Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

Οι Λαθρεπιβάτες της Μεταπολίτευσης

Πηγή: Αντίφωνο

Εκδοτικό σημείωμα

Βρήκαμε παπά κι είπαμε να θάψουμε πέντε – έξι. «Παπάς» είναι το Μνημόνιο και «πέντε - έξι» -ίσως και πολύ λιγότερες- είναι οι ευκαιρίες μας να σοβαρευτούμε.
Είναι αλήθεια ότι το «Μνημόνιο» είναι μια σύμβαση υποτέλειας. Μια ομολογία ότι η χώρα μας, όχι απλώς έχει απολέσει μέρος της ανεξαρτησίας της, αλλά ότι την έχει εκχωρήσει με την βούλα της και σε τιμή ευκαιρίας στους τοκογλύφους πιστωτές της.
Κι επειδή αυτό είναι αλήθεια, όλα τα κακά της μοίρας μας και της κακομοιριάς μας τα φορτώνουμε στο Μνημόνιο, «λησμονώντας» όμως ότι το Μνημόνιο δεν ήρθε από μόνο του· είναι το αποτέλεσμα της ολότελα δικής μας μεταπολιτευτικής εμμονής να δίνουμε προτεραιότητα στον κακό εαυτό μας.
Αλλά γι’ αυτή την εμμονή δεν μιλάμε καθόλου. Αθώοι του αίματος όλοι. Χασάπηδες κι αρνιά μαζί.
Βεβαίως και μια τέτοια θεώρηση του Μνημονίου είναι βολική· τίμια όμως δεν είναι. Και δεν είναι τίμια γιατί παραβλέπει τις ευθύνες που έχουμε ως πρόσωπα κι ως κοινωνία. Και αυτή η ανευθυνότητα μάλιστα διαπράττεται στο όνομα ενός ολότελα ιμιτασιόν και όψιμου πατριωτισμού. Είμαστε υπερήφανοι δηλαδή για τον προ του Μνημονίου πατριωτισμό μας; Δείτε το αστικό και περιαστικό περιβάλλον. Δείτε την ύπαιθρο χώρα; Δείτε τα αυθαίρετα κτίσματα που «κοσμούν» την επικράτεια. Αυτό το έγκλημα, υποκριτές αδελφοί μου, το διαπράξαμε μόνοι μας και χωρίς κανένα Μνημόνιο πάνω από τις κεφαλές μας. Και μόνοι μας πάλι αθωώσαμε τον κουραδόμαγκα εαυτό μας, αγνοώντας ότι οι στερημένοι της περηφάνιας τους άνθρωποι, είναι οι κατ’ εξοχήν ελεγχόμενοι άνθρωποι.
Αυτό που μας συμβαίνει δεν οφείλεται –ως συνήθως και κατ’ αποκλειστικότητα μάλιστα- στις ξένες δυνάμεις που φθονούν την τσαχπινιά μας, στους κουτόφραγκους που ζηλεύουν το σκορποχώρι μας και στις μυστικές υπηρεσίες που επιβουλεύονται το χωριό μας. Αυτό που μας συμβαίνει, σε μια χώρα που δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει, οφείλεται σ’ εμάς. Σ’ εμάς που είμαστε μπόσικοι κι απεκδυόμαστε των ευθυνών μας. Σ’ εμάς που μπήκαμε σ’ ένα στημένο παιχνίδι για να διαμαρτυρηθούμε αμέσως μετά, επειδή λέει -ποιος το λέει- ο διαιτητής ήταν «πιασμένος». Είμαστε ένας λαός μικροαπατεώνων. Κλέβουμε την εφορεία, τον διπλανό μας, τις ζωές μας αλλά με άνεση καταγγέλλουμε όλους όσους κλέβουν περισσότερο από εμάς. Αλλά είμαστε κι ένας φιλόξενος λαός. Δεξιωνόμαστε στα σπίτια μας και στις ζωές μας κάθε λογής ευυπόληπτους λωποδύτες. Εντάξει, μην ξινίζετε, άλλοι είναι οι προαγωγοί, αλλά κάποιοι δεν είναι κι οι πελάτες καλοπλερωτές αυτής της φαυλότητας;

Η αντιπολίτευση αντιλαμβάνεται ως πατριωτισμό την «αξιοποίηση» του δημόσιου πλούτου από αετονύχηδες ιδιώτες συν την υπεράσπιση της κεκτημένης αργομισθίας των κομματικών της κλακαδόρων. Η κυβέρνηση που διαχειρίζεται την αθλιότητα του Μνημονίου έχει ακόμη μεγαλύτερη παράδοση σε κομματικούς κλακαδόρους κι αντιλαμβάνεται ως πατριωτισμό, εκτός από την προστασία τους, την συνεπή ανακολουθία της και τις διεθνείς περιοδείες που διαλαλούν την κατάντια μας στην οικουμένη. Κυβέρνηση κι αντιπολίτευση ομονοούν στο ότι πρέπει να βγουν στο σφυρί όλα τ’ ασημικά της χώρας.
Μα επιτέλους είναι τόσο βλάκες οι πλούσιοι ιδιώτες, ώστε να επενδύουν σε ζημιογόνες επιχειρήσεις ή απλώς το φθαρμένο έως διεφθαρμένο πολιτικό προσωπικό της χώρας ομολογεί εν χορώ ότι είναι παντελώς ανίκανο να διαχειριστεί τον δημόσιο πλούτο και προκρίνει την κοψοχρονιά εκποίησή του; Όλοι βεβαίως γνωρίζουμε ότι συμβαίνει το δεύτερο γι’ αυτό και δυσπιστούμε όλο και περισσότερο σε όλο τον παλαιοκομματικό συρφετό που μας έφερε ως εδώ αλλά είμαστε από την άλλη πανέτοιμοι να ριχτούμε και πάλι στην ακριβοπληρωμένη αγκαλιά ενός νέου λαϊκισμού που με την ευκολία που έχουν όλα τα ρητορεύματα υπόσχεται ότι δεν θ’ αλλάξει τίποτε. Ταρατατζούμ. Θα ξαναέρθουν οι καλύτερες μέρες. Θα ξαναγεμίσουν τα ανά την επικράτεια σκυλάδικα με λεβεντομαλάκες εισοδηματίες. Και θα επενδύσουμε -λένε- στις υπηρεσίες. Ποιες υπηρεσίες; Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου; Μα εδώ έχουμε εγκαταλείψει την πρωτογενή παραγωγή, πώς θα πάμε στην τριτογενή;
Αλλά αυτά τα ερωτήματα, όχι απλώς δεν απαντώνται, αλλά ούτε καν τίθενται. Ξεκαρδίζεται η μνημονική Ελλάδα άπαξ της εβδομάδος μ’ έναν κραγμένο μπαρμπέρη, ονόματι Τρύφωνα, που μ’ εξαιρετική επιτυχία προσπαθεί να ορίσει τον δημόσιο εξευτελισμό. Τον δικό μας εξευτελισμό, που παλαμοκροτεί ό,τι αρρωστημένη ελαφρότητα του σερβίρουν.

Μερικές αλήθειες δεν λέγονται φωναχτά αλλά ο αμετροεπής Πάγκαλος το είπε: «Μαζί τα φάγαμε». Εάν αυτό ήταν ψευδές οι Πανέλληνες θα έπρεπε να έχουν κατασκηνώσει εκτός του Κοινοβουλίου και ν’ αρνούνται να αποχωρίσουν, εάν προηγουμένως δεν αποχωρήσει από την κυβέρνηση αυτός που τους προσέβαλλε. Αλλά αυτό δεν έγινε γιατί είναι πολλοί οι πελάτες του πελατειακού παρακράτους που για δεκαετίες παριστάνει το κράτος.
Εάν όμως θέλουμε να υπάρχει νεοελληνικό κράτος θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την αρχή και χωρίς παραγραφές. Φτάνουν τα μπαλώματα. Θα πρέπει να στήσουμε εξ αρχής ένα κράτος στην υπηρεσία του πολίτη κι όχι των κομματικών μας φίλων. Καμιά ανακαίνιση δεν θα μας «σώσει». Πρέπει ν’ αρχίσουμε να γκρεμίζουμε αυτά που με τόση επιπολαιότητα οικοδομήσαμε ή ανεχθήκαμε. Μόνο αυτό θα μας απελευθερώσει από την χρόνια ανωριμότητα της φαρμακωμένης κι υποθηκευμένης μας ψευτοζωής.
Πρέπει εκ θεμελίων να οικοδομήσουμε την ίδια την δημοκρατία μας, γιατί αυτό που ζούμε δεν είναι δημοκρατία· δεν είναι καν μια κολοβή ή κολοβωμένη δημοκρατία. Είναι μια θεσμοθετημένη κλεπτοκρατία, που ελέγχεται από εθνικούς κομπιναδόρους κι εξαγορασμένα τσιράκια.
Δεν χρειαζόμαστε κανέναν νέο συντηρητισμό. Χρειαζόμαστε όμως έναν πατριωτισμό χωρίς προσχήματα κι υποσημειώσεις. Έναν πατριωτισμό που δεν θα ανέχεται τα συνδικαλισμένα νταηλίκια που μας έφεραν εδώ που μας έφεραν. Το κράτος-τροφός μας τελείωσε και το τελειώσαμε. Κι είναι κομπογιαννιτισμός στην καλύτερη και τσαρλατανισμός στην χειρότερη η πρόταση να το βγάλουμε στο σφυρί.
Επιτέλους, ας αντιληφθούμε ότι το μείζον πρόβλημα δεν είναι η διαλυμένη μας οικονομία αλλά ο εκφυλισμός μας. Η άρνηση της ίδιας της ταυτότητάς μας και η υποκατάστασή της από μια δανειοδίαιτη ορφάνια.

«Καλά όλα ετούτα αλλά όταν βουλιάζει το καράβι είναι εγκληματικό να συζητάμε τα λάθη ναυπήγησής του», μου υπενθύμισε ένας έντιμος φίλος.
Σύμφωνοι, όταν βουλιάζει το καράβι δεν κουβεντιάζεις τα λάθη ναυπήγησής του, αλλά δεν φιλοδοξείς και να τα επαναλάβεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια: