Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2025

Ο Schopenhauer ως μυστικιστής 2

 Συνέχεια από:Tρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025



Ο Schopenhauer ως μυστικιστής 2

Πέμπτον
, ο Schopenhauer ήταν ο πρώτος στοχαστής —με προδρόμους στους Ρομαντικούς, όπως ο Friedrich Schlegel, για παράδειγμα— που, θα μπορούσε κανείς να πει, άνοιξε με συνέπεια την πύλη προς την Ασία. Ήταν ο πρώτος που πήρε απολύτως στα σοβαρά την ασιατική φιλοσοφία, την ινδική φιλοσοφία, την ινδική πνευματικότητα, την ινδική μυστική παράδοση. Τους απέδωσε, τρόπον τινά, φιλοσοφική αξιοπρέπεια και τις ενσωμάτωσε πλήρως στη δική του σκέψη.

Αυτό ήταν κάτι καινούργιο· δεν υπήρχε προηγουμένως με αυτόν τον τρόπο. Και είχε συνέπειες, διότι χωρίς τον Schopenhauer δεν θα είχε υπάρξει αυτή η τεράστια αναγέννηση του Βουδισμού, της ασιατικής σκέψης στην Ευρώπη. Ο Schopenhauer υπήρξε εξαιρετικά επιδραστικός.

Θα έφθανα μάλιστα στο σημείο να πω ότι, χωρίς τη χαραγμένη κατεύθυνση που έδωσε ο Schopenhauer, και όσα αναπτύχθηκαν στον 20ό αιώνα ως προσανατολισμός προς την Ασία δεν θα είχαν υπάρξει με αυτόν τον τρόπο. Ήταν, λοιπόν, πραγματικά πρωτοπόρος σε αυτό.

Αυτό πρέπει να ειπωθεί απολύτως ξεκάθαρα. Παρεμπιπτόντως —και αυτό είναι σημαντικό για το δικό μας πλαίσιο— αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο της μετενσάρκωσης. Αυτό είναι πάντοτε το ερώτημα των οπαδών της θεωρίας της μετενσάρκωσης.

Πιστεύει ο Schopenhauer στην εκ νέου γέννηση ή όχι; Κατά κάποιον τρόπο ναι, αλλά το αφήνει ανοικτό. Αυτό θα μας απασχολήσει αργότερα σε άλλο πλαίσιο.

Έκτο σημείο.
Προσφέρει μια ριζικά ρεαλιστική εικόνα του ανθρώπου. Εκείνο που συχνά αποκαλείται ο πεσιμισμός του είναι μια εικόνα του ανθρώπου όπως, δυστυχώς, ίσως όχι αποκλειστικά αλλά πάντως και όπως είναι: ο άνθρωπος ως ένα άπληστο ον, ως ένα ματαιόδοξο ον, ως ένα ον που αρπάζει, ως ένα ον που γαντζώνεται στη δική του σωματικότητα, που είναι μπλεγμένο στη σάρκα και στο αίμα. Αυτό οι φιλόσοφοι το αντιμετώπισαν συχνά μάλλον υποτιμητικά. Εκείνος το παίρνει απολύτως στα σοβαρά και λέει: καλά, ό,τι λέω εγώ το λέει και ο Buddha, το λέει και ο Meister Eckhart.

Έβδομο σημείο. Η φιλοσοφία του Schopenhauer είναι μια ιδιοφυής προσπάθεια να λυθεί το αίνιγμα της ελευθερίας. Σε σύντομη διατύπωση —σημαντικό εδώ— η ελευθερία νοείται ως ελευθερία της βούλησης. Πρόκειται για ένα δύσκολο φιλοσοφικό πρόβλημα, που εδώ αναφέρεται μόνο παρεμπιπτόντως. Ο Schopenhauer το λύνει λέγοντας: όταν λέω «μπορώ να κάνω ό,τι θέλω», αυτό είναι σωστό· αλλά δεν μπορώ να πάω πίσω από τη δική μου βούληση.

Αν ρωτήσετε παιδιά γιατί το κάνεις αυτό, το παιδί λέει: «επειδή το θέλω». Και τότε η ερώτηση των ενηλίκων, εντελώς ανεπαρκής: «και γιατί το θέλεις;» — «επειδή το θέλω». Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να πει κάτι άλλο.

Φθάνετε με τη βούληση σε ένα όριο, διότι τότε θα πρέπει να λέτε συνεχώς ότι υπάρχει μια βούληση πίσω από τη βούληση και πίσω από αυτήν ξανά μια βούληση. Ο Schopenhauer έδειξε ότι από αυτό δεν μπορεί κανείς να ξεφύγει. Αυτό προκάλεσε μεγάλη εκτίμηση και θεμελίωσε το κύρος του ως φιλοσόφου στον 20ό αιώνα.

Υπάρχουν πολλοί —ίσως δεν το γνωρίζετε— φλογεροί θαυμαστές του Schopenhauer στον 20ό αιώνα.

Ήταν ο Einstein·
είναι, για παράδειγμα, σήμερα ο Rudolf Augstein, ο οποίος, όταν διαβάζει κανείς τα κείμενά του, αφήνει συχνά να διαφανεί ότι θαυμάζει τον Schopenhauer σε εξαιρετικό βαθμό. Ιδίως εξαιτίας αυτής της λύσης ή αυτής της όψης του ζητήματος της ελευθερίας. Έπειτα, ο Schopenhauer είναι ένας λαμπρός δοκιμιογράφος και στυλίστας, που προαναγγέλλει τον Nietzsche.


Δεν είναι ποτέ βαρετός. Μπορείτε να ανοίξετε τον Schopenhauer οπουδήποτε, όποτε θέλετε· δεν είναι ποτέ βαρετός. Πάντα ενδιαφέρων.

Έπειτα, δέκατο σημείο, προσφέρει μια μεγαλειώδη μεταφυσική της μουσικής. Αυτό, όμως, δεν είναι το θέμα μας απόψε.

Και, τέλος —επίσης ενδιαφέρον— ήταν ένας από τους πρώτους φιλοσόφους που επιχείρησαν να εξηγήσουν φιλοσοφικά τα λεγόμενα παραφυσικά φαινόμενα.

Λοιπόν, τώρα για αυτή τη βούληση στον Schopenhauer. Τι είναι αυτή η βούληση; 

Παράθεμα:
Η βούληση —όπως την επιλέγει ο Schopenhauer στο Wille und Vorstellung— η οποία, όταν θεωρηθεί καθ’ εαυτήν, είναι χωρίς γνώση και απλώς μια τυφλή, ακατάπαυστη ορμή. Δηλαδή βούληση, όχι μια συνειδητή βούληση: «θέλω τώρα να φύγω από αυτόν τον χώρο». Ή: «θέλω τώρα να περπατήσω» ή «θέλω να μπω στο μετρό». Όχι όμως έτσι, αλλά βούληση ως ασυνείδητη βούληση. Ως τυφλή βούληση.

Καθένας από εμάς εδώ, κατά τον Schopenhauer, είναι ο ίδιος αυτή η βούληση. Αυτό είναι το έσχατο δεδομένο με την έννοια του Schopenhauer — δεν εννοείται κάποιο «δεδομένο» στο οποίο θα μπορούσε κανείς να επιστρέψει περαιτέρω. Δηλαδή, η βούληση είναι απλώς μια τυφλή, ακατάπαυστη ορμή, όπως τη βλέπουμε να εμφανίζεται ακόμη και στη μη οργανική και στη φυτική φύση και στους νόμους της, καθώς και στο φυτικό μέρος της ίδιας μας της ζωής.

Μέσω του κόσμου της παράστασης, που έχει προστεθεί και αναπτυχθεί για να υπηρετεί τη βούληση, αυτή αποκτά γνώση του ίδιου της του θέλειν. Ξαφνικά, μέσω του κόσμου, η βούληση βλέπει τον εαυτό της σαν απ’ έξω. Όμως βρίσκεται μέσα.

Έτσι προκύπτει για τον άνθρωπο, κατά τον Schopenhauer, μια παράδοξη κατάσταση. Βλέπει τον κόσμο έξω· τον εαυτό του τον έχει μέσα. Έχει όμως μια μυστική πρόσβαση στον κόσμο, επειδή ό,τι υπάρχει έξω είναι, ακριβώς όπως και στον ίδιο, στο πιο εσώτατο βάθος του επίσης βούληση.
Ο κόσμος είναι, κατά τον Schopenhauer, κατά βάθος μία ενότητα. Πίσω από κάθε πολλαπλότητα στέκει η ενότητα. Το ερώτημα όλων των θεωριών της ενότητας είναι: πώς προκύπτει η πολλαπλότητα από την ενότητα; Σε αυτό ο Schopenhauer απαντά: πρόκειται για το ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα της φύσης, το οποίο δεν θα το διαλευκάνουμε ποτέ.

Γνωρίζετε ότι όλες οι θεωρίες της ενότητας σε αυτόν τον κόσμο —θρησκευτικές, πνευματικές— είχαν πάντοτε αυτό το πρόβλημα: πώς λοιπόν το Ένα γίνεται τα Πολλά; Τι συνέβη εκεί; Ο Schopenhauer αναπτύσσει, για τον κόσμο της έρευνας, τη γνώση της βούλησης και του τι είναι αυτό που θέλει: ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά αυτός ο ίδιος ο κόσμος, η ζωή, ακριβώς όπως στέκεται μπροστά μας. Εφόσον η βούληση είναι το πράγμα καθ’ εαυτό, λέει χαρακτηριστικά, το εσωτερικό περιεχόμενο, ενώ το φαινόμενο είναι απλώς ο καθρέφτης της βούλησης, τότε το φαινόμενο θα συνοδεύει τη βούληση τόσο αχώριστα όσο συνοδεύει το σώμα η σκιά του.

Και όπου υπάρχει βούληση, θα υπάρχει και ζωή, θα υπάρχει και κόσμος. Στη βούληση για ζωή, λοιπόν, η ζωή είναι βέβαιη. Και όσο είμαστε γεμάτοι από βούληση για ζωή, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για την ύπαρξή μας.
Ούτε καν μπροστά στο θέαμα του θανάτου. Τώρα έρχεται το καθοριστικό σημείο, το οποίο συνδέεται με κάθε αντίληψη περί λύτρωσης. Πώς στέκεσαι απέναντι στον θάνατο; Πώς σκέφτεσαι τον θάνατο; Και ο Schopenhauer σκέφτεται τον θάνατο.
Παρεμπιπτόντως, σχεδόν κάθε φιλόσοφος σκέφτεται τον θάνατο με κάποιον τρόπο. Από τον Πλάτωνα προέρχεται η περίφημη διατύπωση: «φιλοσοφεῖν ἐστιν ἀποθνῄσκειν μαθεῖν» — το φιλοσοφείν σημαίνει να μαθαίνει κανείς να πεθαίνει, να κατανοεί τον θάνατο.

Βεβαίως, βλέπουμε το άτομο, τον συγκεκριμένο άνθρωπο, να γεννιέται και να φθείρεται. Όμως το άτομο είναι μόνο φαινόμενο. Υπάρχει μόνο για τη γνώση που είναι δεσμευμένη από τον νόμο του επαρκούς λόγου, από το principium individuationis, δηλαδή από την αρχή της εξατομίκευσης.
Για αυτήν τη γνώση, πράγματι —για αυτήν τη χωριστή γνώση της αρχής της εξατομίκευσης— η ζωή δίνεται σαν δώρο. Αναδύεται από το μηδέν, κατόπιν υφίσταται, μέσω του θανάτου, την απώλεια εκείνου του δώρου και επιστρέφει στο μηδέν. Όμως εμείς θέλουμε ακριβώς να σκεφτούμε τη ζωή φιλοσοφικά.
Δηλαδή, να τη θεωρήσουμε υπό το πρίσμα των ιδεών της· και τότε θα διαπιστώσουμε ότι ούτε η βούληση —το πράγμα καθ’ εαυτό σε όλες τις φανερώσεις— ούτε το υποκείμενο της γνώσης, ο θεατής όλων των φαινομένων, από τη γέννηση (και αυτό είναι πολύ σημαντικό) από τη γέννηση και τον θάνατο, δεν θίγονται καθόλου. Δηλαδή, το ίδιο το ουσιώδες της πραγματικότητας δεν αγγίζεται καθόλου από τη γέννηση και τον θάνατο. Αυτά αφορούν πάντοτε μόνο το φαινόμενο, όχι όμως την ουσία, όχι το ίδιο το Είναι.
Η γέννηση και ο θάνατος ανήκουν, λοιπόν, στο φαινόμενο της βούλησης ως ζωή, και είναι ουσιώδες σε αυτήν να εκδηλώνεται σε άτομα, τα οποία γεννιούνται και φθείρονται. Εμφανίζονται ως εφήμερα, μέσα στη μορφή του χρόνου, ως φαινόμενα εκείνου που καθαυτό δεν γνωρίζει χρόνο. Δηλαδή, αυτή η βούληση, κατά τον Schopenhauer, δεν γνωρίζει χρόνο.
Δεν γνωρίζει ούτε χώρο, δεν γνωρίζει ουσία, δεν γνωρίζει αιτιότητα. Και στο ερώτημα τι είναι αυτή η βούληση πέρα από όλα αυτά, ο Schopenhauer απαντούσε πάντοτε με μεγάλη επιφυλακτικότητα. Έλεγε πάντα ότι αυτό, κατ’ αρχήν, διαφεύγει κάθε γνώση.
Και αυτό είναι σημαντικό για τη μυστική συνιστώσα, για τον Schopenhauer ως μυστικό στοχαστή. Μπορεί κανείς βεβαίως να αντλήσει από τη φιλοσοφία του Schopenhauer μυστικά, πνευματικά —και, για μένα, ακόμη και διαπροσωπικά— συμπεράσματα· αυτό είναι απολύτως θεμιτό. Όμως ο ίδιος ο Schopenhauer σταματά πάντοτε σε αυτό το σημείο.
Λέει ότι ωθεί τη σκέψη μόνο μέχρι το σημείο πέρα από το οποίο θα έπρεπε ή θα όφειλε να αρχίσει η θεωρία, σήμερα ίσως θα λέγαμε ο διαλογισμός, η μυστική εσωτερική θέαση. Εντός του κόσμου υπάρχει το ένα· πέρα από τον κόσμο υπάρχει κάτι που αρνείται ριζικά τη σκέψη. Γι’ αυτό, γράφει ο Schopenhauer, προσκρούουμε με τον νου μας, αυτό το απλό εργαλείο της βούλησης, παντού σε άλυτα προβλήματα, σαν πάνω στον τοίχο του κελιού μας.
Λέει ότι κάθε οντολογικό ερώτημα, όπως: είναι ο κόσμος πεπερασμένος ή άπειρος; έχει ο κόσμος αρχή ή δεν έχει αρχή; πώς συνεχίζεται εκεί; τι υπάρχει εκεί; τι υπάρχει εδώ; τι είναι ο θάνατος στο βάθος του; — σε όλα αυτά, κατά τον Schopenhauer, η σκέψη δεν μπορεί να δώσει απάντηση. Αυτά δεν είναι επιλύσιμα για τη σκέψη. Η σκέψη προσκρούει στο όριο, κυριολεκτικά, «σαν στον τοίχο του κελιού μας».
Εξαιρετικά ενδιαφέρον. Μια τεράστια αυτοπεριοριστική στάση της σκέψης. Ο Schopenhauer ήταν, με αυτή την έννοια, ένας εξαιρετικά μετριοπαθής στοχαστής, αν μπορεί κανείς να το πει έτσι.
Λέει ότι η σκέψη μας μπορεί, κατά κάποιον τρόπο, μόνο να φωτίσει το κελί που είμαστε ως σώμα. Δεν μπορούμε όμως, με τη σκέψη, να εγκαταλείψουμε το κελί. Καταλαβαίνετε, αυτό είναι ένα αποφασιστικό σημείο.

Ο μυστικός, όμως, εγείρει κατά κάποιον τρόπο την αξίωση ότι εγκαταλείπει αυτό το κελί. Ο μυστικός δεν σκέφτεται όπως ο φιλόσοφος. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σκέφτεται καθόλου.Δεν σκέφτεται όπως ο φιλόσοφος. Έχει έναν άλλον τρόπο πρόσβασης στον κόσμο. Δεν σκέφτεται· βλέπει.
Ο μυστικός είναι άνδρας ή γυναίκα των οραμάτων. Επιπλέον, μπορεί να θεωρηθεί πιθανό ότι για όλα εκείνα τα ερωτήματα —και αυτό είναι σημαντικό— δεν είναι απλώς για εμάς αδύνατη η γνώση, όχι μόνο επειδή εμείς ως άνθρωποι δεν μπορούμε ή επειδή εμείς οι φιλόσοφοι δεν είμαστε αρκετά έξυπνοι, αλλά γενικώς για κανέναν. Δηλαδή, ποτέ και πουθενά.[Ο ΑΠΟΦΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ ΤΟΥ ΧΑΙΝΤΕΓΕΡ, ΤΟΥ ΒΙΤΓΚΕΝΣΤΑΙΝ. Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ]

Δηλαδή, ότι αυτές οι σχέσεις δεν είναι απλώς σχετικές, αλλά απολύτως ανεξερεύνητες· ότι όχι μόνο κανείς δεν τις γνωρίζει, αλλά ότι καθαυτές δεν είναι γνωρίσιμες, στο μέτρο που δεν εντάσσονται καθόλου στις μορφές της γνώσης. Εξαιρετικά σημαντικό για τη μυστική συνιστώσα. Αυτό σημαίνει ότι το τι είναι αυτή η βούληση, αυτό το έσχατο εσωτερικό του κόσμου, για τον εαυτό της και εντός του εαυτού της —για να το πούμε με τον Hegel, πράγμα που θα προκαλούσε στον Schopenhauer κρίση οργής— διαφεύγει της σκέψης, διότι εμείς σκεφτόμαστε μόνο εντός του κόσμου των φαινομένων(τής γνώμης).[Ο ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ]

Σκεφτόμαστε στον χώρο, σκεφτόμαστε στον χρόνο, σκεφτόμαστε στην αιτιότητα, σκεφτόμαστε στην ουσία, σκεφτόμαστε στην ύλη, σκεφτόμαστε «εγώ» και «εσύ», υποκείμενο και αντικείμενο· όλα αυτά είναι μορφές της γνώσης. Αλλά μορφές της γνώσης μόνο εντός του κόσμου των φαινομένων. Και εδώ ο Schopenhauer κάνει ένα τεράστιο βήμα, το οποίο μπορεί κανείς κριτικά να το χαρακτηρίσει ακόμη και ως ένα είδος salto mortale της σκέψης· είναι όμως συναρπαστικό: συνδέει την καντιανή αντίληψη του κόσμου των φαινομένων —κάτι που πριν από αυτόν δεν είχε κάνει κανείς— με τον ινδικό όρο Maya.
Γνωρίζετε τον ινδικό όρο Maya, δύσκολο να μεταφραστεί: φαινόμενο, πλάνη, μαγεία, ταχυδακτυλουργικό τέχνασμα ή κάτι παρόμοιο. Ιδίως στις Upanishaden, ο κόσμος παρουσιάζεται ως μια μεγάλη φαντασμαγορία, τυλιγμένη από το πέπλο της Maya. Το ίδιο λέει και ο Schopenhauer.[ΚΑΙ Η Η ΡΗΤΟΡΙΚΗ ΚΑΙ Η ΣΟΦΙΣΤΙΚΗ ΤΙ ΕΙΝΑΙ; Ο ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΥΘΟΣ; ΤΟΝ ΕΧΟΥΜΕ ΛΥΣΕΙ ΤΟΝ ΓΟΡΔΙΟ ΔΕΣΜΟ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ, ΜΕ ΤΟ ΣΠΑΘΙ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ]
Ο Schopenhauer χρησιμοποιεί επανειλημμένα αυτή τη μεταφορά, αυτή την εικόνα του πέπλου της Maya. Αυτό το πέπλο της Maya είναι, για τον Schopenhauer —και είναι εντυπωσιακό ότι κάνει αυτή τη σύνδεση— λίγο-πολύ το ίδιο πράγμα με εκείνο που ο Kant ονόμασε κόσμο των φαινομένων. Ο Kant είχε πει —πολύ απλουστευμένα, έχουν γραφτεί ολόκληρες βιβλιοθήκες γι’ αυτό— σε σύντομη μορφή: τον κόσμο όπως είναι πραγματικά δεν τον γνωρίζουμε, κατ’ αρχήν δεν τον γνωρίζουμε.
Βλέπουμε μόνο αυτό που μας εμφανίζεται. Ζούμε στον κόσμο των φαινομένων· τον κόσμο όπως είναι καθεαυτός. Ο Kant τον ονομάζει Ding an sich (πράγμα καθ’ εαυτό), και γι’ αυτό δεν γνωρίζουμε απολύτως τίποτε.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτε γι’ αυτό όσο είμαστε άνθρωποι, λέει ο Kant, προσθέτοντας έναν περιορισμό: όσο είμαστε άνθρωποι. Δηλαδή, δεν αποκλείει —και γι’ αυτό έχει χλευαστεί πολύ, καθώς αφήνει εδώ μια «κερκόπορτα»— ότι υπάρχουν όντα ανώτερα από εμάς, τα οποία θα μπορούσαν να το γνωρίζουν· εμείς όμως, ως άνθρωποι, υποστηρίζει ο Kant, δεν μπορούμε.[ΟΙ ΕΞΩΓΗΙΝΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ ΤΟΥ ΣΒΕΝΤΕΝΜΠΟΡΓΚ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΝΤ]

Και αυτό αποκτά στον Schopenhauer και μια πολύ έντονη ηθική διάσταση της συμπόνιας, καθώς και μια μυστική διάσταση.[Η ΑΠΟΘΕΩΣΗ ΤΗΣ ΦΙΛΑΥΤΙΑΣ] 
Παράθεμα:
«Αν θέλει κανείς να γνωρίσει τι αξίζουν οι άνθρωποι, από ηθική άποψη, συνολικά και γενικά, ας παρατηρήσει τη μοίρα τους συνολικά και γενικά. Και αυτή είναι έλλειψη, ένδεια, δυστυχία, οδύνη και θάνατος»[ΑΔΕΙΑ ΣΑΚΙΑ].

Ο Schopenhauer λέει επανειλημμένως: όταν ικανοποιήσεις τις ανάγκες σου —ωραία— έπειτα εκτιμάς την πλήξη, έπειτα όλα σου φαίνονται βαρετά. Η ζωή ταλαντεύεται ανάμεσα στον πόνο και στην πλήξη, λέει συνεχώς. Δηλαδή, δεν κερδίζεις απολύτως τίποτε από την ικανοποίηση των αναγκών σου.

Αυτό θυμίζει κάπως —ίσως το γνωρίζετε— τη βουδιστική διδασκαλία περί της ύπαρξης των θεών. Ο Buddha και πολλοί μεγάλοι Βουδιστές έλεγαν ότι δεν είναι καθόλου καλό να είσαι θεός, διότι τότε δεν υποφέρεις, η ζωή διαρκεί υπερβολικά πολύ, και έτσι δεν καταλαβαίνεις τίποτε· δεν μαθαίνεις τίποτε. Μαθαίνεις μόνο όταν σου πηγαίνει άσχημα, όταν υποφέρεις.

Τότε ξαφνικά καταλαβαίνεις ότι αυτός ο κόσμος είναι εντελώς διαφορετικός απ’ ό,τι νόμιζες. Πορεύτηκες προς τον κόσμο πιστεύοντας ότι όλα είναι υπέροχα, ότι η ζωή είναι θαυμάσια, και ξαφνικά έρχονται τα χτυπήματα της μοίρας, έρχεται ο πόνος και ο θάνατος· πεθαίνει ο ένας, πεθαίνει ο άλλος, πυροβολούν, μαχαιρώνουν και δολοφονούν, και ο κόσμος αποδεικνύεται εντελώς διαφορετικός απ’ ό,τι τον είχες φανταστεί. Και τότε έρχεται το μεγάλο ξύπνημα: τι είναι λοιπόν αυτός ο κόσμος; Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι περίπατος.

Ο Schopenhauer λέει: «Η αιώνια δικαιοσύνη κυβερνά· αν οι άνθρωποι, συνολικά ληφθέντες, δεν ήταν ανάξιοι, τότε και η μοίρα τους, συνολικά ληφθείσα, δεν θα ήταν τόσο θλιβερή». Ηθική συνέπεια: το πάθος, το να υποφέρει κανείς, έχει επίσης σχέση με την ενοχή. Όπως έλεγε διαρκώς ο Schopenhauer, ο κόσμος έχει ηθική σημασία· το να το αρνείται κανείς αυτό είναι, λοιπόν, διεστραμμένο.

Δεν το λέει έτσι; Γνωρίζετε ίσως τη φράση για τον «αχρείο αισιοδοξισμό». Το να είναι κανείς αισιόδοξος, λέει ο Schopenhauer, σε αυτόν τον κόσμο του πόνου και του γίγνεσθαι και του φθίνειν, είναι απλώς ωμό, είναι ανόητο και, πάνω απ’ όλα, τυφλό — διεστραμμένο. Αυτή είναι η διαστροφή της σκέψης.

Γι’ αυτό χλευάζει αργότερα και ο Nietzsche, ο πρώην θαυμαστής και κατόπιν αντίπαλος του Schopenhauer. Δηλαδή, οι άνθρωποι υποφέρουν επειδή, στην ουσία, είναι τόσο ανάξιοι. Υπό αυτή την έννοια μπορούμε να πούμε: ο ίδιος ο κόσμος είναι το παγκόσμιο δικαστήριο.

Ω, ενδιαφέρον. Το γνωρίζετε ίσως από τον Schiller, έτσι δεν είναι; «Η παγκόσμια ιστορία είναι το παγκόσμιο δικαστήριο», λέγεται σε ένα ποίημα του Schiller. Ο Schopenhauer το επαναλαμβάνει εδώ.

Ο κόσμος είναι το παγκόσμιο δικαστήριο. Αν μπορούσε κανείς να βάλει σε μια ζυγαριά όλα τα δεινά του κόσμου και στην άλλη όλη την ενοχή του κόσμου, τότε ο δείκτης θα ισορροπούσε. Δηλαδή, η ενοχή και η δυστυχία του κόσμου κρατούν τη ζυγαριά σε ισορροπία.
Ο κόσμος έχει ηθική σημασία. Υπάρχει πόνος επειδή αυτός ο κόσμος είναι κόσμος ενοχής. Ναι, αλλά τι είναι αυτή η ενοχή; Και σε αυτό ο Schopenhauer δίνει μια, θα μπορούσε να πει κανείς, εκπληκτικά απλή απάντηση.
Λέει: η ενοχή είναι ότι εσύ, όπως είσαι, υπάρχεις καθόλου. Το είναι σου ως σώμα, όπως διαμορφώθηκε για σένα, είναι ήδη το σφάλμα. Μα τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι αρνείται τις δυνατότητες εξέλιξης της ύπαρξης; Όχι, δεν το κάνει.
Αλλά λέει, επανειλημμένως —και αυτό πρέπει απλώς να το δεχθούμε, αφού μιλάμε για τον Schopenhauer και προσπαθούμε να τον σχολιάσουμε, είτε μας αρέσει είτε όχι— ότι το μη-είναι είναι προτιμότερο από το είναι. Γνωρίζετε τον Σοφοκλή, τον μεγάλο Έλληνα τραγικό, που λέει: το καλύτερο είναι να μη γεννηθεί κανείς.

Αν όμως γεννηθείς, τότε το δεύτερο καλύτερο είναι να επιστρέψεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα εκεί απ’ όπου ήρθες. Πράγματι, όμως, η γνώση, όπως είναι, αναδύεται για να υπηρετήσει τη βούληση. Για το άτομο ως τέτοιον, ο κόσμος δεν εμφανίζεται όπως αποκαλύπτεται τελικά στον ερευνητή —ως αντικειμενικότητα της μίας και μόνης βούλησης για ζωή, που είναι και ο ίδιος— αλλά το βλέμμα του ακατέργαστου ατόμου θολώνει, όπως λένε οι Ινδοί, από το πέπλο της Maya.
Σε αυτόν δεν εμφανίζεται, αντί για το πράγμα καθ’ εαυτό, παρά μόνο το φαινόμενο μέσα στον χρόνο και τον χώρο, υπό το principium individuationis και τις λοιπές μορφές του νόμου του επαρκούς λόγου με αυτό εννοεί την αιτιότητα. Και μέσα σε αυτή τη μορφή της περιορισμένης του γνώσης δεν βλέπει την ουσία των πραγμάτων, η οποία είναι μία, αλλά τις φανερώσεις της ως χωριστές, διακεκριμένες, αμέτρητες, πολύ διαφορετικές, ακόμη και αντίθετες.

Σύντομη διατύπωση, όπως στις ινδικές Upanishaden: η ατομικότητα είναι πλάνη. Αισθανόμαστε τον εαυτό μας ως χωριστό· όπως υπάρχουμε στον χώρο, ενώ στην πραγματικότητα δεν είμαστε καθόλου χωριστοί. Ίσως είμαστε η κορυφή του παγόβουνου.
Πολλά παγόβουνα — αν βέβαια αυτή είναι καλή εικόνα· ίσως η εικόνα να είναι εντελώς ακατάλληλη, πάντως καταλαβαίνετε την κατεύθυνση της εικόνας. Έτσι, στον μεμονωμένο άνθρωπο φαίνεται η ηδονή ως κάτι το ένα και ο πόνος ως κάτι εντελώς διαφορετικό· αυτός ο άνθρωπος ως βασανιστής και δολοφόνος, εκείνος ως πάσχων και θύμα· το κακό ως κάτι το ένα και το κακό πάθος ως κάτι άλλο.
Βλέπει τον έναν να ζει μέσα σε χαρές, αφθονία και απολαύσεις και ταυτόχρονα μπροστά στην πόρτα του άλλου να πεθαίνει βασανιστικά από έλλειψη και κρύο. Τότε ρωτά: πού μένει η ανταπόδοση; Και ο ίδιος, μέσα στον ορμητικό στροβιλισμό της βούλησης, που είναι η αρχή και η ουσία του —το ίδιο λέει και ο Buddha— εκεί βρίσκεται η ορμή προς τη ζωή, η λαιμαργία της ζωής είναι ο κινητήρας του όλου. Και ο ίδιος, μέσα στον ορμητικό στροβιλισμό της βούλησης, αρπάζει τις ηδονές και τις απολαύσεις της ζωής, τις κρατά σφιχτά αγκαλιασμένες και δεν γνωρίζει ότι ακριβώς με αυτή την πράξη της βούλησής του αρπάζει και σφίγγει επάνω του όλους τους πόνους και τα βάσανα της ζωής, από τη θέα των οποίων φρίττει.[ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΗΓΕΙ ΧΟΙΡΟΒΟΣΚΟΣ]

Αυτό είναι απολύτως ο κλασικός Βουδισμός: με το να θέλεις κάτι, με το να θέτεις την επιθυμία στο κέντρο της ύπαρξής σου, επιβεβαιώνεις μαζί και όλο το πάθος. Επιθυμείς και υποφέρεις. Υποφέρεις και επιθυμείς — είναι το ίδιο.[Ο ΓΝΩΣΤΟΣ ΛΑΚΑΝΟΝΤΟΛΜΑΣ]

Βλέπει το κακό, βλέπει το κακό πάθος στον κόσμο, αλλά, αντί να αναγνωρίσει ότι και τα δύο είναι απλώς διαφορετικές όψεις της φανέρωσης της μίας βούλησης προς τη ζωή, τα θεωρεί διαφορετικά, μάλιστα τελείως αντίθετα, και συχνά επιδιώκει μέσω του κακού να αποφύγει την επίγνωση του ξένου πόνου, του κακού πάθους, του πόνου του ίδιου του ατόμου, εγκλωβισμένος στο principium individuationis, εξαπατημένος από το πέπλο της Maya. Και τώρα μια θαυμάσια διατύπωση — πρέπει να σας τη διαβάσω, γιατί είναι απλώς υπέροχη:

«Όπως επάνω στο μανιασμένο πέλαγος, το οποίο απλώνεται απεριόριστα προς όλες τις κατευθύνσεις και υψώνει και καταβυθίζει ουρλιάζοντας βουνά νερού, κάθεται πάνω σε μια λέμβο ένας βαρκάρης, εμπιστευόμενος το αδύναμο σκάφος, έτσι κάθεται ήρεμος, μέσα σε έναν κόσμο γεμάτο βάσανα, ο μεμονωμένος άνθρωπος, στηριγμένος και εμπιστευόμενος στο principium individuationis, ή στον τρόπο με τον οποίο το άτομο γνωρίζει τα πράγματα ως φαινόμενα. Ο απεριόριστος κόσμος, γεμάτος παντού πόνο, στο άπειρο παρελθόν και στο άπειρο μέλλον, του είναι ξένος, του είναι μάλιστα ένα παραμύθι· το εφήμερο πρόσωπό του, η χωρίς έκταση παρούσα στιγμή του, η στιγμιαία του ευχαρίστηση — μόνο αυτά έχουν για αυτόν πραγματικότητα, και για να τα διατηρήσει κάνει τα πάντα, όσο δεν του ανοίγει τα μάτια μια καλύτερη γνώση».

Δηλαδή, ο εγωισμός του ανθρώπου, αυτή η εστίαση στον εαυτό, στο ότι μόνο αυτός έχει σημασία, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος είναι σαν ένας μύθος, σαν ένα παραμύθι, σχεδόν μη πραγματικός — αυτό το υποδηλώνει ο Schopenhauer πολύ απλά: επειδή κάθε μεμονωμένος άνθρωπος είναι μέσα του το όλον· το έχει μέσα του· μέσα στη βούληση της ίδιας του της ζωής είναι το όλον· επιβεβαιώνει και το όλον. Μέχρι εκείνο το σημείο, το παραμύθι είναι για αυτόν το εφήμερο πρόσωπό του, η χωρίς έκταση παρούσα στιγμή του, η στιγμιαία του ευχαρίστηση· μόνο αυτά έχουν πραγματικότητα για αυτόν, και για να τα διατηρήσει κάνει τα πάντα — μέχρι που, στα έγκατα της συνείδησής του, ζει μόνο μια εντελώς σκοτεινή υπόνοια ότι όλα εκείνα δεν του είναι στην πραγματικότητα τόσο ξένα, αλλά έχουν μια συνάφεια με αυτόν, από την οποία το principium individuationis δεν μπορεί να τον προστατεύσει. Δηλαδή, λέει ο Schopenhauer, κάθε ένας από εμάς φέρει μέσα του την προαίσθηση ότι αυτός ο χωρισμός είναι, τελικά, μια πλάνη.

Και εδώ μπαίνει στο παιχνίδι η συμπόνια — το είχα ήδη πει. Με το να αντικρίζουμε με συμπάθεια τον πάσχοντα άλλον, γκρεμίζεται, καταρρέει το φράγμα που μας χωρίζει από τους άλλους, που μας χωρίζει από τον κόσμο. Και αυτό είναι, αν θέλει κανείς, και μια μυστική συνιστώσα. Διότι, όπως είπα, στη μυστική συνείδηση η χωριστή αυτο-ταυτότητα γίνεται, κατά κάποιον τρόπο, πορώδης ή διαστέλλεται· διαστέλλεται μέσα στον κόσμο· τότε δεν είστε πια μόνο το άτομο Χ ή Υ. Τότε είστε ο κόσμος.
Έτσι λέγεται και στον Wagner, ενδιαφέροντα, στην Parsifal. Τότε είστε το όλον. Και αυτό —και είναι σημαντικό για τη μυστική εμπειρία— όπως το υπαινίχθηκα, όχι θεωρητικά, αφηρημένα, φιλοσοφικά, διανοητικά, αλλά πραγματικά.
Δηλαδή, η μυστική εμπειρία δεν είναι θεωρία. Παρ’ όλα αυτά —και αυτό κάνει τη σκέψη του Schopenhauer τόσο συναρπαστική— σκέφτεται μυστικές καταστάσεις. Τις έζησε ο ίδιος; Γνωρίζω αρκετά καλά τη βιογραφία του Schopenhauer.
Δεν το γνωρίζω. Υπάρχουν σε αυτόν καταστάσεις που προφανώς φθάνουν στα όρια μυστικών εμπειριών, αλλά δεν μου έγινε σαφές από τη βιογραφία του ότι, με την κυριολεκτική έννοια που υπαινίχθηκα, είχε μυστικές ή έστω διαπροσωπικές εμπειρίες απο-οριοθέτησης σε εκείνο το βάθος που θα τον χαρακτήριζε πραγματικά ως μυστικό. Αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί.
Υπό αυτή την έννοια, ο Schopenhauer δεν είναι μυστικός με την αυστηρή σημασία, αλλά ένας στοχαστής που ενσωματώνει τη μυστική εμπειρία του κόσμου· ένας στοχαστής που θεμελιώνει τη μυστική εμπειρία του κόσμου· που, αν θέλει κανείς να το πει έτσι, ανοίγει γι’ αυτήν ένα ρήγμα.
Ναι, τη θεωρεί καθοριστική — μάλιστα τη θεωρεί τη μόνη καθοριστική. Διότι πού καταλήγει τελικά όλη αυτή η φιλοσοφία του Schopenhauer; Καταλήγει στη λύση. Αυτό το είχα πει ήδη εισαγωγικά.

Οι κριτικοί έχουν πει επανειλημμένως —και ο πρώτος μεγάλος κριτικός ήταν ο Nietzsche— ότι πρόκειται για καθαρό μηδενισμό. Διότι τι ισχυρίζεται εδώ ο Schopenhauer; Λέει ότι, όταν αυτός ολόκληρος ο κόσμος του χώρου, του χρόνου και της αιτιότητας εξαφανιστεί, τότε απομένει κάτι άγνωστο ως το καθεαυτό ον. Σε αυτό απαντά ο Nietzsche: δεν απομένει απολύτως τίποτε.
Αυτό είναι, τελικά, το Μηδέν. Ο Schopenhauer είναι μηδενιστής. Η τελευταία λέξη στο μεγαλειώδες βιβλίο Die Welt als Wille und Vorstellung είναι πράγματι «τίποτε».

Κατά νόημα: αν προσπαθήσουμε να φανταστούμε τι είναι στην πραγματικότητα και στο βάθος αυτός ο κόσμος του χώρου, του χρόνου και της αιτιότητας, πέρα από αυτές τις μορφές της γνώσης, τότε θα έπρεπε να πούμε: είναι τίποτε. Δεν μπορεί να συγκρατηθεί. Δεν υπάρχει καθόλου.
Λοιπόν, τι είναι αυτό; Δεν είναι άραγε μηδενισμός; Εδώ τα πράγματα δυσκολεύουν. Τι σημαίνει εδώ «μηδενισμός»; Εδώ βρίσκεται η πλάνη του Nietzsche. Ο Schopenhauer λέει ακούραστα ότι αυτό το λεγόμενο «τίποτε» είναι, κατά κάποιον τρόπο, μια ανώτερη κατάσταση του είναι, την οποία όμως δεν σκέφτεται πλέον· στο κατώφλι της οποίας σταματά.
Υπό αυτή την έννοια, λοιπόν, δεν ακολουθεί τον δρόμο του μυστικού. Και αυτό είναι έντιμο. Πρέπει να το πούμε: δεν πρόκειται απλώς για αδυναμία ή ανεπάρκεια στον Schopenhauer.
Το βρίσκω κι εγώ έντιμο. Είναι επιφυλακτικός. Λέει: αυτόν τον δρόμο δεν μπορώ να τον βαδίσω.
Δεν είμαι άγιος. Δεν είμαι εκείνος που θέλει να ακολουθήσει τη μυστική οδό. Αλλά δείχνω τους δρόμους μέχρι αυτό το όριο.
Και όποιος θέλει να υπερβεί το όριο, πρέπει τότε να εγκαταλείψει και τη σκέψη. Το ακούσατε αυτό· το είπε ρητά.

Η γνώση είναι δυνατή μόνο εντός του πλαισίου του χώρου, του χρόνου, της αιτιότητας και του κόσμου όπως τον γνωρίζουμε. Πέρα από αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχει γνώση, αλλά μόνο —αν υπάρχει— μυστική θέαση.
Έχουμε ακόμη λίγο χρόνο. Πρέπει να φύγουμε στις πέντε. Μου τονίστηκε ιδιαιτέρως.


Θα μπορούσα εύκολα να μιλώ άλλα είκοσι λεπτά ή και δύο ώρες. Αλλά αυτό δεν γίνεται τώρα. Θα ήθελα όμως να σας ενθαρρύνω ίσως να ρωτήσετε ακόμη κάτι.

Γι’ αυτό θα σταματήσω εδώ. Νομίζω ότι έθεσα το πλαίσιο. Και απάντησα στο ερώτημα, για να το πω σχηματικά.

Ο Schopenhauer δεν είναι, με τη στενή έννοια, μυστικός. Αυτό θα το είχε απορρίψει και ο ίδιος. Είναι ένας φιλόσοφος που ωθεί τη σκέψη μέχρι ένα όριο, πέρα από το οποίο θα έπρεπε —και πράγματι αρχίζουν— οι μυστικές εμπειρίες.
Υπό αυτή την έννοια, η σκέψη του είναι συμβατή με κάθε μυστική εμπειρία του κόσμου. Πολύ συγγενής —όχι ταυτόσημη— αλλά πολύ συγγενής με τον Βουδισμό. Πολλοί λένε ότι ο Schopenhauer είναι στην ουσία Βουδιστής.
Με επιφυλάξεις. Αυτό θα ήταν ένα θέμα από μόνο του. Είναι ο Schopenhauer στην πραγματικότητα Βουδιστής; Δύσκολο να το πει κανείς.
Πάντως έχει μια πολύ έντονη πολική έλξη, μια μαγνητική κλίση προς την Ασία. Τελευταία παρατήρηση: λέει κάποτε ότι οι Upanishaden είναι το βαθύτερο βιβλίο ολόκληρης της ανθρωπότητας. Δεν υπάρχει τίποτε βαθύτερο από τις Upanishaden.
Όλα τα άλλα είναι, σε σύγκριση, δευτερεύοντα. Μια μεγάλη κουβέντα —ειπωμένη από έναν δυτικό φιλόσοφο.


Τέλος

Δεν υπάρχουν σχόλια: