Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2017

Η ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ (2)

Συνέχεια απο : Κυριακή 21 Ιουλίου 2013 

Για να κατανοήσουμε πληρέστερα την Δυτική Θεολογία του χρίσματος

VINCENZO CAPORALE. 
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ. 

Για να τοποθετήσουμε και να κατανοήσουμε καλύτερα τις τάσεις της συγχρόνου Χριστολογίας θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε δύο ρεύματα σκέψης, ένα που ανεπτύχθη στους κόλπους της καθολικής Θεολογίας και ένα άλλο στο εσωτερικό της προτεσταντικής Θεολογίας.

Μπορούμε να πούμε πώς η γέννηση της νέας Χριστολογίας φέρει το σημείο μίας διπλής αντίδρασης: από το ένα μέρος αντίδραση εναντίον τής μεθόδου τής φιλελεύθερης προτεσταντικής κριτικής και από το άλλο αντίδραση ενάντια στην απαγωγική μέθοδο της καθολικής Θεολογίας. 


Η ΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ. 

Η φιλελεύθερη σχολή είχε την απαίτηση να οικοδομήσει την Χριστολογία με ιστορικο-θετικιστική μέθοδο, αφήνοντας κατά μέρος την υπερβατικότητα τής πίστεως. Η εικόνα του Χριστού που προέκυψε από τον φιλελευθερισμό ήταν μία επιστημονική αφαίρεση, αντικειμενική και ουδέτερη, πάνω στην οποία -γινόταν η σκέψη- μπορούσε με σιγουριά να ακουμπήσει η πίστη. Στην πραγματικότητα ήταν ανίκανη να προτείνει τον αυθεντικό Χριστό της σωτηρίας. 

Στις αρχές όμως του αιώνος μας μία μεταστροφή των ερευνών ρίχνει νέο φώς στην Χριστολογική προβληματική. Ο Martin Kahler, ο Julius Wellhausen, o Albert Schweitzer φτάνουν στο συμπέρασμα πώς δεν υπάρχει η παραμικρή ελπίδα να επανασυσταθεί η Χριστολογία στην βάση της ιστορικής μεθόδου, διότι τα Ευαγγέλια δεν είναι ιστορικές μαρτυρίες για τον Ιησού, αλλά μόνον μαρτυρίες της πρώτης Εκκλησίας. Ενώ ο αυθεντικός Χριστός είναι εκείνος του κηρύγματος, τον οποίο μπορούμε να συναντήσουμε και εμείς σήμερα στο κήρυγμα. Η φιλελεύθερη θεολογία παίρνει την χαριστική βολή από τον Karl Barth ο οποίος στα 1919 δημοσιεύει το κείμενό του «Επιστολή προς Ρωμαίους». Σε κάθε ιστορική έρευνα πάνω στον Ιησού, παρουσιαζόμενο σαν ένα ηθικό και θρησκευτικό ιδεώδες στην ανθρωπότητα, αντιθέτει την απόλυτη υπερβατικότητα του λόγου τού Θεού και της πίστεως. Μόνον ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, μέσω της Γραφής και το κήρυγμα τής Εκκλησίας, συμβουλεύει τον άνθρωπο. Η πίστη δεν μπορεί να θεμελιωθεί στην ανθρώπινη ιστορική έρευνα. 

Ο R. Bultmann μεταλλάσσει από τον Μπάρθ την διαλεκτική τού λόγου και της απαντήσεως και προσπαθεί να την εκφράσει μέσα στις υπαρξιακές κατηγορίες της φιλοσοφίας του Χάϊντεγκερ, απομακρυνόμενος από τόν Μπάρθ. Ο Χάιντεγκερ στην υπαρξιακή του φιλοσοφία αναλύει την ίδια την δομή του ανθρώπινου Είναι: Ο άνθρωπος είναι το όν που έχει την δύναμη να αυτοκαθορισθεί «αποφασίζοντας» ελεύθερα να συλλάβει την ύπαρξή του, μ’έναν τρόπο ή με κάποιον άλλο, απέναντι στον θάνατο. 

Η ουσία του ανθρώπου λοιπόν συνίσταται στην απόφαση : «η αξία τού ανθρώπου για τον Ιησού δεν καθορίζεται από οποιαδήποτε ανθρώπινη ποιότητα ή από την ικανότητα της ψυχικής του ζωής, αλλά αποκλειστικά από τον τρόπο της αποφάσεώς του, δηλαδή πώς αποφασίζει να είναι η ύπαρξή του, εδώ και τώρα. Ο Ιησούς βλέπει λοιπόν τον άνθρωπο σαν κάποιον που βρίσκεται εδώ και τώρα, στην απόφασί του, με την δυνατότητα δηλ. να καθοριστεί μέσω της ελεύθερης πράξης του. Μόνον αυτό που πραγματοποιεί ο άνθρωπος τώρα τού δίνει την αξία του. Και αυτή η κατάσταση της αποφάσεως προκύπτει για τον άνθρωπο από το γεγονός πώς το μελλοντικό βασίλειο του Θεού πέφτει πάνω του και τον σφραγίζει» (Μπούλτμαν, ο Ιησούς). 

Το κήρυγμα λοιπόν διαπερνά τον άνθρωπο προτείνοντας του μία καινούργια δυνατότητα να συλλάβει την ύπαρξί του μπρός στον Θεό, να αποφασίσει με την πίστη γι’αυτή την νέα ύπαρξη εν Κυρίω, δηλαδή να αναγνωρίσει πώς η σωτηρία μάς προσφέρεται από τον Θεό στον Ιησού Χριστό, και πιο συγκεκριμένα στον θάνατό του, και στην ανάστασή του, σαν το νόημα του θανάτου! 

Τοιουτοτρόπως ο άνθρωπος εισέρχεται στην αυθεντική ύπαρξη. Επομένως όλα όσα μπορούμε να γνωρίσουμε από την άποψη της ιστορίας και της βιογραφίας σχετικά με τον Ιησού, έχει πολύ μικρή ή καμμία σπουδαιότητα για την πίστη μας, μπορούν να είναι μόνον μία χρήσιμη ευκαιρία να κατανοήσουμε την νέα ύπαρξη που είναι η πίστη. Δηλαδή η Χριστολογία λύνεται και χάνεται σ’αυτή την νέα «κατανόηση της υπάρξεως».

Με τον Μπούλτμαν καταρρέει το ιδεώδες της δυνατότητος μίας καθαρά αντικειμενικής ανάγνωσης της Γραφής και παίρνει την θέση του η ανθρώπινη υποκειμενικότης. Η προσοχή μετατίθεται πλέον στην αποκάλυψη, στην ενέργεια του Θεού στον Χριστό, και στην σφραγίδα που εντυπώνει πάνω στην ύπαρξη του ανθρώπου [ας προσέξουμε ότι το σφράγισμα του Αντιχρίστου που έρχεται, ριζώνει στο χρίσμα που υποτίθεται δέχθηκε ο Χριστός στην Βάπτισή του. Στο γεγονός δηλαδή ότι δεν αποκάλυψε η Αγία Τριάδα πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο αναμενόμενος από τον Εβραϊκό λαό Μεσσίας, αλλά του έδωσε το Άγιο Πνεύμα ίσως ολόκληρο εκείνη την στιγμή το οποίο τον ανέστησε στην συνέχεια. Με τον υπαρξισμό του Χάϊντεγκερ, του Ζηζιούλα και του Γιανναρά και την μεταφορά τών πάντων στο ΕΔΩ και ΤΩΡΑ, το σφράγισμα του Αντιχρίστου που θα βοηθήσει την επιβίωση μας ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, είναι η πρόοδος του χρίσματος. Το Dasein ολοκληρώνει την ταυτότητα του με το σφράγισμα].

Δεν πρόκειται για μία μετάδοση μίας διδασκαλίας, για την αναμετάδοση γεγονότων, αλλά για την εννοιολόγηση της ανθρώπινης καταστάσεως, της δυνατότητος και της πραγματικότητος τής βιωμένης του υπάρξεως….Όταν Εγώ ανακρίνω ένα κείμενο, είμαι εγώ ο ίδιος που ανακρίνομαι. Όλα μειώνονται σ’αυτό που σημαίνει ο Χριστός για τον άνθρωπο, στην συνείδησή που αποκτά ο άνθρωπος του εαυτού του, μπροστά στον Θεό εν Κυρίω, στην αυτογνωσία τού ανθρώπου σαν υπάρξεως τής πίστεως στον Χριστό. 

Αυτή όμως είναι μία συζήτηση μεθόδου, η οποία δεν αφορά μόνον την Χριστολογία αλλά καλύπτει ολόκληρη την Θεολογία (και την Καθολική επίσης), καθότι αναδεικνύει το ξεπέρασμα τής φιλελεύθερης μεθόδου ερμηνείας. Επιθυμούμε να πάμε πέραν της απλής φιλολογίας, του άγονου επιστημονισμού του ακαδημαϊκού Θετικισμού. Εκείνο που θέλουμε είναι μία δογματική εξήγηση, θεολογική, σοβαρή και εν τέλει Χριστοκεντρική.

Ανεξαρτήτως της σφοδρής κριτικής που δέχθηκαν οι θέσεις του Μπούλτμαν, η ουσία της έρευνάς του σημαδεύει ένα σημείο της Χριστολογίας από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή. 

Συνεχίζεται 

ΣΧΟΛΙΟ: Αυτή η απόφαση, διά τού Χάιντεγκερ, πήρε τήν θέση τής πρόθεσης τού Χούσσερλ.
Καί οι δύο κατηγορίες απέχουν από τήν προαίρεση τής ορθοδοξίας καί θά τό δούμε σύντομα. 
Η Γραφή, τό γράμμα, παίρνει τήν θέση τού θεού τού ζώντος διατηρώντας τήν ίδια σωτηριολογική αξία.[ έγνω τόν θεόν καθώς καί εγνώσθην.] Τό ενδιαφέρον όμως είναι ότι τήν σωτηριώδη απόφαση βάσει τού γράμματος τών κανόνων επικαλούνται καί οι Αποτειχισμένοι. Χωρίς νά γνωρίζουν ότι κατάγεται από τόν Χάιντεγκερ καί κυριαρχεί ήδη στόν οικουμενισμό τής Ακαδημίας τού Βόλου μέσω τού Μπούλτμαν;

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: