Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2025

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A (27)

Συνέχεια από:Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2025

ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A

ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ
...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν
Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας

Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση

B΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 17

Ειδικό Μέρος


Α. Ψυχαναγκασμός
Τί εἶναι ψυχαναγκασμός

Ψυχαναγκασμός τί εἶναι; Νὰ ἀναφέρω ἕνα πα-ράδειγμα. Θὰ ἔχετε προσέξει μερικές φορές ὅτι στο ξενοδοχείο πού μένουμε, ἐπισκεπτόμενοι μια ξένη χώρα, ὅταν φεύγουμε, βλέπουμε, ξαναβλέπουμε μή πως τυχόν ἀφήσαμε κάτι. Και κάποιος μπορεῖ νὰ βγεῖ ἀπό τὸ δωμάτιο, να το κλειδώσει καὶ πάλι να ξαναμπεῖ μέσα νὰ δεῖ. «Ἂς κοιτάξω ἀκόμη μια φορά μήπως ἄφησα κάτι». Αὐτό τό κάνει κανείς μερικές φορές καί στο σπίτι του.

Ἂς ποῦμε, θέλετε νὰ πᾶτε κάπου ἕνα βράδυ ἤ φεύγετε πρωί καί θά γυρίσετε βράδυ ἤ καμιά φορά φεύγετε για μέρες. Ετοιμαστήκατε, ἐλέγξατε προσε-κτικά, κλειδώσατε το σπίτι καί βγαίνετε ἔξω. Καὶ κά-ποια στιγμή λέτε: «Ἂς δῶ ἀκόμη μιά φορά. Έκλεισα το ψυγεῖο, ἔκλεισα το πλυντήριο, ἔκλεισα τον κεντρικό διακόπτη;» Βεβαιώνεστε ἀκόμη μιά φορά ὅτι ὅλα εἶναι ἐντάξει, καί φεύγετε. Ως αὐτό τό σημεῖο ἐνεργεῖ ἐλεύθερα κανείς. Ὡς ἐλεύθερος ἄνθρωπος λέει: «Ἂν-θρωπος εἶμαι· μπορεῖ κάτι νὰ μοῦ ξέφυγε, κάτι να πα-ρέλειψα. Ἄς τὰ δῶ ἀκόμη μιά φορά, να φύγω ἥσυχος». Ἀναφέρω ἕνα χτυπητό παράδειγμα, για να μπορέσουμε να καταλάβουμε καλύτερα καὶ ἄλλα πού δέν εἶναι τόσο χτυπητά. Θα ξέρετε, θά ἔχετε ἀκούσει ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι, ἀρρωστημένοι τύποι, πού ένερ-γοῦν καταναγκαστικῷ τῷ τρόπῳ. Τα βλέπουν ὅλα ἕνα-ἕνα, τὰ ἐλέγχουν, βεβαιώνονται ὅτι εἶναι ἐντάξει, βγαίνουν ἔξω, ξεκινοῦν, καί τίθεται σε ἐνέργεια ἡ ψυχαναγκαστική λειτουργία μέσα τους, ἡ ψυχαναγ καστική αὐτή κατάσταση, ὁπότε πάλι ξαναμπαί νουν μέσα καί πάλι τα βλέπουν, τὰ ἐλέγχουν ὅλα, καί πάλι ξαναμπαίνουν και πάλι βλέπουν. Καί καμιά φορά, ἂν δὲν εἶναι κάποιος μαζί τους νὰ τοὺς πάρει ἀπό τό χέρι να φύγουν, δέν φεύγουν. Ἄλλος πλένει, ξαναπλένει τα χέρια του. Αὐτὰ ἔχουν ψυχαναγκα στικό χαρακτήρα.

Ἂς ἔρθουμε σὲ ἄλλα μικροπαραδείγματα, τα ὁποῖα δὲν εἶναι τόσο χτυπητά. Γιὰ τὸν ἄλφα ἢ βῆτα λόγο θέλεις να δίνεις τὴν ἐντύπωση ὅτι ἔχεις προ θυμία, ὅτι προσέχεις αὐτά πού σοῦ λέει ὁ πνευμα. τικός σου, ὅτι τὰ καταλαβαίνεις, ὅτι ἀνταποκρίνεσαι ἀμέσως. Πρέπει νὰ ἐξηγήσω τί ἐννοῶ λέγοντας για τὸν ἄλφα ἤ βῆτα λόγο. Ἄς ποῦμε, ἕνεκα ἐσωτερικῆς ἀρρωστημένης καταστάσεως αὐτὸ σοῦ εἶναι ἀπα ραίτητο. Δὲν μπορεῖς νὰ ζήσεις διαφορετικά, δέν μπορεῖς νὰ κάνεις διαφορετικά. Δέν μπορεῖς νὰ ζήσεις ὄχι μὲ τὴν ἔννοια την πνευματική, ἀλλά ἀπό ἄποψη ψυχολογική. Δηλαδή, ἐὰν δὲν αἰσθάνεσαι ὅτι εἶσαι ἐντάξει, σαν να μένεις στο κενό και προθυμοποιεῖσαι νὰ ἀνταποκριθεῖς, γιὰ νὰ εἶσαι ἐντάξει. Σ' αὐτή την περίπτωση οἱ ἐκδηλώσεις σου, οἱ ἐνέργειές σου θὰ ἔχουν ψυχαναγκαστικό χαρακτήρα. Καί ἡ ἐξομολόγησή σου θὰ εἶναι ἔτσι ποὺ θὰ ἔχει ψυ χαναγκαστικό χαρακτήρα.

Ὁπότε, ἐνῶ ἀπό τὸ ἕνα μέρος ἔχεις τὴν ἐντύπωση –ἤ μπορεῖ νὰ φαίνεται αὐτό καί σε τρίτους-ὅτι και καταλαβαίνεις καὶ ἀνταποκρίνεσαι καί προ-θυμοποιεῖσαι καὶ ἀγωνίζεσαι, ἀπό τὸ ἄλλο μέρος δέν ἔχεις σωστή κοινωνία, δέν ἔχεις σωστή συνερ-γασία, δὲν ἔχεις τελικά πνευματική προκοπή, πνευ ματική πρόοδο· καὶ μπορεῖ νὰ διερωτᾶσαι τί φταίει. Αὐτό τό ὁποῖο φταίει εἶναι τὸ ὅτι παρά τους κόπους σου, παρά την καλή σου διάθεση, δέν ἐνεργεῖς σωστά. Κάπου δηλαδή ἡ ψυχή σου μπλοκάρεται, μπερδεύεται, καὶ δὲν γκρεμίζονται μερικά πράγματα πού πρέπει να γκρεμιστοῦν μέσα σου, γιά νά ἀνοίξει ὁ δρόμος, νὰ ἀνοίξει ἡ ψυχή. Κάποια ψυχή κάπως ἔτσι λειτουργεῖ· κάποια ἄλλη μπορεί να λειτουργεί ἀλλιῶς.

Το παράδειγμα μὲ τὰ δέκα μουλάρια καὶ ἡ ἐφαρμογή του

Θὰ σᾶς πῶ ἕνα ἄλλο παράδειγμα. Κάποιος είχε δέκα μουλάρια. Ὅταν δὲν ἦταν πάνω στο μουλάρι, ἔβλεπε ὅλα τὰ ζῶα μπροστά του τὰ μετρούσε, καὶ ἦταν δέκα. Ὅταν ὅμως ήταν πάνω στο μουλάρι, τα μετροῦσε καὶ ἦταν ἐννέα. «Τι γίνεται, ἔλεγε, τί γίνε ται; Αὐτὰ τὰ μέτρησα καὶ ἦταν δέκα. Τώρα πῶς εἰ ναι ἐννέα;» Τι συνέβαινε; Ἀπλούστατα δέν μετροῦσε ἐκεῖνο πάνω στό ὁποῖο καθόταν.

Ὅπως θὰ ἔχετε προσέξει, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι σχεδόν δὲν ὑπάρχει ἐξαίρεση- εἴμαστε παγιδευμένοι στον ἑαυτό μας, μπλοκαρισμένοι ἀπό τὸν ἑαυτό μας, αἰχμάλωτοι τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἄλλος ἔτσι, ἄλλος άλλιῶς. Σε κάποιον ἡ ὅλη ψυχή του λειτουργεῖ ἔτσι, πού δέν μπορεῖ νὰ σταθεί στα πόδια του μὲ τὴν ἔννοια ποὺ εἴπαμε προηγουμένως- καὶ ἀπό κάπου πρέπει να γραπωθεῖ, γιὰ νὰ σταθεί λίγο στα πόδια του. Επομένως, αὐτός ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ μέν να κάνει ἄλλες προσπάθειες, ἀλλά αὐτὸ τὸ ἀδύνατο σημεῖο δέν θὰ τὸ θίξει ποτέ, διότι ἡ ὕπαρξή του γαντζώθηκε ἐκεῖ ποὺ γαντζώθηκε, γραπώθηκε ἀπό ὅπου γραπώθηκε καί ὑπάρχει χάρις σ' αὐτό. Ὅσες φορές κι ἄν ἀκούει, ὅσο κι ἂν καταλαβαίνει, ὅσο κι ἄν λέει «κατάλαβα, θά ἀγωνιστῶ», αὐτὸ τὸ σημεῖο δέν πρόκειται νὰ τὸ θίξει, δὲν θὰ τὸ ἀγγίξει καθόλου, δέν θὰ τὸ πειράξει. Μετράει μόνο τὰ ἐννέα μουλάρια Ἄλλος ἔχει καλλιεργήσει μια ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του, ὅτι αὐτός εἶναι τὸ κάτι ἄλλο. Το καλλιέργησε για πολλούς καὶ διαφόρους λόγους, ἔτσι ἡ ἀλλιῶς, Αὐτὸς καὶ ἐξομολογήσεις να κάνει καί προσπάθειες νὰ κάνει καὶ διαβάσματα να κάνει καὶ νὰ πάει καὶ νὰ ἔρθει καὶ νὰ ἀκούσει, αὐτό το θέμα δὲν τὸ θίγει. Ὄχι ὅτι τὸ κάνει ἐν γνώσει του τίς περισσότερες φορές ἐν ἀγνοίᾳ του, μὲ τὴν ἔννοια δηλαδή ὅτι εἶναι δεδομένο αὐτό, τελείωσε. Δεν πάει καθόλου το μυα-λό του να μετρήσει το μουλάρι πού ἱππεύει. Μετράει μόνο τὰ ἐννέα. Δέν πάει καθόλου το μυαλό του ότι ὑπάρχει καὶ ἕνα μουλάρι κάτω ἀπό τά πόδια του.

Μπορεῖ ἑπομένως κανείς νὰ ἀκούσει μερικά πράγματα, να τα καταλάβει, νὰ τὰ δεχθεῖ, νὰ τά ἐπεξεργασθεῖ, νὰ τὰ ἀφομοιώσει, νὰ τὰ θέσει σε ἐφαρμογή, ἀλλά μέχρι τοῦ σημείου πού δέν θίγουν αὐτό το μπλοκάρισμα πού ἔχει μὲ τὸν ἑαυτό του, αὐτὴ τὴν αἰχμαλωσία ποὺ ἔχει ἀπό τὸν ἑαυτό του, τὴν ταύτιση πού ἔχει μὲ τὸν ἑαυτό του. Θέλει να περισώσει κάτι, τὸ ὁποῖο ὅμως στην οὐσία εἶναι ἀκριβῶς αὐτό πού δέν πρέπει να περισωθεί.

Ἡ ψυχή δέν παγιδεύεται τυχαία στον ψυχαναγκασμό

Αὐτή ἡ κατάσταση ποὺ ὑπάρχει μέσα στην ψυχή του ἐπηρεάζει την ἐξομολόγησή του, ἐπηρεά ζει τις ἐκδηλώσεις του -θέλει δέν θέλει κανείς, το καταλαβαίνει δὲν τὸ καταλαβαίνει- διότι αὐτὴ ἀπὸ κεῖ δουλεύει αὐτόνομα, κι ἔτσι τελικά δὲν γίνεται σωστή εργασία. Θα φέρω ένα παράδειγμα. Μου κά νει ἐντύπωση κάποια ψυχή πού, κατόπιν καὶ σχετι κῶν παρατηρήσεων, πάντοτε ἔρχεται μὲ τὴν πρόθεση νὰ ἐξομολογηθεί τίς ἁμαρτίες της. Και κάπως ἔτσι μπορεῖ νὰ ἀρχίσει νὰ ἐξομολογείται. Πῶς γίνε ται ὅμως, πῶς δὲν γίνεται, όχι ὕστερα ἀπὸ ἀρκετή ὥρα, ὄχι, ἀλλά, θα τολμοῦσα νὰ πῶ, μὲ τὸ ἄνοιγμα τοῦ στόματος, ναὶ μὲν ἡ πρώτη λέξη δείχνει ότι ὑπάρχει αὐτή ἡ πρόθεση, ὅμως ἀπὸ τὴ δεύτερη, την τρίτη, την τέταρτη καί κάτω, καθώς δὲν εἶναι ἁπλῶς ὅτι κάνει ἕνα λάθος ἡ ψυχή ἀλλά ότι καταναγκαστικῷ τῷ τρόπῳ λειτουργεῖ, ἀμέσως πηγαίνει στα ἄλλα πρόσωπα: ἔτσι τὸ ἕνα, ἔτσι τὸ ἄλλο, ἔτσι τοῦτο, ἔτσι ἐκεῖνο.

Και πρέπει να γνωρίζετε σ' αὐτές τις περιπτώ σεις ὅτι ἡ ψυχή πού ἔτσι εἶναι παγιδευμένη καὶ λειτουργεί καταναγκαστικῷ τῷ τρόπῳ, δὲν παγιδεύτη κε τυχαία. Ἐπείσθη, τρόπον τινά, ὅτι ἔτσι εἶναι τὰ πράγματα. Γι' αὐτό, ἕνας ποὺ ὁμιλεῖ καταναγκαστι κῷ τῷ τρόπῳ εἶναι πολύ πειστικός, πάρα πολύ πει στικός, καὶ στὸν ἑαυτό του καὶ σὲ τρίτους. Ἐκτός ἀπὸ τις περιπτώσεις ἐκείνες ποὺ κανείς παραλογί ζεται· ἔχουμε καὶ τέτοιες περιπτώσεις. Διότι ὁ ψυ χαναγκαστικός τρόπος σκέψεως φθάνει μέχρι τοῦ σημείου να παραλογίζεται κανείς. Ἀλλά κι ἂν δὲν φθάσει ἐκεῖ καὶ μιλούμε για τις περιπτώσεις που δὲν ἔχει φθάσει κανείς ἐκεῖ εἶναι πειστικότατος, και στον ἑαυτό του καὶ σὲ τρίτους, ὅτι αὐτὰ τὰ ὁποῖα λέει ἔτσι εἶναι, καὶ αὐτὰ εἶναι που πρέπει να προσεχθοῦν καὶ αὐτὰ εἶναι που δημιουργοῦν ἄλλες δυσκολίες.

Ἐπαναλαμβάνω, μοῦ κάνει ἐντύπωση ὅτι ὕστε ρα ἀπό σχετικές παρατηρήσεις ὑπάρχει ή πρόθεση νὰ ξεκινήσει κανείς καὶ μία φορά τέλος πάντων, ἔστω μία φορά νὰ μιλήσει ἔτσι ποὺ νὰ μὴν ἀναφερθεῖ καθόλου σε τρίτα πρόσωπα, ἀλλὰ νὰ βάλει κάτω τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τὸν «κοπανήσει». Ὑπάρχει μια τέτοια πρόθεση, ἀλλά οὔτε στη δεύτερη λέξη δέν προλαβαίνει να πάει, καὶ ἀρχίζει κιόλας ὁ κατήφορος. Εφόσον υπάρχει μια τέτοια κατάσταση, δέν μπορεῖ ἡ ψυχή αὐτή να λειτουργήσει σωστά· δέν μπορεῖ νὰ ἀνοίξει ἡ ψυχή, νὰ ἀνοίξει ὁ δρόμος, για νὰ ἔχει κοινωνία ἀληθινή μὲ τὸν Θεό.

Για να συνεννοηθούμε καλύτερα, θὰ ἤθελα τώρα νὰ πῶ ὅτι αὐτός ὁ ψυχαναγκασμός λειτουργεί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Δέν λειτουργεῖ ἁπλῶς ἐν σχέσει μὲ τὸν ἄνθρωπο, ὅποιος κι ἄν εἶναι αὐτός, ἀλλά λει τουργεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Δηλαδή, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κανείς εἶναι τοποθετημένος ψυχαναγκαστικῷ τῷ τρόπῳ. Καὶ γι' αὐτὸ δὲν ἀνοίγει ὁ ἀληθινός δρό μος πρός τόν Θεό να νιώσεις τον Θεό, νὰ σὲ νιώσει ὁ Θεός, νὰ σὲ δεχθεῖ, νὰ τὸν δεχθεῖς, νὰ ἔχεις ἀληθινὴ κοινωνία μαζί του. Θὰ πεῖ βέβαια κανείς σ' αὐτές τις περιπτώσεις: «Τι ὡραῖα ἔνιωθα τότε, τί ὡραῖα αἰσθάνθηκα τὴν ἄλλη φορά!» Ὁ Θεός εἶναι εὔσπλαχνος, καὶ ἀπὸ δῶ ἀπὸ κεῖ προσπαθεῖ κάτι νὰ σοῦ δώσει, καὶ σοῦ δίνει καὶ σὲ γλυκαίνει, ἀλλὰ αὐτό ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι γκρεμίστηκαν τὰ ὁποιαδήποτε ἐμπόδια ὑπάρχουν μέσα σου, καὶ ὅτι ἄνοιξε ὁ δρόμος τῆς ἀληθινῆς κοινωνίας μαζί του καὶ τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς καὶ εὐτυχίας,

Ἡ ὑπακοή εἶναι ἡ σωτηρία ἀπὸ τις ψυχαναγκαστικές καταστάσεις


Γι' αὐτό χρειάζεται ὑπακοή. Στο παράδειγμα πού ἀναφέραμε, το δέκατο μουλάρι δὲν τὸ βλέπει, δὲν τὸ μετράει. Ἂν τοῦ πῶς «Χριστιανέ μου, είναι καὶ αὐτό πού κάθεσαι ἐπάνω του», καὶ ἔχει το κου ράγιο νὰ πεῖ: «Α, ἔτσι εἶναι; Ἔχεις δίκαιο. Πώ πώ, τί ἀνόητος ποὺ εἶμαι!», τέλειωσε το θέμα. Καὶ μάλι στα ὄχι μόνο τέλειωσε, ἀλλὰ στὸ ἐξῆς, ὅσες φορές μπερδεύεται, θα το θυμᾶται αὐτὸ καὶ θὰ λέει: «Για στάσου. Τι μοῦ εἶχε πεῖ ὁ πάτερ ἐκείνη τὴν ἡμέρα, Α, να το το μουλάρι κάτω ἀπὸ τὰ πόδια μου». Το βλέπει καὶ τὸ μετράει καὶ αὐτό.

Βέβαια, χρειάζεται μια βοήθεια. Το μέν μουλάρι θὰ τὸ δεῖ κανείς, εἶναι ὁλόκληρο ζῶο, ἀλλὰ δύσκολα βλέπει αὐτό πού ἔχει μέσα του. Δύσκολα το βλέπει. Καὶ γι' αὐτό, ἅμα βρεῖ κανείς ἄνθρωπο στον ὁποῖο ἐμπιστεύεται καὶ ἔχει διάθεση να κάνει ὑπακοή, ὁπωσδήποτε θα χρειαστεί μερικές φορές ἔτσι νὰ δια τεθεῖ: «Τὸ βλέπω δὲν τὸ βλέπω το δέκατο μουλάρι, ἀφοῦ μοῦ τὸ λὲς, ὑπάρχει». Μόλις πεῖ αὐτό, τότε το βλέπει.

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι πολύ παράξενος. Δηλαδή, ὑπάρχει ἕνα κάτι μέσα του ποὺ εἶναι ἀρνητικό, καὶ αὐτὸ τὸ ἀρνητικό δουλεύει κατά τέτοιον τρόπο, που δὲν τὸν ἀφήνει νὰ δεῖ. Μόλις ὅμως θὰ πεῖ: «Ἀφοῦ το λές, το δέχομαι ὅτι ὑπάρχει», φεύγει ὁ καταρράκτης τῶν ματιῶν του, φεύγει ὅ,τι εἶχε στα μάτια του ποὺ τὸν ἐμπόδιζε νὰ δεῖ, καί βλέπει.

Τὸ αὐτί τοῦ ἀνθρώπου πιάνει ὁρισμένους ἤχους. Ἄλλους ἤχους δὲν τοὺς πιάνει, σάν νὰ εἶναι ἀνύπαρκτοι γιὰ τὸ αὐτί. Δηλαδή, πρός τα κάτω πιάνει χαμηλούς ἤχους ὡς ἕνα σημεῖο, καὶ ἀπό κεῖ καί κάτω δέν πιάνει. Καί πρός τα πάνω πιάνει ἤχους μεγάλης συχνότητας ὡς ἕνα σημεῖο. Οἱ ἄλλοι σάν νὰ εἶναι ἀνύπαρκτοι. Ἂν τυχόν κάποιος πιάνει τούς ἄλλους ἤχους καί ἔλεγε σὲ ἕναν ἄλλο: «Δέν ἀκοῦς;» «Δὲν ἀκούω τίποτε», θά ἀπαντοῦσε, καί θά ἔλεγε τὴν ἀλήθεια ὁ ἄνθρωπος. «Δέν ἀκούω τίποτε οὔτε πιο κάτω οὔτε πιό πάνω». Φαίνεται ὅτι τὸ ἴδιο συμβαίνει με τα μάτια. Τα μάτια ἀντιλαμβάνονται όρισμένα μήκη κύματος. Ὑπάρχουν καί ἄλλα, τὰ ὁποῖα ὅμως τὰ μάτια δὲν τὰ ἀντιλαμβάνονται. Κάτι ἀνάλογο δηλαδή μέ τόν ἦχο συμβαίνει καί μέ τὸ φῶς.

Πολύ περισσότερο αὐτό συμβαίνει μέσα στο μυαλό τοῦ ἀνθρώπου. Ὅμως ὄχι ἁπλῶς στὸν ἐγκέφαλο, ἀλλά στήν ὅλη ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου, στήν ὅλη δομή τοῦ ἀνθρώπου. Ἔχω προσέξει ὅτι ἕνας ἄνθρωπος, παρά την καλή διάθεση πού ἔχει, παρά τὴν ἐξυπνάδα πού ἔχει, μερικά πράγματα δὲν τὰ πιάνει, σὰν νὰ εἶναι ἀνύπαρκτα. Καί δέν εἶναι θέμα ὅτι δὲν φθάνει το μυαλό. Ὄχι. Κάποιοι λόγοι, κάποιοι μηχανισμοί λειτούργησαν μέσα του καί δημιούργησαν τέτοια κατάσταση ψυχαναγκαστική στην ὕπαρξή του, ὥστε μερικά πράγματα δέν τα πιάνει· ὅπως δηλαδή αὐτός στο παράδειγμα δέν διανοείται ὅτι ὑπάρχει καὶ τὸ δέκατο μουλάρι.

Θυμᾶμαι τὸν παπποῦ μου πού εἶχε ἕνα ἐξογκω ματάκι στο χέρι του και κάθε τόσο μέ μαχαίρι τὸ ἔκο βε. Το έκοβε μόνος του, καί ἦταν κάτω ἀπό τὸν ἔλεγχό του. Αλλά ἂν ὑποθέσουμε ὅτι αὐτό, ὅπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, ἔπαιρνε διαστάσεις, ἄλλαζε μορφή καί παρουσιαζόταν ἔτσι πού δέν μποροῦσε πιά νὰ τὸ ἐλέγξει μέ μαχαίρι, ἀμέσως θά σηκωνόταν να πάει στον γιατρό, ὅπως κάνουμε ὅλοι. Ἀπό κεῖ και πέρα, καταλαβαίνει δέν καταλαβαίνει κανείς, θα γίνει αὐτό πού κρίνει ὁ γιατρός καί γιατρεύεται.

Ἔχω ὑπ' ὄψιν μου ἀνθρώπους πού εἶχαν μια σωματική ἀρρώστια πού ἐλέγχεται εὔκολα, ἀλλά εἶχαν καί ψυχαναγκαστικές καταστάσεις. Ἕνας τέ-τοιος πάει στόν γιατρό γιά τή σωματική του ἀσθέ-νεια, καί, ἄν αὐτά πού θὰ πεῖ ὁ γιατρός δέν εἶναι σύμφωνα μέ τό μυαλό του, πάει σπίτι καί συνεχίζει τα δικά του. Ξέρετε, τέτοιοι ἄνθρωποι πέθαναν κιό λας. Πέθαναν, διότι δέν πρόσεξαν αὐτά πού τούς εἶπε ὁ γιατρός καί συνέχισαν τά δικά τους, καί αὐτό πού εἶχαν ἐξελίχθηκε σε καρκίνο. Ἐνῶ, ἄν εἶχαν προσέξει αὐτά πού εἶπε ὁ γιατρός, θά το προλάβαιναν. Καί γιατί δέν ἔκαναν ὅ,τι εἶπε ὁ γιατρός, Διότι δέν συμφωνοῦσε μέ τό δικό τους τό μυαλό.

Αὐτές οἱ ψυχαναγκαστικές καταστάσεις για τρεύονται μόνο μέ τήν ὑπακοή. Σ' αὐτές τις περιπτώσεις, ἐπιτρέψτε μου νά τό τονίσω, ἡ μόνη σωτη ρία εἶναι ἡ ὑπακοή. «Νά 'ναι εὐλογημένο, να 'ναι εὐλογημένο, νά 'ναι εὐλογημένο». Ταπεινώνεται κα νείς, δέχεται ὅ,τι θὰ τοῦ ποῦν, πιστεύει καὶ ὕστερα, ὦ τοῦ θαύματος, και καταλαβαίνει και γιατρεύεται· καὶ γιατρεύεται και καταλαβαίνει.

Ἡ αὐτονομία τῶν ἀπωθημένων βιωμάτων

Δεν υπάρχουν σχόλια: