ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ
Το συγκεκριμένο κείμενο θα μπορούσε να είναι ένα πρωτότυπο ημιμάθειας και φιλοσοφικής και θεολογικής, εάν δεν ήταν μια μαύρη τρύπα και για την φιλοσοφία και για την θεολογία.
Η θεολογία του σώματος είναι η τελευταία εκδοχή της πλάνης περί της φανταστικής οικονομίας του Αγίου Πνεύματος, η οποία ολοκληρώνει την οικονομία του Υιού και την Σωτηρία ημών και του κόσμου. Εκτός του Λόσκι, ο οποίος είναι ο πρώτος "ορθόδοξος" που την πρότεινε, διότι κατάγεται από τον Λατίνο Gioacchino da Fiore, την είδαμε να προτείνεται βαρύγδουπα και από τον Γιανναρά. Είχε δηλώσει πως μετά θάνατον, το διανοητικό μας εργαλείο, όπως προσλάμβανε μέχρι την ώρα εκείνη τις πληροφορίες των αισθητηρίων, θα προσλαμβάνει τις άκτιστες ενέργειες και θα διαθέτουμε πλέον, σώμα παρακλήτου.
Ο Λουδοβίκος ανήκει στην τρίτη γενηά των οργανωσιακών που συνεχίζουν να διαλύουν το φρόνημά μας. Είναι όλοι τους, όπως γνωρίζουμε πλέον, Ιησουίτες ιεραπόστολοι γεννημένοι στην Ελλάδα. Οι Γεννίτσαροι του Δυτικού πολιτισμού. Μια παράλληλη δράση με της Ουνίας. Ίσως πιο ύπουλη και πιο αποτελεσματική. Όπως ομολογεί και ο ίδιος, και εμείς Δυτικοί είμαστε. Όλοι τους υπηρετούν τον πάπα και την Β' Βατικάνειο Σύνοδο, η οποία προσπάθησε να αντικαταστήσει στο δόγμα της Λατινικής Εκκλησίας, τον Αριστοτέλη, με τον Χάιντεγκερ, με την σύμπραξη των Ρώσων θεολόγων, μαθητές των οποίων είναι οι οπαδοί του Ζηζιούλα. Γι' αυτό και ο Λουδοβίκος αναφωνεί σε κάθε ευκαιρία: «Τί την θέλουμε την ψυχή του Αριστοτέλη;». Παράλληλα με τον Ζηζιούλα, ο οποίος κηρύττει: «Τί τις θέλουμε τις άκτιστες ενέργειες;».[ΕΝΝΟΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ]
Το μόνο που δεν υπολόγισαν όλοι αυτοί οι οπαδοί του Ιστορικισμού και του πνεύματός του, του υπαρξισμού, είναι η ταυτότης του μηδενισμού της υπαρξιστικής φιλοσοφίας με τον αρχαίο Γνωστικισμό. Ο οποίος αναβίωσε, αναγεννήθηκε θριαμβευτικά στην εποχή μας, εποχή κρίσεως των βεβαιοτήτων, και κατέλαβε το πνεύμα των ασθενεστέρων. Ανακαλύφθηκαν ακόμη και αρχαία κείμενα, ανέπαφα από τον χρόνο, που έδωσαν νέα πνοή στον Ευρωπαϊκό μηδενισμό. Ας θυμηθούμε μόνον επί τροχάδην ότι ο μηδενισμός αυτός εδημιουργήθη από την επιστημονική επανάσταση του Γαλιλαίου και κηρύχθηκε από το δυνατό πνεύμα του Giordano Bruno. Πρώτος τον εξέφρασε ο Πασκάλ: Απόσπασμα 205! «Πεταμένος στην απεραντοσύνη του σύμπαντος που αγνοώ και που δεν με γνωρίζει, είμαι τρομοκρατημένος». Αυτή είναι η πηγή του σύγχρονου Μηδενισμού: Η μοναξιά του ανθρώπου μέσα στο φυσικό σύμπαν της μοντέρνας κοσμολογίας. Το Μυστικό βρίσκεται στην σοφή, μαγική έκφραση του Πασκάλ: «που δεν με γνωρίζει». Η φιλοσοφία του προσώπου είναι μια προσπάθεια καθησυχασμού του σύγχρονου ανθρώπου από τον φόβο και τον τρόμο του απείρου σύμπαντος της μοντέρνας φυσικής, η οποία κατέστρεψε τον "κόσμο" των Ελλήνων.
Κάτι περισσότερο λοιπόν από το τρομακτικό άπειρο των χώρων και των χρόνων του σύμπαντος, από το αμελητέο μέγεθος του ανθρώπου σε αυτή την απεραντοσύνη, φοβίζει τον άνθρωπο. Είναι η σιωπή, η αδιαφορία αυτού του σύμπαντος στις ανθρώπινες προσδοκίες. Αυτό το σύμπαν δεν γνωρίζει τα ανθρώπινα πράγματα, τα οποία όμως διαδραματίζονται μέσα σ' αυτό το σύμπαν, και είναι ακριβώς αυτός ο λόγος που τρομοκρατεί την ανθρώπινη ψυχή. Η δημιουργία του Θεού, χωρίς τον Θεό. Γι' αυτό η ανθρωπότης κατασκεύασε κοινωνίες, κράτη πρόνοιας, ιδιωτικούς κόσμους, ατομικότητες, υποκείμενα, κάστρα τα οποία θα μας προστατεύουν από το άπειρο πλέον, καταφύγια ιδεών, ιδεολογίες, οι οποίες σκοπό έχουν την αίσθηση μιας κάποιας ασφάλειας. Ο Αντίχριστος θα είναι η τελειοποίηση αυτής της ασφάλειας.
Από εδώ πηγάζει και η αναβάθμιση του σώματος, που μας εισάγει ο Λουδοβίκος. Ο Κονδύλης έγραψε δύο διάσημους τόμους για τον Διαφωτισμό, όπου αποδεικνύει ότι ο Διαφωτισμός έβαλε το σώμα στην θέση της θεϊκής ψυχής και την ψυχολογία σαν την ενότητα ψυχής και σώματος. Αυτή η ψυχή όμως δεν είναι η θεϊκή ψυχή, ούτε η ψυχή του Αριστοτέλη, ο νοητός κόσμος, είναι η βιολογική ψυχή, το εκμαγείο του σώματος. Η ψυχολογία είναι η ένωση των αντιθέτων, της ψυχής και του σώματος, και η θεολογία του σώματος ή η Οικονομία του Αγίου Πνεύματος, η οποία εμπνέει και τις μεταρρυθμιστικές απαιτήσεις της Ακαδημίας Βόλου του Καλαϊτζίδη, είναι η σύνθεση των αντιθέτων, όπως την δίδαξε η διαλεκτική του Χέγκελ.
Μια Γνωστικίζουσα λοιπόν ερμηνεία και της φιλοσοφίας και της θεολογίας βαραίνει απελπιστικά τον μόχθο του Λουδοβίκου. Πριν συνεχίσουμε όμως, οφείλουμε να δούμε μερικά κείμενα της θεολογίας και της φιλοσοφίας, για να τα έχουμε κατά νου και να δούμε το μέγεθος της καταστροφής που επιδιώκουν αυτές οι ψευδοθεολογίες.
Ας ξεκινήσουμε με ένα χαρακτηριστικό κείμενο του Αγίου Μαξίμου, τον οποίον προσπαθούν να μειώσουν σε Αυγουστίνο της Ορθοδοξίας. Άπαντα Αγίου Μαξίμου, Μερετάκης, τόμος 14Α, σελ. 159, κεφάλαιο 104!
«Όσα μετά Θεόν και εκ Θεού το είναι έχει, εξ ουσίας και ποιότητος, ήτουν δυνάμεως είναι, τουτέστιν: εξ ουσίας και συμβεβηκότος. Ει δε τούτο πάντως και η ψυχή, νους υπάρχουσα κατά την δύναμιν αυτής, έχει ως αγέννητον εαυτήν, εαυτώ γεννώντα γεννητώς, ως είναι τον λόγον τον εν τω νω και εκ του νου γεννώμενον άλλον αυτώ (από) εκείνον τον γεννώντα νουν μετά της (μαζί με την) κατά την γέννησιν ιδιότητος της μηδαμώς δεχομένης αντιστροφήν. Αυτός ουν ο λόγος ο ούτω και ων και γεννώμενος της υπουργού φύσεως (της υπηρέτριας) την φωνήν λαμβάνων, προφέρεται και γεννά λόγον εν άλλω νοΐ. Ου δημιουργών λόγον εν άλλω, αλλά διδούς είδους και μορφής δύναμιν προς το σχηματίσαι νόημα τω ακούοντι».
Εδώ στηρίζεται η άρνηση κάθε αναλογίας εκ μέρους των πατέρων. Η οποία καθίσταται όμως αναγκαία στους Ιησουίτες, καθώς απορρίπτουν την ουσία και την ψυχή, αφού προηγουμένως έχουν απορρίψει την Ουσία του Θεού. Αυτό είναι το πρόσωπο, το θεϊκό υποκείμενο, το οποίο αναλόγως της διάνοιάς μας μάς μεταφέρει τις γνώσεις που απέκτησε το Εγώ του Λουδοβίκου.
Ας δούμε και την αλήθεια περί ψυχής των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, που αδυνατεί να κατανοήσει η πολυμάθεια και η ημιμάθεια του Λουδοβίκου. Πλωτίνος, Εννεάδες, ΙΙ, 9, 15, Κατά Γνωστικών!
«15. Ας μην ξεχνούμε μάλιστα και τούτο το σημείο. Τί ποιούσιν ετούτοι οι λόγοι στις ψυχές όσων τους ακούνε, οι οποίοι πείθονται μ' αυτόν τον τρόπο να καταφρονούν τον κόσμο και όσα υπάρχουν σε αυτόν. Υπάρχουν δύο σχολές σκέψεως γύρω από τον τρόπο που μπορούμε να φθάσουμε τον σκοπό, το τέλος. Η μία θέτει την ηδονήν του σώματος, η δε άλλη θέτει το καλόν και την αρετήν, η όρεξις των οποίων προέρχεται από τον θεό και στον θεό επιστρέφει. Ο Επίκουρος μεν, από την στιγμή που διαγράφει την πρόνοια, μας καλεί να ακολουθήσουμε την ηδονήν και τις διασκεδάσεις, που είναι το μόνο που απομένει στον άνθρωπο. Αυτό το δόγμα όμως, με μεγάλη προχειρότητα (έτι νεανικώτερον) δεν σέβεται τον κύριο της πρόνοιας και την πρόνοια την ίδια και όλους τους νόμους του κόσμου μας και γελοιοποιεί και ατιμάζει ακόμη και την αρετή, την εκ παντός του χρόνου ανηυρημένην, που μας οδηγεί στην σωφροσύνη. Έτσι δεν μένει εδώ τίποτε καλόν να αποκτήσουμε. Επιπλέον αφαιρώντας την σωφροσύνη και την έμφυτο δικαιοσύνη που υπάρχει στα ήθη, η οποία τελειούται με τον λόγο και την άσκηση, αφαιρείται και κάθε τι που θα μπορούσε να κάνει έναν άνθρωπο σπουδαίο! Δεν μένει λοιπόν στον άνθρωπο, κατά τον Επίκουρο, παρά μόνον η ηδονή και μάλιστα η περί αυτού ηδονή (η ατομική) και τίποτε κοινό με τους άλλους ανθρώπους, παρά μόνον τα πράγματα της ανάγκης. Έτσι λοιπόν και για τους Γνωστικούς δεν υπάρχει τίποτε καλό εδώ κάτω, παρά μόνον μια κάποια πραγματικότης, η οποία όμως είναι ξένη μέσα στον κόσμο και στην οποία κάποια μέρα θα καταλήξουν. Αν είναι όμως αλήθεια ότι βρίσκονται ήδη μέσα στην Γνώση, θα έπρεπε να την έχουν ήδη κατακτήσει και να προσπαθούν να διορθώσουν ακριβώς αυτές τις συμπεριφορές, δεδομένου ότι είναι παιδιά θείας φύσεως, και δεδομένου ότι είναι ίδιον της θείας φύσεως να αποδέχεται το καλόν και να απορρίπτει την φυσική ηδονή. Επιπλέον όσοι δεν μετέχουν της αρετής δεν μπορούν να προχωρήσουν προς εκείνα τα αγαθά της θείας φύσεως. Απόδειξις δε αυτών είναι πως δεν έχουν συγγράψει ούτε μία πραγματεία περί αρετής! Αγνοώντας τον λόγον της αρετής (σήμερα θα λέγαμε την έννοια της αρετής, αλλά η έννοια δεν είναι λόγος και ο λόγος δεν είναι ορισμός), ούτε σε πόσα γένη διακρίνεται. Αγνοώντας ακόμη και την προέλευση αλλά και τον τρόπο που αποκτάται, και ακόμη περισσότερο αγνοώντας τον τρόπο με τον οποίο θεραπεύει και καθαίρει την ψυχή. Έτσι δεν ωφελεί σε τίποτα να λέμε "βλέπε προς θεόν", εάν δεν διδασκόμεθα πώς να βλέπουμε. Η αρετή λοιπόν μας προάγει στην τελειότητα και γεννιέται μέσα στην ψυχή μαζί με την σωφροσύνη και την σοφία και φανερώνει τον θεό! Άνευ δε αληθινής αρετής, θεός λεγόμενος όνομα εστιν».
Η έλλειψη διδασκαλίας περί αρετής λοιπόν, η οποία αναπτύσσεται μέσα στην ψυχή, συνδέεται με μιά αντι-κοσμική στάση, διότι αρνείται κάθε αξία στα πράγματα του κόσμου και επομένως και στις πράξεις τού ανθρώπου μέσα σε αυτόν τον κόσμο. Η αρετή είναι η καλύτερη δυνατή πραγματοποίηση των πολλαπλών δυνάμεων τής ψυχής, η ενεργοποίησή τους και η σχέση τους με τον κόσμο. Ενεργώντας σωστά, με τον σωστό τρόπο, στον σωστό χρόνο, ο άνθρωπος δεν πραγματοποιεί μόνον τις υποχρεώσεις του προς την κοινωνία και το κράτος, αλλά διατηρεί και την μορφή τής ψυχής του σε τέλεια κατάσταση, όπως το τρέξιμο κρατά σε φόρμα ένα άλογο ράτσας. Διότι μόνον στον άνθρωπο η φύση δεν πραγματοποιεί αυτομάτως τον εαυτό της.
Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί λοιπόν όταν χρησιμοποιούμε την σοφία των αρχαίων και την θεοπτία των Πατέρων. Διότι δεν είναι ατομικά κατορθώματα, αλλά οδηγούν στην ολοκλήρωση τής ανθρώπινης φύσεως και όχι μόνον. Και όχι στην ολοκλήρωση τής ουσίας. Ο Κύριος δεν ένωσε δύο ουσίες.
Πρίν προχωρήσουμε στο ίδιο το κείμενο, ας ξεκαθαρίσουμε για άλλη μιά φορά ποιός είναι ο σκοπός της ομάδος των νεο-Ιησουιτών, της οποίας ηγείται ο Ζηζιούλας: Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. H ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ. ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΣΑΝ ΚΑΡΠΟΥ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ. ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ.
...μετακινείται ολόκληρη η δογματική της σωτηρίας στην καθημερινότητα. Η οποία και αναλαμβάνει τον αγώνα της σωτηρίας: την ειρήνη, την οικολογική ισορροπία, την κάλυψη των βασικών οικονομικών αναγκών, την ποιότητα ζωής, και τα οποία εκλαμβάνονται πλέον σαν «αρραβώνας» μιας μέλλουσας, πιο πλούσιας μακαριότητας[ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΑ] (κάτι σαν τον Μουσουλμανικό παράδεισο).
Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν
«Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 1980
Γενικά, νιώθω όλο και πιο αποξενωμένος, απομακρυσμένος απ’ όσα έχω να κάνω. Παίζω όλους μου τους ρόλους – Σεμινάριο, θεολογία, Εκκλησία, Ρώσοι εμιγκρέδες, αλλά κυριολεκτικά «ρόλους». Δεν ξέρω πώς ν’ αποτιμήσω αυτούς τους ρόλους, τί είναι. Ίσως απλή τεμπελιά, ίσως κάτι βαθύτερο. Για να είμαι τίμιος, δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η αποξένωση δεν με κάνει δυστυχισμένο. Ουσιαστικά είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη μοίρα μου και δεν θα ήθελα κάποια άλλη. Κατά κάποιο τρόπο, μου αρέσει ο καθένας απ’ αυτούς τους ρόλους, ο καθένας απ’ αυτούς τους κόσμους, και μάλλον θα έπληττα αν τους στερούμουν. Αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Σκέφτομαι χονδρικά ως εξής: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά η πνευματική μου κρατιέται χαμηλά. Ναι, έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον όποιο τόσο προφανώς απαιτεί το Ευαγγέλιο.
Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που δεν το δέχεται.
Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά ερωτήματα!»
ΣΧΟΛΙΟ:Η παράδοση πρέπει να αποδιώχνει μόνο εκείνους που θέλουν να φέρουν ξένες εξελίξεις στην Εκκλησία, και να τις χαρακτηρίσουν ως χριστιανική διδασκαλία. Για τον λόγο αυτό λένε οι πατέρες της Εκκλησίας, πως τέτοια φαινόμενα είναι νεωτερισμοί. Ο Τερτυλλιανός χρησιμοποιεί μια έκφραση δανεισμένη από την νομική γλώσσα, την παραγραφή (Präskription, με την πάροδο του χρόνου εξασφαλίζεται η κατοχή, στην προκειμένη περίπτωση), με την οποία χαρακτηρίζει την καλώς θεμελιωμένη, από τους Αποστόλους καταγόμενη κατοχή της διδασκαλίας, και την μεταγενέστερη εμφάνιση μιας αίρεσης, που θέλει κατ΄αρχάς να διδάξει τον Χριστιανισμό, λες και δεν υπήρχε πριν από αυτήν, την χαρακτηρίζει ως σφετερισμό
. Η Εκκλησία δεν οικοδομήθηκε πάνω σε αυτή την περί Τριάδος διδασκαλία, ούτε πρόκειται να ποτέ να οικοδομηθεί.
Η πίστη δεν είναι μια πίστη στην αυθεντία, όπως μάς επιρρίπτουν οι σχολές των αιρετικών από τον δεύτερο αιώνα. Αλλά έχει όλη την αυθεντία για τον εαυτό του1. Η συμφωνία του με την πίστη όλων των εποχών είναι μια αναγκαία συνέπεια της ιδιαιτερότητας του Χριστιανισμού. Η ίδια αιτία δημιουργεί το ίδιο αποτέλεσμα: όλοι οι πιστοί έχουν μια συνείδηση, μια πίστη, γιατί την διαμορφώνει μια θεϊκή δύναμη. Αντίστροφα: μια διδασκαλία δεν είναι εσφαλμένη, επειδή εμφανίστηκε τον 3ο ή 4ο αιώνα. Αλλά γιατί, αν ήταν χριστιανική, θα έπρεπε είναι πάντα εκεί, έστω εν σπέρματι.
Το Άγιο Πνεύμα δεν διδάσκει αυτό που δεν ήταν και αυτό που δεν μπορεί να γίνει. Οι απορριφθείσες, εγωιστικές αναπαραστάσεις είναι απεχθείς για την παντοτινή συνείδηση των Χριστιανών, επομένως και για κάθε μεμονωμένο πιστό. Όταν λοιπόν αυτός απορρίπτει μια διδασκαλία, αυτό συμβαίνει, επειδή η διδασκαλία αυτή αντιτίθεται στην πιστή του συνείδηση. Με το να είναι όμως αντίθετη προς τη συνείδηση του, είναι αναγκαστικά αντίθετη και προς την γενική συνείδηση, γιατί η δική του δεν μπορεί να είναι άλλη παρά αυτή, και μια απορροή της: η απόρριψη εκ μέρους του των αιρέσεων αυτών, δεν είναι μια απώθηση λόγω απλής αυθεντίας, αλλά ζωντανής πίστεως, με την οποία εκείνη είναι αναγκαστικά συνδεδεμένη. Ο απομονωμένος πιστός όμως δεν θα μπορούσε να εφαρμόσει την απόρριψη κατά των ψευδοδιδασκάλων, γιατί αυτοί θα μπορούσαν να επικαλεστούν άμεσο φωτισμό ή να κάνουν χρήση του ίδιου με αυτόν δικαιώματος, εάν (για τον πιστό) δεν βρισκόταν στο πλευρό του η αδιάκοπη συνείδηση ολόκληρης της Εκκλησίας, ως ιστορική βάση.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου