Συνέχεια από: Παρασκευή 24 Μαρτίου 2023
Ο ΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Του Pierre Aubenque.
ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ.
Ένα άλλο ξεχωριστό στοιχείο της θεωρίας μάς επιτρέπει να ικανοποιήσουμε ένα απο τα ζητούμενα, που ήδη συναντήσαμε, του Μέγιστου Αγαθού (Sommo Bene). Είναι η αυτάρκειά του, ο αυτάρκης χαρακτήρας του. Οι ηθικές αρετές, οι οποίες είναι το μέγιστο τής δραστήριας ζωής, έχουν την ανάγκη των μεσολαβήσεων για να εκδηλωθούν: έτσι το θάρρος έχει την ανάγκη εχθρών για να φανερωθεί. Η εγκράτεια και η μετριοπάθεια δέν υπάρχουν χωρίς την επιθυμία την οποία προσπαθούν να κυριεύσουν και η δικαιοσύνη προϋποθέτει την ύπαρξη συμβολαίων για υπογραφή, αγαθών για να μοιραστούν, ανθρώπινες σχέσεις να τακτοποιηθούν. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις απαιτείται η παρουσία ενός άλλου ανθρώπου. Αντιθέτως η θεωρία μπορεί να ασκηθεί ακόμη και στην μοναξιά. Αυτό το εγκώμιο της μοναξιάς εις βάρος της κοινής ζωής μπορεί να μας φανεί σήμερα ένα παράδοξο, και ίσως να υπήρξε και για τους Έλληνες. Αλλά δέν πρέπει να ξεχνούμε την αυτάρκεια, το γεγονός ότι αρκεί στον εαυτό της, ότι δέν έχει ανάγκη απο τίποτε για να είναι ολοκληρωτικώς αυτό που είναι, ότι είναι μία θεϊκή ιδιότης και ότι στο αριστοτελικό εγκώμιο τής θεωρίας, το Θείο μοντέλο προτείνεται διαρκώς στην μίμηση του ανθρώπου.
Αλλά είναι ο άνθρωπος ικανός να πραγματοποιήσει εδώ κάτω αυτό το υπερβατικό μοντέλο; Ο Αριστοτέλης τελικώς παραδέχεται κάποιες αμφιβολίες στο θέμα αυτό! Η θεωρητική ζωή είναι "υπεράνω της ανθρώπινης καταστάσεως" και ο άνθρωπος, ακόμη και αν το κατορθώσει, είναι προορισμένος να διάγει αυτή την ζωή, "όχι επειδή είναι άνθρωπος, αλλά επειδή έχει στον εαυτό του κάτι Θείο". (Ηθ.Νικομ 1177 b 26-28). Αυτό το Θείο μέρος είναι παρόν με μεγάλη δύναμη μέσα μας: είναι ο Νούς και γι'αυτό ο Αριστοτέλης θυμίζει πώς ο άνθρωπος δέν πρέπει να είναι μικρόψυχος και δειλός, αλλά πρέπει να σταθεί αποφασισμένος να ασκήσει την πιό δική του, οικεία και υψηλότερη δυνατότητά του. "Δέν πρέπει να ακούσει αυτούς που συμβουλεύουν τον άνθρωπο, επειδή ο άνθρωπος είναι θνητός, να περιοριστεί να σκέφτεται ανθρώπινα πράγματα και θνητά, μάλιστα δέ το αντίθετο, όσο τού είναι δυνατόν, πρέπει να συμπεριφέρεται σαν αθάνατος" (1177 b 31-33). Αυτοί οι τελευταίοι λόγοι προκάλεσαν πολλά σχόλια. Πώς μπορεί να αφήσει την ελπίδα τής αθανασίας ο Αριστοτέλης στον άνθρωπο, όταν η ψυχή, "μορφή ενός οργανικού σώματος που έχει την ζωή εν δυνάμει, είναι προορισμένη να χαθεί την στιγμή κατά την οποία η ζωή αφήνει αυτό το σώμα του οποίου είναι η μορφή; Οι Έλληνες σχολιαστές επιχειρηματολόγησαν ότι ο Νούς, ο οποίος εισάγεται στην ψυχή "θύραθεν," την στιγμή της μορφοποιήσεως τού εμβρύου, μπορεί να επιβιώσει απο την διάλυση τού ανθρώπινου σύνθετου. Αλλά τότε θα έχουμε να κάνουμε με έναν κοσμικό νού ή τουλάχιστον με έναν νού ο οποίος έχει την ίδια έκταση με το ανθρώπινο είδος (Averroe). Η αιωνιότης όμως ενός τέτοιου Νοός δέν μπορεί να εξασφαλίσει στους ανθρώπους οι οποίοι συμμετέχουν την προσωπική επιβίωση, η οποία απο τον Χριστιανισμό και εξής, συνδέεται με την ιδέα της αθανασίας.
Πρέπει να αξιολογήσουμε επιπλέον σοβαρά την αποκλειστική δυνατότητα σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος πρέπι να αθανατισθεί όσο το δυνατόν περισσότερο. Ίσως να σημαίνει ότι η αθανασία στην οποία μπορεί να προσβλέπει ο άνθρωπος πρέπει να λάβει μορφές πιό ταπεινές : όπως για παράδειγμα την υποκειμενική αθανασία, για την οποία θα μιλήσει αργότερα ο Auguste Comte, και η οποία συνίσταται στην φήμη, στην δόξα, οι οποίες τυπώνονται στην μνήμη των ανθρώπων τών οποίων η ζωή υπήρξε παραδειγματική; Ίσως ο Αριστοτέλης είναι πιό κοντά στον Πίνδαρο παρά απο τον Πλάτωνα. Ο Πίνδαρος συμβούλευε την ψυχή να μήν επιδιώξει να γίνει αθάνατη, αλλά να εξαντλήσει το πλαίσιο του δυνατού. Ενώ ο Πλάτων προσκαλεί τον άνθρωπο να δραπετεύσει έξω απο τούτον τον κόσμο για να ομοιάσει όσο το δυνατόν στον Θεό (Θεαίτητος 176 b). Ο Αριστοτέλης μοιάζει να προσλαμβάνει το Πλατωνικό κάλεσμα, αλλά του αποδίδει την εντολή του Πινδάρου: ο άνθρωπος δέν μπορεί να κερδίσει την αθανασία εξερχόμενος απο την σφαίρα του δυνατού (κάτι που θα ήταν άμετρη υποκρισία), αλλά πραγματοποιώντας μέχρι το αποκορύφωμα των δυνατοτήτων τους τις δικές του δυνατότητες, οι οποίες είναι ταυτοχρόνως και οι πιό υψηλές.
Το πλατωνικό ιδανικό μίας αφομοιώσεως του ανθρώπου στο Θείο υφίσταται, είναι αλήθεια, στον Αριστοτέλη. Αλλά είναι ακριβώς ένα ιδανικό πλέον, μία οργανωτική αρχή, μία οριακή ιδέα, ένα αντικείμενο που στοχεύεται, παρά ένα όραμα. Πολύ λιγότερο εξάλλου αξίζει και ο χρόνος, τον οποίο αφιέρωσε ο Αριστοτέλης για να περιγράψει αυτό το ιδανικό, την απόσταση που μάς χωρίζει απο αυτό και την ανθρώπινη προσπάθεια που είναι απαραίτητη για να την καλύψουμε. Πέραν κάποιων σελίδων της Ηιθικής Νικομάχειας τις οποίες αναφέραμε είναι πολυ λιγότερο ανήσυχος για τους θριάμβους της θεωρίας, η οποία είναι πιό πολύ επιθυμητή παρά κεκτημένη (παρότι το ιδανικό του παραμένει εκείνο της αυτοκατοχής, της παρουσίας στον εαυτό), απο ότι είναι για τα μέσα με τα οποία θα μας βασανίσει μέσω στρυφνών διαλογισμών τής διαλεκτικής (στην θεωρητική τάξη), για την ηθική αρετή (στην πράξη) και για την τεχνική (στην ποιητική τάξη).
Δέν υπάρχουν επίσης αντιθέτως απο όσα λέγονται συχνά, δύο ηθικές του Αριστοτέλη: εκείνη η οποία θα τοποθετούσε την ευτυχία στην θεωρία και εκείνη η οποία θα την έθετε στην ενάρετη πράξη. Αυτές οι δύο σημασίες, δέν βρίσκονται σε ανταγωνισμό, αλλά είναι καθαρά ιεραρχημένες. Η ζωή σύμφωνα με την ηθική αρετή δέν είναι, καθαυτή, παρά μία δευτερεύουσα ευτυχία (Ηθ. Νικομ. 1178 α 9). Αλλά επειδή οι δραστηριότητες που την αφορούν είναι δραστηριότητες κατεξοχήν ανθρώπινες, είναι δηλαδή εκείνες οι οποίες προϋποθέτουν τις σχέσεις τών ανθρώπων μεταξύ τους, γίνεται κατανοητό, ότι αυτή η ευτυχία, δεύτερη εάν συγκριθεί με εκείνη του Θεού, είναι η πιό κατάλληλη στον άνθρωπο σαν άνθρωπο. Η δευτερεύουσα σημασία της σημαίνει πώς αυτή είναι η μίμηση, με τα μέσα που διαθέτει ο άνθρωπος και μέσω της διαμεσολαβήσεως τής σχέσεως με τον άλλον, της τέλειας αυτάρκειας την οποία κατέχει μόνον ο Θεός.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου