Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2025

Από τη Σοφία στο Πρόσωπο: Η ανάπτυξη της ορθόδοξης τριαδολογικής θεολογίας στον 20ό αιώνα 2

 Συνέχεια από: Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2025

Από τη Σοφία στο Πρόσωπο:
Η ανάπτυξη της ορθόδοξης τριαδολογικής θεολογίας στον 20ό αιώνα 2

Αριστοτέλης Παπανικολάου
Fordham University


Εκδόθηκε στο: PHRONEMA, VOL. 33(2), 2018, 1-20

Ο Ιωάννης Ζηζιούλας δεν έχει παρουσιάσει αυτή την κατανόηση του προσώπου μόνο θεολογικά, σε σχέση με την τριαδολογική θεολογία, τη χριστολογία και την εκκλησιολογία, αλλά έχει δείξει επίσης πώς αυτή διακρίνεται και στην καθημερινή μας ζωή. Μας παρέπεμψε στην ανθρώπινη δημιουργία της τέχνης,²⁴ στην ανάλυση του ερωτήματος «ποιος είμαι;»,²⁵ και στην προcreative πράξη,²⁶ προκειμένου να καταδείξει τον ανθρώπινο πόθο για μοναδικότητα και ελευθερία. Θα πρόσθετα ότι αυτή η κατανόηση του προσώπου επιβεβαιώνεται και από άλλα παραδείγματα, όπως τα γεγονότα της ιστορίας ή ο πόνος συγκεκριμένων ασθενειών, διευρύνοντας έτσι την υπαρξιακή συμφραζομενικότητα (contextuality, συνάφεια) της θεολογίας του προσώπου στον Ζηζιούλα· με άλλα λόγια, αυτά τα παραδείγματα ενισχύουν περαιτέρω τον βαθμό στον οποίο η θεολογία του Ζηζιούλα συνομιλεί με διαστάσεις της ανθρώπινης εμπειρίας.[ΤΟΥ ΞΕΦΥΓΕ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΚΑΡΤΕΣΙΑΝΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΠΟΥ ΚΑΤΕΛΗΞΕ ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΔΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΛΑΙΜΠΝΙΤΣ ΑΠΟ ΟΠΟΥ ΤΗΝ ΞΕΣΗΚΩΣΕ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ. ΜΙΚΡΟΣ ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΓΑΡ]

Τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα κομμουνιστικά γκουλάγκ αποτελούν σαφή παραδείγματα δομών σχέσεων που αποπροσωποποιούν τον άνθρωπο, τον συγκροτούν ως μη μοναδικό και ανελεύθερο, υποβάλλοντάς τον ταυτόχρονα σε ακραίες μορφές καταπίεσης[ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ. ΔΕΝ ΤΟ ΞΕΡΑΜΕ ΦΡΙΚΤΟ. ΤΟΥΣ ΑΠΟΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΟΥΣΑΝ]. Σε τέτοιες καταστάσεις, ο άνθρωπος μπορεί να διεκδικεί τη μοναδικότητα και την ελευθερία του απέναντι στον καταπιεστή, όμως η πραγματικότητα είναι τέτοια ώστε αυτή η κραυγή για αναγνώριση να αγνοείται. Η μόνη βάση για τη δικαιολόγηση αυτού του αιτήματος μοναδικότητας και ελευθερίας εν μέσω καταπίεσης είναι μια αιώνια σχέση με τον Θεό, ο οποίος σχετίζεται αιωνίως με κάθε ανθρώπινο πρόσωπο κατά τρόπο που το συγκροτεί πάντοτε ως μοναδικό και ελεύθερο, ακόμη κι αν οι πεπτωκυίες συνθήκες δεν επιτρέπουν την πραγματοποίηση μιας τέτοιας εμπειρίας προσώπου.[ΔΕΝ ΤΟΝ ΕΙΧΑΜΕ ΑΚΟΥΣΤΑ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΘΕΟ]

Η σχεσιακή κατανόηση του προσώπου με όρους ελευθερίας και μοναδικότητας εκδηλώνεται επίσης με ιδιαίτερη σαφήνεια σε όσους πάσχουν από τη νόσο Alzheimer, μια ασθένεια που επιδιώκει να καταστρέψει τη μοναδικότητα και την ελευθερία του ανθρώπου. Για όσους πάσχουν από Alzheimer, η ικανότητα να θυμούνται τις λεπτομέρειες της δικής τους μοναδικής ιστορίας ή τα πρόσωπα που αποτελούν μέρος αυτής της ιστορίας αποσυντίθεται, και παγιδεύονται σε έναν κόσμο συγκεχυμένων σκέψεων και φευγαλέων εικόνων. Σε μια τέτοια κατάσταση, η μόνη ελπίδα για την επιβεβαίωση της μοναδικότητας του ασθενούς με Alzheimer βρίσκεται στους αγαπημένους του ανθρώπους, οι οποίοι πάντοτε σχετίζονταν μαζί του ως «Ελένη», «Μαρία», «Γιώργος» ή «Σεραφείμ», ακόμη κι όταν ο ίδιος ο ασθενής δεν μπορεί πλέον να θυμηθεί το δικό του μοναδικό όνομα.[ΣΟΦΙΑ ΟΡΘΗ κ. Παπανικολάου]

Βλέπουμε ένα ακόμη παράδειγμα υπαρξιακής συμφραζομενικότητας στον Ρουμάνο θεολόγο Dumitru Stăniloae, ο οποίος μοιάζει με τον Ζηζιούλα στο ότι αναζητεί εκείνη τη διάσταση της ανθρώπινης εμπειρίας που μπορεί να προσφέρει διευκρίνιση και κατανόηση της δογματικής παράδοσης.[ ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο οποίος δεν είναι παλαιός αλλά αρχή της θεολογίας: «Λίαν αισχρόν, και ουκ αισχρόν μόνον, αλλά και μάταιον επιεικώς, εκ των κάτω των άνω την εικασίαν λαμβάνειν, και των ακινήτων εκ της ρευστής φύσεως.»Και συνεχίζει: «Διότι δεν πρέπει, επειδή κατά τινα σχέσιν υψηλοτέραν Υιός ο Υιός, και επειδή δεν ημπορέσαμε δι’ άλλου τρόπου παρά έτσι να δείξουμε το εκ του Θεού και ομοούσιον, να νομίζωμεν ότι πρέπει να μεταφέρουμε στον Θεό και όλες τις ανθρώπινες και της δικής μας συγγενείας ονομασίες.] Τα δόγματα δεν είναι στείρες προτάσεις, αλλά πρέπει να μιλούν στον ρεαλισμό της θείας–ανθρώπινης κοινωνίας και, συνεπώς, να αντηχούν στις εμπειρίες της ζωής. Ο Stăniloae, ο Ζηζιούλας και ο Bulgakov επιχειρούν όλοι να ερμηνεύσουν τη δογματική παράδοση υπό το φως κάποιας διάστασης της ανθρώπινης εμπειρίας, αν και ο Stăniloae και ο Ζηζιούλας το πράττουν με πιο διερευνητικό τρόπο, σε αντίθεση με τον Bulgakov, ο οποίος εντοπίζει ένα θεμελιοκρατικό έρεισμα στην ανθρώπινη εμπειρία του εαυτού.

Ενώ για τον Ζηζιούλα η διάσταση της ανθρώπινης εμπειρίας μέσω της οποίας διευκρινίζει την τριαδολογική του θεολογία του προσώπου είναι η ανθρώπινη εμπειρία της επιθυμίας για αμετάκλητη μοναδικότητα και ελευθερία από την αναγκαιότητα, η οποία συγκρούεται τραγικά με τον θάνατο και την περατότητα, το επίκεντρο για τον Stăniloae είναι η κίνηση του διαλόγου μέσα στις σχέσεις αγάπης.[Και ο Ιωάννης Δαμασκηνός ματαίως προειδοποιεί, καθώς φαίνεται: «Δεν υπάρχει εν τη κτίσει εικόνα απαραλλάκτως εν εαυτή τον τρόπον της Αγίας Τριάδος παραδεικνύουσα. Σχέση σημαίνει: Τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος είναι πάντα μαζί και στην ενέργεια, εφόσον και η ενέργεια, όπως και η ουσία, είναι άκτιστες.» Όσον αφορά στην αρχή του Ευαγγελίου του Ιωάννη «εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν» και την ερμηνεία αυτού του «προς» από τους Ρώσους θεολόγους και από τον κ. Ζηζιούλα σαν υποψία σχέσεως, η θεολογία λέει το εξής: “Χρησιμοποιείται το ίδιο ρήμα «ην» επειδή ο Υιός δεν μπορεί να υπάρξει χωριστά από την Αρχή, ούτε μπορεί να αποκοπεί από τον Πατέρα.”]

Σε συμφωνία με όλους τους σύγχρονους ορθόδοξους θεολόγους, ο Stăniloae διαβεβαιώνει ότι ο άνθρωπος δημιουργήθηκε για ένωση με τον Θεό. Οι άνθρωποι, περισσότερο από κάθε άλλο ζωντανό ον, πραγματώνουν αυτή την ένωση μέσω ενός διαλόγου αγάπης, τον οποίο ο Θεός εγκαινίασε από τη στιγμή της δημιουργίας. Ο Stăniloae υποστηρίζει μια αντίληψη της δημιουργίας ως δώρου του Θεού, που εγκαινιάζει τη δυνατότητα μιας ανταλλαγής δώρων μεταξύ Θεού και ανθρώπων, οι οποίοι λειτουργούν ως ιερείς της κτίσης. Αυτή η ανταλλαγή δώρων είναι ταυτόχρονα ένας διάλογος αγάπης που καθιστά δυνατή μια προσωπική κοινωνία μεταξύ Θεού και κτίσης. Το γεγονός ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε με σκοπό την κοινωνία μεταξύ του προσωπικού Θεού και των ανθρώπινων προσώπων αποτελεί αλήθεια της αποκάλυψης, η οποία επιβεβαιώνεται από την ανθρώπινη εμπειρία της ελευθερίας και της σχεσιακότητας.[MONO  ΠΟΥ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΠΕΣΕ ΣΤΗΝ ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΕΩΣΦΟΡΟ, ΣΤΗΝ ΦΙΛΑΥΤΙΑ]

Όπως δηλώνει ο Stăniloae:
«Μόνον με άλλα πρόσωπα μπορεί ο άνθρωπος να επιτύχει ένα είδος κοινωνίας στο οποίο ούτε ο ίδιος ούτε εκείνοι κατεβαίνουν στο επίπεδο αντικειμένων εξωτερικής γνώσης, που χρησιμοποιούνται πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. Αντίθετα, αναπτύσσονται ως πηγές μιας ανεξάντλητης θερμότητας αγάπης και σκέψεων πάντοτε νέων, οι οποίες γεννώνται και συντηρούνται από την αμοιβαία αγάπη αυτών των προσώπων — μια αγάπη που παραμένει πάντοτε δημιουργική, πάντοτε σε αναζήτηση νέων τρόπων να εκδηλωθεί».²⁷[ΑΕΡΟΛΟΓΙΕΣ ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑΣ]

Ότι η ανθρώπινη εμπειρία της αγάπης διαμορφώνει την τριαδολογική θεολογία του Stăniloae γίνεται ιδιαιτέρως φανερό όταν παλεύει με το ερώτημα γιατί υπάρχει τρίτος στον Θεό· και ακριβώς στην αντιμετώπιση αυτού του ερωτήματος καθίστανται εμφανείς οι στοχαστικές του τάσεις. Με τρόπο παρόμοιο με τον Αυγουστίνο και τον Richard of St Victor, ο Stăniloae υποστηρίζει ότι: «Μόνον μέσω του τρίτου αποδεικνύεται ότι η αγάπη μεταξύ των δύο είναι γενναιόδωρη και ικανή να επεκταθεί προς υποκείμενα έξω από τους ίδιους. Η αποκλειστικότητα των δύο καθιστά αδύνατη την πράξη μιας γενναιόδωρης υπερχείλισης πέρα από τα τείχη της δυάδας».²⁸ Παρότι ο Stăniloae υπήρξε ανεξάρτητος στοχαστής με δική του συμβολή, το συγκεκριμένο αυτό απόσπασμα αποκαλύπτει τη βαθιά του οφειλή στον Bulgakov.

Στον βαθμό που η υπαρξιακή συμφραζομενικότητα προσφέρει επιβεβαίωση της κατανόησης του Ζηζιούλα περί προσώπου ως αμετάκλητης μοναδικότητας και ελευθερίας από την αναγκαιότητα, η οποία συγκροτείται μέσα σε συγκεκριμένες σχέσεις κοινωνίας, υποδεικνύει ταυτόχρονα και ένα τυφλό σημείο στην κατανόησή του περί προσώπου. Το τυφλό αυτό σημείο αφορά την έλλειψη προσοχής στο γεγονός ότι η αγάπη δεν είναι απλώς ένα γεγονός, αλλά και μια μάθηση. Η διαπροσωπική δυναμική της αγάπης ως μαθησιακής διαδικασίας είναι εμφανής στη θεολογία του Dumitru Stăniloae, ο οποίος δίνει πολύ μεγαλύτερη έμφαση σε αυτό που θα ονόμαζα ασκητική του προσώπου. Υπάρχει μια ασκητικότητα του προσώπου ως μάθηση του πώς να αγαπά κανείς, η οποία υποδεικνύεται υπαρξιακά στην καθημερινή ζωή και στην πατερική παράδοση[ΝΑΙ, ΕΙΝΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΟΙ ΑΓΑΠΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΑΞΙΜΟ. ΝΑΙ ΜΑΣ ΔΟΥΛΕΨΑΤΕ ΟΛΟΥΣ].

Ο Ζηζιούλας δεν αρνείται ποτέ τη σημασία της ασκητικής, ωστόσο στη σκέψη του υπάρχει ελάχιστη ανάπτυξη της σχέσης ανάμεσα στην ασκητική και τη θεολογία του προσώπου. Δίνει την εντύπωση ότι το πρόσωπο ως αμετάκλητη μοναδικότητα και ελευθερία από την αναγκαιότητα είναι αποκλειστικά ένα ευχαριστιακό γεγονός, κάτι που συγκροτείται μέσα και διά της Ευχαριστίας. Αν και η πραγμάτωση του προσώπου ως υποστατικού και εκστατικού γεγονότος λαμβάνει χώρα στην Ευχαριστία μέσω της εσχατολογικής εισβολής του Αγίου Πνεύματος, ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, στα Τετρακόσια Κεφάλαια περί Αγάπης, μας βοηθά να κατανοήσουμε ότι η αρετή της αγάπης είναι κάτι που πρέπει να μαθαίνεται· απαιτεί από τον άνθρωπο να εμπλακεί σε ασκητικές πρακτικές που του επιτρέπουν να αποκτήσει τις επιμέρους αρετές, οι οποίες με τη σειρά τους αποτελούν τα δομικά στοιχεία για την απόκτηση της αρετής των αρετών, δηλαδή της αγάπης. Ο Άγιος Μάξιμος προσφέρει μια σχεσιακή κατανόηση των αρετών, σύμφωνα με την οποία οι αρετές οικοδομούν σχέσεις, ενώ τα πάθη καταστρέφουν σχέσεις. Όπως λέει: «Όλες οι αρετές βοηθούν τον νου στην επιδίωξη της θείας αγάπης» (1.11).²⁹[ΠΩΣ ΣΑΝ ΣΧΕΣΗ;]

Η απόκτηση του προσώπου είναι η πραγμάτωση ενός ευχαριστιακού τρόπου υπάρξεως μέσα στον κόσμο, όπου το πρόσωπο σχετίζεται με τους άλλους κατά τρόπο που καθιστά δυνατές περαιτέρω πραγμάτωσεις αυτού του ευχαριστιακού τρόπου υπάρξεως στους άλλους και σε ολόκληρη την κτίση. Αυτή η ασκητική του προσώπου δεν εκδηλώνεται με κριτική ή νομικιστική στάση· είναι, αντιθέτως, μια βίωση της αλήθειας ακόμη και σε σχέση με εκείνους που δεν την έχουν ακόμη ανακαλύψει. Πρόκειται για έναν αγώνα υπέρβασης όλων όσων εμποδίζουν την πραγμάτωση της μοναδικότητας και της ελευθερίας μας — συμπεριλαμβανομένων των δικών μας ανασφαλειών και φόβων, αλλά και της αμαρτίας που διαπράττεται εις βάρος μας. Τέλος, αυτή η ασκητική του προσώπου είναι η πραγμάτωση της μέγιστης εντολής: «Να αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου» (Ματθ. 22:37).[ΙΔΟΥ ΔΟΥΛΗ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑ ΟΜΟΡΦΕ ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ. ΚΑΙ Ο ΜΠΟΥΦΕΣ ΣΤΡΩΜΕΝΟΣ]

Το γεγονός ότι το πρόσωπό μας, ως ελευθερία από την αναγκαιότητα και αμετάκλητη μοναδικότητα, πραγματώνεται μέσα από μια τέτοια ασκητική του προσώπου ως ευχαριστιακό τρόπο υπάρξεως στον κόσμο επιβεβαιώνεται υπαρξιακά όχι μόνο μέσω της δυναμικής της διαπροσωπικής αγάπης, όπως υποδεικνύει ο Stăniloae, αλλά και μέσω αρνητικών ανθρώπινων εμπειριών, συμπεριλαμβανομένης της εμπειρίας της βίας. Πρόσφατα, στην έρευνά μου, διερευνώ τις επιπτώσεις της βίας στη μάθηση του πώς να αγαπά κανείς και, πράττοντας αυτό, ακολουθώ τον Stăniloae και τον Ζηζιούλα προσπαθώντας να σκεφθώ την παράδοσή μας σε σχέση με αυτό που αποκαλώ υπαρξιακή συνάφεια (contextuality). Η μορφή όμως της συνάφειας που αναδεικνύω εδώ είναι εκείνη που, ακολουθώντας τον Edward Schillebeeckx, θα ονόμαζα εμπειρίες αντίθεσης μέσα στην ανθρώπινη ύπαρξη.

Συγκεκριμένα, το ερώτημα που θέλω να θέσω είναι κατά πόσον η ορθόδοξη θεολογία του προσώπου ως ελευθερίας από την αναγκαιότητα και αμετάκλητης μοναδικότητας έχει νόημα υπό το φως αυτών των εμπειριών αντίθεσης — και ειδικότερα υπό το φως της ανθρώπινης εμπειρίας της βίας.[ΦΥΣΙΚΑ ΑΓΑΠΟΛΟΓΕ. ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥ ΚΑΡΤΕΣΙΟΥ ΚΑΙ ΓΕΝΝΑΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΦΙΒΟΛΙΑΣ. ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΕΡΙΚΛΕΙΣΤΗ ΜΟΝΑΔΑ ΧΩΡΙΣ ΕΠΑΦΗ ΜΕ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΛΥΤΡΩΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΧΕΤΙΚΟΤΗΤΑ]

Πρώτον, είναι απολύτως σαφές ότι η εμπειρία της βίας αφήνει ένα υπαρξιακό ίχνος στο ανθρώπινο πρόσωπο. Συχνά θεωρείται ότι, όταν κάποιος απειλείται από βία, υφίσταται βία ή ακόμη και διαπράττει βία, μόλις η βία σταματήσει, το πρόσωπο παραμένει ανεπηρέαστο. Αυτή η υπόθεση είναι λανθασμένη. Η νευροεπιστήμη είναι πλέον σε θέση να δείξει ότι η εμπειρία της βίας —και ακόμη και η διάπραξη βίας— αφήνει ένα ίχνος στο σώμα, το οποίο καθιστά δύσκολη τη μάθηση του πώς να αγαπά κανείς. Το ίχνος αυτό στο σώμα αφορά πραγματικές σωματικές επιδράσεις στη διαμόρφωση του εγκεφάλου, οι οποίες σχετίζονται με τον τρόπο που ρυθμίζουμε τον φόβο και τον θυμό.

Για τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, τα μεγαλύτερα εμπόδια στη μάθηση της αγάπης είναι ο θυμός, ο φόβος και το μίσος. Τα ίχνη της βίας εκδηλώνονται με τη μορφή αδυναμίας να βρίσκεται κανείς σε δημόσιους χώρους, όπως εστιατόρια, αϋπνίας, εφιαλτών με τη θανάτωση συζύγων ή παιδιών, και πολλών άλλων παρόμοιων συμπτωμάτων. Έτσι, αυτό το ίχνος στο σώμα μπορεί να ερμηνευθεί ως εγκλωβισμός σε ένα είδος αναγκαιότητας, το οποίο τραγικά εμποδίζει την εκπλήρωση της επιθυμίας για ελευθερία από τις υπαρξιακές επιπτώσεις της βίας. Στον βαθμό που καθιστά δύσκολη τη σχεσιακότητα, καθιστά δύσκολη και την αγάπη· και με αυτόν τον τρόπο παρεμποδίζει τραγικά την πραγμάτωση της επιθυμίας μας για αμετάκλητη μοναδικότητα μέσα σε σχέσεις κοινωνίας.[ΕΜΦΑΝΙΖΟΝΤΑΙ ΨΥΧΟΠΑΘΕΙΕΣ. ΟΛΟΙ ΣΤΟΝ ΦΡΟΥΝΤ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ]

Κατά μία έννοια, οι επιπτώσεις της βίας προσφέρουν περαιτέρω επιβεβαίωση της ορθόδοξης θεολογίας του προσώπου, όπως αυτή νοείται ως ελευθερία από την αναγκαιότητα και αμετάκλητη μοναδικότητα μέσα από σχέσεις κοινωνίας. Εκείνο που δείχνουν οι καταστάσεις βιωμένης βίας είναι ότι η βία υποβάλλει τον άνθρωπο σε μια κατάσταση υπαρξιακής αναγκαιότητας, και ο βαθύτερος πόθος όσων βιώνουν τις συνέπειες της βίας είναι να ελευθερωθούν από αυτή την αναγκαιότητα· ή, με τη γλώσσα της σύγχρονης ορθόδοξης θεολογίας, να πραγματώσουν το πρόσωπο. Ταυτόχρονα, αυτές οι εμπειρίες υποδεικνύουν ότι εκείνο που είναι πιο καταστροφικό στη βία είναι το πλήγμα που επιφέρει στην ικανότητα της σχεσιακότητας, ακριβώς εκεί όπου αυτή η ελευθερία από την αναγκαιότητα πραγματώνεται κατεξοχήν.

Όσα αποκαλύπτουν, λοιπόν, οι καταστάσεις βίας είναι μια απουσία στη θεολογία του προσώπου του Ζηζιούλα: την έλλειψη προσοχής στο πώς το πρόσωπο πραγματώνεται ως γεγονός ελευθερίας από την αναγκαιότητα μέσα σε κοινωνία αγάπης. Αν το πρόσωπο υπάρχει ως αμετάκλητη μοναδικότητα και ελευθερία ως έκσταση από την αναγκαιότητα της φύσης, τότε το πρόσωπο είναι το αποτέλεσμα μιας ασκητικής του προσώπου, ως μάθησης του πώς να αγαπά κανείς, μέσω της απόκτησης των αρετών.

Στον βαθμό που οι αρετές οικοδομούν ορθές σχέσεις ενώ τα πάθη καταστρέφουν τέτοιες σχέσεις, η ασκητική της θέωσης ως προσώπου οφείλει να είναι συναφής για όσους προσπαθούν να αναιρέσουν την «ασκητική» της βίας. Επιπλέον, η σκέψη γύρω από τη θεραπεία της βίας, ιδίως μέσω πρακτικών και αρετών, προσφέρει έναν τρόπο διασταύρωσης της ψυχολογικής βιβλιογραφίας για το τραύμα και αυτό που αποκαλείται «ηθική βλάβη» (moral injury) με την ασκητική/μυστική παράδοση περί διαμόρφωσης της αρετής και, συνεπώς, του προσώπου. Η συνδετική κατηγορία εδώ είναι εκείνη των πρακτικών, καθώς όποιος έχει βιωμένη εμπειρία βίας οφείλει να εμπλακεί σε ένα νέο είδος ασκητικής —μια ασκητική που αντικαθιστά την ασκητική της βίας— προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δαιμονικές εικόνες που επηρεάζουν τις σχέσεις του με τον εαυτό του και με τους άλλους.

Μία από τις πρακτικές που «συνδέουν» το σώμα με τη δεκτικότητα προς την αγάπη είναι η αλήθεια του λόγου, η ομολογία της αλήθειας. Μπορεί κανείς να διακρίνει τη σημασία της αλήθειας του λόγου τόσο στις θεραπείες για τη διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD), όπως η θεραπεία έκθεσης, όπου ο ασθενής αφηγείται επανειλημμένα το τραύμα του στον θεραπευτή προκειμένου να μειωθεί η φοβική αντίδραση στις μνήμες, όσο και στην Προσαρμοστική Θεραπεία Αποκάλυψης (Adaptive Disclosure Therapy), όπου οι ασθενείς εμπλέκονται σε «φαντασιακό διάλογο με τον αποθανόντα ή με μια συμπονετική και συγχωρητική ηθική αυθεντία».³⁰ Παράλληλα, διαπιστώνεται ότι η πρακτική της γιόγκα έχει αποδειχθεί ωφέλιμη για όσους έχουν βιώσει τραύμα.

Το βασικό μου επιχείρημα είναι ότι η εμπειρία της βίας δείχνει πως το πρόσωπο ως ελευθερία από την αναγκαιότητα και αμετάκλητη μοναδικότητα δεν πραγματώνεται απλώς στην Ευχαριστία, αλλά μέσα από συγκεκριμένες μορφές ασκητικών πρακτικών που εκδηλώνουν τις αρετές και, με αυτόν τον τρόπο, αυξάνουν την ανθρώπινη ικανότητα για σχέσεις και, συνεπώς, για το να αγαπά και να αγαπιέται κανείς.

Συμπέρασμα

Ας μου επιτραπεί να υπογραμμίσω ότι η ορθόδοξη θεολογική έννοια του προσώπου ως γεγονότος αμετάκλητης μοναδικότητας και ελευθερίας από την αναγκαιότητα της αμαρτίας, η οποία έχει διαστρεβλώσει την κτιστή φύση, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες και πιο διαρκείς διοράσεις της σύγχρονης ορθόδοξης θεολογίας. Πρόκειται για μια σύλληψη που, και πάλι, ανάγει τις ρίζες της στον Bulgakov, αλλά αναπτύχθηκε πληρέστερα από τον Lossky και τον Ζηζιούλα, και η οποία —θα υποστήριζα— παρά τις ενστάσεις πατερικών θεολόγων, είναι ήδη υπαινικτικά παρούσα στις τριαδολογικές και χριστολογικές συζητήσεις της πατερικής περιόδου.[ΠΩΣ ΑΝΤΕΧΕΙ ΤΟΣΕΣ ΑΕΡΟΛΟΓΙΕΣ ΜΑΖΕΜΕΝΕΣ]

Θα υποστήριζα επίσης ότι αυτή η θεολογία του προσώπου αποτελεί παράδειγμα ερμηνευτικής συμφραζομενικότητας, στο μέτρο που αναδύεται μέσα από μια προσπάθεια ερμηνείας της Παράδοσης, αλλά της οποίας το περιεχόμενο δεν είναι νοητό χωρίς να ληφθεί υπόψη η εμπλοκή του Bulgakov, του Lossky και του Ζηζιούλα με τα ερωτήματα και τις μορφές σκέψης της εποχής τους. Η γραμμή που χωρίζει ό,τι μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά στους Πατέρες και ό,τι στους σύγχρονους φιλοσόφους δεν είναι εύκολο να χαραχθεί, καθώς οι ιδέες μετακινούνται χωρίς σταθερή ταυτότητα και χωρίς σαφή όρια.

Προσπάθησα να δείξω πώς αυτή η κατανόηση του προσώπου ως πόθου για προσωπική μοναδικότητα και ελευθερία από την αναγκαιότητα αποτελεί επίσης παράδειγμα υπαρξιακής συνάφειας, στο μέτρο που αντηχεί στις ανθρώπινες «εμπειρίες αντίθεσης», όπως η αυτοαπέχθεια, η καταπίεση, η ψυχική ασθένεια και η βία. Υποστήριξα ακόμη ότι αυτή η κατανόηση του προσώπου χρειάζεται να συμπληρωθεί από την ανθρωπολογία βάσει των αρετών του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή, όπως αυτή γίνεται ιδιαίτερα εμφανής στη θεολογία του Dumitru Stǎniloae, ο οποίος αντιλαμβανόταν τον ασκητικό αγώνα ως πορεία προς τη φανέρωση των αρετών, ως θεμέλια για τη μάθηση της αγάπης.[ΠΩΣ ΘΑ ΠΕΡΙΕΓΡΑΦΕΣ ΤΗΝ ΕΠΑΡΣΗ ΑΣΚΗΤΗ]

Η ενσώματη πραγμάτωση των αρετών συνιστά την πραγματοποίηση ενός ευχαριστιακού τρόπου υπάρξεως, μέσα στον οποίο το πρόσωπο καθίσταται αμετάκλητα μοναδικό και ελεύθερο από την υπαρξιακή αναγκαιότητα που προκαλεί είτε η αμαρτία είτε το να υφίσταται κανείς την αμαρτία των άλλων. Με άλλα λόγια, ο ασκητικός αγώνας για την πραγμάτωση αυτού του ευχαριστιακού τρόπου υπάρξεως είναι ο ίδιος μια εκπαίδευση του σώματος και της ψυχής στη μάθηση της αγάπης. Αν συνδυάσουμε αυτά τα δύο —τη σύγχρονη ορθόδοξη θεολογική έννοια του προσώπου και την κατανόηση των αρετών από τον Άγιο Μάξιμο— τότε αποκτούμε μια βαθιά διορατική κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης, η οποία μπορεί να φωτίσει τις επιπτώσεις της βίας στο ανθρώπινο πρόσωπο. Παράλληλα, αποκτούμε τη βάση για μια πιο θετική σχέση μεταξύ προσώπου και φύσης, αντί της διαμετρικής αντίθεσης που υπονοείται ιδίως στις θεολογίες του Lossky και του Ζηζιούλα.

Αν η ορθόδοξη θεολογική έννοια του προσώπου ως αμετάκλητης μοναδικότητας και ελευθερίας από την υπαρξιακή αναγκαιότητα που προκαλεί η αμαρτία νοηθεί σε συνάφεια με την κατανόηση των αρετών από τον Άγιο Μάξιμο, τότε η Ορθοδοξία μπορεί να προσφέρει μια θεολογική ανθρωπολογία η οποία θα διορθώνει τα τυφλά σημεία της ηθικής του «δίκαιου πολέμου», θα ανατρέπει τις σύγχρονες φιλοσοφικές και θεολογικές συζητήσεις περί ηθικής των αρετών και θα θεμελιώνει μια μοναδική ορθόδοξη συμβολή στη χριστιανική μέριμνα για την κοινωνική δικαιοσύνη και την κοινωνική θεολογία. Και αυτό με την έννοια ότι η χριστιανική απάντηση δεν θα περιορίζεται στον ακτιβισμό, αλλά θα βλέπει την καλλιέργεια των αρετών ως παράγοντα που μπορεί να μετριάσει τα προβλήματα που προκαλεί η φτώχεια.

Οι Ορθόδοξοι συχνά μιλούν για τη θέωση, αλλά συχνά δεν γνωρίζουν τι να πουν για τη θέωση σε σχέση με καταστάσεις μετατραυματικού στρες, ψυχικής ασθένειας, βίας ή φτώχειας. Μια περαιτέρω ερμηνευτική και υπαρξιακή συναφειοποίηση της ήδη συναφειακής ορθόδοξης θεολογίας του προσώπου, μέσω της κατανόησης των αρετών από τον Άγιο Μάξιμο, θα μπορούσε να μας βοηθήσει να καταστήσουμε τη θέωση πιο «κοσμική», δηλαδή πιο άμεσα συνδεδεμένη με τον πραγματικό κόσμο της ανθρώπινης εμπειρίας.[ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΤΟΥ]


Σημειώσεις

24. John Zizioulas, Communion and Otherness: Further Studies in Personhood and the Church, επιμ. Paul McPartlan (New York: T&T Clark, 2006), σ. 206–249.

25. Όπ. παρ., σ. 99–112.

26. John Zizioulas, Being as Communion: Studies in Personhood and the Church (Crestwood, NY: St Vladimir’s Seminary Press, 1985), σ. 50–53.

27. Orthodox Dogmatic Theology: Revelation and Knowledge of the Triune God, τ. 1, Orthodox Dogmatic Theology, μτφρ. και επιμ. Ioan Ionita και Robert Barraniger (Brookline, MA: Holy Cross Orthodox Press), σ. 10.

28. Όπ. παρ., σ. 267.

29. Maximos the Confessor, Selected Writings, μτφρ. George C. Berthold (Mahwah, NJ: Paulist Press, 1985), σ. 36. Για περισσότερα σχετικά με την κατανόηση των αρετών στον Άγιο Μάξιμο ως μάθηση της αγάπης, βλ. Aristotle Papanikolaou, «Learning How to Love: Saint Maximus on Virtue», στο Knowing the Purpose of Creation Through the Resurrection: Proceedings of the Symposium on St Maximus the Confessor, επιμ. Bishop Maxim Vasiljević (Alhambra, CA: Sebastian Press, 2013), σ. 239–250.

30. Shira Maguen και Brett Litz, «Moral Injury in Veterans of War», PTSD Research Quarterly 23:1 (2012), σ. 3 — διαθέσιμο στο: http://www.ptsd.va.gov/professional/newsletters/research-quarterly/v23n1.pdf (ανακτήθηκε στις 20 Ιουλίου 2018).

Δεν υπάρχουν σχόλια: