ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ
...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν
Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας
Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση
B΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 18
Ειδικό Μέρος
Α. Ψυχαναγκασμός
Ἡ αὐτονομία τῶν ἀπωθημένων βιωμάτων
Ερώτηση: Μπορείτε νὰ μᾶς ἐξηγήσετε κάπως περισσότερο τι σημαίνει ψυχαναγκαστικός τρόπος ἐνεργείας;
Ψυχαναγκαστικός τρόπος θὰ πεῖ ὅτι δὲν κάνουμε ἐμεῖς θέλοντας αὐτό πού κάνουμε οὔτε, ἄν θέλετε, γίνεται ἐπειδὴ ἔ, νά, ὁ ἄνθρωπος κακός εἶναι καὶ ρέπει πρὸς τὸ κακό. Υπάρχει μιά ἀρρωστημένη κατάσταση, καὶ ἡ ἀρρωστημένη αὐτή κατάσταση δὲν ἐλέγχεται καὶ ἐνεργεῖ αὐτόνομα.
Δὲν ξέρω ἄν ἔχετε ὑπ' ὄψιν σας πώς ἡ ἀπώθηση τῶν βιωμάτων –ὅταν ἀπωθοῦνται δηλαδή ὁρισμένα βιώματα- ἔχει αὐτό το μεγάλο κακό, ὅτι αὐτὰ τὰ βιώματα ἀπωθούμενα δέν ἐξαφανίζονται. Ὑπάρχουν μέσα στο βάθος τῆς ψυχῆς καὶ ἐνεργοῦν ἀπὸ κεῖ αὐτόνομα, σὰν νὰ εἶναι ἕνας ἄλλος ἑαυτός μας. Ἐδῶ ἀκόμη καλύτερα μπορεῖ νὰ καταλάβει κανείς αὐτό που λέμε καὶ ἀπό ἄποψη πνευματική, ὅτι εἶναι ὁ ἕνας ἑαυτός μας, εἶναι καί ὁ ἄλλος ἑαυτός μας εἶναι ὁ νέος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, εἶναι καὶ ὁ παλαιός ἄνθρωπος. Ἀλλά ἐδῶ ἡ ὅλη πραγματικότητα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου ἔχει καί ἀρρωστημένο χαρακτήρα. Δηλαδή, στην περίπτωση τῆς ἀπωθήσεως το συνειδητό μας δέν ἀντέχει ἕνα βίωμα καὶ τὸ ἀπωθεῖ στο ὑποσυνείδητο καί στο ἀσυνείδητο. Ἀπό κεῖ καὶ πέρα τὸ συνειδητό δὲν ἀσκεῖ καμιά ἐξουσία πάνω στο βίωμα αὐτὸ οὔτε ἐκεῖνο τοῦ δίνει λογαριασμό, καὶ γι' αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἐλέγξουμε αὐτά. Σὰν νὰ εἶναι μια ξεχωριστή οντότητα καὶ σαν νὰ φτιάχνουν ἕναν δικό τους κόσμο καὶ ένεργοῦν ἀπὸ κεῖ μέσα αὐτόνομα. Το συνειδητό σ' αὐτὴ τὴν περίπτωση δὲν τὰ ἀφήνει να βγοῦν, ὥστε νὰ τὰ δεῖ κανείς καὶ νὰ τὰ συνειδητοποιήσει.
Ἡ ἀφύσικη συμπεριφορά, τρόπος ψυχικῆς «ισορροπίας»
Ερώτηση: Θα μπορούσατε νὰ ἀναφέρετε κάτι πιο συγκεκριμένο;
Να φέρουμε ἕνα παράδειγμα. Κάποιος στα παιδικά του χρόνια για κάποιους λόγους αἰσθάνεται -ὄχι ὅτι τὸ συνειδητοποιεῖ, ἀλλὰ τὸ ζεῖ ἔτσι πώς δὲν εἶναι σὰν τὰ ἄλλα παιδιά. Δηλαδή, δὲν τὰ καταφέρνει ὅπως τὰ ἄλλα παιδιά, δὲν μπορεῖ νὰ τὰ βγάλει πέρα ὅπως τὰ ἄλλα παιδιά -τοῦ λείπει ἡ μια ἱκανότητα, τοῦ λείπει ἡ ἄλλη ἱκανότητα- καὶ λίγο-λίγο βιώνει μια μειονεξία ἐν σχέσει μὲ τὰ ἄλλα παιδιά. Ὄχι ὅτι τὸ συνειδητοποιεί, ἀλλὰ τὸ ζεῖ αὐτό. Αὐτή ἡ κατάσταση τοῦ στοιχίζει, δεδομένου ὅτι δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ὕπαρξή του. Τοῦ στοιχίζει σημαίνει ὅτι ἔχει ὁδυνηρά βιώματα.
Τι γίνεται στην πράξη; Στην πράξη γίνονται δύο πράγματα. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, τὰ βιώματα αὐτά δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἀντέξει καὶ ἄθελά του, χωρίς να το καταλαβαίνει, ἀπωθοῦνται, ἀπωθοῦνται βαθιά στὴν ὑπαρξή του. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, ἀρχίζει να ἐνεργεῖ ἀνάλογα, ἔτσι ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ τὰ βγάλει πέρα, καθώς αἰσθάνεται μειονεκτικά. Δηλαδή, ἢ κανει κάποιες πονηριές ἢ κάθεται δειλό κάπου ή, ὅταν τὸ πειράζουν τὰ παιδιά, δὲν λέει τίποτε καὶ τὰ καταπίνει ὅλα, καὶ θὰ ἔλεγε κανείς: «Τί φρόνιμο παιδί εἶναι!», ἐνῶ δὲν εἶναι ἔτσι. Δὲν ἐκδηλώνεται κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο ἐπειδὴ εἶναι φρόνιμο, ἀλλά ἐπειδή δὲν ἀντέχει, καθώς δὲν τὰ βγάζει πέρα, καὶ μὲ αὐτούς τους τρόπους βρίσκει μια ισορροπία και μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Οπότε ἡ ὅλη συμπεριφορά του ἀρχίζει νὰ εἶναι κομπλεξική. Αὐτὸ θὰ πεῖ κομπλεξική συμπεριφορά: δηλαδή δέν εἶναι φυσιολογική. Ένα συνηθισμένο παιδί θὰ δείρει, θὰ τὸ δείρουν, θα θυμώσει, θα ξεθυμώσει, θα κλάψει, θα φοβηθεί, θα ξεφοβηθεί. Τοῦτο δῶ, ὄχι. Ζεῖ ἕνα δράμα μέσα του. Καὶ ἀφ' ἑνὸς ἀπωθεῖ τὰ ὀδυνηρά βιώματα κάθε στιγμή ζεῖ κανείς καὶ κάποιο βίωμα- καὶ ἀφ' ἑτέρου ἀνάλογα ἑλίσσεται καὶ συμπεριφέρεται, προκειμένου να τα βγάλει πέρα.
Ἡ ἀρετή, καμουφλάζ βαθύτερης ἀρρωστημένης καταστάσεως
Ερώτηση: Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔτσι ὀργανώνει τὴν ἄμυνά του;
Αὐτή εἶναι ἡ ἄμυνά του. Ἐνεργεῖ ἔτσι, γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα. Ὁ κωφάλαλος ἐπιστρατεύει τὴν αἴσθηση τῆς ὁράσεως. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔχει ἀνάγκη νὰ ἐξισορροπήσει τὴν ἔλλειψη τῆς ἀκοῆς καὶ τῆς ὁμιλίας, ἡ ὅραση γίνεται γι' αὐτὸν τὰ πάντα, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δὲν τῆς δίνουμε τόση σημασία. Σε κάποιον ποὺ δὲν ἔχει οὔτε ὅραση, ἡ ἀφή θὰ εἶναι γι' αὐτὸν τὰ πάντα. Τὰ δάκτυλά του σὰν νὰ ἔχουν μάτια, αὐτιά, γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα.
Ἔτσι, ἕνα παιδί ποὺ ἔχει οδυνηρά βιώματα, για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα στην καθημερινή ζωή -στο σχολείο, πρίν πάει στο σχολεῖο, ἀργότερα μπορεῖ νὰ ἐκμεταλλευθεῖ τὸν τύπο του, πού εἶναι ἡσυχαστικός τύπος, φρόνιμος, πού τα καταφέρνει στα γράμματα, πού εἶναι καλό παιδί, ἐνάρετο παιδί, καί αὐτὸ νὰ τὸ καλλιεργήσει. Ἀλλά θὰ τὸ καλλιεργήσει ψυχαναγκαστικῷ τῷ τρόπῳ, γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα. Καὶ ἐνῶ γιὰ τοὺς ἄλλους θὰ εἶναι ἕνα ἀγγελούδι, θα φαίνεται σαν ἅγιος ἄνθρωπος, στην πραγματικότητα ἡ ὅλη άσχημη ψυχαναγκαστική κατάσταση εἶναι πού το κάνει νὰ ἐκδηλώνεται ἔτσι.
Στην περίπτωση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ βλέπετε τί ἔγινε. Ἀνεπαίσθητα ὅλο το παιδί δίνεται σ' αὐτή τήν ἄμυνα, σ' αὐτό το μπλοκάρισμα, σ' αὐτή τη συμπλεγματική κατάσταση, στο κόμπλεξ αὐτό. Γιὰ τὰ ὀδυνηρά βιώματα τῆς μειονεξίας, ποὺ εἶναι ἀπωθημένα, δέν ξέρει τίποτε, δέν λέει τίποτε. Αὐτὰ τὰ ζεῖ μέσα του, ἀλλά ἐξωτερικά καὶ στὸ ἐπίπεδο τοῦ συνειδητοῦ εἶναι το καλό παιδί, τό φρόνιμο παιδί, ἕνα ἅγιο παιδί, ἕνα ἀγγελούδι.
Αὐτὸ τὸ ἔχει περί πολλοῦ καὶ κάνει τὸ πᾶν μὴν τυχόν δώσει ἀφορμή. Ἀπό μέσα ὅμως δουλεύουν ἐκεῖνα, χωρίς νὰ τὸ λογαριάζουν καθόλου. Ὁπότε ἡ ὅλη ἀρετή του εἶναι καμουφλάζ τῆς βαθύτερης καταστάσεως, καί ὅλη ἡ βαθύτερη κατάσταση εἶναι τροφή γιὰ τὴν ψεύτικη αὐτή ἀρετή.
Ἕνας ρόλος τῶν ὀνείρων
Ερώτηση: Αὐτὰ ὅλα τὰ μεῖον ὑποτίθεται ὅτι τά ἔχει το παιδί. Θα μποροῦσε νὰ ἀντιμετωπίζει την ψυχαναγκαστική κατάσταση κατά τρόπο σωστό, χωρίς νὰ τὰ ἔχει αὐτά;
Τώρα μιλοῦμε γιὰ ἀρρωστημένες καταστάσεις, γιά νοσηρές καταστάσεις. Βέβαια, δέν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀπὸ δῶ ὡς ἐκεῖ εἶναι σαφῶς ἀρρωστημένες καταστάσεις, καὶ ἀπό δῶ ὡς ἐκεῖ εἶναι σαφῶς μή ἀρρωστημένες καταστάσεις. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ ποῦμε εἶναι ὅτι οἱ μή ἀρρωστημένες καταστάσεις εἰσχωροῦν στὸν χῶρο τῶν ἀρρωστημένων καταστάσεων καὶ τὸ ἀντίθετο. Δηλαδή, δέν εἶναι κανείς ἐντελῶς-ἐντελῶς ἄρρωστος ἤ ἐντελῶς-ἐντελῶς ὑγιής. Επομένως, δέν λείπει ἀπό πουθενά μιά κάποια ἀρρωστημένη κατάσταση, σύμφωνα μὲ αὐτά πού ἔχουμε πεῖ.
Ἀκροατής: Τώρα καταλάβαμε πῶς τὸ συνειδητό δὲν ἐπιτρέπει νὰ φανεῖ ἡ ἀρρωστημένη κατάσταση. Ἔγινε τώρα συγκεκριμένο.
Ναί, βέβαια. Ποῦ νὰ ἀφήσει το συνειδητό, στην περίπτωση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ, νὰ βγοῦν αὐτά τά πράγματα! Ἐκτίθεται. Διότι μόνο αὐτό τά ἔζησε μικρούλικο. Ἀλλά, καθώς μεγαλώνει, καλλιεργεῖ τὴν ἁγιότητά του, τὴν ἀρετή του, τή φρονιμάδα του, ἐνῶ εἶναι κούφια ὅλα αὐτά. Τὸ ἴδιο δὲν τὸ καταλαβαίνει. Ποῦ νὰ ἀφήσει το συνειδητό να καταλάβει!
Γι' αὐτό καί τὰ διάφορα όνειρα βγαίνουν τη νύχτα, πού κοιμάται κανείς. Βγαίνουν, διότι κοιμάται το συνειδητό τότε, καὶ ὀργιάζουν τὰ βιώματα τοῦ ὑποσυνειδήτου. Καὶ ἀπό αὐτῆς τῆς ἀπόψεως – δέν ξέρω τί θὰ μοῦ πεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε- ἀπό ὅ,τι ἔχω καταλάβει, ὄχι διαβάζοντας ἀλλά πάνω στην πράξη, ἔχουν δίκαιο οἱ διάφοροι ποὺ ἀσχολήθηκαν καὶ μὲ τὰ ὄνειρα καὶ διά μέσου τῶν ὀνείρων –ὄχι ὡς ὀνειροκρίτες- μπόρεσαν καὶ ξεδιάλυναν μερικές ἀρρώστιες ὄχι δαιμονικῷ τῷ τρόπῳ, ἀλλὰ ἐμπειρικῷ τῷ τρόπῳ.
Ὅταν ἔρθει κάποιος καὶ μᾶς πεῖ: «Όλη τη νύχτα ἔβλεπα ὄνειρα ὅτι βρήκα καλό νερό καὶ ἔπινα νερό, βρῆκα τραπέζι στρωμένο, ἤθελα νὰ φάω ἀλλά δέν μποροῦσα να φάω, δὲν μὲ ἄφηναν να φάω», εἶναι φανερό ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ήταν νηστικός καὶ διψασμένος. Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια μπορεῖ νὰ ἐξιχνιάσει κανείς διά μέσου τῶν ὀνείρων μερικά βιώ ματα, τὰ ὁποῖα πῶς νὰ τὰ βροῦμε στο ὑποσυνείδητο, στο ἀσυνείδητο; Ἀλλά ἐπειδή κοιμᾶται το συνειδητό, διὰ τῶν ὀνείρων βγαίνουν αὐτά. Βγαίνουν βέβαια πολύ ἀλλοιωμένα. Εἶναι ὅπως οἱ φλούδες καρπουζιού, πεπονιοῦ, ποὺ ρίχνεις μέσα σε μια καταπακτή, καί ὕστερα ἀπό καιρό γίνονται πολτός, καὶ δὲν μοιάζουν καθόλου ὅτι ἦταν φλούδες καρπουζιοῦ ἡ φλούδες πεπονιού.
Πῶς ἡ μελαγχολία γίνεται μετάνοια καί ἡ μειονεξία ταπείνωση
Ερώτηση: Ὁ ψυχαναγκασμός στο πνευματικό ἐπίπεδο προέρχεται ἀποκλειστικά ἀπό ἀνθρώπους πού εἶναι στὸ ψυχολογικό ἐπίπεδο ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες ἤ εἶναι ἄσχετα τὰ δυό μεταξύ τους;
Κατ' ἀρχὴν –πῶς νὰ τὸ ποῦμε; το ὅτι μπερδεύεται τὸ ἕνα με το ἄλλο, μπερδεύεται. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει ψυχαναγκαστικές καταστάσεις, ζεῖ τὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς –ὅ,τι ζεῖ- πιό καθαρά, ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ψυχαναγκαστικές καταστάσεις, τα μπερδεύει κιόλας. Δηλαδή, ἐνῶ μερικά βιώματα ξεκινοῦν ἀπό ψυχαναγκαστικές καταστάσεις, αὐτός νομίζει ὅτι εἶναι πνευματικά. Ἕνας μελαγχολικός τύπος, για παράδειγμα, που ὅλο τὸν πιάνει μελαγχολία ἕνεκα τοῦ τύπου του, εὔκολα μελαγχολεῖ, ἕως ὅτου να το ξεπεράσει.
Αμα τὰ ξεπεράσει κανείς αὐτά, ὕστερα δέν ἔχουν καμιά θέση. Ἀλλά πότε θα τα ξεπεράσει; Ὁ μελαγχολικός τύπος κάθε τόσο αἰσθάνεται μελαγχολικά. Ἂν δὲν το ξεκαθαρίσει μέσα του και το μπερδεύει, θα νομίζει: «Α, ἔφυγε ἡ χάρη, γι' αὐτό αἰσθάνομαι μελαγ χολικά». Ἐνῶ δέν εἶναι ἔτσι. Ἕνας ἄλλος πού δέν εἶναι τύπος μελαγχολικός ἀλλὰ αἰσιόδοξος, δηλαδή ἔτσι εἶναι τὸ σκαρί του, αἰσθάνεται πιο καλά, ὄχι ὅμως διότι ἔχει πιο πολλή χάρη ἀπό ἐκεῖνον. Ὁ ἕνας αἰσθάνεται αἰσιόδοξος, ἐπειδή εἶναι ὁ τύπος του καί ὄχι ἐπειδή ἔχει χάρη, καὶ ὁ ἄλλος αἰσθάνεται μελαγχολικά, ἐπειδή εἶναι ὁ τύπος του καί ὄχι ἐπειδή τοῦ λείπει ἡ χάρη.
Ειδικό Μέρος
Α. Ψυχαναγκασμός
Ἡ αὐτονομία τῶν ἀπωθημένων βιωμάτων
Ερώτηση: Μπορείτε νὰ μᾶς ἐξηγήσετε κάπως περισσότερο τι σημαίνει ψυχαναγκαστικός τρόπος ἐνεργείας;
Ψυχαναγκαστικός τρόπος θὰ πεῖ ὅτι δὲν κάνουμε ἐμεῖς θέλοντας αὐτό πού κάνουμε οὔτε, ἄν θέλετε, γίνεται ἐπειδὴ ἔ, νά, ὁ ἄνθρωπος κακός εἶναι καὶ ρέπει πρὸς τὸ κακό. Υπάρχει μιά ἀρρωστημένη κατάσταση, καὶ ἡ ἀρρωστημένη αὐτή κατάσταση δὲν ἐλέγχεται καὶ ἐνεργεῖ αὐτόνομα.
Δὲν ξέρω ἄν ἔχετε ὑπ' ὄψιν σας πώς ἡ ἀπώθηση τῶν βιωμάτων –ὅταν ἀπωθοῦνται δηλαδή ὁρισμένα βιώματα- ἔχει αὐτό το μεγάλο κακό, ὅτι αὐτὰ τὰ βιώματα ἀπωθούμενα δέν ἐξαφανίζονται. Ὑπάρχουν μέσα στο βάθος τῆς ψυχῆς καὶ ἐνεργοῦν ἀπὸ κεῖ αὐτόνομα, σὰν νὰ εἶναι ἕνας ἄλλος ἑαυτός μας. Ἐδῶ ἀκόμη καλύτερα μπορεῖ νὰ καταλάβει κανείς αὐτό που λέμε καὶ ἀπό ἄποψη πνευματική, ὅτι εἶναι ὁ ἕνας ἑαυτός μας, εἶναι καί ὁ ἄλλος ἑαυτός μας εἶναι ὁ νέος ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος, εἶναι καὶ ὁ παλαιός ἄνθρωπος. Ἀλλά ἐδῶ ἡ ὅλη πραγματικότητα τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου ἔχει καί ἀρρωστημένο χαρακτήρα. Δηλαδή, στην περίπτωση τῆς ἀπωθήσεως το συνειδητό μας δέν ἀντέχει ἕνα βίωμα καὶ τὸ ἀπωθεῖ στο ὑποσυνείδητο καί στο ἀσυνείδητο. Ἀπό κεῖ καὶ πέρα τὸ συνειδητό δὲν ἀσκεῖ καμιά ἐξουσία πάνω στο βίωμα αὐτὸ οὔτε ἐκεῖνο τοῦ δίνει λογαριασμό, καὶ γι' αὐτὸ ἀκριβῶς δὲν μποροῦμε νὰ τὰ ἐλέγξουμε αὐτά. Σὰν νὰ εἶναι μια ξεχωριστή οντότητα καὶ σαν νὰ φτιάχνουν ἕναν δικό τους κόσμο καὶ ένεργοῦν ἀπὸ κεῖ μέσα αὐτόνομα. Το συνειδητό σ' αὐτὴ τὴν περίπτωση δὲν τὰ ἀφήνει να βγοῦν, ὥστε νὰ τὰ δεῖ κανείς καὶ νὰ τὰ συνειδητοποιήσει.
Ἡ ἀφύσικη συμπεριφορά, τρόπος ψυχικῆς «ισορροπίας»
Ερώτηση: Θα μπορούσατε νὰ ἀναφέρετε κάτι πιο συγκεκριμένο;
Να φέρουμε ἕνα παράδειγμα. Κάποιος στα παιδικά του χρόνια για κάποιους λόγους αἰσθάνεται -ὄχι ὅτι τὸ συνειδητοποιεῖ, ἀλλὰ τὸ ζεῖ ἔτσι πώς δὲν εἶναι σὰν τὰ ἄλλα παιδιά. Δηλαδή, δὲν τὰ καταφέρνει ὅπως τὰ ἄλλα παιδιά, δὲν μπορεῖ νὰ τὰ βγάλει πέρα ὅπως τὰ ἄλλα παιδιά -τοῦ λείπει ἡ μια ἱκανότητα, τοῦ λείπει ἡ ἄλλη ἱκανότητα- καὶ λίγο-λίγο βιώνει μια μειονεξία ἐν σχέσει μὲ τὰ ἄλλα παιδιά. Ὄχι ὅτι τὸ συνειδητοποιεί, ἀλλὰ τὸ ζεῖ αὐτό. Αὐτή ἡ κατάσταση τοῦ στοιχίζει, δεδομένου ὅτι δὲν εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν ὕπαρξή του. Τοῦ στοιχίζει σημαίνει ὅτι ἔχει ὁδυνηρά βιώματα.
Τι γίνεται στην πράξη; Στην πράξη γίνονται δύο πράγματα. Ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, τὰ βιώματα αὐτά δὲν μπορεῖ νὰ τὰ ἀντέξει καὶ ἄθελά του, χωρίς να το καταλαβαίνει, ἀπωθοῦνται, ἀπωθοῦνται βαθιά στὴν ὑπαρξή του. Ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος, ἀρχίζει να ἐνεργεῖ ἀνάλογα, ἔτσι ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ τὰ βγάλει πέρα, καθώς αἰσθάνεται μειονεκτικά. Δηλαδή, ἢ κανει κάποιες πονηριές ἢ κάθεται δειλό κάπου ή, ὅταν τὸ πειράζουν τὰ παιδιά, δὲν λέει τίποτε καὶ τὰ καταπίνει ὅλα, καὶ θὰ ἔλεγε κανείς: «Τί φρόνιμο παιδί εἶναι!», ἐνῶ δὲν εἶναι ἔτσι. Δὲν ἐκδηλώνεται κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο ἐπειδὴ εἶναι φρόνιμο, ἀλλά ἐπειδή δὲν ἀντέχει, καθώς δὲν τὰ βγάζει πέρα, καὶ μὲ αὐτούς τους τρόπους βρίσκει μια ισορροπία και μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Οπότε ἡ ὅλη συμπεριφορά του ἀρχίζει νὰ εἶναι κομπλεξική. Αὐτὸ θὰ πεῖ κομπλεξική συμπεριφορά: δηλαδή δέν εἶναι φυσιολογική. Ένα συνηθισμένο παιδί θὰ δείρει, θὰ τὸ δείρουν, θα θυμώσει, θα ξεθυμώσει, θα κλάψει, θα φοβηθεί, θα ξεφοβηθεί. Τοῦτο δῶ, ὄχι. Ζεῖ ἕνα δράμα μέσα του. Καὶ ἀφ' ἑνὸς ἀπωθεῖ τὰ ὀδυνηρά βιώματα κάθε στιγμή ζεῖ κανείς καὶ κάποιο βίωμα- καὶ ἀφ' ἑτέρου ἀνάλογα ἑλίσσεται καὶ συμπεριφέρεται, προκειμένου να τα βγάλει πέρα.
Ἡ ἀρετή, καμουφλάζ βαθύτερης ἀρρωστημένης καταστάσεως
Ερώτηση: Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἔτσι ὀργανώνει τὴν ἄμυνά του;
Αὐτή εἶναι ἡ ἄμυνά του. Ἐνεργεῖ ἔτσι, γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα. Ὁ κωφάλαλος ἐπιστρατεύει τὴν αἴσθηση τῆς ὁράσεως. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔχει ἀνάγκη νὰ ἐξισορροπήσει τὴν ἔλλειψη τῆς ἀκοῆς καὶ τῆς ὁμιλίας, ἡ ὅραση γίνεται γι' αὐτὸν τὰ πάντα, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δὲν τῆς δίνουμε τόση σημασία. Σε κάποιον ποὺ δὲν ἔχει οὔτε ὅραση, ἡ ἀφή θὰ εἶναι γι' αὐτὸν τὰ πάντα. Τὰ δάκτυλά του σὰν νὰ ἔχουν μάτια, αὐτιά, γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα.
Ἔτσι, ἕνα παιδί ποὺ ἔχει οδυνηρά βιώματα, για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα στην καθημερινή ζωή -στο σχολείο, πρίν πάει στο σχολεῖο, ἀργότερα μπορεῖ νὰ ἐκμεταλλευθεῖ τὸν τύπο του, πού εἶναι ἡσυχαστικός τύπος, φρόνιμος, πού τα καταφέρνει στα γράμματα, πού εἶναι καλό παιδί, ἐνάρετο παιδί, καί αὐτὸ νὰ τὸ καλλιεργήσει. Ἀλλά θὰ τὸ καλλιεργήσει ψυχαναγκαστικῷ τῷ τρόπῳ, γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα. Καὶ ἐνῶ γιὰ τοὺς ἄλλους θὰ εἶναι ἕνα ἀγγελούδι, θα φαίνεται σαν ἅγιος ἄνθρωπος, στην πραγματικότητα ἡ ὅλη άσχημη ψυχαναγκαστική κατάσταση εἶναι πού το κάνει νὰ ἐκδηλώνεται ἔτσι.
Στην περίπτωση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ βλέπετε τί ἔγινε. Ἀνεπαίσθητα ὅλο το παιδί δίνεται σ' αὐτή τήν ἄμυνα, σ' αὐτό το μπλοκάρισμα, σ' αὐτή τη συμπλεγματική κατάσταση, στο κόμπλεξ αὐτό. Γιὰ τὰ ὀδυνηρά βιώματα τῆς μειονεξίας, ποὺ εἶναι ἀπωθημένα, δέν ξέρει τίποτε, δέν λέει τίποτε. Αὐτὰ τὰ ζεῖ μέσα του, ἀλλά ἐξωτερικά καὶ στὸ ἐπίπεδο τοῦ συνειδητοῦ εἶναι το καλό παιδί, τό φρόνιμο παιδί, ἕνα ἅγιο παιδί, ἕνα ἀγγελούδι.
Αὐτὸ τὸ ἔχει περί πολλοῦ καὶ κάνει τὸ πᾶν μὴν τυχόν δώσει ἀφορμή. Ἀπό μέσα ὅμως δουλεύουν ἐκεῖνα, χωρίς νὰ τὸ λογαριάζουν καθόλου. Ὁπότε ἡ ὅλη ἀρετή του εἶναι καμουφλάζ τῆς βαθύτερης καταστάσεως, καί ὅλη ἡ βαθύτερη κατάσταση εἶναι τροφή γιὰ τὴν ψεύτικη αὐτή ἀρετή.
Ἕνας ρόλος τῶν ὀνείρων
Ερώτηση: Αὐτὰ ὅλα τὰ μεῖον ὑποτίθεται ὅτι τά ἔχει το παιδί. Θα μποροῦσε νὰ ἀντιμετωπίζει την ψυχαναγκαστική κατάσταση κατά τρόπο σωστό, χωρίς νὰ τὰ ἔχει αὐτά;
Τώρα μιλοῦμε γιὰ ἀρρωστημένες καταστάσεις, γιά νοσηρές καταστάσεις. Βέβαια, δέν μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀπὸ δῶ ὡς ἐκεῖ εἶναι σαφῶς ἀρρωστημένες καταστάσεις, καὶ ἀπό δῶ ὡς ἐκεῖ εἶναι σαφῶς μή ἀρρωστημένες καταστάσεις. Ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο μποροῦμε νὰ ποῦμε εἶναι ὅτι οἱ μή ἀρρωστημένες καταστάσεις εἰσχωροῦν στὸν χῶρο τῶν ἀρρωστημένων καταστάσεων καὶ τὸ ἀντίθετο. Δηλαδή, δέν εἶναι κανείς ἐντελῶς-ἐντελῶς ἄρρωστος ἤ ἐντελῶς-ἐντελῶς ὑγιής. Επομένως, δέν λείπει ἀπό πουθενά μιά κάποια ἀρρωστημένη κατάσταση, σύμφωνα μὲ αὐτά πού ἔχουμε πεῖ.
Ἀκροατής: Τώρα καταλάβαμε πῶς τὸ συνειδητό δὲν ἐπιτρέπει νὰ φανεῖ ἡ ἀρρωστημένη κατάσταση. Ἔγινε τώρα συγκεκριμένο.
Ναί, βέβαια. Ποῦ νὰ ἀφήσει το συνειδητό, στην περίπτωση αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ, νὰ βγοῦν αὐτά τά πράγματα! Ἐκτίθεται. Διότι μόνο αὐτό τά ἔζησε μικρούλικο. Ἀλλά, καθώς μεγαλώνει, καλλιεργεῖ τὴν ἁγιότητά του, τὴν ἀρετή του, τή φρονιμάδα του, ἐνῶ εἶναι κούφια ὅλα αὐτά. Τὸ ἴδιο δὲν τὸ καταλαβαίνει. Ποῦ νὰ ἀφήσει το συνειδητό να καταλάβει!
Γι' αὐτό καί τὰ διάφορα όνειρα βγαίνουν τη νύχτα, πού κοιμάται κανείς. Βγαίνουν, διότι κοιμάται το συνειδητό τότε, καὶ ὀργιάζουν τὰ βιώματα τοῦ ὑποσυνειδήτου. Καὶ ἀπό αὐτῆς τῆς ἀπόψεως – δέν ξέρω τί θὰ μοῦ πεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε- ἀπό ὅ,τι ἔχω καταλάβει, ὄχι διαβάζοντας ἀλλά πάνω στην πράξη, ἔχουν δίκαιο οἱ διάφοροι ποὺ ἀσχολήθηκαν καὶ μὲ τὰ ὄνειρα καὶ διά μέσου τῶν ὀνείρων –ὄχι ὡς ὀνειροκρίτες- μπόρεσαν καὶ ξεδιάλυναν μερικές ἀρρώστιες ὄχι δαιμονικῷ τῷ τρόπῳ, ἀλλὰ ἐμπειρικῷ τῷ τρόπῳ.
Ὅταν ἔρθει κάποιος καὶ μᾶς πεῖ: «Όλη τη νύχτα ἔβλεπα ὄνειρα ὅτι βρήκα καλό νερό καὶ ἔπινα νερό, βρῆκα τραπέζι στρωμένο, ἤθελα νὰ φάω ἀλλά δέν μποροῦσα να φάω, δὲν μὲ ἄφηναν να φάω», εἶναι φανερό ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ήταν νηστικός καὶ διψασμένος. Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια μπορεῖ νὰ ἐξιχνιάσει κανείς διά μέσου τῶν ὀνείρων μερικά βιώ ματα, τὰ ὁποῖα πῶς νὰ τὰ βροῦμε στο ὑποσυνείδητο, στο ἀσυνείδητο; Ἀλλά ἐπειδή κοιμᾶται το συνειδητό, διὰ τῶν ὀνείρων βγαίνουν αὐτά. Βγαίνουν βέβαια πολύ ἀλλοιωμένα. Εἶναι ὅπως οἱ φλούδες καρπουζιού, πεπονιοῦ, ποὺ ρίχνεις μέσα σε μια καταπακτή, καί ὕστερα ἀπό καιρό γίνονται πολτός, καὶ δὲν μοιάζουν καθόλου ὅτι ἦταν φλούδες καρπουζιοῦ ἡ φλούδες πεπονιού.
Πῶς ἡ μελαγχολία γίνεται μετάνοια καί ἡ μειονεξία ταπείνωση
Ερώτηση: Ὁ ψυχαναγκασμός στο πνευματικό ἐπίπεδο προέρχεται ἀποκλειστικά ἀπό ἀνθρώπους πού εἶναι στὸ ψυχολογικό ἐπίπεδο ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες ἤ εἶναι ἄσχετα τὰ δυό μεταξύ τους;
Κατ' ἀρχὴν –πῶς νὰ τὸ ποῦμε; το ὅτι μπερδεύεται τὸ ἕνα με το ἄλλο, μπερδεύεται. Ἀλλά ὁ ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἔχει ψυχαναγκαστικές καταστάσεις, ζεῖ τὰ τῆς πνευματικῆς ζωῆς –ὅ,τι ζεῖ- πιό καθαρά, ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ψυχαναγκαστικές καταστάσεις, τα μπερδεύει κιόλας. Δηλαδή, ἐνῶ μερικά βιώματα ξεκινοῦν ἀπό ψυχαναγκαστικές καταστάσεις, αὐτός νομίζει ὅτι εἶναι πνευματικά. Ἕνας μελαγχολικός τύπος, για παράδειγμα, που ὅλο τὸν πιάνει μελαγχολία ἕνεκα τοῦ τύπου του, εὔκολα μελαγχολεῖ, ἕως ὅτου να το ξεπεράσει.
Αμα τὰ ξεπεράσει κανείς αὐτά, ὕστερα δέν ἔχουν καμιά θέση. Ἀλλά πότε θα τα ξεπεράσει; Ὁ μελαγχολικός τύπος κάθε τόσο αἰσθάνεται μελαγχολικά. Ἂν δὲν το ξεκαθαρίσει μέσα του και το μπερδεύει, θα νομίζει: «Α, ἔφυγε ἡ χάρη, γι' αὐτό αἰσθάνομαι μελαγ χολικά». Ἐνῶ δέν εἶναι ἔτσι. Ἕνας ἄλλος πού δέν εἶναι τύπος μελαγχολικός ἀλλὰ αἰσιόδοξος, δηλαδή ἔτσι εἶναι τὸ σκαρί του, αἰσθάνεται πιο καλά, ὄχι ὅμως διότι ἔχει πιο πολλή χάρη ἀπό ἐκεῖνον. Ὁ ἕνας αἰσθάνεται αἰσιόδοξος, ἐπειδή εἶναι ὁ τύπος του καί ὄχι ἐπειδή ἔχει χάρη, καὶ ὁ ἄλλος αἰσθάνεται μελαγχολικά, ἐπειδή εἶναι ὁ τύπος του καί ὄχι ἐπειδή τοῦ λείπει ἡ χάρη.
Αμα τὰ ξέρει κανείς αὐτά, μετά ἐνεργεῖ σωστά. Τοῦ ἔρχεται μελαγχολική διάθεση, ἀλλὰ δὲν τὸν πειράζει, δὲν στενοχωριέται κάνει ὑπομονή λέγοντας: «Ε, σε ξέρω, ἑαυτέ μου».
Με την εὐκαιρία αὐτὴ νὰ ποῦμε τὸ ἑξῆς: Ἕνας πού προσεύχεται, ἐφόσον δέν προσεύχεται σωστά, ἀλλά προσεύχεται μόνο και μόνο για να νιώσει κάτι, εἶναι ἐνδεχόμενο να νιώσει μέν κάτι, ὅμως αὐτὸ ποὺ θα νιώσει δὲν θὰ εἶναι ἡ παρουσία τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως θα νομίσει αὐτός, ἀλλά ἕνα ψυχολογικό βίωμα. Ἢ, ἄλλη φορά μπορεῖ νὰ νιώσει κανείς μιά λύπη, μια μελαγχολία, ἕνα κενό κατά τη διάρκεια τῆς προσευχῆς καὶ νὰ νομίζει ὅτι εἶναι ἔλλειψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα καθαρά ψυχολογικῆς φύσεως βίωμα. Καί στη μια καὶ στὴν ἄλλη περίπτωση ἁπλῶς ὑπάρχουν μέσα στην ψυχή ἀνάλογες ψυχολογικές καταστάσεις. Δὲν πρέπει να τα μπερδεύουμε αὐτά πάντοτε με τη χάρη τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, μπορεῖ νὰ ἔχει κανείς ψυχολογικῆς φύσεως εὐφορία καί νά νομίζει ὅτι εἶναι ἐντάξει μὲ τὸν Θεό, ὅτι ἔχει τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπιδοκιμασία τοῦ Θεοῦ, καί αὐτὸ νὰ εἶναι μια ψευδαίσθηση. Ή, μπο-ρεῖ νὰ αἰσθάνεται μια μελαγχολία, ἕνα κενό, και να νομίζει ὅτι λείπει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τὸ θέμα δέν εἶναι ὅτι λείπει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὅτι πάλι ψυχολογικῷ τῷ τρόπῳ ἔχει κάποιες ἀκαταστασίες μέσα του. Ὁ Θεός ἐπιτρέπει νὰ εἴμαστε μελαγχολικοί, να εἴμαστε τοῦτο ἤ ἐκεῖνο. Ὅπως ἔχουμε πεῖ, ὅταν και νείς λίγο γνωρίσει τὸν ἑαυτό του καί καταφύγει στον Θεό καὶ κάνει τὸν πνευματικό του αγώνα, μετά ὅλη ἡ μελαγχολία γίνεται μετάνοια, ὅλο τὸ αἴσθημα μειονεκτικότητος γίνεται ταπείνωση, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἀρνητικές καταστάσεις. Θα τολμούσα νὰ πῶ ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔχει αἴσθημα μειονεκτικότητος ἔχει ἕτοιμη ταπείνωση, γιὰ τὴν ὁποία ἕνας ἄλλος μπορεῖ νὰ χρειαστεῖ ἑκατό χρόνια νὰ ἀγωνίζεται για να τὴν ἀποκτήσει. Ἀρκεῖ νὰ καταλάβει πῶς ἔχουν τὰ πράγματα καὶ νὰ θελήσει νὰ τὰ δεχθεῖ. Οπότε, ἅμα εἶναι χαρά ἅμα γίνει γίνει ἡ μελαγχολία μετάνοια, εἶναι τὸ αἴσθημα μειονεκτικότητος ταπείνωση, εἶναι λύτρωση καὶ ὄχι ψυχαναγκασμός ἢ κάτι παρόμοιο.
Αύγουστος 1988
Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχουν αἰσθήματα ἐνοχῆς.
Συνεχίζεται με
Β΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εἰδικό Μέρος
β΄. Αἴσθημα κατωτερότητος
Ὁμιλίες σε συνάξεις νέων
Με την εὐκαιρία αὐτὴ νὰ ποῦμε τὸ ἑξῆς: Ἕνας πού προσεύχεται, ἐφόσον δέν προσεύχεται σωστά, ἀλλά προσεύχεται μόνο και μόνο για να νιώσει κάτι, εἶναι ἐνδεχόμενο να νιώσει μέν κάτι, ὅμως αὐτὸ ποὺ θα νιώσει δὲν θὰ εἶναι ἡ παρουσία τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως θα νομίσει αὐτός, ἀλλά ἕνα ψυχολογικό βίωμα. Ἢ, ἄλλη φορά μπορεῖ νὰ νιώσει κανείς μιά λύπη, μια μελαγχολία, ἕνα κενό κατά τη διάρκεια τῆς προσευχῆς καὶ νὰ νομίζει ὅτι εἶναι ἔλλειψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ μπορεῖ νὰ εἶναι ἕνα καθαρά ψυχολογικῆς φύσεως βίωμα. Καί στη μια καὶ στὴν ἄλλη περίπτωση ἁπλῶς ὑπάρχουν μέσα στην ψυχή ἀνάλογες ψυχολογικές καταστάσεις. Δὲν πρέπει να τα μπερδεύουμε αὐτά πάντοτε με τη χάρη τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, μπορεῖ νὰ ἔχει κανείς ψυχολογικῆς φύσεως εὐφορία καί νά νομίζει ὅτι εἶναι ἐντάξει μὲ τὸν Θεό, ὅτι ἔχει τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπιδοκιμασία τοῦ Θεοῦ, καί αὐτὸ νὰ εἶναι μια ψευδαίσθηση. Ή, μπο-ρεῖ νὰ αἰσθάνεται μια μελαγχολία, ἕνα κενό, και να νομίζει ὅτι λείπει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ τὸ θέμα δέν εἶναι ὅτι λείπει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ ὅτι πάλι ψυχολογικῷ τῷ τρόπῳ ἔχει κάποιες ἀκαταστασίες μέσα του. Ὁ Θεός ἐπιτρέπει νὰ εἴμαστε μελαγχολικοί, να εἴμαστε τοῦτο ἤ ἐκεῖνο. Ὅπως ἔχουμε πεῖ, ὅταν και νείς λίγο γνωρίσει τὸν ἑαυτό του καί καταφύγει στον Θεό καὶ κάνει τὸν πνευματικό του αγώνα, μετά ὅλη ἡ μελαγχολία γίνεται μετάνοια, ὅλο τὸ αἴσθημα μειονεκτικότητος γίνεται ταπείνωση, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἀρνητικές καταστάσεις. Θα τολμούσα νὰ πῶ ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔχει αἴσθημα μειονεκτικότητος ἔχει ἕτοιμη ταπείνωση, γιὰ τὴν ὁποία ἕνας ἄλλος μπορεῖ νὰ χρειαστεῖ ἑκατό χρόνια νὰ ἀγωνίζεται για να τὴν ἀποκτήσει. Ἀρκεῖ νὰ καταλάβει πῶς ἔχουν τὰ πράγματα καὶ νὰ θελήσει νὰ τὰ δεχθεῖ. Οπότε, ἅμα εἶναι χαρά ἅμα γίνει γίνει ἡ μελαγχολία μετάνοια, εἶναι τὸ αἴσθημα μειονεκτικότητος ταπείνωση, εἶναι λύτρωση καὶ ὄχι ψυχαναγκασμός ἢ κάτι παρόμοιο.
Αύγουστος 1988
Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχουν αἰσθήματα ἐνοχῆς.
Συνεχίζεται με
Β΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εἰδικό Μέρος
β΄. Αἴσθημα κατωτερότητος
Ὁμιλίες σε συνάξεις νέων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου