Συνέχεια από Τετάρτη 29 Μαρτίου 2023
JEAN PEPIN
Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ
ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ
Παρ’ όλες τις επιφυλάξεις που μπορεί να διατηρεί κανείς απέναντι στην ‘γενετική’ ερμηνεία του έργου του Αριστοτέλη, δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε το γεγονός ότι τα κείμενα που παρουσιάσαμε απηχούν θεολογικές αντιλήψεις που δεν ταυτίζονται όλες μεταξύ τους. Ασφαλώς θα πρέπει να διακρίνουμε προσεκτικά τις ενδεχόμενες ασυμφωνίες: για παράδειγμα το ουσιαστικό θεός επανέρχεται συχνότερα στα κείμενα του από ότι το επίθετο θεῖος, χωρίς να εμποδίζει τον Αριστοτέλη να αποδίδει ταυτόχρονα και χωρίς να αντιφάσκει, την θεία ιδιότητα σε πραγματικότητες διαφορετικής τάξεως, με την επιφύλαξη ότι δεν πρόκειται πάντοτε για μια θεότητα του αυτού επιπέδου· έτσι συναντήσαμε περιπτώσεις που η θεότητα των άστρων αναφέρεται σε πραγματείες στις οποίες εκφράζεται επίσης η πίστη στην θεότητα του Πρώτου κινούντος: η ύψιστη θεότητά του δεν αποκλείει καθόλου την δική τους υποδεέστερη θεότητα· η ιεράρχηση αυτή των θείων όντων εξηγεί το γιατί το επίθετο θεῖος, όσο συχνά εμφανίζεται στην απλή του μορφή, άλλο τόσο χρησιμοποιείται σε συγκριτικό ή και υπερθετικό βαθμό.
Μας φαίνεται όμως αναγκαίο, σε ορισμένες περιπτώσεις, να καταλήξουμε στην παρουσία στον Αριστοτέλη μιας ταλάντευσης. Όπως για παράδειγμα σχετικά με την θεολογική μέθοδο που αποδίδει στην θεότητα, ανάγοντάς την στην τελειότητα, τις βέλτιστες ιδιότητες του ανθρώπου. Η μέθοδος αυτή κατακρίνεται στα Ηθικά Ευδήμεια VII 12, 1245b 15-19, και επίσης στα Ηθικά Νικομάχεια, X 8, 1178b 10-18, όπου θεωρεί ανάξιες των θεών ακόμη και τις πλέον ενάρετες ενέργειες των ανθρώπων. Σε άλλα σημεία όμως αυτή η καταφατική μέθοδος αναιρείται εν μέρει, όταν στην ίδια πραγματεία, σε ορισμένα αποσπάσματα του X 8 και 9, καθώς και στο Περί ζώων μορίων, ΙΙ 10, 656a 7-8, χρησιμοποιούνται έννοιες παρομοίωσης, συγγένειας ή συμμετοχής, ανάμεσα στους θεούς και τους ανθρώπους· το ίδιο συμβαίνει και με την άποψη που εκφράζεται κατ’ επανάληψη στα Μεταφυσικά, Λ 7 και 9, 1072b 14-16 και24-25, 1075a 7-10, και σύμφωνα με την οποία η θεία ευδαιμονία, εκτός από την αιωνιότητά της, δεν διαφέρει σχεδόν καθόλου από την ανθρώπινη ευτυχία.
Δεν θα μπορούσαμε να αποδώσουμε τις μεταλλαγές αυτές σε μια εξέλιξη, αφού οι δύο αποκλίνουσες απόψεις βρίσκονται στο ίδιο βιβλίο των Ηθικών Νικομαχείων. Διαφορετική όμως είναι η αντιμετώπιση σε άλλες περιπτώσεις θεωρητικών αποκλίσεων. Αναφερθήκαμε ήδη στην καθαρά κοσμική θεολογία, η οποία αναπτύσσεται στο Περί φιλοσοφίας, για να απορριφθεί από ότι φαίνεται εκ των υστέρων μέσα από τις διδακτικές πραγματείες. Αλλά το λιγότερο αμφισβητούμενο παράδειγμα εξέλιξης αναδεικνύεται στο ερώτημα περί της κίνησης ή της ακινησίας της καθαυτό θεότητας. Το ότι ο Θεός είναι η αρχή της συμπαντικής κίνησης αποτελεί μιαν αλήθεια αποδεκτή τόσο στο Περί φιλοσοφίας, όσο και στα Μεταφυσικά, Λ 7, χωρίς να παραλείπουμε τα Ηθικά Ευδήμεια, VIII 2, 1248a 25-26 όπου προσδιορίζεται ως κινήσεως ἀρχή τόσο στην ψυχή όσο και στον κόσμο. Αλλά η κινητική αυτή λειτουργία επέρχεται, κατά τις πραγματείες, με δύο αντίθετους τρόπους: θυμούμαστε ότι τα Φυσικά και τα Μεταφυσικά ορίζουν την ακινησία ως συστατικό στοιχείο του θείου Κινούντος, ενώ στα Ηθικά Ευδήμεια, VII 15, 1154b 27 η πράξη του Θεού περιγράφεται ως ἐνέργεια ἀκινησίας﮲ η περιγραφή αυτή διαφέρει ριζικά από αυτήν που προτείνουν άλλα κείμενα τα οποία είτε αποδίδουν απαραίτητα στον Θεό την αΐδιο κίνηση (Περί Ουρανού, ΙΙ 3, 286a 10), προσεγγίζοντας, με μιαν αποκαλυπτική της ουσίας ετυμολογία, την έννοια του θείου στην αέναη κίνηση, το ἀεί θέον (Μετεωρ., Ι 3, 339b 25-26), είτε θεωρούν ότι ο Θεός είναι νούς υποκείμενος σε αιώνια κίνηση. Η διαπίστωση αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το ακίνητο Κινούν αποτελεί μια μεταφυσική κατάκτηση, η οποία επιβλήθηκε στον ίδιο τον συγγραφέα της, ύστερα από αλλεπάλληλους συμβιβασμούς απέναντι στις λεγόμενες κινητικές θεολογίες, την κληρονομιά του πλατωνισμού.
Όσο και αν φαίνονται εντυπωσιακές οι παραλλαγές της αριστοτελικής θεολογίας που μόλις διαπιστώσαμε, δεν μας εμποδίζουν να αναγνωρίσουμε την θεωρητική σταθερότητα ορισμένων απόψεων. Θα αναφερθούμε εν συντομία στις σημαντικότερες, οι οποίες αφορούν είτε στην φύση του Θεού, είτε στην θεία ενέργεια.
1) Είδαμε πόσο δύσκολο είναι να διακρίνουμε αν αναφέρεται στον ύψιστο Θεό, ή σε ένα κατώτερο θείο ον, όταν ο Αριστοτέλης γράφει τό θεῖον ή ὁ θεός. Ορισμένες περιγραφές μας προσανατολίζουν χωρίς αμφιβολία προς την πρώτη εκδοχή. Για παράδειγμα, όταν στο Περί Ουρανού αναφέρεται στην ύψιστη τελειότητα (τῷ μέν ἄριστα ἔχοντι, ΙΙ 12, 292a 22), ή στο πρώτο και ύψιστο θείο όν (τό θεῖον …πᾶν το πρῶτον καί ἀκρότατον), το οποίο δεν στερείται ουδεμίας τελειότητας (Ι 9, 279a 32-35). Στο τελευταίο απόσπασμα η ιδέα αυτή επιβεβαιώνεται με μια εξαιρετική διατύπωση: δεν υπάρχει καμία αρχή ανώτερη από το θείο όν, ούτε ικανή να το κινήσει, διότι η αρχή αυτή θα ήταν περισσότερο θεία από αυτό (οὔτε γάρ ἄλλο κρεῖττόν ἐστι… - ἐκεῖνο γάρ ἄν εἴη θειότερον)﮲ η υπογράμμιση αυτή αποδίδει στον Θεό την ιδιότητα του ανυπέρβλητου, και μας προδιαθέτει γι’ αυτό που ακριβώς πρόκειται﮲επίσης επαναλαμβάνεται αρκετές φορές﮲ όπως για παράδειγμα στο Περί ζώων κινήσεως, 6, 700b 34-35, στα Μεταφυσικά, Λ 9, 1074b 29-30, και επίσης στα Ηθικά Μεγάλα, ΙΙ 15, 1213a 2-3.
Σε ολόκληρο το έργο του Αριστοτέλης, μόνο η περικοπή του διαλόγου Περί Ευχής, και με λιγότερους δισταγμούς τα Ηθικά Ευδήμεια, VΙΙΙ 2, 1248a 28-29, αναφέρουν ότι ο Θεός είναι μια αρχή που υπερβαίνει το νου, ἐπέκεινα τι τοῦ νοῦ ή κρεῖττόν τι τοῦ νοῦ. Ίσως αυτή η ιδέα να συναρτάται, παρά τα φαινόμενα, με την θέση περί της νοητικής φύσεως του Θεού, η οποία επανέρχεται συχνά στα γραπτά του φιλοσόφου. Το ότι ο Θεός είναι νούς, αποτελεί μια διαπίστωση που υπονοείται κάθε φορά που η νόηση αναφέρεται ως το θείο στοιχείο στον άνθρωπο, τό ἐν ἡμῖν θεῖον﮲ στο έργο του Αριστοτέλη, υπάρχει ευρύτατη αναφορά σ’ αυτήν, από τον Προτρεπτικό μέχρι τα Ηθικά Νικομάχεια, X 7 και 9, τα Ηθικά Ευδήμεια, VIII 2, 1248a 26-29, καθώς και σε διάφορες πραγματείες περί ψυχολογίας και φυσικής ιστορίας. Αλλά η πλέον άμεση εκδοχή της διατυπώνεται με επισημότητα και ακρίβεια στα Μεταφυσικά, Λ 7 και 9﮲ σημειώνουμε ότι εμφανίζεται επίσης χωρίς αμφιβολία, αν και διακριτικά, στο Περί ουρανού, ΙΙ Ι, 284a 31-32, όπου αναφέρεται ότι η ψυχή του θείου ουρανού είναι απαλλαγμένη νοητικής ραθυμίας, πάσης ἀπηλλαγμένην ραστώνης ἔμφρονος.
Εκτός από ύψιστη διάνοια, ή όπως λέγεται στα Ηθικά Νικομάχεια, X 8, 1178b 21-22, ύψιστη ενέργεια στοχασμού, ο Θεός είναι επίσης η ύψιστη νόηση﮲ πρόκειται για ένα δόγμα που διατρέχει ολόκληρο το έργο του Αριστοτέλη. Το ότι ο θείος νους έχει ως αντικείμενο τον εαυτό του, συνιστά την διάσημη θεωρία των Μεταφυσικών, Λ 7και 9 (και Α 2,983a 8-10)﮲ είχε όμως ήδη εκφραστεί με σαφήνεια στα Ηθικά Ευδήμεια, VII 12, 1245b 17-18, στα οποία η θεία σκέψη αποκλείεται ἄλλο τι νοεῖν παρ’ αὐτός αὐτόν.
Στα Μεταφυσικά Λ 7 συναντήσαμε την βεβαιότητα ότι ο Θεός δεν έχει, αλλά είναι μια ζωή άριστη, πλήρης αιώνιας ηδονής (ἡδονή, ζωή ἀρίστη και ἀΐδιος). Με την ίδια περίπου διακριτικότητα, η ίδια ιδέα εμφανίζεται και σε άλλα κείμενα θεολογικού περιεχομένου. Δεν μας αιφνιδιάζει το ότι την συναντάμε αρκετές φορές στα Ηθικά Νικομάχεια (VII 15, 1154b26: ἡδονήν﮲ X 8, 1178b 26: ἅπας ὁ βίος μακάριος). Είναι όμως αρκετά αξιοσημείωτο ότι η ίδια ιδιότητα απονέμεται ρητά, στο Περί Ουρανού, αφ’ ενός στα τιμώμενα θεία όντα, δηλαδή στον ίδιο τον ουρανό (του οποίου η ενέργεια είναι ζωή αΐδιος, ΙΙ 3,286a, 9), αφ’ ετέρου στην ψυχή του (που διάγει ζωήν ἄλυπον καί μακαρίαν, ΙΙ Ι, 284a 28-29), και τέλος σε αυτό που φαίνεται να αντιπροσωπεύει ο υπερουράνιος αιθέρας (ο οποίος διάγει τήν ἀριστην…ζωήν, Ι 9, 279a 21). Αυτή η μακάρια ζωή περιβάλλεται από απόλυτη ελευθερία: ο Θεός είναι ανενδεής﮲ τα κείμενα που τονίζουν αυτή την ιδιότητα είναι απειράριθμα (Περί Ουρανού, Ι 9, 279a 21-22 και 35 ﮲Ηθικά Ευδήμεια, VII12, 1244b 8-9﮲ VIII 3, 1249b 16, κ.τ.λ. ). Περισσότερο αξιοσημείωτη είναι η παρατήρηση ότι η θεία ζωή δεν υπόκειται σε κοπιώδη προσπάθεια﮲ στα Μεταφυσικά, Λ 9, 1074b 28-29 αναφέρεται ότι για τον θείο νου η συνεχής σκέψη δεν ενέχει κόπο (ἐπίπονον)﮲ με αντίστοιχους όρους αναφέρεται ήδη το Περί Ουρανού, ΙΙ Ι, 284a 15-17 στον ουρανό, που είναι ελεύθερος από κάθε προσπάθεια (ἅπονος), από κάθε ἐπίπονο περιορισμό. Στο ίδιο πνεύμα ο Αριστοτέλης αρνείται ότι ο Θεός υπόκειται σε οποιαδήποτε πράξη, και το επαναλαμβάνει σε διάφορα θεολογικά κείμενα: η θειοτάτη ἀρχή του Περί Ουρανού, ΙΙ 12,περιγράφεται ως κατέχουσα το αγαθό ἄνευ πράξεως (292a 23 και b5)﮲ τα Ηθικά Νικομάχεια X 8 1178b 10-18 θεωρούν ανάξιες των θεών όλες τις πράξεις, ακόμη και τις πλέον ενάρετες, ενώ στα Πολιτικά, VII 3,1325b 29-30 εξαιρούνται οι ἐξωτερικές πράξεις.
2) Σε ότι αφορά στην ενέργεια της θείας αρχής, η μεγαλειώδης ιδέα των Μεταφυσικών, Λ 7, 1072b 1-3, είναι, όπως γνωρίζουμε, ότι αυτή ενεργεί ως τελική αιτία. Με ευκολία διαπιστώνουμε ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ο Αριστοτέλης διατυπώνει την αντίληψή του περί του Θεού ως τελικό αίτιο. Η θειοτάτη ἀρχή στο Περί Ουρανού, ΙΙ 12, δεν υπόκειται σε καμία πράξη, διότι τέλος (σκοπός της) είναι αυτή η ίδια, ενώ η κάθε ενέργεια προϋποθέτει δυαδικότητα του σκοπού και του όντος του οποίου αποτελεί τον σκοπό (292b 5-7). Στα Ηθικά Ευδήμεια (VIII 3, 1249b 13-15) διαβάζουμε επίσης ότι ο Θεός δεν διατάσσει, αλλά αποτελεί τον σκοπό για τον οποίο διατάσσει η φρόνησις.
Οπωσδήποτε, αυτή η τελική αιτιότητα, κυρίαρχη εκδήλωση του θείου, δεν αποκλείει μια κάποια αποτελεσματική παρέμβαση σε δευτερογενές επίπεδο. Αναζητώντας στο βιβλίο Λ των Μεταφυσικών ευνοϊκές ενδείξεις ως προς αυτή την επιπλέον ενέργεια του Πρώτου κινούντος, ανακαλύψαμε δύο τουλάχιστον ενδείξεις, οι οποίες έχουν το προηγούμενό τους στο ίδιο το έργο του Αριστοτέλη. Κατ’ αρχήν η ιδέα ότι η κυρίαρχη Αρχή διατηρεί υπό την εξάρτησή της (ἤρτηται) τον ουρανό και τη φύση (7, 1072b 14)﮲ μια αντίστοιχη λειτουργία, που περιγράφεται με το ίδιο ρήμα, αποδίδεται στην υπερουράνια αρχή στο έργο Περί Ουρανού Ι 9, 279a 28-30: από αυτήν εξαρτώνται (ἐξήρτηται) στα υπόλοιπα όντα, το Είναι και η ζωή. Και κατά δεύτερον η διαβεβαίωση ότι το θείο περιέχει ολόκληρη τη φύση (8, 1074b 3)﮲ μια πανομοιότυπη αναφορά ανασύραμε από τα κείμενα των Πολιτικών και του Περί φιλοσοφίας﮲ θα πρέπει να προσθέσουμε σ’ αυτά τα κείμενα και το Περί Ουρανού, όπου αναφέρεται ότι τα όντα ,των οποίων η τέλεια κίνηση περιβάλλει (περιέχει) όλες τις άλλες κινήσεις, εμπεριέχουν την θεότητα.
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου