Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018

ERNST TOPITSCH--ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ (2)

Συνέχεια από : Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018 

Αυτά τα μοτίβα αναπτύσονται στην διδασκαλία, ότι ο θεός όχι μόνο τις ψυχές, αλλά και ολόκληρο τόν κόσμο, βγάζει από τον εαυτό του και τα τοποθετεί κατόπιν απέναντι από τον εαυτό του. Ο τόσο αποξενωμένος από τον θεό κόσμος είναι γεμάτος κακό, πόνο και ενοχή, αλλά παραμένει, έστω και στην αποξένωση του αυτή από το Urgrund, ακόμα θεϊκός25. Η κατάστασή του είναι κατά κάποιον τρόπο μόνο ένα αναγκαίο αρνητικό ενδιάμεσο στάδιο πάνω στον δρόμο προς την σωτηρία του, την επιστροφή και επαναπρόσληψή του στο κοσμικό θεμέλιο ή η συμφιλίωση με τον εαυτό του, ακόμη καί άν είναι αποκομμένος από τόν θεό. Αυτό το σχήμα τής προόδου(ελλ) και επιστροφής(ελλ)26, τής „extension et reabsorption“27 έπαιξε ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην Γνώση και τον Νεοπλατωνισμό, και διαμέσου των αιώνων διατηρήθηκε από τις παραδόσεις που προήλθαν από αυτά τα πνευματικά ρεύματα. 
Ενώ η Γνώσις προσπαθεί να επιτύχει την σωτηρία τών ατόμων με την έννοια τής φυγής από τον κόσμο και οι γνωστικοί κλείνονται μόνο περιστασιακά σε κοινότητες αναζητητών τής σωτηρίας, ο Αποκαλυπτισμός περιμένει μια τελική μεταμόρφωση τού κόσμου και συνδέεται συχνά με πολύ ενεργά θρησκευτικό-πολιτικά κινήματα. Οι αποκαλυπτικές και εσχατολογικές θεωρήσεις τών Εβραίων βρίσκονται σε άμεση συνάφεια με τους αγώνες τους εναντίον τών Σελευκιδών και αργότερα τών Ρωμαίων. Όσο η πραγματική θέση στους άνισους αγώνες χειροτέρευε, τόσο εντονότερη γινόταν η ανάγκη για ελπίδα και εκδίκηση στον νικηφόρο αντίπαλο, και αυτή η ανάγκη ικανοποιείτο φανταστικά παράγοντας τόν Αποκαλυπτισμό. Όπως και η Γνώσις, ήταν και αυτός πεπεισμένος ότι ο κόσμος στην παρούσα του μορφή ήταν σάπιος, αλλά στην αύξηση τού κακού δεν έβλεπε τόσο πολύ μια υπενθύμιση προς ΄΄εσωτερικότερο΄΄ αυτοστοχασμό, ως εγγύηση πως αυτή η κοσμική εποχή τελειώνει και πλησιάζει το τέλος του χρόνου, στο οποίο ο θεός αποκαθιστά την δικαιοσύνη και δικάζει τους εχθρούς τού καλού28. Έτσι το παρόν, καταπιεστικό κακό εμφανίζεται στην αποκαλυπτική και γνωστική σκέψη ως ένα αναγκαίο αρνητικό ενδιάμεσο στάδιο πάνω στον δρόμο προς την τελική επιτυχία της σωτηρίας· το κακό μπορεί χωρίς δυσκολία να τοποθετηθεί στο θεϊκό σχέδιο ή την θεϊκή διαδικασία σωτηρίας, βάσει τού οποίου εκτυλίσσεται το κοσμικό γίγνεσθαι.
Σκοπός λοιπόν και τών δυο διδασκαλιών είναι να ελαφρύνουν στον άνθρωπο την αντιμετώπιση τής πίεσης τής πραγματικότητας, νά τον πείσουν ότι το ανάξιο είναι αναγκαίο στα πλαίσια τοή γίγνεσθαι τής σωτηρίας, αλλά επίσης αναγκαία είναι και η υπέρβασή του. Ό,τι στη συγκεκριμένη περίπτωση θεωρείται κακό ή καλό, δεν έχει καμιά επίδραση πάνω στο σχήμα τής καλής αρχικής κατάστασης(Urzustand), τής ένοχης ή αναγκαίας κατάστασης και τέλος τής βέβαιης σωτηρίας. Έτσι δια μέσου τών αιώνων μπόρεσε ο άνθρωπος, όλα όσα κάθε φορά εκλαμβάνονταν ως ανεπιθύμητα, ατελή και κακά, να τά τοποθετήσει σε εκείνο το σχήμα και μέσω αυτού να αποκτήσει την πεποίθηση που θα τον έκανε ευτυχισμένο, ότι τελικά είναι βέβαιος για την υπέρβαση τού αρνητικού. Έτσι αυτός ο τριφασικός ρυθμός σωτηρίας με γνωστικό-αποκαλυπτικό χαρακτήρα τοποθετείται στους πολυάριθμους άδειους τύπους (Leerformeln) τής παραδοσιακής μεταφυσικής και ηθικής θεωρίας, οι οποίοι οφείλουν την εξαιρετική απήχηση στο γεγονός ότι, λόγω τής κενότητάς τους μπορούν να τεθούν και ετέθησαν στην υπηρεσία οποιασδήποτε ή σχεδόν οποιασδήποτε συναισθηματικής ή πρακτικής-πολιτικής ανάγκης29. 
Η απλότητα τού σχήματος και η άμεση ικανοποίηση που εγγυώταν στον άνθρωπο που παλεύει με την πίεση τής πραγματικότητας, κάνουν αμέσως κατανοητό, ότι μεταφερόταν ως θεμελιώδες μοτίβο για αιώνες και ότι επιβαλλόταν στο ερευνητικό πνεύμα εκ νέου, εάν αυτή η παράδοση κατά κάποιο τρόπο διακοπτόταν. Γι`αυτό όμως, είναι και απαραίτητο, από την απλή εμφάνιση αυτού τού σχήματος να οριστούν οι πνευματικοϊστορικές συσχετίσεις.
Όμως τέτοιες συσχετίσεις αδιαμφισβήτητα υπήρξαν. Η πνευματικοϊστορική σημασία τών γνωστικό-νεοπλατωνικών και των εσχατολογικό-αποκαλυπτικών μορφών σκέψης είναι δύσκολο να υπερεκτιμηθεί. Νεοπλατωνικές και Γνωστικές σκέψεις επηρέασαν ουσιαστικά τον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό, και τον ισλαμισμό επίσης. Ήδη στον Κλήμεντα Αλεξανδρείας και στον Ωριγένη είναι αισθητή αυτή η επίδραση. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως, όπως ο Πλωτίνος ήταν για την ειδωλολατρική γνώση, έτσι ήταν ο καί Ωριγένης πρόδρομος(Ausläufer) τής χριστιανικής γνώσης, που έγινε καθαρά μεταφυσική. „ Τα δραματικά-μυθολογικά μοτίβα τής εσχατολογίας προηγούνται, και στις οντολογικές υποστάσεις το όν παρουσιάζεται ως κίνηση, που από την εσωτερική δυναμική ωριμάζει στην συμπαντική διαδικασία αυτοαπομάκρυνσης και επιστροφής, και είναι πραγματικό μόνο μέσα στην πρόοδο αυτής της μοίρας.“30 Την πιο σημαντική εισβολή τέτοιων μοτίβων στην χριστιανική παράδοση σήμαινε το έργο τού ούτω καλούμενου Διονυσίου τού Αρεοπαγίτου, εξαρτώμενο από την θεοσοφία τού Πρόκλου. Δια μέσου τών αιώνων τα βιβλία τού υποτιθέμενου μαθητή των αποστόλων 
απολάμβαναν  τέτοιας φήμης, που μόνο από την φήμη τής Βίβλου ξεπερνιόταν31. Και εδώ η κοσμική διαδικασία σημαίνεται με το σχήμα πρόοδος και επιστροφή32. Η πέρα από κάθε όνομα εξελθούσα θεότητα διαμένει στον εαυτό της σε απόλυτη ησυχία, αλλά ταυτόχρονα βγαίνει από τον εαυτό της λόγω εσωτερικής ανάγκης, και πολλαπλασιάζεται και εκτυλίσσεται από την μονάδα στην πληρότητα, αλλά η τελευταία θα οδηγηθεί τελικά στην ενότητα33. Επεκτείνοντας αυτές τις σκέψεις, ο Scotus Eriugena, που μετά από διαταγή του αυτοκράτορα Καρλ τού Φαλακρού μετέφρασε τα αρεοπαγιτικά κείμενα στα λατινικά, εφάρμοσε το ίδιο σχήμα και στις artes liberales, προ πάντων πάνω στη διαλεκτική που διαπραγματεύεται περί τής ουσίας.„ Κατά κάποιον τρόπο από την προσωπική αρχή τού εαυτού της, από τον οποίο(εαυτό) προέρχεται όλη η διαίρεση και ο πολλαπλασιασμός (divisio et multiplicatio) τής (ουσίας) σχηματίζεται το περιεχόμενο αυτής της τέχνης. Η οποία δια μέσου τών γενικότερων συζυγιών και τών μεσότερων γενών στις ειδικές μορφές και σχήματα κατεβαίνει πάντοτε σύμφωνα με τους κανόνες ανάπτυξης τής έννοιας μέσω αυτών τών επιπέδων, καί αναρριχάται πάλι, μέσω τών επιπέδων πού κατέβηκε, στήν ίδια ουσία από τήν οποία απομακρύνθηκε. Έτσι γυρίζει αδιάκοπα πίσω σ' αυτήν, μέσα στην οποία πάντα προσπαθεί να ησυχάσει, ώστε να την περιβάλλει με καθαρά πνευματική κίνηση“34. Σε αυτόν τον χαρακτηρισμό τής διαλεκτικής φαίνεται πως η „κίνηση τής έννοιας“, όπως την αναπτύσσει ο Χέγκελ, είναι ήδη προσχηματισμένη.
Στα πλαίσια τών νεοπλατωνικών παραδόσεων, και σε πρώτη γραμμή μέσω τού Μακρόβιου35, το μοτίβο τής πτώσης και τής ανάστασης φτάνει μέχρι τον Δάντη, η „Θεία Κωμωδία“ του οποίου εικονίζει τον δρόμο τής σωτηρίας, τον οποίο η πεσμένη ψυχή διανύει (εν μέρει κάτω από την καθοδήγηση τής φιλοσοφίας), από την βαθύτατη αφροσύνη τών παθών τής ψυχής πού έπεσε στήν ύλη - γιατί έτσι κατανοείται η παραπλάνηση στην ύλη, την selva oscura - προς την ομοίωση με τον θεό. Και στον Δάντη επίσης βρίσκονται οι σκέψεις αυτές σε συνάφεια με την εσχατολογική παράδοση τής εποχής του, μεταξύ άλλων με την προφητεία του Joachim von Floris(παρ.12,140f.), που προείπε τον ερχομό της τρίτης κοσμικής εποχής, δηλαδή την βασιλεία του Αγίου Πνεύματος36. Με την σκέψη τής αναμενόμενης πραγματοποίησης τής βασιλείας τού θεού στη γη, στά πλαίσια τής ιστορίας, έγινε η προφητεία τού Joachim σημείο εκκίνησης και παράδειγμα για τις επαναστατικές εσχατολογίες τής Ευρώπης.
Πάνω σε δρόμους, οι λεπτομέρειες των οποίων δεν έχουν ερευνηθεί αρκετά και που στα παρόντα πλαίσια δεν μπορούν να επεξεργαστούν περαιτέρω, έφτασαν αυτά και συγγενή μοτίβα στον νότιο γερμανικό(schwäbisch) Προτεσταντισμό και τέλος στην σκέψη τού Hegel και τού Schelling.
Ο πιο γνωστός από αυτούς τούς δρόμους ξεκινά από τον Διονύσιο37 και οδηγεί μέσα στον γερμανικό μυστικισμό από τον Meister Eckhart μέχρι τον Angelus Silesius; επίσης ο Νικόλαος Κουζάνος που αφιέρωσε στον Αρεοπαγίτη τις λέξεις maximus ille divinorum structator38 ανήκει σε αυτήν την συνάφεια. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό και ενδιαφέρον, αλλά μέχρι τώρα παραγνωρισμένο, παρακλάδι τής παράδοσης αυτής τής γνωστικό-εσχατολογικής σκέψης, πρέπει να σκιαγραφηθεί έστω και επιφανειακά.

 Όπως πρόσφατα έδειξε ο Ernst Benz, υπήρχε στην ευαγγελική νότιο Γερμανία (Schwaben) από την εποχή τού Reuchlin ένα σχετικά ισχυρό ρεύμα, το οποίο περίμενε να βρει πιο ουσιαστικές εξηγήσεις για τα τελευταία μυστικά τής σωτηρίας, από μια χριστιανικά κατανοημένη Κabbala παρά από την επίσημη ορθοδοξία. Σε αυτήν την παράδοση ανήκει και ο βαρόνος Knorr von Rosenroth (1636-1689) τού οποίου η πολύ σημαντική για την ιστορία τού πνεύματος εργασία „Cabbala denutata“, μια λατινική μετάφραση και σχόλιο τών γραπτών του Sohar, προκάλεσε τον θαυμασμό ακόμα και ενός Leibnitz. Για το θέμα μας όμως είναι προπάντων σημαντική η επίδραση που εξάσκησε η εξήγηση τής Kabbala από τον Isaak Luria (1534-1572) πάνω στις σκέψεις τού Friedrich Christoph Oetinger (1702-1782), γιατί από αυτόν τον „μάγο τού Νότου“ υπάρχει μια απευθείας σύνδεση με το ίδρυμα Tübinger Stift 39. 
Η Λουριανική Καββάλα που εμφανίστηκε στην Παλαιστίνη, και η οποία από πολλές απόψεις παρουσιάζει μια επεξεργασία τής εμπειρίας τού διωγμού από την Ισπανία, ανανεώνει με τον δικό της τρόπο, τόσο γνωστικούς όσο και εσχατολογικό-αποκαλυπτικούς τρόπους σκέψεις, χωρίς να μπορούμε να αποφασίσουμε αν πρόκειται για αναζωογόνηση παραδεδομένων μορφών ή για εκ νέου δημιουργία από μια εσωτερική και εξωτερική κατάσταση, που ήταν όμοια με αυτήν των παλιών γνωστικών και αποκαλυπτικών40. Η βασική προϋπόθεση και αυτής της διδασκαλίας είναι η πίστη, ότι ο κόσμος ούτε πλήρως χωρισμένος από τον θεό είναι, ούτε απλώς ταυτίζεται μαζί του, αλλά παρουσιάζει μια αυτοέκπτυξη41. Η θεϊκή ουσία πραγματοποιείται στην κοσμική διαδικασία, κατά την οποία, όχι μόνο στην συνείδηση, αλλά φτάνει και στην σωματοποίηση τού εαυτού της. Επειδή στη διαδικασία τής αυτοφανέρωσης(Selbstmanifestation) τού θεού ανήκει επίσης και η αυτοαποκάλυψή του στην δημιουργία τού σύμπαντος και αυτοεικόνησή του στον άνθρωπο, και εδώ ανήκει ολόκληρη η ιστορία τής σωτηρίας τού ανθρώπου, περιλαμβάνεται μέσα στη διαδικασία τής αποκαλυπτικής αυτοπραγμάτωσης τού θεού και η εξέλιξη τού κόσμου όπως και η ιστορία τής σωτηρίας. Όχι μόνο η κατασκευή τού κόσμου, αλλά και η ιστορία είναι κατά κάποιο τρόπο μια θεογονική διαδικασία42. Όπως η αρχαία Γνώσις, έτσι και η Λουριανή Kabbala γνωρίζει για την πτώση των θεϊκών ακτίνων και την επιστροφή τους, όπως επίσης πολύ γενικά, την καταγωγή όλων τών πραγμάτων από τον θεό και την σωτηριώδη επιστροφή τους σ' αυτόν. Όμως η σωτηρία δεν έχει μόνο-και εκεί διαφοροποιείται ο Λούρια από την μεσαιωνική Kabbala-μια μυστική και γνωστική, αλλά επίσης μια ιστορικό-εθνική και εσχατολογική πλευρά: η σωτηρία τού Ισραήλ είναι άρρητα δεμένη με την σωτηρία όλων των πραγμάτων43. Έτσι ο ιουδαϊσμός στην νέα του εξορία κατασκεύασε μια (εντελώς πρακτικά και πολιτικά κατανοητή) αποκαλυπτική ιδεολογία, σύμφωνα με την οποία η τελική σωτηρία του Ισραήλ συμπίπτει με αυτήν όλων των δημιουργημάτων44.
Με μερικές διαφορές η λουριανική Kabbala βρήκε είσοδο και στην Ευρώπη,ιδιαίτερα στην Ιταλία45, Ολλανδία και νοτιοδυτική Γερμανία. Στην ευαγγελική Γερμανία επηρέασε πάνω απ' όλα την χριστιανική θεοσοφία τού πιετισμού, στους ηγετικούς αντιπροσώπους τής οποίας ανήκε και ο Oetinger. Αυτός όχι μόνο γνώριζε τα γραπτά τής λουριανικής παράδοσης, και τα είχε αποδεχθεί, αλλά στις δικές του εργασίες, δίπλα από τον Jakob Boehme, η σχέση του οποίου με την Kabbala χρήζει περαιτέρω εξηγήσεως46, πολλές φορές ανέφερε ρητώς, πώς από εκείνη την παράδοση προσέλαβε μεταξύ άλλων και την διδασκαλία „ότι στα βάθη του θεού(Ungrund) είναι περίκλειστη μια ασύλληπτη πληρότητα, μια αφθονία της θεϊκής ζωής, που πιέζει σε διάφορα επίπεδα και πτώσεις(Kadenzen) προς την πραγματοποίησή του, επιθυμώντας να πραγματοποιήσει την πολλαπλότητά του σωματικά“47, και πίστευε, ότι αυτή η διαδικασία ησύχαζε και τελείωνε με την ενσάρκωση του θεού στον Ιησού Χριστό48. Χαρακτηριστικό για την φήμη τού „μάγου του Νότου“ και διαφωτιστικό για τις ιστορικοπνευματικές συσχετίσεις είναι το γεγονός, ότι o Jakob Friedrich Klemm, που είχε σπουδάσει καί στην Tübinger Stift, παρακάλεσε το 1763 τον Oetinger, ο οποίος ήταν παιδί τού Tübinger Stift, να τον εισάγει στην Kabbala49.
Όπως οι Γνωστικοί, παρομοίως  και ο Oetinger, 
διδάσκει πως η ορατή δημιουργία (καταβολή)50 προήλθε με μια πτώση από το αόρατο, αλλά ο άνθρωπος μπορούσε να σώσει την φύση, γιατί μπορεί να εμφανίσει το υψηλότερο πνεύμα όταν ενωθεί με τον θεό51. Σύμφωνα με το ίδιο βασικό σχήμα προόδου και επιστροφής παρατηρεί ο Νοτιογερμανός θεόσοφος και την πορεία τής επίγνωσης, όπου η δική του μορφοποίηση έχει ξεκάθαρο παραλληλισμό προς το πιο πάνω αναφερθέν κομμάτι του Scotus Eriugena. Η επίγνωση τού όλου στα επιμέρους, οδηγεί λοιπόν και πάλι πίσω στην ενότητα, έτσι ώστε τα επιμέρους να έχουν τον ορισμένο τους τόπο στο όλον. Αυτή η σύλληψη δείχνει προς εκείνη του Χέγκελ: από την άμεση αφηρημένη ενότητα μέσω τής μεσολάβησης τών συγκεκριμένων, μέχρι την εκ νέου, συγκεκριμένα πλέον, παρουσιαζόμενη ενότητα οδηγεί „η κίνηση της έννοιας“: από το άδειο καθαρό είναι, που είναι το τίποτα, στο γίγνεσθαί και μέσω της πληρότητας τών κατηγοριών στην απόλυτη ιδέα, που όμως δεν είναι κάτι από τό επέκεινα, αλλά ήταν ήδη στην αρχή και εκπτύσσεται μέσα σ' αυτήν την διαδικασία.

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: