Συνέχεια από: Πέμπτη 6 Απριλίου 2023
Ο απών Θεός
The Absent God
Susan Anima Taubes, Journal of Religion, 1955
III
Η ψυχολογική ανάλυση τής ασθένειας (affliction) έφερε στο φως την ύπαρξη δυο αντίθετων δυνάμεων - της χάριτος και της βαρύτητας. Στο επίπεδο τής θεολογικής ερμηνείας τού κακού, έχει βέβαια επιδειχθεί, πως η χάρις και η βαρύτητα είναι δυο όψεις της ίδιας θείας πραγματικότητας. Η ψυχή που προχωράει στο κενό αγαπώντας, και αποδέχεται την ασθένεια, γνωρίζει πως «αυτός ο κόσμος, στο βαθμό που είναι εντελώς άδειος από τον Θεό, είναι ο ίδιος ο Θεός», και πως «η αναγκαιότητα, εφόσον είναι απολύτως διάφορη από το αγαθό, είναι το αγαθό το ίδιο». Πως μπορεί όμως ο Θεός που είναι η πηγή του αγαθού να φορεί την μάσκα του κακού; Γιατί κρύφτηκε ο Θεός πίσω από την «οθόνη» τής δημιουργίας, έτσι ώστε να μπορούμε να τον αγαπούμε μόνο με την μορφή της «απαρηγόρητης πίκρας» της απουσίας Του; Αυτή είναι ίσως η πιο απελπιστική διατύπωση τής ερώτησης, που στοίχειωσε την θεολογία από τότε που ο Δημιουργός του κόσμου θεωρήθηκε ως ένας υπέρτατος και άπειρα αγαθός Θεός.
Αν ο Θεός είναι ο υπέρτατος δημιουργός, τότε είναι υπεύθυνος για όλο το κακό, συμπεριλαμβανομένων και των εγκλημάτων των ανθρώπων. Αν ο Θεός δεν είναι υπεύθυνος για το κακό στον κόσμο, πρέπει να υποθέσουμε πως υπάρχει ένα ον που έχει την ίδια με τον Θεό δύναμη. Οι προσπάθειες της ορθόδοξης θεολογίας στράφηκαν προς την θεμελίωση της διδασκαλίας πως ο Θεός είναι παντοδύναμος αλλά δεν είναι υπεύθυνος για το κακό. Η Simone Weil υποστηρίζει, πως ο Θεός μπορεί να είναι ταυτόχρονα υπέρτατος και αθώος, επειδή είναι ανίκανος. Ο Υιός του Θεού σταυρώθηκε και ο Πατέρας του τον άφησε να σταυρωθεί. Αυτές είναι κατά την Simone Weil οι δυο πτυχές της ανικανότητας του Θεού.
Ο Θεός υποφέρει και συμφωνεί στο κακό. Από που όμως πηγάζει το κακό; Το κακό πηγάζει από το γεγονός πως υπάρχει κάτι διαφορετικό από τον Θεό, δηλαδή ο κόσμος και όλα τα πλάσματα του κόσμου. Η Weil δεν διστάζει να πει, πως ο Θεός, ως δημιουργός του κόσμου, είναι και δημιουργός του κακού και της αμαρτίας. Δημιουργία όμως δεν σημαίνει την εξάσκηση θεϊκής δυνάμεως, αλλά αποποίηση του Θεού, θυσία του Θεού. Δια της δημιουργίας ο Θεός έπαψε να είναι το πάν.
Δημιουργία και αμαρτία είναι δυο όψεις του ιδίου πράγματος. «Το μεγάλο έγκλημα το Θεού εναντίον μας είναι ότι μας δημιούργησε. Το ότι υπάρχουμε. Το μεγάλο μας έγκλημα έναντι του Θεού είναι η ύπαρξη μας. Όταν ξεχνούμε την ύπαρξη μας, ο Θεός συγχωρεί την ύπαρξη μας». Το γιατί ο Θεός αρνήθηκε τον εαυτό χάριν μιας κοσμικής αναγκαιότητας, δημιουργώντας ένα αυτόνομο σύμπαν, παραμένει για την Simone Weil ακατανόητο μυστήριο. Πρέπει να συμφωνήσουμε προς τον κόσμο, να συμφωνήσουμε στα βάσανα των αθώων, επειδή ο Θεός συμφώνησε. Τελικά, συμφωνώντας προς το θέλημα του Θεού μπορούμε να ξεπλύνουμε το έγκλημα της ύπαρξής μας και να γίνουμε τίποτα.
Η συμφωνία του ανθρώπου να είναι τίποτα, είναι ουσιαστικά η ίδια με την αποδοχή τού κενού, και συμπεριλαμβάνει την δράση τής χάριτος. Αντίστροφα, η συμφωνία του Θεού να μην είναι το παν, η ανικανότητα Του, εκδηλώνεται ως μηχανισμός της βαρύτητας. Η αναίρεση τής δημιουργίας (decreation) είναι μια διαδικασία ξεριζώματος του εαυτού, αποδοχής και αγάπης τής αδυναμίας, που αποσπά την ψυχή από τους κοινωνικούς και ζωτικούς δεσμούς της. Πράγματι, ο βασανισμός υπονοεί την ανωτερότητα του ανθρώπου έναντι του Θεού, και «η ενσάρκωση ήταν απαραίτητη, ώστε η ανωτερότητα αυτή να μην είναι σκανδαλώδης».
Το παράδοξο τής συμφωνίας προς το κακό και ο άκρος βασανισμός από αυτό, ως δρόμος προς την απόκτηση του αγαθού, οδηγεί στα πρόθυρα του μηδενισμού. Γιατί αν η αδυναμία (affliction) είναι απόδειξη της υπέρτατης αγάπης του Θεού, γιατί απλά να μην ξεριζώσουμε, μειώσουμε και καταστρέψουμε εμάς και του άλλους; Αν είμαστε δημιουργημένοι με σκοπό να απο-δημιουργήσουμε τους εαυτούς μας, γιατί να μην διαλέξουμε την αυτοκτονία, γιατί να προσπαθούμε να αποτρέψουμε και να απαλύνουμε τον πόνο των άλλων; Αν ο θάνατος του εαυτού είναι επιθυμητός, αν η ύπαρξη είναι κάτι κακό, γιατί να καταδικάζεται ο φόνος και η καταστροφή;
Η συμφωνία στην αδυναμία, είναι για την Weil συμφωνία προς το θέλημα του Θεού. Η αδυναμία λοιπόν πρέπει να επιβληθεί από τον Θεό «μέσω των οργάνων Του». Τα πάθη που ανιχνεύουμε στον «ανθρώπινο μηχανισμό» -κοινωνική αδικία, πολιτική καταπίεση και οικονομική εκμετάλλευση- είναι όργανο του Θεού, μια υπερφυσική συσκευή που αποκαλύπτει στον άνθρωπο την ερείπωση των φυσικών δεσμών, πράγμα που επιτυγχάνουν επίσης η πλημμύρα, ο σεισμός και η αρρώστια. «Το ανθρώπινο έγκλημα, που είναι η αιτία των περισσότερων παθών, είναι μέρος μιας τυφλής αναγκαιότητας». Και επειδή η ακραία αδυναμία συμπεριλαμβάνει πάντοτε την κοινωνική αποδόμηση, το «κοινωνικό ζώο» είναι εν τέλει αυτό που δίνει στην αδυναμία την ιδιαίτερη σφραγίδα της.
Όποτε προσευχόμαστε «γεννηθήτω το θέλημα Σου» πρέπει να σκεφτόμαστε «όλες τις πιθανές ατυχίες μαζί», γιατί μόνο στο σημείο που το βάσανο γίνεται ανυπόφορο, θα σπάσουν οι χορδές που μας συνδέουν με τον κόσμο. Την ίδια όμως στιγμή, η Weil μας συμβουλεύει να μην αναζητούμε την ασθένεια αυθαίρετα. «Δεν πρέπει να αναζητούμε το κενό, γιατί είναι εκπειρασμός του Θεού, εάν λογαριάζουμε πως θα πάρουμε υπερφυσικό ψωμί για να γεμίσουμε το κενό».
Η επιβολή βίας στον εαυτό μας ή στους άλλους είναι λοιπόν το αντίθετο της χάριτος. Σημαίνει λοιπόν πως οφείλουμε να κάνουμε το καλό, να αποτρέπουμε το κακό ή να βοηθούμε αυτούς που είναι ασθενείς; Μια τέτοια ερώτηση είναι αβάσιμη για την Weil, καθώς ο άνθρωπος δεν μπορεί να κάνει το καλό. Κάθε του πράξη υπόκειται στον νόμο της βαρύτητας, και «μόνο το βάσανο, άχρηστο στην εμφάνιση του και τέλεια υπομονετικό», μπορεί να σταματήσει το κακό. Ο αναθεματισμός του εγκλήματος και της αυτοκτονίας πηγάζει μόνο από το γεγονός πως είναι πράξεις (actions). Η φύση του αγαθού είναι παθητική, καθώς αντικατοπτρίζει την ανικανότητα του Θεού. Δεν μπορούμε να μιμηθούμε τον Θεό μέσω της δημιουργικότητας -αυτό οδηγεί απαραίτητα στο κακό- αλλά μόνο μέσω της υπακοής. Η Simone Weil χαρακτηρίζει τις πράξεις αγαθοεργίας ως υπερφυσικές. Επιπλέον, σε κάποια επίπεδο πνευματικής τελείωσης, είναι αδύνατο για τον άνθρωπο να μην βοηθά όποιο πλάσμα το έχει ανάγκη, όπως είναι αδύνατο σε μια πέτρα να αντισταθεί στην βαρύτητα. Παρόλα αυτά, η αγαθοεργία παραμένει ανεξήγητη, τόσο στο επίπεδο της χάριτος όσο και στο επίπεδο της βαρύτητας. Το μυστήριο της αγαθοεργίας είναι ανάλογο προς το μυστήριο της δημιουργίας: «Γιατί μας δημιούργησε ο Θεός; Μα γιατί τρέφουμε αυτούς που πεινάνε;» Δεν είμαστε σε θέση να κατανοήσουμε την αξία της αγαθοεργίας καλύτερα απ’ ότι την αγαθότητα της δημιουργίας.
Η κίνηση της ψυχής προς τον Θεό στον μυστικισμό της Simone Weil συλλαμβάνεται μάλλον με όρους διανοητικού σκεπτικισμού παρά με όρους εκστατικής εμπειρίας. Δεν αναφέρεται σε φωνές ή οράσεις και είναι καχύποπτη ως προς την πνευματική δηλητηρίαση. Οι φωνές και οι οράσεις προκύπτουν από μια άνομη μείξη της φαντασίας με την υπερφυσική αγάπη. Και οι βίοι των αγίων θα ήταν και χωρίς αυτά θαυμάσιοι.
Είναι μια «τρομακτική δυνατότητα» το να φανταστεί κανείς πως βρίσκεται στον παράδεισο, γιατί κάθε παράδεισος είναι τεχνητός, και η μυστικιστική εμπειρία της αιώνιας μακαριότητας είναι απλά μια προβολή, με ένδυμα δόξας, της επίγειας ευτυχίας. Η αληθινή ένωση με τον Θεό δεν ομορφαίνει αλλά σταυρώνει, καθώς γινόμαστε ένα με τον Θεό όντας μέσα στο κενό και την σκλαβιά, ένα με τον εσταυρωμένο Θεό.
Συνεχίζεται
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου