Ἡ σκόνη τῆς ψυχῆς. Ἔτσι ὀνόμασαν τή ραθυμία, τήν
ἀναμελιά ἐκείνη τῆς ψυχῆς γιά τήν πνευματική ζωή καί τή σωτηρία. Καί σιγά-σιγά,
βουλιάζει στήν ἀφάνεια ὅπως ὅλα τά ἀρχαῖα κτίσματα αὐτοῦ του κόσμου. Τό ἔργο τῆς
ἀναμελιάς ἔρχεται ν’ ἀποτελειώσει ἡ ἄγνοια τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἀπουσία
τῆς μελέτης, καί κατοπινά, ἡ λησμοσύνη γιά ὅ,τι καλό ἔχει πάρει παλιά ἡ
ψυχή. Καί ἡ ψυχή μου, Κύριε, κολόνα
σπασμένη ἀπό τό θεῖο Οἰκοδόμημα τῆς Ἐκκλησίας Σου, θάβεται στό χῶμα τῆς
ραθυμίας. Δῶσε μου, Μεγάλε Ἀνιχνευτά τῶν ψυχῶν, τή σκαπάνη τῆς θείας ἐγρηγόρσεως
γιά νά σού τήν προσφέρω εὔρημα πολύτιμο στήν ἀγάπη Σου.
Ψυχή ἀθλία! Ἐπιμένεις ἀκόμη νά βρίσκεσαι στή χώρα τῆς
ραθυμίας, ὅταν ὁ Κύριός σου ἀγωνιᾶ στή Γεσθημανή Του; Ὑπνώττεις στήν τρυφηλότητα τοῦ κόσμου, ὅταν Ἐκεῖνος
ἀγρυπνεῖ ἐκεῖ γιά σένα; Γελᾶς ξένοιαστα, ἐνῶ Ἐκεῖνος μουσκεύει στόν ἱδρώτα τοῦ
πόνου; Νύχτα τῆς ψυχῆς μου! Νύχτα μ’
ἀξημέρωτα σκοτάδια! Σέ λίγο θ’ ἀκουστεῖ τό ἐγερτήριο σάλπισμα: «Ἰδού ὁ Νυμφίος
ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ». Θά ψάχνεις γιά τό λυχνάρι τῶν ἀρετῶν.
Μά τό λάδι του θά εἶναι τελειωμένο. Σπασμωδικά θά ζητᾶς τήν μετάνοια. Θά
θελήσεις νά τρέξεις γιά πράξεις ἐλεημοσύνης καί ἀγάπης. Ὅμως, ἡ πόρτα τοῦ
Νυμφώνα θά....
ἔχει κλείσει ξοπίσω σου…
Γι’ αὐτό:
«Τήν ἡμέρα ἐκείνην τήν φοβεράν, ἐννοοῦσα ψυχή μου,
ΓΡΗΓΟΡΗΣΟΝ, ἀνάπτουσα λαμπάδα σου, ἐν ἐλαίω φαιδρύνουσα, οὐ γάρ οἶδας πότε, πρός
σέ ἐπελεύσεται, ἡ φωνή ἡ λέγουσα· Ἰδού ὁ Νυμφίος σου. Βλέπε οὔν ψυχή μου, μή
νυστάξης καί μείνης ἔξωθεν κρούουσα, ὡς αἵ πέντε Παρθένοι, ἀλλ’ ἀγρύπνως
καρτέρησον, ἴνα ὑπαντήσης Χριστῷ τῷ Θεῶ, ἐν ἐλαίω πίονι, καί δώη σοί τόν
Νύμφωνα, τόν θεῖον τῆς δόξης αὐτοῦ».
«Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἴνα μή εἰσέλθητε εἰς
πειρασμόν» (Μάρ. 14, 38)
Περιοδικό «Ἡ Δράσις
μας»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου