Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος - Λαμβάνουν όλοι το Αγ. Πνεύμα;

Αγ. Συμεών ο Νέος Θεολόγος

Α’ – Λαμβάνουν όλοι το Αγ. Πνεύμα;

Και να μην πει κανείς: “Εγώ έχω λάβει το Χριστό με το άγιο βάπτισμα”, αλλά ας μάθει ότι δεν λαμβάνουν το Χριστό με το βάπτισμα όλοι όσοι βαπτίζονται. Λαμβάνουν μόνοι αυτοί που είναι είτε βεβαιόπιστοι και έχουν γνώση τέλεια είτε αυτοί που τακτοποίησαν τον εαυτό τους, καθαρίζοντας τον από πριν και έτσι βαπτίζονται. Και τούτο το γνωρίζει αυτός που ερευνά τις Γραφές, από τους αποστολικούς λόγους και πράξεις. Γιατί έχει γραφεί: “ Όταν άκουσαν οι απόστολοι που βρίσκονταν στα Ιεροσόλυμα, ότι η Σαμάρεια έχει δεχτεί το λόγο του Θεού, έστειλαν σε αυτούς τον Πέτρο και τον Ιωάννη, οι οποίοι αφού κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα, προσεύχονταν να λάβουν το Άγιο Πνεύμα οι Σαμαρείτες. Και δεν είχε λάβει ακόμη κανένας το Άγιο Πνεύμα, υπήρχαν δε, μόνο βαπτισμένοι στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Τότε έβαζαν τα χέρια τους επάνω τους, και ελάμβαναν το Άγιο Πνεύμα”.

Είδες πως δεν λαμβάνουν το Άγιο Πνεύμα, αμέσως όλοι όσοι βαπτίζονται; Έμαθες από τους Αποστόλους, πως κάποιοι που αν και πίστεψαν και βαπτίστηκαν, δεν ‘ντύθηκαν’ το Χριστό, με το βάπτισμα; Γιατί, εάν αυτό είχε γίνει (να ‘ντυθούν’ το Χριστό), δεν θα προσεύχονταν μετά και θα έβαζαν τα χέρια τους οι Απόστολοι σε αυτούς. Λαμβάνοντας το Άγιο Πνεύμα, τον Κύριο Ιησού ελάμβαναν. Γιατί, δεν είναι άλλο ο Χριστός και άλλο το Άγιο Πνεύμα. Και ποιος το λέει αυτό; Ο ίδιος ο Θεός Λόγος, μιλώντας στην Σαμαρείτιδα: 
Είναι Πνεύμα ο Θεός”. Εάν λοιπόν ο Χριστός είναι Θεός, είναι Πνεύμα κατά τη φύση της θεότητας, και αυτός που έχει το Χριστό, Άγιο Πνεύμα έχει. Αυτός δε που έχει το Άγιο Πνεύμα, τον ίδιο πάλι τον Κύριο έχει, καθώς λέει και ο Παύλος: Το δε Πνεύμα, ο Κύριος είναι”…

Πηγή: Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, “Βίβλος των Ηθικών”, Λόγος Ι΄

Β’ – Περι αυτών που νομίζουν πως έχουν το Άγιο Πνεύμα

Να και πάλιν εγώ απευθύνομαι προς αυτούς που λέγουν ότι έχουν Πνεύμα Άγιον, δίχως να το γνωρίζουν, και νομίζουν ότι το απέκτησαν με το Θείον Βάπτισμα μέσα τους. Νομίζουν ότι έχουν τον θησαυρόν (Β’ Κορ. 4, 7), αλλά όμως καταλαβαίνουν ότι ο εαυτός τους είναι εντελώς άδειος από αυτόν. Προς εκείνους που ομολογούν ότι εις το άγιον Βάπτισμα δεν αισθάνθηκαν τελείως τίποτε, αλλά πιστεύουν ότι από τότε η δωρεά του Θεού κατοίκησε μέσα τους και μέχρι τώρα υπάρχει μέσα εις την ψυχήν τους, δίχως να την καταλαβαίνουν και να την αισθάνωνται. Και όχι μόνον προς αυτούς (απευθύνομαι) αλλά και προς εκείνους που λέγουν ότι δεν έλαβαν ποτέ καμμίαν αίσθησι της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος δια της θεωρίας και αποκαλύψεως, αλλά μόνον με την πίστι και τον λογισμό. Και δεν εδέχθησαν την Χάρι δια της εμπειρίας αλλά την κρατούν μέσα τους με την ακρόασι των θείων λόγων.

Θα παραθέσω, λοιπόν, όσα λέγουν, και άκουσε τι ισχυρίζονται αυτοί οι δήθεν σοφοί και επιστήμονες (Δευτ. 1, 13. Πρβλ. Ησ. 5, 21) κατά την γνώμη τους: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, λέγει ο Παύλος, Χριστόν ενεδύσασθε» (Γαλ. 3, 27). Τι λοιπόν; Δεν είμεθα κι εμείς βαπτισμένοι; Εάν βαπτισθήκαμε, είναι φανερόν, όπως λέγει ο Απόστολος, ότι έχομεν ενδυθή τον Χριστόν. Αυτός είναι ο πρώτος ισχυρισμός τους και η απόδειξίς του, δια του αγιογραφικού χωρίου.

Τι θα μπορούσαμε να απαντήσωμε, όχι εμείς, αλλά το Άγιον Πνεύμα, προς αυτούς; Αυτό το ένδυμα, τι λέτε ότι είναι, άνθρωποι, ο Χριστός; Ναι, λέγουν. Ο Χριστός δηλαδή είναι κάτι -δια να ομιλήσω κι εγώ σαν άφρων προς ανόητους- ή δεν είναι; Είναι κάτι, βεβαίως θα πουν, εάν δεν έχουν χάσει τελείως τα λογικά τους. Εάν, όμως, ομολογείτε ότι είναι κάτι, πέστε τι είναι. Δια να διδάξετε πρώτα τους εαυτούς σας να μην ομιλούν σαν άπιστοι, αλλά σαν πιστοί. Τι άλλο, βεβαίως, είναι ο Χριστός αν όχι Θεός αληθινός, ο οποίος έγινε αληθινά τέλειος άνθρωπος; Αφού το παραδέχεσθε, αυτό, πέστε μας και για ποιον λόγον έγινε ο Θεός άνθρωπος; Οπωσδήποτε, σύμφωνα με την διδασκαλία των Θείων Γραφών και τα ίδια τα γεγονότα που συνέβησαν και συμβαίνουν συνεχώς -ακόμη κι αν εσείς τα αγνοείτε μη θέλοντας να τα ακούσετε- για να κάνη τον άνθρωπον Θεόν (Ιω. 1, 12. Γαλ. 4, 5). Και με ποιον τρόπον κατεργάζεται την θέωσι του ανθρώπου; Δια της σαρκός ή δια της Θεότητός Του; Βεβαίως δια της Θεότητος. «Η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν. το πνεύμα εστιν το ζωοποιούν» (Ιω. 6, 63). Εάν, λοιπόν, δια της Θεότητός Του εθέωσε πρώτα την σάρκα την οποία προσέλαβε, και εμάς όλους μας ζωοποιεί όχι με την φθαρτή σάρκα, αλλά με την θεωθείσα σάρκα Του. Ώστε ποτέ και με κανένα τρόπο να μην τον θεωρήσωμε άνθρωπο αλλά να Τον ομολογήσωμε ένα Θεόν τέλειον με δύο φύσεις -διότι ένας είναι ο Θεός- επειδή το φθαρτόν κατεπόθη υπό της αφθαρσίας (Α’ Κορ. 15, 54), και το σώμα δεν αφανίσθηκε από το ασώματον, αλλά το σώμα ηλλοιώθη τελείως και μένει ασύγχυτον, αρρήτως αναμεμιγμένο και ενωμένο με την Τριαδική Θεότητα, δια μίξεως αμίκτου, ώστε να προσκυνείται ένας Θεός σε τρία Πρόσωπα, τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα. Και καμμία προσθήκη να μη γίνη εις τον αριθμό των Προσώπων, λόγω της ενανθρωπήσεως, ούτε να υποστή καμμίαν μεταβολήν η Αγία Τριάς εκ του ανθρωπίνου σώματος.

Δια ποιον λόγον τα λέγω αυτά; Δια να γνωρίσης εκ των προτέρων αυτά που ωμολόγησες, όταν σε ρώτησα. Να μη παρεκκλίνης εξ αγνοίας από την ευθείαν οδόν των νοημάτων και εμάς να κουράσης και εις την ψυχήν σου να προσθέσης περισσότερον κρίμα.

Πάλιν, όμως, θα σου υπενθυμίσω με συντομία όσα είπαμε, δια να γίνουν κατανοητά και αυτά που θα πω παρακάτω. Είναι, λοιπόν, ο Χριστός. Τι είναι όμως; Θεός αληθινός, ο οποίος έγινε και τέλειος άνθρωπος, αληθινά. Και έγινε άνθρωπος -που δεν ήτο πριν- δια να κάνη Θεόν τον άνθρωπον - που ποτέ προηγουμένως δεν είχε γίνει. Και μας εθέωσε και θα μας θεοποιεί όχι μόνον δια της σαρκός Του. Διότι αυτή δεν χωρίζεται. Πρόσεχε τώρα και απάντησέ μου με σύνεσι καθώς θα σε ρωτώ (Σοφ. Σειράχ 5, 12). Εάν οι βαπτισμένοι ενδύονται τον Χριστόν (Γαλ. 3, 27), τι είναι αυτό που ενδύονται; Ο Θεός. Και αυτός που εφόρεσε τον Θεόν δεν καταλαβαίνει νοερώς και δεν βλέπει τι εφόρεσε; Αυτός που είναι γυμνός και ενδύεται καταλαβαίνει το ένδυμα και το βλέπει. Και αυτός που είναι γυμνός εις την ψυχήν, όταν ενδύεται τον Θεόν δεν τον καταλαβαίνει; Εάν δεν αισθάνεται ο ενδυόμενος τον Θεόν, τι τέλος πάντων εφόρεσε; Λοιπόν, για σένα ο Θεός δεν είναι παρά ένα τίποτε! Διότι αν ήτο κάτι, αυτοί που θα τον εφορούσαν, θα Τον καταλάβαιναν. Διότι, όταν δεν ενδυόμεθα τίποτε, δεν καταλαβαίνομε τίποτε. Ενώ, όταν ενδυόμεθα κάτι εμείς οι ίδιοι, ή κάποιοι άλλοι μας ενδύουν, το καταλαβαίνομε πολύ καλά, εάν βέβαια οι αισθήσεις μας λειτουργούν σωστά. Διότι μόνον οι νεκροί δεν καταλαβαίνουν όταν τους ενδύουν και φοβούμαι μήπως και αυτοί που τα ισχυρίζονται αυτά είναι πράγματι νεκροί και γυμνοί. Και έτσι απαντήθηκε το ζητούμενο.

Πηγή: ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΣΥΜΕΩΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, ΛΟΓΟΣ ΗΘΙΚΟΣ E’ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1999

Ερμηνεία εις την θείαν λειτουργίαν
Του σοφωτάτου Νικολάου Καβάσιλα του και Χαμαετού


Συνέχεια από Τετάρτη, 18 Αυγούστου 2010

Κεφάλαιο 27
Περί του αγιασμού των δώρων και της ευχαριστίας που προηγείται


Αφού δε οι πιστοί αποκτήσουν τέτοιες κάλλιστες και ιερότατες διαθέσεις, τί απομένει παρά να στραφούν στην ευχαριστία του Θεού, του χορηγού όλων των αγαθών; Άλλωστε ο ιερεύς, μιμούμενος τον πρώτο Ιερέα (τον Χριστό) ο οποίος ευχαρίστησε τον Θεό και Πατέρα προτού παραδώσει το μυστήριο της κοινωνίας, πριν από την τελεστική ευχή με την οποία ιερουργεί τα άγια, κάνει την έξης ευχαριστία προς τον Θεό και Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: «Ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω»• και αφού όλοι συγκατατεθούν και αναφωνήσουν «Άξιον και δίκαιον», ο ιερεύς προσφέρει ο ίδιος την ευχαριστία στον Θεό• και αφού τον δοξολογήσει και τον υμνήσει μαζί με τους Αγγέλους και τον ευγνωμονήσει για όλα τα αγαθά που μας έδωσε από την αρχή της δημιουργίας, και αφού τέλος κάνει λόγο και για την άρρητη και υπέρλογη Οικονομία του Σωτήρα για χάρη μας, κατόπιν ιερουργεί τα τίμια δώρα και τελείται όλη η θυσία. Και με ποιόν τρόπο; Διηγείται το φρικτό εκείνο δείπνο, και πως (ο Χριστός) το παρέδωσε πριν από το πάθος στους αγίους Του μαθητές, και πως πήρε στα χέρια Του το ποτήριο και πως έλαβε άρτο και αφού ευχαρίστησε τα αγίασε, και τί είπε για να εκφράσει το μυστήριο. Και αφού πει (ο ιερεύς) τα λόγια αυτά, γονατίζει και εύχεται και ικετεύει, τα θεία εκείνα λόγια του μονογενούς Υιού Του και Σωτήρα μας να τα εφαρμόσει (ο Θεός) και στα προκείμενα δώρα και αυτά δεχόμενα το πανάγιο και παντοδύναμο Πνεύμα Του, να μεταβληθούν, ο μεν άρτος σ' αυτό το ίδιο το τίμιο και άγιο σώμα Του, ο δε οίνος σ' αυτό το άχραντο και άγιο αίμα Του.

Όταν αυτές οι ευχές και τα λόγια ειπωθούν, όλη η θεία ιερουργία «ήνυσται και τετέλεσται», έχει επιτευχθεί και τελειωθεί. Τα δώρα έχουν αγιασθεί, η θυσία έχει ολοκληρωθεί και το μεγάλο θύμα και ιερό σφάγιο που εσφάγη για χάρη του κόσμου βρίσκεται εμπρός στα μάτια μας επάνω στην αγία τράπεζα. Διότι ο άρτος δεν είναι πλέον τύπος του σώματος του Κυρίου, ούτε δώρο που φέρει την εικόνα του αληθινού Δώρου, ούτε αναπαράσταση των σωτηρίων παθών σαν σε πίνακα, άλλα είναι αυτό το ίδιο το αληθινό Δώρο. Είναι το ίδιο το πανάγιο σώμα του Κυρίου, το οποίο δέχθηκε αληθινά όλες εκείνες τις προσβολές, τις ύβρεις και τις πληγές, το οποίο σταυρώθηκε και εσφάγη και έδωσε ενώπιον του Ποντίου Πιλάτου την καλή ομολογία, το οποίο ραπίσθηκε, μαστιγώθηκε, υπέφερε εμπτυσμούς, γεύθηκε χολή. Ομοίως και ο οίνος είναι το ίδιο το αίμα που ξεπήδησε όταν εσφάζετο το σώμα.
Τούτο είναι το σώμα, τούτο είναι το αίμα, που έλαβε τη σύσταση από το Άγιο Πνεύμα και γεννήθηκε από την μακαρία Παρθένο, που ετάφηκε, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανήλθε στους ουρανούς και εκάθησε στα δεξιά του Πατρός.

Κεφάλαιο 28
Από που προέρχεται η βεβαιότητα της πίστης μας στο μυστήριο


1. Σε τί συνίσταται η πίστη μας σ' αυτό το μυστήριο;
2. Ο Κύριος είπε: «Τούτο είναι το σώμα μου», «Τούτο το αίμα μου». Αυτός παρήγγειλε στους Αποστόλους και δι’ αυτών σε όλη την Εκκλησία να πράττουν αυτό. «Τούτο να ποιείτε, είπε, σε ανάμνηση μου» και δεν θα παρήγγελλε ο Κύριος να το πράττουν αυτό, αν δεν είχε σκοπό να δώσει σ' αυτούς τη δύναμιν να μπορούν να το πράττουν. Και ποια είναι αυτή η δύναμις; Το Άγιο Πνεύμα, η δύναμις από τον ουρανό η οποία όπλισε τους Αποστόλους, όπως τους είπε ο Κύριος: «Εσείς καθίστε στην πόλη Ιερουσαλήμ, έως ότου να ενδυθείτε δύναμιν από τον ουρανό». Αυτό είναι το έργο εκείνης της καθόδου του Αγίου Πνεύματος. Διότι Αυτό δεν κατέβηκε μία φορά μόνο τότε και μετά μας εγκατέλειψε, αλλά είναι και θα είναι μαζί μας για πάντα. Γι' αυτό το έστειλε ο Σωτήρας, για να μένει μαζί μας αιωνίως. «Το Πνεύμα της αληθείας, το οποίο ο κόσμος δεν μπορεί να λάβει, διότι δεν το θεωρεί, ούτε το γνωρίζει• εσείς όμως το γνωρίζετε, διότι μένει μαζί σας και θα είναι μαζί σας». Αυτό το Άγιο Πνεύμα με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων τελεσιουργεί (καθαγιάζει) τα μυστήρια.
3.
Και όχι μόνο το Άγιο Πνεύμα έστειλε σ' εμάς ο Κύριος για να μένει μαζί μας, αλλά και Αυτός ο ίδιος υποσχέθηκε να μένει μαζί μας έως τη συντέλεια του αιώνος. Άλλα ο μεν Παράκλητος είναι παρών αοράτως, διότι δεν φόρεσε σώμα• ο δε Κύριος και βλέπεται και ανέχεται να αγγίζεται δια των φρικτών και ιερών μυστηρίων, διότι δέχθηκε την ανθρώπινη φύση και την φορεί αιωνίως.
4. Αυτή είναι η δύναμις της ιερωσύνης. Αυτός είναι ο Ιερεύς. Διότι δεν πρόσφερε και δεν θυσίασε μια φορά τον εαυτό Του κι έπειτα έπαυσε την ιερωσύνη, αλλά εξασκεί πάντοτε για χάρη μας αυτή τη λειτουργία, και παρίσταται έτσι παράκλητος (συνήγορος) για μας προς τον Θεό αιωνίως. Γι' αυτό και του έχει ειπωθεί: «Συ ιερεύς εις τον αιώνα».
5. Γι' αυτό δεν υπάρχει στους πιστούς καμιά αμφιβολία για τον αγιασμό των δώρων, ούτε για τις άλλες τελετές, ότι ολοκληρώνονται σύμφωνα με την πρόθεση και τις προσευχές των ιερέων.
Αρκετά είναι αυτά για το θέμα αυτό.
Κεφάλαιο 31
Για ποιο λόγο ο ιερεύς στον αγιασμό των δώρων δεν καλεί τον Υιό, αλλά τον Πατέρα;


1. Άλλα γιατί ο ιερεύς δεν καλεί τον Υιό να αγιάσει τα δώρα, που είναι και Ιερεύς και αγιαστής, όπως είπαμε, αλλά καλεί τον Πατέρα;
2. Για να μάθουμε ότι τη δύναμη του αγιασμού ο Σωτήρας την κατέχει όχι ως άνθρωπος, αλλά ως Θεός και λόγω της θείας δυνάμεως την οποία έχει κοινή με τον Πατέρα.
3. Αυτό θέλοντας να δηλώσει και ο ίδιος ο Κύριος, όταν τελούσε το μυστήριο έβλεπε στον ουρανό και παρουσίαζε τον άρτο στον Πατέρα. Για τον ίδιο λόγο τον βλέπουμε και μερικά θαύματα να τα κάνει με το ίδιο σχήμα της ευχής προς τον Θεό, για να δείξει ότι δεν ήταν έργα της ανθρώπινης φύσεως, κατά την οποία είχε Μητέρα επάνω στη γη, αλλά έργα της θεότητάς Του, κατά την οποία είχε Πατέρα τον Θεό. Και όταν έμελλε να ανεβεί στο σταυρό, θέλοντας να δείξει τις δύο θελήσεις Του, την θεία και την ανθρώπινη, τη μεν θέληση της θεότητας Του την αναθέτει στον Πατέρα, τη δε θέληση της ανθρώπινης φύσεώς Του την έλεγε δική Του. «Όχι όπως εγώ θέλω, λέγει, άλλα όπως θέλεις Εσύ», και «Ας μη γίνει το θέλημά μου, αλλά το δικό Σου». Ότι και Αυτός (ο Κύριος) είχε την ίδια αυτή θέληση που απέδιδε στον Πατέρα, φαίνεται από τα ίδια τα λόγια, με τα οποία μοιάζει να ξεχωρίζει τη θέλησή Του από τη θέληση του Πατρός. Διότι το «Ας μη γίνει το θέλημά μου, άλλα το δικό Σου» δείχνει ότι συγκατατίθεται και θέλει το ίδιο. Φαίνεται επίσης από το ότι επέπληττε τον Πέτρο που του ευχόταν να αποφύγει το σταυρό και το θάνατο, και ακόμη από εκείνα που έλεγε• «Πολύ επεθύμησα να φάγω μαζί σας αυτό το πάσχα πριν από το πάθος μου». Επεθύμησα, λέγει, το πάσχα πριν από το πάθος• σαν να έλεγε, πολύ επεθύμησα να ιδώ τα ίδια τα πρόθυρα του πάθους.
Αρκετά και γι’ αυτό το θέμα.
Κεφάλαιο 32
Περί της θυσίας αυτής, και τί είναι το δεχόμενο τη θυσία


1. Για την ίδια τη θυσία τώρα αξίζει να εξεταστεί το εξής.
2. Επειδή δεν είναι τύπος θυσίας, ούτε εικόνα αίματος, αλλά είναι αληθώς σφαγή και θυσία, ας εξετάσουμε ποιο είναι το θυσιαζόμενο, ο άρτος ή το σώμα του Κυρίου; Δηλαδή πότε θυσιάζονται τα δώρα, πριν αγιασθούν ή μετά τον αγιασμό;
3. Και αν μεν εκείνο το θυσιαζόμενο είναι ο άρτος, τί μπορεί να είναι η θυσία άρτου; Έπειτα, το μυστήριο δεν είναι να δούμε να σφάζεται άρτος, αλλά ο Αμνός του Θεού, ο οποίος με τη σφαγή Του αίρει την αμαρτία του κόσμου.
4. Αν πάλι θυσιάζεται αυτό το σώμα του Κυρίου, το πράγμα δεν είναι καν δυνατόν, διότι δεν μπορεί πλέον να σφαγεί ή να πληγωθεί, αφού είναι ήδη άφθαρτο και αθάνατο. Αλλά και να ήταν δυνατόν να υποστεί κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να προσέλθουν και οι σταυρωτές Του και όλα όσα έλαβαν μέρος σ' εκείνη τη θυσία, αν βέβαια πρόκειται όχι για τύπο σφαγής, αλλά για αληθινή σφαγή.
5. Τότε όμως πώς ο Χριστός πέθανε μόνο μια φορά και αφού αναστήθηκε «δεν πεθαίνει ποτέ πια», και «έπαθε μία φορά για πάντα ως τη συντέλεια του αιώνος», και «μία φορά προσφέρθηκε θυσία για να σηκώσει τις αμαρτίες όλων»;
6. Διότι, αν θυσιάζεται ο ίδιος σε κάθε λειτουργία, πεθαίνει κάθε μέρα.
7. Τί λοιπόν θα απαντήσουμε σ' αυτά;
8. Η θυσία δεν τελείται, ούτε πριν αγιασθεί ο άρτος, ούτε μετά που θα αγιασθεί, αλλά την ίδια τη στιγμή του αγιασμού. Έτσι ισχύουν αναγκαστικά όλοι οι λόγοι που πιστεύουμε γι' αυτήν και κανένας από αυτούς δεν ακυρώνεται.
9. Ποιους λόγους εννοώ;
10. Το ότι η θυσία αυτή δεν είναι εικόνα και τύπος θυσίας, αλλά θυσία αληθινή, το ότι δεν είναι άρτος το θυσιαζόμενο, αλλά το ίδιο το σώμα του Χριστού, και επιπλέον το ότι μία είναι η θυσία του Αμνού του Θεού, η οποία έγινε μια μόνο φορά.
11. Και πρώτα ας δούμε αν η τελετή είναι πραγματική θυσία και όχι τύπος.
12. Τί είναι η θυσία του προβάτου; Είναι η μεταβολή του μη σφαγμένου προβάτου σε σφαγμένο. Το ίδιο γίνεται κι εδώ. Ο άρτος, από αθυσίαστος, μεταβάλλεται σε θυσιασμένο. Μεταβάλλεται από μη σφαγμένο άρτο στο ίδιο το σώμα του Κυρίου, που εσφάγη αληθινά. Όπως λοιπόν για το πρόβατο η μεταβολή πραγματοποιεί τη θυσία, έτσι κι εδώ με τη μεταβολή αυτή το τελούμενο είναι αληθινή θυσία. Διότι μεταβάλλεται όχι σε τύπο, αλλά σε πραγματικό σφάγιο, σ' αυτό το θυσιασμένο σώμα του Κυρίου.
13. Αλλά αν μεν ο άρτος θυσιαζόταν παραμένοντας άρτος, τότε ο άρτος θα ήταν εκείνος που δέχθηκε τη σφαγή, και τότε η σφαγή θα ήταν θυσία άρτου.
14. Επειδή δε και τα δύο μεταβλήθηκαν, και το αθυσίαστο και ο άρτος, και από αθυσίαστος έγινε θυσιασμένος, αντί δε άρτος έγινε σώμα Χριστού, γι' αυτό η σφαγή εκείνη έγινε όχι στον άρτο, αλλά στο σώμα του Χριστού, του οποίου τη θέση κατείχε ο άρτος• θυσία λοιπόν όχι του άρτου, αλλά του Αμνού του Θεού και είναι και λέγεται.
15. Είναι φανερό ότι με τέτοιες προϋποθέσεις τίποτε δεν αναγκάζει να γίνονται πολλές οι προσφορές του σώματος του Κυρίου. Εφόσον η θυσία αυτή γίνεται χωρίς να σφάζεται τότε ο Αμνός, αλλά με τη μεταβολή του άρτου στο σφαγμένο Αμνό, είναι φανερό ότι η μεν μεταβολή γίνεται, η δε σφαγή δεν γίνεται τότε, γι' αυτό εκείνα πού μεταβάλλονται (ο άρτος και ο οίνος) είναι πολλά και η μεταβολή πραγματοποιείται πολλές φορές• εκείνο όμως στο οποίο μεταβάλλονται, τίποτε δεν εμποδίζει να είναι ένα και το αυτό, και όπως το σώμα είναι ένα, έτσι και η σφαγή είναι μία.
Αυτά και γι' αυτό το θέμα.

Κεφάλαιο 33
Περί των ευχών μετά τη θυσία και ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο ο ιερεύς μνημονεύει τότε τους Αγίους και εξαιρέτως την Παναγία
1. Ο ιερεύς, αφού τελειωθεί η θυσία, βλέποντας εμπρός στα μάτια του το ενέχυρο της θείας φιλανθρωπίας, τον Αμνό του Θεού, και αφού ήδη έλαβε τον Μεσίτη και έχει μαζί του τον Παράκλητο, γνωστοποιεί τα αιτήματά του προς τον Θεό και προφέρει τη δέησή του με χρηστή πλέον και βέβαιη ελπίδα. Κι εκείνα για τα όποια έκανε τις δεήσεις στην Πρόθεση, κι εκείνα για τα οποία έκανε τις προπαρασκευαστικές ευχές και πρόσφερε τα δώρα και ικέτευε να γίνουν αυτά δεκτά, τώρα που (ο Θεός) δέχθηκε τα δώρα, εύχεται ο ιερεύς να πραγματοποιηθούν.
2. Ποια είναι αυτά;
3. Είναι κοινά και σε ζώντες και νεκρούς, να στείλει ο Θεός τη χάρη Του αντί των δώρων που του πρόσφεραν και τα εδέχθηκε. Και είναι ιδιαίτερα στους μεν νεκρούς η ανάπαυση των ψυχών τους και η κληρονομία της βασιλείας Του μαζί με τους αγίους που έφθασαν στην τελείωση, στους δε ζώντες το να μετάσχουν στην ιερή τράπεζα και να αγιασθούν, το να μην κοινωνήσει κανείς «εις κρίμα ή εις κατάκριμα», η άφεση των αμαρτιών, η ειρήνη, η ευφορία των καρπών της γης, η χορηγία των αναγκαίων και τέλος το να φανούν ενώπιον του Θεού άξιοι της βασιλείας Του.
4. Επειδή όμως αυτή η προσφορά της θυσίας δεν εκφράζει μόνο ικεσία, αλλά και ευχαριστία˙ γι' αυτό, όπως στα προοίμια της τελετής, όταν ο ιερεύς παραθέτει ως δώρα στον θεό τα προσφερόμενα, φανερώνει και την ευχαριστία και την ικεσία, έτσι και τώρα που θυσιάστηκαν και ετελειώθησαν τα δώρα, και ευχαριστεί δι’ αυτών τον Θεό και τον ικετεύει, και εκθέτει μεν τις αφορμές της ευχαριστίας και διατυπώνει δε τα θέματα της ικεσίας.
5. Ποιες είναι οι αφορμές της ευχαριστίας; Οι άγιοι, όπως έχει λεχθεί και προηγουμένως. Διότι δι’ αυτών (των αγίων) η Εκκλησία βρήκε το ζητούμενο και επέτυχε αυτό που εύχεται, τη βασιλεία των ουρανών.
6. Και ποια είναι τα θέματα της ικεσίας; Είναι οι άνθρωποι που δεν έφθασαν στην τελειότητα και έχουν ανάγκη της ευχής.

7. Και για μεν τους αγίους λέγει: «Έτι προσάγομέν Σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ των εν πίστει αναπαυσαμένων προπατόρων, πατέρων, πατριαρχών, αποστόλων, κηρύκων, προφητών, ευαγγελιστών, μαρτύρων, ομολογητών, εγκρατευτών και παντός πνεύματος εν πίστει τετελειωμένου, εξαιρέτως της παναγίας, αχράντου, υπερευλογημένης, ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας», και συνεχίζει να απαριθμεί το σύλλογο όλων των αγίων. Αυτοί είναι για την Εκκλησία οι αφορμές της ευχαριστίας προς τον Θεό. Γι' αυτούς προσφέρει τη λογική αυτή λατρεία ως ευχαριστία στον θεό. Και εξαιρέτως απ' όλους, για την μακαρία Μητέρα του Θεού, διότι αυτή είναι επέκεινα από κάθε αγιοσύνη. Γι' αυτό ο ιερεύς δεν ζητεί τίποτε γι' αυτούς, αλλά μάλλον αυτός έχει ανάγκη τη βοήθειά τους στις ευχές. Διότι, όπως έχει λεχθεί, κάνει γι' αυτούς την προσαγωγή των δώρων όχι ως ικεσία, αλλά ως ευχαριστία.
8. Έπειτα από αυτά εκφράζει και την ικεσία και αναφέρει εκείνους για τους οποίους ικετεύει, και εύχεται για όλους σωτηρία και ό,τι άλλο αγαθό είναι ταιριαστό και κατάλληλο στον καθένα· μεταξύ αυτών λέγει και τα εξής: «Έτι προσάγομέν Σοι την λογικήν ταύτην λατρείαν υπέρ της οικουμένης, υπέρ της αγίας καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας, υπέρ των εν σεμνή πολιτεία διαγόντων, υπέρ των πιστότατων και φιλοχρίστων βασιλέων ημών». Τέτοια εύχεται.
9. Έτσι ο μακάριος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, δείχνοντας ότι είναι διπλός ο χαρακτήρας της ιερής αυτής λατρείας, ευχαριστήριος και ικετευτικός, τοποθετεί χωριστά εκείνους για τους οποίους ευχαριστεί και χωριστά εκείνους για τους οποίους ικετεύει. Ο θείος όμως Βασίλειος αναμιγνύει την ικεσία με την ευχαριστία. Και αυτό το κάνει σε όλα τα μέρη της λειτουργίας, και όλες σχεδόν οι ευχές του έχουν αυτό το διπλό περιεχόμενο. Μνημονεύει δε και τους αγίους όπως και ο άγιος Ιωάννης, και μάλιστα στο ίδιο σημείο, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο. Διότι αφού ευχηθεί να αξιωθούν όλοι της κοινωνίας των μυστηρίων «μη εις κρίμα ή εις κατάκριμα», προσθέτει: «αλλ' ίνα εύρωμεν χάριν μετά πάντων των αγίων, των απ' αιώνος Σοι ευαρεστησάντων, προπατόρων, πατέρων, πατριαρχών και τα εξής», και κατόπιν, «εξαιρέτως της Παναγίας». Άλλα και αυτά τα λόγια περιέχουν μεν ικεσία, φανερώνουν όμως και ευχαριστία, διότι κηρύττουν τον Θεό ευεργέτη του γένους των ανθρώπων, καθώς μνημονεύουν εκείνους στους οποίους Αυτός έδωσε την τελείωση και την αγιότητα. Είναι σαν να λέγει: «Για να μας δώσεις τη χάρη πού έδωσες πρωτύτερα στους αγίους, για να μας αγιάσεις, όπως αγίασες ήδη άλλους ανθρώπους σαν εμάς».
10. Αυτά είναι αρκετά επάνω σε τούτο το θέμα.
Κεφάλαιο 34
Για εκείνα τα οποία εύχεται ο ιερεύς για τον εαυτό του και εκείνα για τα οποία παραγγέλλει στους πιστούς να εύχονται

1. Αφού ο ιερεύς ευχηθεί για όλους τα δέοντα, εύχεται και για τον εαυτό του, να αγιασθεί και ο ίδιος από τα δώρα.
2. Πώς να αγιασθεί; Να λάβει άφεση αμαρτιών. Διότι αυτό είναι κυρίως το έργο τούτων των δώρων. Και από που φαίνεται αυτό; Απ' όσα ο Κύριος είπε στους Αποστόλους, δείχνοντας σ' αυτούς τον άρτο, «Τούτο εστί το σώμα μου το υπέρ υμών κλώμενον εις άφεσιν αμαρτιών»˙ ομοίως και για το ποτήριο.
3. «Μνήσθητι, Κύριε, λέγει, και της εμής αναξιότητος και συγχώρησόν μοι παν πλημμέλημα εκούσιον τε και ακούσιον, και μη δια τας εμάς αμαρτίας κωλύσης την χάριν του παναγίου Σου Πνεύματος από των προκειμένων δώρων».
4. Άφεση αμαρτιών δίνει το Άγιο Πνεύμα σ' εκείνους που κοινωνούν αυτά τα δώρα. Αυτή η χάρη, λέγει ο ιερεύς, ας μην εμποδιστεί σ' εμένα από τα δώρα για τις αμαρτίες μου. Διότι κατά δύο τρόπους ενεργεί η χάρη στα τίμια δώρα· ο ένας τρόπος είναι αυτός που αγιάζονται τα ίδια, ο άλλος είναι αυτός που η χάρη αγιάζει εμάς δι’ αυτών.
5. Κατά τον πρώτο λοιπόν τρόπο κανένα ανθρώπινο κακό δεν μπορεί να εμποδίσει την χάρη να ενεργήσει στα τίμια δώρα, αλλά, όπως ο αγιασμός των δώρων δεν είναι έργο ανθρώπινης αρετής, έτσι δεν είναι δυνατόν ούτε να εμποδιστεί από κακία ανθρώπων.
6. Ο δεύτερος όμως τρόπος χρειάζεται τη δική μας σπουδή. Γι’ αυτό και εμποδίζεται από την ραθυμία μας. Μας αγιάζει δηλαδή η χάρη δια των δώρων εάν μας βρει κατάλληλα διατεθειμένους για τον αγιασμό. Αν όμως μας βρει απροετοίμαστους, δεν μας προξενεί κανένα όφελος, αλλά μας επιβαρύνει με πολύ μεγάλη βλάβη. Αυτή η χάρη, είτε άφεση αμαρτιών είναι μόνο, είτε μαζί με αυτήν και άλλη δωρεά που δίνεται σε όσους με καθαρή συνείδηση συμμετέχουν σ' αυτό το δείπνο, εύχεται ο ιερεύς να μην εμποδιστεί από τα δώρα. Διότι μπορεί να εμποδιστεί από την ανθρώπινη κακία.
7. Την ίδια αυτή ευχή εύχεται (ο ιερεύς) μετά από λίγο μαζί με όλο το εκκλησίασμα. Αφού δηλαδή ευχηθεί σε όλους να έχουν ομόνοια ώστε μ' ένα στόμα και με μία καρδιά να δοξάζουν τον Θεό, και αφού σ' αυτή την κατάσταση τους υποσχεθεί «τα ελέη του μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού», έπειτα παραγγέλλει να δεηθούν στον Θεό εκείνη την ευχή που και ο ίδιος προσευχήθηκε και να καλέσουν σε βοήθεια όλους τους αγίους. Διότι αυτό σημαίνει το «πάντων των αγίων μνημονεύσαντες»: να τους καλέσουμε, να δεηθούμε σ' αυτούς.
8. Και τί λέγει (ο ιερεύς); «Υπέρ των αγιασθέντων δώρων του Κυρίου δεηθώμεν». Όχι για να δεχθούν τα τίμια δώρα τον αγιασμό (γι' αυτό εξάλλου τα είπε αγιασθέντα, για να μη νομίσεις εσύ κάτι τέτοιο), άλλα για να μπορέσουν να μεταδώσουν σ' εμάς τον αγιασμό. Αυτό σημαίνει το «όπως ο φιλάνθρωπος θεός, ο προσδεξάμενος αυτά, αντικαταπέμψη ημίν την χάριν». Ας παρακαλέσουμε, λέγει, για τα τίμια δώρα, να γίνουν σ' εμάς ενεργά, να μη γίνουν ανίσχυρα γι' αυτή τη χάρη, όπως τότε που το παντοδύναμο αυτό σώμα του Κυρίου φαινόταν μεταξύ των ανθρώπων και σε μερικές πόλεις δεν μπορούσε να κάνει σημεία (θαύματα) εξαιτίας της απιστίας τους.
9. Αφού πει αυτά προς το πλήθος ο ιερεύς με δυνατή φωνή, κατόπιν εύχεται και ο ίδιος χαμηλόφωνα, και ικετεύει τον θεό για το ίδιο θέμα, ώστε όλοι να μεταλάβουν «των φρικτών μυστηρίων με καθαρή συνείδηση» και να λάβουν από την ιερή αυτή τράπεζα «την άφεση των αμαρτιών, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, την κληρονομία της βασιλείας των ουρανών και να μην κοινωνήσουν εις κρίμα ή εις κατάκριμα».
10. Κατόπιν, αφού ευχηθεί σε όλους τη βοήθεια και την προστασία του Θεού, τους καλεί να προσευχηθούν να περάσουν όλη την ήμερα «τελείαν, αγίαν, ειρηνικήν και αναμάρτητον», έχοντας φρουρό «Άγγελον ειρήνης πιστόν»· λέγει "πιστόν" εξαιτίας του αγγέλου του ψεύδους, στον οποίο δεν είναι ασφαλές να εμπιστεύονται τα σχετικά με αυτούς. Παρακαλούμε δε για τον Άγγελο φύλακα, όχι για να μας δοθεί τότε, διότι εξ’ αρχής έχει δοθεί Άγγελος σε καθέναν από τους πιστούς, αλλά για να είναι ενεργός και να εκτελεί την αποστολή του και να μας φρουρεί και να μας οδηγεί προς την ευθείαν οδόν και να μην απομακρυνθεί από μας θυμωμένος για τις αμαρτίες μας.
11. Εκτός από αυτά, ο ιερεύς μας καλεί να ευχηθούμε για την άφεση των αμαρτιών και για όλα τα καλά και συμφέροντα στις ψυχές μας, για την ειρήνη στον κόσμο, και ακόμη για το μέλλον ασφάλεια, για να περάσουμε με ειρήνη και μετάνοια τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής μας, ώστε τα τέλη του βίου μας να είναι όπως αρμόζει σε Χριστιανούς· κατόπιν να αναθέσουμε στον Θεό τους εαυτούς μας και αλλήλους και όλη μας τη ζωή, αφού ζητήσουμε την ενότητα της πίστεως και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.
12. Τί σημαίνει η ενότητα της πίστεως και η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και για ποιο λόγο παρακαλούμε τώρα εδώ γι' αυτά, το είπαμε αναλυτικά πρωτύτερα (κεφ. 14).

Κεφάλαιο 46
Πώς αυτά τα δώρα είναι πάντοτε δεκτά από τον Θεό

1. Κατόπιν, ας εξετάσουμε κι εκείνο. Το ότι μεν από την τελετή αγιάζονται όλοι οι πιστοί είναι φανερό από εκείνα που ελέχθησαν. Εάν δε τούτο συμβαίνει πάντοτε, είναι άξιο να το εξετάσουμε.

2. Η ιερουργία αυτή είναι προσφορά δώρων, τα δε δώρα δεν είναι πάντοτε δεκτά από τον Θεό, αλλά υπάρχουν μερικά που εξαιτίας της πονηρίας των προσφερόντων μισούνται και αποπέμπονται, και γι’ αυτό υπάρχουν πολλές αποδείξεις τόσο στους παλαιούς όσο και στους ζώντες στην εποχή της χάριτος. Ας ερευνήσουμε λοιπόν μήπως και αυτά τα δώρα ενίοτε ματαίως ιερουργούνται και ως απαράδεκτα δεν αγιάζονται όπως υπόσχεται η τελετή, από το γεγονός ότι δεν προσφέρονται πάντοτε από αγαθούς άνδρες, αλλά μερικές φορές και από πονηρούς.
3. Ότι ο Θεός και αυτά τα δώρα τα αποστρέφεται όταν ο προσφέρων είναι βέβηλος, είναι φανερό από το ότι και η Εκκλησία αυτό κάνει. Διότι όσους γνωρίζει ότι αμαρτάνουν θανάσιμα δεν τους επιτρέπει να προσφέρουν τέτοια δώρα. Και αν τολμήσουν, δεν τους δέχεται, αλλά τους διώχνει μαζί με τα δώρα. Επειδή όμως η Εκκλησία δεν γνωρίζει καλά όλους αυτούς τους ανθρώπους, αλλά οι περισσότεροι μένουν άγνωστοι και δέχεται η θεία τράπεζα τα δώρα τους, τί πρέπει να νομίζουμε για τα δώρα αυτά; Άραγε είναι απαράδεκτα από τον θεό και στερούνται από κάθε αγιασμό; Και αν είναι έτσι το πράγμα, τότε δεν μπορούμε πλέον να γνωρίζουμε πότε έχουν αγιασθεί, διότι ως επί το πλείστον ή αμφιβάλλουμε για το ποιόν των προσφερόντων ή δεν το γνωρίζουμε καθόλου. Και έτσι οι πιστοί θα προσέρχονται με αβεβαιότητα και χωρίς πίστη στα μυστήρια και συνεπώς δεν θα ωφελούνται καθόλου από αυτά.
4. Τί μπορούμε λοιπόν να απαντήσουμε σ' αυτά;
5. Ότι η προσφορά των δώρων γίνεται σε δύο στάδια. Πρώτη είναι ή προσφορά του πιστού που φέρνει τα δώρα και τα παραδίδει στα χέρια των ιερέων, και δεύτερη η προσφορά τους από την Εκκλησία προς τον Θεό.
6. Η πρώτη προσφορά, όταν ο προσφέρων είναι πονηρός, είναι μάταιη και δεν προξενεί κανένα όφελος σ' εκείνον που προσφέρει τα δώρα, για το λόγο ότι αυτός είναι πονηρός• διότι τα προσφερόμενα αυτά καθ' εαυτά δεν είναι βδελυκτά στον Θεό, επειδή κάθε κτίσμα του Θεού είναι καλό.
7. Τη δεύτερη όμως προσφορά που γίνεται από αγαθούς άνδρες για τη δόξα του Θεού και των αγίων, για τη σωτηρία της οικουμένης και γενικά για κάθε δίκαιο αίτημα, τίποτε δεν την εμποδίζει να είναι ευπρόσδεκτη. Διότι κανένας μολυσμός δεν αφέθηκε επάνω στα δώρα από τα χέρια εκείνου πού τα πρόσφερε στην αρχή, αλλά μένοντας καθαρά και προσφερόμενα από καθαρούς αγιάζονται και αγιάζουν εκείνους που κοινωνούν. Διότι δεν μπορεί ποτέ να τεθεί ακαθαρσία αμαρτίας σε κανένα από τα άλογα ή τα άψυχα, διότι η αμαρτία είναι νόσημα της προαιρέσεως, και μόνο τα λογικά όντα μπορούν να μολυνθούν από την αμαρτία.
8. Αφού λοιπόν είναι πάντοτε καθαρά τα δώρα που προσφέρονται από τους πονηρούς, γιατί ο νόμος της Εκκλησίας δεν τα δέχεται; Για να ντροπιάσει εκείνους που τα προσφέρουν, για να μάθουν την υπερβολική οργή του Θεού εναντίον τους, αφού Αυτός και τα κτίσματα Του ακόμη, εναντίον των οποίων δεν έχει τίποτε, εξαιτίας τους τα αποστρέφεται και τα μισεί˙ και μαθαίνοντας να φοβηθούν και να διορθώσουν τη ζωή τους. Στα ίδια όμως τα δώρα δεν καταλογίζει καμία κακία. Γι' αυτό δεν υπάρχει εμπόδιο να γίνονται δεκτά τα δώρα και να αγιάζονται, όταν η δεύτερη προσφορά γίνεται από αγαθούς άνδρες.
9. Άλλα, θα πει κανείς, οι ιερείς που προσφέρουν τα δώρα δεν είναι όλοι αγαθοί, αλλά μερικοί νοσούν από την χειρότερη πονηρία. Έτσι ο λόγος μας καταλήγει στην ίδια απορία. Όταν λοιπόν τύχει και οι δύο προσφέροντες (ο πιστός και ο ιερεύς) να είναι μισητοί στον Θεό, πράγμα που μπορεί να συμβεί, από που εξασφαλίζεται το να είναι τα δώρα ευάρεστα στον Θεό και δεκτά και άγια και αγιαστικά; Από πουθενά. Άλλα τότε θα είναι πράγματι απαράδεκτα, σε κάθε άλλη δε περίπτωση αμφίβολα, επειδή θα υπάρχει αβεβαιότητα για το ποιόν εκείνων που προσφέρουν τα δώρα κι εκείνων που τα ιερουργούν. Διότι, όπως λέγει ο Απόστολος, κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τα του ανθρώπου, εκτός από το πνεύμα που είναι μέσα σ' αυτόν. Και έτσι θα υπάρχει πολλή απιστία και αμφιβολία γύρω από την τελετή, και πουθενά η βεβαιότητα, και η μετάληψις των μυστηρίων δεν θα φέρει καμιά ωφέλεια στους πιστούς, αφού θα μεταλαμβάνουν χωρίς πίστη.
10. Αυτά θα έλεγε και θα απορούσε όποιος νομίζει ότι ο ιερεύς ο ίδιος είναι ο κύριος της προσφοράς αυτών των δώρων. Αλλά δεν είναι. Εκείνο που ενεργεί κυρίως αυτή την προσφορά είναι η χάρις, η οποία αγιάζει τα δώρα (διότι τούτο είναι η προσφορά των δώρων, ο αγιασμός τους), ο δε ιερουργός κάθε φορά είναι υπηρέτης της χάριτος. Διότι ο ιερεύς δεν προσφέρει τίποτε από τον εαυτό του, ούτε τολμά να πράξει ή να πει κάτι από τη δική του κρίση και σκέψη• αλλά μόνο εκείνα που παρέλαβε από την χάρη, είτε πράγμα είναι, είτε λόγο, είτε έργο, σύμφωνα με τον τρόπο που διατάχθηκε, το κομίζει και το αποδίδει στον Θεό. Και έτσι τα δώρα, προσφερόμενα πάντοτε κατά τρόπο ευάρεστο στον Θεό, κατ' ανάγκην του είναι πάντοτε ευάρεστα και δεκτά.
11. Τί σημασία έχει αν ο κομιστής είναι ο ίδιος φαύλος; Διότι δεν προσθέτει τίποτε στα δώρα η φαυλότητα εκείνου, ούτε κάνει χειρότερη την προσφορά. Όπως και ένα φάρμακο που κατασκευάστηκε από άνθρωπο αμαθή και τελείως άσχετο με την ιατρική τέχνη δεν εμποδίζεται να προξενεί την υγεία, αρκεί μόνο να κατασκευάστηκε με εντολή και σύμφωνα με όλες τις οδηγίες του γιατρού. Θα είναι λοιπόν το φάρμακο όχι μάταιο εξαιτίας της αμάθειας του κατασκευαστού, αλλά σωτήριο εξαιτίας της τέχνης του γιατρού. Διότι από την αμάθεια του κατασκευαστή δεν πήρε τίποτε, αλλά κατασκευάστηκε εξ ολοκλήρου από την τέχνη του γιατρού.
12. Έτσι κι εδώ η θεία χάρη ενεργεί (εργάζεται) το παν. Ο ιερεύς είναι μόνο υπηρέτης που ούτε καν την ιδιότητα να υπηρετεί δεν την έχει από τον εαυτό του. Και τούτο γαρ παρά της χάριτος αυτώ (Διότι και αυτό από τη χάρι τού έρχεται). Πράγματι, αυτό είναι η ιερωσύνη, μία δύναμις υπηρετική (ένα διακόνημα) των ιερών.

Δεν υπάρχουν σχόλια: