ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ
Β) Τα θέματα οδηγοί
Με ποιόν τρόπο φθάσαμε σ’αυτή την απόφαση; Κατα μήκος της διαδρομής που φτάνει σ’αυτή έπαιξαν σημαντικό ρόλο τρείς βασικές στάσεις.
Η πρώτη θα μπορούσε να ονομασθεί πίστη στην δυνατότητα του ανθρώπου να έχει μία απευθείας σχέση με τον Θεό. Πρόκειται για το εξής; Ο άνθρωπος, που έχει να κάνει με τον Χριστό, μέσα απο τον αδελφό του Ιησού, ο οποίος καθότι άνθρωπος σαν αυτόν μπορεί να τον φτάσει και είναι σ’αυτόν προσιτός, συναντά λοιπόν τον ίδιο τό Θεό, όχι κάποιο υβρίδιο που μπήκε στη μέση. Στην πρώτη Εκκλησία η ανησυχία για την αληθινή θεότητα του Ιησού, γεννιέται απο την ίδια ρίζα της ανησυχίας για την αυθεντική του ανθρωπότητα. Μόνον εάν υπήρξε πραγματικά άνθρωπος ίσα με μας μπορεί να είναι ο δικός μας μεσολαβητής, και μόνον εάν είναι πραγματικά Θεός, ίσος με τον Θεό, η μεσολάβηση του μπορεί να φτάσει τον σκοπό της. Δέν είναι δύσκολο να δούμε πώς εδώ μπαίνει απλώς σε αμφιβολία, και φαίνεται να τρίζει, η βασική προτίμηση του μονοθεϊσμού, αυτή που περιγράφουμε πιό πάνω σαν εξομοίωση ανάμεσα στον Θεό της πίστεως και στον Θεό των φιλοσόφων: μόνον ο Θεός ο οποίος απο το ένα μέρος είναι το πραγματικό θεμέλιο του κόσμου και απο το άλλο, είναι ο απολύτως κοντινός μας μπορεί να είναι αντικείμενο μίας θρησκευτικότητας που κατευθύνεται στην αλήθεια.
Μ’αυτόν τον τρόπο όμως, φανερώνεται και η δεύτερη βασική στάση : η σταθερή μας παραμονή σε μία άποψη πεισματικά μονοθεϊστική χωρίς καμμία έρευνα, καμμία ερώτηση ή απορία, στην ομολογία πίστεως : υπάρχει ένας μόνον Θεός. Η νομιμότης όμως αυτής της προτιμήσεως βρίσκεται στο ότι, έπρεπε πραγματικά να αποφευχθεί, καθώς ακολουθούσαμε την έμμεση οδό του μεσολαβητού, να ξαναφέρουμε στην επιφάνεια μία σειρά ολόκληρη ενδιάμεσων όντων, αποκαθιστώντας μ’αυτόν τον τρόπο τους ψεύτικους Θεούς στους οποίους ο άνθρωπος λατρεύει κάτι που δέν είναι Θεός.
Η Τρίτη βασική στάση θα μπορούσε να περιγραφεί σαν η προσπάθεια να αφήσουμε στην ιστορία του Θεού με τον άνθρωπο όλη της την σοβαρότητα. Αυτό σημαίνει: εάν ο Θεός φανερώνεται σαν Υιός ο οποίος απευθύνεται στον Πατέρα με το «Εσύ», αυτό δέν αναπαριστάνει μία σκηνική προσποίηση οργανωμένη για τον άνθρωπο, ούτε έναν χορό μασκαρεμένων στην κορυφή της ανθρώπινης ιστορίας, αλλά εκφράζει την πραγματικότητα. Η ιδέα ενός θείου θεάματος εισήχθη στην αρχαία Εκκλησία απο τους μοναρχιανούς. Τα τρία θεία πρόσωπα δέν ήταν παρα τρείς ρόλοι με τους οποίους ο Θεός μας αποκαλύπτεται στή διάρκεια τής ιστορίας. Δέν πρέπει νά μάς διαφεύγει, σ’αυτό το σημείο, πώς ο όρος «πρόσωπο» ανήκει στην θεατρική γλώσσα. Έδειχνε την μάσκα η οποία μεταμόρφωνε τον ηθοποιό στην προσωποποίηση ενός άλλου. Ο όρος εισήχθη κατ’αρχάς στην γλώσσα της πίστεως, απο υπολογισμούς τέτοιου τύπου , αλλά μετεμορφώθη επίσης αμέσως απο την πίστη, μέσω μίας πονεμένης περιπέτειας, μέχρις όπου γεννηθεί η ιδέα του προσώπου, η οποία ήταν απολύτως ξένη πρός την αρχαιότητα.
Άλλοι –όπως οι λεγόμενοι τροπικοί—ισχυρίσθηκαν πώς οι τρείς φιγούρες του Θεού δέν ήταν παρά τρείς «τρόποι», τρία στύλ, με τα οποία η συνείδηση μας αντιλαμβάνεται τον Θεό και τον εξηγεί στον εαυτό της. Παρότι ομως είναι αλήθεια πώς εμείς γνωρίζουμε τον Θεό μόνον στον αντικατοπτρισμό της ανθρώπινης σκέψεως, η χριστιανική πίστη εξήγησε πάντοτε πώς εμείς σ’αυτό το είδωλο γνωρίζουμε όμως πραγματικά Αυτόν. Παρότι εμείς δέν είμαστε σε θέση να αποδράσουμε απο την στενότητα της συνειδήσεως μας. Ο Θεός μπορεί να εισδύση μέσα σ’αυτή την συνείδηση, αποκαλύπτοντας τον εαυτό του.
Ούτε το γεγονός, πώς ο όρος πρόσωπον- Persona, δέν έφτασε να εκφράζει όλο το μέγεθος όλων όσων εννοούνται εδώ, δέν μπορεί να στραφεί εναντίον τους. Η διαστολή των ορίων της ανθρώπινης σκέψης, η οποία ήταν αναγκαία για να γίνει η πνευματική επεξεργασία της χριστιανικής εμπειρίας του Θεού, δέν μπορούσε να είναι ένα αυτόματο γεγονός. Αποκτούσε μία διαμάχη, και στην πορεία της αποδείχθηκαν χρήσιμα ακόμη και τα λάθη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου