Του Ugo Ugazio.
1. Η "ουσιώδης γνώση" μετά τους Έλληνες.
Ο υπολογισμός τού "πνεύματος" γίνεται ιδιαιτέρως δύσκολος όταν ερευνάται στο φιλοσοφικό πλαίσιο και αναφέρεται στο όριο το οποίο χωρίζει το αισθητό, απο το υπέρ αισθητό. Αυτό το όριο, το οποίο δέν επεβλήθη με κανένα τρόπο στην φιλοσοφία απο τα πράγματα και τα γεγονότα, εξ' αρχής ερευνήθηκε σύμφωνα με κριτήρια τα οποία με μεγάλη δυσκολία μπορούσαν να αναχθούν μόνον στην εμπειρία και στα αισθητήρια. Η φιλοσοφία η οποία στην βάση αυτής της διακρίσεως, σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, θεμελιωνόταν σαν "μετά-φυσική", αναπόφευκτα κατέληγε να εννοεί το χρέος της σαν έρευνα ενός θεμελίου τής αλήθειας το οποίο δέν κατοικούσε στο ίδιο το όν. Εάν οι υποθέσεις οι οποίες είχαν επιτρέψει στους Έλληνες γεωμέτρες να συλλάβουν φιγούρες και ιδιότητες τών μορφών αυτών στην βάση αναγκαίων και καθολικών καθορισμών, δέν προήρχοντο απο το όν, τότε ήταν άλλο τόσο αναγκαίο και καθολικό, εκείνο που θεμελίωνε κάθε στοχασμό, κάθε σκέψη! Παρότι δέν φανερωνόταν σαν όν και έπρεπε κάθε φορά να "παράγεται" σαν σκέψη! (Πλάτων, Πολιτεία, VIII, 509 d...). Η απέραντη σπουδαιότης για την συνέχεια τής ιστορίας τής μεταφυσικής την οποία απέδιδε ο Χάιντεγκερ στους Έλληνες, ιδιαιτέρως στον Πλάτωνα, οφείλεται κυρίως στην προσοχή που έδωσε η σκέψη του στραμμένη όπως υπήρξε στον συνδυασμό, στον σύνδεσμο τού αισθητού και του μετά-αισθητού.
Απο την Πλάτωνική σκέψη, όπως είναι γνωστό, ο Χάιντεγκερ υπολόγισε μόνον και ιδιαιτέρως την θεωρία των ιδεών, απο την οποία άντλησε την αποφασιστική δύναμη για να διαχωρίσει καθαρά την αρχική σοφία, την αυγή της φιλοσοφίας, η οποία με την σοφιστική έσβυνε σταδιακώς, απο την σκέψη με την οποία πολύ σύντομα θα είχαν αναπτυχθεί οι επιστήμες. Αυτός ο προσδιορισμός τής Ελληνικής σκέψης είναι μία ξαφνική επινόηση του Χάιντεγκερ, καθώς δέν αντιστοιχεί σε καμμία πραγματικότητα, ούτε ιστοριογραφική, ούτε άλλου είδους, έτσι ώστε εάν διαβαστεί ο Πλάτων στην προοπτική τουύ τί ήν είναι και του αριστοτελικού προ-παράγω, οι προσωκρατικοί τού αντιπαρατίθενται με μία έννοια που φωτίζει την ποίηση του Χαίλντερλιν.
Στην χρήσιμοποίηση καθαρά σαν οργάνου τής σκέψης, η οποία επιβλήθηκε ιδιαιτέρως μετά την "Στροφή", μπορούσε να αντιπαρατεθεί μόνον μία νέα πρόσβαση στο άνοιγμα απο το οποίο είχε προκύψει η "πρωτογενής σκέψη". Αυτή η πρόσβαση όμως, μετά την εμπειρία του "Ευρωπαϊκού μηδενισμού" δέν άνοιγε πλέον σε κάτι ουσιώδες αλλά στο ΤΙΠΟΤΑ. Το βλέμμα, το μεταφυσικό βλέπειν, έπρεπε να μάθει εκ νέου να βλέπει την ιδέα χωρίς να αναγνωρίζει σ'αυτή το όν. Η φιλοσοφία είναι τόσο στοχασμός τού εαυτού όσο και στοχασμός αυτού που συμβαίνει σαν αναγκαίως ακόμη άλλο: εάν αυτός είναι "πρωταρχική σκέψη της άλλης αρχής", μπορεί να είναι τέτοιος επειδή δέν σκέπτεται το ξεκίνημα, την αρχή του "σώματος", της "ψυχής" ή του "πνεύματος", αλλά ακριβώς την ίδια την αρχή της αρχής. Ο Χάιντεγκερ θα ήθελε να υπερβεί την έννοια μίας ιδιότητος η οποία λέει ΕΓΩ. Και σχετικά μ'αυτή του την πρόθεση ισχυρίζεται ότι και ο Κάντ "ήταν ήδη πολύ πιο προχωρημένος απο αυτόν τον βιολογικό φιλελευθερισμό", όταν διέκρινε το θεμέλιο τού προσώπου στην αυτονομοθέτηση, την αυτονομοθεσία. Όλος αυτός ο στοχασμός, ας έχουμε υπ' όψιν, παράγεται στο πλαίσιο τής ερωτήσεως "ποιοί είμαστε εμείς" και ότι η συμβολή τού Χάιντεγκερ στην φιλοσοφία συνίσταται ακριβώς στην αφαίρεση απο αυτή την φιλοσοφική ερώτηση το "χαρακτηριστικό τής αντιθέσεως" στην νέα γερμανική θέληση"!
Εάν για την αυγή της ελληνικής σκέψης το όν στο σύνολό του, η Physis, δέν ήταν ένα πρωταρχικό δεδομένο, καθότι το νοείν ήταν αυτό το ίδιο ΕΝΑ το οποίο έβλεπε πολύ περισσότερα απο το αισθητό, αυτή η αστάθεια τού αισθητού έπρεπε τώρα να ξαναανακαλυφθεί. Η εμπειρία τού μηδενισμού υποχρέωσε την αναζήτηση θεμελίου : η απόφαση εκκρεμεί τώρα ανάμεσα στο όν και στο Μηδέν. Η θεμελιακή απαίτηση της μετά-φυσικής έγινε μία απόφαση η οποία επιλέγει το όν ενάντια στο Μηδέν. Εκ νέου όμως, όπως για το Ελληνικό ξεκίνημα, αυτή η θεμελίωση δέν μπορεί να είναι απλώς αντικειμενική. Απο την απόφαση η οποία απαιτείται στην ταλάντευση ανάμεσα στο όν και στο μηδέν, συνεπάγεται ότι εμείς δέν μπορούμε να ανήκουμε πλήρως σε κανένα πράγμα, ούτε στους εαυτούς μας! (Εισαγωγή στην Μεταφυσική).
Πάνω στην βάση αυτής της ταλάντωσης, ο Χάιντεγκερ προσπάθησε να αντιπαραθέσει μία υποτιθέμενη εμπειρία τής αρχικής θυσίας στην παρέλευση των επιστημών και στην σταδιακή τους φιλοσοφική θεμελίωση!
Στην ομιλία του σαν Πρύτανις του 1933 λέγεται: "Επιστήμη είναι η αντίσταση η οποία ανακρίνει στο μέσον τής ολότητος του όντος η οποία σταθερά κρύπτεται. Αυτή η επιμονή γνωρίζει ότι δέν μπορεί να κάνει τίποτε απέναντι στην μοίρα. Αυτή είναι η αρχική ουσία της επιστήμης. Αυτή η αρχή όμως δέν μετράει ήδη δύο χιλιετίες και μισή; Η πρόοδος της ανθρώπινης πράξεως δέν μεταμόρφωσε ακόμη και την επιστήμη; Βεβαίως! Η επόμενη ερμηνεία του Κόσμου, η Χριστιανο-Θεολογική, τόσο όσο και η τεχνικό-μαθηματική σκέψη, οι οποίες εισχώρησαν στην μοντέρνα εποχή απομάκρυναν περιστασιακά και υλικά την επιστήμη απο το ξεκίνημά της! Μ'αυτόν τον τρόπο όμως, η αρχή δέν ξεπεράστηκε ούτε εκμηδενίστηκε. Και πράγματι, δεδομένου ότι η καταγωγή της Επιστήμης των Ελλήνων είναι μεγάλο πράγμα, η αρχή αυτού του μεγάλου πράγματος παραμένει το μεγαλύτερο πράγμα! Η ουσία της επιστήμης δέν θα μπορούσε ούτε να είναι κενή και φθαρμένη, όπως είναι σήμερα, παρά τα τόσα αποτελέσματα και όλους τους "διεθνείς οργανισμούς", εάν το μεγαλείο της αρχής δέν συνέχιζε να υφίσταται. Η αρχή ακόμη είναι. Δέν βρίσκεται πίσω μας, αλλά στέκεται μπρός μας. Καθότι το μεγαλύτερο πράγμα, η αρχή, το ξεκίνημα, προηγήθηκε προκαταβολικώς πέραν όλου του μέλλοντος, και επομένως πέρα απο εμάς. Η αρχή διείσδυσε στο μέλλον μας, όπου μας προσφέρεται σαν μία μακρυνή ευκαιρία να κατακτήσουμε εκ νέου το μεγαλείο της".
Η "ουσιώδης γνώση" η οποία ταυτίζεται γι'αυτόν με την φιλοσοφία και παρά τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, στέκεται διακεκριμένη απο την επιστήμη, είχε βρεί εδώ το θεμέλιό της όχι τόσο στην πλευρά τής αναμνήσεως, όσο στον τρόπο με τον οποίο οι Έλληνες είχαν κατανοήσει την "δημιουργία", την παραγωγή! Ότι οι ιδέες έπρεπε να παραχθούν για να κατανοηθούν δέν σήμαινε καθόλου γι'αυτές ότι και αυτές όπως και οι αισθητές αντιλήψεις ήταν εξαρτημένες απο μία στροφή πρός..., δέν σήμαινε δηλαδή ότι η αιωνιότης των ιδεών προορίζετο καταγωγικώς σε ένα προκαθορισμένο πλαίσιο απέναντι στο οποίο έπρεπε να βρεθεί μία ακριβής αναπαράσταση η οποία θα ήταν στραμμένη πρός το πλαίσιο των ιδεών, πρός το ιδανικό.
Στα μαθήματα της χειμερινής περιόδου 1937/38 λέγεται: "διακρίνουμε εδώ μία αξεπέραστη διαφορά ανάμεσα στην φιλοσοφία σαν ουσιώδη γνώση και όλη την επιστήμη. Η επιστημονική γνώση δημιουργεί την απόσταση απο το αντικείμενο και το χρησιμοποιεί. Γι'αυτόν τον λόγο σ'αυτή, είναι στην συνέχεια απαραίτητη η τεχνικο-πρακτική απώθηση της απόστασης! Η ουσιώδης γνώση, όμως, δημιουργεί ακριβώς την σχέση και την αναλογία με το Είναι και οι πρακτικές χρήσεις έρχονται αργότερα στην συνέχεια και μένουν κατώτερες απο το επίπεδο της!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου