμε μία πολύ κατατοπιστική ανάλυση στο bankingnews.gr.
Ολόληρο το άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.
Εμείς για λόγους οικονομίας σας παραθέτουμε τα συμπεράσματα και θα καταλάβετε αμέσως την σημασία τους…
Ολόληρο το άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε εδώ.
Εμείς για λόγους οικονομίας σας παραθέτουμε τα συμπεράσματα και θα καταλάβετε αμέσως την σημασία τους…
Κινδυνεύει η δημόσια περιουσία από κατασχέσεις – Μια νομική ανάλυση για το ζήτημα…
Του Μάριου – Σάββα Μαρινάκου Δικηγόρου,
Τόσο καιρό, ακούμε για το μείζον θέμα της υπαγωγής του Ελληνικού χρέους σε αγγλικό δίκαιο. Διαισθαντικά μπορούμε ενδεχομένως να καταλάβουμε ότι αυτό δεν είναι κάτι καλό.Του Μάριου – Σάββα Μαρινάκου Δικηγόρου,
Ωστόσο, δεν έχει εξηγηθεί, ποιο ακριβώς είναι το διακύβευμα από μια τέτοια μεταβολή.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Τώρα, μετά από την αναφορά όλων των παραπάνω νομοθετημάτων και των ειδικότερων ρυθμίσεων που διαλαμβάνονται σε καθένα από αυτά, μπορούμε να υποβάλλουμε τη συνολική μας προβληματική σε μια υπόθεση εργασίας, ή όπως θα λέγαμε στα έδρανα της Νομικής, σε ένα πρακτικό, στο οποίο μας ζητείται να διαπιστώσουμε τις συνέπειες τις συνέπειες που θα είχε για την Ελλάδα, η υπαγωγή του PSI+ στο αγγλικό δίκαιο.
Οι δηλώσεις Άκερμαν (16-12-2011) αποτελούν την επίσημη, πλέον, επιβεβαίωση και από την πλευρά των δανειστών, πως το δίκαιο των ομολόγων του PSI+ είναι το σημαντικότερο ζήτημα στις διαπραγματεύσεις.
Αν το δίκαιο των ομολόγων του PSI+ ήταν το αγγλικό, τότε σε περίπτωση πτώχευσης, η Ελλάδα θα έπρεπε να πληρώσει το χρέος της στους δανειστές, σε ευρώ παρά το γεγονός, ότι σε περίπτωση ενδεχόμενης επιστροφής της σε εθνικό νόμισμα, η χώρα θα είχε επιστρέψει σε ένα σημαντικά υποτιμημένο εθνικό νόμισμα.
Αυτό θα προέκυπτε ως υποχρέωση της χώρας από τη διεθνή πολυμερή σύμβαση μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της, η οποία μάλιστα, δυνάμει του αρ 28 παρ 1 του Συντάγματος της χώρας θα κατίσχυε έναντι κάθε άλλης (ακόμα και αντίθετης διάταξης) της Ελληνικής έννομης τάξης.
Έτσι, το χρέος της Ελλάδας θα πολλαπλασιαζόταν και καθώς η χώρα θα αδυνατούσε να το αποπληρώσει, οι δανειστές θα αποκτούσαν δικαίωμα κατάσχεσης επί της ελληνικής περιουσίας, με βάση το Αγγλικό Δίκαιο.
Η πρώτη συνέπεια, λοιπόν, θα ήταν …
μια νομισματική ομηρία στο ευρώ και πάντως, μια νομισματική δέσμευση του χρέους μας σε ένα συγκεκριμένο νόμισμα, ανεξάρτητα από την ενδεχόμενη πολιτική βούληση της χώρας, να επιστρέψει σε εθνικό νόμισμα.
Κατά δεύτερο λόγο, το ελληνικό χρέος, ως υπαγόμενο και θεωρούμενο υπό το πρίσμα του Αγγλικού «State immunity act» (1978) δεν θα συνιστούσε πράξη άσκησης πολιτικής εξουσίας αλλά εμπορική πράξη, όπως ρητά προβλέπεται στον Αγγλικό νόμο.
Ως τέτοια πράξη, θα ετίθετο υπό δικαστικό έλεγχο από εκάστοτε αρμόδια Δικαστήρια, τα οποία θα καλούνταν να εφαρμόσουν το Αγγλικό Δίκαιο. Στην περίπτωση του PSI+ ήδη γίνεται απόπειρα από τους πιστωτές μας, προκειμένου να οριστούν ως αρμόδια, τα Δικαστήρια του Λουξεμβούργου.
Η άμεση δεύτερη συνέπεια, μιας τέτοιας εξέλιξης, όμως, θα ήταν ότι, με την υπαγωγή του Ελληνικού χρέος στο Αγγλικό Δίκαιο, το Ελληνικό χρέος θα είχε καταστεί αντικείμενο δικαστικών μαχών μεταξύ των ιδιωτών πιστωτών μας και του Ελληνικού Δημοσίου, στα Δικαστήρια του Λουξεμβούργου, τα οποία θα υποχρεούνταν δυνάμει της πολυμερούς συμφωνίας του PSI+ να εφαρμόσουν το Αγγλικό Δίκαιο.
Επειδή από το Αγγλικό Δίκαιο, δεν αναγνωρίζεται στην Ελληνική πολιτεία το δικαίωμα της ετεροδικίας, αυτό θα είχε ως συνέπεια την έκδοση δικαστικών αποφάσεων σε βάρος της Ελλάδας. Αλλά «το κουτί της Πανδώρας» δεν θα εξαντλούσε εκεί τις εκπλήξεις του.
Το Αγγλικό Δίκαιο θα παρείχε δυνατότητα εκτελέσεως των δικαστικών αυτών αποφάσεων ακόμα και στο έδαφος της Ελληνικής επικράτειας.
Συνεπώς, αυτές οι δικαστικές αποφάσεις θα μπορούσαν να περιληφθούν τον εκτελεστήριο τύπο, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 44/2001 αλλά και τον Κανονισμό (ΕΚ) 805/2004 και θα έθεταν στη διάθεση των πιστωτών μας, όλα τα καταδιωκτικά μέτρα της Ελληνικής νομοθεσίας. Μόνο, που αυτή τη φορά, τα μέτρα αυτά θα στρέφονταν κατά του ίδιου του Ελληνικού Δημοσίου.
Η αναγκαστική εκτέλεση των πιστωτών μας θα μπορούσε να αφορά κινητά του Ελληνικού Δημοσίου, ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου (ιδίως τα ανήκοντα στην λεγόμενη ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου) καθώς και χρηματικές απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.
Ξεκινώντας από το τελευταίο, θα διαπιστώναμε ευχερώς, ότι οι χρηματικές απαιτήσεις που έχει το Ελληνικό Δημόσιο, αφορούν κυρίαρχα την απαίτησή του στους φόρους, που καλούμαστε να καταβάλλουμε όλοι μας, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που υπαγόμαστε στο Ελληνικό Φορολογικό Σύστημα.
Συνεπώς οι πιστωτές μας, θα αποκτούσαν εκτελεστό τίτλο με τον οποίο θα μπορούσαν να επιδιώξουν την απευθείας εξόφληση του χρέους, επιβάλλοντας κατάσχεση χρηματικής απαιτήσεως στα χέρια καθενός από εμάς, δηλαδή στα χέρια κάθε Έλληνα πολίτη.
Αυτή η «κατάσχεση εις χείρας τρίτου» (εν προκειμένω του Έλληνα πολίτη) θα αποστράγγιζε το κράτος από κάθε έσοδο, καθιστώντας το τελευταίο, πραγματικό όμηρο των δανειστών του, στους οποίους θα έπρεπε, με ακόμα μεγαλύτερη ένταση να καταφύγει, προκειμένου να εξασφαλίσει έστω και τα στοιχειώδη χρήματα για την εξακολούθηση της ύπαρξής του.
Και ακόμα παραπέρα, θα δημιουργούσε μια νομική και οικονομική φαύλη πραγματικότητα, ένα λογικό παράδοξο: Το Ελληνικό Δημόσιο θα προσέφευγε σε δανεισμό, δανειζόμενο εντόκως τα δικά του χρήματα, δηλαδή τα χρήματα που θα προέρχονταν από την φορολογία των Ελλήνων πολιτών και τα οποία οι τελευταίοι, λόγω των επιβληθέντων κατασχέσεων, θα κατέβαλαν απευθείας στους δανειστές του Ελληνικού Δημοσίου.
Θα μπορούσαμε στην περίπτωση αυτή να μιλήσουμε για μια εν τοις πράγμασι υποκατάσταση του Ελληνικού Δημοσίου από ξένους πιστωτές και πλήρη κατάργηση της κυριαρχίας του.
Σε αυτό το σημείο προβαίνω σε μια παρέκβαση από την ανωτέρω υπόθεση εργασίας και επιστρέφω (στιγμιαία) στην πραγματικότητα, αφού αξίζει να αναφερθεί, ότι, ήδη το Ελληνικό Δημόσιο, στην πραγματικότητα, έχει ήδη επιβάλλει κατασχέσεις επί κινητών, ακινήτων και δικαιωμάτων και αναγγέλλεται σε πλειστηριασμούς που επισπεύδονται κατά των οφειλετών του, προς ικανοποίηση των απαιτήσεών του, δυνάμει των σχετικών διατάξεων του ΚΕΔΕ. Με το δεδομένο αυτό, επιστρέφω εκ νέου στην υποθετική κατάσταση ισχύος του Αγγλικού Δικαίου για το PSI+ όπου…
…Η αλλοδαπή εκτελεστή δικαστική απόφαση σε βάρος της Ελλάδας, θα επέτρεπε, πέραν όλων των προηγούμενων, στους πιστωτές να ασκούν πλαγιαστικά τα δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου (να κατάσχουν κινητά, ακίνητα και δικαιώματα και να αναγγέλλονται σε πλειστηριασμούς) επ’ ονόματί τους, προκειμένου για την ικανοποίηση της απαιτήσεώς τους, υποκαθιστώντας το Ελληνικό Δημόσιο.
Μάλιστα, η εξοπλισμένη με εκτελεστό τίτλο πιστωτική αξίωση θα μπορούσε κάλλιστα να επεκταθεί το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου και ομοίως τα καταδιωκτικά μέτρα να στραφούν κατά αυτών των περιουσιακών στοιχείων.
Στο σημείο αυτό, θα ανέκυπτε το ερώτημα «τι συνιστά την κινητή και ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;»
Κι αν στο ερώτημα «τι συνιστά την κινητή περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;» η απάντηση είναι (σχεδόν) εύκολη, στο ερώτημα «τι συνιστά την ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;» η απάντηση είναι από αδύνατη έως επικίνδυνη και αφορά και την ιδιωτική περιουσία του κάθε Έλληνα πολίτη.
Στην ακίνητη περιουσία του Δημοσίου υπάγονται όσα ακίνητα έχουν καταχωρηθεί ως δημόσια κτήματα, όλα τα κοινόχρηστα πράγματα, τα εκτός συναλλαγής πράγματα, τα μεταλλεία, τα ορυχεία, τα αδέσποτα, τα ποτάμια, οι λίμνες, οι όχθες, οι αιγιαλοί κλπ.
Αλλά, εν δυνάμει, στην ακίνητη περιουσία του Δημοσίου θα μπορούσε να υπαχθεί και κάθε ακίνητο, το οποίο, μετά το πέρας της Κτηματογραφήσεως και μετά την πάροδο της προθεσμίας για την διόρθωση της εσφαλμένης πρώτης Κτηματολογικής εγγραφής θα φέρει την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» στα τηρούμενα Κτηματολογικά φύλλα.
Επίσης, κάθε διεκδικούμενο, από το Ελληνικό Δημόσιο, αυτή τη στιγμή ακίνητο, για το οποίο ο ιδιοκτήτης του δεν θα μπορεί να αποδείξει ότι κατέστη κύριος του ακινήτου, είτε με παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας (ιδίως με την απόκτηση της κυριότητας με παραχωρητήριο του Ελληνικού Δημοσίου), είτε, κυρίως, με πρωτότυπο τρόπο κτήσης της κυριότητας (με 30ετή άσκηση διακατοχικών πράξεων νομής και κατοχής προ του 1915, δηλαδή με πράξεις νομής και κατοχής προ του 1885, σύμφωνα με τις διατάξεις του προϊσχύσαντος Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου) θα κινδύνευε να απολέσει στην ιδιοκτησία του, εάν, είτε απευθείας το Ελληνικό Δημόσιο είτε πλαγιαστικώς ή υποκαθιστώντας το Ελληνικό Δημόσιο πιστωτές του, εξοπλισμένοι με τον εκτελεστό κατά του Ελληνικού Δημοσίου τίτλο ασκούσαν διεκδικητική αγωγή, ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων.
Βέβαια, οι εν λόγω αξιώσεις δεν πρόκειται να ασκηθούν κατά προφανή καταχρηστικότητα. Απεναντίας! Τα δικαιώματα του Δημοσίου, ιδίως επί ακινήτων, μπορούν να μην προβάλλονται επί σειρά ετών, ακόμα και για χρονικό διάστημα, που μπορεί να αγγίζει το χρόνο ζωής 2 ή 3 γενεών! Αλλά αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν συνεπάγεται απώλεια αυτών των δικαιωμάτων, ενόψει του απαράγραπτου χαρακτήρα τους.
Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο, με διοικητικές πράξεις μπορεί να καθορίζει τεράστιες εκτάσεις, που περνούν στην κυριότητά του. Οι πράξεις αυτές, αν και δημοσιεύονται στο ΦΕΚ, δεν γίνονται άμεσα αντιληπτές από τους πολίτες αλλά δημιουργούν συνθήκες προσδοκίας δικαιώματος κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου, σε βάρος της ιδιωτικής περιουσίας.
Μάλιστα, υπάρχει πλήθος νομοθετικών ρυθμίσεων περί αποσβέσεως των ιδιωτικών δικαιωμάτων στις εκτάσεις αυτές και μάλιστα σε ιδιαίτερα σύντομες αποσβεστικές προθεσμίες (πχ η εξάμηνη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει ο ιδιοκτήτης ακινήτου να αναγγείλει τις αξιώσεις του στον Υπουργό Οικονομικών, όταν το ακίνητό του περιληφθεί σε ζώνη αιγιαλού, οπότε και θεωρείται απαλλοτριωθέν το ακίνητο, δυνάμει του άρθρου 10 του Ν.2971/2001 και πολλές παρόμοιες διατάξεις). Με τον τρόπο αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο καθίσταται κύριος των εκτάσεων αυτών (αν και πολλές από αυτές τις αποσβεστικές προθεσμίες έχουν κριθεί αντισυνταγματικές από το ΣτΕ αλλά προϋποτίθεται η εκκίνηση δικαστικού αγώνα για ανάκτηση της κυριότητας από τον πολίτη).
Πάντως, αυτή τη στιγμή υπολογίζονται σε μερικά εκατομμύρια τα ακίνητα που βρίσκονται εντός των λεγόμενων «ζωνών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου» και των οποίων οι ιδιοκτήτες, θεωρούν ότι είναι απόλυτοι κύριοι, νομείς και κάτοχοι των ακινήτων τους.
Ουδέποτε έχουν ενοχληθεί από το Ελληνικό Δημόσιο, ουδέποτε φαντάστηκαν ότι ενδέχεται η ιδιοκτησία τους να αμφισβητηθεί, ουδέποτε σκέφτηκαν να αναζητήσουν τα αρχικά παραχωρητήρια του Ελληνικού Δημοσίου, με τα οποία αποκτήθηκε το ακίνητό τους από τους δικαιοπαρόχους τους και ουδέποτε σκέφτηκαν, ότι θα πρέπει να αποδείξουν περισσότερα από 130 χρόνια νομής και κατοχής, ώστε να διασφαλιστούν έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και ενόψει Αγγλικού Δικαίου, έναντι των ξένων πιστωτών της χώρας.
Και βέβαια, η «μεγαλοψυχία» του Ελληνικού Δημοσίου ή/και των πιστωτών του δεν θα εξαντλούνταν εκεί. Οι παλαιότερες μέθοδοι της διοικητικής αποβολής ιδιωτών από ακίνητα κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου ουδόλως συνεισέφεραν στα Δημόσια Οικονομικά. Όμως, με τις νέες ρυθμίζεις του δικαίου της επιφάνειας, τα ακίνητα αυτά, τα οποία θα διεκδικούσε και ενδεχομένως να αποκτούσε το Ελληνικό Δημόσιο, θα αποκτούσαν οικονομική σημαντικότητα. Δηλαδή, θα ήταν δυνατό εκ των υστέρων να συσταθεί δικαίωμα επιφάνειας, καθιστώντας τον μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη, νέο επιφανειούχο κι επί της ουσίας μισθωτή στην περιουσία του!
Όλα τα παραπάνω είναι υποθετικές ασκήσεις επί χάρτου, οι οποίες όμως, αποδεικνύουν το πόσο σημαντικό είναι το διακύβευμα, σχετικά με το δίκαιο των ομολόγων.
Αντίθετα, αν το δίκαιο των ομολόγων παραμείνει το Ελληνικό, ως έχει δηλαδή σήμερα, ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας απ’ το ευρώ θα της επιτρέψει να προχωρήσει μονομερώς (με νομοθετική πράξη της Βουλής των Ελλήνων, σύμφωνα με το τεκμήριο της αρμοδιότητας) σε αναδιάρθρωση του χρέους της με νόμιμο τρόπο ή να το αποπληρώσει σε νέο εθνικό νόμισμα νομίμως, ενώ δεν θα κινδυνεύει από επίσπευση κατά της περιουσίας της.
Το θέμα του δικαίου των ομολόγων και της εξαιρετικής σημασίας του ανέδειξε με σειρά αναλύσεων του στην Ελλάδα ο χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής Πάνος Παναγιώτου, από τα μέσα του 2010, ενώ τον Οκτώβριο του 2011 Έλληνες βουλευτές, κατέθεσαν σχετικές επίκαιρες ερωτήσεις στον Υπουργό Οικονομικών, κύριο Βενιζέλο και στον Πρωθυπουργό, κύριο Παπαδήμο, με την αρχή να γίνεται από τον ανεξάρτητο βουλευτή, κύριο Παναγιώτη Κουρουμπλή.
Υπό το φως των αποκαλύψεων και υπό το βάρος της πίεσης η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται πως υπαναχώρησε στη θέση της να παραχωρήσει το δίκαιο στο PSI+, κάτι που σύμφωνα με διεθνή δημοσιεύματα, είχε ήδη συμφωνηθεί από το βράδυ της 27ης Οκτωβρίου, με ωμή παρέμβαση της Γερμανίδας Καγκελαρίου Μέρκελ.
Στη μετά αποκάλυψης περίοδο ο Έλληνας Πρωθυπουργός απάντησε σχετικά με το δίκαιο των ομολόγων στη Βουλή λέγοντας, ότι αυτό δεν έχει ακόμη παραχωρηθεί, επιβεβαιώνοντας πως αποτελεί τμήμα των διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διεθνή δημοσιεύματα το θέμα του δικαίου των ομολόγων έχει πράγματι αναδειχθεί στο σημαντικότερο, στις συζητήσεις για το ελληνικό PSI+, καθώς οι δανειστές επιθυμούν να λάβουν όσο το δυνατό μεγαλύτερη ασφάλεια για τα ομόλογα που θα διακρατήσουν αποκτώντας εξαιρετικά δικαιώματα, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν έχουν.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η παραχώρηση του ελληνικού δικαίου στους δανειστές θα σημαίνει και την απώλεια του τελευταίου, ίσως, νομικού πλεονεκτήματος της Ελλάδας με απρόβλεπτες συνέπειες, στην περίπτωση που αναγκαστεί να φύγει από το ευρώ ή να προχωρήσει σε στάση πληρωμών.
Πρόσφατα δημοσιεύματα ανέφεραν πως οι δανειστές επιθυμούν να ξεπεράσουν το πρόβλημα ζητώντας τα ομόλογα του ελληνικού PSI+ να τύχουν παρόμοιας νομικής κάλυψης με αυτά των δανείων από τους θεσμικούς δανειστές, όπως το ΔΝΤ. Ωστόσο, αυτό συνεπάγεται μεταξύ άλλων και τη μετατροπή του δικαίου τους σε αγγλικό.
Με βάση διεθνή δημοσιεύματα, κάποιοι από την ελληνική πλευρά πιέζουν τους δανειστές να αποδεχτούν ένα PSI+ χωρίς αγγλικό δίκαιο και κάνουν σκληρές διαπραγματεύσεις, έστω και μετά τις σχετικές αποκαλύψεις στην Ελλάδα.
Ακόμη και αν αυτό συμβαίνει τώρα, απλά και μόνο υπό το βάρος της συνειδητοποίησης του μεγέθους της σημασίας του δικαίου των ομολόγων του PSI+, δεν παύει να αποτελεί μία αποκάλυψη για την Ελλάδα, το γεγονός, ότι μέχρι τώρα δεν διαπραγματεύτηκε τίποτε απολύτως με τους δανειστές της, ενέδωσε στις ορέξεις τους, πρόθυμη να εκποιήσει τα πάντα και κατ’ ουσία να απεμπολήσει την εθνική της κυριαρχία και την κυρίαρχη κρατική της οντότητα.
Τώρα, μετά από την αναφορά όλων των παραπάνω νομοθετημάτων και των ειδικότερων ρυθμίσεων που διαλαμβάνονται σε καθένα από αυτά, μπορούμε να υποβάλλουμε τη συνολική μας προβληματική σε μια υπόθεση εργασίας, ή όπως θα λέγαμε στα έδρανα της Νομικής, σε ένα πρακτικό, στο οποίο μας ζητείται να διαπιστώσουμε τις συνέπειες τις συνέπειες που θα είχε για την Ελλάδα, η υπαγωγή του PSI+ στο αγγλικό δίκαιο.
Οι δηλώσεις Άκερμαν (16-12-2011) αποτελούν την επίσημη, πλέον, επιβεβαίωση και από την πλευρά των δανειστών, πως το δίκαιο των ομολόγων του PSI+ είναι το σημαντικότερο ζήτημα στις διαπραγματεύσεις.
Αν το δίκαιο των ομολόγων του PSI+ ήταν το αγγλικό, τότε σε περίπτωση πτώχευσης, η Ελλάδα θα έπρεπε να πληρώσει το χρέος της στους δανειστές, σε ευρώ παρά το γεγονός, ότι σε περίπτωση ενδεχόμενης επιστροφής της σε εθνικό νόμισμα, η χώρα θα είχε επιστρέψει σε ένα σημαντικά υποτιμημένο εθνικό νόμισμα.
Αυτό θα προέκυπτε ως υποχρέωση της χώρας από τη διεθνή πολυμερή σύμβαση μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών της, η οποία μάλιστα, δυνάμει του αρ 28 παρ 1 του Συντάγματος της χώρας θα κατίσχυε έναντι κάθε άλλης (ακόμα και αντίθετης διάταξης) της Ελληνικής έννομης τάξης.
Έτσι, το χρέος της Ελλάδας θα πολλαπλασιαζόταν και καθώς η χώρα θα αδυνατούσε να το αποπληρώσει, οι δανειστές θα αποκτούσαν δικαίωμα κατάσχεσης επί της ελληνικής περιουσίας, με βάση το Αγγλικό Δίκαιο.
Η πρώτη συνέπεια, λοιπόν, θα ήταν …
μια νομισματική ομηρία στο ευρώ και πάντως, μια νομισματική δέσμευση του χρέους μας σε ένα συγκεκριμένο νόμισμα, ανεξάρτητα από την ενδεχόμενη πολιτική βούληση της χώρας, να επιστρέψει σε εθνικό νόμισμα.
Κατά δεύτερο λόγο, το ελληνικό χρέος, ως υπαγόμενο και θεωρούμενο υπό το πρίσμα του Αγγλικού «State immunity act» (1978) δεν θα συνιστούσε πράξη άσκησης πολιτικής εξουσίας αλλά εμπορική πράξη, όπως ρητά προβλέπεται στον Αγγλικό νόμο.
Ως τέτοια πράξη, θα ετίθετο υπό δικαστικό έλεγχο από εκάστοτε αρμόδια Δικαστήρια, τα οποία θα καλούνταν να εφαρμόσουν το Αγγλικό Δίκαιο. Στην περίπτωση του PSI+ ήδη γίνεται απόπειρα από τους πιστωτές μας, προκειμένου να οριστούν ως αρμόδια, τα Δικαστήρια του Λουξεμβούργου.
Η άμεση δεύτερη συνέπεια, μιας τέτοιας εξέλιξης, όμως, θα ήταν ότι, με την υπαγωγή του Ελληνικού χρέος στο Αγγλικό Δίκαιο, το Ελληνικό χρέος θα είχε καταστεί αντικείμενο δικαστικών μαχών μεταξύ των ιδιωτών πιστωτών μας και του Ελληνικού Δημοσίου, στα Δικαστήρια του Λουξεμβούργου, τα οποία θα υποχρεούνταν δυνάμει της πολυμερούς συμφωνίας του PSI+ να εφαρμόσουν το Αγγλικό Δίκαιο.
Επειδή από το Αγγλικό Δίκαιο, δεν αναγνωρίζεται στην Ελληνική πολιτεία το δικαίωμα της ετεροδικίας, αυτό θα είχε ως συνέπεια την έκδοση δικαστικών αποφάσεων σε βάρος της Ελλάδας. Αλλά «το κουτί της Πανδώρας» δεν θα εξαντλούσε εκεί τις εκπλήξεις του.
Το Αγγλικό Δίκαιο θα παρείχε δυνατότητα εκτελέσεως των δικαστικών αυτών αποφάσεων ακόμα και στο έδαφος της Ελληνικής επικράτειας.
Συνεπώς, αυτές οι δικαστικές αποφάσεις θα μπορούσαν να περιληφθούν τον εκτελεστήριο τύπο, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 44/2001 αλλά και τον Κανονισμό (ΕΚ) 805/2004 και θα έθεταν στη διάθεση των πιστωτών μας, όλα τα καταδιωκτικά μέτρα της Ελληνικής νομοθεσίας. Μόνο, που αυτή τη φορά, τα μέτρα αυτά θα στρέφονταν κατά του ίδιου του Ελληνικού Δημοσίου.
Η αναγκαστική εκτέλεση των πιστωτών μας θα μπορούσε να αφορά κινητά του Ελληνικού Δημοσίου, ακίνητα του Ελληνικού Δημοσίου (ιδίως τα ανήκοντα στην λεγόμενη ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου) καθώς και χρηματικές απαιτήσεις του Ελληνικού Δημοσίου.
Ξεκινώντας από το τελευταίο, θα διαπιστώναμε ευχερώς, ότι οι χρηματικές απαιτήσεις που έχει το Ελληνικό Δημόσιο, αφορούν κυρίαρχα την απαίτησή του στους φόρους, που καλούμαστε να καταβάλλουμε όλοι μας, φυσικά και νομικά πρόσωπα, που υπαγόμαστε στο Ελληνικό Φορολογικό Σύστημα.
Συνεπώς οι πιστωτές μας, θα αποκτούσαν εκτελεστό τίτλο με τον οποίο θα μπορούσαν να επιδιώξουν την απευθείας εξόφληση του χρέους, επιβάλλοντας κατάσχεση χρηματικής απαιτήσεως στα χέρια καθενός από εμάς, δηλαδή στα χέρια κάθε Έλληνα πολίτη.
Αυτή η «κατάσχεση εις χείρας τρίτου» (εν προκειμένω του Έλληνα πολίτη) θα αποστράγγιζε το κράτος από κάθε έσοδο, καθιστώντας το τελευταίο, πραγματικό όμηρο των δανειστών του, στους οποίους θα έπρεπε, με ακόμα μεγαλύτερη ένταση να καταφύγει, προκειμένου να εξασφαλίσει έστω και τα στοιχειώδη χρήματα για την εξακολούθηση της ύπαρξής του.
Και ακόμα παραπέρα, θα δημιουργούσε μια νομική και οικονομική φαύλη πραγματικότητα, ένα λογικό παράδοξο: Το Ελληνικό Δημόσιο θα προσέφευγε σε δανεισμό, δανειζόμενο εντόκως τα δικά του χρήματα, δηλαδή τα χρήματα που θα προέρχονταν από την φορολογία των Ελλήνων πολιτών και τα οποία οι τελευταίοι, λόγω των επιβληθέντων κατασχέσεων, θα κατέβαλαν απευθείας στους δανειστές του Ελληνικού Δημοσίου.
Θα μπορούσαμε στην περίπτωση αυτή να μιλήσουμε για μια εν τοις πράγμασι υποκατάσταση του Ελληνικού Δημοσίου από ξένους πιστωτές και πλήρη κατάργηση της κυριαρχίας του.
Σε αυτό το σημείο προβαίνω σε μια παρέκβαση από την ανωτέρω υπόθεση εργασίας και επιστρέφω (στιγμιαία) στην πραγματικότητα, αφού αξίζει να αναφερθεί, ότι, ήδη το Ελληνικό Δημόσιο, στην πραγματικότητα, έχει ήδη επιβάλλει κατασχέσεις επί κινητών, ακινήτων και δικαιωμάτων και αναγγέλλεται σε πλειστηριασμούς που επισπεύδονται κατά των οφειλετών του, προς ικανοποίηση των απαιτήσεών του, δυνάμει των σχετικών διατάξεων του ΚΕΔΕ. Με το δεδομένο αυτό, επιστρέφω εκ νέου στην υποθετική κατάσταση ισχύος του Αγγλικού Δικαίου για το PSI+ όπου…
…Η αλλοδαπή εκτελεστή δικαστική απόφαση σε βάρος της Ελλάδας, θα επέτρεπε, πέραν όλων των προηγούμενων, στους πιστωτές να ασκούν πλαγιαστικά τα δικαιώματα του Ελληνικού Δημοσίου (να κατάσχουν κινητά, ακίνητα και δικαιώματα και να αναγγέλλονται σε πλειστηριασμούς) επ’ ονόματί τους, προκειμένου για την ικανοποίηση της απαιτήσεώς τους, υποκαθιστώντας το Ελληνικό Δημόσιο.
Μάλιστα, η εξοπλισμένη με εκτελεστό τίτλο πιστωτική αξίωση θα μπορούσε κάλλιστα να επεκταθεί το σύνολο της κινητής και ακίνητης περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου και ομοίως τα καταδιωκτικά μέτρα να στραφούν κατά αυτών των περιουσιακών στοιχείων.
Στο σημείο αυτό, θα ανέκυπτε το ερώτημα «τι συνιστά την κινητή και ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;»
Κι αν στο ερώτημα «τι συνιστά την κινητή περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;» η απάντηση είναι (σχεδόν) εύκολη, στο ερώτημα «τι συνιστά την ακίνητη περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου;» η απάντηση είναι από αδύνατη έως επικίνδυνη και αφορά και την ιδιωτική περιουσία του κάθε Έλληνα πολίτη.
Στην ακίνητη περιουσία του Δημοσίου υπάγονται όσα ακίνητα έχουν καταχωρηθεί ως δημόσια κτήματα, όλα τα κοινόχρηστα πράγματα, τα εκτός συναλλαγής πράγματα, τα μεταλλεία, τα ορυχεία, τα αδέσποτα, τα ποτάμια, οι λίμνες, οι όχθες, οι αιγιαλοί κλπ.
Αλλά, εν δυνάμει, στην ακίνητη περιουσία του Δημοσίου θα μπορούσε να υπαχθεί και κάθε ακίνητο, το οποίο, μετά το πέρας της Κτηματογραφήσεως και μετά την πάροδο της προθεσμίας για την διόρθωση της εσφαλμένης πρώτης Κτηματολογικής εγγραφής θα φέρει την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» στα τηρούμενα Κτηματολογικά φύλλα.
Επίσης, κάθε διεκδικούμενο, από το Ελληνικό Δημόσιο, αυτή τη στιγμή ακίνητο, για το οποίο ο ιδιοκτήτης του δεν θα μπορεί να αποδείξει ότι κατέστη κύριος του ακινήτου, είτε με παράγωγο τρόπο κτήσης της κυριότητας (ιδίως με την απόκτηση της κυριότητας με παραχωρητήριο του Ελληνικού Δημοσίου), είτε, κυρίως, με πρωτότυπο τρόπο κτήσης της κυριότητας (με 30ετή άσκηση διακατοχικών πράξεων νομής και κατοχής προ του 1915, δηλαδή με πράξεις νομής και κατοχής προ του 1885, σύμφωνα με τις διατάξεις του προϊσχύσαντος Βυζαντινορωμαϊκού Δικαίου) θα κινδύνευε να απολέσει στην ιδιοκτησία του, εάν, είτε απευθείας το Ελληνικό Δημόσιο είτε πλαγιαστικώς ή υποκαθιστώντας το Ελληνικό Δημόσιο πιστωτές του, εξοπλισμένοι με τον εκτελεστό κατά του Ελληνικού Δημοσίου τίτλο ασκούσαν διεκδικητική αγωγή, ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων.
Βέβαια, οι εν λόγω αξιώσεις δεν πρόκειται να ασκηθούν κατά προφανή καταχρηστικότητα. Απεναντίας! Τα δικαιώματα του Δημοσίου, ιδίως επί ακινήτων, μπορούν να μην προβάλλονται επί σειρά ετών, ακόμα και για χρονικό διάστημα, που μπορεί να αγγίζει το χρόνο ζωής 2 ή 3 γενεών! Αλλά αυτό, σε καμιά περίπτωση δεν συνεπάγεται απώλεια αυτών των δικαιωμάτων, ενόψει του απαράγραπτου χαρακτήρα τους.
Περαιτέρω, το Ελληνικό Δημόσιο, με διοικητικές πράξεις μπορεί να καθορίζει τεράστιες εκτάσεις, που περνούν στην κυριότητά του. Οι πράξεις αυτές, αν και δημοσιεύονται στο ΦΕΚ, δεν γίνονται άμεσα αντιληπτές από τους πολίτες αλλά δημιουργούν συνθήκες προσδοκίας δικαιώματος κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου, σε βάρος της ιδιωτικής περιουσίας.
Μάλιστα, υπάρχει πλήθος νομοθετικών ρυθμίσεων περί αποσβέσεως των ιδιωτικών δικαιωμάτων στις εκτάσεις αυτές και μάλιστα σε ιδιαίτερα σύντομες αποσβεστικές προθεσμίες (πχ η εξάμηνη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει ο ιδιοκτήτης ακινήτου να αναγγείλει τις αξιώσεις του στον Υπουργό Οικονομικών, όταν το ακίνητό του περιληφθεί σε ζώνη αιγιαλού, οπότε και θεωρείται απαλλοτριωθέν το ακίνητο, δυνάμει του άρθρου 10 του Ν.2971/2001 και πολλές παρόμοιες διατάξεις). Με τον τρόπο αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο καθίσταται κύριος των εκτάσεων αυτών (αν και πολλές από αυτές τις αποσβεστικές προθεσμίες έχουν κριθεί αντισυνταγματικές από το ΣτΕ αλλά προϋποτίθεται η εκκίνηση δικαστικού αγώνα για ανάκτηση της κυριότητας από τον πολίτη).
Πάντως, αυτή τη στιγμή υπολογίζονται σε μερικά εκατομμύρια τα ακίνητα που βρίσκονται εντός των λεγόμενων «ζωνών κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου» και των οποίων οι ιδιοκτήτες, θεωρούν ότι είναι απόλυτοι κύριοι, νομείς και κάτοχοι των ακινήτων τους.
Ουδέποτε έχουν ενοχληθεί από το Ελληνικό Δημόσιο, ουδέποτε φαντάστηκαν ότι ενδέχεται η ιδιοκτησία τους να αμφισβητηθεί, ουδέποτε σκέφτηκαν να αναζητήσουν τα αρχικά παραχωρητήρια του Ελληνικού Δημοσίου, με τα οποία αποκτήθηκε το ακίνητό τους από τους δικαιοπαρόχους τους και ουδέποτε σκέφτηκαν, ότι θα πρέπει να αποδείξουν περισσότερα από 130 χρόνια νομής και κατοχής, ώστε να διασφαλιστούν έναντι του Ελληνικού Δημοσίου και ενόψει Αγγλικού Δικαίου, έναντι των ξένων πιστωτών της χώρας.
Και βέβαια, η «μεγαλοψυχία» του Ελληνικού Δημοσίου ή/και των πιστωτών του δεν θα εξαντλούνταν εκεί. Οι παλαιότερες μέθοδοι της διοικητικής αποβολής ιδιωτών από ακίνητα κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου ουδόλως συνεισέφεραν στα Δημόσια Οικονομικά. Όμως, με τις νέες ρυθμίζεις του δικαίου της επιφάνειας, τα ακίνητα αυτά, τα οποία θα διεκδικούσε και ενδεχομένως να αποκτούσε το Ελληνικό Δημόσιο, θα αποκτούσαν οικονομική σημαντικότητα. Δηλαδή, θα ήταν δυνατό εκ των υστέρων να συσταθεί δικαίωμα επιφάνειας, καθιστώντας τον μέχρι πρότινος ιδιοκτήτη, νέο επιφανειούχο κι επί της ουσίας μισθωτή στην περιουσία του!
Όλα τα παραπάνω είναι υποθετικές ασκήσεις επί χάρτου, οι οποίες όμως, αποδεικνύουν το πόσο σημαντικό είναι το διακύβευμα, σχετικά με το δίκαιο των ομολόγων.
Αντίθετα, αν το δίκαιο των ομολόγων παραμείνει το Ελληνικό, ως έχει δηλαδή σήμερα, ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας απ’ το ευρώ θα της επιτρέψει να προχωρήσει μονομερώς (με νομοθετική πράξη της Βουλής των Ελλήνων, σύμφωνα με το τεκμήριο της αρμοδιότητας) σε αναδιάρθρωση του χρέους της με νόμιμο τρόπο ή να το αποπληρώσει σε νέο εθνικό νόμισμα νομίμως, ενώ δεν θα κινδυνεύει από επίσπευση κατά της περιουσίας της.
Το θέμα του δικαίου των ομολόγων και της εξαιρετικής σημασίας του ανέδειξε με σειρά αναλύσεων του στην Ελλάδα ο χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής Πάνος Παναγιώτου, από τα μέσα του 2010, ενώ τον Οκτώβριο του 2011 Έλληνες βουλευτές, κατέθεσαν σχετικές επίκαιρες ερωτήσεις στον Υπουργό Οικονομικών, κύριο Βενιζέλο και στον Πρωθυπουργό, κύριο Παπαδήμο, με την αρχή να γίνεται από τον ανεξάρτητο βουλευτή, κύριο Παναγιώτη Κουρουμπλή.
Υπό το φως των αποκαλύψεων και υπό το βάρος της πίεσης η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται πως υπαναχώρησε στη θέση της να παραχωρήσει το δίκαιο στο PSI+, κάτι που σύμφωνα με διεθνή δημοσιεύματα, είχε ήδη συμφωνηθεί από το βράδυ της 27ης Οκτωβρίου, με ωμή παρέμβαση της Γερμανίδας Καγκελαρίου Μέρκελ.
Στη μετά αποκάλυψης περίοδο ο Έλληνας Πρωθυπουργός απάντησε σχετικά με το δίκαιο των ομολόγων στη Βουλή λέγοντας, ότι αυτό δεν έχει ακόμη παραχωρηθεί, επιβεβαιώνοντας πως αποτελεί τμήμα των διαπραγματεύσεων. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διεθνή δημοσιεύματα το θέμα του δικαίου των ομολόγων έχει πράγματι αναδειχθεί στο σημαντικότερο, στις συζητήσεις για το ελληνικό PSI+, καθώς οι δανειστές επιθυμούν να λάβουν όσο το δυνατό μεγαλύτερη ασφάλεια για τα ομόλογα που θα διακρατήσουν αποκτώντας εξαιρετικά δικαιώματα, τα οποία αυτή τη στιγμή δεν έχουν.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, η παραχώρηση του ελληνικού δικαίου στους δανειστές θα σημαίνει και την απώλεια του τελευταίου, ίσως, νομικού πλεονεκτήματος της Ελλάδας με απρόβλεπτες συνέπειες, στην περίπτωση που αναγκαστεί να φύγει από το ευρώ ή να προχωρήσει σε στάση πληρωμών.
Πρόσφατα δημοσιεύματα ανέφεραν πως οι δανειστές επιθυμούν να ξεπεράσουν το πρόβλημα ζητώντας τα ομόλογα του ελληνικού PSI+ να τύχουν παρόμοιας νομικής κάλυψης με αυτά των δανείων από τους θεσμικούς δανειστές, όπως το ΔΝΤ. Ωστόσο, αυτό συνεπάγεται μεταξύ άλλων και τη μετατροπή του δικαίου τους σε αγγλικό.
Με βάση διεθνή δημοσιεύματα, κάποιοι από την ελληνική πλευρά πιέζουν τους δανειστές να αποδεχτούν ένα PSI+ χωρίς αγγλικό δίκαιο και κάνουν σκληρές διαπραγματεύσεις, έστω και μετά τις σχετικές αποκαλύψεις στην Ελλάδα.
Ακόμη και αν αυτό συμβαίνει τώρα, απλά και μόνο υπό το βάρος της συνειδητοποίησης του μεγέθους της σημασίας του δικαίου των ομολόγων του PSI+, δεν παύει να αποτελεί μία αποκάλυψη για την Ελλάδα, το γεγονός, ότι μέχρι τώρα δεν διαπραγματεύτηκε τίποτε απολύτως με τους δανειστές της, ενέδωσε στις ορέξεις τους, πρόθυμη να εκποιήσει τα πάντα και κατ’ ουσία να απεμπολήσει την εθνική της κυριαρχία και την κυρίαρχη κρατική της οντότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου