Μια ενδιαφέρουσα έκθεση του Ινστιτούτου Μελετών Ασφάλειας του Ισραήλ
(INSS) σχετικά με τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και
τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η Ευρώπη από τους Τζιχαντιστές. Οι απόψεις που εκφράζονται ανήκουν αποκλειστικά στους συντάκτες...
Η έκθεση έχει τίτλο "Οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι: Κορυφή του
Παγόβουνου ή παροδικό επεισόδιο; (Ινστιτούτο Εθνικών Μελετών Ασφάλειας
(ΙNSS) Ισραήλ" και την οποία υπογράφουν οι Yoram Schweitzer και Oded Eran:
Το σοκ που κυριάρχησε στη Γαλλία
μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι στις αρχές Ιανουαρίου του
2015 πιθανότητα θα...
κατευνάσει καθώς περνά ο χρόνος. Με παρόμοιο τρόπο ο
επείγον χαρακτήρας της αποτελεσματικής καταπολέμησης του κινδύνου που
προέρχεται από τα πεδία μαχών της Συρίας και του Ιράκ και που απειλεί
τις δημοκρατίες της Δύσης πιθανότατα θα μειωθεί. Η ανάγκη αντιμετώπισης
της πρόκλησης θα αναβληθεί μέχρις ότου οι ηγέτες Δυτικών χωρών δεν
έχουν άλλη επιλογή από την αντιμετώπιση του προβλήματος σε μαζικό
επίπεδο, ίσως με τη χρήση βίας. Πιθανόν
μόνο μια σειρά έκτακτων γεγονότων (πχ μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις)
που θα προκαλέσουν μεγάλο αριθμό θυμάτων, θα υπογραμμίσουν το ρίσκο που
ενέχει η μη εντατικοποίηση της στρατιωτικής δράσης κατά της πρόκλησης
εναντίον της Δύσης που προέρχεται από την οργάνωση του Ισλαμικού
Κράτους.
Οι συντονισμένες τρομοκρατικές επιθέσεις από Ισλαμικό τρομοκρατικό πυρήνα εναντίον της σατιρικής εφημερίδας Charlie Hebdo και του εβραϊκού παντοπωλείου
στην καρδιά του Παρισιού, που προκάλεσαν τον θάνατο 17 ανθρώπων
πραγματοποίησαν ένα από τα σενάρια τρόμου που αποτελούσαν τον φόβο των
υπηρεσιών ασφάλειας της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια.
Η απειλή ενός κύματος τρομοκρατίας διαφαίνεται στην ήπειρο από τότε που
έγινε η επίθεση από οργάνωση Σαλαφιστών Τζιχαντιστών στο Μουμπάι στο
τέλους του 2008, που στοίχισε τη ζωή σε 166 θύματα. Έκτοτε
έχουν υπάρξει προειδοποιήσεις για παρόμοιες τρομοκρατικές επιθέσεις στη
Γερμανία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η απειλή της επανέναρξης
τρομοκρατικών ενεργειών στην Ευρώπη έχει αυξηθεί τον τελευταίο χρόνο
ενόψει της επιστροφής από την Συρία εκατοντάδων Μουσουλμάνων και
Ευρωπαίων που ασπάστηκαν το Ισλάμ στις χώρες προέλευσής τους. Θα είναι
έτοιμοι να συνεχίσουν τον αγώνα τους εμπνευσμένοι από τις εκκλήσεις για
μία μαχητική Τζιχάντ. Στο πλαίσιο της συμμετοχής τους στον εμφύλιο
πόλεμο της Συρίας, αυτοί οι εθελοντές έχουν εκπαιδευτεί, έχουν
αποκομίσει πολεμική εμπειρία και έχουν υποστεί μια ριζοσπαστική κατήχηση
που προσδιορίζει τη Δύση ως εχθρό στον οποίο πρέπει να γίνει επίθεση.
Αυτό το φαινόμενο έχει προκαλέσει συναγερμό στις υπηρεσίες ασφάλειας της
Ευρώπης σχετικά με τον άμεσο και ουσιαστικό κίνδυνο της εξαγωγής της
τρομοκρατίας από την Μέση Ανατολή σε ευρωπαϊκές πόλεις.
Η δολοφονία της συντακτικής
ομάδας της Charlie Hebdo – κυρίως των γελοιογράφων – που είχαν
βεβηλώσει την εικόνα του Προφήτη Μωάμεθ σύμφωνα με τα πιστεύω των θυτών –
είχε ως στόχο μια βασική αξία της Δυτικής δημοκρατίας, την ελευθερία
του λόγου. Ακολούθησε η επίθεση εναντίον εβραϊκού καταστήματος
με τους θύτες να αναλαμβάνουν τον ρόλο του δικαστή, του εισαγγελέα και
του εκτελεστή. Ανεξάρτητα από την ταυτότητα της Τζιχαντιστικής
οργάνωσης με την οποία συνδέονταν οι θύτες – την Αλ Κάιντα της Χετζάζ ή
το Ισλαμικό Κράτος (ISIS), οι τρομοκράτες ασπάστηκαν την ίδια
κοσμοθεωρία και την ίδια ριζοσπαστική ιδεολογία που υποστηρίζονται απ'
όλες αυτές τις οργανώσεις.
Στο πρόσφατο κύμα Ισλαμικών τρομοκρατικών επιθέσεων στη Δυτική Ευρώπη,
ένας αριθμός επιθέσεων σε πόλεις της Γαλλίας πραγματοποιήθηκε από "μοναχικούς λύκους"
ενώ το Εβραϊκών Μουσείο των Βρυξελλών στοχοποιήθηκε πριν από επτά
μήνες. Επομένως, ένα καίριο ερώτημα είναι εάν όλα αυτά είναι απλώς η
κορυφή του παγόβουνου και εάν αναμένεται να αυξηθούν. Η μήπως πρόκειται
για ένα παροδικό επεισόδιο που δεν θα αλλάξει την πολιτική της Γαλλίας
και άλλων χωρών της Ευρώπης εναντίον της ισλαμικής τρομοκρατίας διότι τα
τραύματα και η οργή που προκάλεσαν οι επιθέσεις θα περάσουν με τον
χρόνο;
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις από πυρήνες και «μοναχικούς λύκους» που
ταυτίζονται με την παγκόσμια Τζιχάντ αποτελούν πρόκληση ασφάλειας για
τις μυστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες αστυνόμευσης. Μια αποτυχία στον
περιορισμό της έκρηξης του κύματος της τρομοκρατίας Τζιχαντιστών στην
Ευρώπη πιθανόν να πυροδοτήσει και βίαιη αντίδραση εναντίον Μουσουλμάνων
από Ακροδεξιές ομάδες. Αυτές αναμένεται να εκμεταλλευτούν τον φόβο του
ριζοσπαστικού Ισλάμ για να δικαιολογήσουν τις δικές τους πράξεις
τρομοκρατίας που πηγάζουν από το μίσος για τους ξένους, την Ισλαμοφοβία
και τον αντισημιτισμό. Γι΄αυτές τις ομάδες, οι τρομοκρατικές επιθέσεις
των ακραίων ομάδων Τζιχαντιστών αποτελούν λόγο για βίαιες ενέργειες, που
θα προκαλέσουν έναν κύκλο βίας σε Ευρωπαϊκές χώρες που δύσκολα θα
ελέγξουν οι δυνάμεις ασφαλείας. Επιπρόσθετα, η ένταση που ήδη υπάρχει
μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων σε διάφορες χώρες θα ενταθεί.
Για περίπου μια δεκαετία,
οι υπηρεσίες ασφάλειας της Δυτικής Ευρώπης έχουν αποτρέψει αρκετές
μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις από την Αλ Κάιντα και τα
παρακλάδια της, αποδεικνύοντας ότι οι προσπάθειες των τρομοκρατικών
οργανώσεων να διαταράξουν τον δημοκρατικό τρόπο ζωής μπορούσαν να
αντιμετωπιστούν σε επιχειρησιακό επίπεδο. Όμως οι πρόσφατες
τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι υποδεικνύουν την πιθανότητα να
υπήρξαν αποτυχίες των υπηρεσιών πληροφόρησης. Δεν δόθηκε η πρέπουσα
σημασία σε πληροφορίες που μεταβιβάστηκαν νωρίτερα στις Γαλλικές
Υπηρεσίες Ασφαλείας – ακόμα και εάν είναι αδύνατο για τις μυστικές
υπηρεσίες της Δύσης να εξαλείψουν τελείως την πραγματοποίηση
τρομοκρατικών ενεργειών.
Εν πάση περιπτώσει, η Ευρώπη διστάζει να πάρει δυναμικά μετρά εναντίον
των προκλητικών ενεργειών των μειονοτήτων που επιδιώκουν την διάσπαση
καθώς και εναντίον της βίας και της τρομοκρατίας εχθρικών ομάδων
μειονοτήτων σε Ευρωπαϊκές πόλεις. Επίσης υπάρχει η ανησυχία ότι μια
μετωπική σύγκρουση με αυτές τις ομάδες θα μετατραπεί σε μεγάλης κλίμακας
βίαιες διαδηλώσεις όπως εκείνες που έλαβαν χώρα στο Παρίσι το 2005 όταν
γειτονιές της πόλης μετατράπηκαν σε εμπόλεμη ζώνη όπου οι Γαλλικές
δυνάμεις ασφαλείας βρέθηκαν αντιμέτωπες με μέλη μειονοτήτων κυρίως από
την Βόρεια Αφρική. Υπάρχει επίσης η ανησυχία ότι η εξαπόλυση μιας
πολύπλευρης εκστρατείας εναντίον των μειονοτήτων σε νομικό, πολιτικό και
πολιτιστικό επίπεδο θα θεωρηθεί παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων
από πολλούς ανθρώπους και σίγουρα από τα μέλη των μειονοτήτων. Η
Ευρώπη ήδη βιώνει ένα αυξανόμενο κύμα ξενοφοβίας και τα πολιτικά
κόμματα που την ασπάζονται σημείωσαν αξιοσημείωτη επιτυχία στις εκλογές
για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πέρσι. Ταυτόχρονα, οι μειονότητες
στην Ευρώπη, μεταξύ των οποίων και πρόσφυγες που κατέφτασαν τα
τελευταία χρόνια από περιοχές με οικονομική ύφεση και από τα πεδία μαχών
της Μέσης Ανατολής δεν αποτελούν μόνο βάρος για το κράτος πρόνοιας αλλά
και πηγή φτηνού εργατικού δυναμικού. Γι΄ αυτό τον λόγο η παρουσία τους
στην ήπειρο, όπου ο πληθυσμός γερνάει έχει θετικό οικονομικό
αντίκτυπο.
Πολλές χώρες της Ευρώπης πιθανότητα θα προτιμούσαν να λάβουν οι θεσμοί
της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα νομικά και άλλα μέτρα κατά ορισμένων πτυχών της
μετανάστευσης, της παράνομης μετανάστευσης και θέλουν να ληφθούν μέτρα
από την Ε.Ε για να μειωθεί το οικονομικό βάρος που σχετίζεται με τους
μετανάστες και τις μειονότητες ακόμα και εάν οι ίδιες οι χώρες θα έχουν
ακόμη την ευθύνη για προβληματικές πτυχές της μετανάστευσης. Εξαιτίας
της ευαισθησίας στο θέμα, ιδιαίτερα στην Γερμανία, η Γερμανίδα
Καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, έχει ταχθεί κατά των πολιτικών και
κοινωνικών κινημάτων που αντιτίθενται στις μειονότητες. Για τον ίδιο
λόγο, η Γερμανία θα προτιμήσει την λήψη δράσης στο πλαίσιο της Ε.Ε.
Τα ερωτήματα που πρέπει να τεθούν όμως είναι ποια μέτρα και εναντίον ποιών; Το
πλαίσιο για τον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας υπάρχει στην Ε.Ε εδώ
και χρόνια. Αυτό αποτελείται από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου
(8 Νοεμβρίου 2008) που προσδιορίζει το τί εστί τρομοκρατική ενέργεια (με
τροποποίηση προηγούμενης απόφασης του 2008) και ένα Ευρωπαϊκό σχέδιο
του 2005 για τον πόλεμο κατά της ριζοσπαστικοποίησης και της
στρατολόγησης τρομοκρατών. Επίσης έχει συσταθεί αντιτρομοκρατική ομάδα
στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς των Βρυξελλών. Επομένως τι μπορεί να
προσθέσει κάποιος σε αυτά, πέρα από διακηρύξεις και καλή βούληση; Θα
τολμήσει η ΕΕ να πάρει αποφάσεις για τον περιορισμό της μετανάστευσης,
συμπεριλαμβανομένης και της παράνομης μετανάστευσης; Οι αρχές σε
διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες θα αποφασίσουν να πάρουν δυναμικά μέτρα
εναντίον των μειονοτήτων που έχουν πάρει τον έλεγχο περιοχών σε μεγάλες
πόλεις και οι οποίες έχουν πάρει το νόμο στα χέρια τους;
Άλλο καίριο ερώτημα αφορά την πιθανότητα ότι τα γεγονότα σε ευρωπαϊκό
έδαφος θα φέρουν την αλλαγή στην πολιτική της Γαλλίας και άλλων μεγάλων
Ευρωπαϊκών χωρών σχετικά με τον χαρακτήρα και τον βαθμό της εμπλοκής
τους στην εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) στη Συρία και
το Ιράκ. Σε αυτό το στάδιο, παρά τις σκληρές καταδίκες μετά τις
τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι από τους ηγέτες της Γαλλίας, της
Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ, είναι δύσκολο να
διαπιστώσει κανείς σημάδια ότι η σκληρή ρητορική θα οδηγήσει στην
αποστολή χερσαίων δυνάμεων στο Ιράκ ή σε κάποια αλλαγή στην πολιτική των
χωρών που βρίσκονται στη συμμαχία που πολεμά εναντίον της ISIS στη
Συρία. Μια άλλη κοινή πρόκληση των ηγετών των κρατών και των δημοσίων
προσωπικοτήτων της Δύσης και των συμμάχων τους στον Ισλαμικό Κόσμο είναι
η διαμόρφωση μια αποτελεσματικής ιδεολογικού/αξιακού χαρακτήρα
εκστρατείας με στόχο την εξάλειψη της ιδεολογίας, που εκπροσωπείται από
τις παγκόσμιες οργανώσεις της Τζιχάντ. Οι
βασικοί ηγέτες των Μουσουλμανικών Κοινοτήτων και οι θρησκευτικοί ηγέτες
της Δύσης θα πρέπει να αναλάβουν σημαντικό ρόλο στην καθοδήγηση μια
συστηματικής, συνεχούς και δημόσιας εκστρατείας καταδίκης της ακραίας
ερμηνείας του Ισλάμ καλώντας σε μποϊκοτάζ εναντίον εκείνων που φέρουν
την σημαία της Τζιχάντ. Μόνο μια συνολική απόρριψη του
συστήματος των θρησκευτικών επιχειρημάτων και της δικαιολόγησης του
τρόμου που ενθαρρύνει νέους ανθρώπους να ενταχθούν και να υποστηρίξουν
την τρομοκρατική δράση Ισλαμιστών θα μειώσει τον αριθμό των εθελοντών
στις τάξεις των παγκοσμίων οργανώσεων της Τζιχάντ.
Το σοκ που κυριάρχησε στη
Γαλλία μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι στις αρχές Ιανουαρίου
του 2015 πιθανότητα θα κατευνάσει καθώς περνά ο χρόνος. Με
παρόμοιο τρόπο ο επείγον χαρακτήρας της αποτελεσματικής καταπολέμησης
του κινδύνου που προέρχεται από τα πεδία μαχών της Συρίας και του Ιράκ
και που απειλεί τις δημοκρατίες της Δύσης πιθανότατα θα μειωθεί. Η
ανάγκη αντιμετώπισης της πρόκλησης θα αναβληθεί μέχρις ότου οι ηγέτες
Δυτικών χωρών δεν έχουν άλλη επιλογή από την αντιμετώπιση του
προβλήματος σε μαζικό επίπεδο και ίσως με τη βία. Πιθανόν μόνο μια
σειρά έκτακτων γεγονότων (πχ μεγάλες τρομοκρατικές επιθέσεις) που θα
προκαλέσουν μεγάλο αριθμό θυμάτων, θα υπογραμμίσουν το ρίσκο που ενέχει η
μη εντατικοποίηση της στρατιωτικής δράσης κατά της πρόκλησης εναντίον
της Δύσης που προέρχεται από την οργάνωση του Ισλαμικού Κράτους. Η
τρομοκρατική επίθεση που πραγματοποιήθηκε από την Αλ Κάιντα στο έδαφος
των ΗΠΑ το 2001 ήταν ένα γεγονός που άλλαξε τα κριτήρια ανοχής και
οδήγησε σε αποφασιστική δράση κατά της οργάνωσης. Αυτό είναι
πιθανότητα αυτό που θα συμβεί στον αγώνα εναντίον του Ισλαμικού Κράτους,
της Αλ Κάιντα και των συμμάχων τους στη Δύση εάν δεν ληφθούν
επιχειρησιακά, συνταγματικά, νομικά και αξιακού χαρακτήρα μέτρα εναντίον
αυτών των οργανώσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου