του FRANZ COURTH.
1.Η Εκκλησιαστική πίστη: Τελικό κριτήριο και σημείο αναφοράς!
Θα εξετάσουμε το Τριαδικό δόγμα του Αυγουστίνου ξεκινώντας από το DeTrinitate, το κύριο έργο τής ζωής του, στο οποίο αφιέρωσε 20 χρόνια για να το ολοκληρώσει (419/420). Κατά τον Schmaus είναι το πιο επιβλητικό μνημείο της γραμματείας, που γράφτηκε ποτέ και αφιερώθηκε στον Τριαδικό Θεολογικό στοχασμό.
Το έργο μάς επιτρέπει να το χωρίσουμε σε δύο μέρη! Το πρώτο μέρος αποτελείται από τα πρώτα οκτώ βιβλία. Από το πρώτο στο τέταρτο αναπτύσσεται η πραγμάτευση της Τριαδικής πίστεως περιοριζόμενη όμως στην διδασκαλία της Εκκλησίας και τις μαρτυρίες των Ιερών Γραφών. Στα βιβλία V-VIII εκτίθεται η προσπάθεια ενός βιολογικού ξεκαθαρίσματος του δόγματος.
Τα βιβλία VIII-XV, σχηματίζουν το δεύτερο μέρος του έργου, στο οποίο ο Αυγουστίνος προσπάθησε να πλησιάσει το μυστήριο της Τριάδος χρησιμοποιώντας αναλογίες παρμένες από την Δημιουργία. Σ'αυτό το πλαίσιο βρίσκουμε επίσης απορίες και θέματα τα οποία δεν άπτονται αμέσως του Τριαδικού δόγματος.
Δίνοντας μία ολοκληρωμένη κρίση στο έργο, μπορούμε να πούμε πώς γεννήθηκε από την προσπάθεια κατανοήσεως και εκφράσεως με τις λέξεις, τού άρρητου μυστηρίου του Θεού σαν Μονάδα εν Τριάδι. Ο Αυγουστίνος ξεκίνησε από την ομολογία της πίστεως όπως διατυπώθηκε στην Νίκαια, σύμφωνα με την οποία "Ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα μαρτυρούν για την Θεία ενότητα μέσω τής δικής τους αδιαχώριστης ταυτότητος και γι'αυτόν τον λόγο δεν είναι τρείς Θεοί, αλλά ένας μόνον Θεός". [Είναι ήδη μία παρερμηνεία. Το κέντρο της προτάσεως είναι η υπεράσπιση της Θείας ενότητος, τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος υπηρετούν την ΕΝΟΤΗΤΑ. Θεός του Αυγουστίνου όπως και της Δύσεως και της Νεοορθοδοξίας και της Αποτειχίσεως είναι η ΕΝΟΤΗΣ].
Σύμφωνα μ'αυτή την πίστη με μία έννοια αντισαβελλιανή, καθένα από τα τρία πρόσωπα της Τριάδος χαρακτηρίζεται από μία δική του απαράβατη αυτονομία. Ο Πατήρ γεννά τον Υιό και γι'αυτόν τον λόγο ο Υιός δεν είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Πατέρα, ούτε και ο Πατέρας με τον Υιό. Τέλος το Άγιο Πνεύμα είναι τόσο του Πατρός όσο και πνεύμα του Υιού και όπως και τα δύο πρώτα πρόσωπα ανήκει στην ΕΝΟΤΗΤΑ του Θεού, σαν Μονάδα εν Τριάδι.
Αυτή η διατριαδική προοπτική βεβαίως επιβεβαιώνεται πλήρως στην ιστορία της σωτηρίας μας. Και πράγματι, σύμφωνα με την Εκκλησιαστική πίστη τού Αυγουστίνου [όχι με την πίστη στον Κύριο, την αοράτων υπόσταση. Αλλά με την πίστη που κυριαρχεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα. Η οποία δεν έχει καμία σχέση με την πίστη των Αγίων μας. Χθεσινών και σημερινών. Γι'αυτό και οι Άγιοι μας δεν τιμώνται από την διοίκηση της Εκκλησίας, αλλά μόνον από τον πιστό λαό.], την οποία προτίθεται να ομολογήσει και να προπαγανδίσει, δεν ενσαρκώνεται η Τριάδα, δεν σταυρώνεται και δεν ενταφιάζεται, ούτε ανασταίνεται και ούτε ανελήφθη στους Ουρανούς, αλλά μόνον ο Υιός. Με τον ίδιο τρόπο δεν ενεφανίσθη η Τριάδα κάτω από την μορφή της περιστεράς κατά την διάρκεια της Βαπτίσεως του Ιησού και δεν κατέβηκε πάνω του, δεν πλήρωσε με τον εαυτό της τους Αποστόλους η Τριάδα την ημέρα της πεντηκοστής, αλλά μόνον το Άγιο Πνεύμα. Τέλος δεν μίλησε η Τριάδα την μεγαλειώδη επιβεβαίωση κατά την διάρκεια της Βαπτίσεως, αλλά μόνον ο Πατήρ. [Κάτι που δείχνει πώς είναι άτομα σε ενότητα. Όπως και οι πιστοί ενωμένοι στον Επίσκοπο. Δυστυχώς αυτή είναι η πίστη της Δύσεως. Ένα λογικό παραμύθι].
Επανασυνδέοντας αυτά τα γεγονότα τής ιστορίας τής Σωτηρίας στην ενότητα που υπάρχει στον Θεό, ο Αυγουστίνος συμπεραίνει πώς ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα "με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο είναι αχώριστος, έτσι ενήργησαν και αχώριστοι. Αυτή είναι η πίστη μου, διότι είναι και η πίστη της Καθολικής Εκκλησίας."(Περί Τριάδος I 4.7)[το πρωτότυπο πάντως κείμενο έχει μία επιπλέον έκφραση εξόχως διαφωτιστική της μεταφυσικής, λογικής συστάσεως της Θεολογίας αυτής της Ενότητος. Λέει λοιπόν ότι δεν ενσαρκώθηκε η Τριάδα αλλά ο Υιός κ.τ.λ. και ενήργησαν "ατομικά" κ.τ.λ. ΠΑΡΟΤΙ, μυστηριωδώς ας πούμε, ενεργούν σε ενότητα, όπως είναι αχώριστοι εκ'φύσεως].
Η τελική προσευχή του έργου του είναι σε συμφωνία μ'αυτή του την δήλωση "Κινήθηκα ξεκινώντας από αυτόν τον κανόνα της πίστεως και από αυτόν προσπάθησα, όπως μπόρεσα, όταν Εσύ με καθιστούσες ικανό να δω με την νόηση αυτό στο οποίο πίστευα, το οποίο συζήτησα πάρα πολύ και το οποίο με κούρασε πάρα πολύ" (Περί Τριάδος XV 28.51).
Επειδή λοιπόν η Εκκλησιαστική πίστη [Και σ'αυτή την πίστη βρίσκονται τα θεμέλια του προτεσταντισμού, της Θεολογίας του Λούθηρου της Sola Scriptura. Μία πίστη που ερμηνεύει μόνον της Γραφές. Που δεν φωτίζεται από την Θεογνωσία, όπως η Ορθόδοξη.], είναι το θεμέλιο κάθε θεολογικού στοχασμού, ο Αυγουστίνος προσπαθεί στα απολογητικά του κείμενα να επαναφέρει τους αιρετικούς στην πίστη της Εκκλησίας! Θέλει να αφυπνίσει μέσα τους την επίγνωση της επάρκειας και αποτελεσματικότητος της Ιατρικής και της Θεραπείας που υπάρχουν στην Εκκλησία, μία φαρμακεία η οποία οδηγεί την καθυστερημένη και δυσκίνητη νόησή μας στην αιώνια και αναλλοίωτη αλήθεια. Αυτό για το οποίο θέλει να πείσει τους αιρετικούς είναι γι'αυτόν τον ίδιο το έσχατο κριτήριο βεβαιότητος και το σημείο αναφοράς από το οποίο προέρχεται το κριτήριο για την Θεολογία του την ίδια. Ποιο είναι όμως το θετικό νόημα των προσπαθειών που κατέβαλε ο Αυγουστίνος για το Τριαδικό δόγμα;
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου